(Πρωτοδημοσιεύθηκε στο περιοδικό "Τρίτο Μάτι"το έτος 2000)
Στα “ορφικά” λεγόμενα fragmenta, ο Ορφεύς αποκαλείται κατ’επανάληψιν “θεολόγος” ή “ο θεολόγος ο παρά τοίς Έλλησιν”. Και ένας λόγος που αποκαλείται έτσι ο Ορφεύς είναι ότι, ανάμεσα στα τόσα άλλα, έδωσε στους Θεούς του εθνικού Πανθέου των προγόνων μας τα συμβατικά τους ονόματα. Δεν ξέρω αν εκπλήσσω τον αναγνώστη μιλώντας για συμβατικά ονόματα, αλλά μάλλον το κάνω, αν τουλάχιστον αναλογισθώ ότι οι περισσότεροι άνθρωποι πιστεύουν πως το πραγματικό όνομα του κάθε Θεού μας είναι εκείνο που αναγραφόταν κι εκφωνείτο στις καθημερινές φωνές και τα γραπτά των (πραγματικών) Ελλήνων της αρχαιότητος και ακόμη και στις ημέρες μας αναγράφεται κι εκφωνείται μαζικά, τόσο από Έλληνες και Νεοέλληνες όσο και από χατζηέλληνες και ανθέλληνες, στην τελευταία περίπτωση με, κατά πλειοψηφία, χυδαίο και βέβηλο τρόπο.
Όλοι οι Θεοί των εθνικών, οι αληθινοί Θεοί, δηλαδή οι φυσικοί Θεοί των αληθινών, δηλαδή φυσικών (1), θρησκειών, έχουν από ένα όνομα ο καθένας που είναι απρόφερτο, άρρητο, όνομα δυνάμεως δηλαδή που δεν εκφωνείται παρά από κατάλληλον άνθρωπο σε κατάλληλες μόνον στιγμές. Από τον κανόνα δεν ξέφυγε ούτε ο εξ εφευρέσεως, ήτοι πλαστός, “Θεός” (2) των Ιουδαίων “μονοθεϊστών” που αργότερα και δια των γνωστών μεθόδων “κυρίευσε” αυτόν τον άτυχο πλανήτη.
Τα άρρητα, πραγματικά ονόματα των Θεών εδόθησαν στους ανθρώπους την πρώτη εποχή που τους έγινε το μεγάλο δώρο του Λόγου, το θεϊκό εκείνο δώρο που τους έσπρωξε δυνατά προς τα επάνω στη σκάλα της εξελίξεως των όντων. Ήταν, δυστυχώς, μία εποχή πολύ μακρινή για εμάς που τώρα, όπως πολύ ωραία το έχει γράψει ο μεγάλος πολυθεϊστής στοχαστής του περασμένου αιώνος Λουϊ Μενάρ, είμαστε “ψυχικά γερασμένοι” και “ανίκανοι να οικειοποιηθούμε το μυστικό του ιδίου μας του πεπρωμένου” (3).
Τα στοιχεία μάς σπρώχνουν να εικάσουμε ότι μάλλον τα αρχαία έθνη πρέπει να μην περιώριζαν την χρήση των αρρήτων ονομάτων των Θεών στα άδυτα μόνον των Ιερών. Το έντονο ταμπού που υπήρχε στην ευρύτερη πελασγική ομοεθνία, και το οποίο διετήρησαν έως πολύ ύστερους (4) χρόνους οι Ετρούτσκοι, περί μη ονομαστικής επικλήσεως των Θεών, συνηγορεί στο ότι προφανώς η δυναμική των τελευταίων προεκάλεσε και κάποτε δυσάρεστες εκπλήξεις στους αρχαίους εκείνους ανθρώπους που είναι πολύ πιθανόν ότ δεν αυτοπεριορίσθησαν στην αυστηρή χρήση που καθιερώθηκε αργότερα μόνο στο άδυτο των Ιερών. Στον Μινωϊκό κόσμο, οι περισσότεροι Θεοί ωνοματίζονταν περιφραστικά, στους Μυκηναίους έχει ήδη καθιερωθεί η συμβατική μονολεκτική επίκληση που όλοι γνωρίζουμε στην παραδοσιακή ελληνική Θρησκεία. Παραταύτα η περιφραστική επίκληση παραμένει σε ισχύ μέχρι την ύστερη αρχαιότητα (Μεγάλοι Θεοί στη Σαμοθράκη, Απαραίτητοι Θεαί κ.λ.π. - Το ίδιο στους Ρωμαίους: Αππιάδες Θεές, Μάγκνα Μάτερ, Μόννα Ντέα, κ.ο.κ.).
Τα συμβατικά ονόματα των Ελλήνων Θεών περιγράφουν απλώς μονολεκτικά διάφορες ιδιότητες των επικαλουμένων (και το ίδιο ισχύει για όλα τα πάνθεα του πολυθεϊσμού, βλ. το υπό έκδοση “Μεγαλεξικό Του Ευρωπαϊκού Πολυθεϊσμού” του γράφοντος). Ας δώσουμε ένα παράδειγμα με κάποιους από τους πιό γνωστούς των Ελλήνων Θεών, για να κατανοήσει τι ακριβώς εννοούμε ο αναγνώστης:
Θεά Αθηνά, Αθήνη, Αθάνα (το πρώτο μετεξέλιξη των άλλων δύο της πελασγικής γλώσσης, δηλαδή η Θεά της κεραμευτικής, και αργότερα η “εργάνη” Θεά), Θεός Άρης από το αίρειν και αναιρείν, ή, σε άλλη ετυμολογική εκδοχή από τη λέξη αρά (βλάβη, πλήγμα), Θεά Άρτεμις από το αρτεμές (δηλ. το σώον με την έννοια του μή απτού), Θεός Ερμής από το είρω (αναγγέλλω), ερέας και (κατά πλεονασμό του μ) Ερμέας, Ερμής με συναίρεση, η κατ’ άλλους από το έρυμα, δηλ. τον λόγο, Θεά Ήρα από την λέξη ερατή, ή αήρ (με αναγραμματισμό) ή έρα (δηλαδή γή).
Τα μυστικά ονόματα των Θεών είναι στο μεγαλύτερο μέρος τους χαμένα. “Πέρασαν” στον κόσμο των προγόνων μαζί με τις ψυχές των τελευταίων θεματοφυλάκων της εθνικής μας ιερατείας που θανατώθησαν με την πυρά ή το φάσγανο των βυζαντινών διωγμητών και ιεροεξεταστών (5). Μόνο τέσσαρα από αυτά έφθασαν μέχρι τις ημέρες μας (6) για χρήση από την σύγχρονη εθνική λατρευτική πράξη, και αυτό με τρόπους όχι “κληρονομικής” μεταβιβάσεως (διότι ποτέ δεν υπήρξε τέτοια και όποιος το ισχυρίζεται επενδύει σε μπλόφες) αλλά έτερους, δηλαδή θαυμαστούς που δεν μου επιτρέπεται να πώ, αλλά έχουν να κάνουν με την κατάσταση που περιγράφει στη σημείωση 3 του παρόντος κείμενου ο Μενάρ: με τις φυσικές δηλαδή (και ουχί θαυματοτραλαλά) ανθρώπινες δυνατότητες που χαρίζει η “διαφάνεια του καθάριου βλέμματος” (και μυαλού).
Κάποιοι ερευνητές, κουρδισμένοι δυστυχώς να κοιτάζουν μέσα από τα σύγχρονα ιουδαϊκά (χριστιανικά ή μωαμεθανικά το ίδιο κάνει) μάτια, έσπευσαν εδώ και κάποιες δεκαετίες ν’αναζητήσουν τα άρρητα ονόματα των Θεών μέσα από τους αιγυπτιώτικους λεγόμενους “μαγικούς παπύρους” (δείγματα των οποίων δημοσιεύονται στο δίτομο Die Griechischen Zauberpapyri, Stuttgard, Preisendanz Karl ed., Verlag BG Teubner) στις παλίνδρομες ή, κυρίως, “ακατανόητες” λέξεις που παρεμβάλλονται στη ροή των υπολοίπων ελληνικών και οι οποίες χαρακτηρίσθηκαν “μαγικές” ("voce magicae"). Ατυχώς για τις προσδοκίες τους ωστόσο, αυτές (οι δεύτερες, αφού οι πρώτες είναι απλώς... παλίνδρομες) αποκαλούνται από τους ίδιους τους συντάκτες (7) των προσευχών ή ύμνων απλά “βαρβαρικά ονόματα” (Φαρναθάρ, Χθά, κ.λ.π.). Έχουν δε προφανώς ενταχθεί στο ελληνικό σύνολο για να προσδοθεί αιγυπτιακή και σημιτική προέκταση της επικλητικής διαθέσεως κατά την γνωστή (και αρκούντως καταστροφική για τις εθνικές λατρείες) ενοθεϊστική μόδα της ύστερης εν Αιγύπτω, Συρία και Μ. Ασία αρχαιότητος. Μίας καταστροφικής μόδας που πάντρευε αλόγιστα την διαύγεια της Ετρουρίας (όπως το δήλωναν πολύ σωστά, με τα δικά τους λόγια βέβαια, αρκετοί από τους τελευταίους “ειδωλολάτρες” Αυτοκράτορες της Ρώμης) με την σκοτεινή δεισιδαιμονία της Ανατολής.
_______________
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
(1) Για ορισμό και κατανόηση των χαρακτηριστικών των φυσικών λεγομένων θρησκειών ο ενδιαφερόμενος αναγνώστης μπορεί να διαβάσει το βιβλίο Ingvar (Ralph Ηarrison): “Οι Αρχαιόθρησκοι Απέναντι Στους Αποκρυφιστές”, Ανοιχτή Πόλη, Αθήναι 1996.
(2) Η λέξη Θεός μπαίνει στη συγκεκριμένη περίπτωση μέσα σε εισαγωγικά γιατί η συγκεκριμένη φανταστική και ανύπαρκτη οντότητα δεν πληροί τις προϋποθέσεις για να αποκληθεί με αυτόν τον ελληνικό όρο. Η αναβάθμιση του ιουδαϊκού τετραγραμμάτου σε “Θεό” είναι ένα μεταφραστικό ατόπημα, η κακούργημα αν θέλει κανείς να είναι πιό σαφής, των περιβοήτων “Εβδομήκοντα” μεταφραστών. Αυτό το ατόπημα, ή κακούργημα αν το τολμάτε, έχει ακυρώσει σε σημαντικό βαθμό τις πιθανότητες των συγχρόνων ανθρώπων, που έχει ο εγκέφαλός τους προγραμματισθεί δυστυχώς αποκλειστικώς ιουδαϊκά, να κατανοήσουν την πραγματική έννοια και διάσταση της λέξεως "Θεός".
(3) Στο βιβλίο του “Ονειροπολήσεις Ενός Μυστικιστού Ειδωλολάτρου” που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Ανοιχτή Πόλη, δια στόματος του τελευταίου ιεροφάντη των Φιλών, ο Μενάρ λέει τα εξής όμορφα και μεστά πράγματα: “Εδώ διασώζεται ο αρχέγονος τρόπος της εκδηλώσεως του θεϊκού στοιχείου. Εδώ, η ανθρώπινη διάνοια, μέσα από την λυτρωτική ορμή της απαρχής της, σχεδίασε με ποικίλα σύμβολα την πρωταρχική, άμεση γνώση της περί της ουσίας των όντων.. Το πέπλο της Θεάς ήταν διάφανο για το καθάριο βλέμμα μίας ανθρωπότητος που είχε μόλις γεννηθεί. Η οικουμενική μητέρα δεν είχε μυστικά από το τέκνο που λίκνιζε στην αγκαλιά της. Το πέπλο όμως έγινε αδιαπέραστο για τις γηρασμένες πιά φυλές, και μάτι ανθρώπου δεν μπορεί τώρα να διεισδύσει στο μυστικό του. Οι αντανακλάσεις του ουράνιου φωτός σβήνουν μέσα στης νυκτός τα σκότη και απέραντη σιωπή τυλίγει ολόκληρη την φύση, ενώ οι χρησμοί της είναι πιά για εμάς ακατανόητοι. Ανατέμνουμε και εξετάζουμε, το ένα μετά το άλλο, όλα τα άνθη του χιτώνος της, όμως η ζωή υπερβαίνει την ανάλυση, η αρχή και το τέλος των πραγμάτων διαφεύγουν από το βλέμμα της επιστήμης και δεν μπορούμε να οικειοποιηθούμε το μυστικό του ίδιου μας του πεπρωμένου παρά μόνον ερωτώντας την γλώσσα που μιλούσαν οι πρόγονοί μας και που εμείς δεν κατέχουμε πλέον..”
(4) Στους προ-κλασικούς δικούς μας.
(5) Τυχόν αναγνώστες που, δίχως να ευθύνονται αφού η “ελληνική” εκπαίδευση δεν τους μίλησε ποτέ για αυτούς, αγνοούν τους απηνείς διωγμούς των Ελλήνων Εθνικών από τους χριστιανούς Ρωμαίους (“Βυζαντινούς”), τους παραπέμπω στα βιβλία μου “Ες Έδαφος Φέρειν..”, εκδόσεις Διιπετές, Αθήναι 1994 και “Μια.. Ιστορία Αγάπης. Η Ιστορία Της Χριστιανικής Επικρατήσεως”, εκδόσεις Ανοιχτή Πόλη, Αθήνα 2000.(6 -πρόσθετη) Μετά από σχετική παρουσίαση του γράφοντος για την αδιάσπαστη συνέχεια της Εθνικής μας Θρησκείας τον Οκτώβριο του 2010 στο Φιλοσοφικό Αθήναιον "Εκατηβόλος", μπορεί πλέον να δηλώσει πως αυτή η "επαναπόκτηση"είχε ΗΔΗ επιτευχθεί την εποχή του Γεωργίου Γεμιστού - Πλήθωνος.
(7) “..οίδά σου και τα βαρβαρικά ονόματα.. ταύτά σοί εστιν τα βαρβαρικά ονόματα” (προς τον Θεό Ερμή)
πηγή: rassias.gr