Η στάση του αρχαίου σκεπτικισμού είναι χρήσιμη για την αποδόμηση δογματικών τοποθετήσεων που λειτουργούν ως νάρθηκας της σκέψης και αναστέλλουν τη διερεύνηση. Ένα πλαίσιο βεβαιοτήτων είναι χρήσιμο κατά πως φαίνεται (βλ. Παραβάντης 2014) και δεν είναι σωστό να απορρίπτουμε ό,τι μπορεί να μην κατανοούμε. Ωστόσο το θέμα της ιδεολογίας (μη-γνώσης) ως νάρθηκα της σκέψης είναι πολύ σοβαρό, γιατί η σκέψη είναι το βασικό όπλο του ανθρώπινου είδους για την επιβίωση. Ιδιαιτέρως όταν η ιδεολογία, ως μη-γνώση και σύνολο αυθαίρετων (ή μερικώς στηριζόμενων στα δεδομένα) βεβαιοτήτων, λειτουργεί διχαστικά και πολυδιασπαστικά, όπως συμβαίνει στον χώρο της πολιτικής παγκοσμίως. Η κατάσταση αυτή αποτελεί βελτίωση από την αυθαιρεσία απολυταρχικών καθεστώτων. Η διαμαρτυρία ως έκφανση της ελευθερίας του λόγου και ο έλεγχος μεταξύ των ιδεολογικών χώρων στάθηκαν ευεργετικά για τον πολύ κόσμο. Δεν είναι όμως επαρκή, είναι σίγουρα είναι επιδεκτικά βελτίωσης, δεδομένου ότι εξίσου σημαντική είναι και η ελευθερία της σκέψης.
Η ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΑΙΤΙΩΝ ΣΤΟΥΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ: ΤΟ ΚΑΚΟ ΩΣ ΣΥΝΟΛΟ ΠΑΡΑΓΟΝΤΩΝ
Και με άλλη ευκαιρία είχαμε αναφέρει πως χρήσιμη προσέγγιση των προβλημάτων είναι η αναζήτηση των παραγόντων. Η επιστήμη αναζητά αιτίες και όχι υπαιτιότητες, γιατί επιθυμία είναι να υπάρξει μόνιμο ή προοδευτικά βελτιούμενο αποτέλεσμα. Για παράδειγμα, όσον αφορά την διακυβέρνηση, τοπική και ευρύτερη, έχουμε ένα σύστημα που εξαντλεί και επιβραβεύει τους υποψηφίους πριν το έργο. Επιβράβευση είναι το πότε θα νιώσει κανείς τη νίκη. Επιπλέον το σύστημα αυτό θέτει ανθρώπους με κοινό στόχο σε αντιπαλότητα. Επομένως:
- η εξάντληση των ανθρώπων που θέλουν να προσφέρουν πριν το έργο και όχι για το έργο,
- η εκ των πραγμάτων καλλιέργεια αντιπαλότητας μεταξύ ανθρώπων με κοινό ευρύτερο στόχο
- η επιβράβευση πριν το έργο (το αίσθημα της νίκης και ο πανηγυρισμός έρχεται με την ανάληψη του καθήκοντος και όχι με την εκπλήρωσή του),
είναι τρεις βασικοί και σοβαροί παράγοντες που μπορούμε να εντοπίσουμε που μας κάνουν να νιώθουμε ευγνωμοσύνη για το ότι τα πράγματα δεν είναι χειρότερα.
Είναι λοιπόν το σύστημα που δημιουργεί δυσκολία, το οποίο είναι καλύτερο από παλαιότερα, αλλά επιδέχεται προφανώς βελτίωση.
Είναι λοιπόν το σύστημα που δημιουργεί δυσκολία, το οποίο είναι καλύτερο από παλαιότερα, αλλά επιδέχεται προφανώς βελτίωση.
Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΒΕΛΤΙΩΣΗΣ
Για να μιλήσουμε για βελτίωση, να την επιδιώξουμε και να την επιτύχουμε είναι απαραίτητο να δεχτούμε πως αυτό που έχουμε είναι ήδη έστω λίγο καλό, διαφορετικά ψευδόμαστε, αδικούμε με την υπερβολή, δεν δεχόμαστε την πραγματικότητα. Για αυτό μιλάμε για βελτίωση και όχι για αλλαγή.
ΑΛΛΑΓΗ = τροποποίηση χωρίς να εξετάζουμε τι είναι καλό και τι δεν είναι, τι αποτελεί αίτιο και τι είναι συγκυριακό [γκρεμίζω αυθαίρετα], άρα η αλλαγή μπορεί να είναι και προς το καλύτερο και προς το χειρότερο.
ΑΛΛΑΓΗ = τροποποίηση χωρίς να εξετάζουμε τι είναι καλό και τι δεν είναι, τι αποτελεί αίτιο και τι είναι συγκυριακό [γκρεμίζω αυθαίρετα], άρα η αλλαγή μπορεί να είναι και προς το καλύτερο και προς το χειρότερο.
ΒΕΛΤΙΩΣΗ = δεχόμαστε ότι κάτι είναι ήδη καλό από κάποιες απόψεις και τροποποιούμε επιλεκτικά απομακρύνοντας τους παράγοντες προβλημάτων και ενισχύοντας τα θετικά του συστήματος με υπευθυνότητα, σταθμίζοντας το κόστος και το όφελος κάθε κίνησης.
Η έννοια της αλλαγής έχει απήχηση στους κοινωνικά δυσαρεστημένους, γι αυτό παγκοσμίως είναι βασική πολιτική τακτική η καλλιέργεια και προώθηση της δυσαρέσκειας με τον προσανατολισμό της κοινής γνώμης σε υπαρκτά ή/και διογκωμένα αρνητικά και τον παράλληλο μεταφυσικό/μελλοντολογικό πολιτικό λόγο των υποσχέσεων, για τις οποίες δεν προβλέπεται καμία δέσμευση από τα συστήματα ή δεν υπάρχει ρεαλιστική βάση. Η έννοια της βελτίωσης, που υπονοεί ότι κάτι είναι ήδη εν μέρει καλό, δημιουργεί ένα πιο πολιτισμένο κλίμα και αναστέλλει τη στάση του πολιτικού μηδενισμού. Ο πολιτικός μηδενισμός επέρχεται με την τακτική της σταθερής αποδόμησης (του έργου, των προθέσεων ή των αποτελεσμάτων). Ανεξάρτητα λοιπόν από τον όποιο ιδεολογικό προσανατολισμό των μελών του κοινωνικού ιστού, η εκτίμηση των άλλων είναι αλληλένδετη με την εκτίμηση του εαυτού. Η αυτοεκτίμηση συμπορεύεται με την ετεροεκτίμηση. Είναι απαραίτητο λοιπόν να εκτιμήσουμε τους άλλους ως μέρη του κοινωνικού ιστού στον οποίο συμμετέχουμε και να υπάρχει, σε ένα τόσο δύσκολο έργο, επιμερισμός και όχι αποκλεισμός, κάθε φορά που αυτό γίνεται. Η εκλογή δεν είναι προϋπόθεση προσφοράς και εποικοδομητικής συμβολής στο κοινωνικό σύνολο. Δεν χρειάζεται δηλαδή να διώξει κανείς τους άλλους για να κάνει κάτι καλό ή να ‘νικήσει’ τους συμπολίτες του με στρατιωτικούς όρους ‘παρατάξεων’ και ‘αναμετρήσεων’ (βλ. Οικονόμου 2009) με βάση ένα αβέβαιης έκβασης και ασαφούς, προαιρετικής κατανόησης από τον ψηφοφόρο πολιτικό πρόγραμμα. Όποιος θέλει να κάνει κάτι καλό, ας το κάνει. Δεν έχουμε αυτή τη στιγμή άλλο διαγνωστικό για τα κίνητρα και την προαίρεση, πέρα από την μετέπειτα συμπεριφορά. Αυτό προϋποθέτει τη σταδιακή αποκόλληση από εμπαθή κοσμοείδωλα κατατεμαχισμού του κοινωνικού ιστού, στα οποία συχνά οδηγούν οι διάφορες πολιτικές ιδεολογίες, αντανακλώντας μόνο εν μέρει την κοινωνική διαφορετικότητα και παρατείνοντας νοητικά χάσματα τόσο μεταξύ διαφορετικών χώρων, όσο και μεταξύ πολιτών και πολιτευτών.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Οικονόμου, Γιώργος Ν. 2009. Από την κρίση του κοινοβουλευτισμού στη δημοκρατία. Αθήνα: Παπαζήση.
Παραβάντης, Γιάννης. 2014. Περιορισμοί της ορθολογικότητας κατά τη λήψη αποφάσεων στη διεθνή πολιτική: γνωσιακή επιστήμη, διαίσθηση, παίγνια, και πολύπλοκα συστήματα. Παρουσίαση στο 1ο Πανελλήνιο Συνέδριο Πολιτικής Φιλοσοφίας, 25-27 Απριλίου 2014, Καβάλα.
Παραβάντης, Γιάννης. 2014. Περιορισμοί της ορθολογικότητας κατά τη λήψη αποφάσεων στη διεθνή πολιτική: γνωσιακή επιστήμη, διαίσθηση, παίγνια, και πολύπλοκα συστήματα. Παρουσίαση στο 1ο Πανελλήνιο Συνέδριο Πολιτικής Φιλοσοφίας, 25-27 Απριλίου 2014, Καβάλα.
πηγή: republica.gr