Αφορμώμενος ο Πρόκλος από τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιεί ο Πλάτων κείμενα από την αρχαιοελληνική γραμματειακή παράδοση, έρχεται να αναδείξει λεπτομέρειες και σχετικά με το πώς πρέπει να προσεγγίζουμε ερευνητικά το περιεχόμενο των μύθων, εκλαμβάνοντάς τους ως ένα καλλιτεχνικό προϊόν το οποίο χρησιμοποιεί συμβολισμούς και αλληγορίες. Η συμπερασματική εκτίμησή του είναι ότι δεν πρέπει να αναφερόμεθα- παραπέμπουμε στο περιεχόμενό τους με τρόπους τυπικής εκφραστικής δηλωτικότητας, η οποία σαφέστατα και θα απολυτοποιεί το ιστορικογραμματικό παράδειγμα και θα αποκλείει τις εκ βαθέων αναγνώσεις. Ωστόσο, είναι ιδιαίτερα προσεκτικός στις διαδρομές του.
Συγκεκριμένα, στην εκάστοτε αρχική θεώρησή του, εντάσσει τον υπό πραγμάτευση μύθο στο ιστορικό πλαίσιο κατά το οποίο διατυπώθηκε, καταφεύγοντας, έτσι, στην απολύτως επιστημονική διάσταση του γραμματικού και του ιστορικού σχετικισμού: κάθε κείμενο πρέπει να εξετάζεται υπό τους όρους της εποχής κατά την οποία συνετάχθη, η οποία κομίζει στο περιεχόμενό του και τις ιδιαίτερες πνευματικές ή όποιες άλλες υπαρξιακές ανησυχίες- προοπτικές της. Συγχρόνως όμως η εκάστοτε εποχή κινείται και σ’ένα αυστηρά συγκεκριμένο άξονα αναφορικά με τα εκφραστικά μέσα που επιλέγει και τον αφηγηματικό τόνο που την εκφράζει. Από την άλλη πλευρά, επιχειρεί να διεισδύσει στον πυρήνα ενός λογοτεχνικού κειμένου του παρελθόντος, επιλεγείσα μέθοδος διά της οποίας δεν μένει στους όρους των ιστορικογραμματικών δεσμεύσεων, αλλά κινείται σε έναν άλλο σημασιολογικό κώδικα από αυτόν που θα προσιδίαζε σε μία αυστηρή επιστημονική διατύπωση του προς πραγμάτευση και ανάλυση θέματος που έχει αναλάβει.
Εδώ ακριβώς έγκειται η διάσταση της αφηγηματικότητας, σύμφωνα με την οποία καταρχάς επιλέγονται από τον ίδιον ως αναλυτή εκφράσεις οι οποίες έρχονται να περιγράψουν ό, τι δεν είναι εφικτό να γίνει κατανοητό με τον επιστημονικό λόγο, ο οποίος έχει συγκεκριμένη εμβέλεια εφαρμογών και διατυπώσεων. Συγχρόνως όμως, στα εν λόγω κείμενα εντοπίζει προκεχωρημένο βαθμό –ή ακόμη και απόλυτο-αφηγηματικότητας, οφειλόμενης στην ιστορική συγκυρία σύνταξής τους. Επίσης, είναι ισχυρό το ενδεχόμενο να μην υπάρχει επιστημονικός λόγος που να αντιστοιχεί στα υπό πραγμάτευση ζητήματα, οπότε ούτως ή άλλως επιλέγουμε τον αφηγηματικό και, μάλιστα, για περιγραφές που δεν άπτονται πλήρως της άμεσης αισθητηριακής εμπειρίας, ή δεν κέκτηνται ιστορικής επικύρωσης. Στα εδώ πάντως διαμειβόμενα πρόκειται για μία υψηλών απαιτήσεων εκφραστική ιδιοτυπία. Ο Πρόκλος επιλέγει, υπό τα δεδομένα που ο ίδιος έχει ως διανοητής μίας μεταγενέστερης εποχής, να χρησιμοποιήσει μία ιδιότυπη αφηγηματικότητα, προκειμένου να καταγράψει ερμηνευτικά την αφηγηματικότητα του απώτατου ιστορικού παρελθόντος.
Το επόμενο ζήτημα που απασχολεί ιδιαίτερα τον νεοπλατωνικό φιλόσοφο είναι ο τρόπος με τον οποίο θα αναλυθεί η φιλοσοφική ανάγνωση των μύθων, ώστε να καταστεί εφικτό και να ερμηνευθεί σωστά το περιεχόμενό τους και να προκύψουν οι έννοιες εκείνες που θα αποτυπώνουν επακριβώς την αλληγορική σύνθεσή τους. Εδώ δηλαδή εισάγεται το πρίσμα της διαχρονικής ανάγνωσης, η οποία επανακτά υπό νέους όρους γραμματειακές συνθέσεις του παρελθόντος. Το ερευνητικό, λοιπόν, ζήτημα τίθεται ως εξής: κατά πόσον δηλαδή από την αφήγηση θα μεταφερθούμε στην επιστήμη, χωρίς βεβαίως η πρώτη να αμφισβητήσει τις αρμοδιότητες της δεύτερης, οι οποίες μάλιστα διεκδικούν, στο έργο του Πρόκλου, υψηλό βαθμό εδραιότητας. Σε μία τέτοια προοπτική, βεβαίως, είναι αναγκαίο να εντοπισθούν λέξεις οι οποίες έχουν τόσο κρίσιμη λειτουργία μέσα στο κείμενο, ώστε να οδηγήσουν τον αναγνώστη στο βάθος της δηλωτικότητας και άρα σε μία μετα-αναλυτική ή σε μία μετα-γραμματική λειτουργία τους. Και στο σύνολό τους τα ανωτέρω ορίζονται από την βασική θέση του νεοπλατωνικού σχολάρχη ότι ο μεταφυσικός κόσμος εκφράζει την πρόνοιά του προς τον φυσικό σε μόνιμη κλίμακα, τόσο υπό την προοπτική του ποιητικού όσο και του τελικού αιτίου. Πρόκειται για μία θεωρητική αρχή η οποία έχει πλήρη εφαρμογή στους μύθους, όπου συνήθως περιγράφονται οι κινήσεις των θεών προς τους ανθρώπους με ποικίλους τρόπους και υπό συγκεκριμένες συνθήκες, αλλά και με ένα γλωσσικό σύστημα το οποίο απαιτεί ειδικές ερμηνευτικές προϋποθέσεις για να αποκωδικοποιηθεί και να κατευθύνει αναλόγως την νοούσα συνείδηση στις εννοιολογικές καταγραφές της.
Σημειωτέον, πάντως, ότι ο Πρόκλος προσεγγίζει τους μύθους τόσο ως φιλόλογος όσο και ως φιλόσοφος, καλύπτοντας έτσι το ιστορικογραμματικό όσο και τα ερμηνευτικό στοιχείο, και μάλιστα μ’έναν εντυπωσιακό στις λεπτομέρειές του συνθετικό τρόπο. Σχετικά, με την εν λόγω ερμηνευτική μεθοδολογία που ακολουθεί ο Πρόκλος, παραθέτουμε το κάτωθι απόσπασμα από τον πρώτο τόμο της πραγματείας του με τίτλο Περί της κατά Πλάτωνα θεολογίας, το οποίο είναι ιδιαίτερα διαφωτιστικό για το σύνολο των ερευνητικών επιλογών που ο ίδιος αναλαμβάνει και τις οποίες θα παρακολουθήσουμε στο κύριο μέρος της εργασίας μας.
«Οἱ μὲν οὖν τρόποι τῆς παρὰ τῶ Πλάτωνι θεολογικῆς
διδασκαλίας τοιοίδε τινές εἰσί ∙ δῆλον δὲ ἐκ τῶν εἰρημένων ὅτι
καὶ τὸν ἀριθμὸν εἶναι τοσούτους ἀναγκαῖον ∙ οἱ μὲν γὰρ δι’
ἐνδείξεως περὶ τῶν θείων λέγοντες ἤ συμβολικῶς καὶ μυθικῶς
ἤ δι’ εἰκόνων λέγουσιν, οἱ δὲ ἀπαρακαλύπτως τὰς ἑαυτῶν
διανοήσεις ἀπαγγέλλοντες οἱ μὲν κατ’ ἐπιστήμην οἱ δὲ κατὰ
τὴν ἐκ θεῶν ἐπίπνοιαν ποιοῦνται τοὺς λόγους. Ἔστι δὲ ὁ μὲν διὰ
τῶν συμβόλων τὰ θεῖα μηνύειν ἐφιέμενος Ὀρφικὸς καὶ ὅλως
τοῖς τὰς θεομυθίας γράφουσιν οἰκεῖος. Ὁ δὲ διὰ τῶν εἰκόνων
Πυθαγόρειος, ἐπεὶ καὶ τοῖς Πυθαγορείοις τὰ μαθήματα πρὸς
τὴν τῶν θείων ἀνάμνησιν ἐξηύρητο καὶ διὰ τούτων ὡς εἰκόνων
ἐπ’ ἐκεῖνα διαβαίνειν ἐπεχείρουν ∙ καὶ γὰρ τοὺς ἀριθμοὺς
ἀνεῖσαν τοῖς θεοῖς καὶ τὰ σχήματα, καθάπερ λέγουσιν οἱ τὰ
ἐκείνων ἱστορεῖν σπουδάζοντες. Ὁ δὲ ἐνθεαστικῶς μὲν αὐτὴν
καθ’ ἐαυτὴν ἐκφαίνων τὴν περὶ θεῶν ἀλήθειαν παρὰ τοῖς
ἀκροτάτοις τῶν τελεστῶν μάλιστα καταφανής ∙ οὐ γὰρ
ἀξιοῦσιν οὗτοι διὰ δὴ τινων παραπετασμάτων τὰς θείας τάξεις
ἤ τὰς ἰδιότητας αὐτῶν τοῖς ἑαυτῶν γνωρίμοις ἀποδιδόναι, ἀλλὰ
τὰς τε δυνάμεις καὶ τοὺς ἀριθμοὺς τοὺς ἐν αὐτοῖς ὑπ’ αὐτῶν
κινούμενοι τῶν θεῶν ἐξαγγέλλουσιν. Ὁ δὲ αὖ κατ’ ἐπιστήμην
ἐξαίρετός ἐστι τῆς τοῦ Πλάτωνος φιλοσοφίας ∙ καὶ γὰρ τὴν ἐν
τάξει πρόοδον τῶν θείων γενῶν καὶ τὴν πρὸς ἰδιότητας καὶ τὰς
ἐν ἑκάστοις διηρημένας μόνος, ὡς ἐμοὶ δοκεῖ, τῶν ἡμῖν
συνεγνωσμένων ó Πλάτων καὶ διελέσθαι καὶ τάξαι κατὰ
τρόπον ἐπεχείρησε.»
Ι, 19. 23- 20. 25
Πρόκειται για ένα παράθεμα στο οποίο αναδεικνύεται ο αφηγηματικός πλουραλισμός του Πρόκλου, στοιχείο του οποίου παρουσιάζεται να είναι και η χρήση των εικόνων και των αριθμών. Το ενδιαφέρον ωστόσο είναι ότι και τα δύο αυτά μέσα αναφέρει ότι τα έχει εμπνευστεί από τους Πυθαγορείους και με κάθε άνεση μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι συνδυάζει το ορθολογικό με το αφηγηματικό στοιχείο, με τους αριθμούς να μπορούν άνετα να λειτουργούν και στα δύο επίπεδα, κατά την συνήθη τακτική του, δεν παραλείπει να αναφερθεί και στο μυστικό στοιχείο.
πηγή: nemertes.lis.upatras