Ο Άγγελος Σικελιανός ήταν ένα ταλαντούχο, θαλερό πνεύμα. Δριμύς και λυρικός ταυτόχρονα στους στίχους του. Άλλοτε σκοτεινός και σπηλαιώδης, άλλοτε ακτινοβόλος και διαυγής. Σίγουρα συμβολικός, σίγουρα παθιασμένος από έρωτα, εκστατικός, με ένα όραμα κι ένα εσωτερικό πόθο για μυστικισμό. Στην ποίηση του Σικελιανού, πάλλουν μαζί η φύση και το θείο, σε μια μυστική, τελετουργική ένωση. Ένα ορφικό δοξαστικό. Οπωσδήποτε Έλληνας. Άλλωστε η οικογένειά του προερχόταν από αγωνιστές του 1821. Ο ίδιος ζωντάνεψε με τα γραφόμενά του την ιστορία, το ήθος, τους μύθους, και τα όνειρα των Ελλήνων. Πατριώτης. Αν και ξεκίνησε ως αφελής βασιλικός στην πορεία συντάχθηκε με την αριστερά και στήριξε την Εθνική Αντίσταση..
Στον τόπο που γεννήθηκε και μεγάλωσε, την Λευκάδα, γνώρισε την Επτανησιακή Σχολή κι έγινε βαθύς κοινωνός τόσο της λαϊκής γλώσσας, όσο και της δυτικής λογοτεχνίας. .Είναι ασφαλώς διαφορετικός και από τον Καβάφη αλλά και τον Παλαμά που τόσο αγάπησε. Η γλωσσική τους διαφορά είναι παράξενη γιατί μας μεταφέρει στο παρόν σχεδόν τρείς διαφορετικές Ελλάδες, κάτι αδύνατον να συμβεί με την ισοπεδωτική μας σημερινή γλώσσα! Τόσο ο Σεφέρης όσο κι Ελύτης κι ο Εγγονόπουλος έχουν επηρεαστεί σαφώς από το έργο του. Διαβάζοντας τις ιστορίες για το Ιόνιο του Σικελιανού αναγνωρίζουμε την ποιητική μήτρα του Ελύτη..
Ο Άγγελος Σικελιανός καταθέτει στεφάνι στο φέρετρο του Κωστή Παλαμά . Δίπλα του η ηθοποιός Μαρίκα Κοτοπούλη. Λίγο αργότερα απήγγειλε το ποίημά του “Ηχήστε οι σάλπιγγες” μπροστά σε χιλιάδες κόσμο. Η κηδεία μετατράπηκεσε αντικατοχική διαδήλωση με τα γερμανικά πολυβόλα να βρίσκονται με το δάχτυλο στη σκανδάλη..
Η πρώτη του εκφραστική ποιητική απόπειρα είναι το μεγάλο συνθετικό ποίημα "Ο Αλαφροΐσκιωτος". Ο τίτλος του είναι παρμένος από από τους "Ελεύθερους Πολιορκημένους"του Δ. Σολωμού. Θα ακολουθήσει μια ατέλειωτη διαδρομή που περιλαμβάνει όχι μόνον ποιήματα αλλά και κείμενα για την τέχνη, την φιλοσοφία και τραγωδίες, αφού ο ίδιος ξεκίνησε ως ηθοποιός. Ηθοποιός ήταν κι η αδελφή του που συνεργαζόταν με την Ισιδώρα Ντάνκαν.. Οι στενές σχέσεις που είχαν εκείνον τον καιρό οι πνευματικοί άνθρωποι είναι πάλι κάτι που νοσταλγεί κανείς.. Ο Σικελιανός ήταν φίλος στενός π.χ του Καζαντζάκη, ενός επίσης πολύ δυναμικού ανθρώπου με μεταφυσικές γνώσεις.Ο Rodin έγινε στενός του φίλος επίσης..Έγραψε για την γλυπτική του κι ένα βιβλίο..Και πολλοί άλλοι..Η μεταφυσική διάσταση των πραγμάτων τον απασχολούσε επίσης πολύ..Τα Ορφικά, τα Ελευσίνια Μυστήρια, τα ιερά της Δωδώνης, των Δελφών, της Δήλου και της Σαμοθράκης είναι η εσωτερική του έμπνευση. Στην Ελευσίνα, προσεγγίζει ευλαβικά το ιερό τής θεάς Δήμητρας και τα μυστήριά της. Γίνεται μύστης.
Το μεγάλο όραμα του Άγγελου Σικελιανού και της γυναίκας του Εύας Πάλμερ, ήταν η αναβίωση της Δελφικής Ιδέας. (Aριστερά στην φωτο η Έυα Πάλμερ..)
Ήθελαν να ξαναγίνουν οι Δελφοί, ο «ομφαλός της γης», το κέντρο μιας παγκόσμιας αμφικτυονίας, όπου το πνεύμα του αρχαίου Ελληνισμού μέσα από την αναβίωσή του θα μπορούσε να επανενώσει το παγκόσμιο πνεύμα.“Εδώ είν’ η άμετρη σιγή, εδώ ‘ναι η κρύφια τάξη, εδώ κι η δρόσο ακούγεται από τα νέφη αν στάξει/ δώ ‘ναι το πλέγμα των ναών, η συντηχιά της φύσης, εδώ ανταμώνεται σε μια, της γής οι τρανές αισθήσεις..”
Οι Πρώτες Δελφικές Εορτές έγιναν το 1927 και κράτησαν μόνο δύο ημέρες. Περιελάμβαναν παράσταση του Προμηθέα Δεσμώτη του Αισχύλου, γυμνικούς αγώνες, λαϊκούς χορούς κι έκθεση λαϊκής τέχνης. Το 1930 έγιναν και Δεύτερες Δελφικές Εορτές που επιχείρησαν την αναβίωση του αρχαίου τρόπου διδασκαλίας. Η μουσική, που συνόδευε τα χορικά, βασιζόταν στο βυζαντινό μέλος. Τις ενδυμασίες είχε υφάνει η ίδια η Εύα Σικελιανού πάνω σε πρότυπα λαϊκής τέχνης.
Η απήχηση των Εορτών ήταν μεγάλη. Έγιναν δεκτές με ενθουσιασμό από τους διανοούμενους και τους λάτρεις του Ελληνικού πνεύματος που ήρθαν από την Ευρώπη. Κάποιοι ωστόσο αμφισβήτησαν την προσπάθεια και τα κίνητρά της. Οι κριτικές ήταν ή ενθουσιώδεις ή εντελώς αρνητικές. Έτσι οι Δελφικές γιορτές δεν μπόρεσαν να συνεχιστούν. Παρά τη λαμπρή τους επιτυχία το ζεύγος Σικελιανού καταστράφηκε οικονομικά.
Το 1933 η Εύα, αφού έκανε απεγνωσμένες προσπάθειες για να πετύχει οικονομική ενίσχυση από το κράτος για τη συνέχιση των Εορτών, έφυγε για την Αμερική με σκοπό να διαδώσει κι εκεί τη Δελφική Ιδέα. Δεν τα κατάφερε.κ,. Γύρισε στην Ελλάδα όταν έμαθε για το θάνατο του Σικελιανού το 1951, με τον οποίο είχε χωρίσει από το 1934. Η υποδοχή που της επιφυλάχθηκε, όταν επισκέφτηκε τους Δελφούς ήταν θερμή. Ωστόσο, ενώ παρακολουθούσε μια παράσταση στο θέατρο των Δελφών, η καρδιά της την πρόδωσε και τάφηκε κι αυτή στους Δελφούς πλάι στον Σικελιανό.
Ακολουθεί το ερωτικότερο ίσως ποίημα του Σικελιανού..
Ύμνος του μεγάλου Νόστου, 1939
Eward Burne Jones, Cupid and psyche
Νυχτιὲς ἀφέγγαρες ― κρυφέ της μοίρας μου ἀρραβώνα·
πιὸ σκοτεινὰ βουνά,
ποὺ πρωτοδιάβαινα βουβὸς τ᾿ ἀμπέλια, ὦσμε τὸ γόνα
κι ὡς τὸ λαιμὸ τρανά·
ποὺ διάβαινα, ὅλο διάβαινα, σὰν ἡ σιγὴ εἶχε πέσει
στὰ ξύλα τοῦ δρυμοῦ,
ὡσὰν ἀλάφι θεόρατο ποὺ κολυμπάει στὴ μέση
μεγάλου ποταμοῦ...
Ἄ, ποιὸ παλμὸν ἀκοίμητο τὰ φρένα μου ἐσηκῶνα
στὰ τρίσβαθα τοῦ νοῦ,
μὲ τὴ βουβή τους μίμηση μπρὸς στὴν βουβὴν εἰκόνα
τοῦ κάταστρου οὐρανοῦ!
Ὄλυμπος πιὰ χεροπιαστὸς τριγύρα μου εἶχε ἀνθίσει,
καί, λάτρα σιωπηλή,
σ᾿ ὅλα τὰ μέλη μου ἄστραφτε τὸ μυστικὸ μεθύσι
μιὰ κρύφια ἀνατολή...
Ἄγρυπνη βίγλα ἐκράταγε, πολὺ ψηλὰ ἀναμμένη,
τοῦ πόθου ἡ μαντικὴ
φωτιά, καὶ γύρα μία γενιὰ θεῶν συμμαζεμένη
μὲ κοίταε σκεφτική...
Liberi Pietro Sleeping Endymion
Σὰν ἄλικη ἡ πανσέληνο στὰ κορφοβούνια ἀπάνω
προβαίνει ἀργή, τρανή,
στὸ πορφυρὸν εἰκόνισμα τοῦ πόθου μου τὸ πλάνο
βαφόνταν οἱ οὐρανοί.
Καὶ πίσω ἀπὸ τ᾿ ἀπάντεχον, ἀθλητικὸ ὄργιό του,ποὺ ἀπὸ ξοπίσω του τραβάει πολλοὺς ― παρόμοια, ἀκέρια
ποὺ νίκαε τὸν καιρό,
σὰν ἱερέας σιωπηλὰ ποὺ σέρνει τὸ σφάγιό του,
κι ὡς πρῶτος στὸ χορό
σὰ νά ῾σερνα το σφάγιό τουἀπ᾿ τοὺς πρωτόφαντους θεοὺς κι ἀπὸ τὰ πρῶτα ἀστέρια
τηρώντας ἐντολή,στὸ στρῶμα ποὺ φουντώνανε τῆς γῆς τὰ ὀλύμπια μύρα
πῶς ἔσερνα μὲ ὁρμήμὲς στὰ σκοτάδια, ὡς ὁ τυφλὸς π᾿ ἀδράζεται ἀπ᾿ τὴ λύρα,
το ἐρωτικὸ κορμί!...William Etty, Sleeping Nymph Satyrs, 1828
Νυχτιὲς ἀφέγγαρες, θερμὸ ποὺ μὲ γεμίσατε αἷμα,καὶ στὴν ψυχή μου θρέψατε τοὺς στοχασμούς, ὡς θρέφει
καὶ πλούσιο, μαντικὸ
τὸ πνέμα μου στεριώσατε ― ἀλύγιστο ἕνα ρέμα,
βαθύ, πολεμικὸ ―
σὲ θεία κληματαριάἡ ἁδρὴ ἀπονύχτερη δροσιὰ τσαμπιὰ τρανὰ σὰ βρέφη,
πανώρια καὶ βαριά!K᾿ ἐσύ, παλμέ, ποὺ ἀκοίμητο τὰ φρένα μου ἐσηκῶνα
στὰ τρίσβαθα τοῦ νοῦ,κ᾿ ἐσὺ πυρρὴ π᾿ ἀνέμιζα τῆς πιθυμιᾶς μου εἰκόνα
στὴν ὄψη τ᾿ οὐρανοῦ·τοῦ Ὀλύμπου πιά, σάμπως ληνὸ στὰ πόδια μου, τὸ τέρας
πατῶ τὸ μυστικό.
Ὅλος συρμένος ὁ Ἔρωτας στὶς φρένες μου, ὡς τὸ δέρας
τὸ μάγο στὴν Ἰωλκό!
Evelyn De Morgan,night and sleep,1878
Κυλᾶ φωτιὲς ὁ Ὠρίωνας· κι ὁ Δίας εἶν᾿ ἕνας θρόνος·
κ᾿ ἡ Πούλια εἶναι φωλιά·μὰ ὁ μυστικὸς Διθύραμβος, ποὺ πιὰ δὲ ῾γγίζει ὁ Χρόνος,
τοῦ νοῦ μου ἡ ἀγκαλιά!Νά· πυρωμένη μου ἡ καρδιά, τὸ μέτωπο, τὸ μάτι
ἐλεύτερο, οὐρανέ!Πήγασος εἶν᾿ ἀσπέδιστος τοῦ λογισμοῦ μου τὸ ἄτι,
οἱ δρόμοι μου ἕνα Ναί,τὴν ἄβυσσο ἄβυσσο καλεῖ, τὸ βάθος κι ἄλλο βάθος,
κι ἀδάμαστο, ἀλαφρό,μέσα μου πλέον ἀμόνοιαστον ἐστοίχειωσε τὸ πάθος
ποὺ ἐσκίρτα στὸν ἀφρό...
Ruth Bernhard, In the waves, 1945
Τοῦ Ὀλύμπου πιά, σάμπως ληνὸ στὰ πόδια μου, τὸ τέρας
θωρῶ τὸ μυστικό.Ὅλος ἐσύρθη ὁ Ἔρωτας στὶς φρένες μου, ὡς τὸ δέρας
τὸ μάγο στὴν Ἰωλκό.Ὑμέναιο νέο στὰ βάθη τους λογιάζω τώρα θὰ βρῶ,
σὰν ἤπια μονομιὰτῆς νύχτας ὅλο τὸ κρασὶ τὸ μυστικὸ καὶ μαῦρο
γιὰ μιὰν ἐπιθυμιά·κι ὅλ᾿ ἡ φωτιὰ τῶν οὐρανῶν μου κύκλωσε, μοῦ κρύβει
τὸ πνέμα μου βουβό,τί πιὰ μὲ κράζει ἀμείλιχτη τοῦ νοῦ μου ἡ πάνοπλη ἥβη
πρὸς τ᾿ ἄστρα ν᾿ ἀνεβῶ!
Κυλᾶ φωτιὲς ὁ Ὠρίωνας· κι ὁ Δίας εἶν᾿ ἕνας θρόνος·
κ᾿ ἡ Πούλια εἶναι φωλιά·
μὰ ὁ μυστικὸς Διθύραμβος, ποὺ πιὰ δὲ ῾γγίζει ὁ Χρόνος,
ἡ πλέρια μου ἀγκαλιά!
Τῶν ἄστρων ἔχει ἀπάνω μου τὸ περιβόλι γείρει,
κι ὁ κρύφιος λογισμός,
σάμπως μελίσσι χνουδωτὸ βαμμένον ἀπὸ γύρη,
ξεσπᾶ βαθιά μου ἑσμός...
Βροχὴ πεφτάστρια γύρα μου κι ἀδιάκοπα σταλάζεισὰν ἀπ᾿ τῆς λύρας τὶς χορδὲς ἀνάμεσα τὸ χέρι
τὸ ἀπέραντο γοργά·
κι ὅπως χορεύει πέφτοντας στὸ χῶμα τὸ χαλάζι
κι ὁ οὐρανὸς ὀργᾶ,
φαντάζει ποὺ χτυπᾶ,Van Gogh, Starry night
ὅμοια ἡ καρδιά μου ὁλάκερη μέσα σὲ κάθε ἀστέρι
σπαράζει κι ἀγαπᾶ!
Ὄργιο βαθύ! Στὸν πάγκοσμο παλμό σου, μὲς στὸ νέο
ποὺ γνώρισα κορμί,στῆς δύναμής σου τὴν πηγὴ κατάβαθα ἀναπνέω
μ᾿ ἀνήκουστην ὁρμήκι ὡς κατεβαίνει ἀγνάντια μου, χωρὶς νὰ τὸ γυρεύω,
τὰ βάθη τ᾿ οὐρανοῦὁ ἀρματωμένος Ἔρωτας, σκιρτῶ κι ἀντιχορεύω
μὲ τ᾿ ἄρματα τοῦ νοῦ.Γιατὶ τὸ ξέρω· πιὸ βαθιὰ κι ἀπ᾿ τὸν πηχτὸν ἀστρόφως,
κρυμμένος σὰν ἀετός,μὲ περιμένει, ἐκεῖ ποὺ πιὰ ὁ θεῖος ἀρχίζει ζόφος,
ὁ πρῶτος μου εαυτός.
πηγή: theartnoice