Ούτε, όμως, ο πρώτος παραλείπει εντελώς τη μελέτη των εγκόσμιων ούτε ο δεύτερος τη μελέτη των νοητών, επειδή και τα αισθητά βρίσκονται μέσα στα νοητά παραδειγματικώς (υπό μορφή παραδείγματος/υποδείγματος), και τα νοητά μέσα στα αισθητά εικονικά (τα αισθητά είναι εικόνες των νοητών). Όμως, ο δεύτερος πλεονάζει στο φυσικό μέρος και ο πρώτος στο θεολογικό, κατά τρόπο σύμφωνο με τους άντρες από τους οποίους ονομάζονται. Γιατί από τον Τίμαιο έχει γραφτεί ένα παρόμοιο σύγγραμμα για την Φύση του σύμπαντος και από τον Παρμενίδη περί των όντως Όντων.
Ορθά, επομένως, ο θεϊκός Ιάμβλιχος υποστηρίζει ότι η «ὅλην τοῦ Πλάτωνος θεωρίαν ἐν τοῖς δύο τούτοις περιέχεσθαι διαλόγοις», στον «Τίμαιο» και στον «Παρμενίδη». Γιατί «πᾶσα ἡ περὶ τῶν ἐγκοσμίων καὶ ὑπερκοσμίων πραγματεία τέλος ἔχει τὸ ἄριστον ἐν αὐτοῖς» (λαμβάνει την άριστη ολοκλήρωσή της σε αυτούς τους δύο), και «καὶ οὐδεμία τάξις τῶν ὄντων ἀδιερεύνητος παραλέλειπται». Μπορεί να γίνει φανερό, όμως, σε όσους δεν μελετούν πρόχειρα αυτούς τους δύο διαλόγους ότι ο τρόπος της πραγματείας του πλατωνικού «Τίμαιο» είναι πανομοιότυπος με τον τρόπο του πλατωνικού «Παρμενίδη». Γιατί, όπως ο πλατωνικός «Τίμαιος» ανάγει τα αίτια όλων των εγκόσμιων στον πρώτιστο δημιουργό, έτσι και ο πλατωνικός «Παρμενίδης» εξαρτά την πρόοδο όλων των όντων από το Ένα. Και όπως ο πρώτος διδάσκει ότι όλα μετέχουν στην πρόνοια του δημιουργού, έτσι και ο δεύτερος παρουσιάζει τα όντα να έχουν μετάσχει «τῆς ἑνοειδοῦς ὑπάρξεως». Επιπλέον, όπως ακριβώς ο πλατωνικός «Τίμαιος», πριν από την μελέτη της Φύσεως προτάσσει την παρατήρηση των εγκόσμιων μέσω εικόνων, έτσι και ο πλατωνικός «Παρμενίδης» «τὴν περὶ τῶν εἰδῶν τῶν ἀύλων ἀνακινεῖ ζήτησιν πρὸ τῆς θεολογίας». Γιατί πρέπει κανείς να αναχθεί στην κατανόηση του σύμπαντος, αφού προηγουμένως εκπαιδευτεί με τις συζητήσεις για το άριστο πολίτευμα, καθώς επίσης και να ανυψωθεί στην μυστική θεωρία τον ενάδων, αφού προηγουμένως αθληθεί με τις επίμονες απορίες περί των Ειδών/Ιδεών.
πηγή: eleysis69