44 Eγώ όμως σας λέω ν’ αγαπάτε τους εχθρούς σας, να ευλογείτε εκείνους που σας καταριούνται, να φέρεστε καλά σ’ εκείνους που σας μισούνε και να προσεύχεστε για εκείνους που σας προσβάλλουν και σας κατατρέχουν, 45 για να γίνετε γιοι του Πατέρα σας του ουράνιου, γιατί αυτός τον ήλιο του τον ανατέλλει σε κακούς και σε καλούς, και δίνει τη βροχή σε δίκαιους και σε άδικους. 46 Άλλωστε, αν αγαπήσετε μόνο εκείνους που σας αγαπούν, ποια θα είναι η ανταμοιβή σας; Tο ίδιο δεν κάνουν και οι τελώνες; 47 Kι αν χαιρετάτε τους αδελφούς σας μόνο, τι παραπάνω κάνετε; Mήπως δεν κάνουν το ίδιο και οι τελώνες; 48 Eσείς, λοιπόν, θα είστε τέλειοι, ακριβώς όπως ο Πατέρας σας ο ουράνιος είναι τέλειος”.΄(Κατα Ματθαίον Ευαγγέλιο κεφ. 5)
Ο Καστοριάδης σχολιάζει το παραπάνω χωρίο. Το κείμενο είναι παρμένο από την Ελληνική Ιδιαιτερότητα, Τόμος Β, εκδόσεις Κριτική.Είναι αλήθεια ότι βρίσκουμε στον ελληνικό πνευματικό κόσμο κάτι που σηματοδοτεί ταυτόχρονα ένα όριο και μια αλλαγή, και για το οποίο ελέχθη – κακώς – ότι προανήγγειλε το χριστιανισμό. Πρόκειται βεβαίως για την θέση που αποδίδει ο Πλάτων στον Σωκράτη (σημείωση δική μου: στο έργο Κρίτων. Το χωρίο έχει ως εξής: δεν είναι ηθικά σωστό ούτε το να αδικεί κανείς ούτε το να ανταποδίδει το κακό µε εκδίκηση), που προέρχεται πιθανότατα από τον Σωκράτη ως ιστορικό πρόσωπο, και συνίσταται στην προτροπή του να μην απαντάς στο κακό με κακό. Είναι προτιμότερο να υφίστασαι την αδικία από να την διαπράττεις. Είναι όμως διαφορετικό να πεις: μην απαντάς στο κακό με κακό, πράγμα που αφορά τη συμπεριφορά μας και εξαρτάται από εμάς, είναι, όπως λέει ο Αριστοτέλης εφ’ ημίν. Και είναι άλλο να λες: να αγαπάς αυτόν που σου κάνει κακό. Αυτή η προτροπή δεν αφορά τη συμπεριφορά, αλλά το συναίσθημα και είναι καθεαυτή παράλογη, διότι κανείς δεν μπορεί να κυριαρχήσει τα συναισθήματα του. Δεν συζητώ καν για το αν πρέπει να ή όχι να αγαπάμε αυτούς που κάνουν κακό. Αν θεωρήσουμε όμως τι συνεπάγεται αυτό, θα καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι όσο περισσότερο ο τάδε έχει βασανίσει στο Άουσβιτς, τόσο περισσότερο πρέπει να αγαπηθεί! Πρόταση απολύτως απορριπτέα. Εδώ έγκειται η διπλοπροσωπία ή η θεμελιώδης υποκρισία του χριστιανισμού. Υποκρισία όχι με την τρέχουσα, αλλά με την οντολογική έννοια. Αυτό που προτείνεται εδώ είναι ψευδούς απόλυτου, δεδομένου ότι πρόκειται για απόλυτο απολύτως μη πραγματοποιήσιμο και επομένως ανύπαρκτο. Και ζούμε αυτή την τερατώδη κυριαρχία αυτής της αδύνατης ηθικής εδώ και σχεδόν 17 αιώνες – θα δούμε σε λίγο γιατί πρέπει να ξεχωρίσουμε τους πρώτους αιώνες του χριστιανισμού – πράγμα πoυ φέρνει φυσικά, καταστροφικά αποτελέσματα, όπως ο ουσιώδης διχασμός στον εσωτερικό κόσμο των ατόμων, που ο Hegel είχε πολύ καθαρά δει. Όταν μιλά για δύστυχη συνείδηση, αναφέρεται κατά μια έννοια στον χριστιανισμό, που επιβάλλει στο άτομο ένα κανόνα που ποτέ δεν μπορεί να υπακούσει. […]
Μπορούμε να ελέγξουμε τη συμπεριφορά που προέρχεται από τα συναισθήματα, όχι όμως τα ίδια τα συναισθήματα. Κατά συνέπεια κάθε ηθική προτροπή απευθυνόμενη στα συναισθήματα είναι παράλογη. Ακόμα μεγαλύτερος παραλογισμός είναι η προσπάθεια επιβολής αδύνατων ή αντιφατικών συναισθημάτων. Όποιος αγαπά όλο τον κόσμο φυσικά δεν αγαπά κανένα. Και όποιος αγαπά αυτόν που μισεί δεν μισεί τίποτα – αλλά όποιος δεν μισεί τίποτα δεν επενδύει τίποτα συναισθηματικά. Πράγμα που είναι οριακά δυνατό, αλλά αποτελεί εξ ορισμού αποκλειστικότητα ορισμένων ατόμων, χριστιανών αναχωρητών στην έρημο ή οπαδών του βουδισμού. Και η ύπαρξη αυτών των περιθωριακών ατόμων ερημιτών ή αγίων, επιτρέπει ταυτόχρονα στην κοινωνία να δικαιολογείται και να ενοχοποιείται, δίνοντας στον εαυτό της την απατηλή απόδειξη της δυνατότητας να πραγματοποιηθεί το διακηρυσσόμενο ιδεώδες. Ο άγιος τάδε το καταφέρνει, άρα η ηθική μας δεν είναι παράλογη, εμείς όμως δεν έχουμε το απαιτούμενο ανάστημα, πρέπει επομένως να εξιλεωθούμε, να γονυπετήσουμε, να συνεισφέρουμε στους εράνους για την ανοικοδόμηση του ιερού ναού κλπ – και ταυτόχρονα, αναμφίβολα, να μάθουμε να εξαπατάμε.
πηγή: libertarianwords.blogspot.gr