Συλλογή χρησμών με θεολογικό, κοσμολογικό και σωτηριολογικό περιεχόμενο που δημιουργήθηκε κατά τον ύστερο 2ο αι. μ.Χ., θεωρήθηκε ως αποκάλυψη που προήλθε από την ασώματη ψυχή του ίδιου του Πλάτωνα, και είχε τεράστια απήχηση στον ύστερο νεοπλατωνισμό.
Προέλευση
Τα Χαλδαϊκὰ λόγια (=‘χρησμοί των Χαλδαίων’) είναι μια συλλογή χρησμών γραμμένων σε δακτυλικό εξάμετρο (το μέτρο των δελφικών χρησμών και της θεόπνευστης ποίησης του Ομήρου, του Ησιόδου και του Ορφέα) που υποτίθεται ότι υπαγορεύθηκαν από τους θεούς ή/και την ασώματη ψυχή του ίδιου του Πλάτωνα σε δύο ομώνυμους άνδρες που συνδέονταν με δεσμό αίματος και έδρασαν επί Μάρκου Αυρήλιου (161-180): τον Ιουλιανού τον Χαλδαίο (πατέρα) και τον Ιουλιανό τον Θεουργό (γιο). Το προσωνύμιο του πρώτου δηλώνει μάλλον ειδική γνώση μαγικών πρακτικών παρά καταγωγή από την Βαβυλώνα, γεγονός που συνάδει με τη μαρτυρία της Σούδας (Ι 434 Adler) ότι έγραψε έργο Περί δαιμόνων (σε 4 βιβλία). Το προσωνύμιο του γιου, αν του αποδόθηκε όσο ζούσε, αποτελεί την παλαιότερη μνεία του όρου θεουργός (όθεν ). Για τον τρόπο σύνθεσης και καταγραφής των χρησμών γνωρίζουμε ελάχιστα πράγματα. Πιθανότερη φαίνεται η εκδοχή σύμφωνα με την οποία ο γιος Ιουλιανός, που φέρεται να έχει γράψει επίσηςΘεουργικά και Τελεστικά (Σούδα Ι 435 Adler), λειτουργούσε ως ενδιάμεσο (medium) και εκφωνούσε, σε κατάσταση αλλοιωμένης συνείδησης, έμμετρους χρησμούς τους οποίους ο πατέρας του, παρών στη συνεδρία, κατέγραφε. Η μέθοδος βρίσκεται σε αντιστοιχία με τη μαρτυρημένη μαγική και θεουργική πρακτική της . Η εθνική προέλευση των Ιουλιανών δεν είναι γνωστή αλλά δεν είναι απίθανο να κατάγονταν από τη Συρία.
Πηγές
Το κείμενο των Χαλδαϊκών λογίων έχει χαθεί. Η συλλογή που διαθέτουμε, προϊόν φιλολογικούμόχθου, αποτελείται από 226 αποσπάσματα (ορισμένα αμφισβητούμενα ή και νόθα), τα περισσότερα εκ των οποίων είναι μονόστιχα, ενώ το εκτενέστερο αποτελείται από 17 στίχους. Τα αποσπάσματα αυτά προέρχονται από διαφόρους συγγραφείς της ύστερης αρχαιότητας, κυρίως τον Πρόκλο (κατά τα 4/5 της συλλογής) και τον Δαμάσκιο . Σημαντικές είναι, επίσης, οι καταγραφές που βρίσκουμε στον βυζαντινό λόγιο Μιχαήλ Ψελλό (1018-1078), του οποίου διασώζεται μια Ἐξήγησις τῶν Χαλδαϊκῶν λογίων (με παράθεση χρησμών που επεξηγούνται) και ένα ερμηνευτικό έργο με τίτλο Ὑποτύπωσις κεφαλαιώδης τῶν παρὰ τοῖς Χαλδαίοις ἀρχαίων δογμάτων (= Έκθεση των βασικών σημείων της αρχαίας διδασκαλίας των Χαλδαίων), καθώς και στον υστεροβυζαντινό φιλόσοφο Γεώργιο Γεμιστό ή Πλήθωνα (π. 1355-1452/54), ο οποίος σε τρία σωζόμενα πονημάτια συνέλεξε και επεξήγησε 36 χρησμούς.
Περιεχόμενο
Η γλώσσα των Χαλδαϊκών λογίων είναι ιδιαίτερα σκοτεινή και εξεζητημένη, ενώ ο αποσπασματικός χαρακτήρας των σωζόμενων στίχων δυσχεραίνει το έργο της ερμηνείας. Ωστόσο, οι φιλολογικές προσπάθειες μιας και πλέον εκατονταετίας έχουν κατορθώσει να μάς δώσουν, σε αδρές γραμμές, το θεολογικό, κοσμολογικό και εσχατολογικό σύστημα που προϋπέθεταν ή εξέθεταν οι χρησμοί. Πρώτη αρχή του συστήματος είναι ένας εντελώς υπερβατικός θεός, που γινόταν αντιληπτός με όρους νοός (απ. 7, 39, 49) και χαρακτηριζόταν ωςπατήρ (απ. 7 και 14), μονάς (απ. 11, 26, 27) και πηγή (απ. 13, 30, 37). Από αυτόν προέρχεται ένας δεύτερος θεϊκός νους, ο Δημιουργός του κόσμου, τον οποίο, κατά τη μαρτυρία ενός χρησμού (απ. 7), ολόκληρο το ανθρώπινο γένος λατρεύει εσφαλμένα ως πρώτο θεό. Ο υπερβατικός πρώτος θεός χαρακτηρίζεται ἅπαξ ἐπέκεινα ( = ο κατά πρώτο λόγο υπερβατικός)– γεγονός που δείχνει την πλήρη ενότητά του καθώς και ριζική διαφορά του από τον δημιουργημένο κόσμο–, ενώ ο δεύτερος νους αποκαλείται δὶς ἐπέκεινα (= ο κατά δεύτερο λόγο υπερβατικός), για να δηλωθεί η σχέση του με την πολλαπλότητα και η διακριτική εμμένειά του μέσα στον δημιουργημένο κόσμο. Ανάμεσα στους δύο αυτούς θεούς εμφανίζεται η Δύναμις ως ο δεσμός που τους ενώνει και η οιονεί σύζυγος του πρώτου θεού, μια πρώτη θηλυκή αρχή, ενίοτε ταυτιζόμενη με την Εκάτη, η οποία επιτρέπει την πλήρη διάκριση του πρώτου από τον δεύτερο θεό καθώς και του νοητού από τον αισθητό χώρο. Εκάτη χαρακτηρίζεται επίσης η κοσμική Ψυχή, η θεϊκή οντότητα που εμψυχώνει το αισθητό σύμπαν στο σύνολό του.
Η θεολογία των Χαλδαϊκών Λογίων είναι ταυτόχρονα μονιστική και τριαδική. Το στοιχείο αυτό ανιχνεύεται, εκτός από την τριαδική δομή του ίδιου του θεού, τόσο στην ιεραρχική διάκριση τριών κόσμων – του εμπύρειου (= νοητού), του αιθέριου (= ουράνιου) και του υλικού (= υποσελήνιου και γήινου) –, όσο και στα κατώτερα θεϊκά όντα του συστήματος: τις ἴυγγες, τουςσυνοχεῖς και τους τελετάρχας. Ἴυγγες είναι οι δυνάμεις που συνδέουν τον άνθρωπο με τον κόσμο των θεών και ταυτόχρονα οι πλατωνικές Ιδέες εντός του πατρικού νου. Συνοχεῖς είναι οι δυνάμεις που συνέχουν το σύμπαν και επιτρέπουν την των μερών του. Και τελετάρχαι (= αρχηγοί των τελετουργιών) είναι οι τρεις μέγιστες χαλδαϊκές αρετές (πίστις, ἀλήθεια, ἔρως) και ταυτόχρονα οι ταγοί των τριών κόσμων: ο Αιών ως άρχων του εμπύρειου κόσμου, ο Ήλιος ως προκαθήμενος του αιθέριου κόσμου και η Σελήνη ως αρχηγέτις του γήινου κόσμου. Το χαλδαϊκό σύστημα αποδεχόταν επίσης αρχαγγέλους, αγγέλους και δαίμονες (ίσως και ήρωες) ως υπεραισθητά όντα ανώτερα των ανθρώπων αλλά κατώτερα στην κοσμική ιεραρχία από τους προαναφερθέντες θεούς. Στόχος όλου αυτού του πολυδαίδαλου συστήματος, πολλές λεπτομέρειες του οποίου μας διαφεύγουν, ήταν η έξοδος της ανθρώπινης ψυχής από τον κόσμο της γένεσης κα της φθοράς και η σωτηρία της μέσω της ενατένισης της θείας φύσης και/ή ένωσης μαζί της. Ο σωτηριολογικός προσανατολισμός, που αποτελούσε την πεμπτουσία της περίτεχνης κοσμολογίας των Χαλδαϊκών λογίων, ήταν σταθερά προσηλωμένος στην ιδέα ότι η ποθητή λύτρωση επιτυγχάνεται με τη χρήση κατάλληλων τελετουργικών μέσων και ιεροπραξιών που επιτρέπουν τον συντονισμό της ψυχής του τελεστή-θεουργού με κάποια θεϊκή υπόσταση. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο αναπτύχθηκαν ή αναβίωσαν διάφορες πρακτικές μαγικοθρησκευτικού τύπου, όπως η σύστασις, η ἀναγωγή (= τελετουργική εξύψωση προς κάποιο θεό), η εμψύχωση αγαλμάτων κ.λπ., που συγκροτούσαν την θεουργίαν και αποσκοπούσαν εσχάτως στην θεοψία και την θέωση.
Εκλεκτικές συγγένειες με άλλα φιλοσοφικο-θρησκευτικά ρεύματα
Τα Χαλδαϊκά λόγια αποτελούν ιδιότυπη σύνθεση πλατωνικής μεταφυσικής (με κάποιες στωικές προσμείξεις), ανατολικών πεποιθήσεων (βαβυλωνιακής αστρολογίας, περσικής πυρολατρίας και συριακού θρησκευτικού ηλιοκεντρισμού) και μαγείας. Στα σωζόμενα αποσπάσματα ιδιαίτερα εμφανής είναι η παρουσία ορισμένων χαρακτηριστικών μεσοπλατωνικών δογμάτων (π.χ., η ερμηνεία των πλατωνικών Ιδεών ως εννοιών που γεννώνται μέσα σε έναν θεϊκό νου). Ακόμα μεγαλύτερη φαίνεται να είναι η επίδραση που είχε στη φιλοσοφία των χρησμών η σκέψη τουΝουμήνιου (που ήταν σύγχρονος των δύο Ιουλιανών). Η αποδοχή ενός ανώτερου (πλήρως υπερβατικού) και ενός κατώτερου (ημι-εμμενούς) θεού προέρχεται μάλλον από αυτόν. Αλλά οι εκλεκτικές συγγένειες δεν σταματούν εδώ. Το σύστημα των Χαλδαϊκών λογίων βρίσκεται σε συνάφεια επίσης με τα λεγόμενα Ερμητικά συγγράμματα καθώς με ορισμένα τμήματα της ποικιλόμορφης και πολυσχιδούς γραμματείας των Γνωστικών.
Επίδραση
Ο Πλωτίνος δεν φαίνεται να γνώριζε τα Χαλδαϊκά λόγια. Ο εκδότης και μαθητής του Πορφύριοςενδιαφέρθηκε γι᾽αυτά – τους αφιέρωσε μάλιστα και ένα ή δύο συγγράμματα– αλλά δεν τούς απέδωσε σημασία μεγαλύτερη από αυτήν των θεοπαράδοτων χρησμών των επίσημων μαντείων του Απόλλωνα. Η τεράστια απήχηση που είχαν τα Χαλδαϊκά Λόγια στον ύστερο νεοπλατωνισμόως ιερό κείμενο αναφοράς σημαντικότερο και από τον πλατωνικό Παρμενίδη (ή τις ορφικές θεογονίες), οφείλεται πρωτίστως στον Ιάμβλιχο . Ιδιαίτερα στη νεοπλατωνική σχολή των Αθηνών ο υπομνηματισμός της συλλογής θεωρήθηκε το αποκορύφωμα της ερμηνευτικής δεινότητας ενός φιλοσόφου. Η αίγλη τους διατηρήθηκε μέχρι την Ιταλική Αναγέννηση . Μόνον κατά τους νεότερους χρόνους, όταν η μελέτη του Πλάτωνα αποσυνδέθηκε από την πλατωνική παράδοση της ύστερης αρχαιότητας, προσεγγίστηκαν και τα Χαλδαϊκά Λόγια ως μία από τις πολλές όψεις του λεγόμενου “λαϊκού πλατωνισμού ” που άνθισε στην αυτοκρατορική εποχή.
Συγγραφέας: Σπύρος Ράγκος, Καθηγητής κλασικής φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Πατρών
- Athanassiadi, PFrede, M. ed. . Pagan monotheism in late Antiquity. Oxford, 1999.
- Places, É. Des. Οracles chaldaïques. Paris, 1996 .
- Johnston, S.I., Finamore, J. FGerson, L.P. ed. . The Cambridge History of Philosophy in Late Antiquity,τόμος 1ος.. Cambridge, 2010.
- Johnston, S.I. Hekate Soteira: a Study of Hekate’s Roles in the Chaldean Oracles and Related Literature. Atlanta, 1990.
- Lewy, H. Chaldaean Oracles and Theurgy: Mystic Magic and Platonism in the Later Roman Empire3. Paris, 2011.
- Majercik, R. The Chaldaean Oracles2. Dilton Marsh, 2013.
- Tanaseanu-Döbler, I. Theurgy in Late Antiquity: The Invention of a Ritual Tradition. Göttingen, 2013.
- Van Liefferinge, C. La théurgie: des Oracles Chaldaïques à Proclus. Liège, 1999.
πηγή: n1.xtek.gr