Α. ΠΩΣ ΣΥΝΔΕΟΤΑΝ Η ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΒΟΥΛΗΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΘΡΗΣΚΕΙΑ
Όποιος δεν γνωρίζει σε βάθος τη φιλοσοφία της αρχαίας ελληνικής θρησκείας δε θα κατανοήσει τι σήμαινε για τους αρχαίους ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ και ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΒΟΥΛΗΣΗ, έννοιες για τις οποίες είχε άγνοια όλος ο αρχαίος κόσμος εκτός από τις ελληνικές πόλεις, μας αναφέρει ο Καστοριάδης. Κατ΄ αρχήν ο όρος "θρησκεία"για την ελληνική περίπτωση είναι καταχρηστικός. Η αρχαία αθηναϊκή δημοκρατία, καθώς και άλλες ελληνικές πόλεις με παρόμοια δημοκρατική οργάνωση, ήταν η πιο ελεύθερη ανθρώπινη κοινωνία στην ιστορία της ανθρωπότητας. Μπορεί να φαίνεται υπερβολική η άποψη αυτή, αλλά είναι πέρα για πέρα αληθινή και τεκμηριώνεται. Η αρχαία ελληνική θρησκεία δεν είχε δόγμα και αυτό ήταν βασικό θεμέλιο για μια ελεύθερη πνευματικά κοινωνία. Στην αρχαία Αθήνα όλοι οι πολίτες ήξεραν την ιστορία των μύθων, τα τυπικά της λειτουργίας της πολιτικής θρησκείας (γιατί περί αυτού πρόκειται, για ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΘΡΗΣΚΕΙΑ) και τις τελετές στις οποίες συμμετείχαν όλοι όταν διεξάγονταν. Όλα τα τυπικά της αρχαίας θρησκείας είχαν πρώτιστα πολιτικό θεσμικό περιεχόμενο και δευτερευόντως θρησκευτικό, μας γράφει και ο Χρήστος Γιανναράς.
Το ζήτημα ήταν με ποιο τρόπο θα γνώριζε κανείς την αλήθεια. Ήταν επικίνδυνο για την αυτονομία του νου να αποκαλυφθεί δημοσίως μια αφήγηση για τις αλήθειες μιας θρησκείας, γιατί θα καταλυόταν η ατομική πνευματική ελευθερία, η δυνατότητα δηλαδή του πολίτη να ασκήσει τη φιλοσοφία. Ο δρόμος για την αλήθεια ήταν αποκλειστική αρμοδιότητα και ευθύνη του ίδιου του πολίτη. Έπρεπε κάθε πολίτης να ανακαλύψει μόνος του, μέσα του, την αλήθεια για τον τρόπο που υπάρχει ο κόσμος, οι θεοί και η ψυχή. Δεν επιτρεπόταν η δημόσια "αποκωδικοποίηση"των μύθων. Δηλαδή, δεν έπρεπε ο σοφός, ο φιλόσοφος, που γνώριζε την ΑΛΗΘΕΙΑ, να αποκαλύψει δημοσίως τι σήμαιναν οι μύθοι για τους θεούς και το σύμπαν. Απαγορευόταν η "κατήχηση"και η "ρητορική προπαγάνδα"από το ιερατείο που θα του επέβαλε μια θρησκευτική ορθοδοξία ακυρώνοντας κάθε προσπάθεια του πολίτη να ασκήσει μόνος του το φιλοσοφείν. Για να μάθει την "αλήθεια"ο ΠΟΛΙΤΗΣ έπρεπε, μέσω της φιλοσοφίας και της αρετής συνάμα, να ενεργοποιήσει μέσα του τους ΟΥΣΙΩΔΕΙΣ ΛΟΓΟΥΣ, μας λέει ο Πρόκλος. Η αλήθεια βρίσκεται μέσα μας και, λόγω της ενσάρκωσης της ψυχής, έχει λησμονηθεί. Η ψυχή κατέχει την αλήθεια χωρίς να συνειδητοποιεί ότι την ξέρει. Η ψυχή βρίσκεται σε λήθη. Έτσι, μέσω του φιλοσοφικού φαντασιακού, ο ανθρώπινος νους καλλιεργεί τη βάση ώστε να ρέουν μέσα του οι ιδέες του κόσμου των Ιδεών (Πλάτων) . Ας θυμηθούμε φιλοσόφους που τόλμησαν να αποκαλύψουν κοσμικές, πολιτικές και θρησκευτικές πλευρές για την αλήθεια των μύθων, όπως ο Σωκράτης. Διώχθηκαν. Πάντοτε εφευρισκόταν τρόπος να διαφυλαχθεί η δημόσια αρετή, η ελευθερία του νου και η δημοκρατία (ΑΜΕΣΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ). Η δίωξη όσων αποκάλυπταν δημοσίως αλήθειες που απέκρυπταν οι μύθοι γινόταν, λοιπόν, ακριβώς για αυτόν τον λόγο. Προκειμένου να διατηρηθεί η δημόσια μυστικότητα για τον θεμελιακό ρόλο που έπαιζε η μυθολογική διάσταση της αρχαιοελληνικής θρησκείας και παράλληλα, η ΑΤΟΜΙΚΗ κια ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ και ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ της πόλεως.
Β. Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΙΕΡΕΩΝ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ
Του Μιχάλη Α. Τιβέριου, καθηγητή Κλασικής Αρχαιολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
Για τους αρχαίους προγόνους μας κάθε ελεύθερος πολίτης είχε το δικαίωμα να ασκήσει το λειτούργημα της ιεροσύνης. Οι ιερείς δεν σχημάτισαν ποτέ οργανωμένη ομάδα, δεν είχαν ιεραρχία, δεν έφεραν κανένα εξωτερικό γνώρισμα στις καθημερινές τους εμφανίσεις και η επιλογή τους δεν συνοδευόταν από κάποιο είδος χειροτονίας ή μύησης, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων. Τη θυσία, την κύρια λατρευτική πράξη των αρχαίων, με την οποία πίστευαν ότι γίνονταν φιλοξενούμενοι και ομοτράπεζοι των θεών τους, μπορούσε να την κάνει οποιοσδήποτε. Ο αρχηγός κάθε οικογένειας ήταν συγχρόνως και ιερέας της. Ο θεός δεχόταν τους πάντες αρκεί αυτοί να σέβονταν τους νόμους, γραπτούς ή άγραφους. Τη σχετική τελετουργία της θυσίας, δρώμενα και λεγόμενα, την ήξεραν όλοι, έχοντας συμμετάσχει από μικρά παιδιά σε πολλές τέτοιες λατρευτικές εκδηλώσεις. Ωστόσο στις μεγάλες επίσημες κρατικές γιορτές ήταν απαραίτητο κάποιος να έχει την ευθύνη της οργάνωσης της όλης τελετουργίας και ήταν αυτός που εκφωνούσε επίσης τη σχετική προσευχή και έκανε την απαραίτητη σπονδή. Στην Αθήνα υπεύθυνος για τις περισσότερες κρατικές γιορτές ήταν ένας ανώτατος αξιωματούχος, ο «άρχων βασιλεύς», που εκλεγόταν για ένα χρόνο, και ήταν αυτός που διοικούσε «τας πατρίους θυσίας... πάσας».
Αλλά και για την εξασφάλιση της περιουσίας των θεών, που ήταν τα ίδια τα ιερά τους, από τυχόν καταπατήσεις και γενικά για τη μέριμνα να γίνονται εδώ όλα σύμφωνα με τη θεϊκή θέληση, η παρουσία ιερέων σε κάθε ιερό ήταν απαραίτητη. Για την ηλικία και το φύλο τους, τη διάρκεια άσκησης των καθηκόντων τους, για το αν ήταν παντρεμένοι ή όχι, για το επίπεδο των γνώσεών τους κ.ά. δεν υπήρχαν κανόνες που να ισχύουν σε όλο τον αρχαίο ελληνικό κόσμο. Διέφεραν από πόλη σε πόλη και από λατρεία σε λατρεία. Συνήθως οι ιερείς (ή ιέρειες) εκλέγονταν ή κληρώνονταν για ένα χρόνο δεν έλειπαν ωστόσο και ισόβια ιερατικά αξιώματα και περιορίζονταν αυστηρά στο ιερό στο οποίο είχαν οριστεί. Φυσικά το ίδιο πρόσωπο μπορούσε να οριστεί ιερέας σε περισσότερα ιερά. Για τον ορισμό ιερέων κατέφευγαν συχνά στη διαδικασία της κλήρωσης, επειδή μ'αυτήν η θεϊκή βούληση εκφραζόταν πιο άμεσα και συγχρόνως απέφευγαν και τα... μαγειρέματα, σύνηθες φαινόμενο κάθε φορά που η προς πλήρωση θέση έχει πολύ... ψωμί. Τους ιερείς βοηθούσαν στα καθήκοντά τους «νεωκόροι», οι φύλακες δηλαδή του ιερού και υπεύθυνοι για την καθαριότητα, «ιεροποιοί», που φρόντιζαν κυρίως για το πρακτικό μέρος των θυσιών, και «επιμεληταί και ιεροταμίαι», που ήταν επιτροπές πολιτών διορισμένες από την πολιτεία για να επιβλέπουν τα οικονομικά των ιερών.
Υπήρχαν όμως και ορισμένα ιερατικά αξιώματα που ήταν κληρονομικά. Σε παλιότερες εποχές, όταν κυριαρχούσε ο θεσμός της βασιλείας, ο βασιλιάς ήταν αυτός που ασκούσε τόσο την πολιτική όσο και τη θρησκευτική εξουσία. Αργότερα όμως, όταν οι βασιλείς έχασαν τη δύναμή τους, σε κάποιες περιπτώσεις και μετά από... σκληρές διαπραγματεύσεις, κράτησαν το μάλλον τιμητικό δικαίωμα να ασκούν αποκλειστικά αυτοί και οι απόγονοί τους τη λατρεία μιας σημαντικής θεότητας. Υπήρχαν όμως και άλλοι λόγοι που έκαναν τη θητεία ενός ιερέα κληρονομική.
Με το πέρασμα του χρόνου και κυρίως μετά την εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου, όταν οι θρησκευτικές εκδηλώσεις γίνονταν όλο και πιο πομπώδεις, ενώ αντίθετα η πίστη προς το θείο καθημερινά ατονούσε, η πολιτεία έβγαζε μερικές φορές τα ιερατικά αξιώματα σε πλειοδοτικούς διαγωνισμούς! Τα έδινε σ'αυτούς που πρόσφεραν τα περισσότερα χρήματα. Με τέτοιες διαδικασίες όμως μπορεί το κράτος να εξασφάλιζε πρόσθετους οικονομικούς πόρους αλλά στην πραγματικότητα βεβήλωνε τη θρησκεία και τραυμάτιζε καίρια το θρησκευτικό συναίσθημα. Από μια τέτοια θρησκεία δεν είχαν πλέον τίποτε να περιμένουν οι άνθρωποι.
Οι ιερείς, εκτός από τον σεβασμό που απολάμβαναν από την πολιτεία και τους πιστούς, είχαν και τιμητικές και κυρίως υλικές απολαβές, που το μέγεθός τους εξαρτιόταν από τη σπουδαιότητα του ιερού στο οποίο υπηρετούσαν. Οπως και σήμερα, έτσι και κατά την αρχαιότητα έπαιρναν ένα σημαντικό μέρος από τις προσφορές των πιστών, όπως π.χ. τμήματα των θυσιαζόμενων ζώων και μερικές φορές και τα δέρματά τους, άρτους, καρπούς, λάδι, κρασί. Δεν λείπουν ωστόσο και περιπτώσεις όπου ένας ιερέας, προερχόμενος βέβαια από εύπορη οικογένεια, έδινε περισσότερα στο ιερό από όσα έπαιρνε από αυτό.
Ιερατικό αξίωμα μπορούσε να διεκδικήσει οποιοσδήποτε πολίτης αρκεί να ήταν αρτιμελής, νομοταγής και να διακρινόταν από αγνότητα ψυχής. Μας έχει σωθεί ο κανονισμός της λατρείας της Αθηνάς Νίκης πάνω στην Ακρόπολη, από τον οποίο μαθαίνουμε ότι η ιέρεια εκλεγόταν από την Εκκλησία του Δήμου, από το ανώτατο δηλαδή πολιτικό όργανο της αθηναϊκής Δημοκρατίας, ανάμεσα από όλες τις αθηναίες δέσποινες. Ορισμένα ωστόσο ιερά ζητούσαν αυξημένα προσόντα από τους ιερείς τους. Ετσι, π.χ., οι ιερείς του Ασκληπιού έπρεπε να είναι καλοί ιατροί, ενώ αυτοί του μαντείου των Δελφών έπρεπε να έχουν υψηλή μόρφωση και να είναι άριστοι γνώστες όσων συνέβαιναν στον τότε γνωστό κόσμο. Κατά τη διάρκεια της θητείας τους οι ιερείς και οι ιέρειες έπρεπε να διατηρούν μακριά κόμη, να αποφεύγουν οποιαδήποτε επαφή με νεκρό ή λεχώνα και να απέχουν από σεξουαλικές δραστηριότητες. Στις ιεροτελεστίες έφεραν στην κεφαλή τους ταινία και στεφάνι, φορούσαν πολυτελή ενδύματα με ειδική ζώνη στη μέση και κρατούσαν ράβδο. Ακόμη, μερικές λατρείες απαιτούσαν οι ιέρειές τους να ήταν παρθένες, ενώ άλλες ζητούσαν από τους ιερείς να απέχουν, κατά τη διάρκεια της γιορτής, από κάποια φαγητά. Σπάνιες είναι εκείνες που ήθελαν τις ιέρειες (ή τους ιερείς) να παραμένουν για όλη τους τη ζωή ανύπαντροι. Οπωσδήποτε στην αρχαία Ελλάδα δεν υπήρχαν επαγγελματίες ιερείς και την ιερατεία δεν την ασκούσαν ως επάγγελμα αλλά ως τιμητική υπηρεσία που έδινε στον κάτοχό της πρόσθετο κύρος.
Οπωσδήποτε η αρχαία ελληνική θρησκεία δεν βασιζόταν σε υψηλά, θεολογικά δόγματα. Δεν είχε ιερές γραφές αλλά μερικούς ύμνους και κάποιες τυποποιημένες προσευχές. Πάντα υπήρχε η τάση υποταγής της θρησκείας στην πολιτεία. Η Εκκλησία του Δήμου, το ανώτατο πολιτικό όργανο της αθηναϊκής Δημοκρατίας, έπαιρνε αποφάσεις και για θρησκευτικά θέματα. Καμιά ελληνική πολιτεία δεν έγινε θεοκρατική ούτε επέτρεψε οι ιερείς της να αποτελέσουν μια κλειστή οργανωμένη ομάδα, μια κάστα, ικανή να επηρεάζει σημαντικά τα πολιτικά πράγματα, όπως π.χ. συνέβαινε στην αρχαία Αίγυπτο. Και σ'αυτό ασφαλώς ρόλο έπαιξε και ο τρόπος με τον οποίο ορίζονταν οι ιερείς στην αρχαία Ελλάδα. Ενας τρόπος που και αυτός επέτρεψε στη θρησκεία να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στη διαμόρφωση του θαυμαστού αρχαίου ελληνικού πολιτισμού.
πηγή για το κείμενο του Τιβέριου: tovima.gr