Quantcast
Channel: Jasa Digital Marketing Agency Alam Sutera Tangerang
Viewing all 939 articles
Browse latest View live

ΣΤΩΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ - Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, Η ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΕΙΜΑΡΜΕΝΗΣ

$
0
0

                   Κλεάνθης ο Άσσιος

Η  ελεύθερη βούληση του ανθρώπου κινείται πάνω σε μια καθολική και συμπαντική βάση, την Ειμαρμένη. Το μέγιστο άθλημα είναι η οικειοθελής συμμετοχή της βούλησης του ανθρώπου στον τρόπο που λειτουργεί ο κόσμος ως Λόγος....

Η φυσική θεωρία έδειξε ότι τα πάντα γίνονται σύμφωνα με μια «δύναμη που ζωογονεί την παγκόσμια συμπάθεια, που κάνει όλα τα πράγματα να βρίσκονται σε αλληλοπάθεια, ενωμένα σφιχτά το ένα με το άλλο με μια αμοιβαία φιλία». Αυτή η δύναμη ονομάζεται εἱμαρμένη και είναι συνώνυμη με τη φύση και την πρόνοια. Είναι ο λόγος σύμφωνα με τον οποίο λειτουργεί ο κόσμος. Δεν είναι μια απρόβλεπτη ή παράλογη μοίρα, αλλά η τάξη του κόσμου που δεν μπορεί να παραβιαστεί.


Τα πράγματα, λοιπόν, συμβαίνουν αναγκαστικά όπως συμβαίνουν. Αν όμως η ζωή του κόσμου (και του ανθρώπου, που αποτελεί μέρος του) είναι προκαθορισμένη, ποια περιθώρια επιλογών έχουμε; Είμαστε ελεύθεροι σε κάτι; Υπάρχει κάτι που εξαρτάται αποκλειστικά από εμάς; Ή το μόνο που μας μένει, εφόσον δεν μπορούμε να αντιδράσουμε, είναι να υποταχθούμε στην ειμαρμένη;
Η μοίρα καθοδηγεί όποιον την αποδέχεται, σέρνει όποιον της αντιστέκεται.
Ο Χρύσιππος προσπάθησε να συμβιβάσει την αυστηρή αντίληψη, ότι όλα γίνονται κατ᾽ ανάγκην, με κάποια σχετική ανθρώπινη αυτονομία. Θέλησε να διαφυλάξει τη δυνατότητα του ανθρώπου να επηρεάζει τη ζωή του και το μέλλον. Αν όλα είναι καθορισμένα να γίνουν, τότε ο άνθρωπος δεν είναι ελεύθερος σε αυτά που κάνει αλλά ούτε και σε αυτά που θέλει.

Ένας τέτοιος άνθρωπος, όμως, δεν είναι υπεύθυνος για τις πράξεις του, άρα δεν μπορεί να του αποδοθεί έπαινος ούτε, κυρίως, να του καταλογιστεί τιμωρία. Με μια παρόμοια σκέψη προσπάθησε να ξεφύγει από τον Ζήνωνα ένας δούλος που τον μαστίγωναν επειδή είχε κλέψει: «Ήταν γραφτό μου να κλέψω,» διαμαρτυρήθηκε. «Ήταν γραφτό σου και να μαστιγωθείς,» απάντησε ο Ζήνων, για να δείξει ότι κανείς δεν απαλλάσσεται από την ηθική ευθύνη των πράξεών του.

Για να προσαρμοστεί ο άνθρωπος στην ειμαρμένη, πρέπει να τη γνωρίσει· και τότε μπορεί να την ακολουθήσει. Αυτή είναι η μόνη ελευθερία που έχει ο άνθρωπος και μπορεί να κατακτήσει μόνον ο σοφός: να πράττει με τη θέλησή του αυτό που προκαθορίζει η θεία πρόνοια για το καλό του κόσμου.
Ἄγου δέ μ᾽, ὦ Ζεῦ, καὶ σύ γ᾽ ἡ πεπρωμένη,
ὅποι ποθ᾽ ὑμῖν εἰμὶ διατεταγμένος,
ὡς ἕψομαί γ᾽ ἄοκνος· ἢν δὲ μὴ θέλω
κακός γενόμενος, οὐδέν ἧττονἕψομαι.

Οδήγησέ με, Δία, κι εσύ πεπρωμένο,
εκεί όπου από καιρό με έχετε προορίσει.
Γιατί θ᾽ ακολουθήσω αγόγγυστα·
κι αν ακόμη δεν θελήσω, και γίνω κακός,
έτσι κι αλλιώς θα ακολουθήσω.
Κλεάνθης, απόσπασμα 2


ΟΙ ΚΟΥΡΟΙ ΤΟΥ ΔΙΟΣ - ΟΙ ΔΙΟΣΚΟΥΡΟΙ

$
0
0
alt

Διόσκουροι, (ιων.) Διόσκοροι, Διοσκουρίται, Dioscuri.   

Δίδυμοι δωρικοί Θεοί των Ελλήνων αλλά και των Ρωμαίων (στους Έλληνες Κάστωρ και Πολυδεύκης και στους Ρωμαίους Castor και Pollux) αντίστοιχοι, κατά τον Τάκιτο (Germania 43), των τευτονικών Θεών Αλκίς (Αλκιδών;). Γεννήθηκαν μέσα από ένα αυγό στο όρος Ταϋγετος ως Λακεδαιμόνιοι παίδες,  υιός του Διός και της Λήδας (“Κούροι Διός”) ο αθάνατος Πολυδεύκης και υιός της Λήδας και του βασιλέως Τυνδάρεω (“Τυνδαρίδες”) ο θνητός Κάστωρ.   


Μία μυθολογική αφήγηση που διασώζει ο Πίνδαρος (στον 10ο “Νεμεονίκη” του)  διηγείται ότι όταν ο Κάστωρ σκοτώθηκε από τον Αρκάδα Ίδα, ο Πολυδεύκης ζήτησε από τον πατέρα του Δία να τον αναστήσει δηλώνοντας πρόθυμος να αποποιηθεί ακόμη και αυτή την Αθανασία, ο δε Ζεύς κανόνισε έκτοτε να ανεβαίνουν εκ περιτροπής στον Όλυμπο, ημέρα παρά ημέρα, ως αιώνια (ηλιακά) σύμβολα της κυκλικής ροής της θείας ουσίας μέσα σε αθάνατες και θνητές μορφές για την εξασφάλιση του Αενάου.   


Εκτός από ηλιακοί Θεοί της αφοσιώσεως (ηθική πλευρά) αλλά και της κυκλικότητας των πραγμάτων (φυσική πλευρά), οι “λευκόπωλοι” (ιππείς λευκών αλόγων) Θεοί Διόσκουροι είναι επίσης και δωρητές στους ανθρώπους των ιππευτικών και πυγμαχικών τεχνικών αλλά και των πολεμικών χορών και ασμάτων. Στην ηθική τους πλευρά είναι επίσης Θεοί του μαχητικού θάρρους, του αγωνιστικού έθους (ως “Αφετήριοι”, δηλαδή αρχίζοντες τον αγώνα), της φιλότητας, της πολιτικής βουλήσεως (υπό την επίκληση “Αμβούλιοι”, με ιδιαίτερο βωμό τους στην Σπάρτη), της εκπαιδευτικής αγωγής των νεαρών ανδρών και της φιλοξενίας, καθώς επίσης, στην φυσική πλευρά τους, και έφοροι κάποιων μετεωρολογικών φαινομένων και προστάτες των ναυτικών από τις τρικυμίες όπως και οι Κάβειροι, με τους οποίους σχετίστηκαν μετά τον 3ο αιώνα π.Χ, στη δε Δήλο, κατά τους ελληνιστικούς χρόνους ταυτίστηκαν με αυτούς με ιδιαίτερο ιερέα (Διοσκούρων Καβείρων) παρά την σαφή χθόνια φύση των δευτέρων. Οι ναυτικοί προσεύχονταν σε αυτούς ως προσφωνώντας τους “Θεούς Σωτήρες” για κατάπαυση των τρικυμιών και μετά τους τιμούσαν, ως Ολυμπίους, σε ευχαριστήρια θυσία με προσφορά λευκού προβάτου.   


                      Ο θάνατος του Κάστορος
              Τοιχογραφικό έργο του Φίκου, Αθήνα

Από την κλασική αρχαιότητα και εντεύθεν οι “Σωτήρες Θεοί” Διόσκουροι επεκτείνουν την σφαίρα τους ως ηλιακές συνειδήσεις και στο πεδίο της θεραπευτικής (λ.χ. ως ακόλουθοι του Ασκληπιού στην Επίδαυρο), ενώ ως “Θεοί Μεγάλοι” λατρεύτηκαν στον Κλείτορα Αρκαδίας και τις Κεφαλές Αττικής. Σύμβολό τους ένα ζεύγος “πίλων” (ημισφαιρικών κρανών, των δύο ημίσεων του αυγού της Λήδας) με ένα αστέρι στην κορυφή ενός εκάστου (Τα τελευταία μόνο από το τέλος του 4ου αιώνος π.Χ κι έπειτα. Ο Σχολιαστής Λυκόφρων, διασώζει αόριστα στο σημείο 88 τη μυθολογική αφήγηση ότι ο Ζεύς ενώθηκε με τη Λήδα υπό μορφή άστρου).
  

  
Το άλλο σύμβολό τους, τα λεγόμενα “Δόκανα” (δύο κάθετα ξύλα που συνδέονται με άλλα δύο χιαστί, σύμβολο της ακλονήτου συντροφικότητος) αποτελούσε την πολεμική σημαία των Σπαρτιατών. Προς τιμήν τους εορτάζονταν τα «Διοσκούρια» σε πολλές αχαϊκές και δωρικές πόλεις με γυμνικούς αγώνες και θυσίες. Στη Σπάρτη και την Κυρήνη εορτάζονταν με παιδιές και συμπόσια. «Διοσκούρια» εόρταζαν από το 496 π.Χ και οι Ρωμαίοι, που καθιέρωσαν για αυτά την 8η Απριλίου του κάθε έτους, σε ανάμνηση του θριάμβου τους κατά των Λατίνων στη μάχη της Ρηγίλλης, κατά την οποία η παράδοση ήθελε να έχουν "εμφανιστεί" (επιφάνεια) οι Διόσκουροι πάνω σε λευκά άλογα ως συμπολεμιστές των Ρωμαίων.  

Το 414 κτίσθηκε στο Φόρουμ της Ρώμης περικαλής Ναός τους που φιλοξενούσε και συνεδριάσεις της Συγκλήτου, ενώ άλλο μεγάλο λατρευτικό κέντρο υπήρξε το Τusculum, καθώς και η Όστια, το επίνειο της Ρώμης. Στο Άργος, όπου ο Κάστωρ θεωρούνταν αρχηγέτης των γενών της Λέρνης και ένας από τους Δώδεκα Ολυμπίους Θεούς, οι Έλληνες εόρταζαν επίσης προς τιμήν των Διόσκουρων τα λεγόμενα «Μιξαρχαγέτια» με θυσίες και πλούσια δείπνα. Στην Αθήνα λατρεύονταν με το όνομα Άνακες ή Άνακτες Παίδες.   

Η λατρεία των Διοσκούρων τέθηκε εκτός νόμου το 359 από τον χριστιανό αυτοκράτορα Κωστάντιο που διέταξε την καταστροφή όλων των Ιερών τους και την θανάτωση όλων των ιερέων τους. 

πηγή: rassias.gr
    

Η ΕΠΙΚΟΥΡΕΙΑ ΗΘΙΚΗ - ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΡΟΣ ΜΕΝΟΙΚΕΑ

$
0
0


Ο φιλοσοφία του Επίκουρου συνδράμει σε μέγιστο βαθμό, ώστε να νικήσουμε το φόβο του θανάτου και να συνειδητοποιήσουμε ότι η νίκη αυτή όχι μόνο θεραπεύει την ψυχή μας από αρνητικές ασύνειδες φορτίσεις που μας ακολουθούν από την παιδική ηλικία, αλλά μας οδηγεί στο να αρχίσουμε να φιλοσοφούμε. Όταν διώξουμε παντοίων ειδών φοβίες, προκαταλήψεις και ενοχές που μας εμποδίζουν να γκρεμίσουμε το πέπλο της άγνοιας, των εμμονών και του δογματισμού, τότε θα εισέλθουμε στους πρώτους αναβαθμούς στο ταξίδι για την Ελευθερία. Και αυτό το συναρπαστικό ταξίδι προς την Ελευθερία θα το πραγματοποιήσουμε μέσω της Φιλοσοφίας.....

199. – Ἐπιστολὴ πρὸς Μενοικέα §§ 121-128

Εισαγωγή

Από τη μεγάλη συγγραφική παραγωγή του Επίκουρου έχουν σωθεί, αν εξαιρέσει κανείς κάποια αποσπάσματα του έργου Περί Φύσεως, που έχουν βρεθεί σε παπύρους από το Ηράκλειον της  Κάτω Ιταλίας, μόνο δύο συλλογές με βασικά  σημεία της διδασκαλίας του υπό μορφή αφορισμών και τρεις επιστολές. Από τις επιστολές του η πρώτη (Πρὸς Ἡρόδοτον) συνοψίζει τη φυσική του φιλοσοφία, η δεύτερη (Πρὸς Πυθοκλέα) παρουσιάζει τις σχετικές με αστρονομικά και "μετεωρολογικά"θέματα απόψεις του, ενώ η τρίτη, η οποία απευθύνεται σ᾽ έναν άγνωστο κατά τα άλλα φίλο του που ονομάζεται Μενοικεύς, συνοψίζει την ηθική του φιλοσοφία. Ως ύψιστο αγαθό θεωρεί ο Επίκουρος στην Επιστολή προς Μενοικέα την "ηδονή", με την οποία δεν εννοεί όμως τις επιμέρους απολαύσεις, αλλά την κατάσταση της ευδαιμονίας που πηγάζει από την ἀταραξίαν της ψυχής, όταν αυτή έχει απελευθερωθεί από κάθε πόνο και κάθε φόβο: "Όταν λοιπόν υποστηρίζουμε ότι ο τελικός σκοπός είναι η ηδονή, δεν εννοούμε τις ηδονές των ασώτων κι αυτές που συνίστανται στην αισθησιακή απόλαυση, όπως ορισμένοι νομίζουν [...], αλλά εννοούμε το να μην έχει κανείς σωματικό πόνο και ταραχή ψυχική". Για να το επιτύχει αυτό κανείς, πρέπει να αρκείται στις αναγκαίες απολαύσεις, που ικανοποιούνται εύκολα (οι μη αναγκαίες, λέει ο Επίκουρος, δεν αυξάνουν την ηδονή), και να απέχει από τη δραστήρια κοινωνική και πολιτική ζωή (λάθε βιώσας = ζήσε απαρατήρητος).

_____________


[121] Ο Επίκουρος στέλνει στον Μενοικέα τον χαιρετισμό του!

[122] Δεν πρέπει κανείς ούτε όταν είναι νέος να διστάζει να φιλοσοφεί, ούτε πάλι σαν είναι γέροντας να βαριεστίζει και να μη φιλοσοφεί. Κανένας δεν είναι άγουρος ακόμη, και για κανέναν δεν είναι πια πολύ αργά να φροντίσει για την υγεία της ψυχής του. Κι όποιος λέει ότι δεν ήρθε ακόμη ο καιρός να φιλοσοφήσει ή ότι ο καιρός αυτός έχει περάσει πια, μοιάζει σ᾽ εκείνον ο οποίος λέει ότι δεν έχει έρθει ακόμη ο καιρός για την ευτυχία ή ότι δεν είναι πια καιρός γι᾽ αυτήν. Πρέπει, επομένως, και ο γέροντας να φιλοσοφεί και ο νέος: ο ένας για να μείνει, κι όταν γερνά, νέος χάρη στα όμορφα πράγματα, καθώς με χαρά θα ανατρέχει στα περασμένα, ο άλλος για να ᾽ναι και ως νέος συνάμα γέροντας, καθώς δεν θα τον κυριεύσει φόβος για τα μελλούμενα.1 Είναι λοιπόν ανάγκη να στοχαζόμαστε τα πράγματα που φέρνουν την ευτυχία, αφού όταν υπάρχει ευτυχία έχουμε τα πάντα, ενώ όταν αυτή λείπει κάνουμε τα πάντα για να την έχουμε.

[123] Τα πράγματα, που συνεχώς σου συνιστούσα, να τα πράττεις και να τα στοχάζεσαι ξεχωρίζοντάς τα ως θεμελιώδεις αρχές της ευτυχισμένης ζωής. Πρώτ᾽ απ᾽ όλα, πιστεύοντας ότι ο θεός είναι ον ζωντανό, αθάνατο και ευτυχισμένο, σύμφωνα με την παράσταση του θεού που έχει αποτυπωθεί στον νου των ανθρώπων, να μην αποδίδεις σ᾽ αυτόν τίποτε ξένο προς την αφθαρσία του, τίποτε αταίριαστο στη μακαριότητά του· απεναντίας, να πιστεύεις γι᾽ αυτόν οτιδήποτε είναι ικανό να διαφυλάξει τη μακαριότητά του, τη διαπλεγμένη με αθανασία. Οι θεοί υπάρχουν· πρόδηλη είναι η γνώση γι᾽ αυτούς. Ωστόσο δεν είναι, οι θεοί, όπως τους πιστεύει ο πολύς κόσμος· γιατί δεν υπάρχει λογική συνοχή σε όσα πρεσβεύει ο πολύς κόσμος γι᾽ αυτούς. Και ασεβής δεν είναι όποιος αρνείται τους θεούς των πολλών ανθρώπων αλλά όποιος [124] αποδίδει στους θεούς όσα οι πολλοί πιστεύουν γι᾽ αυτούς. Γιατί δεν είναι στέρεες παραστάσεις όσα οι πολλοί λένε για τους θεούς αλλά εικασίες δίχως αλήθεια -ότι δηλαδή οι μεγαλύτερες συμφορές και τα μεγαλύτερα ωφελήματα προέρχονται από τους θεούς. Γιατί οι άνθρωποι, εξοικειωμένοι πέρα για πέρα με τις δικές τους αρετές, αποδέχονται μόνο τους όμοιούς τους, θεωρώντας ξένο ό,τι δεν είναι τέτοιας υφής.

Να συνηθίζεις στην ιδέα ότι ο θάνατος είναι για μας ένα τίποτα· γιατί κάθε καλό και κάθε κακό έγκειται στον τρόπο με τον οποίο γίνεται αισθητό -και ο θάνατος είναι στέρηση της αίσθησης. Η επίγνωση, έτσι, ότι ο θάνατος είναι για μας ένα τίποτα μας κάνει ευχάριστη τη θνητή ζωή μας, όχι γιατί προσθέτει άπειρο χρόνο σ᾽ αυτήν αλλά [125] γιατί αφαιρεί τον πόθο της αθανασίας. Γιατί τίποτε μέσα στη ζωή δεν είναι φοβερό για όποιον έχει στ᾽ αλήθεια κατανοήσει ότι τίποτε φοβερό δεν υπάρχει στο να μη ζει κανείς. Είναι ως εκ τούτου ανόητος όποιος λέει ότι φοβάται τον θάνατο όχι επειδή θα υποφέρει σαν έρθει ο θάνατος, αλλά επειδή του είναι δυσάρεστη η ιδέα ότι πρόκειται νά ᾽ρθει ο θάνατος. Γιατί αδίκως θλιβόμαστε περιμένοντας ένα πράγμα που σαν το ᾽χουμε δίπλα μας δεν ενοχλεί. Το πιο φρικτό λοιπόν απ᾽ όλα τα άσχημα πράγματα, ο θάνατος, είναι για μας ένα τίποτε, ακριβώς γιατί όταν εμείς υπάρχουμε ο θάνατος δεν είναι κοντά μας, κι όταν πάλι έρθει ο θάνατος δίπλα μας, τότε πια δεν υπάρχουμε εμείς. Ούτε τους ζωντανούς λοιπόν αφορά ο θάνατος ούτε τους πεθαμένους, αφού για εκείνους δεν υπάρχει, ενώ αυτοί οι τελευταίοι δεν έχουν πια υπόσταση. 

Βέβαια, οι πολλοί από τη μια πασχίζουν να αποφύγουν τον θάνατο ως την πιο μεγάλη, κατ᾽ αυτούς, συμφορά, κι από την άλλη τον αναζητούν ως ανάπαυση από τα δεινοπαθήματα [126] της ζωής. Ωστόσο ο σοφός ούτε τη ζωή απαρνιέται ούτε την ανυπαρξία φοβάται. Γιατί ούτε αποτελεί γι᾽ αυτόν ενόχληση το ότι ζει ούτε πάλι νομίζει ότι είναι κακό να μη ζει κανείς. Κι όπως στο φαγητό δεν προτιμά με κανέναν τρόπο τη μεγαλύτερη ποσότητα αλλά το πιο εύγευστο, όμοια κι εδώ δεν απολαμβάνει τον διαρκέστερο χρόνο αλλά τον όσο το δυνατόν πιο ευχάριστο. Κι αυτός2 πάλι που προτρέπει τον νέο να ζει όμορφα και τον γέροντα να δώσει όμορφο τέλος στη ζωή του είναι ανόητος, όχι μόνο επειδή η ζωή είναι κάτι επιθυμητό αλλά και επειδή το να ζει κανείς όμορφα και να πεθαίνει όμορφα είναι ένα και το αυτό εγχείρημα. Πολύ χειρότερος όμως είναι αυτός που λέει πως καλό είναι να μη γεννηθεί κανείς.

κι άμα γεννηθεί, γοργά
τις πύλες του Άδη να διαβεί.3

[127] Αν το λέει από πεποίθηση, γιατί δεν φεύγει από τη ζωή; Στο χέρι του είναι να το κάνει, αν αυτό αποτελεί εδραία πεποίθησή του. Αν πάλι το λέει έτσι στ᾽ αστεία, δείχνει ελαφρόμυαλος σε πράγματα που δεν το σηκώνουν.

Κι ακόμη πρέπει να θυμόμαστε ότι το μέλλον δεν είναι εντελώς δικό μας αλλά ούτε κι εντελώς όχι δικό μας, ώστε μήτε να το προσμένουμε ως εντελώς βέβαιο μήτε πάλι να απελπιζόμαστε πως δεν πρόκειται νά ᾽ρθει ποτέ!

Ας αναλογιστούμε ότι από τις επιθυμίες άλλες είναι φυσικές κι άλλες χωρίς ουσία, και ότι από τις φυσικές επιθυμίες άλλες είναι αναγκαίες κι άλλες απλώς φυσικές· από τις αναγκαίες, τέλος, επιθυμίες άλλες είναι αναγκαίες για την ευδαιμονία, άλλες για την αποφυγή [128] σωματικών ενοχλήσεων, και άλλες για την ίδια τη ζωή. Η σωστή θεώρηση αυτών των πραγμάτων ξέρει να ανάγει καθετί που επιλέγουμε και καθετί που αποφεύγουμε στην υγεία του σώματος και την ηρεμία της ψυχής, αφού σε τούτο συνίσταται ο σκοπός της ευτυχισμένης ζωής. Για χάρη αυτού του στόχου κάνουμε ό,τι κάνουμε: για να μην αισθανόμαστε πόνο και να μη μας κυριεύει ο φόβος. Κι όταν κάποια στιγμή το κατορθώσουμε αυτό, αμέσως καταλαγιάζει όλη η θύελλα της ψυχής, αφού το ζωντανό πλάσμα δεν έχει πια ανάγκη να κατευθύνει τα βήματά του σε κάτι που του λείπει και να αναζητήσει κάτι με το οποίο θα ολοκληρώσει το καλό της ψυχής και του σώματος. Την ηδονή, βλέπεις, την χρειαζόμαστε όταν η στέρησή της μας προξενεί πόνο· όταν δεν αισθανόμαστε πόνο, δεν χρειαζόμαστε πια την ηδονή.

Αρχαίο κείμενο

[121] Ἐπίκουρος Μενοικεῖ χαίρειν.

[122] μήτε νέος τις ὢν μελλέτω φιλοσοφεῖν, μήτε γέρων ὑπάρχων κοπιάτω φιλοσοφῶν. οὔτε γὰρ ἄωρος οὐδείς ἐστιν οὔτε πάρωρος πρὸς τὸ κατὰ ψυχὴν ὑγιαῖνον. ὁ δὲ λέγων ἢ μήπω τοῦ φιλοσοφεῖν ὑπάρχειν ὥραν ἢ παρεληλυθέναι τὴν ὥραν, ὅμοιός ἐστιν τῷ λέγοντι πρὸς εὐδαιμονίαν ἢ μὴ παρεῖναι τὴν ὥραν ἢ μηκέτι εἶναι. ὥστε φιλοσοφητέον καὶ νέῳ καὶ γέροντι, τῷ μὲν ὅπως γηράσκων νεάζῃ τοῖς ἀγαθοῖς διὰ τὴν χάριν τῶν γεγονότων, τῷ δὲ ὅπως νέος ἅμα καὶ παλαιὸς ᾖ διὰ τὴν ἀφοβίαν τῶν μελλόντων· μελετᾶν οὖν χρὴ τὰ ποιοῦντα τὴν εὐδαιμονίαν, εἴπερ παρούσης μὲν αὐτῆς πάντα ἔχομεν, ἀπούσης δὲ πάντα πράττομεν εἰς τὸ ταύτην ἔχειν.

[123] ἃ δέ σοι συνεχῶς παρήγγελλον, ταῦτα καὶ πρᾶττε καὶ μελέτα, στοιχεῖα τοῦ καλῶς ζῆν ταῦτ᾽ εἶναι διαλαμβάνων. πρῶτον μὲν τὸν θεὸν ζῷον ἄφθαρτον καὶ μακάριον νομίζων, ὡς ἡ κοινὴ τοῦ θεοῦ νόησις ὑπεγράφη, μηθὲν μήτε τῆς ἀφθαρσίας ἀλλότριον μήτε τῆς μακαριότητος ἀνοίκειον αὐτῷ πρόσαπτε· πᾶν δὲ τὸ φυλάττειν αὐτοῦ δυνάμενον τὴν μετὰ ἀφθαρσίας μακαριότητα περὶ αὐτὸν δόξαζε. θεοὶ μὲν γὰρ εἰσίν· ἐναργὴς γὰρ αὐτῶν ἐστιν ἡ γνῶσις· οἵους δ᾽ αὐτοὺς ‹οἱ› πολλοὶ νομίζουσιν, οὐκ εἰσίν· οὐ γὰρ φυλάττουσιν αὐτοὺς οἵους νοοῦσιν. ἀσεβὴς δὲ οὐχ ὁ τοὺς τῶν πολλῶν θεοὺς ἀναιρῶν, ἀλλ᾽ ὁ τὰς τῶν πολλῶν δόξας θεοῖς προσάπτων.[124] οὐ γὰρ προλήψεις εἰσὶν ἀλλ᾽ ὑπολήψεις ψευδεῖς αἱ τῶν πολλῶν ὑπὲρ θεῶν ἀποφάσεις. ἔνθεν αἱ μέγισται βλάβαι ἐκ θεῶν ἐπάγονται καὶ ὠφέλειαι. ταῖς γὰρ ἰδίαις οἰκειούμενοι διὰ παντὸς ἀρεταῖς τοὺς ὁμοίους ἀποδέχονται, πᾶν τὸ μὴ τοιοῦτον ὡς ἀλλότριον νομίζοντες. 

Συνέθιζε δὲ ἐν τῷ νομίζειν μηδὲν πρὸς ἡμᾶς εἶναι τὸν θάνατον· ἐπεὶ πᾶν ἀγαθὸν καὶ κακὸν ἐν αἰσθήσει· στέρησις δέ ἐστιν αἰσθήσεως ὁ θάνατος. ὅθεν γνῶσις ὀρθὴ τοῦ μηθὲν εἶναι πρὸς ἡμᾶς τὸν θάνατον ἀπολαυστὸν ποιεῖ τὸ τῆς ζωῆς θνητόν, οὐκ ἄπειρον προστιθεῖσα χρόνον, ἀλλὰ τὸν τῆς ἀθανασίας ἀφελομένη πόθον. [125] οὐθὲν γάρ ἐστιν ἐν τῷ ζῆν δεινὸν τῷ κατειληφότι γνησίως τὸ μηδὲν ὑπάρχειν ἐν τῷ μὴ ζῆν δεινόν. ὥστε μάταιος ὁ λέγων δεδιέναι τὸν θάνατον οὐχ ὅτι λυπήσει παρών, ἀλλ᾽ ὅτι λυπεῖ μέλλων. ὃ γὰρ παρὸν οὐκ ἐνοχλεῖ, προσδοκώμενον κενῶς λυπεῖ. τὸ φρικωδέστατον οὖν τῶν κακῶν ὁ θάνατος οὐθὲν πρὸς ἡμᾶς, ἐπειδήπερ ὅταν μὲν ἡμεῖς ὦμεν, ὁ θάνατος οὐ πάρεστιν, ὅταν δὲ ὁ θάνατος παρῇ, τόθ᾽ ἡμεῖς οὐκ ἐσμέν. οὔτε οὖν πρὸς τοὺς ζῶντάς ἐστιν οὔτε πρὸς τοὺς τετελευτηκότας, ἐπειδήπερ περὶ οὓς μὲν οὐκ ἔστιν, οἳ δ᾽ οὐκέτι εἰσίν. ἀλλ᾽ οἱ πολλοὶ τὸν θάνατον ὁτὲ μὲν ὡς μέγιστον τῶν κακῶν φεύγουσιν, ὁτὲ δὲ ὡς ἀνάπαυσιν τῶν ἐν τῷ ζῆν ‹κακῶν αἱροῦνται. [126] ὁ δὲ σοφὸς οὔτε παραιτεῖται τὸ ζῆν› οὔτε φοβεῖται τὸ μὴ ζῆν· οὔτε γὰρ αὐτῷ προσίσταται τὸ ζῆν οὔτε δοξάζεται κακὸν εἶναί τι τὸ μὴ ζῆν. ὥσπερ δὲ τὸ σιτίον οὐ τὸ πλεῖστον πάντως ἀλλὰ τὸ ἥδιστον αἱρεῖται, οὕτω καὶ χρόνον οὐ τὸν μήκιστον ἀλλὰ τὸν ἥδιστον καρπίζεται. ὁ δὲ παραγγέλλων τὸν μὲν νέον καλῶς ζῆν, τὸν δὲ γέροντα καλῶς καταστρέφειν, εὐήθης ἐστὶν οὐ μόνον διὰ τὸ τῆς ζωῆς ἀσπαστόν, ἀλλὰ καὶ διὰ τὸ τὴν αὐτὴν εἶναι μελέτην τοῦ καλῶς ζῆν καὶ τοῦ καλῶς ἀποθνῄσκειν. πολὺ δὲ χείρων καὶ ὁ λέγων καλὸν μὴ φῦναι, 

φύντα δ᾽ ὅπως ὤκιστα πύλας Ἀίδαο περῆσαι.

[127] εἰ μὲν γὰρ πεποιθὼς τοῦτό φησιν, πῶς οὐκ ἀπέρχεται ἐκ τοῦ ζῆν; ἐν ἑτοίμῳ γὰρ αὐτῷ τοῦτ᾽ ἐστίν, εἴπερ ἦν βεβουλευμένον αὐτῷ βεβαίως· εἰ δὲ μωκώμενος, μάταιος ἐν τοῖς οὐκ ἐπιδεχομένοις. 

Μνημονευτέον δὲ ὡς τὸ μέλλον οὔτε πάντως ἡμέτερον οὔτε πάντως οὐχ ἡμέτερον, ἵνα μήτε πάντως προσμένωμεν ὡς ἐσόμενον μήτε ἀπελπίζωμεν ὡς πάντως οὐκ ἐσόμενον. 

Ἀναλογιστέον δὲ ὡς τῶν ἐπιθυμιῶν αἱ μέν εἰσι φυσικαί, αἱ δὲ κεναί, καὶ τῶνφυσικῶν αἱ μὲν ἀναγκαῖαι, αἱ δὲ φυσικαὶ μόνον· τῶν δὲ ἀναγκαίων αἱ μὲν πρὸς εὐδαιμονίαν εἰσὶν ἀναγκαῖαι, αἱ δὲ πρὸς τὴν τοῦ σώματος ἀοχλησίαν, αἱ δὲ πρὸς αὐτὸ τὸ ζῆν. [128] τούτων γὰρ ἀπλανὴς θεωρία πᾶσαν αἵρεσιν καὶ φυγὴν ἐπανάγειν οἶδεν ἐπὶ τὴν τοῦ σώματος ὑγίειαν καὶ τὴν τῆς ψυχῆς ἀταραξίαν, ἐπεὶ τοῦτο τοῦ μακαρίως ζῆν ἐστι τέλος. τούτου γὰρ χάριν πάντα πράττομεν, ὅπως μήτε ἀλγῶμεν μήτε ταρβῶμεν. ὅταν δὲ ἅπαξ τοῦτο περὶ ἡμᾶς γένηται, λύεται πᾶς ὁ τῆς ψυχῆς χειμών, οὐκ ἔχοντος τοῦ ζῴου βαδίζειν ὡς πρὸς ἐνδέον τι καὶ ζητεῖν ἕτερον ᾧ τὸ τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος ἀγαθὸν συμπληρώσεται. τότε γὰρ ἡδονῆς χρείαν ἔχομεν, ὅταν ἐκ τοῦ μὴ παρεῖναι τὴν ἡδονὴν ἀλγῶμεν· ‹ὅταν δὲ μὴ ἀλγῶμεν› οὐκέτι τῆς ἡδονῆς δεόμεθα.

(μετάφραση Νίκος Σκουτερόπουλος)
_________________

1 Επειδή ο θάνατος δεν θα του προκαλεί φόβο. Σύμφωνα με την "ατομική"θεωρία, που ασπάζεται ο Επίκουρος, η διάλυση των ατόμων, που συνεπάγεται ο θάνατος, σημαίνει ότι με το θάνατο παύει να υπάρχει αντιληπτική αίσθηση. Όπως δεν αντιλαμβανόμαστε οδυνηρά γεγονότα που συνέβησαν πριν από τη γέννησή μας, έτσι δεν αντιλαμβανόμαστε παρόμοια γεγονότα μετά το θάνατό μας.

2 Εννοείται ο ελεγειακός ποιητής του 7ου αι. π.Χ. Μίμνερμος.

3 Θέογνις, στ. 427-8.


πηγή: greek-language.gr 

ΠΛΩΤΙΝΟΣ - ΠΡΩΤΗ ΕΝΝΕΑΔΑ, ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΚΑΛΟΥ

$
0
0
                     

203. – Περὶ τοῦ καλοῦ 1, 6, 8-9


 Ο Πλωτίνος γεννήθηκε στη Νικόπολη της Αιγύπτου, δίδαξε ωστόσο φιλοσοφία στη Ρώμη. έγραψε σειρά πραγματειών, οι οποίες σχετίζονταν με τη διδασκαλία του και προορίζονταν κυρίως  για τους μαθητές του, ένας από τους οποίους, ο Πορφύριος, τις συγκέντρωσε και τις ταξινόμησε σε έξι Ἐννεάδες (= ομάδες των 9 πραγματειών). Ο Πλωτίνος θεωρείται ιδρυτής του Νεοπλατωνισμού, φιλοσοφικής τάσης με μεγάλη επίδραση, που θέλησε να ανανεώσει την πλατωνική σκέψη τονίζοντας τη μεταφυσική πλευρά της πλατωνικής φιλοσοφίας και ιδιαίτερα τη θεωρία των ιδεών (βλ. το Εισαγωγικό σημείωμα στο Κείμενο 134). Η πιο φημισμένη από τις πραγματείες του Πλωτίνου είναι η έκτη της πρώτης Ἐννεάδας,στην οποία συζητείται η έννοια του ωραίου. 

Κατά τον Πλωτίνο το ωραίο δεν αποτελεί ιδιότητα των αντικειμένων που οφείλεται στη συμμετρία ή άλλα χαρακτηριστικά τους, αλλά συνέπεια της βαθύτερης σχέσης που αυτά έχουν με τα ιδεατά τους πρότυπα. Στην ψυχή που αναγνωρίζει αυτή τη βαθύτερη σχέση δημιουργείται έρωτας προς τα ίδια τα ιδεατά πρότυπα ως σύνολο (το Ωραίο δεν είναι συνεπώς ανάμνηση μιας ιδιαίτερης Ιδέας αλλά όλων των Ιδεών). Η ψυχή ανάγεται από το "ωραίο"αντικείμενο στο νοητό του πρότυπο και από εκεί στην υπέρτατη αρχή που είναι το Αγαθό. Ο Πλωτίνος προτρέπει τον αναγνώστη να "απεκδυθεί"το σώμα και να δει με το "μάτι της ψυχής"το Ωραίο και το Αγαθό. Η δυνατότητα αυτή της θέασης επιτυγχάνεται μέσω της αρετής.

_______________

[8] «Ας φύγουμε για την αγαπημένη μας πατρίδα!»,1 να η πιο σωστή συμβουλή. -Ποιος είναι λοιπόν ο δρόμος της φυγής και πώς θα τον ακολουθήσουμε;-Θα ξανοιχτούμε,2 όπως -καθώς, αλληγορικά μου φαίνεται, λέει ο ποιητής- ο Οδυσσέας από τη μάγισσα Κίρκη ή την Καλυψώ, ο οποίος δεν αρκέστηκε να παραμείνει εκεί, παρ᾽ όλο που είχε ηδονές των ματιών και βρισκόταν ανάμεσα σε πολλή αισθητή ομορφιά. Η πατρίδα μας, απ᾽ όπου ήρθαμε, κι ο πατέρας μας είναι εκεί. - Ποια είναι λοιπόν η ρότα μας κι ο τρόπος για να φύγουμε; - Δεν χρειάζεται να περπατήσουμε· γιατί τα πόδια μάς πάνε μόνο στα διάφορα μέρη της γης, από χώρα σε χώρα. Ούτε χρειάζεται να φτιάξεις κανένα αμάξι με άλογα ή κάποιο θαλάσσιο μέσο, αλλά πρέπει να τα εγκαταλείψεις όλα αυτά και να μην τα βλέπεις· και «κλείνοντας τα μάτια» άλλαξε την όρασή σου και ξύπνα μιαν άλλη, που ενώ την έχουν όλοι, λίγοι τη χρησιμοποιούν.

[9] Τι λοιπόν βλέπει η εσωτερική εκείνη όραση; -Μόλις ξυπνήσει, δεν μπορεί καθόλου ν᾽ αντικρίσει τα λαμπρά όντα.3 Πρέπει λοιπόν πρώτα η ψυχή αυτή να συνηθίσει να διακρίνει τους ωραίους τρόπους ζωής· κατόπιν τα ωραία, έργα, όχι εκείνα που κατασκευάζουν οι τέχνες, αλλά αυτά που κάνουν οι λεγόμενοι αγαθοί άνδρες· κοίταξε μετά την ψυχή αυτών που κάνουν τα ωραία έργα.

-Πώς θα δεις τώρα τι ομορφιά έχει μια καλή ψυχή;- Αποσύρσου στον εαυτό σου και κοίτα· και αν δεις τον εαυτό σου να μην είναι ακόμη ωραίος, όπως ο δημιουργός του αγάλματος που πρέπει να γίνει ωραίο αφαιρεί, λαξεύει, λειαίνει και καθαρίζει μέχρις ότου φανεί πάνω στο άγαλμα ένα ωραίο πρόσωπο,4 έτσι και συ αφαίρεσε τα περιττά και ίσιωσε τα στραβά, και όσα είναι σκοτεινά κάνε τα να γίνουν λαμπρά καθαρίζοντάς τα, και μην πάψεις να σμιλεύεις το άγαλμά σου, έως ότου λάμψει πάνω του η θεόμορφη λαμπρότητα της αρετής, ώσπου να δεις «τη σωφροσύνη σε ιερό βάθρο ανεβασμένη». Αν έχει γίνει αυτό και το είδες, και ενώθηκες καθαρός με τον εαυτό σου, χωρίς ούτε τίποτα να σε εμποδίζει να γίνεις έτσι ενιαίος, ούτε να έχεις μαζί σου τίποτε άλλο αναμεμιγμένο μέσα σου, αλλά έχεις γίνει ο ίδιος ολόκληρος μόνο φως αληθινό, που ούτε σε μέγεθος μετριέται, ούτε σε κανένα σχήμα περικλείεται ώστε να ελαττωθεί, ούτε πάλι αυξάνει σε όγκο από έλλειψη ορίων, αλλά επεκτείνεται παντού απροσμέτρητο, ως κάτι μεγαλύτερο από κάθε μέτρο και ανώτερο από κάθε ποσό· αν δεις τον εαυτό σου να έχει γίνει αυτό, αφού θα έχεις γίνει πια όραση ο ίδιος,5έχοντας εμπιστοσύνη στον εαυτό σου, χωρίς να χρειάζεται να σου δείξει κανείς, εφόσον θα έχεις ήδη ανέβει, προσήλωσε το βλέμμα σου και κοίταξε. Διότι μόνον αυτό το μάτι βλέπει τη μεγάλη Ομορφιά. Ενώ αν κανείς προσπαθήσει να φτάσει στη θέαση αυτή με μάτια θολωμένα από τις κακίες και χωρίς να έχει καθαρθεί, ή όντας αδύναμος, μη μπορώντας από δειλία του να δει αυτά που είναι πολύ λαμπρά, δεν βλέπει τίποτα, έστω και αν κάποιος άλλος του δείξει πως αυτό που θα μπορούσε να δει βρίσκεται πλάι του. Γιατί αυτό που βλέπει είναι συγγενικό με αυτό που βλέπεται, και πρέπει να στραφεί στη θέασή του αφού πρώτα έχει γίνει όμοιο μ᾽ εκείνο. Αφού ποτέ κανένα μάτι δεν θα μπορούσε να δει τον ήλιο αν δεν ήταν ηλιόμορφο,6 ούτε η ψυχή μπορεί να δει το Ωραίο, αν δεν έχει πρώτα γίνει ωραία η ίδια.

Αρχαίο κείμενο:

[1.6.8] «φεύγωμεν δὴ φίλην ἐς πατρίδα», ἀληθέστερον ἄν τις παρακελεύοιτο. τίς οὖν ἡ φυγὴ καὶ πῶς; ἀναξόμεθα οἷον ἀπὸ μάγου Κίρκης, φησίν, ἢ Καλυψοῦς Ὀδυσσεύς —αἰνιττόμενος δοκεῖ μοι— μεῖναι οὐκ ἀρεσθείς, καίτοι ἔχων ἡδονὰς δι᾽ ὀμμάτων καὶ κάλλει πολλῷ αἰσθητῷ συνών. πατρὶς δὴ ἡμῖν, ὅθεν παρήλθομεν, καὶ πατὴρ ἐκεῖ. τίς οὖν ὁ στόλος καὶ ἡ φυγή; οὐ ποσὶ δεῖ διανύσαι· πανταχοῦ γὰρ φέρουσι πόδες ἐπὶ γῆν ἄλλην ἀπ᾽ ἄλλης· οὐδέ σε δεῖ ἵππων ὄχημα ἤ τι θαλάττιον παρασκευάσαι, ἀλλὰ ταῦτα πάντα ἀφεῖναι δεῖ καὶ μὴ βλέπειν, ἀλλ᾽ οἷον μύσαντα ὄψιν ἄλλην ἀλλάξασθαι καὶ ἀνεγεῖραι, ἣν ἔχει μὲν πᾶς, χρῶνται δὲ ὀλίγοι.

[1.6.9] τί οὖν ἐκείνη ἡ ἔνδον βλέπει; ἄρτι μὲν ἐγειρομένη οὐ πάνυ τὰ λαμπρὰδύναται βλέπειν. ἐθιστέον οὖν τὴν ψυχὴν αὐτὴν πρῶτον μὲν τὰ καλὰ βλέπειν ἐπιτηδεύματα· εἶτα ἔργα καλά, οὐχ ὅσα αἱ τέχναι ἐργάζονται, ἀλλ᾽ ὅσα οἱ ἄνδρες οἱ λεγόμενοι ἀγαθοί· εἶτα ψυχὴν ἴδε τῶν τὰ ἔργα τὰ καλὰ ἐργαζομένων. πῶς ἂν οὖν ἴδοις ψυχὴν ἀγαθὴν οἷον τὸ κάλλος ἔχει; ἄναγε ἐπὶ σαυτὸν καὶ ἴδε· κἂν μήπω σαυτὸν ἴδῃς καλόν, οἷα ποιητὴς ἀγάλματος, ὃ δεῖ καλὸν γενέσθαι, τὸ μὲν ἀφαιρεῖ, τὸ δὲ ἀπέξεσε, τὸ δὲ λεῖον, τὸ δὲ καθαρὸν ἐποίησεν, ἕως ἔδειξε καλὸν ἐπὶ τῷ ἀγάλματι πρόσωπον, οὕτω καὶ σὺ ἀφαίρει ὅσα περιττὰ καὶ ἀπεύθυνε ὅσα σκολιά, ὅσα σκοτεινὰ καθαίρων ἐργάζου εἶναι λαμπρὰ καὶ μὴ παύσῃ «τεκταίνων» τὸ σὸν «ἄγαλμα», ἕως ἂν ἐκλάμψειέ σοι τῆς ἀρετῆς ἡ θεοειδὴς ἀγλαΐα, ἕως ἂν ἴδῃς «σωφροσύνην ἐν ἁγνῷ βεβῶσαν βάθρῳ». εἰ γέγονας τοῦτο καὶ εἶδες αὐτὸ καὶ σαυτῷ καθαρὸς συνεγένου οὐδὲν ἔχων ἐμπόδιον πρὸς τὸ εἷς οὕτω γενέσθαι οὐδὲ σὺν αὐτῷ ἄλλο τι ἐντὸς μεμιγμένον ἔχων, ἀλλ᾽ ὅλος αὐτὸς φῶς ἀληθινὸν μόνον, οὐ μεγέθει μεμετρημένον οὐδὲ σχήματι εἰς ἐλάττωσιν περιγραφὲν οὐδ᾽ αὖ εἰς μέγεθος δι᾽ ἀπειρίας αὐξηθέν, ἀλλ᾽ ἀμέτρητον πανταχοῦ, ὡς ἂν μεῖζον παντὸς μέτρου καὶ παντὸς κρεῖσσον ποσοῦ· εἰ τοῦτο γενόμενον σαυτὸν ἴδοις, ὄψις ἤδη γενόμενος θαρσήσας περὶ σαυτῷ καὶ ἐνταῦθα ἤδη ἀναβεβηκὼς μηκέτι τοῦ δεικνύντος δεηθεὶς ἀτενίσας ἴδε· οὗτος γὰρ μόνος ὁ ὀφθαλμὸς τὸ μέγα κάλλος βλέπει· ἐὰν δὲ ἴῃ ἐπὶ τὴν θέαν λημῶν κακίαις καὶ οὐ κεκαθαρμένος ἢ ἀσθενής, ἀνανδρίᾳ οὐ δυνάμενος τὰ πάνυ λαμπρὰ βλέπειν, οὐδὲν βλέπει, κἂν ἄλλος δεικνύῃ παρὸν τὸ ὁραθῆναι δυνάμενον· τὸ γὰρ ὁρῶν πρὸς τὸ ὁρώμενον συγγενὲς καὶ ὅμοιον ποιησάμενον δεῖ ἐπιβάλλειν τῇ θέᾳ. οὐ γὰρ ἂν πώποτε εἶδεν ὀφθαλμὸς ἥλιον ἡλιοειδὴς μὴ γεγενημένος, οὐδὲ τὸ καλὸν ἂν ἴδοι ψυχὴ μὴ καλὴ γενομένη.

(μετάφραση Π. Καλλιγάς)
______
1 Λόγια με τα οποία απευθύνεται ο Αγαμέμνων στους Αχαιούς προτρέποντάς τους να σταματήσουν την πολιορκία της Τροίας και να επιστρέψουν στην πατρίδα τους (Ιλιάδα Β 140). Εδώ χρησιμοποιούνται μεταφορικά για να δηλωθεί ο μετά θάνατον νόστος της ψυχής στην αιώνια "πατρίδα"της. Αμέσως παρακάτω υπάρχουν απηχήσεις από την Οδύσσεια (ραψ. ι 29 κ.ε., κ 483-4), η οποία όσον αφορά επιμέρους επεισόδιά της αλλά προπαντός τον ίδιο τον νόστο τουΟδυσσέα ερμηνευόταν στην όψιμη αρχαιότητα συχνά με τρόπο αλληγορικό.

2 Το ρήμα ἀνάγομαι (πβ. και το ουσιαστικό ἀναγωγή), που χρησιμοποιείται στο πρωτότυπο, έχει στον Πλωτίνο συνήθως ειδική σημασία και δηλώνει την επάνοδο της ψυχής στο Αγαθό.

3 Η εικόνα προέρχεται από την "αλληγορία του σπηλαίου"στην Πολιτεία του Πλάτωνα (βλ. Κείμενο 134).

4 Παρομοίωση εμπνευσμένη από τον πλατωνικό Φαίδρο (252 d). Από τον ίδιο διάλογο δανείζεται ο Πλωτίνος παρακάτω και τη φράση: «τη σωφροσύνη σε ιερό βάθρο ανεβασμένη» (Φαίδρος 254 b7).

5 «Στην πορεία της προς το Αγαθό η ψυχή ταυτίζεται με το "μάτι"που προσβλέπει σ᾽ εκείνο» (Π. Καλλιγάς).

6 Η απόφανση του Πλωτίνου προϋποθέτει δύο αντιλήψεις της αρχαιότητας που δεν είναι σε μας οικείες: (α) Το όμοιο αναγνωρίζεται από το όμοιο. (β) Η διαδικασία της όρασης στηρίζεται όχι μόνο στην πρόσληψη αλλά και στην εκπομπή φωτός προς τα αντικείμενα από το μάτι.

πηγή: greek-language.gr

Η ΥΠΕΡΤΑΤΗ ΑΛΗΘΕΙΑ

$
0
0

             Η Αθηνά και ο Διοκλής


Καθώς εκπίπτει η ανθρώπινη ψυχή στον κόσμο της γένεσης, η λήθη κατακλύζει το είναι της. Η πορεία από τη ΛΗΘΗ προς την Α-ΛΗΘΕΙΑ, προς το ΦΩΣ, προς το ΑΓΑΘΟΝ είναι το ταξίδι που πρέπει να διανύσει η ψυχή για να εισέλθει στα Ολύμπια Πεδία και να ενωθεί με το θείον. Και αυτή η πορεία απαιτεί την απομάκρυνση του "πέπλου"μέσω της φιλοσοφίας και της άσκησης της αρετής. Αν δεν συλλάβει ο νους την ΑΛΗΘΕΙΑ, δε θα αντικρίσει το ΚΑΛΛΟΣ και δε θα βιώσει την μακαριότητα στους κόλπους του ΑΓΑΘΟΥ ΟΝΤΟΣ.

Σχετικά με την Υπέρτατη Αλήθεια παρατίθεται παρακάτω απόσπασμα αρχαίου κειμένου σε νεοελληνική απόδοση:


[  Η νύχτα σκόρπιζε τη γαλήνη της πάνω στην πόλη των Αθηνών. Μόνο ο νεαρός Διοκλής αγρυπνούσε. Πλανιόταν ανήσυχος στους κήπους του Ακάδημου, στάθηκε μπρος στο άγαλμα της Παλλάδος Αθηνάς, και ψιθύρισε: 


- Δέσποινά μου γνώρισε μου την ύπατη Αλήθεια, την αλήθεια των αληθειών, την ψυχή κάθε πράγματος για να προσφέρω σ’ αυτήν θυσία την Ζωή μου. Απ’ την ψυχή του σε κατάσταση έκστασης ανέβαινε η ικεσία του. 

   Και ακούστηκε η απάντηση:

- Διοκλή, Διοκλή, θέλεις να γνωρίσεις την υπέρτατη αλήθεια, την μόνη εκείνη που είναι η ψυχή του κόσμου και η ουσία όλων των πραγμάτων. Μάθε πως ως τώρα κανείς από τους απόγονους του 

Δευκαλίωνα δεν την είδε χωρίς τους πέπλους που την κρύβουν αιωνίως απ’ τα μάτια των ανθρώπων. Ίσως πληρώσεις ακριβά την παράτολμη επιθυμία σου. Είμαι πρόθυμη να σε βοηθήσω, αν χάριν της Αλήθειας απαρνηθείς τα πάντα, κι αυτή τη δόξα που είναι το υπέρτατο δώρο των Θεών.


- Δέχομαι, είπε ο Διοκλής.


- Όμως δεν θα την δεις αμέσως. Κάθε τόσο, μια νύχτα σαν την σημερινή θα σε φέρνω κοντά της. Σε κάθε εμφάνιση της θ’ αφαιρείς έναν πέπλο της και θα το ρίχνεις πίσω σου.


- Έτσι κι’ έγινε. Μια νύχτα πήρε η θεά της σοφίας τον Διοκλή και πέταξε πάνω σ’ ένα άγνωστο βουνό που άγγιζε τον ουρανό. Στην κορυφή του διέκρινε ο Διοκλής μια μορφή σκεπασμένη με τόσο πολλούς και πυκνούς πέπλους ώστε δεν διακρινόταν καθόλου. Μόνο μια αλλόκοτη και μυστηριώδης λάμψη ακτινοβολούσε ελαφρά γύρω της.


- Να η Αλήθεια, είπε η Αθηνά. Βλέπεις ότι οι ακτίνες της χύνουν φως και μέσα απ’ τους πέπλους της. Την ασθενή αυτή λάμψη της ατενίζουν στη γη τα μάτια των σοφών.


  Με την προτροπή της Θεάς ο Διοκλής τράβηξε ένα πέπλο και τον έριξε πίσω του. Περισσότερο φως ακτινοβόλησε στα μάτια του. Κι’ άλλη μια τέτοια νύχτα, άλλος πέπλος ξέφυγε απ’ τα χέρια του, ενώ η αλήθεια φωτίστηκε λαμπρότερη μπροστά του. Κι’ άλλες φορές, άλλους πέπλους, ατενίζοντας την Αλήθεια, τράβηξε απ’ το σώμα της. Ο Διοκλής γερνούσε και γινότανε όλο και σοφότερος. Τον θαύμαζαν οι συμπολίτες του. Του πρότειναν να γίνει στρατηγός τους να τους προστατεύει απ’ τους εχθρούς τους. Δεν δέχθηκε και είπε: « ο πιο επίμονος εχθρός σας είναι ο εαυτός σας, (ο εγωισμός μας και οι πλάνες μας). Ήρθε τέλος η νύχτα που η Θεά τον πήρε για τελευταία φορά στο βουνό και τον απόθεσε αντίκρυ στην Αλήθεια.


- Κοίταξε, του είπε, οι πέπλοι που πετούσες πίσω σου, ήταν οι πόθοι κι οι ελπίδες σου που έφευγαν.


  Πλησίασε ο Διοκλής την ακτινοβόλα μορφή. Η λάμψη της έκανε να τρέμουν τα βλέφαρα του. Με τα γεροντικά του χέρια τράβηξε τον τελευταίο πέπλο. Σαν από κεραυνό κτυπήθηκαν τα μάτια του γέροντα.


- Αθηνά, Αθηνά. Τίποτα δεν είναι, κάτω απ’ τον πέπλο και δεν βλέπω πια!


  Κι’ η Θεά απάντησε:


- Η λάμψη της σου τύφλωσε τα μάτια και η τελευταία πλάνη σου ότι θνητός άνθρωπος μπορεί ν’ ατενίσει την αλήθεια γυμνή πέταξε μακριά.


- Δέσποινα, αφού πια δεν θα μπορέσω να ατενίσω την υπέρτατη αλήθεια, στείλε μου τουλάχιστον τον ελευθερωτή θάνατο.


Τον σπλαχνίστηκε η Θεά και του είπε με γλυκύτητα:


- Σου τον στέλνω Διοκλή και μαζί του σου στέλνω μια τελευταία ελπίδα. Όταν ο θάνατος σου φέρει την γαλήνη, θα μπορέσεις να ατενίσεις τη λάμψη εκείνη που τύφλωσε τα μάτια σου όταν ζούσες.]

Το πιο πάνω θαυμάσιο κείμενο αποδεικνύει περίτρανα πως οι πέπλοι που σκοτίζουν την Αλήθεια είναι οι πλάνες μας, δηλαδή οι ψευδείς δοξασίες και τα πάθη μας. Αυτά μας εμποδίζουν να εισέλθουμε στο ιερό της Αλήθειας ας και να αντικρίσουμε το άπλετο φως Της.


Είθε φίλοι μου να απαλλαγούμε από αυτά τα καλύμματα (τις πλάνες μας) και να αντικρίσουμε το ΦΩΣ της υπέρτατης αλήθειας!


_____________________

Οι περισσότεροι άνθρωποι νομίζουν ότι γνωρίζουν την αλήθεια. Η αλήθεια όμως δεν αποκαλύπτεται αλλά αργά και σταθερά μέσω της φιλοσοφίας ανακαλύπτεται και "οικοδομείται"μέσα μας. Γιατί η ανθρώπινη νοητική ψυχή μας εγκλείει μέσα της ολόκληρη την αλήθεια για το όλον. Είναι ένα ψήγμα, ένα μέρισμα του Όντος. Η αρχαία ελληνική γραμματεία και παράδοση κρύβει ολόκληρη την αλήθεια. Έχουμε συνειδητοποιήσει ότι έχουμε υιοθετήσει την εβραϊκή παράδοση που βλέπει γραμμικά την ιστορία και δεν συνάδει καθόλου με την ίδια την επιστήμη και συλλαμβάνει μόνο το μαύρο και το άσπρο θέτοντας ως πρώτιστες προτεραιότητες τον φόβο, τον αντιδημοκρατικό τρόπο σκέψης και την μισαλλοδοξία; Οι αρχές της ελληνικής φιλοσοφίας και κοσμοθέασης αντίθετα  όχι μόνο έχουν επιστημονικό υπόβαθρο αλλά και συλλαμβάνουν καθολικά και πανανθρώπινα την αντίληψη για την λειτουργία του κόσμου και των όντων (σπειροειδής-κυκλική). Τα διασωθέντα ελληνικά έργα της αρχαίας γραμματείας αποτελούν σχεδόν το 1,5% με 2 % του συνόλου της ελληνικής γραμματείας μας!!!! Μπορούμε να διανοηθούμε ποιο θα ήταν το πνευματικό επίπεδο του σύγχρονου ανθρώπου αν είχε διασωθεί το σύνολο των κλασικών ελληνικών κειμένων;  

πηγή: autochtonesellhnes.blogspot.gr 

ΛΟΓΙΚΟΣ ΘΕΤΙΚΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΗ

$
0
0



Παραδοσιακά στις φυσικές επιστήμες η κυρίαρχη τριάδα είναι η Φυσική, η Χημεία και η Βιολογία. Στη συστημική αυτή κατάταξη, η οποία βασίζεται στην αυξανόμενη συνθετότητα του αντικειμένου διερεύνησης – και περιλαμβάνει ακόμη την Ανθρωπολογία και τις Κοινωνικές Επιστήμες -, η Φυσική καταλαμβάνει τη βάση της ιεραρχίας. Αυτό έγκειται στο αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι το αντικείμενο της σχετίζεται με τη μελέτη της φύσης και των φυσικών φαινομένων. Οι άλλες επιστήμες μπορεί να αντιπροσωπεύουν υψηλότερα επίπεδα πολυπλοκότητας, θεωρούνται όμως «υποδεέστερες», από την άποψη ότι βρίσκονται μακρύτερα από τη στοιχειώδη μορφή ή ουσία της ύλης.

H παραπάνω κατάταξη αντανακλά στην ουσία ένα φιλοσοφικό δόγμα, που γενικά επικρατεί, σύμφωνα με το οποίο ολόκληρο το Σύμπαν μπορεί να αναχθεί σε θεμελιώδεις αρχές. Επιστημολογικά όλα τα φαινόμενα, σε ένα τελικό επίπεδο αναγωγής, μπορούν να ερμηνευτούν πλήρως με τους νόμους της Φυσικής.
Οι φυσικές επιστήμες αποτέλεσαν από τη γέννηση τους ένα ακέραιο τμήμα της Φιλοσοφίας και στην ουσία δεν διαχωρίστηκαν ποτέ από αυτή. Μάλιστα η θεωρητική Φυσική, στα τέλη του 19ου αιώνα, περιγραφόταν ακόμη ως Φιλοσοφία της φύσης, ή Φυσική Φιλοσοφία, σε διάκριση από τους δύο άλλους κύριους κλάδους της Φιλοσοφίας των Ιδεών, την Ηθική Φιλοσοφία και τη Μεταφυσική.
H Φιλοσοφία των Επιστημών, ως μελέτη των δεδομένων της επιστημονικής διερεύνησης και της εγκυρότητας των επιστημονικών θεωριών μέσα από μια φιλοσοφική προοπτική, αναγνωρίστηκε σαν ξεχωριστός επιστημολογικός κλάδος μόνο κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα, με την εντεινόμενη εξειδίκευση και τον επαγγελματικό διαχωρισμό των επιστημών.
Επιστημολογικά η Φυσική αντιμετωπιζόταν ανέκαθεν ως θετική επιστήμη με έμφαση στη μελέτη της λογικής δομής της. Το τελευταίο σημαίνει ότι κατά κανόνα το ενδιαφέρον περιοριζόταν σε νόμους που εκφράζονταν με μαθηματικοποιημένες σχέσεις φυσικών μεγεθών, καθώς και σε θεωρίες με αξιωματική ισχύ. Άλλωστε, με φιλοσοφικούς όρους, η Φυσική κλίνει περισσότερο προς έναν φυσικό επιστημονικό Ρεαλισμό, ο οποίος προσβλέπει στην παραγωγή αυστηρών νόμων καθολικής ισχύος. H Φυσική είναι κατά βάση μια εικοτολογική – υποθετική επιστήμη, που επιδιώκοντας την ερμηνεία της φύσης αποτέλεσε εξαρχής έναν βασικά θεωρητικό κλάδο. Στην επιστήμη μας, το πείραμα, ως τυπική επιστημονική μέθοδος, εισήχθη σχετικά πρόσφατα -τον 17ο αιώνα, κυρίως με τον Γαλιλαίο- και ανέκαθεν έπαιζε δευτερεύοντα ρόλο, ο οποίος περιοριζόταν στη διαμόρφωση και επαλήθευση της θεωρίας.

Νεοθετικισμός ή Λογικός Θετικισμός


Βασικά ο Θετικισμός είναι ένα επιστημονικό φιλοσοφικό δόγμα το οποίο υποστηρίζει πως μία πρόταση ή ένας φυσικός νόμος είναι αληθής μόνο όταν είναι λογικά επαληθεύσιμος (Λογική). Η επαλήθευση θα πρέπει να είναι κατ’ ανάγκην έμμεση, δηλαδή μία πρόταση είναι αληθής μόνο όταν αν, συνδυαζόμενη με κάποια άλλη αληθή πρόταση, δίνει αληθή συμπεράσματα.
Από τη δεκαετία του ’20 έως και τη δεκαετία του ’60, στη Φιλοσοφία των Επιστημών κυριαρχούσε ο λογικός Θετικισμός ή Νεοθετικισμός, ένα φιλοσοφικό κίνημα με αντικείμενο την έρευνα της επιστημονικής σκέψης και των λογικών βάσεων της, που συγκέντρωνε το ενδιαφέρον του στην ανάλυση της επιστημονικής γλώσσας και στην αναζήτηση του ακριβούς νοήματος, παραμερίζοντας οποιεσδήποτε μεταφυσικές θεωρήσεις.
O Νεοθετικισμός, που διακήρυττε ότι χαράζει έναν τρίτο δρόμο ανάμεσα στον Ιδεαλισμό και στον Υλισμό, εκφράστηκε κυρίως μέσα από τη Φιλοσοφία της Φυσικής καθώς η ανάπτυξη του συνέπεσε σε μεγάλο βαθμό με την επανάσταση στη σύγχρονη Φυσική και κυρίως με αυτή, ενώ οι άλλες θετικές επιστήμες, και ιδιαίτερα η Χημεία, αγνοήθηκαν σε βαθμό δυσανάλογα μεγάλο με την προσφορά τους.
Με την ευρεία έννοια ο λογικός θετικισμός μπορεί να θεωρηθεί συνώνυμο του νεοθετικισμού. Συγκροτήθηκε ως δέσμη ερευνητικών προγραμμάτων με τον «Κύκλο της Βιέννης» (Ρ. Κάρναπ, Ο Νόυρατ. Φ. Φρανκ, Γ.Φέιγκλ, Χ. Ράιχενμπαχ κ.ά.) και διαδίδεται σε ευρεία κλίμακα στα τέλη της δεκαετίας του 1920 – αρχές της δεκαετίας του 1930, ενώ από τα τέλη της δεκαετίας του 1930 το κέντρο του μετατίθεται στις ΗΠΑ, όπου με ορισμένες τροποποιήσεις διαδίδεται ως λογικός εμπειρισμός.
Ανάμεσα στα μέλη του τα διασημότερα εκτός από τον «αρχηγό» – Γερμανό φυσικό και εμπειριστή φιλόσοφο – Moritz Schlick, ο οποίος την εποχή του Μανιφέστου (1929) ήταν 47 ετών, ήταν ο Γερμανός φυσικός, μαθηματικός και φιλόσοφος Rudolf Carnap 38 ετών, με σημαντική συνεισφορά στη μαθηματική Λογική, στη θεωρία των Πιθανοτήτων και στη Φιλοσοφία των Επιστημών, ο Kurt Gödel 23 ετών, ο Friedrich Waismann 33 ετών, ο οικονομολόγος και κοινωνιολόγος Otto Neurath 47 ετών,  ο Hans Hahn 50 ετών, ο φυσικός Philip Frank 45 ετών ενώ οι περισσότεροι ήταν Εβραϊκής καταγωγής ή μαρξιστές ή και τα δύο. Επίσης, οι μαθηματικοί Χανς Χαν, Ρίχαρντ φον Μίζες και αργότερα ο Κουρτ Γκέντελ (Kurt Godel, 1906-1978).
Στον κύκλο συμμετείχαν οικονομολόγοι, κοινωνικοί επιστήμονες, μαθηματικοί, θεωρητικοί της Λογικής, φυσικοί καθώς και φιλόσοφοι.
H Σχολή αυτή ήταν επηρεασμένη από την «επιστημονική κοσμοαντίληψη» του Ερνστ Μαχ και ουσιαστικά προσπάθησε να ανανεώσει τη θετικιστική Φιλοσοφία δίνοντας σε αυτήν επιστημονική μορφή. Προσπάθησε, δηλαδή, να εισαγάγει στη φιλοσοφική έρευνα την ακρίβεια και την εγκυρότητα που διακρίνει τις θετικές επιστήμες.
O Κύκλος της Βιέννης αφενός μεν υποστήριξε τη μαθηματική Λογική, αφετέρου δε υπερτόνισε την αξία της εμπειρίας για την επιστημονική γνώση, ενώ προσπάθησε να πραγματοποιήσει την ενότητα των επιστημών με την ενοποίηση των επιστημονικών όρων. Απέρριπτε την παραδοσιακή Μεταφυσική ως πηγή απαντήσεων χωρίς νόημα σε ανύπαρκτα προβλήματα!
Σκοπός της Φιλοσοφίας, υποστήριζαν οι οπαδοί του Κύκλου της Βιέννης, είναι η λογική διευκρίνιση των σκέψεων και μοναδική πηγή της είναι αυτό που μπορεί να παρατηρηθεί επιστημονικά. Έτσι, η επαλήθευση μιας πρότασης μπορεί να γίνει μόνο με το πείραμα και τις μετρήσεις, ουσιαστικά δηλαδή με τις αισθήσεις μας. Άρα το μοναδικό είδος έγκυρης γνώσης είναι αυτό που προέρχεται από επιστήμες όπου κυριαρχεί το πείραμα, η παρατήρηση και οι μετρήσεις, επομένως μόνο από τον χώρο των θετικών επιστημών.
Ο Ludwig Wittgenstein, τότε 48 ετών, ήταν επίτιμο μέλος της ομάδας και εθεωρείτο ο πνευματικός της καθοδηγητής παρόλο που ο ίδιος δεν συμμετείχε ούτε αποδεχόταν την τιμητική διάκριση.
Αυτό που τους ένωνε ιδεολογικά ήταν η πίστη τους στην εφαρμογή επιστημονικών μεθόδων. Η φιλοσοφία, πίστευαν μπορεί να ωφεληθεί όσο κανένας άλλος τομέας από την υιοθέτηση μιας αυστηρής λογικής.
Εδώ διέφεραν από τους συναδέλφους τους του Cambridge στην Αγγλία, το οποίο αποτελούσε, τότε, την άλλη φιλοσοφική πρωτεύουσα του Κόσμου. Εκείνοι πίστευαν ότι η οι επιστήμες έπρεπε να πάρουν μαθήματα από τη φιλοσοφία. Στην μεν Βιέννη έβλεπαν τη φιλοσοφία σαν αιμοδιψές παράσιτο στη δε Αγγλία σαν θεραπευτική βδέλλα
Ο πραγματικός εχθρός δεν ήταν όμως το Cambridge. Ήταν ο γερμανικός ιδεαλισμός. Αυτός έδινε προτεραιότητα στη νόηση και στο πνεύμα έναντι της φυσικής και της λογικής
Στο μανιφέστο του 1929 του Κύκλου της Βιέννης τρία ονόματα αναφέρονται ως πατέρες του κινήματος.
Ο Αϊνστάιν ήταν το πιο φωτεινό αστέρι του επιστημονικού διαφωτισμού. Οι περιγραφές του για τον χώρο και τον χρόνο φαίνονταν να ανατρέπουν τον ισχυρισμό του Καντ ότι ορισμένα πράγματα για τον Κόσμο τα ανακαλύπτουμε απλά και μόνο συλλαμβάνοντάς τα με τον νου μας, με τη διαίσθησή μας χωρίς να κουνηθούμε ένα βήμα από την πολυθρόνα μας.
Ο Μπέρτραντ Ράσελ ήταν το δεύτερο όνομα στο τιμητικό πάνθεον του Κύκλου. Στον Ράσελ εκτιμούσαν ότι το ότι υποστήριξε με πάθος τον εμπειρισμό, τη θεωρία που λέει ότι όλη η γνώση μας για τον κόσμο προέρχεται από την εμπειρία. Θαύμαζαν επίσης την πρωτοποριακή του εφαρμογή της Λογικής στα μαθηματικά και στη γλώσσα.
Ο Λογικός Θετικισμός υπήρξε πριν απ’ όλα ένα κίνημα που μιλούσε στο όνομα της ακρίβειας και της προόδου στις επιστήμες. Σκοπός του ήταν να δανειστεί τη Μέθοδο που είχε στηρίξει τόσο καλά την επιστήμη και να αποστάξει στην ουσία της.
Και αυτό όχι μόνο για να εξυγιάνει την ίδια την επιστήμη από τη ροπή της προς τη μυστικιστική ασάφεια και τη Μεταφυσική αλλά και για να εξυγιάνει όλους τους τομείς της διανόησης.
Επηρεασμένοι από το πνεύμα που κυριαρχούσε στη Βιέννη εκείνη την εποχή οι στοχαστές του Κύκλου θέλησαν να θάψουν όσο πιο γρήγορα μπορούσαν τα κατάλοιπα των παλιών ιδεών και αναστήσουν στη θέση τους ένα σύστημα με υγιή θεμέλια βασισμένα στις εμπειρικές επιστήμες
Ένας λόγος για τον οποίο ο Κύκλος της Βιέννης ασκούσε ιδιαίτερη γοητεία στον κόσμο της φιλοσοφίας ήταν ότι πρότεινε το θεμελιακό αξίωμα : « Υπάρχουν δύο τύποι έγκυρων προτάσεων.
Πρώτον οι προτάσεις που είναι δυνατόν να χαρακτηριστούν αληθείς ή ψευδείς με κριτήριο το νόημα των λέξεων που χρησιμοποιούν   Η σχέση λόγου χάρη «2+2 = 4» ή λογικές συνεπαγωγές του τύπου «Όλοι οι άνθρωποι είναι θνητοί, ο Σωκράτης είναι άνθρωπος άρα ο Σωκράτης είναι θνητός».
Δεύτερον, έγκυρες προτάσεις είναι οι εμπειρικές προτάσεις που επιδέχονται διαδικασίες εμπειρικής εξακρίβωσης.   «Το νερό βράζει στους 1000» ή  «η Γη είναι επίπεδη».
Όλες οι άλλες προτάσεις είναι κυριολεκτικά χωρίς νόημα. Από τη στιγμή που δεν μπορούμε να επαληθεύσουμε εμπειρικά την ύπαρξη ή ανυπαρξία του Θεού κάθε ισχυρισμός θρησκευτικού περιεχομένου ήταν από διανοητική άποψη χωρίς νόημα. Δηλώσεις όπως «το να σκοτώσεις είναι κακό πράγμα» «πρέπει κανείς να είναι πάντα ειλικρινής» « ο Πικάσο είναι καλύτερος ζωγράφος από τον Μονέ» πρέπει να αντιμετωπίζονται ως εκφράσεις προσωπικών κρίσεων ως ισοδύναμες δηλαδή με τις προτάσεις «δεν εγκρίνω τον φόνο» « κατά την άποψή μου οι άνθρωποι πρέπει πάντα να λένε την αλήθεια» , «προτιμώ τον Πικάσο από τον Μονέ» .

Ο Κύκλος της Βιέννης και ο Ludwig Wittgenstein

Εκείνος όμως για τον οποίο το κίνημα έτρεφε βαθύτατο σεβασμό ήταν ο Λούντβιχ Βιτγκενστάιν. Η έντονη λατρεία στον Βιτγκενστάιν άρχισε όμως να υποχωρεί μετά το 1930.
Η ισχυρή προσωπικότητα του Wittgenstein και οι μεταρρυθμιστικές ιδέες  του για τη φιλοσοφία, η σφοδρότητα της εκστρατείας του να απαλλάξει τους συγχρόνους του από προσχηματισμένες παραδοχές έδωσαν νέα μορφή στον ευρωπαϊκό στοχασμό.
Πολλοί από τους υποστηρικτές του Λογικού Θετικισμού θεώρησαν ότι το έργο Tractatus του Wittgenstein ήταν το « δικό τους» βιβλίο, το έργο που τους δικαίωνε. Βασιζόμενοι μάλιστα σε αυτό είχαν οδηγηθεί στην ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΕΠΑΛΗΘΕΥΣΙΜΟΤΗΤΑΣ την οποία οφείλει κανείς να χρησιμοποιήσει για να κρίνει εάν μία πρόταση είναι επιστημονική.
Η ερμηνεία όμως που είχαν αποδώσει στα γραφόμενα στο Tractatus είναι συζητήσιμη. Ο Wittgenstein είχε χωρίσει τις προτάσεις σε εκείνες που μπορούμε να διατυπώσουμε και σε εκείνες για τις οποίες πρέπει να σιωπούμε.
Στην πρώτη κατηγορία ανήκαν οι ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΕΣ, στη δεύτερη οι ΗΘΙΚΕΣ.
Αυτό που παρανόησαν τα μέλη του Κύκλου ήταν ότι ο Wittgenstein δεν πίστευε ότι « το άρρητο  είναι ανοησία ».
Αντίθετα θεωρούσε ότι «τα πράγματα για τα οποία δεν μπορούμε να μιλήσουμε έχουν ιδιαίτερη σημασία»
Τα μέλη του Κύκλου ήταν άνθρωποι επιστήμονες που απέρριπταν τη μεταφυσική, την ηθικολογία και την πνευματικότητα. Αρχικά πίστεψαν ότι το Tractatus  εξέφραζε την ίδια αντίληψη. Λίγα χρόνια μετά βρέθηκαν μπροστά σε έναν άνθρωπο που απήγγειλε ποίηση και ήταν κατά το ήμισυ μυστικιστής.
O Νεοθετικισμός καλλιεργήθηκε αρχικά στη Βιέννη, γι΄ αυτό έγινε γνωστός και καθιερώθηκε ως ο Κύκλος της Βιέννης. Ωστόσο, μετά την επικράτηση του Ναζισμού στη Γερμανία και στη συνέχεια στην Αυστρία, οι εκπρόσωποι του -από τους οποίους οι περισσότεροι ήταν Εβραίοι- κατέφυγαν σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες και στις ΗΠΑ. Εξ αυτού του γεγονότος έγιναν οι ζωντανοί φορείς της ευρύτερης διάδοσης του Νεοθετικισμού σε όλο τον κόσμο.

Ο Κύκλος και ο Karl Popper

Ο Karl Popper  Βιεννέζος κι αυτός με εβραϊκή καταγωγή, τότε δηλαδή το 1929,  27 ετών,  ποτέ δεν πήρε μέρος στις εβδομαδιαίες συζητήσεις του Κύκλου. Ο ίδιος αργότερα εξομολογείται ότι ποτέ δεν έγινε μέλος του Κύκλου.
Το πρώτο του μεγάλο έργο Logik der Forschhung ( Η Λογική της επιστημονικής ανακάλυψης ) που εκδόθηκε το 1934 ήταν εξίσου αξιόλογο με τα έργα των μελών του Κύκλου.
Γιατί άραγε ο Κύκλος αγνόησε τον νέο αυτό Βιεννέζο στοχαστή ;
Μια απάντηση θα μπορούσε  να είναι ότι «αυτό συνέβη επειδή έτσι το θέλησε ο Moritz Schlick» και ο Schlick δεν εκτιμούσε τον Popper.
Πιο καθοριστικός παράγων όμως πρέπει να είναι η βαθύτατη αντιπάθεια του Popper για τον τότε γκουρού του Schlick – αλλά και των περισσότερων μελών- , τον Ludwig Wittgenstein. Η περιφρόνηση του νεαρού τότε Popper στο έργο του Wittgenstein είχε εκφραστεί και δημόσια λίγα χρόνια αργότερα το έτος δηλαδή 1932 σε μία τρικυμιώδη συνάντηση που έγινε μπροστά σε ευρύτερο κοινό. Τον κατηγορούσε ότι συμπεριφερόταν όπως η Καθολική Εκκλησία, απαγορεύοντας κάθε συζήτηση πάνω στα ζητήματα στα οποία ο ίδιος δεν είχε να δώσει απαντήσεις.
Σε όλη την υπόλοιπη ζωή του  αναφερόταν στον Κύκλο της Βιέννης τονίζοντας τη φιλοσοφική απόσταση που τον χώριζε από αυτόν.
Στη θέση της ΕΠΑΛΗΘΕΥΣΙΜΟΤΗΤΑΣ εκείνος πρότεινε τη ΔΙΑΨΕΥΣΙΜΟΤΗΤΑ ως κριτήριο για το « ΕΑΝ ΜΙΑ ΠΡΟΤΑΣΗ ΕΙΝΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ»
Και η άποψή του ήταν ιδιαίτερα σοβαρή και εμπεριστατωμένη.
Κανένας αριθμός πειραμάτων δεν μπορεί να αποδείξει την ορθότητα μιας θεωρίας όπως ότι ο ήλιος θα ανατέλλει πάντοτε, εφόσον όσες φορές και να ανατείλει ο ήλιος δεν υπάρχει τίποτε που να αποκλείει ότι κάποια μέρα στο μέλλον δεν θα φανεί. Αντίθετα, ένα μόνο αρνητικό εμπειρικό δεδομένο αρκεί για αποδείξει ότι μια θεωρία είναι εσφαλμένη.
Μία θεωρία μπορεί να θεωρηθεί ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ εφόσον είναι ανοικτή στη ΔΙΑΨΕΥΣΗ της.
Οι φιλόσοφοι δηλαδή του ρεύματος αυτού προσπάθησαν να βάλουν ορισμένα κριτήρια για την επαληθευσιμότητα ή μη των προτάσεων όπως αυτές που λες (μαγεία, θαύματα, θεός κτλ), με αντικειμενικό σκοπό την κατάργηση της μεταφυσικής και του μυστικισμού.
Προς τα τέλη της δεκαετίας του 1930 ο λογικός θετικισμός επιχειρεί σχετική άμβλυνση ορισμένων από τα αρχικά του δόγματα, την οποία προβάλλει αργότερα ως ανάπτυξη και φιλελευθεροποίηση. Αντικαθιστά λόγου χάρη την αρχή της αναγωγιμότητας της επιστημονικής γνώσης στα εμπειρικά δεδομένα με την αρχή της δυνατότητας εμπειρικής ερμηνείας του συστήματος, την αξίωση της πλήρους επαληθευσιμότητας με τον όρο της δυνατότητας μερικής έμμεσης επιβεβαιωσιμότητας.

Κριτικές του λογικού Θετικισμού


O λογικός Θετικισμός, που έτσι τον ονόμασαν, το 1931, ο Α.Ε. Μπλούμπεργκ (Α.Ε. Blumberg) και ο φιλόσοφος της Επιστήμης στη Μινεσότα Χέρμπερτ Φάιγκλ (Herbert Feigl), όπως ήταν επόμενο, υπεβλήθη εξαρχής σε σοβαρές κριτικές. Οι πιο πρόσφατες αφορούν τις απόψεις των λογικών εμπειριστών για τη φύση της επιστημονικής ερμηνείας, σχετικά με το ότι τα πράγματα δεν είναι πάντοτε τόσο απλά όσο πιστεύουμε ή νομίζουμε πως είναι.
H μεγαλύτερη προσοχή που δόθηκε στην ιστορία των επιστημονικών θεωριών δείχνει ορισμένα χάσματα στα εννοιολογικά συστήματα των επιστημών. Για παράδειγμα, ο σημαντικός ρόλος των πιθανολογικών ερμηνειών στις περισσότερες επιστήμες δέχεται σήμερα όλο και πιο εκλεπτυσμένες αναλύσεις.
Σπουδαίοι φυσικοί, με στιβαρό φιλοσοφικό λόγο, όπως ο Νηλς Μπορ, ο Έρβιν Σρέντινγκερ, ο Βέρνερ Χάιζενμπεργκ και πολλοί άλλοι, υποδεικνύουν με το συνολικό έργο τους ότι δεν υπάρχει ντε και καλά κάποια συστηματική οδός ή μια πρότυπη συνταγή να την ακολουθήσουμε, εκκινώντας από τα δεδομένα, προκειμένου να προσεγγίσουμε κάποια επιστημονική θεωρία.
Επίσης πρέπει να γίνει κατανοητό ότι μολονότι η επιστημονική δημιουργικότητα οδεύει -κατά κάποιον τρόπο- παράλληλα με την καλλιτεχνική δημιουργία, εντούτοις τα κριτήρια αξιολόγησης είναι τελείως διαφορετικά. Και παρά το ότι κάθε επιστημονικός ισχυρισμός υπόκειται κατ’ αρχήν σε αναθεώρηση, είναι μάλλον αφύσικο να αρνηθούμε εξαρχής τη σχετική σταθερότητα των εμπειρικών νόμων, οι οποίοι ουσιαστικά χρησιμεύουν σαν το κυρίως πεδίο δοκιμών των εναλλακτικών θεωριών.
πηγή: sciencearchives

Η ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ, ΤΟ ΩΡΑΙΟ ΚΑΙ Ο ΕΡΩΣ ΣΤΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΟΥ ΠΛΩΤΙΝΟΥ

$
0
0


Πριν προχωρήσουμε στην ανάλυση και κατανόηση των αντιλήψεων του Πλωτίνου πάνω στο κάλλος και την τέχνη, σκόπιμη είναι η αναφορά και η εξέταση του μεταφυσικού συστήματος του. Ο Bychkov προσπάθησε να συλλάβει το οντολογικό σχήμα της φιλοσοφίας του Πλωτίνου και να αποδώσει το διάγραμμα του κόσμου πάνω στο ιεραρχικό σύστημα της ωραιότητας, σχηματικά:





Κεντρικός άξονας, λοιπόν, στη σκέψη του Πλωτίνου είναι η οντολογική ιεράρχηση του κόσμου σε τέσσερις υποστάσεις, Εν- Νους- Ψυχή- αισθητός κόσμος. Κάθε επίπεδο της ακολουθίας προέρχεται από ένα τελειότερο και πρότερο οντολογικά και λογικά επίπεδο. « Ο δρόμος προς την ωραιότητα παρουσιάζεται για τον Πλωτίνο ως κίνηση σε μια ιεραρχική κλίμακα από τα κάτω προς τα άνω». Στην κορυφή δεσπόζει το Εν, ανώτερο του νοητού κόσμου, η αρχή των πάντων αλλά και η κατάληξη όλων των σκοπών και των πραγμάτων. Ταυτίζεται με το αγαθό, μετέχει στην ωραιότητα της υπόστασης, επηρεάζοντας την σε βαθμό τέτοιο που αποτελεί τον βασικό ανάλογο παράγοντα στην κλίμακα της ωραιότητας της« ο βαθμός της μετοχής του Είναι, είναι για τον Πλωτίνο ανάλογος προς την ωραιότητα της υποστάσεως, όσο ωραιότερη είναι, τόσο πιο ουσιαστική είναι, τόσο πλησιέστερα βρίσκεται στο αληθινό και το αιώνιο Είναι». Η έλλειψη του Είναι οδηγεί την υπόσταση προς στο σκοτάδι καθώς η ολοκληρωτική απουσία του την μετατρέπει σε ανούσια ύλη, ωστόσο θα επικεντρωθούμε στη σχέση αυτή εκτεταμένα στην ενότητα για το ωραίο στις Εννεάδες του Πλωτίνου. 

Ακολουθώντας καθοδική πορεία στην ιεραρχία, συναντάμε τη δεύτερη υπόσταση που απορρέει από την ανώτερη της ( το Έν ), το Νου, «το πρωταρχικά ωραίο τον γιό του Ενός, δηλαδή το Νου». Το διάστημα που τα χωρίζει και τα ενώνει είναι το νοητικό κάλλος. Ο Bychkov εξισώνει παραστατικά τον Νου με γιο του Έν, που επιφέρει τον καρπό της Θεϊκής Γνώσης,  παρεπόμενο « είδος» , αναγκαίο για την ανάβαση στο Είναι και την απόκτησης της αντίληψης της ύψιστης ωραιότητας. Ο Νους είναι το είδωλο του Έν , κομίζει την εικόνα και το κύρος του. Για τον Πλωτίνο η ταύτιση με τον πραγματικό εαυτό, η καθαρή και άμεση νόηση, με άλλα λόγια η ταύτιση με τον ίδιο τον Νου μονάχα, προσεγγίζουν το αληθινό και το αιώνιο Είναι, καθότι ο Νους είναι ο ειδήμονας των απαιτούμενων ιδεών για την προσέγγιση του. 

Η ψυχή είναι η ενέργεια και ο λόγος του Νου. Απορρέει από αυτόν και διέρχεται στο Είναι μέσω αυτού. Φωτίζεται από το Νου και προσφεύγει στον νοητό κόσμο όμως δύναται και να έλκεται από τον υλικό κόσμο καθώς είναι δέκτης των ερεθισμάτων, της πρόκλησης, της έμπνευσής του, το περιβάλλον συγκέντρωσης και απορρόφησης αυτών με σκοπό την δημιουργία και τη μορφοποίηση του. Δίνει ζωή στην ύλη και διαμορφώνει τον αισθητό κόσμο. Η φύση και η ανθρώπινη ψυχή είναι μέρος της ψυχής του κόσμου όμως κατώτερη της καθώς εκφράζεται και αποτυπώνεται σε ύλη, εκεί που η ανώτερη ψυχή, η πλησιέστερη στο Νου, είναι άυλη και δέχεται παθητικά τη Θεία Γνώση.

Ωστόσο δεν παύουν να αποτελούν «είδη» της οντότητας της. Ο Bychkov μας γνωστοποιεί ότι είναι η πρώτη φορά στην ιστορία του ως τότε αισθητικού συλλογισμού που συσχετίζεται η τέχνη, οι επιστήμες και τα έργα αυτών με την πρότερη ψυχή και λογίζονται ως «είδη» στους κόλπους της. Αυτό υποστηρίζεται στην πεποίθηση του Πλωτίνου, ότι τα έργα αυτά φέρουν την όψη του εσωτερικού χώρου του αισθητικού της φαντασίας του καλλιτέχνη και δεν διατυπώνουν κάποια απομίμηση της φύσης. Η ύλη βρίσκεται στο χαμηλότερο επίπεδο της ιεραρχίας, δεν ορίζεται ως οντότητα παρά μόνο όταν θα διεισδύσει η ψυχή μέσα της. Ο βαθμός της ωραιότητας της είναι εξαρτώμενος από την ωραιότητα της ψυχής που θα της δώσει μορφή.

Το Ωραίο στις Εννεάδες του Πλωτίνου 

Στην προσπάθεια να προσεγγίσει την φιλοσοφία του Πλωτίνου για το ωραίο ο Bychkov μελέτησε δύο δοκίμια, το « Περί του καλού» (Εννεάδα Ι 6) και το «Περί του νοητού κάλλους» (ΕννεάδαV). Μας αναφέρει λοιπόν,  πως στο «Περί του Καλού» ο Πλωτίνος θέτει το ερώτημα για την ωραιότητα των απλών πραγμάτων, αντιπαρατίθεται στις υπάρχουσες στωικές αντιλήψεις για το ωραίο και αποκαλύπτει τα θεμελιώδη αίτια που συντελούν στην ωραιοποίηση της μορφής. Οι αντιλήψεις που επικρατούν για την συμμετρία, την λογική, το σύνθετο και το μέτρο δεν συγκαταλέγονται σε αυτές του Πλωτίνου, ο οποίος διερωτάται πως ένα όμορφο συμμετρικό πρόσωπο μπορεί να αλλάξει σε άσχημο, πως πνευματικές δραστηριότητες δίχως μέτρο και λογική αποκαλούνται ωραίες και οπωσδήποτε πως μη σύνθετα πράγματα όπως το φως του ήλιου δεν μπορούν να καλεστούν ωραία. 

«Από όλους σχεδόν λέγεται ότι η συμμετρία των μερών προς άλληλα και προς το όλο και συνάμα τα καλά χρώματα δημιουργούν την ορατή ομορφιά. Το να είναι όμορφα τα ορατά πράγματα καθώς και όλα τ’άλλα σημαίνει ότι είναι συμμετρικά και ότι έχουν μέσα τους το μέτρο. Γι’αυτούς λοιπόν που δέχονται αυτή τη θεωρία δεν υπάρχει τίποτε απλό που να είναι όμορφο, αλλά κατά ανάγκην μόνο το σύνθετο είναι όμορφο». Ξεκινώντας ας εξετάσουμε πως η ύλη μπορεί να χαρακτηριστεί αισθητικά ωραία κατά τον φιλόσοφο. Τον Πλωτίνο, μας μιλάει ο Bychkov, δεν τον απασχολούσαν τα τυπικά γνωρίσματα του ωραίου αλλά τα αίτια αυτού, η ιδέα της σύλληψης και το σύνολο αυτής που απορροφήθηκε και φανερώθηκε τελικά στην ύλη. Πρόξενος της δημιουργίας της ιδέας είναι η ψυχή. Η ψυχή με αρχή την εμπειρία της που απορρέει από τη Θεία γνώση θα καθοδηγήσει το «ένδον είδος», ώστε να πλάσει το κάλλος.«Η ωραιότητα εκφράζεται στην ύλη ανάλογα με τον βαθμό υπέρβασης της ύλης από την πνευματική ειδητική αρχή, που βρίσκει την πλαστική της πραγμάτωση στο ωραίο σώμα και στις ωραίες εικόνες, τις κατασκευασμένες από το χέρι του ανθρώπου». 

Στο δοκίμιο «Περί του νοητού κάλλους» η τέχνη υπερέχει της φύσης στην ωραιότητα, καθώς δεν αποτελεί μίμηση της αλλά παρουσιάζει την ομορφιά της: «Ο ομορφιά λοιπόν στην τέχνη είναι πολύ ανώτερη, γιατί η ομορφιά που προσλαμβάνει ο λίθος π.χ. δεν είναι η ομορφιά της τέχνης, η οποία μένει (αμείωτη) σε αυτήν, αλλά κάτι από εκείνη, κατώτερο πάντως εκείνης. Και αυτό που προσέλαβε ο λίθος δεν είναι η καθαρή ομορφιά αλλά όση δέχθηκε ο λίθος καθώς υποτάχθηκε στην τέχνη». 

Θεωρεί λοιπόν, πως στη φύση, η ψυχή είναι κλειδωμένη από τη γέννησή της μέσα στην ύλη και δεν είναι ικανή να ανυψωθεί παρά μόνο να προσδιορίσει το υφιστάμενο είναι της, σε αντίθεση με τον άνθρωπο, την ανώτερη οντότητα της φύσεως εξαιτίας της πνευματικότητας του, που μπορεί να λειτουργήσει με την ψυχή του και να προσφέρει ψυχή σε ύλη μέσω της τέχνης. Επακόλουθο αυτής της φιλοσοφίας είναι η εισαγωγή των επιστημών, των έργων τέχνης και ότι μπορεί να σκεφτεί πνευματικά ή να δημιουργήσει χειρωνακτικά ο άνθρωπος στη σφαίρα του αισθητού καλού, ως είδη του πνευματικού κόσμου. Τότε ο Πλωτίνος αναγνώρισε την αισθητική των εικόνων και μας προέτρεψε να δούμε τις δραστηριότητες και τα έργα τέχνης των ανθρώπων. 

«Την ψυχή την κοιτάζεις εκείνων που πράττουν ωραία έργα! Και θα μπορούσες να δεις την ωραιότητα που έχει η αγαθή ψυχή; Αν επιστρέψεις στον εαυτό σου και την κοιτάξεις». Η αρετή, η δικαιοσύνη, η ανδρεία, η σωφροσύνη είναι υπεύθυνες για την ομορφιά. Διακρίνονται από τον φιλόσοφο ως τα πνευματικά –νοητικά βιώματα που διαφώτισαν καλλιτέχνες και επιστήμονες. Ομολογεί πως αυτοί είναι ικανοί με πνεύμα και ψυχή να εξουσιάσουν σκέψη και ύλη, να συμμορφώσουν την ατίθαση πολυπλοκότητα που φέρουν αυτά επιτυγχάνοντας το ενιαίο, το ομοιόμορφο, το ωραίο. Φρονεί ότι αυτοί οι άνθρωποι είναι γνώστες του ωραίου και μας καλεί να δεχτούμε τα ωραία έργα τους. ¨Όμως για να αναγνωρίσουμε το ωραίο στα ανθρώπινα έργα τέχνης θα πρέπει να στραφούμε πρώτα στην ίδια μας την ψυχή και να αναζητήσουμε την ωραιότητα της, να μη συμπαθήσουμε την ωραιότητα του σώματος, της ύλης αλλά την εσωτερική ωραιότητα. 

«Υπάρχει λοιπόν και στη φύση αρχέτυπος λόγος της ωραιότητας που παρουσιάζεται στο σώμα. Από αυτόν όμως που είναι στη φύση ωραιότερος είναι ο λόγος που είναι στην ψυχή, απ’όπου προέρχεται και ο λόγος που είναι στη φύση» . Αν δεν την βρούμε πάλι, θα πρέπει να την δημιουργήσουμε. Αν όπως ο χρυσός που είναι ανάμεικτος με τη σκουριά πριν απομονωθεί, έτσι και το ωραίο συνυπάρχει με το κακό και το άσχημο, τότε ο Πλωτίνος μας εξηγεί την προσέγγιση του ψυχικού κάλλους με το παράδειγμα της προσπάθειας του γλύπτη να δημιουργήσει ένα όμορφο άγαλμα, «άλλο τμήμα αφαιρεί, άλλο αποξέει, άλλο κάνει πιο λείο, άλλο καθαρό, ώσπου να προσδώσει στο άγαλμα την εκφραστική του λάμψη. Έτσι και συ, αφαίρεσε όσα είναι περιττά και ίσιωσε όσα δεν είναι ίσια και, καθαρίζοντας όσα είναι σκοτεινά, εργάσου για να γίνουν λαμπρά». 

Έτσι λοιπόν μας προτρέπει να καλλιεργήσουμε την ψυχή μας, να συνεργαστούμε με αυτήν, να γίνουμε όμοια της ώστε να μπορέσουμε να δεχτούμε το ωραίο ή ακόμη να το πράξουμε. Ο Bychkov αναφέρει πως ο Πλωτίνος για να αποδείξει την αναγκαιότητα της ωραίας ψυχής επιδείχνει πρώτα την άσχημη ψυχή, άρρηκτα συνδεδεμένη με τα σωματικά πάθη της, τον θαυμασμό της σωματικής ωραιότητας και κάθε τι που κανονικά επιβάλλει την αποστροφή μας- και μετά παραβάλλει την ωραία ψυχή. Η «εκ του εναντίον» αυτή προσέγγιση ήταν το επιδέξιο πλωτινικό μέσο εκθείασης της αξίας της καθαρής ψυχής, της πηγής του ωραίου που δεν σχετίζεται με καμία ανούσια ύλη και είναι ελεύθερη από κάθε τι ξένο και ανόμοιο της. 

Στη συνέχεια όμως ο Πλωτίνος αφήνοντας πίσω την ανθρώπινη ψυχή και την ωραιότητα της πλησιάζει το ανώτερο επίπεδο της στην ιεραρχία, το Νου. Εδώ πλέον το κάλλος είναι νοητό, συγγενεύει με το ύψιστο Εν. Ο Νους είναι το φως για την ανθρώπινη ψυχή και όταν την φωτίσει θα της δώσει Θεϊκή ωραιότητα: «το πνεύμα εκόσμησε την ψυχή και της προσέφερε φως από το μεγαλύτερο φως που είναι και η πρωταρχική ωραιότητα». Για τον Πλωτίνο, μας λέει ο Bychkov, η ωραιότητα θα πρέπει να ταυτιστεί με το φως, να γίνει όμοιο του, ώστε να πλησιάσει το ύψιστο Είναι, γιατί μόνο τότε μπορούμε να μιλήσουμε για αληθινή ολοκληρωτική ομορφιά. Η ομορφιά καβαλάει τη γνώση και την ψυχή. Αν η δεύτερη δει την πρώτη, θα ενωθούν και αν υπάρξει καθολική ένωση τότε η ομορφιά θα αγγίξει τα ουράνια, θα γίνει Κάλλος, θα αποτελεί κομμάτι του Θείου. Αν η ύλη δεν συμμετέχει νοητά και αισθητικά στην ιδέα του Είναι, αν δεν αφήσει να εξουσιαστεί από τη Θεία Γνώση, είναι μία ύλη σκοτεινή που διόλου της ανήκει το ωραίο. Για αυτό θα πρέπει η ατομική ψυχή να απελευθερωθεί από το σώμα και πάντοτε να αναζητά και να επιθυμεί την ένωση με την κοσμική ψυχή μέσω του συλλογισμού. Την φυγή αυτή εύστοχα την παρομοιάζει ο Bychkov με την φυγή του Οδυσσέα από την Κίρκη και την Καλυψώ, που του πρόσφεραν την απόλαυση της αισθητής ωραιότητας.

Ο Έρως στον Πλωτίνο

Η επιθυμία της ψυχής να ενωθεί με το ωραίο μεταφράζεται ως ερωτική από τον Πλωτίνο. Η θέα του ωραίου προκαλεί θαυμασμό, συγκίνηση αλλά και έρωτα στην ψυχή. Απαραίτητο όμως είναι να είναι καθαρή, εξευγενισμένη και προετοιμασμένη, τότε μόνο θα είναι άξια και θα δεχτεί το κάλεσμα του έρωτα. Ο συγγραφέας μας περιγράφει πως η ψυχή εγκαταλείπει το σώμα, ελκύεται από το είδωλο του ωραίου και ταυτίζεται με αυτό: « Ο ιδρυτής του Νεοπλατωνισμού είχε κατανοήσει ότι στη διαδικασία της αντίληψης του ωραίου δημιουργείται στην ψυχή κάτι ανάλογο προς το αντικείμενο, ένα είδος απεικονίσματος, που πλησιάζει το αντικείμενο, είναι σχεδόν ταυτόσημο με αυτό, και είναι εκείνο ακριβώς που δημιουργεί την πνευματική αντίληψη». Η διαδικασία της σύλληψης του ωραίου γίνεται όταν στραφούμε στον εαυτό μας και αναζητήσουμε την εικόνα του καλού και την ταυτίσουμε με την ουσία, την ιδέα του αντικειμένου που βλέπουμε. Η εμπειρία αυτή είναι εξίσου ερωτική καθώς η ψυχή ανυψώνεται για να συναντήσει το κοσμικό κάλλος, ίσως και το ύψιστο Είναι, καθότι είναι η επιθυμία και ο σκοπός της να αφήσει κάθε τι αισθητό, και να μετατραπεί σε ανώτερη μορφή. Ο ηδονικός κλονισμός που παθαίνει η ψυχή στον πνευματικό κόσμο, είναι σπουδαιότερος από την ηδονή των ανούσιων υλών. Όσο απομακρύνεται από τον αισθητό κόσμο, και πλησιάζει τη Θεία Γνώση τόσο έρωτα δέχεται αλλά και εκπέμπει.Άλλες είναι λιγότερο και άλλες περισσότερο ερωτικές, αυτές όμως, που μαζεύτηκαν στον εαυτό τους και αρνήθηκαν τη Θεία Γνώση ποσώς είναι ερωτικές, αλλά είναι άσχημες, δειλές , μικροπρεπείς και διεστραμμένες, που μήτε μπορούν να φανταστούν την ερωτική αυτή ηδονή. 

πηγή: teiath.gr

ΘΕΟΦΡΑΣΤΟΣ - ΠΕΡΙ ΟΛΙΓΑΡΧΙΑΣ

$
0
0


Προλογικά

Στο κεφάλαιο που παρατίθεται εδώ ο Θεόφραστος σκιαγραφεί τον τύπο του εμπαθούς και στενόμυαλου ολιγαρχικού. Ο ολιγαρχικός περιγράφεται σε δύο σκηνές: στην εκκλησία του δήμου, όπου προφανώς συζητείται η εκλογή των δέκα επιμελητών για την πομπή των Μεγάλων Διονυσίων, και στον δρόμο. Και στις δύο περιπτώσεις ο ολιγαρχικός παρουσιάζεται κυρίως μέσα από στερεότυπες φράσεις που απηχούσαν πολιτικά συνθήματα. Η χρήση τους δίνει ζωντάνια στην περιγραφή, αλλά φανερώνει συγχρόνως τη στενότητα της αντίληψης του ολιγαρχικού. Το ίδιο δείχνουν και οι αστείες απαιτήσεις που προβάλλει, (όπως αυτή π.χ. να δοθεί απεριόριστη εξουσία στο σχετικά ασήμαντο αξίωμα των επιμελητών).

144. – Χαρακτῆρες (26) / Ὀλιγαρχίας



[1] Η ολιγαρχία θα μπορούσε να θεωρηθεί είδος φιλαρχίας που επιθυμεί δύναμη και κέρδος. [2] Ιδού τι άνθρωπος είναι ο ολιγαρχικός· όταν ο δήμος διασκέπτεται προκειμένου να εκλέξει τους επιμελητές που θα συνεπικουρήσουν τον άρχοντα στη διοργάνωση της πομπής,1 ανέρχεται στο βήμα και υποστηρίζει ότι αυτοί πρέπει να έχουν απεριόριστη εξουσία. Αν άλλοι προτείνουν δέκα, λέει: «Ένας είναι αρκετός· απλώς, αυ­τός πρέπει να είναι άντρας». Από τους στίχους του Ομήρου ξέρει ένα μόνο: «Δεν είναι καλό οι πολλοί βασιλιάδες, ένας να είναι βασιλέας»,2 ενώ αγνοεί παντελώς όλους τους άλλους.

[3] Χωρίς αμφιβολία είναι ικανός να λέει πράγματα όπως: «Πρέπει να συνέλθουμε εμείς οι ίδιοι και να πάρουμε αποφάσεις για τα θέματα αυτά και να απαλλαγούμε από τον όχλο και την αγορά και να πάψουμε να διεκδικούμε αξιώματα και έτσι να εξευτελιζόμαστε ή να τιμώμαστε από αυτούς.» Και ακόμη: «Ή αυτοί πρέπει να μείνουν στην πόλη ή εμείς.»

[4] Βγαίνει από το σπίτι του το μεσημέρι με το ιμάτιο φορεμένο όπως πρέπει, με τα μαλλιά του κομμένα σε μέτριο μήκος, με τα νύχια του περιποιημένα, περπατάει αγέρωχα και λέει μελοδραματικά: [5] «Είναι αδύνατο να ζήσει κανείς στην πόλη εξαιτίας των συκοφαντών,» και «στα δικαστήρια δεινοπαθούμε από τους δωροδοκούμενους,» και «απορώ τι θέλουν αυτοί που ασχολούνται με τα κοινά,» και «το πλήθος είναι αχάριστο και πάντοτε άγεται και φέρεται από όποιον μοιράζει και χαρίζει» και ότι αισθάνεται ντροπή στην εκκλησία του δήμου, όταν κάθεται δίπλα του κάποιος καχεκτικός και ρυπαρός. [6] Και λέει ακόμα: «Πότε θα πάψουν να μας εξοντώνουν με τις λειτουργίες και τις τριηραρχίες;»3 και ότι είναι σιχαμένη η φάρα των δημαγωγών, προσθέτοντας ότι ο Θησέας υπήρξε ο πρώτος υπεύθυνος για τα δεινά της πόλης· γιατί αυτός συνένωσε τις δώδεκα πόλεις σε μία4 και κατέλυσε τη βασιλεία· γι᾽ αυτό και είχε την τύχη που του άξιζε, αφού αυτός ήταν ο πρώτος που εξόντωσαν.5

{Και λέει και άλλα παρόμοια στους ξένους και στους πολίτες που έχουν τον ίδιο χαρακτήρα και είναι ομοϊδεάτες του.}

Αρχαίο κείμενο:

[26.1] δόξειεν δ᾽ ἂν εἶναι ἡ ὀλιγαρχία φιλαρχία τις ἰσχύος καὶ κέρδους γλιχομένη, ὁ δὲ ὀλιγαρχικὸς τοιοῦτος, [26.2] οἷος τοῦ δήμου βουλευομένου, τίνας τῷ ἄρχοντι προσαιρήσονται τῆς πομπῆς τοὺς συνεπιμελησομένους, παρελθὼν ἀποφήνασθαι, ὡς δεῖ αὐτοκράτορας τούτους εἶναι, κἂν ἄλλοι προβάλλωνται δέκα, λέγειν «ἱκανὸς εἷς ἐστι, τοῦτον δὲ» ὅτι «δεῖ ἄνδρα εἶναι·» καὶ τῶν Ὁμήρου ἐπῶν τοῦτο ἓν μόνον κατέχειν, ὅτι «oὐκ ἀγαθὸν πολυκοιρανίη, εἷς κοίρανος ἔστω,» τῶν δὲ ἄλλων μηδὲν ἐπίστασθαι·

[26.3] ἀμέλει δὲ δεινὸς τοῖς τοιούτοις τῶν λόγων χρήσασθαι, ὅτι «δεῖ αὐτοὺς ἡμᾶς συνελθόντας περὶ τούτων βουλεύσασθαι καὶ ἐκ τοῦ ὄχλου καὶ τῆς ἀγορᾶς ἀπαλλαγῆναι, καὶ παύσασθαι ἀρχαῖς πλησιάζοντας καὶ ὑπὸ τούτων οὕτως ὑβριζομένους ἢ τιμωμένους,» ‹καὶ› ὅτι «ἢ τούτους δεῖ ἢ ἡμᾶς οἰκεῖν τὴν πόλιν.»

[26.4] καὶ τὸ μέσον δὲ τῆς ἡμέρας ἐξιὼν καὶ τὸ ἱμάτιον ἀναβεβλημένος καὶμέσην κουρὰν κεκαρμένος καὶ ἀκριβῶς ἀπωνυχισμένος σοβεῖν τοὺς τοιούτους λόγους τραγῳδῶν· [26.5] «διὰ τοὺς συκοφάντας οὐκ οἰκητόν ἐστιν ἐν τῇ πόλει,» καὶ ὡς «ἐν τοῖς δικαστηρίοις δεινὰ πάσχομεν ὑπὸ τῶν δεκαζομένων,» καὶ ὡς «θαυμάζω τῶν πρὸς τὰ κοινὰ προσιόντων τί βούλονται» καὶ ὡς «ἀχάριστόν ἐστι ‹τὸ πλῆθος καὶ ἀεὶ› τοῦ νέμοντος καὶ διδόντος,» καὶ ὡς αἰσχύνεται ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ, ὅταν παρακάθηταί τις αὐτῷ λεπτὸς καὶ αὐχμῶν· [26.6] καὶ εἰπεῖν· «πότε παυσόμεθα ὑπὸ τῶν λειτουργιῶν καὶ τῶν τριηραρχιῶν ἀπολλύμενοι;» καὶ ὡς μισητὸν τὸ τῶν δημαγωγῶν γένος, τὸν Θησέα πρῶτον φήσας τῶν κακῶν τῇ πόλει γεγονέναι αἴτιον· τοῦτον γὰρ ἐκ δώδεκα πόλεων εἰς μίαν καταγαγόντα λῦσαι τᾶς βασιλείας· καὶ δίκαια αὐτὸν παθεῖν· πρῶτον γὰρ αὐτὸν ἀπολέσθαι ὑπ᾽ αὐτῶν· 

{καὶ τοιαῦτα ἕτερα πρὸς τοὺς ξένους καὶ τῶν πολιτῶν τοὺς ὁμοτρόπους καὶ ταὐτὰ προαιρουμένους.}


1 Πιθανώς ο λόγος είναι όχι για την πομπή των Παναθηναίων, αλλά για την ετήσια πομπή στα Μεγάλα Διονύσια. Την ευθύνη την είχε ο άρχων επώνυμος, τον οποίο βοηθούσαν οι επιμελητές -η παρέμβαση του ολιγαρχικού γίνεται με αφορμή την επιλογή των επιμελητών.

2 Ιλιάδα Β 204.

3 Βλ. Κείμενο 94, σχόλ. 4.

4 Είναι ο λεγόμενος συνοικισμός, η συνένωση των δώδεκα πόλεων της Αττικής σε μία ισχυρή, την Αθήνα.

5 Σύμφωνα με μια παράδοση ο Θησέας οστρακίστηκε.

πηγή: greek-language

ΖΙΓΚΜΟΥΝΤ ΜΠΑΟΥΜΑΝ - ΜΑΣ ΩΦΕΛΕΙ Ο ΠΛΟΥΤΟΣ ΤΩΝ ΟΛΙΓΩΝ;

$
0
0



Μια μελέτη από το Παγκόσμιο Ινστιτούτο για την Έρευνα της Οικονομικής Ανάπτυξης του Πανεπιστημίου των Ηνωμένων Εθνών παρουσιάζει ότι το 1% των πιο πλούσιων ενηλίκων κατείχε μόνο του το 40% των παγκόσμιων περιουσιακών στοιχείων το 2000, και ότι το 10% των πιο πλουσίων έλεγχε το 85% του παγκόσμιου συνολικού πλούτου. Το κατώτερο ήμισυ του παγκόσμιου ενήλικου πληθυσμού κατείχε το 1% του παγκόσμιου πλούτου. [i] Αυτό δεν είναι τίποτα άλλο από ένα στιγμιότυπο μιας συνεχούς διαδικασίας… Όλο και πιο δυσάρεστα και χειρότερα από ποτέ εμφανίζονται καθημερινά τα νέα για την ισότητα των ανθρώπων καθώς και για την ποιότητα της ζωής όλων μας.

«Οι κοινωνικές ανισότητες θα έκαναν τους δημιουργούς των σύγχρονων ερευνητικών προγραμμάτων να ντρέπονται» – σε αυτό το συμπέρασμα κατέληξαν οι Μισέλ Ροκάρ, Ντομινίκ Μπουργκ και Φλοράν Ογκανιέρ στο άρθρο τους «Human species, endangered» («Το ανθρώπινο είδος υπό εξαφάνιση»), το οποίο συνέγραψαν και δημοσίευσαν στην εφημερίδα Λε Μοντ στις 3 Απριλίου του 2011. Στην εποχή του Διαφωτισμού, την περίοδο των Φράνσις Μπέικον, Ντεκάρτ ή ακόμα και του Χέγκελ, το βιοτικό επίπεδο σε κανένα μέρος της γης δεν ήταν ποτέ διπλάσιο σε σχέση με την πιο φτωχή της περιοχή. Σήμερα, η πιο πλούσια χώρα, το Κατάρ, καυχιέται ότι το κατά κεφαλήν εισόδημά της είναι 428 φορές υψηλότερο από την πιο φτωχή, την Ζιμπάμπουε. Και αυτές, ας μην ξεχνάμε, ότι είναι συγκρίσεις κατά μέσο όρο – και παρόμοιες με τη αστεία συνταγή για πατέ κρέας λαγού και αλόγου: πάρε ένα λαγό και ένα άλογο.

Η επίμονη διατήρηση της φτώχειας του πλανήτη μέσα στη δίνη της οικονομικής ανάπτυξης του φονταμενταλισμού είναι αρκετή, έτσι ώστε να κάνει τους ανθρώπους να σκεφτούν τις άμεσες όσο και τις παράπλευρες απώλειες αυτής της κατανομής του πλούτου. Το όλο και πιο βαθύ χάσμα που χωρίζει τους φτωχούς και με λιγότερες προοπτικές ανθρώπους από εκείνους που είναι εύποροι, αισιόδοξοι, γεμάτοι αυτοπεποίθηση και ζωηράδα – μια βαθιά άβυσσος που μόνο οι πιο μυώδη και σχεδόν ασυνείδητοι πεζοπόροι μπορούν να την ανεβούν – είναι ένας προφανής λόγος να το αναλογιστούμε σοβαρά. Όπως επέστησαν την προσοχή οι συγγραφείς του παρατιθέμενου άρθρου, το πρωτεύον θύμα της εντεινόμενης ανισότητας θα είναι η δημοκρατία –τα όλο και περισσότερο δυσεύρετα, σπάνια και δυσπρόσιτα εργαλεία της επιβίωσης και της αποδεκτής ζωής γίνονται αντικείμενο ενός αμείλικτου ανταγωνισμού (ίσως και πολέμων) ανάμεσα στους ενισχυμένους οικονομικά και στους εγκαταλελειμμένους και χωρίς βοήθεια άπορους.

Έτσι, μια από τις πιο βασικές ηθικές αιτιολογήσεις για την οικονομία της ελεύθερης αγοράς, ότι δηλαδή η επιδίωξη του ατομικού κέρδους είναι επίσης ο καλύτερος μηχανισμός για την επιδίωξη του κοινού οφέλους, έχει τεθεί υπό αμφισβήτηση και έχει διαψευσθεί. Τις δυο δεκαετίες πριν από την αρχή της τελευταίας οικονομικής κρίσης, στο μεγαλύτερο μέρος των κρατών του Ο.Ο.Σ.Α (Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης) το πραγματικό εισόδημα των νοικοκυριών για το πλουσιότερο 10% του πληθυσμού αυξήθηκε πολύ πιο γρήγορα από ότι για το φτωχότερο 10%. Σε κάποιες χώρες, τα πραγματικά εισοδήματα εκείνων που βρίσκονται στο κατώτερο σημείο έχουν στην πραγματικότητα μειωθεί. Επομένως, οι εισοδηματικές διαφορές έχουν αυξηθεί σημαντικά. «Στις ΗΠΑ το μέσο εισόδημα του πλουσιότερου 10% είναι πλέον 14 φορές του φτωχότερου 10%» – αισθάνεται υποχρεωμένος να παραδεχθεί ο Τζέρεμι Γουόρνερ, βοηθός αρχισυντάκτη της Ντέιλι Τέλεγκραφ, μία από τις εφημερίδες που εδώ και πολύ καιρό εκφράζουν τον ενθουσιασμό τους για την επιδεξιότητα και πρόοδο του «αόρατου χεριού» της αγοράς, την οποία εμπιστεύονται εξίσου και οι συντάκτες και οι συνδρομητές για να δώσουν λύση σε όσα πιο πολλά (αν όχι στα περισσότερα) προβλήματα δημιουργούνται από τις αγορές. Και προσθέτει: «Η αύξηση της εισοδηματικής ανισότητας, η οποία προφανώς είναι ανεπιθύμητη από κοινωνική άποψη, δεν έχει απαραίτητα μεγάλη σημασία, εάν όλοι γίνονται ταυτόχρονα πλουσιότεροι. Όταν όμως οι περισσότερες ανταμοιβές της οικονομικής προόδου πηγαίνουν σε ένα συγκριτικά μικρό αριθμό, που είναι ήδη υψηλόμισθος, πράγμα που συμβαίνει στην πράξη, σαφώς θα αποτελέσει πρόβλημα». [ii]

Αυτή η ομολογία, που διατυπώνεται προσεκτικά και απρόθυμα και που είναι εν μέρει αληθής, φτάνει στο αποκορύφωμα μιας πληθώρας από αποτελέσματα έρευνας και επίσημα στατιστικά στοιχεία καταγράφοντας την ολοένα αυξανόμενη απόσταση που χωρίζει αυτούς που βρίσκονται στην κορυφή με αυτούς που βρίσκονται στη βάση της κοινωνικής ιεραρχίας. Σε έντονη αντίθεση με τις δηλώσεις των πολιτικών, που αποσκοπούν στο να ανακυκλωθούν σε πεποιθήσεις του λαού – η οποίες δεν εξετάζονται πλέον, δεν διερωτώνται και ελέγχονται – ο πλούτος που συγκεντρώνεται στην κορυφή της κοινωνικής πυραμίδας έχει αποτύχει να «διαχυθεί προς τα κάτω» μέσω των μηχανισμών της αγοράς και να κάνει τους υπόλοιπους από εμάς πιο πλούσιους ή να αισθανόμαστε πιο ασφαλείς και πιο αισιόδοξοι για το μέλλον το δικό μας και των παιδιών μας, ή πιο χαρούμενοι…

Στην ανθρώπινη ιστορία, η ανισότητα με την πασιφανή τάση της για εκτεταμένη και ταχεία αυτοαναπαραγωγή δεν είναι κάτι καινούργιο. Πρόσφατα το μακροχρόνιο πρόβλημα της ανισότητας, οι αιτίες και οι συνέπειές της έχουν επανέλθει στο επίκεντρο της δημοσιότητας και έχει γίνει αντικείμενο έντονων συζητήσεων και αποκαλυπτικών δεδομένων.

Το πιο σημαντικό σε αυτά τα δεδομένα είναι η ανακάλυψη, ή ακόμα καλύτερα η κάπως καθυστερημένη συνειδητοποίηση, ότι το «μεγάλο χάσμα» στις αμερικανικές, βρετανικές και σε πολλές άλλες κοινωνίες «είναι πλέον μικρότερο ανάμεσα στη ανώτερη, στη μεσαία και στην κατώτερη κοινωνική τάξη, από ό, τι ανάμεσα στη μικροσκοπική ομάδα της ελίτ της κοινωνίας και σχεδόν σε όλους τους υπόλοιπους. [iii] Για παράδειγμα, «ο αριθμός των δισεκατομμυριούχων στις ΗΠΑ πολλαπλασιάστηκε 40 φορές 25 χρόνια μέχρι και το 2007 – ενώ ο συνολικός πλούτος των 400 πιο πλούσιων Αμερικανών αυξήθηκε από τα $169 στα $1500 δισεκατομμύρια». Μετά το 2007, κατά τη διάρκεια της πιστωτικής κατάρρευσης, η οποία είχε ως επακόλουθα την οικονομική ύφεση και την αύξηση της ανεργίας, η τάση απέκτησε ένα πραγματικά αυξανόμενο ρυθμό: αντί να έχει τον ίδιο αντίκτυπο στον καθένα όπως ήταν αναμενόμενο και είχε περιγραφεί, η κοινωνική μάστιγα ήταν σκληρή και επιλεκτική όσον αφορά την κατανομή των πληγμάτων της: το 2011, ο αριθμός των δισεκατομμυριούχων στις ΗΠΑ έφτασε σε ιστορικό ρεκόρ μέχρι σήμερα στους 1210, ενώ το 2010, ο συνδυασμένος πλούτος αυξήθηκε από $3,500 το 2007 στα $4,500 δισεκατομμύρια.

«Το 1990, κάποιος χρειαζόταν περιουσία περίπου £50 εκατομμυρίων για να μπει στον κατάλογο με τους 200 πιο πλούσιους κατοίκους στην Βρετανία, ο οποίος δημοσιευόταν κάθε χρόνο στην Σάντεϊ Τάιμς. Από το 2008, αυτός ο αριθμός έχει εκτοξευθεί στα £430 εκατομμύρια. Πρόκειται για μια σχεδόν εννεαπλάσια αύξηση». [iv] Συνολικά, «ο συνδυασμένος πλούτος των 1000 πιο πλούσιων ανθρώπων παγκοσμίως είναι σχεδόν ο διπλάσιος από τα 2,5 εκατομμύρια πλούτου των πιο φτωχών». Σύμφωνα με το Παγκόσμιο Ινστιτούτο Οικονομικής Ανάπτυξης με έδρα το Ελσίνκι, το πιο πλούσιο 1% του παγκόσμιου πληθυσμού είναι σήμερα σχεδόν 2000 φορές πλουσιότερο από ότι το 50% της βάσης της κοινωνικής ιεραρχίας. [v] Συγκρίνοντας πρόσφατα διαθέσιμες εκτιμήσεις σχετικά με την παγκόσμια ανισότητα, ο Ντανίλο Ζόλο [vi] κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «με ελάχιστα στοιχεία μπορεί να επιβεβαιωθεί ότι ο ήλιος δύει προς την Εποχή των Δικαιωμάτων στην εποχή της παγκοσμιοποίησης. Η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας εκτιμά ότι τα τρία εκατομμύρια ανθρώπων ζουν στις μέρες μας κάτω από το όριο της φτώχειας, που καθορίζεται στο ποσό των δύο δολαρίων ημερησίως. Το 1998, ο Τζον Γκάλμπρεϊθ, στον πρόλογο της Έκθεσης για την Ανθρώπινη Ανάπτυξη των Ηνωμένων Εθνών, τεκμηρίωσε ότι το 20% του παγκόσμιου πληθυσμού είχε το μονοπώλιο του 86% όλων των αγαθών και υπηρεσιών που παράγονταν σε όλο τον κόσμο, ενώ το 20% των πιο φτωχών κατανάλωνε μόνο το 1,3%. Σήμερα, σχεδόν μετά από 15 χρόνια, αυτά τα ποσοστά οδεύουν από το κακό στο χειρότερο: το πλουσιότερο 20% του πληθυσμού καταναλώνει το 90% των παραγόμενων προϊόντων, ενώ το φτωχότερο 20% καταναλώνει το 1%. Εκτιμάται επίσης ότι το 40% του παγκόσμιου πλούτου ανήκει στο 1% του παγκόσμιου πληθυσμού, εφόσον οι πόροι των 20 πιο πλούσιων ανθρώπων στον κόσμο ισοδυναμούν με εκείνους που έχουν δισεκατομμύρια άποροι.

Δέκα χρόνια πριν, ο Γκλεν Φάιρμπο [vii] επεσήμανε ότι η μακροχρόνια τάση της παγκόσμιας ανισότητας έδειχνε κάποια σημάδια αντιστροφής– από την αύξηση της ανισότητας στα κράτη και τη σταθερή ή μειωμένη ανισότητα μεταξύ των κρατών στην μείωση της ανισότητας στα κράτη και στην αύξηση της ανισότητας μέσα σε αυτά. Ενώ οι «αναπτυσσόμενες» ή «αναδυόμενες» εθνικές οικονομίες πέτυχαν μια μαζική εισροή κεφαλαίων από την αναζήτησή τους για νέο γρήγορο κέρδος υποσχόμενες «παρθένα εδάφη», κατοικημένα από φθηνό και υπάκουο εργατικό δυναμικό, το οποίο δεν είχε μολυνθεί από το μικρόβιο του καταναλωτισμού και ήταν έτοιμο να εργαστεί παίρνοντας το βασικό μισθό για την επιβίωσή του – οι χώροι εργασίας στις αναπτυγμένες οικονομίες εξαφανίζονταν με μεγάλη ταχύτητα αφήνοντας το τοπικό εργατικό δυναμικό σε μια υποβαθμισμένη διαπραγματευτική θέση. Δέκα χρόνια αργότερα, ο Φρανσουά Μπουργκινιόν [viii] κατέληξε ότι εάν η παγκόσμια ανισότητα (ανάμεσα στις εθνικές οικονομίες) συνεχίζει να μειώνεται υπολογίζοντας το μέσο κατά κεφαλήν εισόδημα, η απόσταση μεταξύ των πιο πλούσιων και πιο φτωχών εθνικών οικονομιών θα συνεχίσει να μεγαλώνει και οι εισοδηματικές διαφορές στο εσωτερικό των χωρών θα συνεχίσουν να αυξάνονται.

Στην συνέντευξη που έδωσε στους Μονίκ Αλτάν και Ρότζερ Πολ Ντρουά [ix] ο οικονομολόγος και βραβευμένος με το βραβείο Γκονκούρ νομπελίστας Ερίκ Ορσενά συνόψισε ότι όλα αυτά και πολλά άλλα παρόμοια στατιστικά στοιχεία αλλάζουν. Επιπλέον, υποστήριζε ότι οι καινούργιες μεταβολές ωφελούσαν μόνο μια μικρή μειονότητα του παγκόσμιου πληθυσμού. Η πραγματική κλίμακα δεν θα μας διευκόλυνε να περιορίσουμε την ανάλυσή μας, όπως συνηθίζαμε να κάνουμε πριν από μια δεκαετία, στα κατά μέσο όρο κέρδη του πλουσιότερου 10%. Για να κατανοήσει κάποιος τον μηχανισμό της σημερινής συνεχούς μεταβολής (ανεξάρτητα από την «κυκλική φάση»), χρειάζεται να εστιάσει στο πλουσιότερο 1%, ίσως ακόμα και στο 0,1%. Εάν δεν μπορέσει να το κάνει, τότε θα χάσει τον πραγματικό αντίκτυπο της αλλαγής, η οποία περιλαμβάνει την αποδόμηση της μεσαίας τάξης στην νέα τάξη του «πρεκαριάτου».

Αυτή η πρόταση έχει επιβεβαιωθεί από κάθε μελέτη, είτε αυτή βασίζεται στη χώρα καταγωγής του ερευνητή είτε προέρχεται από οπουδήποτε αλλού. Ωστόσο, όλες οι μελέτες συμφωνούν σε ένα άλλο σημείο: σχεδόν παντού στο κόσμο της ανισότητας το οτιδήποτε μεγαλώνει πολύ γρήγορα και αυτό σημαίνει ότι οι πλούσιοι, οι πραγματικά πολύ πλούσιοι γίνονται πλουσιότεροι, ενώ οι φτωχοί, οι πραγματικά πολύ φτωχοί γίνονται φτωχότεροι – πιο σίγουρα σε ένα σχετικό αλλά αυξανόμενο αριθμό περιπτώσεων με απόλυτους όρους. Επιπλέον: οι άνθρωποι που είναι πλούσιοι γίνονται πλουσιότεροι μόνο και μόνο επειδή είναι πλούσιοι. Οι άνθρωποι που είναι φτωχοί γίνονται φτωχότεροι μόνο και μόνο επειδή είναι φτωχοί. Στις μέρες μας, η ανισότητα συνεχίζει να εντείνεται από τη δική της λογική και τη δική της ορμή. Δεν χρειάζεται κάποια βοήθεια ή κάποιο ώθηση από έξω – κανένα εξωτερικό ερέθισμα, καμία πίεση, καμία προτροπή. Σήμερα η κοινωνική ανισότητα φαίνεται να πλησιάζει όλο και περισσότερο στο να γίνει το πρώτο perpetuum mobile (αεικίνητο) στην ιστορία, το οποίο οι άνθρωποι, ύστερα από αμέτρητες αποτυχημένες προσπάθειες, έχουν εντέλει κατορθώσει να επινοήσουν και να θέσουν σε κίνηση. Αυτό είναι το δεύτερο από τα δεδομένα που μας υποχρεώνει να δούμε την κοινωνική ανισότητα από νέα διαφορετική σκοπιά.

Ήδη από το 1979, η μελέτη του Κάρνεγκι [x] έδειξε ξεκάθαρα ότι πολλά στοιχεία ήταν διαθέσιμα και προτείνονταν εκείνη την περίοδο, και ότι σύμφωνα με την κοινή πείρα ζωής επιβεβαιωνόταν καθημερινά: ότι το μέλλον κάθε παιδιού καθοριζόταν κατά κύριο λόγο από την κοινωνική κατάσταση του παιδιού, από το γεωγραφικό τόπο γέννησής του και από τη θέση των γονιών του στην κοινωνία που γεννήθηκε – και όχι από το μυαλό του, τα ταλέντα του, τα επιτεύγματα του ή την αφοσίωσή του. Ο γιος ενός δικηγόρου μιας μεγάλης εταιρίας είχε 27 φορές περισσότερες πιθανότητες επιτυχίας από το γιο ενός μη σταθερού εργαζόμενου που δούλευε σε μια πιο δευτερεύων εταιρία (και οι δυο γιοι κάθονταν στο ίδιο θρανίο στην ίδια τάξη, ήταν εξίσου ικανοί, διάβαζαν με την ίδια αφοσίωση και περηφανεύονταν για την ίδια ιδιοφυία τους). Στην ηλικία των 40 χρονών, ο πρώτος θα έπαιρνε μισθό που θα τον τοποθετούσε στο 10% των πιο πλούσιων ανθρώπων της χώρας, σε αντίθεση με το συμμαθητή του που θα είχε μία στις οχτώ ευκαιρίες για να παίρνει έστω ένα μέσο εισόδημα. Περίπου τρεις δεκαετίες αργότερα, το 2007, η κατάσταση επιδεινώθηκε περισσότερο – το χάσμα επεκτάθηκε και διευρύνθηκε και για πρώτη φορά δεν υπήρχε η δυνατότητα να γεφυρωθεί. Σύμφωνα με μια μελέτη του Γραφείου του Κονγκρέσου (Congressional Office Bureau), ο πλούτος του 1% των πιο πλούσιων Αμερικανών είναι συνολικά $16.8 τρισεκατομμύρια, δύο τρισεκατομμύρια παραπάνω από το συνδυασμένο πλούτο του 90% της κατώτερης τάξης του πληθυσμού. Σύμφωνα με το Center for American Progress (Κέντρο για την Αμερικανική Ανάπτυξη), κατά τη διάρκεια αυτών των τριών δεκαετιών το μέσο εισόδημα του 50% των Αμερικανών της κατώτερης τάξης αυξήθηκε κατά 6% – ενώ το εισόδημα του 1% της ανώτερης τάξης αυξήθηκε κατά 229%.

Το 1960, το μέσο εισόδημα κατόπιν φορολογίας για τα ανώτερα διοικητικά στελέχη στις μεγαλύτερες εταιρίες των ΗΠΑ ήταν 12 φορές μεγαλύτερο από ότι το μέσο εισόδημα των εργαζομένων. Από το 1974, οι μισθοί και τα προνόμια των διευθυνόντων συμβούλων αυξήθηκαν περίπου 35 φορές σε σχέση με τις απολαβές των εργαζομένων της εταιρίας. Το 1980 οι μισθοί των διευθυνόντων συμβούλων ήταν κατά μέσο όρο 42 φορές πιο υψηλοί από τους μισθούς που έπαιρνε ο μέσος εργαζόμενος και δέκα χρόνια αργότερα διπλασιάστηκε στις 84 φορές. Αλλά τότε, γύρω στο 1980, η ανισότητα άρχισε να επιταχύνεται ραγδαία. Από τα μέσα της δεκαετίας του 90, σύμφωνα με το περιοδικό Μπίζνες Γουίκ (Business Week), ο συντελεστής ήταν ήδη 135 φορές μεγαλύτερος. Το 1999 είχε φτάσει στο τετρακοσιαπλάσιο επίπεδο και το 2000 αυξήθηκε ξανά στις 531 φορές. Και αυτοί είναι κάποιοι από τους ταχέως αυξανόμενους αριθμούς παρόμοιων πραγματικών περιστατικών (“facts of the matter”) και στατιστικών στοιχείων στην προσπάθεια τους να τους κατανοήσουν, να τους προσδιορίσουν σε ποσότητα και να τους καταμετρήσουν. Κάποιος μπορεί να συνεχίσει επ’ αόριστον να καθορίζει την τιμή τους, εφόσον εμφανίζονται συνεχώς νέα στατιστικά στοιχεία, τα οποία κάθε επιτυχημένη έρευνα προσθέτει στην ήδη συσσωρευμένη μάζα.

Ποιες είναι όμως οι κοινωνικές πραγματικότητες, στις οποίες αναφέρονται αυτά τα αριθμητικά στοιχεία;

Ο Τζόζεφ Στίγκλιτς κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι αποκαλύψεις που έφεραν δραματικά αποτελέσματα των δύο ή τριών εύλογα πιο επιτυχημένων δεκαετιών στην σειρά στην ιστορία του καπιταλισμού, που προηγήθηκαν της πιστωτικής κατάρρευσης το 2007 και της κατάθλιψης που ακολούθησε: η ανισότητα πάντα δικαιολογούταν με βάση το γεγονός ότι αυτοί που βρίσκονταν στην κορυφή της κοινωνικής πυραμίδας συνέβαλλαν περισσότερο στην οικονομία, έχοντας το ρόλο «δημιουργών θέσεων απασχόλησης» – αλλά «έπειτα ήρθε το 2008 και 2009, και κάποιος μπορούσε να καταλάβει ότι αυτοί οι άνθρωποι που είχαν οδηγήσει την οικονομία στο χείλος της καταστροφής αποχωρούσαν με εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια». Προφανώς, δεν μπορούσε να δικαιολογήσει εκείνη την περίοδο τις αμοιβές όσον αφορά τη συνεισφορά των δικαιούχων τους στην κοινωνία. Σε αυτό που συνέβαλαν ουσιαστικά οι τελευταίοι δεν ήταν οι καινούργιες δουλειές, αλλά η προέκταση μιας σειράς από «περιττούς ανθρώπους» (όπως έχουν μετονομαστεί οι άνεργοι σήμερα – όχι χωρίς βάσιμους λόγους). Στο τελευταίο του βιβλίο The Price ofInequality (Το τίμημα της ανισότητας) (WW Norton & Company 2012), ο Στίγκλιτς συμπεραίνει ότι οι ΗΠΑ έχουν γίνει η χώρα «στην οποία οι πλούσιοι μένουν σε γκέτα κλειστής κοινωνίας, στέλνουν τα παιδιά τους σε ακριβά σχολεία και έχουν πρόσβαση σε πρώτης τάξεως ιατρική φροντίδα. Στο μεταξύ, οι υπόλοιποι ζουν σε ένα κόσμο που χαρακτηρίζεται από ανασφάλεια, από την καλύτερη προσπάθεια για μέτρια εκπαίδευση και από περιορισμένη ιατρική περίθαλψη». Αυτή είναι η εικόνα των δύο κόσμων – με ελάχιστες επαφές ή κοινά σημεία μεταξύ τους και επίσης με την επικοινωνία μεταξύ τους να είναι ανύπαρκτη (στις ΗΠΑ όπως και στην Βρετανία, οι οικογένειες έχουν ξεκινήσει να αποταμιεύουν ένα μεγάλο μέρος από το μισθό τους για να καλύψουν το κόστος ζωής τους, και να μείνουν γεωγραφικά και κοινωνικά μακριά, “όσο πιο μακριά τόσο το καλύτερο, από τους «άλλους ανθρώπους» και πιο συγκεκριμένα από τους φτωχούς).

Στην έντονη και έξοχη ζωοτομία της ισχύουσας κατάστασης της ανισότητας, ο Ντάνιελ Ντόρλινγκ, καθηγητής της Ανθρώπινης Γεωγραφίας [xi] στο Πανεπιστήμιο του Σέφιλντ, δίνει σάρκα στα οστά της σκελετικής σύνθεσης του Στίγκλιτς – ενώ μεταφέρει ταυτόχρονα τη γωνία προοπτικής από τη μία χώρα σε παγκόσμιο επίπεδο: το φτωχότερο 10% του παγκόσμιου πληθυσμού συνήθως πεινάει. Το πλουσιότερο 10% δεν μπορεί να θυμηθεί ούτε μια στιγμή πείνας στην ιστορία της οικογένειάς του. Το φτωχότερο 10% μπορεί να εξασφαλίσει μόνο την πιο βασική εκπαίδευση για τα παιδιά του, ενώ το πλουσιότερο 10% ανησυχεί για το αν θα πληρώσει αρκετά δίδακτρα, έτσι ώστε τα παιδιά του να συναναστρέφονται μόνο με τους αποκαλούμενους «ισάξιους» και «καλύτερους» τους και έχει επιπλέον το φόβο της συναναστροφής των παιδιών του με «άλλα παιδιά». Το φτωχότερο 10% μένει σχεδόν πάντα σε μέρη όπου δεν υπάρχει ούτε κοινωνική ασφάλιση ούτε επίδομα ανεργίας. Το πλουσιότερο 10% δεν μπορεί να φανταστεί τον εαυτό του να προσπαθεί να ζήσει μόνο με αυτά τα οφέλη. Το φτωχότερο 10% μπορεί να εξασφαλίσει μόνο καθημερινή απασχόληση στην πόλη ή είναι χωριάτες σε αγροτικές περιοχές, ενώ το πλουσιότερο 10% δεν μπορεί να διανοηθεί να μην έχει εξασφαλισμένο μηνιαίο μισθό. Πέρα από αυτάη ανώτερη κλάση, οι πλουσιότεροι όλων, δε μπορούν να διανοηθούν το να ζουν με μισθό και όχι με εισόδημα που προέρχεται από τους τόκους που παράγει ο πλούτος τους.

Και καταλήγει: «Καθώς οι άνθρωποι πολώνονται γεωγραφικά, αρχίζουν να γνωρίζουν όλο και λιγότερα ο ένας για τον άλλον και να φαντάζονται όλο και περισσότερα». . . Ενώ στην πιο πρόσφατη αναφορά του με τον τίτλο «Inequality: the real cause of our economic woes» [xii] (Ανισότητα: η πραγματική αιτία των οικονομικών μας συμφορών), ο Στιούαρτ Λάνσεϊ στρατεύεται με τις ετυμηγορίες των Στίγκλιτς και Ντόρλινγκ ότι το στηριζόμενο από την εξουσία δόγμα που αναγνωρίζει στους πλούσιους ότι προσφέρουν κοινωνικό έργο με το να γίνονται πλουσιότεροι δεν είναι παρά μια μίξη ενός εσκεμμένου ψέματος με μια ηθική εθελοτυφλία: σύμφωνα με την οικονομική ορθοδοξία, μια μεγάλη δόση ανισότητας οδηγεί σε πιο αποτελεσματικές και ταχύτερα αναπτυσσόμενες οικονομίες. Αυτό συμβαίνει, διότι υψηλότερες αμοιβές και χαμηλότεροι φόροι στην κορυφή, όπως υποστηρίζεται, δίνουν ώθηση στην επιχειρηματικότητα και παράγουν μια μεγαλύτερη οικονομική πίτα.

Απέδωσε λοιπόν καρπούς το 30ετές πείραμα εκτίναξης της ανισότητας; Τα στοιχεία δείχνουν πως όχι. Το χάσμα πλούτου έχει διευρυνθεί, ωστόσο χωρίς την υποσχόμενη οικονομική πρόοδο. Από το 1980 τα ποσοστά ανάπτυξης και παραγωγικότητας του Η.Β. μειώθηκαν κατά το ένα τρίτο και η ανεργία είναι πέντε φορές μεγαλύτερη απ’ ό,τι στην πιο ισότιμη μεταπολεμική εποχή. Οι τρεις περίοδοι ύφεσης μετά το 1980 ήταν βαθύτερες και μεγαλύτερες σε διάρκεια από αυτές των δεκαετιών του 1950 και 1960, με κορύφωση την κρίση των τελευταίων τεσσάρων ετών. Το κύριο αποτέλεσμα του πειράματος μετά το 1980 είναι μια οικονομία περισσότερο πολωμένη και επιρρεπής στην κρίση.

Σημειώνοντας ότι «οι μειωμένοι μισθοί στερούν τη ζήτηση από τις οικονομίες που εξαρτώνται άμεσα από τις δαπάνες του καταναλωτή» και πράγματι «οι καταναλωτικές κοινωνίες χάνουν την ικανότητά τους να καταναλώνουν» κι ότι «η συγκέντρωση των διαδικασιών ανάπτυξης στα χέρια μιας μικρής παγκόσμιας οικονομικής ελίτ οδηγεί σε επενδυτικές φούσκες», ο Λάνσεϊ οδηγείται στο αναπόφευκτο συμπέρασμα: η σκληρή πραγματικότητα της κοινωνικής ανισότητας είναι κακή για όλους ή σχεδόν όλους μέσα σε μια κοινωνία. Και αρθρώνει μια πρόταση που θα έπρεπε, ωστόσο δεν το έχει κάνει ακόμα, να ακολουθεί μια τέτοια ετυμηγορία: «το κεντρικό δίδαγμα των 30 τελευταίων ετών είναι ότι το οικονομικό μοντέλο που επιτρέπει στα πλουσιότερα μέλη μια κοινωνίας να συσσωρεύουν όλο και μεγαλύτερο κομμάτι από την πίτα στο τέλος θα αυτοκαταστραφεί. Είναι ένα μάθημα που, όπως φαίνεται πρέπει να πάρουμε».

Χρειαζόμαστε και πρέπει να πάρουμε αυτό το μάθημα, μην τυχόν φτάσουμε στο σημείο από όπου δεν έχει γυρισμό: τη στιγμή όπου το τρέχον «οικονομικό μοντέλο», αφού μας έχει δώσει όλα τα σημάδια της επερχόμενης καταστροφής ενώ ταυτόχρονα αδυνατεί να ελκύσει την προσοχή μας και να μας παρακινήσει να λάβουμε δράση, εκπληρώσει την εν δυνάμει αυτοκαταστροφή του. Οι Ρίτσαρντ Γουίλκινσον και Κέιτ Πίκετ, συγγραφείς οι ίδιοι μιας κατατοπιστικής μελέτης The Spirit Level: Why More Equal Societies Almost Always Do Better (Το αλφάδι: Γιατί οι πιο ισότιμες κοινωνίες τα πηγαίνουν σχεδόν πάντα καλύτερα) (Allen Lane 2009), επισημαίνουν στο από κοινού τους έργο “Foreword” στο βιβλίο του Ντόρλινγκ ότι η πεποίθηση ότι «το να αμείβονται οι πλούσιοι με τεράστιους μισθούς και μπόνους» είναι δίκαιο λόγω των «σπάνιων ταλέντων τους» που «ωφελούν την υπόλοιπη κοινωνία» είναι ένα εξόφθαλμο ψέμα. Ένα ψέμα που μπορούμε να καταπιούμε με αυτοκυριαρχία μόνο με δική μας ευθύνη και, εν τέλει, εις βάρος της δικής μας αυτοκαταστροφής.

Από την εμφάνιση της έρευνας των Γουίλκινσον και Πίκετ, στοιχεία σχετικά με τις επιβλαβείς και συχνά ολέθριες επιπτώσεις των υψηλών και ολοένα αυξανόμενων επιπέδων ανισότητας πάνω στις παθογένειες της ανθρώπινης συνύπαρξης και η οξύτητα των κοινωνικών προβλημάτων προκύπτουν διαρκώς. Η συσχέτιση μεταξύ υψηλών επιπέδων οικονομικής ανισότητας και του αυξανόμενου όγκου κοινωνικών παθογενειών έχει μέχρι στιγμής γίνει ευρέως αποδεκτή. Ένας αυξανόμενος αριθμός ερευνητών κι αναλυτών επισημαίνουν, ωστόσο, ότι εκτός από τον αρνητικό αντίκτυπο που έχει στην ποιότητα ζωής, η ανισότητα έχει και δυσμενείς επιπτώσεις στην οικονομική απόδοση. Αντί να την τονώσει, την κρατάει χαμηλά. Στην έρευνα που ήδη αναφέρθηκε ο Μπεργκινιόν συγκεντρώνει μερικές από τις αιτίες του τελευταίου αυτού φαινομένου, όπως για παράδειγμα τη στέρηση πρόσβασης από τους εν δυνάμει επιχειρηματίες στα τραπεζικά δάνεια λόγω της έλλειψης εγγυήσεων που απαιτούν οι πιστωτές ή το αυξανόμενο κόστος εκπαίδευσης που στερεί από τους ταλαντούχους νέους την ευκαιρία να αποκτήσουν τα προσόντα που πρέπει να αναπτύξουν και να εξασκήσουν τις ικανότητές τους. Προσθέτει σε αυτά τις αρνητικές επιπτώσεις της αύξησης της κοινωνικής έντασης και του κλίματος αβεβαιότητας: το ολοένα αυξανόμενο κόστος των υπηρεσιών ασφαλείας «τρώει» τους πόρους που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για καλύτερους οικονομικούς σκοπούς.

Για να συνοψίσουμε λοιπόν: δεν αληθεύει αυτό που τόσοι πολλοί από εμάς πιστεύουν και αυτό που μας έχουν πιέσει ή ωθήσει να πιστέψουμε, ενώ πολύ συχνά μπαίνουμε στον πειρασμό ή τείνουμε να πιστέψουμε; Αληθεύει ότι «ο πλούτος των πολλών μας ωφελεί όλους»; Για την ακρίβεια, δεν αληθεύει ότι όλη αυτή η παραποίηση της φυσικής ανισότητας μεταξύ των ανθρώπων είναι βλαβερή για την υγεία και το σθένος, καθώς και για τις δημιουργικές και παραγωγικές δυνάμεις της κοινωνίας, την οποία κάθε ανθρώπινο μέλος έχει επενδύσει το ενδιαφέρον του για να μεγαλώσει και να διατηρήσει στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο. Και δεν αληθεύει ότι η διαφοροποίηση των κοινωνικών θέσεων, ικανοτήτων, δικαιωμάτων και αμοιβών αντανακλά τις διαφορές στα φυσικά ταλέντα και στη συνεισφορά του κάθε μέλους της κοινωνίας στην ευημερία της. Το ψέμα είναι ο πιο πιστός σύμμαχος (ή μήπως το θεμέλιο;) της κοινωνικής ανισότητας.

_____________________
[i] The World Distribution of Household Wealth. James B. Davies, Susanna Sandstrom, Anthony Shorrocks, and Edward N. Wolff. 5 December 2006.
[iii] Stewart Lansey, The Cost of Inequality, Gibson Square 2012, p.7.
[iv] See above, p.16.
[v] See J.B. Davies et al., “The World Distribution of Household Wealth”, United Nations University 2008.
[vii] See Glen Firebough, The New Geography of Global Income inequality, Harvard University Press 2003.
[viii] See François Bourguignon, La mondialisation de l’inégalité, Seuil 2012.
[ix] See Humain: Une enquête philosophique sur ces révolutions qui changent nos vies, Flammarion 2012, p.384.

ΟΙ ΥΠΕΡΑΝΘΡΩΠΕΣ ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΕΣ ΙΚΑΝΟΤΗΤΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΓΝΩΣΗΣ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ (Η ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΜΝΗΜΗΣ))

$
0
0



«Οι ασκήσεις της Μνήμης αποτελούν ενδυνάμωση της Ψυχής»

Ο συσχετισμός της άσκησης της μνήμης με τη λειτουργία των δομών του εγκεφάλου και την ενεργοποίηση πολλαπλών κέντρων του. Ποια η σχέση της μνημονικής τέχνης με την αστρονομία, τα ομηρικά έπη, τον νου, την ψυχή και το "διαλογίζεσθαι";

Ξεφυλλίζοντας τις σύγχρονες ανατυπώσεις κειμένων των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων, τα λιγοστά και αποσπασματικά "απομεινάρια"ενός ολόκληρου κόσμου και ενός σώματος γνώσης -που μας πληγώνει να σκεφτόμαστε ότι κάποτε ήταν ενιαίο- δεν είναι λίγες οι φορές που νιώθουμε τη σκέψη μας να "μουδιάζει".

Αν αποτολμούσαμε να εξετάσουμε συνολικά τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, η κυρίαρχη διαπίστωση στην οποία θα καταλήγαμε, θα ήταν ότι πρόκειται για ένα δημιούργημα πνευματικά ανώτερο, την αντανάκλαση της συλλογικής σκέψης πολλών ξεχωριστών διανοιών, οι οποίες για κάποιο "άγνωστο"λόγο, συνυπήρξαν στον συγκεκριμένο χώρο και χρόνο.
Τότε, όμως, θα οδηγούμασταν σε ένα άλλο, εξίσου αφοπλιστικό ερώτημα, ποιοι δηλαδή ήταν οι ιδιαίτεροι εκείνοι παράγοντες, οι οποίοι συνέτειναν στη σχεδόν ταυτόχρονη, ενσάρκωση, όλων αυτών των ανώτερων διανοιών στον ελληνικό χώρο; Κάποιοι εικάζουν ότι ήταν η γλώσσα. (Ή και το καθεστώς δημοκρατίας που επικρατούσε). Ίσως πάλι όχι. Ή τουλάχιστον όχι μόνο.

Γιατί υπάρχουν πραγματικά πολλές ενδείξεις ότι οι εκπληκτικές -σχεδόν υπεράνθρωπες- αυτές εγκεφαλικές ικανότητες των δημιουργών του ελληνικού πολιτισμού, καλλιεργούνταν κατά τη μακρινή αρχαιότητα, και μάλιστα σύμφωνα με μία πολύ συγκεκριμένη μέθοδο, η οποία μεταγενέστερα επικράτησε να αναφέρεται ως Μνημονική Τέχνη.

Δεν αποκλείεται, επίσης, και η ίδια η μαθηματικά δομημένη, "μνημονική"ελληνική γλώσσα, να αποτελεί, όπως θα δούμε και στη συνέχεια, απλή προέκταση των ανώτερων διανοητικών ικανοτήτων που καλλιεργούνταν μέσω της μακροχρόνιας και επίμονης εξάσκησης του νου, στο προαιώνιο αυτό σύστημα γνώσης.

Την Τέχνη της Μνήμης, της οποίας τα ίχνη χάνονται στις "σκοτεινές"εποχές πολύ πριν από τα ομηρικά χρόνια, τη συναντάμε σε συχνές αναφορές σε ολόκληρη την κλασική και ελληνιστική αρχαιότητα, ενώ αργότερα την παρακολουθούμε να διαδίδεται και στο λατινικό χώρο, όπου και προσωρινά ατονεί ιδίως μετά την επικράτηση του Χριστιανισμού και τη γενικότερη πνευματική "παρακμή"της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, για να αναβιώσει αρκετούς αιώνες αργότερα, την εποχή του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης.

Η παρατήρηση ότι όλες οι αναφορές της αρχαίας ελληνικής γραμματείας στην Τέχνη της Μνήμης είναι σχετικά σύντομες, μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η εξάσκηση της στα αρχαία χρόνια ήταν σε τέτοιο βαθμό διαδεδομένη, ώστε να θεωρείται "περιττή"μια πιο λεπτομερειακή αναφορά σε αυτήν (σε αντίθεση π.χ. με τα μαθηματικά).

Το γεγονός δε ότι η εξάσκηση της δεν ανακόπηκε μετά τη διάδοση της γραφής (ούτε καν μετά την ανακάλυψη της τυπογραφίας, κατά τα πρωί μα χρόνια της Αναγέννησης), μας κάνει να "υποψιαζόμαστε"ότι πρόκειται για πολλά παραπάνω από ό,τι η ονομασία "Μνημονική Τέχνη"αφήνει να εννοηθεί.

Πρόκειται για μια μέθοδο "εσωτερικής γραφής" -"αποτύπωσης", όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Αριστοτέλης "των εννοιών με τη μορφή εικόνων στις κέρινες πλάκες της ψυχής"(!)- η οποία επιτρέπει στον ασκούμενο την ανάκληση κάθε είδους πληροφορίας, σαν να ξεφυλλίζει τις σελίδες ενός βιβλίου.

Αυτή η σχολαστική οργάνωση και ταξινόμηση των ιδεών, των εννοιών και των πληροφοριών στον ανθρώπινο νου με την, μη δεσμευτική για τη σκέψη, μορφή των εικόνων, επιτρέπει την αλληλεπίδραση και το συσχετισμό τους σε ένα επίπεδο κατά πολύ βαθύτερο από αυτό της συνηθισμένης σκέψης.

Με αυτόν τον τρόπο, διευκολύνεται η παραγωγή πρωτότυπων ιδεών, οι οποίες φαίνονται να προέρχονται από "έμπνευση", καθώς το λογικό μέρος του νου (που λειτουργεί με το λόγο), δεν παρεμβάλλεται στη νοητική διαδικασία, επιτρέποντας ενδεχομένως στην ανθρώπινη διάνοια να συντονιστεί σε κάποιες συχνότητες, κατά τις οποίες γίνεται εφικτή η αλληλεπίδραση της με κάποιο είδος "μορφογενετικού πεδίου"συμπαντικής γνώσης!

Η ξεχασμένη τέχνη της Ελληνικής αρχαιότητας

Άρρηκτα δεμένη με κάθε ρητορική μάθηση αλλά και με την (προφορική) διάδοση της Μυθολογίας και της Ιστορίας (πολλές φορές έμμετρα!), μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι η καλλιέργεια της μνημοτεχνικής γνώρισε ευρύτατη διάδοση σε ολόκληρο τον ελλαδικό (καθώς και τον αιγυπτιακό) χώρο, πολλούς αιώνες πριν την ανακάλυψη οποιουδήποτε είδους γραφής!

Μνήμες από τις μακρινές εκείνες εποχές της αρχαιότητας μας μεταφέρει ο Πλάτωνας στο διάλογο "Φαίδρος", όπου με έκπληξη παρατηρούμε τον θρυλικό για τη σοφία του βασιλέα των αιγυπτιακών Θηβών, Θαμού - Άμμωνα, να επιπλήττει το θεό Θαμού για την ανακάλυψη της γραφής, λέγοντας του τα εξής: «Και τώρα εσύ, που είσαι ο πατέρας των γραμμάτων, οδηγήθηκες από την συμπάθεια σου (προς τους ανθρώπους) να τους αποδώσεις μια ικανότητα αντίθετη από εκείνη την οποία πραγματικά κατέχουν.

Γιατί αυτή η εφεύρεση (η γραφή) θα προκαλέσει τη λήθη στα μυαλά όσων μάθουν να την εξασκούν, επειδή δεν θα καλλιεργούν πλέον τη μνήμη τους! Η εμπιστοσύνη τους στη γραφή -η οποία θα προέρχεται πλέον από εξωτερικούς χαρακτήρες, που δεν αποτελούν μέρος των εαυτών τους (δεν θα αποτελεί δηλαδή μέρος της ψυχής τους, κατά τον Πλάτωνα)- θα αποθαρρύνει τη χρήση της ίδιας της μνήμης τους μέσα τους. Ανακάλυψες το φάρμακο όχι της μνήμης, αλλά της υπενθύμισης.

Και προσφέρεις στους μαθητές σου την επίφαση της σοφίας, όχι την αληθινή σοφία, γιατί θα διαβάζουν πολλά πράγματα χωρίς τέλος στην Τέχνη της Μνήμης, γίνεται σαφής διάκριση μεταξύ μνήμης, υπενθύμισης και ανάμνησης, με την ανάκληση των πληροφοριών να αποτελεί τη συνειδητή προσπάθεια κάποιου να "βρει το δρόμο του ανάμεσα στα περιεχόμενα της μνήμης του". Αυτό καθίσταται δυνατό με τη βοήθεια δύο βασικών -συμπληρωματικών μεταξύ τους- νοητικών αρχών, του συνειρμού (χτίζουμε τις νέες γνώσεις πάνω στις παλιές) και της ακολουθίας (της αλληλένδετης δηλαδή σειράς κατά την οποία αποτυπώνονται οι εικόνες στη νόηση).

Γενικά, θα λέγαμε ότι οι απόψεις του Αριστοτέλη για τις διαδικασίες μνήμης και ανάμνησης είναι σύμφωνες με τις αρχές μάθησης, όπως τις εκφράζει στο "περί Ψυχής". Η προερχόμενη από τις αισθήσεις αντίληψη, μετατρέπεται από τη φαντασία σε εικόνες, οι οποίες "τροφοδοτούν"τις νοητικές λειτουργίες.

Η άποψη αυτή, με τη φαντασία να παίζει δηλαδή το ρόλο "διαμεσολαβητή"ανάμεσα στην αντίληψη και τη σκέψη, σε συνδυασμό με το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει ο Αριστοτέλης, ότι δηλαδή «είναι αδύνατο για την ψυχή να σκεφτεί χωρίς την ύπαρξη κάποιας νοητής εικόνας», φαίνεται να είναι απόλυτα σύμφωνη και να αιτιολογεί την επιλογή (μνημονικών) εικόνων και τόπων κατά την εξάσκηση της μνημονικής τέχνης της αρχαιότητας.

«Μπορούμε να σκεφτούμε όποτε επιλέξουμε», παρατηρεί ο σοφός δάσκαλος της αρχαιότητας, «επειδή είναι δυνατό να επαναφέρουμε τα πράγματα στο μυαλό μας, ακριβώς όπως εκείνοι που ασκούν τη μνημοτεχνική, κατασκευάζουν εικόνες»...

Η πλατωνική "ανάμνηση της ψυχής"

Αν η μνήμη αποτελεί για τον Αριστοτέλη φυσική νοητική διαδικασία, για τον Πλάτωνα δεν είναι παρά ανάμνηση της ψυχής από τον Κόσμο των Ιδεών. Ξεπερνώντας, ωστόσο, την "επιφανειακή"αυτή διαφορά, μπορούμε εύκολα να διαπιστώσουμε ότι οι απόψεις του Πλάτωνα συμπληρώνουν αυτές του Αριστοτέλη, επιτρέποντας μας να ανασυνθέσουμε μια σχετικά ολοκληρωμένη εικόνα για τη μνημονική τέχνη στην ελληνική αρχαιότητα, της οποίας και οι δύο ήταν μέτοχοι.

Στο διάλογο Θεαίτητο βρίσκουμε το Σωκράτη να χρησιμοποιεί για την ψυχή την ίδια παρομοίωση, ότι δηλαδή αυτή αποτελείται από ένα υλικό σαν κερί, στο οποίο οι ιδέες αποτυπώνονται με τη μορφή εικόνων και αποτελεί το δώρο της Μνημοσύνης, της μητέρας των Μουσών, στους ανθρώπους.
Στο διάλογο Φαίδων αναπτύσσεται η θεωρία ότι, καθώς είναι αδύνατο να αντιληφθούμε κάτι το οποίο δεν έχει καμία σχέση με εμάς, αναγκαστικά κάθε μάθηση/γνώση είναι έμφυτη στην ψυχή μας. Αντιλαμβανόμαστε π.χ. το δίκαιο ή το άδικο, επειδή η ψυχή μας είναι εξοικειωμένη με την έννοια της δικαιοσύνης από την προηγούμενη ύπαρξη της στον Κόσμο των Ιδεών, πριν ενσαρκωθεί στο σώμα μας.

Στον "Φαίδρο", όπου ο Πλάτων εκθέτει την άποψη ότι η ρητορική τέχνη πρέπει να υπηρετεί μόνο την αλήθεια, επικρίνοντας τους σοφιστές, γίνεται φανερό ότι θεωρεί "βλάσφημη"τη χρήση της μνημοτεχνικής (ως μέρος της διδασκαλίας της ρητορικής τέχνης), για την εξυπηρέτηση των ψευδών συμπερασμάτων των σοφιστών.

Μπορεί στο έργο του Πλάτωνα να μη βρίσκουμε κάποια συγκεκριμένη περιγραφή των αρχών της μνημονικής τέχνης, οι ιδέες του όμως φαίνονται να είναι διαποτισμένες με αυτήν, εκφράζοντας όλη την αισιοδοξία και τη βεβαιότητα ότι η σοφία βρίσκεται ήδη μέσα μας και το μόνο που έχουμε να κάνουμε, είναι να την αφουγκραστούμε προσεκτικά.

Ας μην ξεχνάμε επίσης, ότι στον Πλάτωνα χρωστάμε και την πολύτιμη διάσωση της ανάμνησης ότι η Τέχνη της Μνήμης, η "εσωτερική"δηλαδή γραφή των πληροφοριών, προϋπήρξε της κανονικής γραφής. Άλλωστε, οι πλατωνικές Ιδέες ήταν που (όπως θα δούμε και στη συνέχεια) ενέπνευσαν την "αναβίωση"της Τέχνης της Μνήμης στις περιόδους του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης.

Μία ανεκτίμητη πηγή από τη λατινική γραμματεία: τα "χαμένα"κομμάτια του παζλ

Την περίοδο 86-82 π.Χ., κάποιος άγνωστος καθηγητής της ρητορικής τέχνης στη Ρώμη, ολοκλήρωνε για τους μαθητές του μια πραγματεία, η οποία έμελλε να μείνει στην Ιστορία με το όνομα του προσώπου στο οποίο αφιερωνόταν, κάποιον (επίσης άγνωστο) Ερέννιο (Ad Herennium).

Η αξία του συγκεκριμένου έργου, είναι για τους σύγχρονους ερευνητές της Τέχνης της Μνήμης πραγματικά ανεκτίμητη, καθώς πρόκειται ουσιαστικά για τη μοναδική σχετικά ολοκληρωμένη πηγή, αναφορικά με το προαιώνιο αυτό σύστημα γνώσης, η οποία ευτυχήσαμε να φτάσει ακέραιη ως τις μέρες μας από τον αρχαίο κόσμο.

«Υπάρχουν δύο είδη μνήμης», αναφέρει ο ανώνυμος συγγραφέας σε αυστηρά ακαδημαϊκό ύφος και ύστερα από εκτενή ανάλυση των μερών της ρητορικής τέχνης, «η φυσική και η τεχνητή. Η φυσική μνήμη, είναι εκείνη η οποία χαράσσεται στο νου μας ταυτόχρονα με τη σκέψη. Η τεχνητή μνήμη ενδυναμώνεται και στερεοποιείται με την εκπαίδευση».

Στη συνέχεια, ο ανώνυμος συγγραφέας παραθέτει πλήθος παντελώς άγνωστων στην εποχή μας ελληνικών πηγών για τη διδασκαλία της μνημοτεχνικής, προτού επανέλθει στην περιγραφή της τεχνητής μνήμης, αναφέροντας, μεταξύ άλλων, τα εξής:

«Η τεχνητή μνήμη απαρτίζεται από τόπους και εικόνες. Ως (μνημονικός) τόπος (locus), θεωρείται ένα μέρος (όπως π.χ. ένα κτίριο), το οποίο μπορεί εύκολα να αποτυπωθεί στη μνήμη, ενώ οι (μνημονικές) εικόνες (imagines) απαρτίζονται από μορφές, σύμβολα ή αγάλματα των εννοιών που θέλουμε να απομνημονεύσουμε»! Παρατηρούμε ότι σήμερα θα μπορούσαμε να αντιστοιχίσουμε αυτούς τους τόπους με τους «virtual τόπους» ή τις τοποθεσίες/φακέλους ενός κυβερνοχώρου.

Η Τέχνη της Μνήμης παρουσιάζεται και εδώ ως μια μέθοδος εσωτερικής γραφής, της οποίας οι ασκητές "καταγράφουν"νοητικά ό,τι τους υπαγορεύεται και είναι ανά πάσα στιγμή έτοιμοι να το "διαβάσουν"από τη μνήμη τους. «Γιατί οι "τόποι"είναι σαν τις κέρινες πλάκες ή τους παπύρους, οι εικόνες είναι σαν τα γράμματα, η οργάνωση και η διάταξη των εικόνων είναι σαν το κείμενο και η παράδοση (του κειμένου) είναι σαν την ανάγνωση»!

Οι μαθητευόμενοι στην Τέχνη της Μνήμης καλούνται να δείξουν ιδιαίτερη προσοχή στην επιλογή των "τόπων". Πρέπει να εφοδιάσουν τη μνήμη τους με μεγάλο αριθμό τέτοιων τόπων, έτσι ώστε να μπορούν να συγκρατούν μεγάλο όγκο πληροφοριών.

Οι τόποι αυτοί (οι οποίοι μπορούν να είναι και φανταστικοί, δηλαδή, να μην είναι αναπαραστάσεις υπαρκτών χώρων) πρέπει να αποτυπωθούν στη σκέψη των ασκούμενων με κάθε λεπτομέρεια, να είναι επαρκώς φωτισμένοι (ώστε όλες οι εικόνες να είναι "ευανάγνωστες"), να είναι ευρύχωροι αλλά σαφώς οριοθετημένοι (ώστε να μπορούν να τοποθετηθούν σε αυτούς πλήθος μνημονικών αντικειμένων) και φυσικά να είναι συνδεδεμένοι μεταξύ τους, αποτελώντας ένα ενιαίο σύνολο (ώστε οι μαθητευόμενοι της μνημονικής τέχνης να μπορούν να μετακινηθούν άνετα σε αυτούς προς όποια κατεύθυνση επιθυμούν).

Πόσο παλαιά είναι η Τέχνη της Μνήμης; Μερικές σκέψεις για τη χρονολόγηση της μεθόδου

Το "πολύτιμο"κείμενο Ad Herennium φαίνεται να βάζει τα πράγματα σε μια σειρά, όσον αφορά την αναζήτηση των αρχών της "χαμένης"Τέχνης της Μνήμης. Όμως οι "εκπλήξεις"από το "Ad Herennium"δεν σταματούν στα όσα ήδη αναφέραμε. Στη συνοπτική του αναφορά στη "μνήμη των λέξεων", ο ανώνυμος ρητοροδιδάσκαλος,προβαίνει στο ακόλουθο σχόλιο:

«Γνωρίζω ότι οι περισσότεροι από τους Έλληνες, οι οποίοι έχουν γράψει αναφορικά με τη Μνήμη, ακολούθησαν την οδό της παράθεσης εικόνων που ανταποκρίνονται σε πολλές λέξεις (έννοιες-verba), έτσι ώστε όσοι θα επιθυμούσαν να απομνημονεύσουν αυτές τις εικόνες, θα τις είχαν έτοιμες χωρίς να κοπιάζουν στην αναζήτηση τους».

Θα ήταν αδύνατο να αφήσουμε την απίστευτη αυτή παρατήρηση ασχολίαστη. Κάπως έτσι, ή μάλλον, ακριβώς έτσι, δεν ήταν και οι πρώτες μορφές γραφής; Συγκεκριμένες εικονομορφικές συμβολικές αναπαραστάσεις (π.χ. ιερογλυφικά), οι οποίες χρησιμοποιούνταν για να αποδώσουν πολλαπλά παρεμφερή νοήματα; Μήπως το συγκεκριμένο απόσπασμα επιβεβαιώνει τον "μύθο"του Πλάτωνα για την προΰπαρξη μιας "εσωτερικής", μνημονικής γραφής στην ψυχή των ανθρώπων, την οποία διαδέχτηκε η γραφή που όλοι γνωρίζουμε;

Ας ξαναδιαβάσουμε το απόσπασμα... Χωρίς αμφιβολία, οι εικόνες στις οποίες αναφέρεται εδώ ο συγγραφέας φαίνονται να είναι οι ίδιες αναπαραστάσεις που βρίσκουμε διάσπαρτες στον αρχαίο κόσμο (π.χ. στον αινιγματικό "δίσκο της Φαιστού"ή στις "ιερογλυφικές γραφές της Αιγύπτου, κ.α.), εξέλιξη των οποίων αποτέλεσαν και τα πρώτα είδη γραφής.

Είναι πολύ πιθανό στο συγκεκριμένο απόσπασμα να βρίσκεται η ατράνταχτη απόδειξη ότι η γραφή προήλθε από παραφθορά των συμβόλων που χρησιμοποιούνταν κατά την εξάσκηση της Τέχνης της Μνήμης, για την οποία, θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε με βεβαιότητα ότι διδασκόταν συστηματικά επί χιλιετίες πριν την ύπαρξη γραφής!

Στο τεύχος 130 (Φεβρουάριος 2005) το ΤΜ δημοσίευσε άρθρο, βασισμένο στις έρευνες των Φλόρενς και Κένεθ Γουντ, το οποίο αποδείκνυε ότι ο Όμηρος περιγράφοντας τα γεγονότα του Τρωικού πολέμου, ουσιαστικά περιέγραφε τις κινήσεις των αστερισμών του ουρανού όπως φαίνεται από την Ελλάδα.

Αυτό που έδειξαν οι έρευνες των Γουντ ήταν ότι οι αστρονομικές πληροφορίες που περιλαμβάνονται στο ομηρικό έπος αρχίζουν από το 8900 π.Χ., αν όχι πολύ παλαιότερα. Ήταν η εποχή κατά την οποία η εξαιρετικά αργή περιστροφική κίνηση του άξονα της Γης (wobbling), η οποία ευθύνεται για την εναλλαγή των "ζωδιακών εποχών", επανέφερε το άστρο του Σείριου στον ελληνικό ουρανό, μετά από απουσία 7.000 περίπου ετών.

Αν έχουν δίκιο οι Γουντ, αν δηλαδή η επιστροφή του Σείριου αποδίδεται συμβολικά στο έπος με την επιστροφή του "λαμπρότερου άστρου" -δηλαδή του Αχιλλέα- στη μάχη, τότε μια "μετριοπαθής"χρονολόγηση για την Τέχνη της Μνήμης (καθώς και για το ίδιο το ομηρικό έπος, το οποίο άλλωστε διασώθηκε μέσω αυτής), θα μας έδινε ως αφετηρία των ιστορικών πληροφοριών που περιλαμβάνονται στο έπος, περίπου το έτος 8900 π.Χ.!

Όμως, η Ιλιάδα δεν αρχίζει με την επιστροφή του Αχιλλέα στη μάχη αλλά με τη "μήνιν"αυτού και την "αποχώρηση"του, η οποία, αν ακολουθήσουμε τη λογική, τις αποδείξεις και τα συμπεράσματα των Γουντ, πρέπει να συνέβη περίπου 7.000 χρόνια νωρίτερα, όταν το άστρο του Σείριου "αποχώρησε"και χάθηκε από το ελληνικό στερέωμα.

Είναι, λοιπόν, δυνατό η πρώτη αναφορά στην Τέχνη της Μνήμης, να ανάγεται στο 15900 περίπου π.Χ.; Αυτό δεν θα σήμαινε ότι η εσωτερική γραφή προϋπήρξε της εξωτερικής κατά τουλάχιστον 10.000 έτη; Και η συγκεκριμένη εκτίμηση, γίνεται σύμφωνα με τη χρονολόγηση της πινακίδας του Δισπηλιού της Καστοριάς (με τη μέθοδο του άνθρακα C14, η οποία ανήγαγε την έναρξη της γραφής στον ελληνικό χώρο στα 5260 π.Χ.), διαφορετικά, στον αριθμό αυτό θα χρειαστεί να προσθέσουμε και μερικές ακόμα χιλιάδες χρόνια.

Γιατί όχι; Εξάλλου, όπως φαίνεται και από το παραπάνω απόσπασμα, η "εσωτερική γραφή"αποτελεί επίσης μορφή γραφής, και μάλιστα πολύ πιο εξελιγμένης, καθώς η καλλιέργεια της απαιτεί από τον ασκούμενο την ανάπτυξη απίστευτων εγκεφαλικών ικανοτήτων διαλογισμού, οραματισμού, και φυσικά, μνήμης. Επίσης, δεν λείπει ούτε η βιβλιογραφία, ούτε οι αποδείξεις για την ύπαρξη της εν λόγω τέχνης.

Σκεφτείτε το λίγο... Σταματήστε για λίγα λεπτά την ανάγνωση αυτού του κειμένου και αναλογιστείτε τις ατέλειωτες ώρες διαλογισμού και συστηματοποιημένης μνημοτεχνικής εξάσκησης που θα απαιτούνταν για να σχηματίσει κάποιος τους μνημονικούς τόπους και τις νοητές εκείνες εικόνες, ώστε να είναι σε θέση να απαγγείλει και τις 24 ραψωδίες της Ιλιάδας...

Μάλιστα, πολύ περισσότερο αν οι Γουντ κάνουν λάθος, οπότε στην προσπάθεια του αυτή ραψωδός δεν χρησιμοποιεί τα άστρα ως μνημονικά βοηθήματα... Αναλογιστείτε τώρα το σύνολο της ελληνικής μυθολογίας, το οποίο διαμορφώθηκε πριν από την ύπαρξη γραφής καθώς και τον πλούτο της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, η οποία αναγκαστικά, επίσης προϋπήρξε της γραπτής της αναπαράστασης μέσω συμβόλων...

Αναμφίβολα, οι διάνοιες οι οποίες ανέπτυξαν και διατήρησαν τον πλούτο της ελληνικής γλώσσας, Μυθολογίας και Ιστορίας επί χιλιετίες χωρίς την ύπαρξη γραφής, όφειλαν να είναι εξασκημένες σε ένα μνημονικό σύστημα, αν όχι το ίδιο, τότε πολύ πιο εξελιγμένο, σύνθετο και απαιτητικό (όσον αφορά τη χρήση των διανοητικών τους ικανοτήτων) από αυτά της κλασικής και ρωμαϊκής περιόδου, που παρουσιάσαμε. Μήπως ένα σύστημα, το οποίο θα προϋπέθετε τη χρήση των 45.000 περίπου ορατών από τη Γη άστρων, ως μνημονικούς "τόπους";

Στο σημείο αυτό, αξίζει να παραθέσουμε μια μικρή λεπτομέρεια, την οποία ελάχιστοι φαίνεται ότι γνωρίζουν: τα 45 (μνημο-τεχνικά;) σύμβολα που "διακοσμούν"το δίσκο της Φαιστού (περίπου 1600 π.Χ.) δεν είναι εγχάρακτα, αλλά έχουν "αποτυπωθεί"σε πηλό με λίθινες σφραγίδες! Η ίδια αυτή τεχνική σήμερα, δεν αποκαλείται (όχι απλά γραφή, αλλά) "τυπογραφία";

Γίνεται πλέον ξεκάθαρο, ότι ο μοναδικός λόγος για τον οποίο οι μακρινοί μας πρόγονοι δεν ανέπτυξαν νωρίτερα "εξωτερική"γραφή, είναι ότι, απλούστατα, δεν την είχαν ανάγκη... Δεν αποκλείεται μάλιστα, αν ποτέ καταφέρουμε να αποκρυπτογραφήσουμε τον δίσκο της Φαιστού, να αποκαλυφθεί ότι το"μυστηριώδες"περιεχόμενό του, το οποίο τόσο πολύ έχει προβληματίσει τους επιστήμονες, δεν ήταν τίποτε άλλο από ένα απλό παιδικό τραγουδάκι ή ποίημα, για τους νεαρούς μαθητευόμενους της μνημονικής, "εσωτερικής"γραφής.

Άλλωστε, οι Έλληνες (και συγκεκριμένα οι Αθηναίοι) δεν ήταν που νίκησαν τους υπερανεπτυγμένους τεχνολογικά, αλλά διεφθαρμένους και αλαζόνες Άτλαντες, σύμφωνα με τον πλατωνικό "μύθο"στον "Κριτία";

Προσπαθήστε τώρα να θυμηθείτε την -αποδεκτή ως μόνη "ορθή"από την παγκόσμια ακαδημαϊκή κοινότητα- θεωρία περί ινδοευρωπαϊκής φυλής και γλώσσας, που διδαχθήκαμε όλοι στα σχολεία και τα πανεπιστήμια (και η οποία εξακολουθεί να διδάσκεται, σχεδόν αυθαίρετα), και αποφασίστε ποια σας φαίνεται πιο πειστική...

Ο άγνωστος εκείνος δάσκαλος της ρητορικής και της μνήμης προτείνει επίσης να εφοδιάσουμε νοητά κάθε πέμπτο τόπο με ένα χαρακτηριστικό αντικείμενο (π.χ. ένα χρυσό χέρι) και κάθε δέκατο (decimus) με τη μορφή ενός οικείου μας προσώπου, προκειμένου να μην κάνουμε λάθος στη σειρά σύνδεσης τους. Οι τόποι αυτοί δεν πρέπει να μοιάζουν μεταξύ τους, καθώς ενδέχεται να τους μπερδέψουμε στη σκέψη μας.

Όσον αφορά τις εικόνες, ο συγγραφέας του "Ad Herennium", τις διακρίνει σε δύο κατηγορίες, μία για τα πράγματα (res) και μία άλλη για τις λέξεις-έννοιες (verba). Η απομνημόνευση των πραγμάτων (memoria rerum) είναι σχετικά απλή και ο ασκούμενος μπορεί να την τελειοποιήσει σύντομα και χωρίς μεγάλη δυσκολία.

Αντίθετα, η απομνημόνευση των λέξεων-εννοιών (memoria verborum), η ικανότητα δηλαδή να ανακαλούμε στη μνήμη μας (όπως οι ποιητές της αρχαιότητας) ολόκληρα κείμενα, είναι πολύ πιο σύνθετη και απαιτεί μακροχρόνια εξάσκηση, καθώς και έναν τεράστιο αριθμό μνημονικών τόπων.
Στο σημείο αυτό αξίζει να σταθούμε, καθώς η τελευταία παρατήρηση πιθανότατα εξηγεί γιατί ο Όμηρος (όπως βέβαια και οι γενιές των προκατόχων του), επέλεξε να "τοποθετήσει"μνημοτεχνικά ολόκληρο το έπος της Ιλιάδας στον τεράστιο αριθμό των αστεριών, των πλανητών και των αστερισμών του στερεώματος... (βλ. ΤΜ, τεύχ. 130)

Ολοκληρώνοντας την αναφορά μας στην ενότητα της μνήμης του "Ad Herennium", o συγγραφέας προτείνει, σε ό,τι αφορά στις εικόνες, να επιλέγονται μορφές υπερφυσικές, αστείες ή γκροτέσκες, καθώς το μυαλό μας έχει την τάση να ξεχνά οτιδήποτε το συνηθισμένο. Μερικές ακόμα αναφορές (Κικέρων, Πλούταρχος, Στράβων, Κιντιλιανός).

Η "αστρική"Μνήμη του Μητρόδωρου του Σκέψιου

Ένα άλλο, προερχόμενο επίσης από τη λατινική γραμματεία, έργο με αναφορές στη μνημονική τέχνη, είναι και το "De Oratore"του Κικέρωνα, στην εισαγωγή του οποίου βρίσκουμε τη γνωστή ιστορία με την οποία περιγράφεται η ανακάλυψη της Τέχνης της Μνήμης από τον Σιμωνίδη. Η μικρή αναφορά που γίνεται στο έργο αυτό στις αρχές της μνημονικής τέχνης, φαίνεται να επαληθεύει πλήρως το "Ad Herennium"και γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι ο Κικέρωνας απευθύνεται (όπως και οι κλασικοί Έλληνες συγγραφείς) σε αναγνώστες, οι οποίοι είναι ήδη αρκετά εξοικειωμένοι με αυτές. Μεταξύ άλλων, αναφέρει ότι ο ίδιος έχει γνωρίσει δύο Έλληνες με "θεϊκές ικανότητες Μνήμης"και αναφέρει δύο ονόματα: τον Χαρμάδα από την Αθήνα και τον Μητρόδωρο τον Σκέψιο, τον οποίο συνάντησε στη Μ. Ασία και εικάζει ότι τη στιγμή που γράφει το "De Oratore", βρίσκεται ακόμα εν ζωή.

Ειδικά για τον Μητρόδωρο, γνωρίζουμε από αναφορά του Πλουτάρχου, ότι είχε πρωτοστατήσει σε μια αυτονομιστική κίνηση των ελληνικών πόλεων της Μ. Ασίας από τη ρωμαϊκή κυριαρχία, ενώ ο Στράβων (στα Γεωγραφικά του, 13ος τόμος), αναφέρει ότι ακολούθησε μια πορεία από τη Φιλοσοφία στην Πολιτική για να καταλήξει στη διδασκαλία της ρητορικής τέχνης. Ο μεγάλος γεωγράφος αναφέρει επίσης ότι ο Μητρόδωρος είχε συγγράψει και σχετική πραγματεία (ή πραγματείες), η οποία όμως δυστυχώς δεν σώζεται σήμερα, και μας δίνει την πληροφορία ότι η ρητορική του δεινότητα ήταν τέτοια, ώστε άφηνε πάντα το ακροατήριο του άναυδο...

Η πιο "αινιγματική"ωστόσο πληροφορία για αυτόν τον αρχαίο Έλληνα ασκητή της μνημονικής τέχνης, έρχεται από έναν άλλο Λατίνο δάσκαλο της ρητορικής, τον Κιντιλιανό (Quintilianus), ο οποίος πιθανότατα γνώριζε (όπως και ο Κικέρωνας) το έργο του Μητρόδωρου. Αναφέρει λοιπόν, ότι ο Μητρόδωρος στη μνημονική του τέχνη χρησιμοποιούσε «360 μνημονικούς τόπους στα δώδεκα ζώδια, μέσα από τα οποία διέρχεται ο Ήλιος». Αναμφίβολα, πρόκειται για μία αρχαία μαρτυρία η οποία επιβεβαιώνει ότι η Τέχνη της Μνήμης στην αρχαιότητα συνδεόταν με τη μελέτη των άστρων και τη χρήση τους ως μνημονικούς τόπους.

Μήπως λοιπόν το μνημονικό σύστημα στο οποίο είχε εξασκηθεί ο Μητρόδωρος ήταν το ίδιο (ή έστω παρεμφερές) με αυτό του Ομήρου; Εκτός αυτού, στην αναφορά αυτή ίσως να κρύβεται και η εξήγηση στο ερώτημα γιατί οι περισσότεροι από τους μεταγενέστερους στοχαστές του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης επέλεξαν επίσης να χρησιμοποιήσουν τις 360 μοίρες του ζωδιακού κύκλου, σε μια προσπάθεια αναδημιουργίας των αρχαίων ελληνικών μνημονικών συστημάτων...

Η Τέχνη της Μνήμης στο Μεσαίωνα και την Αναγέννηση: αναζητώντας την αρχαία γνώση

Τα "σκοτεινά"χρόνια που ακολούθησαν την πτώση της Ρώμης, η γενικότερη πνευματική παρακμή παρέσυρε κάθε γνώση στη λήθη. Στα πλαίσια αυτά, και η διδασκαλία της μνημοτεχνικής φαίνεται να ατονεί σταδιακά (με ελάχιστες εξαιρέσεις) και να χάνεται, εντασσόμενη στο θολό ημίφως της μαγικής, "δαιμονικής"γνώσης, προερχόμενης από την "αναίσχυντη, ειδωλολατρική αρχαιότητα".
Οι μνήμες της ύπαρξης αυτής της τέχνης, ωστόσο, υπήρχαν ακόμα ολοζώντανες, όπως και οι περισσότερες από τις (λατινικές κυρίως) πηγές, οι οποίες στα χέρια των λίγων "εκλεκτών"της γνώσης, αποτέλεσαν τον οδηγό τους στις μεμονωμένες προσπάθειες αναπαραγωγής του εντυπωσιακού αυτού συστήματος γνώσης.

Η αναζήτηση λοιπόν ενός μνημονικού συστήματος ικανού να ανακτήσει ολόκληρο το σώμα της χαμένης αρχαίας σοφίας, τοποθετήθηκε από τα πρώιμα κιόλας μεσαιωνικά χρόνια στην κορυφή των επιδιώξεων της νέας κάστας φιλοσόφων-μάγων που δημιουργήθηκε.

Βασιζόμενοι στην αριστοτελική πεποίθηση ότι είναι αδύνατο να υπάρξει καινούρια γνώση, έστρεψαν από την αρχή τις έρευνες τους στο παρελθόν. Στην αναζήτηση αυτή, καταλυτικό ρόλο έπαιξε και η μελέτη των θεωριών του Πλάτωνα, ότι κάθε γνώση είναι ανάμνηση της ψυχής από τον Κόσμο των Ιδεών, με τη μνήμη να αποτελεί έμφυτη ιδιότητα που ανήκει στις δυνατότητες του ανθρώπινου νου.
Δεν θα ήταν υπερβολή, αν λέγαμε ότι οι ερευνητές του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης αισθάνονταν σαν το παιδί εκείνο που, μεγαλώνοντας, έχασε το θείο δώρο της ψυχικής ανάμνησης. Η "Ars Magna" (Μεγάλη Τέχνη), όπως ονομάστηκε η προσπάθεια αυτή αποκατάστασης της επαφής της ανθρώπινης ψυχής με τη συμπαντική γνώση, αποτέλεσε από νωρίς το "Άγιο Δισκοπότηρο"της φιλοσοφικής έρευνας, στην αναζήτηση του οποίου αναλώθηκαν πολλά από τα φωτεινότερα πνεύματα της εποχής (π.χ. Julio Camillo, Θωμάς ο Ακινάτης, Albertus Magnus, Raymond Lull κ.α.).

Σε όλα σχεδόν τα μνημονικά συστήματα της εποχής που κατά καιρούς δημιουργούνταν, η Τέχνη της Μνήμης, εμφανιζόταν να είναι ενδεδυμένη το περίβλημα του μάγου. Απομονώνοντας, ωστόσο, τις επικλήσεις και τις μαγικοθρησκευτικές δοξασίες, μπορούμε με ασφάλεια να διαπιστώσουμε ότι οι μνημονικές αρχές των μεσαιωνικών και αναγεννησιακών συστημάτων ήταν ουσιαστικά οι ίδιες με αυτές των αρχαίων χρόνων.

Μερικά μνημονικά συστήματα του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης

Οι αναφορές από τα διάφορα μνημοτεχνικά συστήματα που κατά καιρούς προτάθηκαν και χρησιμοποιήθηκαν στη μεσαιωνική και αναγεννησιακή περίοδο, είναι πολλές και εντυπωσιακές.
Ενδεικτικά μόνο, αξίζει να αναφέρουμε ότι τέτοιου είδους μνημονικούς τόπους αποτέλεσαν και οι αίθουσες της Κολάσεως του Δάντη(Ι), ενώ πολλοί είναι εκείνοι που υποστήριξαν (εδώ και πολλούς μάλιστα αιώνες) ότι το συγκεκριμένο έργο δεν αποτελεί παρά μια ακόμα μνημοτεχνική-μεταφυσική διατριβή με χριστιανικές αναφορές.

Ωστόσο, ξεχωρίζοντας και αξιολογώντας τις κατά καιρούς μνημονικές μελέτες των "σκοτεινών"αυτών εποχών, μπορούμε εύκολα να διακρίνουμε εκείνες, οι οποίες, εκτός του ότι άσκησαν τεράστια επίδραση στη διαμόρφωση του φιλοσοφικού στοχασμού των εν λόγω περιόδων, αποτέλεσαν και την αφετηρία των αναζητήσεων του αναμφισβήτητα μεγαλύτερου ασκητή της Τέχνης της Μνήμης της μεταχριστιανικής περιόδου: του μεγάλου Giordano Bruno, αλλά και άλλων σπουδαίων στοχαστών εκείνης της καθοριστικής περιόδου.

Η "Ars Brevis" (Τέχνη των Γενναίων) του Ramon Lull

Γεννημένος στη Μαγιόρκα, το 1235 -δέκα περίπου χρόνια μετά τον Θωμά τον Ακινάτη- ο Ramon Lull, ήταν ο πρώτος που επιχείρησε να αφομοιώσει το σύνολο της διαθέσιμης κατά την εποχή του γνώσης σε ένα ομοιογενές σύστημα μνημοτεχνικά δομημένο.

Η "Are Brevis" (Τέχνη των Γενναίων ή γενναία τέχνη), όπως επικράτησε να αποκαλούν το σύστημα του τόσο ο ίδιος όσο και οι πολυάριθμοι συνεχιστές του έργου του, έδινε στον ασκούμενο τη δυνατότητα να συνδυάζει παρεμφερείς μεταξύ τους έννοιες κατά τρόπο τέτοιο, ώστε να προκύπτουν "πρωτότυποι"στοχασμοί.

Το σύστημα "αναζήτησης της αλήθειας"του Lull (του οποίου την επινόηση απέδιδε ο ίδιος σε "θεϊκή φώτιση", αποτέλεσμα μιας υπερβατικής εμπειρίας κατά την επίσκεψη του στο όρος Randa, σε ένα νησί της Μαγιόρκα), αφομοίωνε και αστρολογικές δοξασίες και αντιλήψεις. Μετά από πολλές αναθεωρήσεις και διαδοχικές "βελτιώσεις", ο Lull προχώρησε κατά την περίοδο 1305-8 στην τελευταία εκδοχή της μεθόδου του, την επινόηση της οποίας ο ίδιος φρόντισε να συνοδεύσει με μεγαλεπήβολες διακηρύξεις και σχόλια, από δίδοντας της την "υπεροπτική"ονομασία "Ars Magna" (Μεγάλη Τέχνη).

Στη μέθοδο αυτή, για πρώτη φορά βλέπουμε να χρησιμοποιούνται παρεμφερείς μεταξύ τους έννοιες τοποθετημένες σε κυκλική διάταξη, έτσι ώστε να διευκολύνεται ο συσχετισμός τους με την κεντρική, υπό διερεύνηση ιδέα, η οποία βρίσκεται στο κέντρο της σχηματικής απεικόνισης.

Ο Νεοπλατωνιστής αυτός ως προς τις φιλοσοφικές του αντιλήψεις, άσκησε τεράστια επιρροή στο φιλοσοφικό στοχασμό της εποχής του (σε βαθμό ώστε οι σύγχρονοι μελετητές να κάνουν λόγο για "ρεύμα σκέψης Λαλλιαμού" - Lullism), και με τις επιδράσεις του έργου του να είναι ευδιάκριτες ακόμα και στην Αναγέννηση.

Το φιλοσοφικό μνημοτεχνικό σύστημα του Lull υιοθετήθηκε αργότερα από τους εκπροσώπους των Φραγκισκανών, αντλώντας από τις ιδέες του το ιδεολογικό υπόβαθρο του κινήματος τους. (Και αφού μιλάμε για μέθοδο μνήμης, θυμηθείτε τις επιδράσεις του ελληνικού Νεοπλατωνισμού σε όλα τα μεταγενέστερα δυτικά εσωτερικά συστήματα...)

Το "Θέατρο της Μνήμης"του Julio Camillo

Πιο πιστός στις αρχαίες αρχές της Τέχνης της Μνήμης, όπως τη βρίσκουμε να διατυπώνεται μέσα από τα αρχαία κείμενα, ο Julio Camillo Delminio έδωσε στους μνημονικούς τόπους του συστήματος που εισηγήθηκε, τη μορφή αρχαίου ελληνικού αμφιθεάτρου. Ο γεννημένος το 1480 Ιταλός στοχαστής και ερευνητής της Τέχνης της Μνήμης, από νωρίς διαπίστωσε ότι η αρχιτεκτονική διαρρύθμιση ενός αμφιθεάτρου θα παρουσίαζε τεράστια πλεονεκτήματα στην εξάσκηση της μνημονικής τέχνης.

Σύμφωνο προς τις προϋποθέσεις των (μνημονικών) τόπων του "Ad Herennium"και του Αριστοτέλη, το ελληνικό αμφιθέατρο διαθέτει ένα κεντρικό. σημείο αφετηρίας (σκηνή), το οποίο προσφέρει τεράστια ελευθερία κινήσεων, καθώς μέσω των διαδρόμων επικοινωνεί με όλα τα, ευδιάκριτα χωρισμένα σε επτά διαδοχικά επίπεδα, διαστήματα των κερκίδων.

Όσον αφορά τις (μνημονικές) εικόνες που επέλεξε να χρησιμοποιήσει ως φορείς των εννοιών, ο Camillo προσπάθησε στο θέατρο του να αναπαραστήσει ολόκληρο το σύμπαν όπως προβάλλεται μέσα από την ελληνική μυθολογία, την αστρολογία και την καβαλιστική παράδοση. Οι κερκίδες χωρίζονταν από 6 διαδρόμους σε 7 τμήματα, τα οποία ο ίδιος ονόμαζε "στήλες του Οίκον της Σοφίας τον Σολόμωντος". Καθένα από αυτά τα τμήματα χρησιμοποιούταν για να αποδώσει και έναν διαφορετικό πλανήτη με τις αστρολογικές του ιδιότητες, έφερε το όνομα ενός θεού της αρχαίας ελληνικής θρησκείας, ενώ τα επίπεδα "αφιερώνονταν"σε χαρακτήρες και τόπους της ελληνικής μυθολογίας.

Τα "εντυπωσιακά σχέδια ενός νοητικού μνημοτεχνικού θεάτρου στο οποίο θα απεικονιζόταν ολόκληρη η συμπαντική γνώση"του μυστηριώδη σοφού, δεν άργησαν να διαδοθούν σε ολόκληρη την Ιταλία. Το 1530, ο Camillo βρέθηκε στο Παρίσι, προσκεκλημένος του Γάλλου βασιλιά, ο οποίος ανέλαβε και τη χρηματοδότηση της υλικής κατασκευής του. Μαρτυρίες της εποχής αναφέρουν ότι λίγο καιρό αργότερα, ένα μικρό ξύλινο αμφιθέατρο με πολύ παράξενη διακόσμηση είχε ανεγερθεί στη βασιλική αυλή της Γαλλίας. Όμως φαίνεται ότι το αποτέλεσμα δεν ικανοποίησε τον Camillo, καθώς το 1532 επιστρέφει στην Ιταλία, όπου αρχίζει νέες προσπάθειες για την υλοποίηση της κατασκευής του μνημονικού του θεάτρου, αυτή τη φορά στη Βενετία. Ο Julio Camillo τελικά πέθανε το 1544 και το όνειρο της κατασκευής του "θεάτρου της Μνήμης", στο οποίο είχε αφιερώσει και το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του ποτέ δεν υλοποιήθηκε όπως θα ήθελε.

Το "μνημονικό παλάτι"του Matteo Ricci. Η διδασκαλία της Τέχνης της Μνήμης στην Κίνα

Ο Matteo Ricci ήταν ένας Ιησουίτης ιερέας στον οποίο το 1577 ανατέθηκε να μεταβεί στη μακρινή Κίνα για να κηρύξει τη χριστιανική πίστη και τη δυτική σκέψη στους υπηκόους της δυναστείας των Μινγκ. Μετά από μακροχρόνια όμως παραμονή και χωρίς να έχει καταφέρει να κεντρίσει ιδιαίτερα το ενδιαφέρον των Κινέζων, το 1596 ανέφερε σε μια τυχαία συνομιλία του με έναν πρίγκιπα της δυναστείας για ένα σύστημα μνήμης, το οποίο επιτρέπει στον ασκούμενο την απόμνημόνευση με τη μορφή εικόνων τεράστιου όγκου πληροφοριών σύμφωνα με μια μέθοδο, την οποία στη μακρινή δύση αποκαλούσαν "εσωτερική γραφή".

Η μέθοδος αυτή είχε ανακαλυφθεί πριν πολλά χρόνια σε μια μακρινή χώρα της Δύσης, την Ελλάδα, από έναν ποιητή ευγενούς καταγωγής, ονόματι Xi-mo-ni-de (Σιμωνίδης)!

Η είδηση για την ύπαρξη μιας τόσο εκπληκτικής τέχνης, ενθουσίασε τους ευγενείς της πόλης Nanchang στην επαρχία Jianxi, όπου διέμενε και τον προσκάλεσαν να τους την διδάξει. Ο Ricci, ο οποίος γνώριζε τις γενικές αρχές της μνημοτεχνικής (καθώς στα πλαίσια των νομικών σπουδών που είχε παρακολουθήσει στη Ρώμη το 1572, είχε διδαχθεί το έργο του Κικέρωνα), οργάνωσε για το πρωτότυπο αυτό "ποίμνιο"που κατάφερε επιτέλους να συγκεντρώσει μια σειρά μνημονικών τόπων, οι οποίοι συγκροτούσαν ένα παλάτι. Οι αίθουσες του "μνημονικού παλατιού"του Ricci διακοσμούνται από κινεζικά ιδεογράμματα, τα οποία όμως πρέσβευαν διαφορετικές παραστάσεις της Βίβλου, προσαρμοσμένες στις κινεζικές παραδόσεις. Βλέποντας τη μαζική ανταπόκριση των Κινέζων ευγενών στη διδασκαλία της τέχνης της Μνήμης, πολύ σύντομα συνέγραψε και μελέτη στα κινεζικά και άρχισε να περιοδεύει, κηρύττοντας μέσα από τη μνημονική τέχνη το λόγο του θεού.

Το ενδιαφέρον των Κινέζων για τον πολιτισμό που ανέπτυξε ένα τόσο εξελιγμένο σύστημα -τον ελληνικό- οδήγησε το 1607 τον Ricci, όταν πλέον είχε εγκατασταθεί στο Πεκίνο, να μεταφράσει στα κινεζικά και να εκδώσει και τα πρώτα έξι βιβλία των "στοιχείων της Γεωμετρίας"του Ευκλείδη.
Τελικά, μετά από μεγάλη προσπάθεια, οι κόποι του δείχνουν να ευοδώνονται όταν, στις 8 Σεπτεμβρίου 1609, παίρνει άδεια από τον αυτοκράτορα της δυναστείας να ιδρύσει στο Πεκίνο την "Αδελφότητα της Μαρίας". Ο Matteo Ricci πέθανε στο Πεκίνο στις 11 Μαΐου 1610. Το βιβλίο του για τη μνημονική τέχνη, φυλάχτηκε με ευλάβεια από τους ευγενείς της δυναστείας των Μινγκ και κληροδοτούμενο από γενιά σε γενιά, σώζεται ως τις μέρες μας.

Το "μαγικό"σύστημα μνήμης του Giordano Bruno

Η αναδημιουργία ενός μνημοτεχνικού συστήματος ικανού να επιτύχει την πλατωνική ανάμνηση, ήταν ένα ζήτημα, το οποίο από νωρίς απασχόλησε την κορυφαία πνευματική μορφή της Αναγέννησης, από την εποχή που ήταν ακόμα δομινικανός μοναχός.

Δεν θα ήταν υπερβολή, αν λέγαμε όχι η "μαγική", όπως την αποκαλούσε, μνήμη αποτελούσε τον "κορμό"του μεγάλου δέντρου των αναζητήσεων του, με τις φιλοσοφικές, θεολογικές και κοσμολογικές του απόψεις να είναι απλά οι καρποί.

Άλλωστε, εκτός από τα αμιγώς "μνημονικά"έργα του, αναφορές στην μνημονική τεχνική που χρησιμοποιούσε βρίσκουμε στο σύνολο σχεδόν των μελετών του, ενώ ολόκληρος ο φιλοσοφικός του στοχασμός φαίνεται να αποτελεί το αποτέλεσμα και την επιβεβαίωση της αποτελεσματικότητας των τεχνικών μνήμης που χρησιμοποιούσε.

Η ύπαρξη στην ελληνική αρχαιότητα συλλογιστικών συστημάτων ικανών να παράγουν σχεδόν αλάνθαστα αποτελέσματα, ήταν για τον Μπρούνο αυταπόδεικτη. Αφετηρία του μνημονικού συστήματος που εισηγήθηκε, στάθηκε η ανάλυση της συλλογιστικής διαδικασίας παραγωγής ιδεών και εξαγωγής συμπερασμάτων, όπως τη συναντάμε στο έργο του Πλάτωνα.

Παρατήρησε ότι η "εκμαίευση"των αληθειών από τον Σωκράτη επιτυγχανόταν ξεκινώντας από απλούς ορισμούς των εννοιών και διερευνώντας όλες τις γύρω τους. Στο κλείσιμο της αλληγορίας αυτής, βρίσκουμε ακόμα μία περιγραφή του μνημονικού συστήματος του Μπρούνο.

Οι ύμνοι τους οποίους χρησιμοποιεί στο έργο αυτό, παρουσιάζουν εξαιρετική ομοιότητα με τους Ορφικούς ύμνους και αποσκοπούν, σύμφωνα με την κορυφαία ερμηνεύτρια του έργου του, Frances A.Yates, στην ψυχική προετοιμασία και τόνωση των μελετητών της μνημονικής τέχνης και στη διέγερση της φαντασίας τους, ώστε να φτάσουν σε εγκεφαλική και ψυχική κατάσταση ετοιμότητας να "δεχθούν"τη γνώση από το Σύμπαν, με την εξάσκηση της μνημονικής τέχνης. Βλέπουμε λοιπόν ότι η «ανάμνηση» δεν είναι μία απλή μηχανιστική διαδικασία, αλλά απαιτεί κατάλληλο ψυχικό υπόβαθρο...

Σύντομα, ο Μπρούνο εκδίδει και τρίτο "μνημονικό"έργο, την "Τέχνη της Μνήμης" (Are Memoriae). Φαίνεται ότι οι έρευνες του για την απεικόνιση της συμπαντικής και ανθρώπινης διάνοιας τον οδήγησαν στην υιοθέτηση μιας πιο αφαιρετικής φόρμας, με εντονότερο το στοιχείο του συμβολισμού, καθώς τόσο οι ομόκεντροι κύκλοι, όσο και οι πίνακες αναφοράς έχουν λιγοστέψει. Έχει πλέον εμβαθύνει στη "χαοτική"σκέψη και τα σύμβολα του παραπέμπουν σε αστερισμούς και σε επεισόδια παρμένα από την ελληνική μυθολογία, θεωρώντας ότι αποτελούν γνησιότερους συμβολισμούς μεγαλύτερης δύναμης και μεστότητας νοημάτων και ότι βρίσκονται πιο κοντά στη συμπαντική σκέψη.

To Ars Memoriae έχει χαρακτηριστεί από τους μελετητές του έργου του Μπρούνο ως "μαγικό". Αποτελεί, ωστόσο, την ευθεία προέκταση της πορείας που ακολουθεί η σκέψη του από το συγκεκριμένο στο αφηρημένο, από το υλικό στο πνευματικό και από το ανθρώπινο στο Συμπαντικό.
Αρκετά χρόνια αργότερα, κατά τη διάρκεια της παραμονής του στη Γερμανία, ο Μπρούνο θα επανέλθει στην προσπάθεια του να δημιουργήσει ένα σύστημα μνήμης εκφρασμένο αυτή τη φορά μέσα από εικόνες και σύμβολα, ικανών να φέρουν την ανθρώπινη ψυχή σε επαφή με την "αληθινή πραγματικότητα", με την έκδοση των «30 αγαλμάτων» (Lampas Triginte Statuarum).

Στο έργο αυτό, το οποίο έχει κυρίως θρησκευτικό χαρακτήρα, οι αστρολογικές παραστάσεις στις οποίες στηριζόταν η διαδικασία της "ανάμνησης", έχουν πλέον αντικατασταθεί από μορφές αγαλμάτων, τις οποίες ο Μπρούνο χαρακτηρίζει ως "εσωτερικές εικόνες".

Θεωρεί τη φαντασία ως τον ισχυρότερο και αμεσότερο τρόπο να επιτύχει κάποιος την επαφή με τον πνευματικό κόσμο και χρησιμοποιεί τις μορφές αυτές ως πιο αποτελεσματικούς ψυχικούς συνδέσμους της φαντασίας (της ανθρώπινης διάνοιας) με το Θείο.

Πρώτη μορφή στις απεικονίσεις του είναι αυτή του Απόλλωνα που συμβολίζει το Εν και το Φως και ακολουθεί ο Κρόνος που αντιπροσωπεύει την Αρχή. Ανάμεσα στα υπόλοιπα αγάλματα βρίσκουμε τις μορφές του Προμηθέα, του Ηφαίστου, της Θέτιδος, του Γανυμήδη ή Τοξότη, του Ουρανού, της Αφροδίτης, του Έρωτα, της Αρτέμιδος και φυσικά της Αθηνάς, η οποία εκπροσωπώντας τη Σοφία, αποτελεί την ιερότερη, σύμφωνα με τον Μπρούνο, από τις Θηλυκές Θεότητες.

Εξαιρετικό, επίσης, ενδιαφέρον παρουσιάζει στο έργο αυτό και ο πρωταρχικός διαχωρισμός του Θεϊκού στοιχείου, για το οποίο αναφέρει ότι είναι αδύνατο να αποδοθεί με κάποια μορφή άλλη από τη φυσική του, που είναι το Φως και έχει τριαδική υπόσταση.

Το Θεϊκό αυτό στοιχείο, δύναται να γίνει αντιληπτό από την ανθρώπινη διάνοια με τις έννοιες: του "Πατρός ή Νου ή της Ουσίας των Ουσιών", του "Υιού ή της πρωταρχικής διάνοιας, της ομορφιάς και της αγάπης της δημιουργίας", και του "Φωτός", το οποίο αποτελεί την ψυχή του Κόσμου και όλων των πραγμάτων (anima mundi) και τη Ζωοποιό Ενέργεια του Σύμπαντος.

Η πορεία των αναζητήσεων του Μπρούνο στην αναδημιουργία των μνημοτεχνικών μεθόδων της αρχαιότητας, παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς έχοντας ως αφετηρία τις ερμητικές και πλατωνικές θεωρίες και ιδέες, καταλήγει να επαληθεύει πρακτικές αιώνων. Το μνημονικό σύστημα του Μπρούνο φαίνεται να επιβεβαιώνει ότι οι αφηρημένες έννοιες και οι συμβολικές εικόνες διευρύνουν την αντίληψη, αμβλύνουν τη λογική-γραμμική σκέψη και προκαλούν την κατάλληλη διανοητική κατάσταση, επιτρέποντας με αυτό τον τρόπο στην ανθρώπινη ψυχή να επικοινωνήσει με το θείο κατά τον αμεσότερο δυνατό τρόπο.

Μερικές "τολμηρές"υποθέσεις...

Ας "ξεχάσουμε"για λίγο όλα όσα γνωρίζουμε για τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό και ας επιχειρήσουμε να τον ξανααντικρίσουμε με την αποκαλυπτική απλότητα της πρώτης ματιάς. Παρατηρούμε λοιπόν, ότι τα ονόματα και οι ιδιότητες των αρχαίων Θεών συμπίπτουν με τα αντίστοιχα των πλανητών, ενώ η δράση τους αποτυπώνεται σε επεισόδια της Μυθολογίας, με συμμετοχή και κατώτερων θεοτήτων, τα ονόματα των οποίων πάλι, κατά "σύμπτωση", συμπίπτουν με τα ονόματα και τις ιδιότητες των αστερισμών!

Σε κάποια φάση της εξέλιξης του πολιτισμού αυτού, δημιουργείται από πρωτογενείς αποτυπώσεις των εννοιών σε εικόνες, μια αρχική μορφή κωδικοποιημένης επικοινωνίας, η οποία φθείρεται με την πάροδο των αιώνων και απλοποιείται, για να δώσει τη θέση της στους χαρακτήρες που γνωρίζουμε σήμερα ως γραφή!

Η συγκεκριμένη γραφή που αναπτύσσεται, ακριβώς όπως και οι μνημονικές εικόνες, διαβάζεται κανονικά από τα αριστερά προς τα δεξιά, αλλά και αντίστροφα. Την ίδια περίπου εποχή, οι πιο οξυδερκείς παρατηρητές των άστρων διατυπώνουν τις αρχές της Γεωμετρίας (όπως π.χ. ο Θαλής), της Φιλοσοφίας (Ησίοδος), της Ποίησης (Όμηρος) ή των θρησκευτικών αντιλήψεων (Ορφικοί), ενώ άλλοι, οι οποίοι πιθανότητα "μαγεύτηκαν"από την αναλλοίωτη και αιώνια λάμψη των άστρων, μπορούν και "αντιλαμβάνονται"τις δονήσεις τους (Πυθαγόρας) και προσπαθούν να τις αναπαράγουν.

Δημιουργείται έτσι η Μουσική (η πλησιέστερη σύμφωνα με τον Πλάτωνα τέχνη στο θεϊκό στοιχείο, καθώς είναι άυλη), από τη μελέτη των αρχών της οποίας προκύπτουν τα Μαθηματικά. Η επισταμένη έρευνα καθώς και η πρακτική εφαρμογή των αρχών των μαθηματικών οδηγεί στην ανάπτυξη όλων των υπολοίπων τεχνών και επιστημών (π.χ. Γλυπτική, Αρχιτεκτονική), με αποτέλεσμα μια γενικότερη περίοδο ευημερίας και άνθισης, κατά την οποία χτίζονται πόλεις (πάλι σε αντανάκλαση των αστερισμών. Βλέπε: Νίκ. Λίτσας, "Μυστικές Διαδρομές στην Άγνωστη, Ελλάδα και η Αναζήτηση, τον Πραγματικού Ομήρου").

Όλοι αυτοί οι τομείς γνώσης (π.χ. η Αστρονομία, τα Μαθηματικά, η Φιλοσοφία, η Μουσική, η θρησκεία, οι εικαστικές τέχνες, η Ναυσιπλοΐα, η Αρχιτεκτονική, κ.α.) είναι φυσικά αλληλένδετοι μεταξύ τους, αλληλεπιδρούν και εξελίσσονται ταυτόχρονα και για την αποτύπωση τους χρησιμοποιούν την παραφθαρμένη μορφή των αρχικών "μνημονικών"εικόνων (γραφή). Σημειώστε ότι τα γράμματα του ελληνικού αλφαβήτου χρησιμοποιούνται για να αποδώσουν όχι μόνο τον γραπτό λόγο, αλλά και τους αριθμούς, καθώς και τους μουσικούς τόνους (νότες).

Δηλαδή, ακριβώς όπως και οι μνημονικές εικόνες, τα γράμματα αποτελούν στον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό "φορείς"πολλαπλών νοημάτων, αναλόγως του συστήματος σκέψης με το οποίο τα ερμηνεύουμε.

Επίσης, όλες αυτές οι γνώσεις εμφανίζονται να έχουν "θεϊκή"προέλευση. (Μήπως τελικά η "συνωνυμία"άστρων, πλανητών, αστερισμών, Θεών και μυθικών χαρακτήρων ήταν ουσιαστικά "μνημοτεχνική"ταυτοσημία;)

Απομακρυνόμενοι πλέον από τον ελληνικό χώρο, όλες αυτές οι τέχνες, οι επιστήμες και οι γνώσεις μεταναστεύουν στο λατινικό κόσμο, όπου, αποκομμένες από τις ρίζες τους, ατροφούν σε μια "σκοτεινή"περίοδο πνευματικής παρακμής και εξαθλίωσης, για να αναβιώσουν μερικούς αιώνες αργότερα, σε μια προσπάθεια αναδημιουργίας του αρχαίου κόσμου (Αναγέννηση).

Την περίοδο εκείνη μάλιστα, η φωτεινότερη πνευματική μορφή (Giordano Bruno) οδηγείται μέσα από τη μελέτη των αρχαίων πηγών στην επαλήθευση και την επιβεβαίωση όλων των αρχών της ελληνικής σκέψης, με ιδιαίτερη έμφαση (όπως και οι Έλληνες) στην παρατήρηση και την μελέτη των άστρων.

Ολοκληρώνοντας τον μακροσκελή (και αναγκαστικά γενικευτικό) αυτό συλλογισμό, θα αποτολμήσουμε τη διατύπωση ορισμένων "τολμηρών"ερωτημάτων, θεωρώντας ότι το να θέτει κανείς ερωτήματα αποτελεί πολύ πιο ειλικρινή στάση από την "αφοριστική"κατάθεση απαντήσεων:


* Μήπως ολόκληρο το σώμα της αρχαίας και σύγχρονης γνώσης στηρίχθηκε στις αρχές της Τέχνης της Μνήμης, σύμφωνα με τις οποίες η μάθηση οικοδομείται με την ορθή τοποθέτηση κάθε πληροφορίας πάνω στην παλαιά γνώση; 
* Μήπως είχε δίκιο ο Πλάτωνας και η γνώση που προέρχεται από το διάβασμα γραπτών πηγών δεν ασκεί καμία απολύτως επίδραση στη διαμόρφωση της ψυχής μας, αλλά λειτουργεί ανασταλτικά στην απόκτηση της σοφίας; 
* Μήπως, αντίθετα με τις απόψεις των ιστορικών και των ανθρωπολόγων, η ανάπτυξη της γραφής σήμανε την έναρξη μιας εκτεταμένης περιόδου πνευματικής παρακμής του ελληνισμού, καθώς άρχισε σταδιακά να εγκαταλείπεται η μνημονική Τέχνη; 
* Μήπως το πραγματικό απόγειο του ελληνικού πολιτισμού θα πρέπει να το αναζητήσουμε όχι στην κλασική εποχή, αλλά στην εκτενή προ-ομηρική περίοδο, κατά την οποία διαμορφώνονταν οι μυθικές αντιλήψεις και η γλώσσα; 
* Μήπως η ταύτιση της σκέψης με μη συγκεκριμένες μορφές και εικόνες εννοιών (όπως αυτές της ελληνικής Μυθολογίας), αποδεσμεύει την ανθρώπινη διάνοια από τις από τις "αλυσίδες"της ασφυκτικά λογικής, γραμμικής πραγματικότητας και επιτρέπει την επικοινωνία με τη συμπαντική διάνοια, καθιστώντας δυνατή την πλατωνική ανάμνηση της ψυχής; 
* Μήπως θα πρέπει να επιχειρήσουμε να "ξαναδιαβάσουμε"ολόκληρη την ελληνική Μυθολογία, προσπαθώντας να αποκωδικοποιήσουμε τις "μνημονικές"της εικόνες; 
* Μήπως το ίδιο θα πρέπει να κάνουμε και με την αρχαία ελληνική τέχνη στο σύνολο της, προσέχοντας τόσο την ακριβή θέση της κάθε ανάγλυφης μορφής π.χ. στα αετώματα ή στις εισόδους των αρχαίων ναών όσο και τις επιμέρους της λεπτομέρειες; 
* Μήπως, κάτω από το φως των νέων αυτών αποκαλύψεων, η αρχαία ελληνική μυθολογία θα έπρεπε να εισαχθεί στην εκπαίδευση και να διδάσκεται σχολαστικά, προκειμένου να αυξηθούν οι μαθησιακές, αντιληπτικές και συλλογιστικές ικανότητες των μαθητών; 
* Μήπως το ίδιο ακριβώς θα πρέπει να γίνει και με τις αρχές της μνημονικής τέχνης; 
* Μήπως όλες αυτές οι αλήθειες κρατήθηκαν επίτηδες κρυφές από το ευρύ κοινό, σε μια προσπάθεια γενικότερης πνευματικής υποβάθμισης του συνόλου από ομάδες μυημένων, ώστε να καθίσταται ευκολότερη η χειραγώγηση του; (Είναι γνωστό ότι ειδικά στην περίπτωση του Μπρούνο, οι διδασκαλίες του ποτέ δεν έγιναν ευρύτερα γνωστές, ωστόσο αποτέλεσαν το πνευματικό υπόβαθρο της οργάνωσης των Ροδόσταυρων.) 
* Μήπως η επιστροφή στην εξάσκηση της Τέχνης της Μνήμης θα οδηγούσε όχι μόνο τον ελληνισμό, αλλά και ολόκληρη την ανθρωπότητα σε μια νέα πνευματική ανάταση;
Παρατίθεται ο ορφικός ύμνος της Μνημοσύνης, ο οποίος απαγγελλόταν πρώτος στην τέχνη της μνημονικής προκειμένου να ασκηθεί η μνήμη και να ενεργοποιηθεί μια ολόκληρη διαδικασία ανύψωσης του νου και της ψυχής προς τα ουράνια πεδία:

ΟΡΦΙΚΟΣ ΥΜΝΟΣ ΜΝΗΜΟΣΥΝΗΣ

ѳυμίαμα λίβανον

Μνημοσύνην καλέω, Ζηνὸς σύλλεκτρον, ἄνασσαν,
ἣ Μούσας τέκνωσ'ἱεράς, ὁσίας, λιγυφώνους,
ἐκτὸς ἐχοῦσα κακῆς λήѳης βλαѱίφρονος αἰεί,
πάντα νόον συνέχουσα βροτῶν ѱυχαῖσι σύνοικον,
εὐδύνατον κρατερὸν ѳνητῶν αὔξουσα λογισμόν,
ἡδυτάτη, φιλάγρυπνος ὑπομνήσκουσά τε πάντα,
ὧν ἂν ἕκαστος ἀεὶ στέρνοις γνώμην κατάѳηται,
οὔτι παρεκβαίνουσ', ἐπεγείρουσα φρένα πᾶσιν.
ἀλλά, μάκαιρα ѳεά, μύσταις μνήμην ἐπέγειρε
εὐιέρου τελετῆς, λήѳην δ'ἀπὸ τῶνδ'ἀπόπεμπε.

Νεοελληνική απόδοση:

Την Μνημοσύνην προσκαλώ, την συζυγον του Διός, την βαοίλισσαν.
ή οποία εγέννησε τας ιεράς Μούσας, τας οσίας, τάς λιγυροφώνους (με την λιγυρή φωνή)
πού έχει πάντοτε την μνήμην της έξω από την κακίαν ή οποία (κακία) βλάπτει τάς φρενας
καί συγκρατεί κάθε νουν των βροτών σύνοικον με τας ψυχάς
και αυξάνει τον δυνατόν και ισχυρόν λογισμόν των ανθρώπων
είναι γλυκύτατη, αγαπά την αγρυπνίαν υπενθυμίζει τα πάντα
περί των οποίων ο καθένας σχηματίζει πάντοτε γνώμην (αποκτά μνήμην)
ούτε παρεκτρέπεται καί διεγείρει εις όλους την σκέψιν.
Αλλά μακαρία θεά, ξεσήκωσε (δυνάμωσε) την μνήμην εις τους μύστας
της ιεράς ταύτης τελετουργίας, και απόδιωξε από αυτούς την λησμοσύνη.

πηγή: arxaia-ellinika 

ΜΑΡΚΟΣ ΑΥΡΗΛΙΟΣ - ΤΑ ΕΙΣ ΕΑΥΤΟΝ

$
0
0


Το έργο του Μάρκου Αυρήλιου Τα εις εαυτόν γράφτηκε μετά το 172 μ.Χ  ενώ ο συγγραφέας κατείχε ήδη το αυτοκρατορικό αξίωμα (161-180 μ.Χ.). Είναι γραμμένο στην Ελληνική -τη γλώσσα των μορφωένων Ρωμαίων - και παραδίδεται διαιρεμένο σε δώδεκα βιβλία (η διαίρεση δεν ανταποκρίνεται σε εσωτερικά κριτήρια και επομένως δεν πρέπει να οφείλεται στον ίδιο τον συγγραφέα). Εκτός από το πρώτο βιβλίο, το οποίο, αν και γράφτηκε τελευταίο, προτάχθηκε εκ των υστέρων ως εισαγωγή και αναφέρεται στις οφειλές του Αυρηλίου σε συγγενείς και δασκάλους, τα υπόλοιπα έχουν τη μορφή σκόρπιων στοχασμών σε αφοριστικό ύφος, παραινέσεων εἰς ἑαυτόν χωρίς καμιά συστηματική κατάταξη. Ως προς το περιεχόμενο το έργο εντάσσεται στην παράδοση της στωικής φιλοσοφίας με ιδιαίτερα έκδηλη την επίδραση του Επικτήτου (55-120 μ.Χ). 



Ο Μάρκος Αυρήλιος στο αγωνιώδες ερώτημα της εποχής, πώς μπορεί κανείς να κατακτήσει την ευδαιμονία, απαντά ως γνήσιος στωικός:η απαλλαγή από τα πάθη και τα έντονα συναισθήματα (ηδονή, πόνος), η απάθεια έναντι του εξωτερικού κόσμου, η αδιαφορία για τα υλικά αγαθά συντείνουν στην κατάκτηση της εσωτερικής γαλήνης. Ένα αίσθημα που ενισχύεται από την πεποίθηση ότι η ζωή του ανθρώπου διέπεται εν τέλει από την ίδια αρμονία που διέπει τον κόσμο ως ολότητα, και η οποία οφείλεται στην ύπαρξη του Λόγου. Από το έργο του δεν απουσιάζουν οι έννοιες της παροδικότητας του χρόνου, του εφήμερου της ζωής, της πλήρους αβεβαιότητας, μόνο που δεν σχετίζονται με μια απαισιόδοξη θεώρηση του κόσμου. Αντίθετα, αποτελούν την παραδοχή από την οποία εκκινεί κανείς για να αναζητήσει μέσω της φιλοσοφίας την ευδαιμονία.

202. – Τὰ εἰς ἑαυτὸν 2.17, 3.10, 7.3

(α)1

[2, 17] Της ανθρώπινης ζωής η διάρκεια όσο μια στιγμή, η ουσία της ρευστή, η αίσθησή της θολή, το σώμα -από τη σύστασή του- έτοιμο να σαπίσει, και η ψυχή ένας στρόβιλος, η τύχη άδηλη, η δόξα αβέβαιη. Με δυο λόγια, όλα στο σώμα σαν ένα ποτάμι, όλα της ψυχής σαν όνειρο2 και σαν άχνη, η ζωή ένας πόλεμος κι ένας ξενιτεμός,3 η υστεροφημία λησμονιά. Ποιο είναι αυτό που μπορεί να μας δείξει τον δρόμο; Ένα και μόνο: η φιλοσοφία! Κι αυτό σημαίνει να φυλάμε τον θεό μέσα μας καθαρό κι αλώβητο, νικητή πάνω στις ηδονές και τους πόνους, να μην κάνουμε τίποτε στα τυφλά, τίποτε ψεύτικα και προσποιητά, να μην εξαρτιόμαστε από το τι θα πράξει ή τι δεν θα πράξει ο άλλος. Κι ακόμη, να αποδεχόμαστε όσα συμβαίνουν κι όσα μας λαχαίνουν σαν κάτι που έρχεται κάπου από κει απ᾽ όπου έχουμε έλθει και εμείς· και πάνω απ᾽ όλα, να περιμένουμε τον θάνατο με γαλήνια διάθεση, θεωρώντας πως δεν είναι τίποτε άλλο παρά η διάλυση των συστατικών στοιχείων από τα οποία είναι συγκροτημένο κάθε ζωντανό πλάσμα.

(β)

[3, 10] Πέταξε τα όλα, κράτησε μόνο τούτα τα λίγα· και να θυμάσαι ακόμη ότι καθένας ζει μόνο το παρόν -τούτο το ακαριαίο· τα άλλα ή τα έχει ζήσει πια ή είναι στη σφαίρα του άδηλου. Μικρή λοιπόν η ζωή του καθενός, μικρή και η γωνίτσα της γης όπου την ζει· μικρή ακόμη και η διαρκέστερη υστεροφημία: στηρίζεται κι αυτή σε ανθρωπάκια που διαδέχονται το ένα το άλλο και που αύριο κιόλας θα πεθάνουν και δεν γνωρίζουν ούτε τον εαυτό τους,4 πολύ περισσότερο εκείνον που έχει πεθάνει από καιρό.

(μετάφραση Νίκος Σκουτερόπουλος)

(γ)

[7, 3] Κενοσπoυδία για πομπές, δράματα πάνω στη σκηνή,5 κοπάδια και συναγελάσματα, λογχίσματα σε κορμιά, κοκαλάκια σε σκυλάκια, μπουκιές σε δεξαμενές ψαριών, ταλαιπωρίες φορτωμένων μυρμηγκιών, ποντικάκια που τρέχουν φοβισμένα,6 νευρόσπαστα που χειρονομούν.7 Πρέπει λοιπόν να στέκεσαι [απέναντι σε] αυτά με ευμένεια και χωρίς αλαζονεία, να προσέχεις όμως πως ο καθένας αξίζει τόσο, όσο τα πράγματα που τον απασχολούν.

(μετάφραση Γιώργος Σεφέρης)

Το αρχαίο κείμενο: 

(α)

[2.17] τοῦ ἀνθρωπίνου βίου ὁ μὲν χρόνος στιγμή, ἡ δὲ οὐσία ῥέουσα, ἡ δὲ αἴσθησις ἀμυδρά, ἡ δὲ ὅλου τοῦ σώματος σύγκρισις εὔσηπτος, ἡ δὲ ψυχὴ ῥεμβός, ἡ δὲ τύχη δυστέκμαρτον, ἡ δὲ φήμη ἄκριτον. συνελόντι δὲ εἰπεῖν, πάντα τὰ μὲν τοῦ σώματος ποταμός, τὰ δὲ τῆς ψυχῆς ὄνειρος καὶ τῦφος, ὁ δὲ βίος πόλεμος καὶ ξένου ἐπιδημία, ἡ δὲ ὑστεροφημία λήθη. τί οὖν τὸ παραπέμψαι δυνάμενον; ἓν καὶ μόνον φιλοσοφία. τοῦτο δὲ ἐν τῷ τηρεῖν τὸν ἔνδον δαίμονα ἀνύβριστον καὶ ἀσινῆ, ἡδονῶν καὶ πόνων κρείσσονα, μηδὲν εἰκῇ ποιοῦντα μηδὲ διεψευσμένως καὶ μεθ᾽ ὑποκρίσεως, ἀνενδεῆ τοῦ ἄλλον ποιῆσαί τι ἢ μὴ ποιῆσαι· ἔτι δὲ τὰ συμβαίνοντα καὶ ἀπονεμόμενα δεχόμενον ὡς ἐκεῖθέν ποθεν ἐρχόμενα, ὅθεν αὐτὸς ἦλθεν· ἐπὶ πᾶσι δὲ τὸν θάνατον ἵλεῳ τῇ γνώμῃ περιμένοντα ὡς οὐδὲν ἄλλο ἢ λύσιν τῶν στοιχείων, ἐξ ὧν ἕκαστον ζῷον συγκρίνεται.

(β)

[3.10] πάντα οὖν ῥίψας ταῦτα μόνα τὰ ὀλίγα σύνεχε· καὶ ἔτι συμμνημόνευε, ὅτι μόνον ζῇ ἕκαστος τὸ παρὸν τοῦτο, τὸ ἀκαριαῖον· τὰ δ᾽ ἄλλα ἢ βεβίωται ἢ ἐν ἀδήλῳ. μικρὸν μὲν οὖν ὃ ζῇ ἕκαστος, μικρὸν δὲ τὸ τῆς γῆς γωνίδιον, ὅπου ζῇ· μικρὸν δὲ καὶ ἡ μηκίστη ὑστεροφημία, καὶ αὕτη δὲ κατὰ διαδοχὴν ἀνθρωπαρίων τάχιστα τεθνηξομένων καὶ οὐκ εἰδότων οὐδ᾽ ἑαυτούς, οὔτιγε τὸν πρόπαλαι τεθνηκότα.

(γ)

[7.3] πομπῆς κενοσπουδία, ἐπὶ σκηνῆς δράματα, ποίμνια, ἀγέλαι, διαδορατισμοί, κυνιδίοις ὀστάριον ἐρριμμένον, ψωμίον εἰς τὰς τῶν ἰχθύων δεξαμενάς, μυρμήκων ταλαιπωρίαι καὶ ἀχθοφορίαι, μυιδίων ἐπτοημένων διαδρομαί, σιγιλλάρια νευροσπαστούμενα. χρὴ οὖν ἐν τούτοις εὐμενῶς μὲν καὶ μὴ καταφρυαττόμενον ἑστάναι, παρακολουθεῖν μέντοι ὅτι τοσούτου ἄξιος ἕκαστός ἐστιν, ὅσου ἄξιά ἐστι ταῦτα, περὶ ἃ ἐσπούδακεν.

__________

1 Ο συγκεκριμένος στοχασμός, που συνοψίζει βασικά στοιχεία της στωικής σκέψης, έχει στόχο να αναδείξει τη φιλοσοφία ως μοναδικό εφόδιο για να αντιμετωπίσει κανείς τη ρευστότητα και αβεβαιότητα που χαρακτηρίζουν τον ανθρώπινο βίο.

2 Οι παρομοιώσεις της ψυχής με όνειρο και πάχνη απαντούν συχνά στη λογοτεχνία της εποχής.

3 Η αντίληψη ότι ο άνθρωπος είναι ξένος, περαστικός από τη ζωή και μάλιστα για μικρό διάστημα, απαντά στη Σοφία Σολομώντος και σε μεταγενέστερα κείμενα.

4 Η εικόνα των ανθρώπων που περιμένουν στη σειρά τον θάνατο, χωρίς να γνωρίζουν ούτε καν τον ίδιο τον εαυτό τους, θυμίζει αντίστοιχες εικόνες της ποίησης του Έλιοτ. Αξιοπρόσεκτη η χρήση των υποκοριστικών (γωνίδιον, ἀνθρωπαρίων), που υποβάλλουν την έννοια της μηδαμινότητας του ανθρώπου.

5 Για την παρομοίωση του ανθρώπινου βίου με σκηνή θεάτρου βλ. το σχόλιο 2 στο ανθολογούμενο κείμενο από τον Επίκτητο. Γενικά σ᾽ ολόκληρο τον στοχασμό υποβάλλεται η ιδέα του βίου ως μάταιου θεάματος.

6 Στιςδύο εικόνες των ταλαιπωρημένων από το φόρτωμα μυρμηγκιών και των ποντικιών που τρέχουν φοβισμένα υπόκειται ο παραλληλισμός με τη ζωή του ανθρώπου.

7 Η ωραία παρομοίωση των ανθρώπων με μαριονέτες που χειρονομούν σπασμωδικά απαντά και σε άλλα σημεία του κειμένου του Αυρηλίου και υποδηλώνει τους ανθρώπους που κυριαρχούνται από τα πάθη της ψυχής. Η ιδιότητα αυτή, όπως επισημαίνεται στο στοχασμό 12,19, προσιδιάζει στη φύση των ζώων. Η συγκεκριμένη εικόνα άσκησε ιδιαίτερη επίδραση στην ποίηση του Γ. Σεφέρη.

πηγή: greek-language.gr

ΗΡΑΚΛΕΙΤΟΣ - ΠΕΡΙ ΦΥΣΕΩΣ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ

$
0
0
53. - Περί φύσεως (Απόσπασμα 1, 123, 107, 93, 2, 51, 101, 53, 60, 30, 94, 119, 43, 44 Diels - Kranz)

Προλογικά

Το μοναδικό έργο που έγραψε ο Ηράκλειτος από την Έφεσο ήταν σε πεζό λόγο και φέρει, όπως και τα έργα των άλλων φυσικών φιλοσόφων, τον (πιθανότατα νόθο) τίτλο Περί φύσεως. Κύριο χαρακτηριστικό του ύφους του είναι ο συνειδητά αφοριστικός, εύκολα απομνημονεύσιμος αλλά συνάμα και δυσνόητος λόγος, που του έδωσε ήδη στην αρχαιότητα των χαρακτηρισμό του "σκοτεινού". Βασικά στοιχεία της διδασκαλίας του: (1) Οι άνθρωποι πρέπει να γνωρίσουν τον Λόγο (πιθανώς σημαίνει: βασική ενοποιητική αρχή ή "δομικό σχέδιο"του κόσμου και των πραγμάτων), τον οποίο κατέχει ο ίδιος ο φιλόσοφος. (2) Ο κόσμος μεταβάλλεται ασταμάτητα. (3) Ο κόσμος είναι μια αιώνια φωτιά (η φωτιά αποτελεί σύμβολο της αέναης μεταβολής). (4) Η ισορροπία του κόσμου διατηρείται μόνον με τον συνεχή ανταγωνισμό των αντίθετων· ο πόλεμος είναι πατέρας και βασιλιάς όλων. Από τα σωζόμενα αποσπάσματα συνάγεται ότι το έργο είχε τριμερή διάρθρωση: στο πρώτο μέρος παρουσιαζόταν η θεωρία για το βαθύτερο νόημα των πραγμάτων, δηλαδή η "θεωρία περί Λόγου", στο δεύτερο η "θεωρία της φωτιάς", ενώ το τρίτο περιλάμβανε αποφάνσεις για ηθικά και πολιτικά ζητήματα (από το πρώτο μέρος προέρχονται τα αποσπάσματα α-θ, από το δεύτερο τα ι-ια, ενώ από το τρίτο τα ιβ-ιδ).

(α)

Και μολονότι τούτος ο λόγος είναι κοινός, οι άνθρωποι γίνονται ασύνετοι παντοτινά, και πριν τον ακούσουν, και όταν τον ακούσουν για πρώτη φορά.1Γιατί, μολονότι τα πάντα γίνονται σύμφωνα με τούτο το λόγο, μοιάζουν σα να μην τον γνωρίζουν και καταπιάνονται με λόγια και έργα τέτοια, που εγώ τώρα θα διηγηθώ, διαιρώντας το καθένα κατά τη φύση του και λέγοντας πώς έχει. Όσο για τους άλλους ανθρώπους, δεν έχουν συναίσθηση των όσων κάνουν στον ξύπνο τους, όπως λησμονούν τα όσα κάνουν όταν κοιμούνται.

(μετάφραση Γιώργος Σεφέρης)

(β)

Η αληθινή δομή των πραγμάτων συνήθως κρύβεται.2

(γ)

Τα μάτια και τα αυτιά είναι κακοί μάρτυρες για τους ανθρώπους, αν έχουν ψυχές που δεν καταλαβαίνουν τη γλώσσα τους.

(δ)

Ο άρχοντας,3 στον οποίο είναι αφιερωμένο το μαντείο των Δελφών, δεν μιλάει ούτε κρύβει, παρά στέλνει σημάδια.

(ε)

Γι᾽ αυτό είναι αναγκαίο να ακολουθούμε το κοινό· αλλά, παρόλο που ο Λόγος είναι κοινός, οι πολλοί ζουν σαν να είχαν δική τους αντίληψη.

(ς)

Δεν καταλαβαίνουν πώς είναι δυνατό, ενώ βρίσκεται σε αντίθεση, να συμφωνεί με τον εαυτό του: υπάρχει ένας παλίντονος δεσμός, όπως στο τόξο και τη λύρα.4

(ζ)

Ερεύνησα τον εαυτό μου.5

(η)

Ο πόλεμος είναι ο πατέρας των πάντων και ο βασιλιάς των πάντων, και μερικούς τους έκανε θεούς, άλλους ανθρώπους· μερικούς τους έκανε δούλους, άλλους ελεύθερους.6

(θ)

Ο ανήφορος και ο κατήφορος είναι ο ίδιος δρόμος.7

(ι)

Αυτόν τον κόσμο δεν τον έπλασε κανένας θεός ή άνθρωπος, παρά υπήρχε πάντα, υπάρχει και θα υπάρχει: μια αιώνια, ζωντανή φωτιά, που ανάβει με μέτρο και σβήνει με μέτρο.

(ια)

Ο ήλιος δεν θα ξεπεράσει τα μέτρα του· αλλιώς οι Ερινύες, οι θεραπαινίδες της δικαιοσύνης, θα τον ανακαλύψουν.8

(ιβ)

Ο χαρακτήρας του ανθρώπου είναι η μοίρα του.9

(ιγ)

Είναι πιο αναγκαίο να σβήνει κανείς την ύβρη παρά την πυρκαγιά.

(ιδ)

Ο λαός πρέπει να υπερασπίζεται το νόμο όπως τα τείχη της πόλης.

(μετάφραση Δ. Κούρτοβικ)


Αρχαίο κείμενο: 

(α)

τοῦ δὲ λόγου τοῦδ᾽ ἐόντος ἀεὶ ἀξύνετοι γίνονται ἄνθρωποι καὶ πρόσθεν ἢ ἀκοῦσαι καὶ ἀκούσαντες τὸ πρῶτον· γινομένων γὰρ πάντων κατὰ τὸν λόγον τόνδε ἀπείροισιν ἐοίκασι, πειρώμενοι καὶ ἐπέων καὶ ἔργων τοιούτων, ὁκοίων ἐγὼ διηγεῦμαι κατὰ φύσιν διαιρέων ἕκαστον καὶ φράζων ὅκως ἔχει. τοὺς δὲ ἄλλους ἀνθρώπους λανθάνει ὁκόσα ἐγερθέντες ποιοῦσιν ὅκωσπερ ὁκόσα εὕδοντες ἐπιλανθάνονται.

(β)

φύσις κρύπτεσθαι φιλεῖ

(γ)

κακοὶ μάρτυρες ἀνθρώποισιν ὀφθαλμοὶ καὶ ὦτα βαρβάρους ψυχὰς ἐχόντων.

(δ)

ὁ ἄναξ, οὗ τὸ μαντεῖόν ἐστι τὸ ἐν Δελφοῖς, οὔτε λέγει οὔτε κρύπτει ἀλλὰ σημαίνει.

(ε)

διὸ δεῖ ἕπεσθαι τῷ ξυνῷ· τοῦ λόγου δ᾽ ἐόντος ξυνοῦ ζώουσιν οἱ πολλοὶ ὡς ἰδίαν ἔχοντες φρόνησιν.

(Ϛ)

οὐ ξυνιᾶσιν ὅκως διαφερόμενον ἑωυτῷ ξυμφέρεται· παλίντονος ἁρμονίη ὅκωσπερ τόξου καὶ λύρης.

(ζ)

ἐδιζησάμην ἐμεωυτόν.

(η)

πόλεμος πάντων μὲν πατήρ ἐστι, πάντων δὲ βασιλεύς, καὶ τοὺς μὲν θεοὺς ἔδειξε τοὺς δὲ ἀνθρώπους, τοὺς μὲν δούλους ἐποίησε τοὺς δὲ ἐλευθέρους.

(θ)

ὁδὸς ἄνω κάτω μία καὶ ὡυτή.

(ι)

κόσμον τόνδε, τὸν αὐτὸν ἁπάντων, οὔτε τις θεῶν οὔτε ἀνθρώπων ἐποίησεν, ἀλλ᾽ ἦν ἀεὶ καὶ ἔστιν καὶ ἔσται πῦρ ἀείζωον, ἁπτόμενον μέτρα καὶ ἀποσβεννύμενον μέτρα.

(ια)

Ἥλιος οὐχ ὑπερβήσεται μέτρα· εἰ δὲ μή, Ἐρινύες μιν Δίκης ἐπίκουροι ἐξευρήσουσιν.

(ιβ)

ἦθος ἀνθρώπῳ δαίμων.

(ιγ)

ὕβριν χρὴ σβεννύναι μᾶλλον ἢ πυρκαϊήν.

(ιδ)

μάχεσθαι χρὴ τὸν δῆμον ὑπὲρ τοῦ νόμου ὅκωσπερ τείχεος.
_____________
1 Το απόσπασμα θεωρείται από τους μελετητές ότι προέρχεται από το προοίμιο του έργου.

2 Το νόημα της πρότασης είναι ότι η αληθινή δομή των πραγμάτων δεν είναι μεν απρόσιτη στην ανθρώπινη γνώση, κρύβεται ωστόσο βαθιά μέσα στα ίδια τα πράγματα.

3 Με τη λέξη "άρχοντας" (ἄναξ) εννοείται ο Απόλλων. Όπως το μαντείο των Δελφών, έτσι και η φύση δίνει μόνο "σημάδια", από τα οποία εκκινώντας μπορεί να κατανοήσει κανείς το νόημα των πραγμάτων.

4 Στο πλαίσιο της θεμελιώδους διδασκαλίας του για την ενότητα των αντιθέτων ο Ηράκλει­τος εκφράζει στο απόσπασμα αυτό την άποψη του για την σύνθεση των αντιθέτων, η οποία οδηγεί στην αρμονία. Ως παραδείγματα χρησιμοποιούνται το τόξο και η λύρα. Στις περι­πτώσεις και των δύο οργάνων ασκούνται αντίρροπες δυνάμεις (προς το εξωτερικό αρχικά και προς το εσωτερικό του οργάνου κατόπιν), οι οποίες όμως στο τέλος εξισορροπούνται σε μια αρμονική κατάσταση.

5 Το βάρος πέφτει στο αντικείμενο "τον εαυτό μου". Πβ. την γνωστή προτροπή του μαντείου των Δελφών: γνῶθι σαυτόν.

6 Ο πόλεμος παρουσιάζεται εδώ με τα χαρακτηριστικά του Δία. "Θεοί"γίνονται οι νεκροί του πολέμου, οι οποίοι ως ἥρωες πια απολαμβάνουν θεϊκές τιμές.

7 Στο απόσπασμα εκφράζεται η αντίληψη για τη βαθύτερη ενότητα των αντιθέτων: ο ίδιος δρόμος μπορεί να χαρακτηριστεί "ανήφορος"ή "κατήφορος", ανάλογα με το σημείο στο οποίο βρισκόμαστε.

8 Ερινύες: αμείλικτες θεότητες της εκδίκησης, ιδιαίτερα για εγκλήματα που ξεφεύγουν από τα ανθρώπινα όρια. Δίκη: προσωποποίηση της δικαιοσύνης. Το νόημα του αποσπάσματος: ακόμη και ο Ήλιος (θεός, προσωποποίηση ενός φυσικού φαινομένου με χαρακτηριστική κανονικότητα ως προς την εμφάνισή του στους ανθρώπους) υπόκειται στους νόμους της κοσμικής τάξης· έστω και αν προς στιγμήν (π.χ. σε μια έκλειψη ηλίου) τους παραβαίνει, οι Ερινύες αποκαθιστούν την κοσμική τάξη.

9 Ο όρος δαίμων, που χρησιμοποιείται στο πρωτότυπο, δήλωνε στην αρχαιότητα την (απρόσωπη) θεϊκή δύναμη που εκδηλώνεται σε μια συγκεκριμένη περίπτωση. Στην αρχαϊκή ποίηση οι δαίμονες θεωρούνται συχνά από τους ανθρώπους υπεύθυνοι για όσα απροσδόκητα και πέρα από τη λογική τούς συμβαίνουν. Ο Ηράκλειτος καθιστά εδώ υπεύθυνο για την τύχη του κάθε ανθρώπου αποκλειστικά τον χαρακτήρα του.

πηγή: greek-language.gr

ΑΝΑΞΑΓΟΡΑΣ - Ο ΝΟΥΣ

$
0
0


55. – Απόσπασμα 12 Diels-Kranz

Προλογικά

Ο Αναξαγόρας γεννήθηκε στην πόλη Κλαζομενές της Μ. Ασίας, έζησε όμως περισσότερο από δύο δεκαετίες στη Αθήνα, όπου συνέβαλε αποφασιστικά στη  διάδοση της μελέτης της φυσικής φιλοσοφίας (σύμφωνα με κάποιες αρχαίες μαρτυρίες κατηγορήθηκε για αθεΐα και αναγκάστηκε να φύγει από την πόλη γύρω στα 433 π.Χ.). Στο βιβλίο του Περί φύσεως, που ήταν γραμμένο σε ιωνική διάλεκτο και πρέπει να κυκλοφορούσε ευρέως στην Αθήνα, εξέθετε τη φυσική φιλοσοφία του. Οι βασικές απόψεις του ήταν συνοπτικά οι εξής: (1) ο κόσμος προήλθε από μια αρχική συμπαγή μάζα, από την οποία προέκυψαν αργότερα τα πάντα· (2) καθετί που διαφοροποιήθηκε τότε (ή διαφοροποιείται τώρα) περιέχει ένα μέρος από όλα τα πράγματα εκτός από τον Νου, ο οποίος υπάρχει μόνο σε έμβια όντα· (3) εκτός από τον νου του κάθε ανθρώπου, υπάρχει και ο Νους του κόσμου, ο οποίος γνωρίζει τα επιμέρους στοιχεία και τα έθεσε στην αρχή της δημιουργίας του κόσμου σε κίνηση· (4) ο Νους αυτός δεν είναι πνεύμα, αλλά το πιο καθαρό και λεπτό από όλα τα αντικείμενα.Με τις αντιλήψεις του για τον Νου ο Αναξαγόρας είναι ο πρώτος που σαφώς διακρίνει την ύλη από το πνεύμα. Ως προς το ύφος αξιοπρόσεκτα στο απόσπασμα που ακολουθεί είναι δύο στοιχεία χαρακτηριστικά του πρώιμου πεζού λόγου: η συχνή επανάληψη ορισμένων κρίσιμων λέξεων (κυρίως της λέξης νοῦς) και το λεκτικό σχήμα να αρχίζει μια πρόταση με τη λέξη που τελειώνει η προηγούμενη.



Νεοελληνικό κείμενο:

Όλα τα άλλα έχουν ένα μέρος από το καθετί, αλλά ο Νους είναι άπειρος και αυτοκυβέρνητος και δεν είναι ανάμεικτος με τίποτα, αλλά είναι μόνος και αυτοσύστατος. Γιατί αν δεν ήταν αυτοσύστατος αλλά ανακατεμένος με κάτι άλλο, θα είχε ένα μέρος από όλα τα πράγματα, αν ήταν ανακατεμένος με ένα οποιοδήποτε· γιατί σε όλα υπάρχει ένα μέρος από όλα, όπως είπα πιο πριν και τα πράγματα που θα ήταν ανακατεμένα μαζί του θα τον εμπόδιζαν, έτσι ώστε δεν θα μπορούσε να ελέγχει κανένα πράγμα με τον ίδιο τρόπο που τα ελέγχει τώρα, όντας αυτοσύστατος. Γιατί είναι το λεπτότερο και το καθαρότερο από όλα τα πράγματα, ξέρει τα πάντα για το καθετί και έχει τη μεγαλύτερη ισχύ· και ο Νους ελέγχει όλα τα έμψυχα, τα μεγαλύτερα και τα μικρότερα. 

Ο Νους επίσης είχε τον έλεγχο ολόκληρης της περιστροφικής κίνησης, έτσι ώστε άρχισε να εκδηλώνεται περιστροφή. Και αρχικά η κίνηση αυτή γινόταν σε μια μικρή περιοχή, αλλά σήμερα γίνεται σε μεγαλύτερη και στο μέλλον θα γίνεται σε ακόμα μεγαλύτερη. Και τα πράγματα που αναμειγνύονται και διαφοροποιούνται και διαιρούνται, όλα αυτά τα γνωρίζει ο Νους. Και όλα όσα έμελλε να γίνουν -αυτά που υπήρξαν, αυτά που υπάρχουν και αυτά που θα υπάρξουν- τα τακτοποίησε ο Νους, ακόμα και αυτή την περιστροφική κίνηση που εκτελούν σήμερα τα άστρα, ο ήλιος και η σελήνη, ο αέρας και ο αιθέρας που αποχωρίζονται. Και αυτή η περιστροφική κίνηση προκάλεσε τον αποχωρισμό. Και το πυκνό αποχωρίζεται από το αραιό, το ζεστό από το κρύο, το λαμπρό από το σκοτεινό και το ξηρό από το υγρό. Αλλά υπάρχουν πολλά μέρη από πολλά πράγματα, και τίποτα δεν αποχωρίζεται εντελώς ούτε διασπάται, εκτός από το Νου. Ο Νους είναι όλος όμοιος, τόσο σε μεγαλύτερες όσο και σε μικρότερες ποσότητες, ενώ τίποτε άλλο δεν είναι όμοιο με κάτι άλλο, παρά κάθε μεμονωμένο σώμα έχει και είχε κυρίως την όψη των πραγμάτων εκείνων που τα περιέχει σε μεγαλύτερη ποσότητα.

Αρχαίο κείμενο:

τὰ μὲν ἄλλα παντὸς μοῖραν μετέχει, νοῦς δέ ἐστιν ἄπειρον καὶ αὐτοκρατὲς καὶ μέμεικται οὐδενὶ χρήματι, ἀλλὰ μόνος αὐτὸς ἐπ᾽ ἐωυτοῦ ἐστιν. εἰ μὴ γὰρ ἐφ᾽ ἑαυτοῦ ἦν, ἀλλά τεῳ ἐμέμεικτο ἄλλῳ, μετεῖχεν ἂν ἁπάντων χρημάτων, εἰ ἐμέμεικτό τεῳ· ἐν παντὶ γὰρ παντὸς μοῖρα ἔνεστιν, ὥσπερ ἐν τοῖς πρόσθεν μοι λέλεκται· καὶ ἂν ἐκώλυεν αὐτὸν τὰ συμμεμειγμένα, ὥστε μηδενὸς χρήματος κρατεῖν ὁμοίως ὡς καὶ μόνον ἐόντα ἐφ᾽ ἑαυτοῦ. ἔστι γὰρ λεπτότατόν τε πάντων χρημάτων καὶ καθαρώτατον, καὶ γνώμην γε περὶ παντὸς πᾶσαν ἴσχει καὶ ἰσχύει μέγιστον· καὶ ὅσα γε ψυχὴν ἔχει καὶ τὰ μείζω καὶ τὰ ἐλάσσω, πάντων νοῦς κρατεῖ. καὶ τῆς περιχωρήσιος τῆς συμπάσης νοῦς ἐκράτησεν, ὥστε περιχωρῆσαι τὴν ἀρχήν. καὶ πρῶτον ἀπὸ του σμικροῦ ἤρξατο περιχωρεῖν, ἐπὶ δὲ πλέον περιχωρεῖ, καὶ περιχωρήσει ἐπὶ πλέον. καὶ τὰ συμμισγόμενά τε καὶ ἀποκρινόμενα καὶ διακρινόμενα πάντα ἔγνω νοῦς. καὶ ὁποῖα ἔμελλεν ἔσεσθαι καὶ ὁποῖα ἦν, ἅσσα νῦν μὴ ἔστι, καὶ ὅσα νῦν ἐστι καὶ ὁποῖα ἔσται, πάντα διεκόσμησε νοῦς, καὶ τὴν περιχώρησιν ταύτην, ἣν νῦν περιχωρέει τά τε ἄστρα καὶ ὁ ἥλιος καὶ ἡ σελήνη καὶ ὁ ἀὴρ καὶ ὁ αἰθὴρ οἱ ἀποκρινόμενοι. ἡ δὲ περιχώρησις αὐτὴ ἐποίησεν ἀποκρίνεσθαι. καὶ ἀποκρίνεται ἀπό τε τοῦ ἀραιοῦ τὸ πυκνὸν καὶ ἀπὸ τοῦ ψυχροῦ τὸ θερμὸν καὶ ἀπὸ τοῦ ζοφεροῦ τὸ λαμπρὸν καὶ ἀπὸ τοῦ διεροῦ τὸ ξηρόν. μοῖραι δὲ πολλαὶ πολλῶν εἰσι. παντάπασι δὲ οὐδὲν ἀποκρίνεται οὐδὲ διακρίνεται ἕτερον ἀπὸ τοῦ ἑτέρου πλὴν νοῦ. νοῦς δὲ πᾶς ὅμοιός ἐστι καὶ ὁ μείζων καὶ ὁ ἐλάττων. ἕτερον δὲ οὐδέν ἐστιν ὅμοιον οὐδενί, ἀλλ᾽ ὅτων πλεῖστα ἔνι, ταῦτα ἐνδηλότατα ἓν ἕκαστόν ἐστι καὶ ἦν.

πηγή: greek-language.gr

Η ΘΕΣΗ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ

$
0
0



Πόσο αλήθεια μπορεί να είναι το γεγονός πως η γυναίκα ήταν μια “αμόρφωτη σκλάβα” στην αρχαία Ελλάδα;

Στις επιτύμβιες στήλες υπάρχουν ενδιαφέρουσες πληροφορίες, αν θέλετε διαβάστε με την απαραίτητη ευλάβεια τι γράφτηκε για ένα κορίτσι που πέθανε μόλις είκοσι χρονών:

“..όλος ο κόσμος της Αθήνας για μένα έκλαψε, για τα νιάτα και την σωφροσύνη, και το πιο πολύ ΓΙΑΤΙ ΦΡΟΝΤΙΖΑ ΠΟΛΥ ΤΗΝ ΜΟΡΦΩΣΗ ΜΟΥ και την σοφία. Τα δάκρυα δεν σταματάνε από τού πατέρα μου τα μάτια, που χάσανε της ζωής του την χαρά και τα χέρια που θα τον γεροκομούσαν. Τα χρόνια της ζωής μου είκοσι“.      
    
                                     ΑΘΗΝΑΪΣ  ΘΕΟΦΙΛΟΥ  ΚΕΚΡΟΠΟΣ

Έτσι είναι οι αγράμματες γυναίκες; Μάλλον οι αρχαίες Ελληνίδες όχι μόνο ήξεραν να ζουν αξιοπρεπώς αλλά και τον θάνατο να αντιμετωπίζουν με σωφροσύνη, αξιοπρέπεια. Επί του θέματος ζωής και θανάτου αξιοσημείωτο είναι ότι το γνωστό Η ΤΑΝ Η ΕΠΙ ΤΑΣ“ δεν το έλεγε ο άντρας, ο πατέρας του στρατιώτη, αλλά γυναίκα, η ίδια η μητέρα του!

Δυστυχώς με την προπαγάνδα της ραγιάδικης παιδείας μας, σκοπίμως μας αποκρύπτεται ένα κομμάτι της αλήθειας έτσι ώστε να μισούμε κάθε τΙ ελληνικό και να αφοσιωθούμε στην μελέτη των εβραϊκής προέλευσης γραφών.
  
Η παιδεία των γυναικών στην αρχαία Ελλάδα
Στοιχειώδη εκπαίδευση: Γραφή, ανάγνωση, λυρική και επιλεγμένη επική ποίηση, χορός. Περίπου μέχρι δώδεκα χρονών.

Μέση και ανωτέρα εκπαίδευση: Μέχρι περίπου τα είκοσι της χρόνια εκπαιδεύεται συνήθως από την μητέρα της στην οικονομία και διαχείριση του νοικοκυριού, υφαντική, χειροτεχνία, διακοσμητική. Επίσης υπήρχαν για τις κόρες πλουσιοτέρων Αθηναίων ιδιωτικά οικοδιδασκαλεία στα οποία σπούδαζαν μουσική, κιθαρωδία, όρχηση κ.λ.π.

Ανωτάτη εκπαίδευση: Πλήθος ανωτάτων σχολών δεχόταν ευχαρίστως γυναίκες!
Επειδή η ιστορία ασχολείται κυρίως με πολέμους οι οποίοι με εξαίρεση των Αμαζόνων και ολιγοστών εξαιρέσεων άλλων γυναικών είναι ανδροκρατική, δεν έχουμε όλα τα ονόματα των γυναικών επιστημόνων. Παρ όλα αυτά υπάρχουν πάρα πολλές γυναίκες που διέπρεψαν στον χώρο της επιστήμης.

Στην Ανωτάτη Φιλοσοφική και Μαθηματική Σχολή του κορυφαίου Διδασκάλου Πυθαγόρα διέπρεψαν: Οι Θεανώ, Θεόκλεια, Ασκληπιγένεια, Περικτιόνη, Φιλτύς, Μελίσσσα,, Τιμύχα, Μιλλία, Χειλωνίς, Κρατησόκλεια, Βοιώ, Θεάδουσα και πολλές άλλες.

Και ξέρετε ποιος ήταν ο Διδάσκαλος των «Ηθικών αρχών» του Πυθαγόρα; Η Θεμιστόκλεια, η Ιέρεια των Δελφών!

Η Σχολή του Επίκουρου: Οι Ανθεια, Λεόντιον, Ερώτιον.

Η Πλατωνική Ακαδημία: Το Πανεπιστήμιο της Αρχαίας Ελλάδας, διήρκεσε σχεδόν 1000 χρόνια μέχρι που ο Ιουστινιανός για να σώσει τον κόσμο από …την ιερόσυλο τρέλα των Ελλήνων (Ιουστινιανός Κώδιξ) το έκλεισε. Διεσώθησαν τα ονόματα της Λασθένειας, και της Αξιοθέας.

Ανώτατες Σχολές Ιατρικής: Κνίδος, Κως, Αλεξάνδρεια.

Διέπρεψαν οι: Αγνοδίκη, Δεινομάχη, Ερμιόνη, Ευτυχία, Φιλονίλα, Κλεοπάτρα μάλιστα βοηθός και συνεργάτρια του μεγάλου ιατρού Γαληνού, Ολυμπιάς, Σάλπη και πολλές άλλες. Γνωρίζετε ότι η Ελληνίδα Φαραώ της Αιγύπτου Κλεοπάτρα δεν έφτιαχνε μόνο δηλητήρια αλλά και φάρμακα και ότι έγραψε ένα βιβλίο περί φαρμάκων;

Αυτά εν ολίγοις για την ανώτατη εκπαίδευση στην αρχαία Ελλάδα. Αλλά σκεφτήκατε από πότε συμμετέχουν οι γυναίκες στην ανώτατη εκπαίδευση στον μοντέρνο κόσμο;

Το 1890 μ.Χ. διέγραψαν όλες τις γυναίκες που θέλησαν να λάβουν μέρος στην ανώτατη εκπαίδευση. Αυτό δεν έγινε ούτε στην Αφρική ούτε στην Ασία, αλλά στην "πολιτισμένη"Μ Βρετανία! Στην Ελλάδα παρά τις επελάσεις της έφιππης αστυνομίας στο πανεπιστήμιο τόλμησε να σπουδάσει μόλις το 1896 μ.Χ. η Ελληνίδα Αγγελική Παναγιωτάκη.

Το Όρος του Άθω και οι γυναίκες

Η εντύπωση ότι στο όρος Άθως ζούσαν μόνο άντρες είναι λάθος. Μάλλον θα πρέπει οι αρθρογράφοι να μας εξηγήσουν για ποιο λόγο δεν το αναφέρουν. Είναι ύποπτο να ξεκινάς την Ιστορία της Ελλάδος από τους μοναχούς…. Από την μυθολογία μαθαίνουμε ότι το όρος είχε παραχωρηθεί από τον Δία στην „χρυσόθρονον αγνήν Αρτέμιδα“. Σε πολλούς είναι επίσης γνωστό ότι λέγεται και ο "κήπος της Παναγίας", και πρωτύτερα ονομαζόταν "ο κήπος της Αρτέμιδος". Μάλιστα ο αρχιμανδρίτης Ανδρέας Αγιορείτης ο οποίος έζησε μία δεκαετία σε Σκήτη αναφέρει ότι βρέθηκε εκεί νόμισμα με απεικόνιση της θεάς Αρτέμιδος. Επίσης ο Παυσανίας (Αρκαδικά 31,8) αναφέρει ότι σε ιερά αφιερωμένα σε θεές επιτρεπόταν η είσοδος σε γυναίκες αλλά σε άνδρες μόνο μία φορά τον χρόνο. 

Γυναικεία ιερατικά αξιώματα

Τα ιερατικά αξιώματα των γυναικών ήταν: Ιέρεια, Πρωθιερέα, Μυσταγωγός, Υδρανός (για βάφτιση), Παναγείς (πάναγνες), Ιεροφάντιδες, Ιεαραπόλοι, Αρχιέρεια, Προμάντις.

Γιορτές γυναικών

Ανθεσφόρια ( Ηροσάνθεια), Γυναικοθύνθια (Αλεαία), Εκδύσια (Αποδύσια), Ενδυμάτια, Ηρώα, Ηραία Θύεια: Οι γυναικείοι Ολυμπιακοί αγώνες, Θυίεια, Μύσια, Τιτθηνίδια,Μύσια, Καρυάτεια.
Στα Καρυάτεια, στην πόλη Καρυές της Αρκαδίας όμορφες γυναίκες έδειχναν τα κάλλη τους σε άνδρες και επιλέγανε έναν για σύζυγο.

Ενδυματολογικές προτιμήσεις και μακιγιάζ των γυναικών στην αρχαία Ελλάδα

Μίνι: Οι πλέον αισθησιακές γυναίκες ήταν οι Σπαρτιάτισσες, οι οποίες φορούσαν κοντό χιτώνα και μάλιστα στο δεξί μέρος σχιστό. Για αυτό και ο όρος φαινομηρίδες (φαίνονταν ο μηρός). Επίσης φορούσαν περίδεσμο και στρόφιον, μία ζώνη κάτω από τους μαστούς για καλύτερη υποστήριξη τους.



Κομμωτήρια: Ειδικές κομμώτριες με ειδικά κομμωτικά όργανα, τους βοστρυχωτήρες (πιστολάκια) τα οποία θέρμαναν στην φωτιά επιτύγχαναν υπέροχες κομμώσεις.

Καλλιστεία: Αγώνες κάλλους διεξάγονταν στην Λέσβο προς τιμήν της θεάς Ήρας καλούμενοι «Καλλιστεία», Τένεδο, Έφεσο καθώς και σε διάφορες άλλες πόλεις.
  
Μακιγιάζ: Η ψιμμυθίστρια (κοσμητικός) είχε μια ειδική κόκκινη σκόνη (πούδρα) με την οποία προσέδινε στις πελάτισσες της ροδόχροη εμφάνιση στα μάγουλα. Επίσης υπήρχε και η τριχοβάπτρια η οποία χρησιμοποιούσε εκχείλιμα φυσικών αλοιφών και ορυκτών για την χρωμάτωση των μαλλιών αλλά και του προσώπου. Για τα βλέφαρα υπήρχε ειδικό παρασκεύασμα το καλλιβρέφαρον και για την σκίαση χρησιμοποιούσαν τον «στίμμιν» ένα σκεύασμα από αντιμόνιο και θείο. Για τον τονισμό και καθαρισμό των βλεφαρίδων υπήρχε ειδικό εργαλείο, το βλεφαρόξυστον (τσιμπιδάκι φρυδιών).

ΘΗΚΗ ΚΑΤΟΠΤΡΟΥ-ΚΑΘΡΕΦΤΗ




ΠΡΟΣΩΠΑ ΣΕ ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ
ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΛΗ ΦΑΓΙΟΥΜ ΣΤΗΝ ΑΙΓΥΠΤΟ

Κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα

Αναμφισβήτητο είναι το δικαίωμα συμμετοχής γυναικών στην κοινωνική και λατρευτική ζωής της πόλεως, είχαν δηλαδή κοινωνικά και αστικά δικαιώματα, πολλά δια νόμου και πολλά εκ τριτενεργείας, ως συνδεομένων με τον πολίτη.

Πολιτικά δικαιώματα δεν είχαν. Ούτε στην ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Ούτε στο Βυζάντιο. Ούτε στην Γαλλική Επανάσταση. Σκεφτείτε λοιπόν πριν από πόσα χρόνια οι γυναίκες απέκτησαν πολιτικά δικαιώματα. Και όχι σε όλο τον κόσμο. Για διευκόλυνσή σας, ο αριθμός είναι μόνο διψήφιος….

Σπουδαίες γυναίκες στην αρχαία Ελλάδα

ΑΒΡΟΤΕΛΕΙΑ: Πυθαγόρεια φιλόσοφος από τον Τάραντα

ΑΓΛΑΟΝΙΚΗ: αναφερόμενη από τον Πλούταρχο ως Αγανίκη (5ος αι. π.Χ.), ήταν μια αρχαία Ελληνίδα αστρονόμος (η πρώτη χρονολογικά γυναίκα αστρονόμος της αρχαίας Ελλάδας) από τη Θεσσαλία. Αναφέρεται πιο συγκεκριμένα ως Αγλαονίκη η Ηγήτορος επειδή ήταν κόρη του ηγέτη («Ηγήτορα» ή «ταγού») των Θεσσαλών. Δεν είναι γνωστό τίποτα από τη ζωή της Αγλαονίκης. Ωστόσο αναφέρεται ότι ήταν διάσημη για την ικανότητά της να προβλέπει τις εκλείψεις Ηλίου με ακρίβεια ώρας, κάτι παρόμοιο δηλαδή με τον περίπου σύγχρονό της Θαλή, πράγμα που προδίνει μια παραπέρα γνώση στη Μαθηματική Αστρονομία σε σχέση με τους Βαβυλώνιους αστρονόμους. Η ίδια, κατά την παράδοση, ισχυριζόταν ότι “κατέβαζε από τον ουρανό τη Σελήνη“, μία φράση που σχετίζεται με την πρόβλεψη των εκλείψεων Σελήνης, επίσης με ακρίβεια ώρας. Σχετικό σχόλιο υπάρχει στον Απολλόδωρο (Ρόδιον Δ΄59). Υπάρχει και η άποψη ότι ήταν μάντις και αστρολόγος. Ο κρατήρας Αγλαονίκη στο νότιο ημισφαίριο της Αφροδίτης, που έχει διάμετρο 64 km, ονομάσθηκε έτσι προς τιμή της αρχαίας αυτής αστρονόμου.

ΑΓΝΟΔΙΚΗ: Η πρώτη γυναικολόγος τον 4ο αιώνα π.Χ ντύθηκε άντρας και κατάφερε να παρακολουθήσει μαθήματα γυναικολογίας. Η αποκάλυψη της πραγματικής της ταυτότητας έγινε τυχαία. Κατηγορήθηκε ότι είχε σχέσεις με τις ασθενείς της και δικάστηκε ως “άνδρας γιατρός που διατηρούσε ερωτικές σχέσεις με τις ασθενείς του”. Στη διάρκεια της δίκης και για να υπερασπιστεί τον εαυτό της, αναγκάστηκε να αποκαλύψει την πραγματική της ταυτότητα. Το αποτέλεσμα ήταν να αθωωθεί. Η αθώωση μάλιστα δημιούργησε “δεδικασμένο” και παράλληλα αλλαγή του νόμου που επέτρεπε πλέον και στις γυναίκες να ασκούν την Ιατρική.

ΑΙΘΡΑ: Μέσα από την άχλη της ιστορίας ξεπροβάλει η μυθική μορφή της Αίθρας, κόρης του βασιλιά της Τροιζήνας Πιτθέα και μάνας του Θησέως, με μία άλλη ιδιότητα άγνωστη στους πολλούς. Την ιδιότητα της δασκάλας της αριθμητικής (λογιστικής) δίδασκε τους νέους με τη χρήση άβακα και συμβόλων (κρητικοκομυκηναϊκό σύστημα) ήδη από τον 10 αι. π.Χ .

ΑΞΙΟΘΕΑ: (4ος π.Χ. αιώνας).Μαθήτρια της ακαδημίας του Πλάτωνος. Ήλθε στην Αθήνα από την Πελοποννησιακή πόλη Φλιούντα. δίδαξε μαθηματικά και φυσική στην Κόρινθο και την Αθήνα.

ΑΡΕΤΗ η Κυρηναία: Κόρη του Αριστίππου, ιδρυτού της Κυρηναϊκής φιλοσοφικής σχολής, η Αρετή (συναντάται και ως Αρήτη) σπούδασε στην ακαδημία του Πλάτωνος. Δίδαξε μαθηματικά, φυσική και ηθική φιλοσοφία στην Αττική και έγγραψε σαράντα τουλάχιστον βιβλία, τουλάχιστον δύο από τα οποία ήταν πραγματείες για τα μαθηματικά. Μετά τον θάνατο του πατέρα της, τον διαδέχθηκε, κατόπιν εκλογής στην διεύθυνση της Σχολής.

Χαρακτηριστικό είναι ότι ανάμεσα στους μαθητές της συγκαταλέγονταν και 100 περίπου φιλόσοφοι. Ο John Morans στο βιβλίο του “Women in Science” αναφέρει ότι το επίγραμμα του τάφου της έγγραφε: Το μεγαλείο της Ελλάδος, με την ομορφιά της Ελένης, την πέννα του Αριστίππου, την ψυχή του Σωκράτους και την γλώσσα του Ομήρου”.

ΑΡΙΓΝΩΤΗ: Φιλόσοφος, συγγραφέας, μαθηματικός από την Σάμο. Ο Πορφύριος την αναφέρει ως θυγατέρα του Πυθαγόρου. Η Αριγνώτη έγραψε πολλά φιλοσοφικά έργα και μαθηματικό βιβλίο με τίτλο “ΠΕΡΙ ΑΡΙΘΜΩΝ” που χάθηκε.

ΒΙΤΑΛΗ: κόρη της Δαμούς και εγγονή του Πυθαγόρα. Γνώστρια των πυθαγόρειων μαθηματικών. Η Δαμώ προτού πεθάνει της εμπιστεύτηκε τα “υπομνήματα”, δηλαδή τα φιλοσοφικά κείμενα του πατέρα της.

ΔΑΜΩ: Θυγατέρα του Πυθαγόρα και της Θεανούς δίδαξε τα πυθαγόρεια δόγματα στην Σχολή του Κρότωνα. Μετά την διάλυση της Σχολής, η Δαμώ, στην οποία ο Πυθαγόρας είχε εμπιστευτεί τα γραπτά του έργα, με την ρητή εντολή να μην τα ανακοινώσει σε αμύητους, κατέφυγε στην Αθήνα. Για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα τήρησε την παραγγελία του πατέρα της. Αργότερα όμως δημοσίευσε μόνο την γεωμετρική διδασκαλία του Πυθαγόρου, με την βοήθεια του Φιλολάου και του Θυμαρίδα. Η έκδοση αυτή, που είχε (σύμφωνα με τον Ιάμβλιχο) τον τίτλο ‘Η ΠΡΟΣ ΠΥΘΑΓΟΡΟΥ ΙΣΤΟΡΙΑ’. Ήταν μία γεωμετρία ανωτέρου επιπέδου. Κατά τον Γέμινο, η κατασκευή του κανονικού τετραέδρου και η κατασκευή του κύβου οφείλονται στην Δαμώ. Η Δαμώ απέκτησε μία κόρη την Βιτάλη.

ΔΕΙΝΩ: Γυναίκα του Βροντίνου. Μαθήτρια και πεθερά του Πυθαγόρειου, γνώστρια της αριθμοσοφίας. Μελέτησε τους ελλιπείς αριθμούς. Ένας αριθμός λέγεται ελλιπής, όταν οι γνήσιοι διαιρέτες του (δηλαδή οι διαιρέτες εκτός του εαυτού του), αν προστεθούν δίνουν άθροισμα μικρότερο του ιδίου του αριθμού. Έτσι ο αριθμός 8 είναι ελλιπής γιατί 1+2+4=7.

ΥΠΑΤΙΑ: Η πιο γνωστή μαθηματικός της αρχαιότητας και η πρώτη γυναίκα επιστήμονας της οποίας η ζωή έχει καταγραφεί με λεπτομέρειες, η Υπατία η «Γεωμετρική» (4ος αι. μ.Χ.), ασχολήθηκε με τα μαθηματικά, την αστρονομία και τη μηχανική. Κατακρεουργήθηκε από χριστιανούς που έκαψαν το νεκρό σώμα της. Διαβάστε εδώ το άρθρο που είχα γράψει για την Υπατία.

ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΕΙΑ: Μύησε τον Πυθαγόρα στις αρχές της αριθμοσοφίας και της γεωμετρίας και αποτέλεσε την αιτία για να δεχτεί ο Πυθαγόρας γυναίκες στη σχολή του (6ος αι. π.Χ.). Θεανώ: Μαθήτρια και σύντροφος του Πυθαγόρα (παρά τα 36 χρόνια διαφοράς τους) και στην οποία αποδίδεται η πυθαγόρεια άποψη περί χρυσής τομής (6ος αι. π.Χ.).

ΦΙΝΤΥΣ: Αναφέρεται ως εμπνεύστρια της ισότητας που συνδέει τις πυθαγόρειες τριάδες (6ος αι. π.Χ.). ΛΑΣΘΕΝΙΑ: Σπούδασε ντυμένη ως άνδρας στην Ακαδημία Πλάτωνος, έγινε σύντροφος του Σπεύσιππου και της αποδίδεται ο ορισμός της σφαίρας (4ος αι. π.Χ.).

Τελικά οι γυναίκες θεωρούνταν υποδεέστερες των ανδρών στην αρχαία Ελλάδα;
Μια νέα μελέτη έρχεται να καταρρίψει το μύθο ότι οι γυναίκες στην αρχαία Ελλάδα ήταν πολίτες β’ κατηγορίας και τύγχαναν ελαφρώς καλύτερης μεταχείρισης από τους δούλους. Την υπογράφει ο καθηγητής Ανθρωπιστικών Επιστημών του Πανεπιστημίου του Μάντσεστερ, Τέρι Μπράουν. Στηρίζει την άποψή του στις πρώτες γενετικές αναλύσεις ανθρωπίνων οστών που εντοπίστηκαν στην Ακρόπολη των Αρχαίων Μυκηνών. Σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας «Guardian» οι εξετάσεις για την εξαγωγή μιτοχονδριακού DNA (κληρονομείται αποκλειστικά από την μητέρα) πραγματοποιήθηκαν σε 22 από τους συνολικά 35 σκελετούς που είχαν εντοπιστεί στον ταφικό κύκλο Α και μόνο σε τέσσερις περιπτώσεις (τριών ανδρών και μιας γυναίκας) οι επιστήμονες κατάφεραν να εξασφαλίσουν δείγματα ικανά για την δημιουργία γενετικών προφίλ.

Το DNA δύο εκ των ανδρών έδειξε ότι δεν υπήρχε συγγένεια μεταξύ τους, αλλά του τρίτου αποκάλυψε ότι είχε συγγένεια με τη νεαρή γυναίκα. Πιθανότατα ήταν αδέλφια ή ξαδέλφια. Η περίπτωση κέντρισε το ενδιαφέρον της βρετανικής αρχαιολογικής ομάδας, καθώς μέχρι εκείνη τη στιγμή πίστευαν ότι επρόκειτο για παντρεμένο ζευγάρι. Μάλιστα ο πλούτος των κτερισμάτων τα οποία είχαν βρεθεί στον τάφο της γυναίκας είχε αποδοθεί στο γεγονός ότι ο σύζυγός της ήταν σημαίνον μέλος της μυκηναϊκής κοινωνίας. Οι αρχαιολόγοι ανέτρεξαν αμέσως στο «φωτογραφικό άλμπουμ» της ανασκαφής, δηλαδή στις αναπλάσεις των προσώπων επτά εκ των νεκρών, που είχαν δημιουργήσει δύο καθηγητές του ίδιου πανεπιστημίου, ο Τζον Πρέιγκ και ο Ρίτσαρντ Νιβ τη δεκαετία του 1990, βασισμένοι στις νεκρικές μάσκες. Διαπίστωσαν, λοιπόν, ότι οι αναπλάσεις των δύο συγκεκριμένων προσώπων είχαν μεγάλες ομοιότητες και επομένως ήταν αδέλφια.

Αυτό, κατά την άποψή τους, σημαίνει ότι οι γυναίκες ευγενικής καταγωγής απολάμβαναν εκ γενετής την ίδια ισχύ, τα ίδια δικαιώματα και τον ίδιο σεβασμό με τους άνδρες και δεν περίμεναν να αναδειχθούν μέσα από τον γάμο τους με κάποιον ισχυρό άνδρα. Μάλιστα, ο κ. Μπράουν πιστεύει ότι οι παλαιότερες γενιές αρχαιολόγων, που ήταν όλοι άνδρες, ερμήνευαν τα ευρήματα βάσει προσωπικών πεποιθήσεων και ευθύνονται για το γεγονός ότι έως σήμερα έχει επικρατήσει η άποψη πως στην αρχαία Ελλάδα οι γυναίκες δεν ήταν ισότιμες με τους άνδρες.

πηγή: manivoice.gr

ΠΑΡΜΕΝΙΔΗΣ - ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ

$
0
0


                                                      54. – Απόσπασμα 1 Diels-Kranz


Ο Παρμενίδης, γεννημένος στην Ελέα της Κάτω Ιταλίας, υπήρξε ο πρώτος προσωκρατικός φιλόσοφος που διατύπωσε τη σκέψη του σε ποίημα γραμμένο σε εξαμέτρους στίχους. Στο σωζόμενο προοίμιο του ποιήματός του ο Παρμενίδης περιγράφει σε γλώσσα σχεδόν θρησκευτική ένα φανταστικό ταξίδι με αλληγορικό περιεχόμενο: ο ίδιος ο ποιητής ταξιδεύει πάνω σε ένα άρμα -σύμβολο της ποιητικής έμπνευσης αλλά και της φιλοσοφικής αναζήτησης της γνώσης- που το συνοδεύουν οι κόρες του Ήλιου· καταφέρνουν να περάσουν τις πύλες απ᾽ όπου ξεκινά το μονοπάτι της Ημέρας και της Νύχτας ξεγελώντας τη Δίκη, η οποία κρατάει τα κλειδιά (που σημαίνει: είναι επιφορτισμένη με την επίβλεψη του χρόνου Ημέρας και Νύχτας), και φτάνουν σε μια φανταστική χώρα, όπου τους υποδέχεται μια ανώνυμη θεά· η θεά προσφωνεί τον ποιητή και υπόσχεται να τον ξεναγήσει στον κόσμο της αλήθειας (του ὄντος)και της φαινομενικής πραγματικόητας (της δόξης). Στους δύο αυτούς δρόμους αντιστοιχούν τα δύο μέρη του ποιήματος, τα οποία παρουσιάζονται ως συμβουλές της θεάς. Σκοπός του προοιμίου είναι να δείξει ότι ο ποιητής κατέχει μια υπερβατική γνώση, άγνωστη και δυσπρόσιτη στους κοινούς θνητούς.


Νεοελληνικό κείμενο:


Οι φοράδες που με πάνε όσο μακριά ποθεί η ψυχή μου
μ᾽ εκτόξευσαν μπροστά, σαν μ᾽ έφεραν στου θεού το ξακουστό
στρατί, που σηκώνει τον άνθρωπο τον γνώστη όλων των πόλεων.
Σ᾽ αυτόν λοιπόν βρέθηκα το δρόμο, όπου μ᾽ έφεραν τ᾽ άτια τα σοφά
σέρνοντας το άρμα μου, και μπροστά μου κόρες πήγαιναν.            5
Κι ο άξονας στους τόρμους1 τσίριζε σα σφυρίχτρα,
αναμμένος (γιατί ήταν στριμωγμένος ανάμεσα στις τορνευτές
τις ρόδες), καθώς του Ήλιου οι θυγατέρες σπεύδαν
να με συνοδέψουν, αφού άφησαν τα δώματα της Νύχτας για το φως
και με τα χέρια τους έβγαλαν τα πέπλα απ᾽ τα κεφάλια τους.         10

Εκεί είναι οι πύλες των μονοπατιών της Νύχτας και της Μέρας,
ανάμεσα σ᾽ ένα ανώφλι και ένα κατώφλι πέτρινο.
Ψηλά ορθωμένες στον αέρα, κλείνουν με μεγάλες πόρτες,
κι η τιμωρός Δικαιοσύνη κρατάει τους διπλοσύρτες.
Μα οι κόρες την ξεγέλασαν με τα όμορφά τους λόγια              15
και πονηρά την έπεισαν γρήγορα να τραβήξει το μάνταλο
απ᾽ τις πύλες. Κι οι πύλες, όταν άνοιξαν, άφησαν ανάμεσά τους
ένα τεράστιο χάσμα, διαδοχικά στρίβοντας μες στις θήκες τους
τους χαλκόδετους ρεζέδες,2 τους στερεωμένους
με ξυλοκάρφια και πιρτσίνια.3 Κι ευθύς ανάμεσά τους, στον       20
πλατύ το δρόμο, πέρασε τ᾽ άρμα οδηγημένο απ᾽ τις κόρες.

Κι η θεά με καλοδέχτηκε, πήρε το χέρι το δεξί μου
στο δικό της και με τούτα τα λόγια με προσφώνησε:
«Καλώς όρισες, νέε, εσύ που έρχεσαι στο σπίτι μου συνοδεμένος
από αθάνατους ηνίοχους, με τ᾽ άλογα που σε κουβαλούν.            25
Δεν σ᾽ έβαλε μοίρα κακή σ᾽ αυτό το δρόμο, που τόσο μακριά
είναι απ᾽ των ανθρώπων τα βήματα,
αλλά η δικαιοσύνη. Πρέπει όλα να τα μάθεις,
την ήσυχη καρδιά της στρογγυλής Αλήθειας
και τις ιδέες των θνητών τις ψεύτικες.              30
Αλλά θα μάθεις και πώς πρέπει να ᾽ναι οι γνώμες των ανθρώπων
για να έχουν βάση και να διαπερνούν τα πάντα.

Αρχαίο κείμενο: 

ἵπποι ταί με φέρουσιν ὅσον τ᾽ ἐπὶ θυμὸς ἱκάνοι
πέμπον, ἐπεί μ᾽ ἐς ὁδὸν βῆσαν πολύφημον ἄγουσαι
δαίμονος, ἣ κατὰ πάντ᾽ ἄστη φέρει εἰδότα φῶτα·
τῇ φερόμην· τῇ γάρ με πολύφραστοι φέρον ἵπποι



ἅρμα τιταίνουσαι, κοῦραι δ᾽ ὁδὸν ἡγεμόνευον.                5
ἄξων δ᾽ ἐν χνοίῃσιν ἵει σύριγγος ἀυτὴν
αἰθόμενος (δοιοῖς γὰρ ἐπείγετο δινωτοῖσιν
κύκλοις ἀμφοτέρωθεν), ὅτε σπερχοίατο πέμπειν
Ἡλιάδες κοῦραι, προλιποῦσαι δώματα Νυκτὸς

εἰς 
φάος, ὠσάμεναι κράτων ἄπο χερσὶ καλύπτρας.               10
ἔνθα πύλαι Νυκτός τε καὶ Ἤματός εἰσι κελεύθων,
καί σφας ὑπέρθυρον ἀμφὶς ἔχει καὶ λάινος οὐδός.
αὐταὶ δ᾽ αἰθέριαι πλῆνται μεγάλοισι θυρέτροις·
τῶν δὲ Δίκη πολύποινος ἔχει κληῖδας ἀμοιβούς.
              15τὴν δὴ π
αρφάμεναι κοῦραι μαλακοῖσι λόγοισιν.
πεῖσαν ἐπιφραδέως, ὥς σφιν βαλανωτὸν ὀχῆα
ἀπτερέως ὤσειε πυλέων ἄπο· ταὶ δὲ θυρέτρων
χάσμ᾽ ἀχανὲς ποίησαν ἀναπτάμεναι πολυχάλκους
ἄξονας ἐν σύριγξιν ἀμοιβαδὸν εἰλίξασαι

γόμφοις 
καὶ περόνῃσιν ἀρηρότε· τῇ ῥα δι᾽ αὐτέων                        20
ἰθὺς ἔχον κοῦραι κατ᾽ ἀμαξιτὸν ἅρμα καὶ ἵππους.
καί με θεὰ πρόφρων ὑπεδέξατο, χεῖρα δὲ χειρὶ
δεξιτερὴν ἕλεν, ὧδε δ᾽ ἔπος φάτο καί με προσηύδα·
ὦ κοῦρ᾽ ἀθανάτοισι συνάορος ἡνιόχοισιν,
            25
ἵπποις ταί σε φέρουσιν ἱκάνων ἡμέτερον δῶ,
χαῖρ᾽, ἐπεὶ οὔτι σε μοῖρα κακὴ προὔπεμπε νέεσθαι
τήνδ᾽ ὁδόν (ἦ γὰρ ἀπ᾽ ἀνθρώπων ἐκτὸς πάτου ἐστίν),
ἀλλὰ θέμις τε δίκη τε. χρεὼ δέ σε πάντα πυθέσθαι
ἠμὲν Ἀληθείης εὐκυκλέος ἀτρεμὲς ἦτορ
 

ἠδὲ βροτῶν      30
δόξας, ταῖς οὐκ ἔνι πίστις ἀληθής.
ἀλλ᾽ ἔμπης καὶ ταῦτα μαθήσεαι, ὡς τὰ δοκοῦντα
χρῆν δοκίμως εἶναι διὰ παντὸς πάντα περῶντα.

______

1 τόρμος = οπή

2 ρεζές = μεντεσές

3 πιρτσίνι = είδος καρφιού

πηγή: greek-language.gr

ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ - Ο ΚΟΣΜΙΚΟΣ ΚΥΚΛΟΣ

$
0
0


 Προλογικά

Ο Εμπεδοκλής από τον Ακράγαντα της Σικελίας υπήρξε πολύπλευρη προσωπικότητα: γιατρός και περιπλανώμενος ιερέας, γόνος αριστοκρατικής οικογένειας αλλά με δημοκρατικές πεποιθήσεις, ακολούθησε το παράδειγμα του Παρμενίδη και διατύπωσε τη διδασκαλία του σε εξάμετρους στίχους. Σύμφωνα με τις αρχαίες μαρτυρίες συνέθεσε δύο ποιήματα, ένα κοσμολογικό με τον τίτλο Περί φύσεως και ένα θρησκευτικό με τον τίτλο ΚαθαρμοίΣτο έργο Περί φύσεως ανέπτυσσε τη φυσική του διδασκαλία: δεν υπάρχει γέννηση και θάνατος, αλλά μόνο ανάμειξη και χωρισμός τεσσάρων στοιχείων (ριζωμάτων) της φωτιάς, του αέρα, του νερού και της γης· κινητήριες δυνάμεις για την ανάμειξη και τον χωρισμό είναι η Αγάπη (Φιλότης) και η Φιλονικία (Νεῖκος)· ο κόσμος υπόκειται σε μια αέναη κυκλική διαδικασία, η οποία χαρακτηρίζεται από διάφορες φάσεις, μεταξύ της απόλυτης κυριαρχίας της Αγάπης, οπότε τα στοιχεία σχηματίζουν μιαν ομοιογενή σφαίρα (τον Σφαίρο), και της απόλυτης κυριαρχίας της Φιλονικίας, οπότε όλα τα πράγματα περιορίζονται στα τέσσερα στοιχεία. Στο πρώτο (α) από τα αποσπάσματα που ακολουθούν ο Εμπεδοκλής διατυπώνει τις θεμελιώδεις απόψεις του για τον κοσμικό κύκλο, τα τέσσερα στοιχεία και τις κινητήριες δυνάμεις του. Τα τέσσερα μικρότερα αποσπάσματα (β-ε) περιγράφουν τις δύο πρώτες φάσεις της ζωογονίας: αρχικά εμφανίστηκαν ασύνδετα μέλη ζώων· κατά τη δεύτερη φάση ακολούθησε η ατελής συναρμογή των μελών, η οποία οδήγησε σε τερατογενέσεις.


56. – Αποσπάσματα 17, 57, 59, 60, 61 Diels-Kranz


Νεοελληνικό κείμενο:

(α)

Μα έλα, άκου τα λόγια μου, γιατί η μάθηση αυξάνει τη σοφία.
Όπως είπα και πριν, δηλώνοντας των λόγων μου τα όρια,                           
διπλή θα πω ιστορία: κάποτε απ᾽ τα πολλά βγήκε
το ένα και μ᾽ άλλη φορά απ᾽ το ένα τα πολλά,
η φωτιά και το νερό κι η γη και του αγέρα το θεόρατο ύψος,
και, χωριστά απ᾽ αυτά, η ολέθρια Φιλονικία, ίδια απ᾽ όπου κι αν τη δεις,
κι ανάμεσά τους η Αγάπη, ίση στο μήκος και στο πλάτος.    
Αυτήν να την κοιτάξεις με το νου σου, μη στέκεσαι με θαμπωμένα μάτια.
Αυτή ᾽ναι που τη θεωρούνε έμφυτη ως και στα μέλη των θνητών,
χάρη σ᾽ αυτή κάνουνε σκέψεις φιλικές κι έργα αρμονικά,
Χαρά λέγοντάς τη με τ᾽ όνομα και Αφροδίτη.
Αυτήν ποτέ δεν τη βλέπουν οι θνητοί, όταν γυρίζει
ανάμεσά τους. Εσύ όμως άκουσε τις ντόμπρες μου κουβέντες.  

Όλ᾽ αυτά είναι ίσα και συνομήλικα,
μα το καθένα έχει δικά του προνόμια και χαρακτήρα,
κι άρχουν διαδοχικά, σαν έρχεται το πλήρωμα του χρόνου.
Πέρα απ᾽ αυτά, τίποτα δεν γεννιέται ούτε πεθαίνει.

(β)

Εδώ πολλές βλάστησαν μορφές χωρίς αυχένα,
μπράτσα γυμνά πλανιόνταν χωρίς ώμους,
μάτια τριγύριζαν μονάχα, ψάχνοντας νά ᾽βρουν μέτωπα.

(γ)

Μα καθώς τα θεία στοιχεία όλο κι έσμιγαν το ᾽να με τ᾽ άλλο,
τούτα τα πράματα κολλούσαν όπως τύχαινε ν᾽ ανταμώσουν,
κι άλλα πολλά πλάι σ᾽ αυτά γεννιόνταν ολοένα.

(δ)

…με βάδισμα ελικοειδές κι αμέτρητα χέρια...

(ε)

Γεννήθηκαν πολλά πλάσματα με δυο πρόσωπα και δυο στέρνα,
βόδια με φάτσα ανθρώπου, ενώ ξεπρόβαλαν και άνθρωποι
με κεφάλι βοδιού, πλάσματα με φύση αρσενικοθήλυκη
και με σκιερά μέλη.


Αρχαίο κείμενο: 

(α)

ἀλλ᾽ ἄγε μύθων κλῦθι· μάθη γάρ τοι φρένας αὔξει·
  

ὡς γὰρ καὶ πρὶν ἔειπα πιφαύσκων πείρατα μύθων,

δίπλ᾽ ἐρέω· τοτὲ μὲν γὰρ ἓν ηὐξήθη μόνον εἶναι
ἐκ πλεόνων τοτὲ δ᾽ αὖ διέφυ πλέον᾽ ἐξ ἑνὸς εἶναι,
πῦρ καὶ ὕδωρ καὶ γαῖα καὶ ἠέρος ἄπλετον ὕψος,
Νεῖκός τ᾽ οὐλόμενον δίχα τῶν, ἀτάλαντον ἁπάντῃ,  

καὶ Φιλότης ἐν τοῖσιν, ἴση μῆκός τε πλάτος τε·

τὴν σὺ νόῳ δέρκευ, μηδ᾽ ὄμμασιν ἧσο τεθηπώς·
ἥτις καὶ θνητοῖσι νομίζεται ἔμφυτος ἄρθροις,
τῇ τε φίλα φρονέουσι καὶ ἄρθμια ἔργα τελοῦσι,
Γηθοσύνην καλέοντες ἐπώνυμον ἠδ᾽ Ἀφροδίτην·  

τὴν οὔ τις μετὰ τοῖσιν ἑλισσομένην δεδάηκε

θνητὸς ἀνήρ· σὺ δ᾽ ἄκουε λόγου στόλον οὐκ ἀπατηλόν.

ταῦτα γὰρ ἶσά τε πάντα καὶ ἥλικα γένναν ἔασι,
τιμῆς δ᾽ ἄλλης ἄλλο μέδει, πάρα δ᾽ ἦθος ἑκάστῳ,
ἐν δὲ μέρει κρατέουσι περιπλομένοιο χρόνοιο.  

καὶ πρὸς τοῖς οὔτ᾽ ἄρ τι ἐπιγίνεται οὐδ᾽ ἀπολήγει·

(β)

ᾗ πολλαὶ μὲν κόρσαι ἀναύχενες ἐβλάστησαν,
γυμνοὶ δ᾽ ἐπλάζοντο βραχίονες εὔνιδες ὤμων,
ὄμματά τ᾽ οἶ᾽ ἐπλανᾶτο πενητεύοντα μετώπων.

(γ)

αὐτὰρ ἐπεὶ κατὰ μεῖζον ἐμίσγετο δαίμονι δαίμων
ταῦτά τε συμπίπτεσκον, ὅπῃ συνέκυρσεν ἕκαστα,
ἄλλα τε πρὸς τοῖς πολλὰ διηνεκῆ ἐξεγένοντο.

(δ)

… εἰλίποδ᾽ ἀκριτόχειρα …

(ε)

πολλὰ μὲν ἀμφιπρόσωπα καὶ ἀμφίστερνα φύεσθαι,
βουγενῆ ἀνδρόπρῳρα, τὰ δ᾽ ἔμπαλιν ἐξανατέλλειν
ἀνδροφυῆ βούκρανα, μεμειγμένα τῇ μὲν ἀπ᾽ ἀνδρῶν
τῇ δὲ γυναικοφυῆ σκιεροῖς ἠσκημένα γυίοις.



πηγή: Βιβλίο ΟΙ ΠΡΟΣΩΚΡΑΤΙΚΟΙ, Diels-Kranz (Εκδόσεις Παπαδήμα)

ΔΗΜΟΚΡΙΤΟΣ - Η ΕΥΔΙΑΘΕΣΙΑ

$
0
0

57. – Απόσπασμα 191 Diels-Kranz


Ο Δημόκριτος από την πλούσια κατά τον πέμπτο αιώνα θρακική πόλη των Αβδήρων είναι γνωστός κυρίως για τη συμβολή του στην ανάπτυξη και συστηματοποίηση της ατομικής θεωρίας που είχε συλλάβει ο Λεύκιππος. Θεμελιώδης αρχή της θεωρίας αυτής είναι ότι η ύλη αποτελείται από αδιαίρετα σωματίδια, τα οποία χωρίζονται μεταξύ τους από το κενό και διαφέρουν ως προς το σχήμα, τη διάταξη και την κατάστασή τους -διαφορές που εξηγούν την ποικιλία στη φύση. Όσα αποσπάσματα ωστόσο μας έχουν σωθεί από τον Δημόκριτο προέρχονται στη συντριπτική τους πλειονότητα από τα ηθικά του έργα και εκφράζουν απόψεις παρόμοιες με αυτές του Επίκουρου. Το ηθικό ιδεώδες του Δημόκριτου συνίσταται στην προστασία των ατόμων της ψυχής από βίαιες ψυχικές αναστατώσεις. Στο παρατιθέμενο απόσπασμα από το έργο Περὶ εὐθυμίης ( = Σχετικά με την ευδιαθεσία, την ψυχική γαλήνη) ο Δημόκριτος διατυπώνει την άποψη ότι η ευδιαθεσία επιτυγχάνεται με την αποφυγή των ακραίων καταστάσεων της στέρησης και του κορεσμού, και τη "συμμετρία"του βίου, δηλ. τη μετρημένη ζωή. Ενδεικτική της σχέσης των ηθικών απόψεων του Δημοκρίτου με τη φυσική του είναι η χρήση πολλών αφηρημένων όρων στην αρχή του αποσπάσματος.


Νεοελληνικό κείμενο:

Γιατί την ψυχική γαλήνη τη φέρνει στους ανθρώπους η συγκρατημένη διασκέδαση και η σύμμετρη ζωή. Η στέρηση και η υπεραφθονία τείνουν να μετατρέπονται στο αντίθετό τους και να προκαλούν στην ψυχή μεγάλες κινήσεις· και οι ψυχές που κινούνται σε μεγάλη έκταση δεν είναι ούτε ευσταθείς ούτε γαλήνιες. Πρέπει λοιπόν να έχει κανείς το νου του σε πράγματα που ανταποκρίνονται στις δυνάμεις του και να είναι ευχαριστημένος με αυτά που έχει. Να μη δίνει μεγάλη σημασία στα όσα ζηλεύουν ή θαυμάζουν οι πολλοί και να μην τα σκέφτεται συνεχώς. Να κοιτάζει πώς ζουν οι ταλαίπωροι και να συναισθάνεται πόσο υποφέρουν. Με αυτό τον τρόπο, τα πράγματα που είναι κοντά του και τα έχει στη διάθεσή του μπορεί κάλλιστα να του φανούν μεγάλα και αξιοζήλευτα· η ψυχή του δεν θα υποφέρει πια επιθυμώντας περισσότερα. Γιατί όποιος θαυμάζει τους ανθρώπους που έχουν πλούτη και μακαρίζονται από τους άλλους, όποιος εντρυφεί συνεχώς στις αναμνήσεις του, αναγκάζεται να σκαρφίζεται πάντοτε κάτι καινούριο και να σπρώχνεται από την επιθυμία του σε πράξεις ανεπανόρθωτες και παράνομες. Γι᾽ αυτό ακριβώς δεν πρέπει κανείς να ψάχνει για πράγματα που είναι μακριά του, παρά να ικανοποιείται με τα όσα είναι κοντά του, συγκρίνοντας τη ζωή του με τη ζωή εκείνων που βρίσκονται σε χειρότερη θέση. Έχοντας στο νου του πόσα υποφέρουν εκείνοι, πρέπει να μακαρίζει τον εαυτό του για το πόσο καλύτερα ζει ο ίδιος. Γιατί αν το βάλεις αυτό καλά στο νου σου, θα ζεις πιο γαλήνια και θα αποτρέψεις όχι λίγα κακά στη ζωή σου -το φθόνο, τη ζήλια και την κακεντρέχεια.

Αρχαίο κείμενο:

ἀνθρώποισι γὰρ εὐθυμίη γίνεται μετριότητι τέρψιος καὶ βίου συμμετρίῃ· τὰ δ᾽ ἐλλείποντα καὶ ὑπερβάλλοντα μεταπίπτειν τε φιλεῖ καὶ μεγάλας κινήσιας ἐμποιεῖν τῇ ψυχῇ. αἱ δ᾽ ἐκ μεγάλων διαστημάτων κινούμεναι τῶν ψυχέων οὔτε εὐσταθέες εἰσὶν οὔτε εὔθυμοι. ἐπὶ τοῖς δυνατοῖς οὖν δεῖ ἔχειν τὴν γνώμην καὶ τοῖς παρεοῦσιν ἀρκέεσθαι τῶν μὲν ζηλουμένων καὶ θαυμαζομένων ὀλίγην μνήμην ἔχοντα καὶ τῇ διανοίᾳ μὴ προσεδρεύοντα, τῶν δὲ ταλαιπωρεόντων τοὺς βίους θεωρέειν, ἐννοούμενον ἃ πάσχουσι κάρτα, ὅκως ἂν τὰ παρεόντα σοι καὶ ὑπάρχοντα μεγάλα καὶ ζηλωτὰ φαίνηται, καὶ μηκέτι πλειόνων ἐπιθυμέοντι συμβαίνῃ κακοπαθεῖν τῇ ψυχῇ. ὁ γὰρ θαυμάζων τοὺς ἔχοντας καὶ μακαριζομένους ὑπὸ τῶν ἄλλων ἀνθρώπων καὶ τῇ μνήμῃ πᾶσαν ὥραν προσεδρεύων ἀεὶ ἐπικαινουργεῖν ἀναγκάζεται καὶ ἐπιβάλλεσθαι δι᾽ ἐπιθυμίην τοῦ τι πρήσσειν ἀνήκεστον ὧν νόμοι κωλύουσιν. διόπερ τὰ μὲν μὴ δίζεσθαι χρεών, ἐπὶ δὲ τοῖς εὐθυμέεσθαι χρεών, παραβάλλοντα τὸν ἑωυτοῦ βίον πρὸς τὸν τῶν φαυλότερον πρησσόντων καὶ μακαρίζειν ἑωυτὸν ἐνθυμεύμενον ἃ πάσχουσιν, ὁκόσῳ αὐτέων βέλτιον πρήσσει τε καὶ διάγει. ταύτης γὰρ ἐχόμενος τῆς γνώμης εὐθυμότερόν τε διάξεις καὶ οὐκ ὀλίγας κῆρας ἐν τῷ βίῳ διώσεαι, φθόνον καὶ ζῆλον καὶ δυσμενίην.

πηγή: Βιβλίο ΟΙ ΠΡΟΣΩΚΡΑΤΙΚΟΙ, Diels-Kranz (Εκδόσεις Παπαδήμα)

Η ΚΑΘΟΔΟΣ ΨΥΧΩΝ

$
0
0


Οπως έχουμε πει, η Ανάγκη υποχρεώνει τις ψυχές να ενσαρκωθούν και έτσι αυτές εντάσσονται στην δικαιοδοσία των θυγατέρων της Ανάγκης που είναι οι Μοίρες. Και ανάλογα με τις δράσεις της κάθε ψυχή, είτε θα συνεχίζει να επανενσαρκώνεται, είτε κάποια στιγμή θα απαλλαγεί από το "βάρος"που έχει προσλάβει λόγω της ύλης και θα επανέλθει στην πρωταρχική της κατάσταση.

"οπότε δη σώμασιν εμφυτεύθειεν εξ ανάγκης", 


δηλαδή "αφού οι ψυχές τοποθετούνται αναγκαστικά στα σώματα"μας λέει ο Πλάτων, όπως επίσης ότι "αυτές οι μεταβολές δεν θα σταματήσουν παρά μόνο όταν υποταχτεί στην περιφορά του ταυτού και του ομοίου, που έχει μέσα του, και κυριαρχώντας με την λογική σε εκείνη την φοβερή θορυβώδη και άλογη μάζα φωτιάς, νερού, αέρα και γης που του δόθηκε μετά την γέννηση του, επιστρέψει και πάλι στην αρχική αρίστη μορφή του"

Η κάθε ψυχή λοιπόν κατεβαίνει στον κόσμο της γέννησης, για να αναπτύξει τους ουσιώδεις λόγους της, δηλαδή τις αιτίες που υπάρχουν μέσα στην ουσία της εκ κατασκευήςΠρέπει οπωσδήποτε να ενσαρκωθεί, γιατί αλλιώς δεν μπορεί να τους αναπτύξει.
Οταν τώρα το κατορθώσει και επίσης κυριαρχήσει απαλλασσόμενη από την ύλη που, λόγω της καθόδου της στον κόσμο της γέννησης, έχει προσκολληθεί πάνω της, τότε κατορθώνει να επιστρέψει στο νοητό από όπου προήλθε, με άλλα λόγια να θεωθεί.

Συμβολικά, ο Πλάτων λέει ότι η πρώτη γέννηση (κάθοδος ) της ψυχής στον αισθητό κόσμο, γίνεται σε σώμα άνδρα (άρα δηλαδή σε κατάσταση αρχικά τέλεια, μιας και όταν πρωτοκατεβαίνει δεν έχει υποστεί καμία "αλλοίωση"), και αν δεν κατορθώσει να παραμείνει αμετάβλητη, τότε σε επόμενες ενσαρκώσεις θα ενσαρκωθεί σε κατώτερες καταστάσεις που συμβολικά αναφέρονται με την φύση της γυναίκας και των θηρίων (όχι ζώων, αλλά χαμηλού επιπέδου ανθρώπινων ψυχών στις οποίες επικρατούν τα ένστικτα).


Αυτό γίνεται καθόλη την διάρκεια μιας περιόδου του θείου γεννητού. Αν τώρα, κατά την διάρκεια μιας ολόκληρης περιόδου η Ανάγκη δεν υποχρεώσει μια ψυχή να ενσαρκωθεί (με άλλα λόγια αν μια ψυχή έχει απαλλαγεί από τα φορτία εκείνα που θα την ανάγκαζαν να επανενσαρκωθεί), τότε η ψυχή δεν επανενσαρκώνεται.

----

Σε κάθε επιμέρους ψυχή λοιπόν έχει καθοριστεί μια κάθοδος στον αισθητό κόσμο, όχι γενικά, αλλά σε κάθε μια περίοδο του θείου γεννητού, γιατί καμιά ψυχή, ούτε άχραντη, δεν μπορεί να μείνει ψηλά για μια ολόκληρη περίοδο του σύμπαντος
Πρόκλος - Σχόλια στον Τίμαιο IT E 278.10

Κοινό χαρακτηριστικό κάθε ψυχής είναι η μια κάθοδος σε κάθε περίοδογια να μην αδικηθεί καμιά από τον Δημιουργό.
Πρόκλος - Σχόλια στον Τίμαιο E 280.5

Οι Ψυχές πραγματοποιούν από μόνες τους τις πρώτες καθόδους και οδηγούνται από την Μοίρα. Η αυτεξουσιότητα ανήκει στις ψυχές από την ουσία τους.
Πρόκλος - Σχόλια στον Τίμαιο E 283.13 

Αυτό που παραμένει ψηλά ως απαρέγκλιτο και αμετάτρεπτο για μια ολόκληρη περίοδο, δεν μπορεί πλέον να ενσαρκωθεί σε άλλη περίοδο. Γιατί όλα τα σχήματα του σύμπαντος την διατήρησαν αμετάπτωτη και ανανεώνονται ξανά και ξανά.
Πρόκλος - Σχόλια στον Τίμαιο E 278.17 

Η πρώτη γέννηση είναι η κάθοδος από το νοητό.
Πρόκλος - Σχόλια στον Τίμαιο E 278.10 

Με την γυναίκα δηλώνεται συμβολικά κάθε ασθενές είδος ζωής, το οποίο εκθηλύνεται και κλίνει προς τον κόσμο της γέννησης.
Πρόκλος - Σχόλια στον Τίμαιο E 293.26

Η ψυχή κατεβαίνει στην ζωή θηρίου και όχι στο σώμα θηρίου.
Πρόκλος - Σχόλια στον Τίμαιο E 295.10

Η σπορά των ψυχών δεν γίνεται τυχαία
Πρόκλος - Σχόλια στον Τίμαιο E 304.3


πηγή: empedotimos.blogspot.gr

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ - Η ΠΟΡΕΙΑ ΤΩΝ ΨΥΧΩΝ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΗΝ ΑΝΑΓΚΗ ΚΑΙ ΤΙΣ ΤΡΕΙΣ ΜΟΙΡΕΣ (ΒΙΝΤΕΟ)

$
0
0

 Οι τρεις Μοίρες και το νήμα της ζωής
                                 Οι Τρεις Μοίρες

Οι ανθρώπινες ψυχές είναι αιώνιες και αθάνατες, σύμφωνα με την ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΟΣΜΟΘΕΑΣΗ. Κάθε ανθρώπινη ψυχή (ψυχικός νους) επιλέγει μόνη της το σώμα στο οποίο θα ενσαρκωθεί με βάση τους κλήρους που τίθενται κάθε φορά. Στα δύο βίντεο θα κατανοήσουμε τον τρόπο που ενσαρκώνονται ή θεώνονται οι ψυχές με βάση την πλατωνική φιλοσοφία. Γίνεται λόγος για την Ανάγκη και τις τρεις μοίρες, την Λάχεση (παρελθόν), την Κλωθώ (παρόν) και την Άτροπο (μέλλον).


Εμείς οι άνθρωποι έχουμε καίρια την ευθύνη για την επιλογή του σώματος και της ζωής που θα κάνουμε. Η επιλογή του σώματος και της 'ζωής" που θα ζήσουμε κάθε φορά κρίνεται με βάση την συνισταμένη των ηθικών πράξεων που πραγματοποιήσαμε στις προηγούμενες ζωές μας. Δηλαδή η προαίρεση και η προτίμηση του τρόπου ζωής που θα επιλέξουμε καθορίζονται από όλα αυτά που έχει ενσωματώσει η νοητική ψυχή μας από τους προηγούμενους βίους. Όσο περισσότερο ασκούμαστε στην αρετή, τόσο βελτιώνουμε το μέλλον μας. Στην ελληνική κοσμοθέαση δεν είναι στόχος οι επανενσαρκώσεις, αλλά η θέωση. Αν καταφέρουμε να καταστούμε ενάρετοι και γίνουμε ουράνιοι ταξιδιώτες με ενεργοποίηση των ουσιωδών λόγων μέσω της φιλοσοφίας, τότε θα σταματήσουμε να ενσαρκωνόμαστε και θα ζήσουμε στον αιώνιο, μακάριο και άφθαρτο θείο κόσμο μεστού αρμονίας, κάλλους και συμμετρίας.

Οι Τρεις μοίρες ως κόρες της Ανάγκης

Οι τρεις μοίρες είναι οντότητες της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας, παριστάνονταν συνήθως ως γυναικείες μορφές που κλώθουν.


Η κλωστή που κρατούν στα χέρια τους, συμβολίζει την ανθρώπινη ζωή, δείχνοντας πόσο μικρή και αδύναμη μπορεί να είναι.
Η λέξη «μοίρα» βγαίνει από το αρχαίο ρήμα μείρομαιπου σημαίνει μοιράζω, είναι δηλαδή το «μερίδιο», το κομμάτι που παίρνει ο καθένας από τη μοιρασιά της ζωής.Οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν ότι πολλές πλευρές της ανθρώπινης ζωής καθορίζονταν από τις τρεις αυτές μυθικές γυναίκες.
Η πρώτη Μοίρα, η Κλωθώ (συμβολίζει και το παρόν), γνέθει το νήμα της ζωής. Η δεύτερη, η Λάχεσις (το παρελθόν), μοιράζει τους κλήρους, καθορίζει τι θα «λάχει» στον καθένα (εξού και λαχείο).

Η τρίτη, η Άτροπος (το μέλλον), κόβει χωρίς τον παραμικρό δισταγμό, όταν έρθει η ώρα, την κλωστή της ζωής των ανθρώπων. Επέλεγε τον θάνατο του κάθε ανθρώπου και όταν ερχόταν η ώρα έκοβε με ψαλίδι την κλωστή της ζωής. Ήταν η μικρότερη από τις τρεις και η πιο σκληρή.
Στα βίντεο λεπτομερής ανάλυση.....





ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ - Ο ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΠΟΛΕΩΣ

$
0
0


136. – Πολιτικὰ 1, 1252b27-1253a39


Προλογικά

 Τα Πολιτικάτου Αριστοτέλη  δεν αποτελούν ενιαίο έργο αλλά συνένωση διαφορετικών πραγματειών, στις οποίες συζητούνται θέματα πολιτικής φιλοσοφίας: η οργάνωση της οικογένειας ως προστάδιου του κράτους (βιβλίο Ι), παλαιότερα υπαρκτά και ιδανικά πολιτεύματα (βιβλίο II), η έννοια του πολίτη και η κατάταξη των πολιτευμάτων (βιβλίο III), κατηγορίες και υποκατηγορίες πολιτευμάτων (βιβλία IV-VI), το ιδανικό πολίτευμα (βιβλία VII-VIII). Το απόσπασμα που ακολουθεί αποτελεί τμήμα ενός κεφαλαίου, στο οποίο ο Αριστοτέλης εφαρμόζει με λαμπρό τρόπο τη γενετική μέθοδο: ανασυνθέτει -στηριζόμενος μάλλον περισσότερο στη φαντασία παρά σε ιστορικά δεδομένα- τα στάδια της κοινωνικής εξέλιξης μέχρι τη δημιουργία τηςπόλεως (της υψηλότερης κατά τη γνώμη του μορφής πολιτικής οργάνωσης). Επιδίωξή του είναι να προσδιορίσει την ουσία της πόλεως-κράτους και να υπερασπίσει τον "φυσικό"της χαρακτήρα απέναντι στις απόψεις ορισμένων σοφιστών, που υποστήριζαν ότι οποιαδήποτε μορφή κοινωνικής οργάνωσης αποτελεί σύμβαση μεταξύ των μελών της κοινωνίας. Αφού έχει αναφερθεί στην οικογένεια, τη μικρότερη μορφή κοινωνίας, και στην κώμη (χωριό), που δεν αποτελεί παρά άθροισμα περισσότερων οικογενειών, εκθέτει τις απόψεις του για τη δημιουργία της πόλεως. Στην έκθεση του Αριστοτέλη είναι εμφανής η επίδραση των βιολογικών του μελετών καθώς και η τελολογική οπτική στην εξέταση των φαινομένων (βλ. σχετικά το Κείμενο 141).

Νεοελληνικό κείμενο:


[1252b27] Η ολοκληρωμένη κοινωνία που σχηματίζεται από περισσότερες κώμες αποτελεί πόλη, η οποία διαθέτει ήδη, για να το πούμε απλά, πλήρη αυτάρκεια. Και ενώ σχηματίστηκε για να εξασφαλίζει την επιβίωση, διατηρείται, επειδή διασφαλίζει την ευζωία.

[30] Συνεπώς, κάθε πόλη υπάρχει φύσει, εφόσον βέβαια αυτό ισχύει και για τις πρώτες μορφές κοινωνίας. Γιατί η πόλη είναι ο σκοπός χάριν του οποίου υπάρχουν οι άλλες μορφές κοινωνίας, και η φύση είναι καθεαυτήν σκοπός, αφού η κατάληξη της εξελικτικής ανάπτυξης ενός πράγματος λέμε ότι αποτελεί τη φύση του (όπως στην περίπτωση ενός ανθρώπου, ενός αλόγου, ενός σπιτιού). Επιπλέον, σκοπός και τέλος1 ταυτίζονται με την τελειότητα. Και η αυτάρκεια συνιστά συγχρόνως και σκοπό και τελειότητα.

[1253a] Από τα παραπάνω λοιπόν είναι φανερό ότι η πόλη ανήκει στα πράγματα που υπάρχουν εκ φύσεως, ότι ο άνθρωπος είναι ον που ζει από τη φύση του σε πόλη, και ότι όποιος είναι από τη φύση του και όχι λόγω τυχαίων συνθηκών άπολις είναι ή αχρείος ή ανώτερος από τους κοινούς ανθρώπους. Όπως εκείνος που λοιδορείται από τον Όμηρο ότι είναι «χωρίς γενιά, χωρίς νόμους, χωρίς εστία».2 [5] Γιατί, όποιος είναι εκ φύσεως έτσι, είναι συγχρόνως και φιλοπόλεμος, όπως ακριβώς ένα μοναχικό πιόνι σε παιχνίδι με πεσσούς.

Η αιτία για την οποία ο άνθρωπος είναι σε μεγαλύτερο βαθμό προορισμένος να ζει σε κοινωνία πόλης απ᾽ όσο η μέλισσα ή οποιοδήποτε ζώο που ζει σε αγέλη είναι λοιπόν προφανής. Διότι η φύση, σύμφωνα με όσα υποστηρίζουμε, δεν κάνει τίποτα μάταια. [10] Από την άλλη, ο άνθρωπος είναι το μόνο από τα ζώα που διαθέτει λόγο. Η φωνή βέβαια εξυπηρετεί την έκφραση της οδύνης και της χαράς, γι᾽ αυτό και υπάρχει και στα άλλα ζώα (η φύση τους, με άλλα λόγια, έχει εξελιχθεί μέχρι του σημείου να αισθάνονται την οδύνη και τη χαρά, και να δείχνουν τα αισθήματα αυτά το ένα στο άλλο). Αλλά ο λόγος υπάρχει για να εκφράζει το επωφελές και το επιζήμιο, και επομένως και το δίκαιο και το άδικο. [15] Αυτή είναι η ιδιαιτερότητα του ανθρώπου σε σχέση με τα άλλα ζώα: μόνος αυτός έχει αντίληψη του καλού και του κακού, του δίκαιου και του άδικου. Και είναι η κοινότητα αυτών των πραγμάτων που κάνει την οικογένεια και την πόλη.

Ας προσθέσουμε ότι ως προς τη φυσική τάξη των πραγμάτων η πόλη προηγείται της οικογένειας και του καθενός από εμάς ξεχωριστά. Διότι το όλον προηγείται κατ᾽ ανάγκην του μέρους.3 [20] Εάν, για παράδειγμα, καταστρέψει κανείς το σώμα ως σύνολο, δεν θα υπάρχει πόδι ούτε χέρι, παρά μόνον ως όνομα -όπως όταν μιλά κανείς για "πέτρινο χέρι" (γιατί ένα νεκρό χέρι θα είναι πράγματι "πέτρινο"). Όλα τα πράγματα καθορίζονται από το έργο τους και τη δύναμή τους. Συνεπώς, όταν δεν έχουν πια τα ίδια αυτά χαρακτηριστικά, δεν θεωρούνται τα ίδια πράγματα παρά μόνο κατ᾽ όνομα. [25] Είναι λοιπόν φανερό ότι η πόλη υπάρχει εκ φύσεως και προηγείται του ατόμου. Διότι, αν ο καθένας, όταν χωριστεί από το σύνολο, δεν είναι αυτάρκης, θα είναι στην ίδια κατάσταση, όπως όλα τα μέρη προς το σύνολο. Όποιος δεν είναι ικανός να συμμετέχει σε μια κοινότητα ή δεν του χρειάζεται επειδή είναι αυτάρκης, σε καμιά περίπτωση δεν αποτελεί μέρος της πόλης, και κατά συνέπεια είναι ή άγριο ζώο ή θεός.

[30] Είναι λοιπόν φυσική η ορμή που υπάρχει σε όλους τους ανθρώπους για την κοινωνία αυτού του είδους. Και εκείνος που πρώτος την οργάνωσε υπήρξε μέγιστος ευεργέτης. Γιατί όπως ο άνθρωπος είναι το ανώτερο από όλα τα ζώα, όταν φτάσει στην τελειότητα του, έτσι γίνεται και το χειρότερο, όταν απομακρυνθεί από τον νόμο και το δίκαιο. Διότι η αδικία που έχει όπλα είναι τρομερή. Ο άνθρωπος γεννιέται έχοντας όπλα που σκοπό έχουν να υπηρετούν τη φρόνηση και την αρετή, τα οποία όμως πάρα πολύ εύκολα μπορεί να τα χρησιμοποιήσει για το αντίθετο. [35] Αυτός είναι ο λόγος που ο άνθρωπος χωρίς αρετή είναι το πιο ανό­σιο και άγριο ον, και το χειρότερο όσον αφορά στις ερωτικές ηδονές και στη λαιμαργία. Η δικαιοσύνη όμως είναι χαρακτηριστικό της πόλης, αφού η απονομή δικαιοσύνης αποτελεί θεσμό της κοινωνίας της πόλης, ενώ η δικαιοσύνη η ίδια είναι ο καθορισμός του τί είναι δίκαιο.

Αρχαίο κείμενο:

[1252b27-29] ἡ δ᾽ ἐκ πλειόνων κωμῶν κοινωνία τέλειος πόλις, ἤδη πάσης ἔχουσα πέρας τῆς αὐταρκείας ὡς ἔπος εἰπεῖν, γινομένη μὲν τοῦ ζῆν [1252b30-34] ἕνεκεν, οὖσα δὲ τοῦ εὖ ζῆν. διὸ πᾶσα πόλις φύσει ἔστιν, εἴπερ καὶ αἱ πρῶται κοινωνίαι. τέλος γὰρ αὕτη ἐκείνων, ἡ δὲ φύσις τέλος ἐστίν· οἷον γὰρ ἕκαστόν ἐστι τῆς γενέσεως τελεσθείσης, ταύτην φαμὲν τὴν φύσιν εἶναι ἑκάστου, ὥσπερ ἀνθρώπου ἵππου οἰκίας. ἔτι τὸ οὗ ἕνεκα καὶ τὸ τέλος βέλτιστον· [1253a1-4] ἡ δ᾽ αὐτάρκεια καὶ τέλος καὶ βέλτιστον. ἐκ τούτων οὖν φανερὸν ὅτι τῶν φύσει ἡ πόλις ἐστί, καὶ ὅτι ὁ ἄνθρωπος φύσει πολιτικὸν ζῷον, καὶ ὁ ἄπολις διὰ φύσιν καὶ οὐ διὰ τύχην ἤτοι φαῦλός ἐστιν, ἢ κρείττων ἢ ἄνθρωπος· ὥσπερ [1253a5-9] καὶ ὁ ὑφ᾽ Ὁμήρου λοιδορηθεὶς «ἀφρήτωρ ἀθέμιστος ἀνέστιος»· ἅμα γὰρ φύσει τοιοῦτος καὶ πολέμου ἐπιθυμητής, ἅτε περ ἄζυξ ὢν ὥσπερ ἐν πεττοῖς. διότι δὲ πολιτικὸν ὁ ἄνθρωπος ζῷον πάσης μελίττης καὶ παντὸς ἀγελαίου ζῴου μᾶλλον, δῆλον. οὐθὲν γάρ, ὡς φαμέν, μάτην ἡ φύσις ποιεῖ· λόγον δὲ μόνον ἄνθρωπος ἔχει τῶν ζῴων·[1253a10-14] ἡ μὲν οὖν φωνὴ τοῦ λυπηροῦ καὶ ἡδέος ἐστὶ σημεῖον, διὸ καὶ τοῖς ἄλλοις ὑπάρχει ζῴοις (μέχρι γὰρ τούτου ἡ φύσις αὐτῶν ἐλήλυθε, τοῦ ἔχειν αἴσθησιν λυπηροῦ καὶ ἡδέος καὶ ταῦτα σημαίνειν ἀλλήλοις), ὁ δὲ λόγος ἐπὶ τῷ δηλοῦν ἐστι τὸ συμφέρον καὶ τὸ βλαβερόν, [1253a15-19] ὥστε καὶ τὸ δίκαιον καὶ τὸ ἄδικον· τοῦτο γὰρ πρὸς τὰ ἄλλα ζῷα τοῖς ἀνθρώποις ἴδιον, τὸ μόνον ἀγαθοῦ καὶ κακοῦ καὶ δικαίου καὶ ἀδίκου καὶ τῶν ἄλλων αἴσθησιν ἔχειν· ἡ δὲ τούτων κοινωνία ποιεῖν οἰκίαν καὶ πόλιν. καὶ πρότερον δὲ τῇ φύσει πόλις ἢ οἰκία καὶ ἕκαστος ἡμῶν ἐστιν. [1253a20-24] τὸ γὰρ ὅλον πρότερον ἀναγκαῖον εἶναι τοῦ μέρους· ἀναιρουμένου γὰρ τοῦ ὅλου οὐκ ἔσται ποὺς οὐδὲ χείρ, εἰ μὴ ὁμωνύμως, ὥσπερ εἴ τις λέγοι τὴν λιθίνην (διαφθαρεῖσα γὰρ ἔσται τοιαύτη), πάντα δὲ τῷ ἔργῳ ὥρισται καὶ τῇ δυνάμει, ὥστε μηκέτι τοιαῦτα ὄντα οὐ [1253a25-29] λεκτέον τὰ αὐτὰ εἶναι ἀλλ᾽ ὁμώνυμα. ὅτι μὲν οὖν ἡ πόλις καὶ φύσει καὶ πρότερον ἢ ἕκαστος, δῆλον· εἰ γὰρ μὴ αὐτάρκης ἕκαστος χωρισθείς, ὁμοίως τοῖς ἄλλοις μέρεσιν ἕξει πρὸς τὸ ὅλον, ὁ δὲ μὴ δυνάμενος κοινωνεῖν ἢ μηδὲν δεόμενος δι᾽ αὐτάρκειαν οὐθὲν μέρος πόλεως, ὥστε ἢ θηρίον ἢ θεός.

[1253a30-34] φύσει μὲν οὖν ἡ ὁρμὴ ἐν πᾶσιν ἐπὶ τὴν τοιαύτην κοινωνίαν· ὁ δὲ πρῶτος συστήσας μεγίστων ἀγαθῶν αἴτιος. ὥσπερ γὰρ καὶ τελεωθεὶς βέλτιστον τῶν ζῴων ἄνθρωπός ἐστιν, οὕτω καὶ χωρισθεὶς νόμου καὶ δίκης χείριστον πάντων. χαλεπωτάτη γὰρ ἀδικία ἔχουσα ὅπλα· ὁ δὲ ἄνθρωπος ὅπλα ἔχων φύεται φρονήσει καὶ ἀρετῇ, [1253a35-39] οἷς ἐπὶ τἀναντία ἐστι χρῆσθαι μάλιστα. διὸ ἀνοσιώτατον καὶ ἀγριώτατον ἄνευ ἀρετῆς, καὶ πρὸς ἀφροδίσια καὶ ἐδωδὴν χείριστον. ἡ δὲ δικαιοσύνη πολιτικόν· ἡ γὰρ δίκη πολιτικῆς κοινωνίας τάξις ἐστίν, ἡ δὲ δικαιοσύνη τοῦ δικαίου κρίσις.

________

1 Εδώ με την αρχαία σημασία: "ο σκοπός για τον οποίο κάτι υπάρχει".

2 Ιλιάδα Θ 63.

3 Το όλον προηγείται του μέρους υπό την έννοια ότι δεν μπορεί να θεωρήσει κανείς κάτι ως μέρος ενός συνόλου, εάν δεν υπάρχει ήδη το σύνολο.

πηγή: greek-language.gr
Viewing all 939 articles
Browse latest View live