Quantcast
Channel: Jasa Digital Marketing Agency Alam Sutera Tangerang
Viewing all 939 articles
Browse latest View live

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ - Η ΠΟΙΗΣΗ ΕΙΝΑΙ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΟΤΕΡΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ

$
0
0


138. – Περὶ ποιητικῆς 9, 1451a36-1451b32


Το Περί ποιητικής του Αριστοτέλη, έργο γραμμένο κατά τη "δεύτερη αθηναϊκή περίοδο"του φιλοσόφου (335-323 π.Χ.), αποτελεί αναμφισβήτητα το σημαντικότερο έργο θεωρίας της λογοτεχνίας της αρχαιότητας. Όπως όλα τα σωζόμενα συγγράμματα του Αριστοτέλη, δεν προοριζόταν από τον ίδιο για δημοσίευση, αλλά είχε χαρακτήρα σημειώσεων που θα υποστήριζαν την προφορική του διδασκαλία (για τα έργα αυτής της κατηγορίας χρησιμοποιείται συνήθως ο όρος ἀκροαματικά).Από τα δύο βιβλία που πιθανότατα αποτελούσαν αρχικά το έργο, έχει σωθεί το πρώτο βιβλίο που πραγματεύεται την τραγωδία και το έπος, όχι όμως το δεύτερο που ήταν αφιερωμένο στην κωμωδία. Στα πρώτα πέντε κεφάλαια του έργου εξετάζεται αδρομερώς η έννοια της ποίησης και η σημασία της μίμησης σ᾽ αυτήν (με τον όρο εννοείται όχι η πιστή αντιγραφή της πραγματικότητας αλλά η δημιουργική αναπαράσταση με καλλιτεχνικά μέσα πραγματικών ή δυνατών γεγονότων, καταστάσεων ή αντικειμένων). 


Ύστερα από το γενικό μέρος ακολουθεί η πραγμάτευση της τραγωδίας. Από τον ορισμό της τραγωδίας και των συστατικών της αναδεικνύεται ως σημαντικότερο στοιχείο ο μύθος, δηλαδή η πλοκή των γεγονότων. Ο μύθος πρέπει, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, να αποτελεί όλον με το απαραίτητο μέγεθος και με οργανική ενότητα. Με αφορμή την έννοια της εσωτερικής ενότητας, ο Αριστοτέλης εξετάζει συγκριτικά στο περίφημο κεφ. 9 την ποίηση και την ιστορία. Σύμφωνα με την άποψη που διατυπώνει στο ανθολογούμενο απόσπασμα, η ποίηση είναι "φιλοσοφικότερη"από την ιστορία, γιατί ασχολείται με πράγματα που έχουν γενική ισχύ, με τα καθόλου, όχι με τα συγκεκριμένα γεγονότα. Για τους αρχαίους όμως -συνεπώς και για τον Αριστοτέλη- ο μύθος αποτελεί ένα πρωιμότερο στάδιο της ιστορίας, που περιλαμβάνει εξίσου πραγματικά γεγονότα με τα μεταγενέστερα στάδια. Ο Αριστοτέλης προσπαθεί στη συνέχεια να άρει τη (φαινομενική) αντίφαση που δημιουργείται μεταξύ της δήλωσης ότι η ποίηση έχει ως θέμα της τα καθόλου και του γεγονότος ότι πραγματεύεται κατά κανόνα μυθικά (= ιστορικά) θέματα. Παραθέτει τρία επιχειρήματα για να στηρίξει την καθολικότητα της ποίησης: (α) Οι παραδεδομένοι μύθοι χρησιμοποιούνται γιατί είναι πιστευτοί. (β) Σε μερικές τραγωδίες είναι τα πιο πολλά ονόματα επινοημένα, ενώ υπάρχουν και άλλες, στις οποίες είναι όλα επινοημένα. (γ) Από το σύνολο του μυθικού υλικού ο ποιητής επιλέγει -αυτό άλλωστε τον καθιστά κατ᾽ ουσίαν ποιητή- εκείνο που ανταποκρίνεται στους κανόνες της πιθανοφάνειας και έχει καθολικότερο χαρακτήρα.

Νεοελληνικό κείμενο:

[1451a36] Από όσα έχουν λεχθεί προκύπτει επίσης σαφώς ότι έργο του ποιητή δεν είναι να παρουσιάζει τα πραγματικά γεγονότα, αλλά αυτά που θα μπορούσαν να συμβούν, δηλαδή τα δυνατά σύμφωνα με τους κανόνες της πιθανοφάνειας ή της αναγκαιότητας. [1451b] Ο ιστορικός και ο ποιητής δεν διαφοροποιούνται κατά το ότι γράφουν έμμετρα ή χωρίς μέτρο (το έργο του Ηροδότου θα μπορούσε να στιχουργηθεί, αλλά και με μέτρο δεν θα ήταν λιγότερο ιστορία από ό,τι χωρίς το μέτρο)· η διαφορά τους είναι η εξής: ο ένας παρουσιάζει αυτά που έγιναν, ο άλλος αυτά που θα μπορούσαν να γίνουν. [5] Συνεπώς η ποίηση είναι και φιλοσοφικότερη και σπουδαιότερη από την ιστοριογραφία. Γιατί η ποίηση έχει ως θέμα της πιο πολύ τα καθόλου, ενώ η ιστοριογραφία τα καθ᾽ έκαστον. Το καθόλου έγκειται στο ότι σ᾽ έναν τύπο ανθρώπου προσιδιάζει να λέει ή να πράττει σύμφωνα με την πιθανοφάνεια και την αναγκαιότητα κάποιου είδους πράγματα. Σε αυτό ακριβώς αποβλέπει η ποίηση, έστω και αν δίνει κύρια ονόματα στα πρόσωπα. [10] Το καθ᾽ έκαστον έγκειται, για παράδειγμα, στο τι έκανε ή τι έπαθε ο Αλκιβιάδης.

Στην κωμωδία αυτό έχει γίνει στις μέρες μας ήδη σαφές: οι ποιητές συνθέτουν πρώτα την πλοκή στηριζόμενοι στους κανόνες της πιθανοφάνειας και κατόπιν δίνουν στα πρόσωπα τυχαία ονόματα -όχι όπως οι ιαμβογράφοι, που συνθέτουν ποιήματα για συγκεκριμένα πρόσωπα. [15]Στην τραγωδία ωστόσο οι ποιητές διατηρούν τα παραδεδομένα ονόματα των προσώπων. Η αιτία έγκειται στο ότι πιστευτό είναι αυτό που είναι δυνατό· αυτά όμως που δεν έχουν πραγματικά συμβεί δεν πιστεύουμε εύκολα ότι είναι δυνατά, ενώ αντιθέτως όσα έχουν συμβεί είναι προφανές ότι είναι δυνατά (γιατί δεν θα είχαν συμβεί, εάν ήταν αδύνατα). Εντούτοις και μεταξύ των τραγωδιών υπάρχουν μερικές που διατηρούν ένα ή δύο γνωστά ονόματα, ενώ τα υπόλοιπα είναι επινοημένα· [20] σε μερικές μάλιστα ούτε ένα όνομα δεν είναι γνωστό, όπως συμβαίνει, για παράδειγμα, στον Ανθέα του Αγάθωνα.1 Στο έργο αυτό είναι επινοημένη τόσο η υπόθεση όσο και τα ονόματα, και παρ᾽ όλα αυτά δεν προσφέρει μικρότερη ευχαρίστηση. Κατά συνέπεια δεν πρέπει να επιδιώκει κανείς πάση θυσία να μένει προσκολλημένος στους παραδεδομένους μύθους, από τους οποίους αντλούν το υλικό τους οι τραγωδίες. [25] Μια τέτοια επιδίωξη θα ήταν μάλιστα αστεία, αφού και οι γνωστοί μύθοι είναι μόνο σε λίγους γνωστοί, και παρ᾽ όλα αυτά προσφέρουν ευχαρίστηση σε όλους.

Από τα παραπάνω καθίσταται λοιπόν σαφές ότι ο ποιητής πρέπει να είναι περισσότερο ποιητής μύθων παρά στίχων, στο βαθμό που είναι ποιητής επειδή μιμείται και αντικείμενο της μίμησής του αποτελούν οι πράξεις. Ακόμη λοιπόν και αν ασχολείται στην ποίησή του με πραγματικά γεγονότα, δεν είναι λιγότερο ποιητής. [30] Διότι τίποτα δεν εμποδίζει κάποια από αυτά τα γεγονότα να συνάδουν προς το πιθανόν. Και βάσει αυτού του χαρακτηριστικού ο ποιητής τα επιλέγει για να τα πραγματευθεί.

Αρχαίο κείμενο:

[1451a36-38] φανερὸν δὲ ἐκ τῶν εἰρημένων καὶ ὅτι οὐ τὸ τὰ γενόμενα λέγειν, τοῦτο ποιητοῦ ἔργον ἐστίν, ἀλλ᾽ οἷα ἂν γένοιτο καὶ τὰ δυνατὰ κατὰ τὸ εἰκὸς ἢ τὸ ἀναγκαῖον. [1451b1-4] ὁ γὰρ ἱστορικὸς καὶ ὁ ποιητὴς οὐ τῷ ἢ ἔμμετρα λέγειν ἢ ἄμετρα διαφέρουσιν (εἴη γὰρ ἂν τὰ Ἡροδότου εἰς μέτρα τεθῆναι καὶ οὐδὲν ἧττον ἂν εἴη ἱστορία τις μετὰ μέτρου ἢ ἄνευ μέτρων)· ἀλλὰ τούτῳ διαφέρει, τῷ τὸν μὲν τὰ γενόμενα λέγειν, τὸν δὲ οἷα ἂν γένοιτο. διὸ καὶ φιλοσοφώτερον καὶ [1451b5-9]σπουδαιότερον ποίησις ἱστορίας ἐστίν· ἡ μὲν γὰρ ποίησις μᾶλλον τὰ καθόλου, ἡ δ᾽ ἱστορία τὰ καθ᾽ ἕκαστον λέγει. ἔστιν δὲ καθόλου μέν, τῷ ποίῳ τὰ ποῖα ἄττα συμβαίνει λέγειν ἢ πράττειν κατὰ τὸ εἰκὸς ἢ τὸ ἀναγκαῖον, οὗ στοχάζεται ἡ ποίησις ὀνόματα ἐπιτιθεμένη· τὸ δὲ καθ᾽ ἕκαστον, [1451b10-14] τί Ἀλκιβιάδης ἔπραξεν ἢ τί ἔπαθεν. ἐπὶ μὲν οὖν τῆς κωμῳδίας ἤδη τοῦτο δῆλον γέγονεν· συστήσαντες γὰρ τὸν μῦθον διὰ τῶν εἰκότων οὕτω τὰ τυχόντα ὀνόματα ὑποτιθέασιν, καὶ οὐχ ὥσπερ οἱ ἰαμβοποιοὶ περὶ τὸν καθ᾽ ἕκαστον ποιοῦσιν. [1451b15-19] ἐπὶ δὲ τῆς τραγῳδίας τῶν γενομένων ὀνομάτων ἀντέχονται. αἴτιον δ᾽ ὅτι πιθανόν ἐστι τὸ δυνατόν· τὰ μὲν οὖν μὴ γενόμενα οὔπω πιστεύομεν εἶναι δυνατά, τὰ δὲ γενόμενα φανερὸν ὅτι δυνατά· οὐ γὰρ ἂν ἐγένετο, εἰ ἦν ἀδύνατα. οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ ἐν ταῖς τραγῳδίαις ἐν ἐνίαις μὲν ἓν ἢ δύο τῶν γνωρίμων ἐστὶν ὀνομάτων, τὰ δὲ ἄλλα πεποιημένα,[1451b20-24] ἐν ἐνίαις δὲ οὐθέν, οἷον ἐν τῷ Ἀγάθωνος Ἀνθεῖ· ὁμοίως γὰρ ἐν τούτῳ τά τε πράγματα καὶ τὰ ὀνόματα πεποίηται, καὶ οὐδὲν ἧττον εὐφραίνει. ὥστ᾽ οὐ πάντως εἶναι ζητητέον τῶν παραδεδομένων μύθων, περὶ οὓς αἱ τραγῳδίαι εἰσίν, ἀντέχεσθαι. [1451b25-29] καὶ γὰρ γελοῖον τοῦτο ζητεῖν, ἐπεὶ καὶ τὰ γνώριμα ὀλίγοις γνώριμά ἐστιν, ἀλλ᾽ ὅμως εὐφραίνει πάντας. δῆλον οὖν ἐκ τούτων ὅτι τὸν ποιητὴν μᾶλλον τῶν μύθων εἶναι δεῖ ποιητὴν ἢ τῶν μέτρων, ὅσῳ ποιητὴς κατὰ τὴν μίμησίν ἐστιν, μιμεῖται δὲ τὰς πράξεις. κἂν ἄρα συμβῇ γενόμενα ποιεῖν, [1451b30-32] οὐθὲν ἧττον ποιητής ἐστι· τῶν γὰρ γενομένων ἔνια οὐδὲν κωλύει τοιαῦτα εἶναι οἷα ἂν εἰκὸς γενέσθαι {καὶ δυνατὰ γενέσθαι}, καθ᾽ ὃ ἐκεῖνος αὐτῶν ποιητής ἐστιν.

_________

1 Ο Αγάθων ήταν σημαντικός τραγικός ποιητής, λίγο νεότερος του Ευριπίδη. Για την τραγωδία του Ἀνθεύς δεν γνωρίζουμε τίποτα πέρα από τη συγκεκριμένη αναφορά του Αριστοτέλη.

πηγή:  greek-language.gr

ΑΠΟΛΛΩΝ ΚΑΙ ΔΑΦΝΗ - ΑΠΟΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΜΥΘΟΥ

$
0
0


Η Ελληνική μυθολογία αντιμετωπίστηκε από την κυρίαρχη θρησκευτική ματιά απαξιωτικά και πολεμήθηκε για αιώνες. Παρόλα αυτά συνειδητά ή όχι επιβίωσε έστω και στη λανθάνουσα ματιά που θέλει να τη λαμβάνει «κατά γράμμα».
Ένας από τους μύθους που εξιτάρουν είναι αυτός της «Δάφνης και του Απόλλωνα». Τι είναι αυτό που κάνει ένα δέντρο γοητευτικό σε θεούς και ανθρώπους;
Ας επιχειρήσουμε λοιπόν μια πιο διεισδυτική ματιά.
Η Δάφνη στο στόμα της Πυθίας δίνει το χρησμό και
ως Απολλώνιο σύμβολο και είναι το έπαθλο στους Δελφικούς Αγώνες.
Γενικά Έλληνες και Ρωμαίοι στεφάνωναν τους νικητές με δάφνινα στεφάνια. Πρακτική για να τιμώνται ειδικά οι λόγιοι και οι ποιητές. Ο όρος «baccalaureate» (μπακαλορεά) καθώς και «bachelor» (μπάτσελορ) που δίνονται ως τίτλοι εκπαίδευσης έχουν τη ρίζα τους στο λατινικό «bacca-laureus» που σημαίνει καρποί δάφνης.
Στη Χριστιανική παράδοση η φράση «μετά Βαΐων και κλάδων» σηματοδοτεί την τελευταία Κυριακή (των Βαΐων) πριν τη Μεγάλη Εβδομάδα σε ανάμνηση της θριαμβευτικής υποδοχής του Ιησού από το λαό της Ιερουσαλήμ. Τη βρίσκουμε επίσης να στολίζει κεφάλια στρατηγών και αυτοκρατόρων καθώς και στις τιάρες και μίτρες ιεραρχών ως σύμβολα «δόξας» και της «μοναδικής» αλήθειας.
Με μια πρώτη προσέγγιση θα υποθέταμε το «ένδοξο» της αποδοχής στον κοινωνικό βίο καθώς έχουμε ως παράσταση την απόδοση τιμών, βραβείων κι επάθλων με στεφάνια από αυτό το δέντρο που λατρεύτηκε στο παρελθόν είτε ως είχε, είτε συμβολίζοντας το «θείο» και τις εκφάνσεις του όσο υπήρχε ο άνθρωπος.
Η ερμηνεία και ο αποσυμβολισμός του φυτού μπορεί να επιχειρηθεί ιχνηλατώντας την οντολογία και το νόημα των λέξεων καθώς, και τις παραδόσεις που συνδέονται με αυτό.
Το όνομα «Δάφνη», πρωτοελληνικό, θα μπορούσε να ετυμολογηθεί ως «Δα» (Δη-Γη στα δωρικά) κι «φνης» (ξαφνική – αίφνης). Αυτή που προέκυψε ξαφνικά εκ της Γης, από την ύλη.
Ήταν κόρη της Γαίας και του Πηνειού της ύλης και του ρευστού. Τριγυρνούσε στην παρθένα φύση επιθυμώντας η ίδια να μείνει αιώνια, αγνή, αυτούσια, θέλοντας να μοιάσει της Αρτέμιδος.
Αυτήν ερωτεύθηκε κεραυνοβόλα ο Απόλλωνας.
Ο «μύθος» της Δάφνης είναι προφανώς αλληγορικός. Σαγήνεψε τους Ρωμαίους κι επιβίωσε μέσω από της λυρικότητας του Οβίδιου όπως θα δούμε.
Όλα άρχισαν όταν ο Απόλλων χλεύασε τα όπλα του Έρωτα κι εκείνος για να τον εκδικηθεί του έστειλε βέλος πόθου ερωτικού και την ίδια στιγμή βέλος αποστροφής στη Δάφνη προκαλώντας με αυτό τον τρόπο μια «πολικότητα».
Όσο και να προσπαθούσε να τη φτάσει τόσο εκείνη θα απομακρύνονταν. Ο «Έρως» είναι πρωταρχικό στοιχείο και νόμος του φυσικού κόσμου. Ο «Φυσικός Νόμος» στην Ελληνική Κοσμοθέαση είναι υπεράνω ακόμα και των Θεών.
Αναζητώντας την Αλήθεια
Η «αλήθεια» ως λέξη αν αναγραμματιστεί μας δίνει μια άλλη ενδιαφέρουσα λέξη «αειθαλής» δηλαδή αιώνια (τέτοιο δέντρο είναι και η «Δάφνη» τυχαίο;).
Δύο είναι οι κύριες προσεγγίσεις στην ετοιμολογία της λέξης «Αλήθεια».
Η πρώτη με το «Α» (στερητικό) και τη λέξη «λήθω» (λανθάνω) όπου το νόημα είναι «μη λάθος».
Στη δεύτερη, έχουμε το ρήμα «Αλ» (αλάομαι – αδιάκοπος περιπλάνησης του πνεύματος) και «ήθος» όπου το νόημα παραπέμπει στην αδιάκοπη αναζήτηση του «ήθους».
«Ζεύγοντας» τις δύο προσεγγίσεις μπορούμε να συμπεράνουμε πως η αλήθεια είναι έννοια δυναμική και όχι στατική.
Η «δυναμική» οφείλεται στον τρόπο και το λόγο που εμείς θα την προσεγγίσουμε, γεγονός που οφείλεται στον υποκειμενισμό μας. Τα κριτήρια της αλήθειας στην Ελληνική Φιλοσοφία είναι τα πάθη, οι προλήψεις, οι αισθήσεις και οι φανταστικές επιβουλές της διάνοιας.
Η Αλήθεια όμως είναι μια και μοναδική. Είναι αγνή, καθαρή και για να μπορέσεις να την αγγίξεις πρέπει κι εσύ να είσαι καθαρός. Το άσπιλο «ήθος» το «αγαθό» είναι το κύριο ζητούμενο.
Για αυτό και μετά το φόνο του Πύθωνα ο Απόλλων χρειάστηκε να εξαγνιστεί στους Κύδωνες από τον Καρμάνορα (Παυσανίας Φωκικά) ώστε να γίνει «Λοξίας» δηλαδή  « Διὸς προφήτης δ᾽ ἐστὶ Λοξίας πατρός» (Ευμενίδες στ 19) και να προφητεύει στους Δελφούς. Ο «λόγος» του Θεού δεν δύναται να είναι «ακάθαρτος» ή να μην έχει «ήθος».
Στα Ερμητικά κείμενα (λόγος VI -1) λέει «Το αγαθό υπάρχει αποκλειστικά και μόνο στο θεό ή καλύτερα αγαθό είναι ο ίδιος ο αιώνιος θεός» ενώ πιο κάτω (λόγος VI-3) λέει «Σχετικά με τον άνθρωπο το αγαθό καθορίζεται σε σύγκριση με το κακό… Και είναι αδύνατο εδώ κάτω (στον κόσμο μας) το αγαθό να είναι απαλλαγμένο της κακίας…». Και αυτά συμβαίνουν με τον Απόλλωνα ως «θνητό» στην υπηρεσία του βασιλιά Άδμητου δηλαδή του «άκτιστου» (Απολλόδωρος Γ).
Στο «Περί Φύσεως» έργο του ο Εμπεδοκλής αναφέρεται στην εναλλαγή κυριαρχίας δυνάμεων μεταξύ Φιλότητας και Νείκους πάνω στα τέσσερα ριζώματα όπως αυτά συμβολίζει: γης – Αϊδωνεύς (ή Άδης), ύδατος (Νήστις), αέρα (Ήρα), πυρός (Ζεύς).
Η εν-αλλαγή αυτή βρίσκεται ανάμεσα στην αλλαγή του Ηρακλείτειου «Γίγνεσθαι» και τη σταθερότητα του Παρμενίδη «Είναι». Η σχέση αυτών των αντίρροπων δυνάμεων διατηρεί την ισορροπία στο σύμπαν «Σφαίρος».
Μπαίνοντας στην ουσία του ποιήματος του Οβίδιου το οποίο είναι μέρος ενός ευρύτερου έργου με τον τίτλο «Μεταμορφώσεις» κι επηρεασμένο από την Ερμητική Φιλολογία θα μπορούσαμε να διακρίνουμε το διαμοιρασμό και αντιπροσώπευση των στοιχείων και δυνάμεων σε γη – ύδωρ – νείκος (Δάφνη) και αέρα – πυρός – φιλότητα (Απόλλωνα).
Όταν πια η Νύμφη εξαντλημένη από το κυνηγητό καταλαβαίνει πως θα αιχμαλωτιστεί προσεύχεται στον πατέρα της να της αλλάξει «θωριά». Επικαλείται λοιπόν την ίδια τη «ροή» κι από την κατάσταση της τήξης που ήταν της προκαλείται η πήξη.
Μα πως η αλήθεια γίνεται χειροπιαστή και ποια δόξα φτάνει στο ζενίθ αν δεν ακούσει το «κάτθανε»; «Θάνατος» δεν υπάρχει.
Η Εχεμύθεια, η Ευπείθεια και η Πίστη είναι οι απαραίτητες προϋποθέσεις για να προσεγγίσουμε την αλήθεια.
Έτσι λοιπόν πιάνει τη Δάφνη μα… «αλλάζει» η μορφή της. Όχι όμως η ουσία της. Γίνεται δέντρο. Αιτία της «αλλαγής» είναι το ενεργειακό φάσμα του ίδιου του Απόλλωνα – Φοίβου (δηλ του φωτοβόλου).
Βλέπουμε στα Ερμητικά (λόγος IX-5) «Και όταν δημιουργεί (ο θεός) τα πάντα τα κάνει όμοια του. Τούτα όμως, έχουν δημιουργηθεί αγαθά, διαφοροποιούνται με τη χρησιμοποίηση της ενέργειας. Γιατί η κίνηση του κόσμου με την τριβή δίνει στις γεννήσεις διαφορές. Άλλες τις ρυπαίνει με κακία, άλλες τις καθαρίζει με το αγαθό…».
Είναι ο ίδιος ο λόγος η ανάγκη να ενωθεί μαζί της. Αυτό που ένα ερωτικό τραγούδι λέει: «να σε ερμηνεύσω και να ερμηνευτώ».
Για να το αντιληφθούμε καλύτερα θα πρέπει να ανατρέξουμε σε μια παραλλαγή του μύθου (Παυσανίας) στον οποίο ο Λεύκιππος πρίγκιπας από την Ηλία την ερωτεύτηκε πριν το Φοίβο.
Μεταμφιέστηκε σε γυναίκα για να την πλησιάσει μα, έγινε αντιληπτή η φύση του από τις νύμφες με αποτέλεσμα να γνωρίσει οικτρό θάνατο. Ο «απειθής» Λεύκιππος κατασπαράχθηκε διότι δεν προσέγγισε την αλήθεια σύμφωνα με την ετοιμολογία που είδαμε πιο πριν.
Από την άλλη δε σημαίνει πως αν φτάσεις και πιάσεις την αλήθεια θα την καρπωθείς ή θα σου αρέσει η γεύση της.
Όπως είπαμε η αλήθεια είναι μία. Ο υποκειμενισμός μας είναι το κριτήριο της γεύσης που θα έχει. (λόγος ΙΧ-10) «Η νόηση είναι πίστη και η απιστία η μη νόηση. Και οδηγούμενος ως ένα σημείο από το λόγο φτάνει την αλήθεια. Και αφού κατανοήσει τα πάντα και αφού τα βρει με την ερμηνεία του λόγου, πιστεύει και την καλή πίστη και επαναπαύεται. Για εκείνους που έχουν κατανοήσει με τη βοήθεια του θεού τούτα τα λόγια είναι πιστοί…».
Η «στιγμή της αλήθειας» αφορά την κορύφωση της διαδικασίας την «τελείωση». Έτσι ο μύθος σταματάει το κυνηγητό μια στιγμή πριν την αποκάλυψη στο κοινό που παρακολουθεί το δράμα.
Ο Απόλλων «είδε». Εμείς δεν «είδαμε». Είναι «άρρητο» διότι όπως είπαμε είναι υποκειμενικό το τι εισέπραξε… Στα Ερμητικά (λόγος V-1) λέει λοιπόν: «Κι εσύ κατανόησε πως αυτό που στους πολλούς φαίνεται αφανές, θα γίνει για εσένα φανερότατο… Ό,τι φαίνεται είναι γεννημένο, αφού εμφανίζεται μια κάποια στιγμή. Το αφανές είναι αιώνιο και δε χρειάζεται να φανεί…».
Έτσι ο Απόλλων πιάνει τελικά τη Δάφνη αλλά δεν μπορεί να την κάνει «δική» του καθώς εκείνη μεταμορφώνεται σε δέντρο.
Στεφανώνεται με τα κλαδιά της συμβολίζοντας την αιώνια αναζήτηση της. Της «αλήθειας».
Για να υπάρχει όμως ετεροπροσδιορισμός πρέπει πρώτα να υπάρξει η αυτοσυνειδητοποίηση ως σημείο αναφοράς. Αυτή ίσως είναι και η ουσία της Δελφικής προτροπής «Γνώθι σαυτόν». Έτσι δεν είναι τυχαίο που ο Σωκράτης παραδέχεται πως «εν είδα ότι ουδέν είδα» έχοντας κατανοήσει τα πολιτικά πάθη και τις αδυναμίες που έσερναν οι αυθεντίες της εποχής του.
Η «ανιμιστική» λατρεία των δέντρων βαστάει από τους προϊστορικούς χρόνους όταν οι κοινωνίες ακόμα διαμορφώνονταν σχηματίζοντας τους πρώτους πολιτισμούς.
Καθώς τα ιερατεία οργανώθηκαν εξέλιξαν τη λατρεία με θεσμούς και πρακτικές και παράλληλα αφομοίωσαν τα αρχέγονα συστατικά και παραστάσεις προσαρμόζοντας τα στα νέα έθη. Κατά αυτή τη λογική το ίδιο το δέντρο δεν είναι πλέον η θεότητα αλλά τη συμβολίζει μέσω της παρουσίας και της χρήσης του.
Η Δάφνη μέσω του μύθου που τη συνοδεύει φαίνεται να συμβολίζει τις αγαθές προθέσεις, την καθαρότητα του νου και της ψυχής που απαιτούνται για να φτάσει κάποιος στην Αλήθεια και τη Γνώση.
Ας το λάβουμε αυτό υπόψη καθώς, η εποχή που ζούμε κατακλύζεται καθημερινά από εικόνες, πληροφορίες κι ερεθίσματα που μπορούν να επηρεάσουν την κρίση μας χωρίς αυτό να σημαίνει πως θα είναι σωστή.
Οι «αρχαίοι» κάτι ήξεραν…

πηγή: tribune.gr

ΠΛΑΤΩΝ - Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΑΘΑΝΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ

$
0
0


133. – Φαίδων 107c-108c


Ο Φαίδων ανήκει στους πρώιμους (περίπου 387-380 π.Χ.) διαλόγους της Μέσης περιόδου του Πλάτωνα. Στο έργο παρουσιάζεται ο Φαίδων από την Ηλεία, ο οποίος ήταν παρών στη φυλακή κατά τη θανάτωση του Σωκράτη, να αφηγείται στον συνομιλητή του Εχεκράτη καθώς και στον υπόλοιπο κύκλο των πυθαγορείων οπαδών του Σωκράτη στην πόλη του Φλειούντα τις τελευταίες πριν από την εκτέλεση ώρες του δασκάλου του. Το σκηνικό αυτό εκμεταλλεύεται με θαυμαστή δραματουργική επιδεξιότητα ο Πλάτων για να αναπτύξει μέσα από τις συζητήσεις του Σωκράτη το πραγματικό θέμα του διαλόγου, την ἐπιμέλειαν τῆς ψυχῆς ως κανόνα του βίου. Όπως και στο Συμπόσιο,το έργο δομείται πάνω σε σειρά ομόκεντρων συζητήσεων και λόγων, αφετηρία των οποίων αποτελεί η ρήση του Σωκράτη ότι ο πραγματικός φιλόσοφος δεν πρέπει να φοβάται τον θάνατο, αλλά αντιθέτως να τον αποδέχεται με ευχαρίστηση, αφού χάρις σ᾽ αυτόν η ψυχή απαλλάσσεται από τα επαχθή δεσμά του σώματος. Για να έχει όμως νόημα αυτός ο ισχυρισμός θα πρέπει προηγουμένως ο Σωκράτης να πείσει για την αλήθεια της λογικά προϋποτιθέμενης πρότασης, ότι δηλαδή η ψυχή επιζεί μετά τον θάνατο του σώματος. 



Με αλλεπάλληλους συλλογισμούς που εκκινούν από διαφορετική κάθε φορά οπτική γωνία ο Σωκράτης επιχειρεί να θεμελιώσει λογικά την αθανασία της ψυχής. Στις αντιρρήσεις των συνομιλητών του Σιμμία και Κέβη ο Σωκράτης αναφέρει ένα τελευταίο επιχείρημα που στηρίζεται στη "θεωρία των ιδεών": η ψυχή συνδέεται άρρηκτα με την ιδέα της ζωής, άρα αποκλείει τον θάνατο -συνεπώς είναι αθάνατη. Αφού η απόδειξη γίνεται δεκτή -αν και όχι ως οριστική, όπως αφήνει και ο Σωκράτης να εννοηθεί-, ακολουθεί το παρατιθέμενο απόσπασμα. Σ᾽ αυτό επισημαίνεται αφενός η πρακτική σημασία του συμπεράσματος της συζήτησης: αφού η ψυχή είναι αθάνατη, οι συνέπειες από την ἐπιμέλειαν ή μη της ψυχής δεν τελειώνουν με τον θάνατο! Η αναφορά στο ταξίδι της ψυχής στον Άδη δίνει παράλληλα την αφορμή για να αρχίσει η αφήγηση του -αντίστοιχου με τους εσχατολογικούς μύθους με τους οποίους τελειώνουν ο Γοργίας καιη Πολιτεία- κοσμολογικού μύθου, στον οποίο περιγράφεται η "πραγματική"γη και ο Κάτω κόσμος.


               Νεοελληνικό κείμενο:
ΣΩΚΡΑΤΗΣ
[107](c) Ωστόσο, είπε [ο Σωκράτης], είναι σωστό να συλλογιζόσαστε και τούτο· πως αν η ψυχή είναι αλήθεια αθάνατη, έχει ανάγκη από φροντίδα, όχι μόνο σ᾽ αυτό το διάστημα που τ᾽ ονομάζουμε ζωή αλλά σ᾽ ολόκληρο τον καιρό· και ο κίνδυνος θα φαίνονταν από τώρα τρομερός για εκείνον που θα την αμελούσε. Γιατί αν είναι ο θάνατος απαλλαγή από τα πάντα, θα ήταν τύχη αναπάντεχη για τους κακούς, σαν πεθάνουν ν᾽ απαλλαγούν και από το σώμα τους και από την κακία τους συνάμα και από την ψυχή τους. Αφού όμως τώρα είναι φανερό πως είναι αθάνατη, δεν υπάρχει γι᾽ αυτήν άλλος τρόπος ν᾽ αποφύγει τα δεινά, (δ) ούτε σωτηρία, παρά να γίνει όσο μπορεί καλύτερη και πιο φρόνιμη. Η ψυχή δεν έχει τίποτε μαζί της πηγαίνοντας στον Άδη, παρά μονάχα την παιδεία της και τον τρόπο της ζωής που έκανε· αυτά ακριβώς, καθώς λένε,1 που ωφελούν ή βλάπτουν τον αποθαμένο, μόλις αρχίσει την πορεία του κατά κει.

Συνηθίζουν λοιπόν να λένε πως όταν κανείς πεθάνει, ο δαίμων του καθενός,2 αυτός που τον φροντίζει και ζωντανό, τον παίρνει και τον οδηγεί σε κάποιον τόπο, εκεί που συναθροίζονται οι νεκροί για να κριθούν κι έπειτα να αρχίσουν την πορεία τους στον Άδη με οδηγό εκείνον που έχει προσταχτεί να τους οδηγήσει. (e) Κι αφού λάβουν την τύχη που είναι να λάβουν και μείνουν το διάστημα που πρέπει, άλλος οδηγός τους φέρνει πάλι εδώ, έπειτα από πολλά και μεγάλα γυρίσματα του καιρού. Αυτή η πορεία δεν είναι λοιπόν, όπως την παρουσιάζει ο Τήλεφος του Αισχύλου·3[108] γιατί εκείνος λέει πως ο δρόμος που μας φέρνει στον Άδη είναι απλός, ενώ δεν είναι μήτε απλός μήτε μοναδικός καθώς μου φαίνεται· αν ήταν έτσι δεν θα χρειάζονταν οδηγός· ούτε θα τον έχανε κανείς αν ήταν ένας και μόνο. Αλλά μοιάζει να έχει πολλά παρακλάδια και σταυροδρόμια καθώς απεικάζω από τις παραδομένες συνήθειες της λατρείας μας. Λοιπόν η σωστή και φρόνιμη ψυχή συμμορφώνεται και δεν αγνοεί αυτά που της συμβαίνουν· αλλά εκείνη που οι επιθυμίες τη δένουν με το σώμα, όπως έλεγα στην αρχή, εκείνη που το σώμα και ο ορατός τόπος τη γεμίζουν τρόμους με πολλές αντιστάσεις και πολλά παθήματα, (b) καταναγκαστικά και δύσκολα, πηγαίνει καθώς την οδηγεί ο προσταγμένος δαίμων. Κι όταν φτάσει όπου και οι άλλες, η ακάθαρτη, αυτή που έπραξε κάτι μιαρό, άδικους φόνους ή άλλα τέτοια που μοιάζουν σαν αδέρφια μ᾽ αυτές τις πράξεις ή με πράξεις που κατεργάστηκαν αδερφές ψυχές- αυτή την ψυχή, όλοι την αποφεύγουν, όλοι αποτραβιούνται από κοντά της και κανείς δε θέλει να γίνει σύντροφος ή οδηγός της· κι αυτή περιπλανιέται ολωσδιόλου χαμένη, (c) ώσπου να περάσουν κάποιοι καιροί, και τότε η ανάγκη τη φέρνει στην κατοικία που της πρέπει. Αλλά η ψυχή που πέρασε τη ζωή της καθαρά και μετρημένα και βρήκε θε­ούς για συντρόφους και οδηγούς στο δρόμο της, κατοικεί αμέσως στον τόπο που της πρέπει.

Αρχαίο κείμενο:

[107c] ‹ΣΩΚΡΑΤΗΣ› —ἀλλὰ τόδε γ᾽, ἔφη, ὦ ἄνδρες, δίκαιον διανοηθῆναι, ὅτι, εἴπερ ἡ ψυχὴ ἀθάνατος, ἐπιμελείας δὴ δεῖται οὐχ ὑπὲρ τοῦ χρόνου τούτου μόνον ἐν ᾧ καλοῦμεν τὸ ζῆν, ἀλλ᾽ ὑπὲρ τοῦ παντός, καὶ ὁ κίνδυνος νῦν δὴ καὶ δόξειεν ἂν δεινὸς εἶναι, εἴ τις αὐτῆς ἀμελήσει. εἰ μὲν γὰρ ἦν ὁ θάνατος τοῦ παντὸς ἀπαλλαγή, ἕρμαιον ἂν ἦν τοῖς κακοῖς ἀποθανοῦσι τοῦ τε σώματος ἅμ᾽ ἀπηλλάχθαι καὶ τῆς αὑτῶν κακίας μετὰ τῆς ψυχῆς. νῦν δέ, ἐπειδὴ ἀθάνατος φαίνεται οὖσα, [107d]οὐδεμία ἂν εἴη αὐτῇ ἄλλη ἀποφυγὴ κακῶν οὐδὲ σωτηρία, πλὴν τοῦ ὡς βελτίστην τε καὶ φρονιμωτάτην γενέσθαι. οὐδὲν γὰρ ἄλλο ἔχουσα εἰς Ἅιδου ἡ ψυχὴ ἔρχεται πλὴν τῆς παιδείας τε καὶ τροφῆς, ἃ δὴ καὶ μέγιστα λέγεται ὠφελεῖν ἢ βλάπτειν τὸν τελευτήσαντα, εὐθὺς ἐν ἀρχῇ τῆς ἐκεῖσε πορείας. 

λέγεται δὲ οὕτως, ὡς ἄρα τελευτήσαντα ἕκαστον ὁ ἑκάστου δαίμων, ὅσπερ ζῶντα εἰλήχει, οὗτος ἄγειν ἐπιχειρεῖ εἰς δή τινα τόπον, οἷ δεῖ τοὺς ξυλλεγέντας διαδικασαμένους εἰς Ἅιδου πορεύεσθαι, μετὰ ἡγεμόνος ἐκείνου ᾧ δὴ προστέτακται τοὺς ἐνθένδε ἐκεῖσε πορεῦσαι· [107e] τυχόντας δὲ ἐκεῖ ὧν δὴ τυχεῖν καὶ μείναντας ὃν χρὴ χρόνον, ἄλλος δεῦρο πάλιν ἡγεμὼν κομίζει, ἐν πολλαῖς χρόνου καὶ μακραῖς περιόδοις. ἔστι δὲ ἄρα ἡ πορεία οὐχ ὡς ὁ Αἰσχύλου Τήλεφος λέγει· [108a] ἐκεῖνος μὲν γὰρ ἁπλῆν οἶμόν φησιν εἰς Ἅιδου φέρειν· ἡ δ᾽ οὔτε ἁπλῆ οὔτε μία φαίνεταί μοι εἶναι· οὐδὲ γὰρ ἂν ἡγεμόνων ἔδει· οὐ γάρ πού τις ἂν διαμάρτοι οὐδαμόσε μιᾶς ὁδοῦ οὔσης. νῦν δὲ ἔοικε σχίσεις τε καὶ τριόδους πολλὰς ἔχειν· ἀπὸ τῶν ὁσίων τε καὶ νομίμων τῶν ἐνθάδε τεκμαιρόμενος λέγω. ἡ μὲν οὖν κοσμία τε καὶ φρόνιμος ψυχὴ ἕπεταί τε καὶ οὐκ ἀγνοεῖ τὰ παρόντα· ἡ δ᾽ ἐπιθυμητικῶς τοῦ σώματος ἔχουσα, ὅπερ ἐν τῷ ἔμπροσθεν εἶπον, περὶ ἐκεῖνο πολὺν χρόνον ἐπτοημένη καὶ περὶ τὸν ὁρατὸν τόπον, [108b] πολλὰ ἀντιτείνασα καὶ πολλὰ ποθοῦσα βίᾳ καὶ μόγις ὑπὸ τοῦ προστεταγμένου δαίμονος οἴχεται ἀγομένη. ἀφικομένην δὲ ὅθιπερ αἱ ἄλλαι, τὴν μὲν ἀκάθαρτον καί τι πεποιηκυῖαν τοιοῦτον, ἢ φόνων ἀδίκων ἡμμένην, ἢ ἄλλ᾽ ἄττα τοιαῦτα εἰργασμένην ἃ τούτων ἀδελφά τε καὶ ἀδελφῶν ψυχῶν ἔργα τυγχάνει ὄντα, ταύτην μὲν ἅπας φεύγει τε καὶ ὑπεκτρέπεται, καὶ οὔτε ξυνέμπορος οὔτε ἡγεμὼν ἐθέλει γίγνεσθαι· [108c] αὐτὴ δὲ πλανᾶται ἐν πάσῃ ἐχομένη ἀπορίᾳ, ἕως ἂν δή τινες χρόνοι γένωνται, ὧν ἐλθόντων ὑπ᾽ ἀνάγκης φέρεται εἰς τὴν αὐτῇ πρέπουσαν οἴκησιν. ἡ δὲ καθαρῶς τε καὶ μετρίως τὸν βίον διεξελθοῦσα, καὶ ξυνεμπόρων καὶ ἡγεμόνων θεῶν τυχοῦσα, ᾤκησε τὸν αὐτῇ ἑκάστῃ τόπον προσήκοντα.

________

1 Υπαινιγμός σε ορφικές διδασκαλίες.

2 Η αντίληψη ότι κάθε άνθρωπος συνοδεύεται από τη γέννησή του από ένα δαίμονα, ο οποίος είναι υπεύθυνος για την ευτυχία ή τη δυστυχία του ("ευτυχισμένος", εὐδαίμων, είναι ο άνθρωπος όταν συνοδεύεται από αγαθό δαίμονα), απαντά για πρώτη φορά εδώ, αλλά απηχεί προφανώς παλαιότερες αντιλήψεις. Η περίφημη ρήση του Ηρακλείτου ἦθος ἀνθρώπῳ δαίμων ("ο χαρακτήρας του ανθρώπου είναι η μοίρα του") στρέφεται εναντίον αυτής ακριβώς της αντίληψης.

3 Ο Πλάτων αναφέρεται σε χαμένη τραγωδία του Αισχύλου με τον τίτλο Τήλεφος, όπου ο ομώνυμος ήρωας, γιος του Ηρακλή και της Αυγής, γνωστός κυρίως για τη σύγκρουσή του με τους Έλληνες που πήγαιναν στην Τροία και τον τραυματισμό του από τον Αχιλλέα (λεπτομέρειες για τον μύθο βλ. Κείμενο 81, σχόλ. 7), αποφαινόταν -όπως δηλώνεται παρακάτω- για τον δρόμο που οδηγεί στον Άδη.

πηγή: greek-language

ΠΛΑΤΩΝ - Ο ΕΡΩΣ ΕΙΝΑΙ ΜΕΓΑΣ ΔΑΙΜΩΝ

$
0
0


132. – Συμπόσιον 202d8-204b7


Το συμπόσιοναποτελούσε στην αραιότητα ένα ξεχωριστό είδος ανδρικής ψυχαγωγίας με αριστοκρατικά χαρακτηριστικά: μετά το δεῖπνον οι άνδρες στεφανωμένοι έπιναν μαζί (ακολουθώντας συγκεκριμένους κανόνες),  απάγγελναν ποιήματα, συζητούσαν και έπαιζαν παιχνίδια, ενώ στην αρχή και στο τέλος του συμποσίου έκαναν σπονδές και έψελναν ύμνους προς τιμήν των θεών. Το σκηνικό ενός τέτοιου συμποσίου χρησιμοποίησε ο Πλάτων για το δικό του ομώνυμο έργο (περ. 384 π.Χ.). Οργανωτής υπήρξε ο τραγικός ποιητής Αγάθων και αφορμή η νίκη του στα Λήναια του 416 π.Χ.. Θέμα της συζήτησης στο πλαίσιο του συμποσίου, την οποία αναδιηγείται στην αρχή του διαλόγου ο Απολλόδωρος όπως του την είχε αφηγηθεί κάποιος Αριστόδημος που ήταν παρών, είναι ο έρωτας. Οι συνδαιτυμόνες αναλαμβάνουν να παρουσιάσουν -ο καθένας κατά τη δική του αντίληψη και με τον δικό τον τρόπο- το θέμα. Μετά τους λόγους του Φαίδρου και του Παυσανία, που είναι γνωστοί μόνο από τους διάλογους του Πλάτωνα, ακολουθεί ο γιατρός Ερυξίμαχος, ο γνωστός κωμικός ποιητής Αριστοφάνης, ο Αγάθων και στο τέλος ο Σωκράτης, του οποίου ο λόγος αποτελεί την κορύφωση της συζήτησης. Σύμφωνα ωστόσο με τα λεγόμενα του Σωκράτη, οι απόψεις που θα εκθέσει αποτελούν αναπαραγωγή των όσων του είχε αναπτύξει η Διοτίμα, η ιέρεια από τη Μαντίνεια, όταν ο Σωκράτης είχε ισχυρισθεί ότι ο Έρωτας είναι μεγάλος και ωραίος θεός. Στο παρακάτω απόσπασμα από τη συζήτηση μεταξύ Σωκράτη και Διοτίμας, η Διοτίμα, αφού έχει αποδείξει στον Σωκράτη ότι ο Έρως δεν είναι θεός, εκθέτει τη δική της άποψη. Την αφορμή δίνει η ερώτηση του Σωκράτη για τη φύση του Έρωτα.



Νεοελληνικό κείμενο:

[202] (d) «Μα τι τέλος πάντων», είπα, «θα μπορούσε να είναι ο Έρωτας; Μήπως θνητός;»
«Σε καμιά περίπτωση.»
«Τότε τί;»
«Όπως και στα παραδείγματα που αναφέραμε προηγουμένως, κάτι μεταξύ θνητού και αθανάτου.»
«Δηλαδή, Διοτίμα, τι;»
«Δαίμων μέγας, Σωκράτη.1 Αφού βέβαια καθετί δαιμονικό βρίσκεται μεταξύ θεού και θνητού.»
«Και ποια είναι», είπα εγώ, «η ιδιαίτερη ικανότητά του;»

«Να διερμηνεύει και να μεταφέρει στους θεούς όσα προέρχονται από τους ανθρώπους, και στους ανθρώπους όσα προέρχονται από τους θεούς: τις δεήσεις και τις θυσίες των μεν, τις εντολές και τις ανταποδόσεις των δε. Και καθώς βρίσκεται στη μέση μεταξύ των δύο συμπληρώνει το κενό, ώστε το σύμπαν να αποτελεί ένα αδιάσπαστο σύνολο. Μέσω αυτής της δαιμονικής ικανότητας λειτουργεί τόσο ολόκληρη η μαντική όσο και η τέχνη των ιερέων που σχετίζεται με θυσίες, τελετουργίες, εξορκισμούς και γενικά με κάθε είδους μαγεία και μαγγανεία.2 [203] Ο θεός δεν έρχεται σε επαφή με τον άνθρωπο. Με τη μεσολάβηση αυτού του δαίμονα υπάρχει οποιαδήποτε επικοινωνία και συνομιλία των θεών με τους ανθρώπους, και ενόσω είναι ξάγρυπνοι και όταν κοιμούνται. Όποιος είναι γνώστης αυτών των πραγμάτων είναι άνδρας δαιμόνιος,3 όποιος γνωρίζει μόνον άλλα πράγματα, είτε πρόκειται για το χώρο της επιστήμης είτε των χειρωνακτικών εργασιών, αυτός είναι χυδαίος. Τέτοιοι, λοιπόν, δαίμονες υπάρχουν πολλοί και πολλών ειδών. Ένας από αυτούς είναι και ο Έρωτας.»

«Ποιος είναι ο πατέρας του», ρώτησα τότε εγώ, «και ποια η μητέρα του;»
(b) «Αυτό», απάντησε, «απαιτεί περισσότερο χρόνο για να στο διηγηθώ. Θα στο πω όμως.

»Όταν ήρθε στον κόσμο η Αφροδίτη, είχαν τραπέζι οι θεοί, με τους άλλους μαζί και ο Πόρος, ο γιος της Μήτιδας.4 Σαν απόφαγαν, ήρθε, όπως θα περίμενε δα κανείς σε μεγάλο φαγοπότι, η Πενία για να ζητιανέψει, και στεκόταν εκεί κοντά στην πόρτα. Ο Πόρος τότε μεθυσμένος από το νέκταρ -κρασί δεν υπήρχε ακόμη- βγήκε έξω στον κήπο του Δία5 και, καθώς είχε βαρύνει, έπεσε και κοιμήθηκε. Η Πενία εκείνη την ώρα, οδηγημένη από την ανέχειά της, συνέλαβε το σχέδιο να αποκτήσει παιδί από τον Πόρο. (c) Πλαγιάζει λοιπόν δίπλα του και έτσι συνέλαβε τον Έρωτα. Γι᾽ αυτόν προφανώς τον λόγο έγινε συνοδός και υπηρέτης της Αφροδίτης ο Έρως, επειδή συνελήφθη την ημέρα της γέννησής της και επειδή συγχρόνως είναι μέσα του έμφυτος ο έρωτας προς το ωραίο. Και η Αφροδίτη είναι ωραία.

»Σαν γιος λοιπόν του Πόρου και της Πενίας που είναι ο Έρως βρίσκεται στην εξής κατάσταση: Πρώτον είναι πάντα φτωχός και κάθε άλλο παρά απαλός και ωραίος, όπως νομίζει ο πολύς κόσμος. (d) Αντιθέτως, είναι τραχύς, ρυπαρός, ξυπόλυτος, άστεγος· πλαγιάζει πάντα χάμω, χωρίς στρώμα, κοιμάται κάτω από τον ανοιχτό ουρανό σε σκαλοπάτια και στις άκρες του δρόμου· μοιράζεται τη φύση της μάνας του και έχει για συγκάτοικο πάντα τη στέρηση. Σύμφωνα πάλι με τη φύση του πατέρα του επιβουλεύεται τα ωραία και τα εκλεκτά, είναι γενναίος, ριψοκίνδυνος, ορμητικός, κυνηγός τρομερός, που σκαρφίζεται συνεχώς τεχνάσματα, συγχρόνως όμως προικισμένος με πόθο για τη γνώση της αλήθειας αλλά και επινοητικότητα, διαρκώς σε όλη του τη ζωή αγαπά τη σοφία, δεινός σαγηνευτής, μάγος, σοφιστής. (e) Και δεν είναι η φύση του όμοια με αθάνατου ούτε όμως πάλι με θνητού. Άλλοτε μέσα στην ίδια μέρα ανθεί και ζει, όταν βρει τα μέσα, άλλοτε πεθαίνει, μα ξαναζωντανεύει πάλι χάρη στη φύση του πατέρα του. Ό,τι αποκτά κάθε φορά τρέχει σιγά σιγά και χάνεται. Δεν είναι λοιπόν ο Έρωτας ποτέ ούτε τελείως φτωχός σε μέσα ούτε πλούσιος. Και μεταξύ σοφίας και ανοησίας βρίσκεται πάλι στη μέση. Τα πράγματα έχουν δηλαδή ως εξής: κανείς θεός δεν αγαπά τη σοφία, ούτε ποθεί να γίνει σοφός -γιατί είναι. [204] Ούτε και κάποιος άλλος αν είναι σοφός, αγαπά τη σοφία. Όμως, από την άλλη, ούτε και όσοι είναι ανόητοι έχουν τον πόθο να γίνουν σοφοί. Γιατί αυτό ακριβώς είναι το ανυπόφορο στην ανοησία, το ότι, χωρίς να είναι κανείς ωραίος, αξιοσέβαστος και γνωστικός, μένει ικανοποιημένος με τον εαυτό του. Όποιος λοιπόν δεν θεωρεί πως κάτι του λείπει, εκείνος και δεν επιθυμεί αυτό που δεν φαντάζεται ότι του λείπει.»

«Ποιοι είναι λοιπόν, Διοτίμα, εκείνοι που φιλοσοφούν, αν δεν είναι ούτε οι σοφοί ούτε οι ανόητοι;»

(b) «Αυτό πια», είπε, «είναι φανερό ακόμα και σε ένα παιδί: όσοι βρίσκονται μεταξύ των δύο. Ένας από αυτούς είναι και ο Έρως. Διότι η σοφία είναι προφανώς από τα ωραιότερα πράγματα, και ο Έρως είναι έρωτας προς το ωραίο. Συνεπώς ο Έρως είναι κατ᾽ ανά­γκην φιλόσοφος, και ως φιλόσοφος είναι κάτι μεταξύ σοφού και ανοήτου. Αιτία και γι᾽ αυτό είναι η καταγωγή του. Ο πατέρας του ήταν σοφός και επινοητικός, η μητέρα του όμως ούτε σοφή ούτε επινοητική.»

Αρχαίο κείμενο:

[202d] Τί οὖν ἄν, ἔφην, εἴη ὁ Ἔρως; θνητός;
Ἥκιστά γε.
Ἀλλὰ τί μήν;
Ὥσπερ τὰ πρότερα, ἔφη, μεταξὺ θνητοῦ καὶ ἀθανάτου.
Τί οὖν, ὦ Διοτίμα;
Δαίμων μέγας, ὦ Σώκρατες· καὶ γὰρ πᾶν τὸ δαιμόνιον [202e] μεταξύ ἐστι θεοῦ τε καὶ θνητοῦ.
Τίνα, ἦν δ᾽ ἐγώ, δύναμιν ἔχον; 

Ἑρμηνεῦον καὶ διαπορθμεῦον θεοῖς τὰ παρ᾽ ἀνθρώπων καὶ ἀνθρώποις τὰ παρὰ θεῶν, τῶν μὲν τὰς δεήσεις καὶ θυσίας, τῶν δὲ τὰς ἐπιτάξεις τε καὶ ἀμοιβὰς {τῶν θυσιῶν}. ἐν μέσῳ δὲ ὂν ἀμφοτέρων συμπληροῖ, ὥστε τὸ πᾶν αὐτὸ αὑτῷ ξυνδεδέσθαι. διὰ τούτου καὶ ἡ μαντικὴ πᾶσα χωρεῖ, καὶ ἡ τῶν ἱερέων τέχνη τῶν τε περὶ τὰς θυσίας καὶ τελετὰς καὶ τὰς ἐπῳδὰς καὶ τὴν μαντείαν πᾶσαν καὶ γοητείαν.[203a] θεὸς δὲ ἀνθρώπῳ οὐ μείγνυται, ἀλλὰ διὰ τούτου πᾶσά ἐστιν ἡ ὁμιλία καὶ ἡ διάλεκτος θεοῖς πρὸς ἀνθρώπους, καὶ ἐγρηγορόσι καὶ καθεύδουσι. καὶ ὁ μὲν περὶ τὰ τοιαῦτα σοφὸς δαιμόνιος ἀνήρ, ὁ δὲ ἄλλο τι σοφὸς ὢν ἢ περὶ τέχνας ἢ χειρουργίας τινὰς βάναυσος. οὗτοι δὴ οἱ δαίμονες πολλοὶ καὶ παντοδαποί εἰσιν, εἷς δὲ τούτων ἐστὶ καὶ ὁ Ἔρως. 

Πατρὸς δέ, ἦν δ᾽ ἐγώ, τίνος ἐστὶ καὶ μητρός;

[203b] Μακρότερον μέν, ἔφη, διηγήσασθαι· ὅμως δέ σοι ἐρῶ. ὅτε γὰρ ἐγένετο ἡ Ἀφροδίτη, ἡστιῶντο οἱ θεοὶ οἵ τε ἄλλοι καὶ ὁ τῆς Μήτιδος ὑὸς Πόρος. ἐπειδὴ δὲ ἐδείπνησαν, προσαιτήσουσα οἷον δὴ εὐωχίας οὔσης ἀφίκετο ἡ Πενία, καὶ ἦν περὶ τὰς θύρας. ὁ οὖν Πόρος μεθυσθεὶς τοῦ νέκταρος —οἶνος γὰρ οὔπω ἦν— εἰς τὸν τοῦ Διὸς κῆπον εἰσελθὼν βεβαρημένος ηὗδεν. ἡ οὖν Πενία ἐπιβουλεύουσα διὰ τὴν αὑτῆς ἀπορίαν παιδίον ποιήσασθαι ἐκ τοῦ Πόρου, [203c]κατακλίνεταί τε παρ᾽ αὐτῷ καὶ ἐκύησε τὸν Ἔρωτα. διὸ δὴ καὶ τῆς Ἀφροδίτης ἀκόλουθος καὶ θεράπων γέγονεν ὁ Ἔρως, γεννηθεὶς ἐν τοῖς ἐκείνης γενεθλίοις, καὶ ἅμα φύσει ἐραστὴς ὢν περὶ τὸ καλὸν καὶ τῆς Ἀφροδίτης καλῆς οὔσης. ἅτε οὖν Πόρου καὶ Πενίας ὑὸς ὢν ὁ Ἔρως ἐν τοιαύτῃ τύχῃ καθέστηκεν. πρῶτον μὲν πένης ἀεί ἐστιν καὶ πολλοῦ δεῖ ἁπαλός τε καὶ καλός, οἷον οἱ πολλοὶ οἴονται, [203d] ἀλλὰ σκληρὸς καὶ αὐχμηρὸς καὶ ἀνυπόδητος καὶ ἄοικος, χαμαιπετὴς ἀεὶ ὢν καὶ ἄστρωτος, ἐπὶ θύραις καὶ ἐν ὁδοῖς ὑπαίθριος κοιμώμενος, τὴν τῆς μητρὸς φύσιν ἔχων, ἀεὶ ἐνδείᾳ ξύνοικος. κατὰ δὲ αὖ τὸν πατέρα ἐπίβουλός ἐστι τοῖς καλοῖς καὶ τοῖς ἀγαθοῖς, ἀνδρεῖος ὢν καὶ ἴτης καὶ σύντονος, θηρευτὴς δεινός, ἀεί τινας πλέκων μηχανάς, καὶ φρονήσεως ἐπιθυμητὴς καὶ πόριμος, φιλοσοφῶν διὰ παντὸς τοῦ βίου, δεινὸς γόης καὶ φαρμακεὺς καὶ σοφιστής. [203e] καὶ οὔτε ὡς ἀθάνατος πέφυκεν οὔτε ὡς θνητός, ἀλλὰ τοτὲ μὲν τῆς αὐτῆς ἡμέρας θάλλει τε καὶ ζῇ, ὅταν εὐπορήσῃ, τοτὲ δὲ ἀποθνῄσκει, πάλιν δὲ ἀναβιώσκεται διὰ τὴν τοῦ πατρὸς φύσιν· τὸ δὲ ποριζόμενον ἀεὶ ὑπεκρεῖ, ὥστε οὔτε ἀπορεῖ Ἔρως ποτὲ οὔτε πλουτεῖ. σοφίας τε αὖ καὶ ἀμαθίας ἐν μέσῳ ἐστίν. ἔχει γὰρ ὧδε. [204a] θεῶν οὐδεὶς φιλοσοφεῖ οὐδ᾽ ἐπιθυμεῖ σοφὸς γενέσθαι —ἔστι γάρ— οὐδ᾽ εἴ τις ἄλλος σοφός, οὐ φιλοσοφεῖ. οὐδ᾽ αὖ οἱ ἀμαθεῖς φιλοσοφοῦσιν οὐδ᾽ ἐπιθυμοῦσι σοφοὶ γενέσθαι· αὐτὸ γὰρ τοῦτό ἐστι χαλεπὸν ἀμαθία, τὸ μὴ ὄντα καλὸν κἀγαθὸν μηδὲ φρόνιμον δοκεῖν αὑτῷ εἶναι ἱκανόν. οὔκουν ἐπιθυμεῖ ὁ μὴ οἰόμενος ἐνδεὴς εἶναι οὗ ἂν μὴ οἴηται ἐπιδεῖσθαι. 

Τίνες οὖν, ἔφην ἐγώ, ὦ Διοτίμα, οἱ φιλοσοφοῦντες, εἰ μήτε οἱ σοφοὶ μήτε οἱ ἀμαθεῖς;

[204b] Δῆλον δή, ἔφη, τοῦτό γε ἤδη καὶ παιδί, ὅτι οἱ μεταξὺ τούτων ἀμφοτέρων, ὧν ἂν εἴη καὶ ὁ Ἔρως. ἔστιν γὰρ δὴ τῶν καλλίστων ἡ σοφία, Ἔρως δ᾽ ἐστὶν ἔρως περὶ τὸ καλόν, ὥστε ἀναγκαῖον Ἔρωτα φιλόσοφον εἶναι, φιλόσοφον δὲ ὄντα μεταξὺ εἶναι σοφοῦ καὶ ἀμαθοῦς. αἰτία δὲ αὐτῷ καὶ τούτων ἡ γένεσις· πατρὸς μὲν γὰρ σοφοῦ ἐστι καὶ εὐπόρου, μητρὸς δὲ οὐ σοφῆς καὶ ἀπόρου.

___________

1 Η λέξη "δαίμων"χρησιμοποιείται συχνά στην ποίηση με ευρύτερη σημασία ως συνώνυμο του "θεός". Εδώ χρησιμοποιείται με μεγαλύτερη ακρίβεια για να δηλώσει τα υπερφυσικά όντα που είναι κατώτερα από τους θεούς.

2 Όλα όσα απαριθμούνται εδώ αποτελούν περιγραφή της έννοιας "θρησκεία", για την οποία δεν υπάρχει αντίστοιχος όρος στα αρχαία ελληνικά.

3 Εμπνέεται δηλαδή από τους δαίμονες.

4 Ο Πόρος αποτελεί προσωποποίηση της ικανότητας να βρίσκει κανείς μέσα, διέξοδο για όλα τα πράγματα, στα οποία συγκαταλέγεται και η απόκτηση πλούτου. Η Μήτις, κόρη, σύμφωνα με το μύθο, του Ωκεανού και της Τηθύος και πρώτη σύζυγος του Δία, είναι η προσωποποίηση της πρακτικής ευφυίας. Η Πενία ("φτώχια"), που αναφέρεται αμέσως παρακάτω, αν και χαρακτηρίζεται ενίοτε θεά, αποτελεί και αυτή κυρίως προσωποποίηση.

πηγή: greek-language.gr

Ο ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ ΤΩΝ ΔΕΛΦΩΝ

$
0
0

              Ο Θησαυρός των Αθηναίων  στους Δελφούς
                           (ψηφιακή αναπαράσταση)

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Στους πρόποδες του Παρνασσού, στο υποβλητικό φυσικό τοπίο που σχηματίζεται ανάμεσα σε δύο πανύψηλους βράχους, τις Φαιδριάδες, βρίσκονται οι Δελφοί. Οι Δελφοί ήταν αρχαία ελληνική πόλη όπου λειτούργησε το ξακουστό μαντείο της αρχαίας Ελλάδας. Η πόλη αναφέρεται από τους ομηρικούς χρόνους με το όνομα Πυθώ. Στην αρχή των ιστορικών χρόνων ήταν μία από τις πόλεις της αρχαίας Φωκίδας, αλλά σταδιακά ο ρόλος της πόλης ενισχύθηκε και εξελίχθηκε σε πανελλήνιο κέντρο των αρχαίων Ελλήνων. Αποτέλεσε και κέντρο της Δελφικής Αμφικτιονίας. Οι Δελφοί διατήρησαν τη σημαντική τους θέση μέχρι τα τέλη του 4ου αιώνα μ.Χ., οπότε δόθηκε οριστικό τέλος στη λειτουργία τους με διάταγμα του Βυζαντινού αυτοκράτορα Θεοδοσίου Α'. Τους επόμενους αιώνες, η πόλη παρήκμασε και εγκαταλείφθηκε οριστικά την περίοδο των σλαβικών επιδρομών. Σήμερα, οι Δελφοί είναι μια περιοχή με έντονο τουρισμό και έχει χαρακτηριστεί τόπος παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της ΟΥΝΕΣΚΟ. Εκτός του αρχαιολογικού χώρου και του μουσείου, υπάρχει το Ευρωπαϊκό Πολιτιστικό Κέντρο και στην ευρύτερη περιοχή μια σειρά Μοναστηριών με θρησκευτικό ενδιαφέρον. Επίσης, οι Δελφοί βρίσκονται σε μικρή απόσταση από την Αράχωβα, σημαντικό χειμερινό προορισμό της Στερεάς Ελλάδας και από το Γαλαξίδι.














ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ-ΜΥΚΗΝΑΪΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ

Η ιστορία των Δελφών χάνεται στην προϊστορία και στους μύθους των αρχαίων Ελλήνων. Σύμφωνα με την παράδοση, στην περιοχή των Δελφών υπήρχε τέμενος αφιερωμένο στη γυναικεία θεότητα της Γαίας και φύλακάς του είχε τοποθετηθεί ο φοβερός δράκοντας Πύθων. Σύμφωνα με τοπικούς μύθους, κύριος του τεμένους έγινε ο Απόλλωνας όταν σκότωσε τον Πύθωνα. Στη συνέχεια, μεταμορφωμένος σε δελφίνι μετέφερε Κρήτες που έφθασαν στην Κίρρα, το επίνειο των Δελφών, και ίδρυσαν το τέμενός του. Ο μύθος αυτός σχετικά με την κυριαρχία του Απόλλωνα επιβίωσε σε εορταστικές αναπαραστάσεις στις τοπικές γιορτές, όπως τα Σεπτήρια, τα Δελφίνια, τα Θαργήλια, τα Θεοφάνεια, και τα Πύθια. Τα Πύθια τελούνταν για να θυμίζουν τη νίκη του Απόλλωνα κατά του Πύθωνα και περιελάμβαναν μουσικούς διαγωνισμούς και γυμνικούς αγώνες.

















Τα παλαιότερα ευρήματα στην περιοχή των Δελφών, που χρονολογούνται στη νεολιθική εποχή (4000 π.Χ.), έχουν εντοπιστεί στο Κωρύκειο Άντρο, σπήλαιο στον Παρνασσό, όπου τελούνταν οι πρώτες λατρείες. Από το 4000 π.Χ. μέχρι τα Μυκηναϊκά χρόνια (1550 π.Χ.) δεν υπάρχουν ευρήματα, γεγονός που δείχνει ότι η περιοχή πιθανόν έμεινε ακατοίκητη στο διάστημα αυτό. Στο ξεκίνημα της Μυκηναϊκής περιόδου εγκαταστάθηκαν στο χώρο των Δελφών Αχαιοί προερχόμενοι από τη Θεσσαλία και ίδρυσαν οργανωμένη πόλη, από την οποία έχουν βρεθεί κατάλοιπα μυκηναϊκού οικισμού και νεκροταφείου. Πιστεύεται ότι αντιστοιχεί στην πόλη που αναφέρεται στον κατάλογο των Νεών της Ιλιάδας, με το όνομα Πυθώ. Η Πυθώ ήταν μία από τις 9 πόλεις της Φωκίδας που συμμετείχαν στον Τρωικό πόλεμο, στο πλευρό των υπολοίπων Αχαιών.[1]


















Με το τέλος της Μυκηναϊκής περιόδου, η πόλη εγκαταλείφθηκε, όπως και πολλά ακόμα Μυκηναϊκά κέντρα της ηπειρωτικής Ελλάδας. Για τους επόμενους 4 αιώνες δεν παρατηρήθηκε καμία σημαντική εγκατάσταση στην περιοχή. Τα ευρήματα από την περιοχή παρέμειναν ελάχιστα και πολύ αποσπασματικά μέχρι τον 8ο αιώνα π.Χ., οπότε επικράτησε οριστικά η λατρεία του Απόλλωνα και άρχισε η ανάπτυξη του τεμένους και του μαντείου. Προς το τέλος του 7ου αιώνα π.Χ. οικοδομήθηκαν οι πρώτοι λίθινοι ναοί, αφιερωμένοι ο ένας στον Απόλλωνα και ο άλλος στην Αθηνά, που λατρευόταν επίσημα, με την επωνυμία «Προναία» ή «Προνοία» και είχε δικό της ναό. Σύμφωνα με φιλολογικές μαρτυρίες και αρχαιολογικά ευρήματα, στους Δελφούς λατρεύονταν ακόμη η Άρτεμη, ο Ποσειδώνας, ο Διόνυσος, ο Ερμής, ο Ζευς Πολιεύς, η Υγιεία και η Ειλείθυια. 


















ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ

Από τον 8ο αιώνα, όταν πλέον επικράτησε η λατρεία του Απόλλωνα, το τέμενος των Δελφών απέκτησε ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στον αρχαίο ελληνικό κόσμο, ενώ η επιρροή του εξαπλώθηκε σταδιακά σε ένα μεγάλο τμήμα του ευρύτερου χώρου της ανατολικής Μεσογείου. Σημαντικός αριθμός αφιερωμάτων που βρέθηκαν στους Δελφούς, προέρχεται ακόμα κι από περιοχές της Συρίας και της Αρμενίας, γεγονός που μαρτυρά την έκταση της επιρροής του τεμένους. Λόγω της μεγάλης φήμης του μαντείου, οι ελληνικές πόλεις κατέφευγαν σ’ αυτό για να βοηθηθούν στη λήψη σημαντικών αποφάσεων. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του αποικισμού, όπου οι μητροπόλεις κατέφευγαν στο μαντείο για να το συμβουλευτούν, για την επιλογή κατάλληλης θέσης για την ίδρυση αποικίας.


Το τέμενος των Δελφών έγινε σταδιακά κέντρο της σημαντικότερης Αμφικτιονίας του αρχαίου ελληνικού κόσμου, που έγινε γνωστή ως Δελφική Αμφικτιονία, μιας ομοσπονδιακής ένωσης 12 φυλών με θρησκευτικό κυρίως χαρακτήρα, ενώ αργότερα απέκτησε και πολιτική σημασία. Σ’ αυτήν συμμετείχαν οι φυλές της κεντρικής Ελλάδας και ηγετική θέση ανάμεσά τους κατείχαν οι Θεσσαλοί. Αρχικά είχε κέντρο της την Ανθήλη της Μαλίδας, αλλά από τα μέσα του 7ου αιώνα έκανε κέντρο της τους Δελφούς. Η Δελφική Αμφικτιονία είχε τον έλεγχο της περιουσίας και λειτουργίας του τεμένους, αφού όριζε τους ιερείς και τους άλλους αξιωματούχους, εκλέγοντάς τους πάντα από κατοίκους των Δελφών.


















Στις αρχές του 6ου π.Χ. αιώνα η Δελφική Αμφικτιονία διεξήγαγε πόλεμο με τη γειτονική πόλη των Δελφών, την Κρίσα (Α'Ιερός πόλεμος), που κατέληξε στην καταστροφή της πόλης. Αποτέλεσμα του πολέμου ήταν οι Δελφοί να αυξήσουν την πανελλήνια θρησκευτική και πολιτική τους επιρροή και να μεγαλώσουν σε έκταση, αποκτώντας εδάφη που μέχρι τότε ανήκαν στην Κρίσα. Παράλληλα, μετά το τέλος του πολέμου διοργανώθηκαν για πρώτη φορά τα Πύθια, οι δεύτεροι σε σημασία πανελλήνιοι αγώνες μετά τους Ολυμπιακούς, που τελούνταν κάθε τέσσερα χρόνια. Στα πρώτα Πύθια, που διοργανώθηκαν το 586 π.Χ., δόθηκαν ως έπαθλα στους νικητές των αγώνων, χρηματικά δώρα από τα λάφυρα της Κρίσας. Από τους επόμενους αγώνες καθιερώθηκε ως τιμητικό βραβείο των νικητών το δάφνινο στεφάνι. Η περίοδος από τον 6ο έως τον 4ο αι. π.Χ. συμπίπτει με τη μεγάλη ακμή του δελφικού μαντείου.

Την περίοδο των Περσικών πολέμων το μαντείο των Δελφών εξέδωσε αρκετούς δυσοίωνους χρησμούς για τις ελληνικές πόλεις, γεγονός που αποδόθηκε από μεταγενέστερους ιστορικούς σε φιλοπερσική στάση που κράτησε. Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι οι Δελφοί δέχτηκαν επίθεση από τους Πέρσες. Συγκεκριμένα, αφού ο Ξέρξης πέρασε τις Θερμοπύλες και κατευθυνόταν προς τη Φωκίδα, έστειλα ένα στρατιωτικό σώμα προς τους Δελφούς για να αποσπάσει θησαυρούς. Όταν οι Πέρσες πλησίασαν στους Δελφούς, δύο κορυφές από τον Παρνασσό αποκόπηκαν και έπεσαν πάνω τους, ενώ παράλληλα καταδιώχθηκαν από δύο τοπικούς ήρωες, τον Φύλακο και τον Αυτόνοο.[2]


Οι Δελφοί παρέμειναν ανεξάρτητη πόλη μέχρι το 448 π.Χ., όταν οι Αθηναίοι βοήθησαν του Φωκείς να εντάξουν το τέμενος στην ομοσπονδία τους. Τότε οι Σπαρτιάτες αντέδρασαν με αποτέλεσμα να ξεσπάσει ο Β'Ιερός πόλεμος. Οι Σπαρτιάτες αρχικά επανέφεραν την πόλη στην προηγούμενη κατάστασή της, αλλά με νέα παρέμβαση των Αθηναίων η πόλη αποδόθηκε πάλι στους Φωκείς. Οι Φωκείς διατήρησαν τον έλεγχο του μαντείου μέχρι το 421 π.Χ. Τη χρονιά αυτή η πόλη των Δελφών ανεξαρτητοποιήθηκε και πάλι ως συνέπεια της Νικίειου ειρήνης. Το 356 π.Χ., οι Φωκείς κατέλαβαν τους Δελφούς, όταν το αμφικτιονικό συνέδριο, που ελεγχόταν τότε από τη Θήβα, τους επέβαλλε ένα βαρύ πρόστιμο. Το γεγονός αυτό οδήγησε στο ξέσπασμα του Γ'Ιερού πολέμου. Στη διάρκεια αυτού του πολέμου λεηλατήθηκαν όλοι οι θησαυροί των Δελφών για να χρηματοδοτηθεί ο στρατός των Φωκέων. Οι Φωκείς τελικά ηττήθηκαν, 10 χρόνια μετά, με επέμβαση του Φιλίππου και οι Δελφοί πέρασαν πάλι στον έλεγχο της Δελφικής Αμφικτιονίας που πλέον ελεγχόταν από τους Μακεδόνες. Ένας Δ'Ιερός πόλεμος ξέσπασε το 339 π.Χ. στον οποίο αναμείχθηκαν οι Λοκροί της Άμφισσας και οδήγησε τελικά στην επέμβαση του Φιλίππου στη νότια Ελλάδα.


















Τον 3ο αιώνα π.Χ., οι Δελφοί πέρασαν στον έλεγχο της Αιτωλικής Συμπολιτείας, της νέας πολιτικής και στρατιωτικής δύναμης που αναδείχτηκε στη νότια Ελλάδα. Οι Αιτωλοί κατέλαβαν το ιερό το 290 π.Χ. Λίγα χρόνια μετά, το 279 π.Χ., η πόλη των Δελφών βρέθηκε σε κίνδυνο από την επιδρομή των Γαλατών στον ελλαδικό χώρο. Την επιδρομή αυτή αντιμετώπισαν με επιτυχία οι Αιτωλοί και προστάτευσαν το ιερό. Η πόλη συνέχισε να ευδοκιμεί και να πλουτίζει σε δώρα και αφιερώματα και στη διάρκεια αυτού του αιώνα. Τα περισσότερα αφιερώματα αυτής της περιόδους προέρχονται από τις πόλεις της Αιτωλικής Συμπολιτείας.

Το 190 π.Χ., οι Ρωμαίοι αφαίρεσαν από τους Αιτωλούς την κυριαρχία στο μαντείο και λίγα χρόνια μετά, το 168 π.Χ., οι Δελφοί πέρασαν σε ρωμαϊκή κυριαρχία. Στη διάρκεια των Μιθριδατικών πολέμων, οι Δελφοί λεηλατήθηκαν από τον Σύλλα, το 86 π.Χ.
















Η παρακμή των Δελφών επήλθε με το φιλοσοφικό κίνημα του ορθολογισμού τον 3ο αιώνα π.Χ., ωστόσο, το τυπικό στη λειτουργία τους έμεινε αναλλοίωτο μέχρι το 2ο αιώνα μ.Χ., την εποχή του Αδριανού. Τότε επισκέφθηκε τους Δελφούς ο περιηγητής Παυσανίας, ο οποίος κατέγραψε λεπτομερώς πάρα πολλά κατάλοιπα κτιρίων, επιγραφών και γλυπτών. Η διεξοδική περιγραφή του συνέβαλε σημαντικά στην ανασύνθεση του χώρου. Το 394 μ.Χ. δόθηκε οριστικό τέλος στη λειτουργία του μαντείου με διάταγμα του Βυζαντινού αυτοκράτορα Θεοδοσίου Α'. Με την επικράτηση του Χριστιανισμού, οι Δελφοί έγιναν έδρα επισκοπής, αλλά εγκαταλείφθηκαν στις αρχές του 7ου αιώνα μ.Χ., περίοδο των Σλαβικών επιδρομών. Σταδιακά ο αρχαιολογικό χώρος των Δελφών επιχωματώθηκε και καλύφθηκε ενώ, κατά τον Μεσαίωνα, πάνω στα θαμμένα ερείπια εγκαταστάθηκε το χωριό Καστρί, που στα νεότερα χρόνια δέχθηκε τις επισκέψεις των αρχαιόφιλων περιηγητών.

ΑΝΑΣΚΑΦΕΣ


Η έρευνα στον χώρο των Δελφών άρχισε γύρω στο 1860 από Γερμανούς. Ήταν αναγκαίο να μετακινηθεί το χωριό Καστρί για να πραγματοποιηθούν οι ανασκαφές, κάτι όμως που αρνούνταν οι κάτοικοι. Η ευκαιρία να μετατοπισθεί το χωριό δόθηκε όταν αυτό καταστράφηκε μερικώς από σεισμό και οι κάτοικοι έδωσαν τον αρχαιολογικό χώρο με αντάλλαγμα ένα νέο χωριό.

















Το 1891 οι Γάλλοι πήραν από την ελληνική κυβέρνηση έγκριση για διεξαγωγή συστηματικών ερευνών και τότε άρχισε η λεγόμενη «Μεγάλη Ανασκαφή›, αφού πρώτα απομακρύνθηκε το χωριό Καστρί. Το 1893 η Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή αφαίρεσε σημαντική ποσότητα εδάφους από πολυάριθμους τόπους, για να έρθουν στην επιφάνεια τα σημαντικά κτίρια του τεμένους των Δελφών, όπως επίσης και χιλιάδες αντικειμένων, επιγραφών και γλυπτών. Στη διάρκεια των ανασκαφών ήλθαν στο φως εντυπωσιακά ευρήματα, ανάμεσα στα οποία και περίπου 3.000 επιγραφές, που αποκαλύπτουν διάφορες πτυχές του αρχαίου δημοσίου βίου.


















Οι εργασίες στο χώρο των δύο δελφικών ναών συνεχίζονται με τη συνεργασία της Ελληνικής Αρχαιολογικής Υπηρεσίας και της Γαλλικής Σχολής, με ανασκαφική αλλά και αναστηλωτική δραστηριότητα. Τέσσερεις περιοχές του χώρου αναστηλώθηκαν περισσότερο ή λιγότερο. Το μοναδικό μνημείο που διέθετε πλήθος αυθεντικών αρχαίων αντικειμένων για τη σχεδόν πλήρη αναστήλωσή του ήταν ο Θησαυρός των Αθηναίων, που αποκαταστάθηκε ολόκληρος το 1903-1906 από τους Γάλλους, με χορηγία του Δήμου Αθηναίων. Άλλα μνημεία που έχουν αναστηλωθεί είναι ο Βωμός των Χιωτών, που αναστηλώθηκε το 1959 από την Ελληνική Αρχαιολογική Υπηρεσία, ενώ ο ναός του Απόλλωνα και η Θόλος υπέστησαν μικρές αναστηλώσεις.


















ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ

Ο αρχαιολογικός χώρος των Δελφών περιλαμβάνει δύο ναούς, έναν αφιερωμένο στον Απόλλωνα και έναν στην Αθηνά, καθώς και άλλου είδους εγκαταστάσεις, κυρίως αθλητικές. Όσοι έρχονταν από την Αθήνα συναντούσαν πρώτα το ναό της Αθηνάς Προναίας, δηλαδή της Αθηνάς που βρισκόταν πριν το ναό του Απόλλωνα. Εδώ σώζεται η περίφημη Θόλος, το κυκλικό κτίριο και ερείπια των τριών ναών της Αθηνάς, δύο πώρινων, κτισμένων στο ίδιο σημείο, που χρονολογούνται στα μέσα του 7ου αιώνα π.Χ. και στο 500 π.Χ., κι ενός νεότερου, ασβεστολιθικού, που κτίσθηκε στο δυτικό άκρο του ναού, μετά το σεισμό του 373 π.Χ. Μέσα στο ναό σώζονται βωμοί αφιερωμένοι στο Δία Πολιέα, στην Αθηνά Εργάνη, στην Αθηνά Ζωστηρία, στην Ειλείθυια και στην Υγεία, κατάλοιπα κτιρίου, που έχει αποδοθεί στη λατρεία των ντόπιων ηρώων, Φυλάκου και Αυτόνοου, που με τη μορφή γιγάντων είχαν αποτρέψει την εισβολή των Περσών στους Δελφούς, καθώς και δύο θησαυροί δωρικού και αιολικού ρυθμού, με ανωδομή από παριανό μάρμαρο. Ο ένας, από τον οποίο σώζεται ένα χαρακτηριστικό κιονόκρανο με φύλλα φοίνικα, ήταν αφιέρωμα των κατοίκων της μακρινής Μασσαλίας. Ο ναός περιλάμβανε επίσης τρόπαιο - ενθύμιο της απόκρουσης των Περσών, υπαίθριο άγαλμα του αυτοκράτορα Αδριανού και ένα οικοδόμημα που ονομάζεται «Οικία των ιερέων».
















Προχωρώντας προς τα ΒΔ συναντούσε κανείς το γυμνάσιο, χώρο αθλητικής προπόνησης και εκπαιδευτικό κέντρο, με την παλαίστρα και το συγκρότημα των λουτρών. Επόμενος σταθμός ήταν η Κασταλία, η κρήνη των Δελφών. Με το νερό της οι επισκέπτες ξεδιψούσαν από την μακριά πορεία τους και ταυτόχρονα εξαγνίζονταν πριν μπουν στο μαντείο.

















Το κεντρικό και πιο σπουδαίο σημείο του χώρου αποτελούσε πάντα το τέμενος του Απόλλωνα. Προστατευόταν από περίβολο, με είσοδο στη ΝΑ του γωνία. Από το σημείο αυτό οι επισκέπτες ακολουθούσαν την Ιερά οδό, το βασικό ιστό του τεμένους, που οδηγούσε στο ναό του Απόλλωνα με το άδυτο, όπου έδινε τους χρησμούς της η Πυθία. Με πυρήνες το ναό και την Ιερά οδό, το τέμενος σταδιακά μεγάλωσε και ενισχύθηκε από μνημειώδεις αναλημματικούς τοίχους. Ο επικλινής χώρος του οργανώθηκε σε αλλεπάλληλα επίπεδα, που πλαισιώθηκαν από στοές (Αττάλου, Αιτωλών, Αθηναίων) και ήταν προσβάσιμα από αντίστοιχες πύλες στον περίβολο. Ανάμεσά τους διακρίνονται διάσπαρτα τα λείψανα πολυάριθμων και ποικίλων αναθημάτων, που αφιερώθηκαν από τις ελληνικές πόλεις ή από πλούσιους ιδιώτες με αφορμή διάφορες ιστορικές περιστάσεις και κοινωνικοπολιτικά γεγονότα ή απλώς για να εκφράσουν θρησκευτική ευλάβεια προς τον Απόλλωνα και το μαντείο του. 

Τα έργα αυτά αντιπροσωπεύουν την τεχνική δεξιότητα και την καλλιτεχνική πρόοδο των ανθρώπων εκείνης της εποχής, από τα βάθη της Ανατολής ως τα παράλια της Μεσογειακής λεκάνης, ενώ παράλληλα υποδηλώνουν την οικονομική ευρωστία των αναθετών. Κυμαίνονται από χάλκινους ή αργυρούς τρίποδες (ένα από τα σύμβολα του μαντείου) μέχρι τα σύνθετα πολυπρόσωπα αγαλματικά συμπλέγματα, φτιαγμένα από μάρμαρο ή χαλκό. Μεταξύ των αρχιτεκτονικών αφιερωμάτων, οι θησαυροί, εντυπωσιακοί και πολυτελέστατοι, στέγαζαν κινητά αναθήματα, αλλά κυρίως πρόβαλλαν την τέχνη της πατρίδας του κάθε αναθέτη. Η Ιερά οδός πλαισιωνόταν από τέτοια αφιερώματα, πυκνά τοποθετημένα σε όλο της το μήκος. Στο κέντρο του τεμένους, επάνω στο μεγάλο πλάτωμα, που σχημάτιζε ο μεγάλος αναλημματικός πολυγωνικός τοίχος, δέσποζε ο μεγαλοπρεπής ναός του Απόλλωνα. Μπροστά στην είσοδό του οι επισκέπτες μπορούσαν να θαυμάσουν τα εντυπωσιακά αναθήματα που είχαν προσφέρει κυρίως πλούσιοι ιδιώτες. Ψηλότερα από το ναό, προς τα ΒΔ, βρίσκεται το θέατρο, όπου τελούνταν οι δραματικοί και μουσικοί αγώνες των Πυθίων, ενώ ακόμη ψηλότερα, έξω από τον περίβολο του τεμένους, βρισκόταν το στάδιο, που φιλοξενούσε τους αθλητικούς αγώνες.



















Έξω και γύρω από τα δύο τεμένη διατηρούνται διάσπαρτα τα ερείπια του οικισμού των Δελφών, που αναπτύχθηκε κυρίως στην κλασική και στη ρωμαϊκή περίοδο, καθώς και τάφοι από τις αντίστοιχες νεκροπόλεις.

ΤΑ ΜΝΗΜΕΙΑ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ

ΝΑΟΣ ΤΟΥ ΑΠΟΛΛΩΝΑ

Ο ναός του Απόλλωνα, το σημαντικότερο μνημείο του τεμένους του Απόλλωνα στους Δελφούς, βρισκόταν σε περίοπτη και κεντρική θέση μέσα στον χώρο. Στο ναό στεγάζονταν τα αγάλματα και τα αφιερώματα προς τον Απόλλωνα, αλλά εδώ γίνονταν και οι ιεροτελεστίες που είχαν σχέση με τη λατρεία, που σπουδαιότερη ήταν η διαδικασία της μαντείας. Στο ναό υπήρχε και το «χρησμογραφείο», όπου φυλάσσονταν τα αρχεία και οι κατάλογοι των Πυθιονικών, που καταστράφηκαν το 373 π.Χ. Σύμφωνα με τη μυθολογία, ο πρώτος ναός του Απόλλωνα που κτίσθηκε στους Δελφούς ήταν μία καλύβα από κλαδιά δάφνης, ο δεύτερος έγινε από κερί μελισσών και φτερά και ο τρίτος από χαλκό, ενώ ο τέταρτος κτίσθηκε από τους μυθικούς αρχιτέκτονες Τροφώνιο και Αγαμήδη, με τη βοήθεια του ίδιου του Απόλλωνα. Αυτός πρέπει να ήταν ο πώρινος ναός, που καταστράφηκε από πυρκαγιά το 548 π.Χ.



















Ο ναός που τον διαδέχθηκε, οικοδομήθηκε με εισφορές που συγκεντρώθηκαν από όλη την Ελλάδα και από ξένους ηγεμόνες και ανέλαβε να τον ολοκληρώσει η μεγάλη αθηναϊκή οικογένεια των Αλκμαιωνιδών. Ολοκληρώθηκε περίπου το 510 π.Χ., ήταν δωρικός περίπτερος, με 6 κίονες στην πρόσοψη και 15 στις πλευρές. Ήταν πώρινος με μαρμάρινη πρόσοψη και εξαιρετικό γλυπτό διάκοσμο, φιλοτεχνημένο από το γλύπτη Αντήνορα. Θέμα του ανατολικού αετώματος ήταν η άφιξη του Απόλλωνα στους Δελφούς με τη συνοδεία της αδελφής του Άρτεμης και της μητέρας του Λητούς. Στο κέντρο της παράστασης εικονιζόταν το άρμα με του και δεξιά και αριστερά ανδρικές και γυναικείες μορφές. Στο δυτικό αέτωμα απεικονιζόταν σκηνή Γιγαντομαχίας, από την οποία σώζονται μόνο οι μορφές της Αθηνάς, ενός πεσμένου Γίγαντα, μιας ανδρικής μορφής και τα μπροστινά μέρη δύο αλόγων.


















Ο σεισμός του 373 π.Χ. κατέστρεψε τον αρχαϊκό ναό και το τέμενος κατέφυγε για δεύτερη φορά σε πανελλήνιο έρανο για την ανοικοδόμησή του. Ο Γ'Ιερός πόλεμος εμπόδισε τις εργασίες και μόλις το 330 π.Χ. ο ναός παραδόθηκε σε χρήση, φτιαγμένος στο ίδιο σχέδιο και στις ίδιες σχεδόν διαστάσεις. Στο ναό αυτό ανήκουν τα ερείπια που βλέπουμε σήμερα. Πρόκειται για εντυπωσιακό κτίσμα, θαυμάσιο δείγμα δωρικού ρυθμού, του οποίου αρχιτέκτονες ήταν ο Σπίνθαρος ο Κορίνθιος, ο Ξενόδωρος και ο Αγάθων. Ο ναός είναι περίπτερος, με 6 κίονες στις στενές πλευρές και 15 στις μακρές, με πρόδομο και οπισθόδομο, δίστηλους εν παραστάσι. Ο σηκός του χωρίζεται σε τρία κλίτη με δύο κιονοστοιχίες, η καθεμία από τις οποίες έχει 8 ιωνικούς κίονες. 

Στο βαθύτερο επίπεδό του βρισκόταν το άδυτο, όπου εκτυλισσόταν η μαντική διαδικασία και στο οποίο είχαν πρόσβαση μόνον οι ιερείς που θα ερμήνευαν τα λόγια της Πυθίας. Τα αετώματα από παριανό μάρμαρο φιλοτέχνησαν οι Αθηναίοι γλύπτες Πραξίας και Ανδροσθένης. Στο ανατολικό αέτωμα απεικονίζονταν ο Απόλλωνας με τις Μούσες και στο δυτικό ο Διόνυσος ανάμεσα στις Θυιάδες (Μαινάδες). Για το εσωτερικό του ναού γνωρίζουμε ελάχιστα στοιχεία, κυρίως από αρχαίους συγγραφείς: στους τοίχους του πρόναου υπήρχαν χαραγμένα ρητά των επτά σοφών, όπως «γνώθι σαυτόν», «μηδέν άγαν» και το γράμμα Ε. Επίσης, υπήρχε χάλκινη εικόνα του Ομήρου και βωμός του Ποσειδώνα, ενώ στο άδυτο υπήρχε το άγαλμα του Απόλλωνα και ο ομφαλός. Στο ναό έχουν γίνει εργασίες αναστήλωσης, ενώ αποσπάσματα των αετωμάτων και από τις δύο οικοδομικές φάσεις του εκτίθενται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Δελφών.



ΘΗΣΑΥΡΟΣ ΤΩΝ ΑΘΗΝΑΙΩΝ (αρχική εικόνα)

Ο Θησαυρός των Αθηναίων ήταν από τα πιο σπουδαία και εντυπωσιακά κτίσματα του τεμένους του Απόλλωνα. Δέσποζε επάνω στην Ιερά οδό, αμέσως μετά την πρώτη προς βορρά στροφή της, δίπλα στο βουλευτήριο της πόλης των Δελφών και απέναντι από τους Θησαυρούς των Κνιδίων και των Συρακούσιων. Το μικρό αυτό κτίσμα ήταν ένα είδος θησαυροφυλακίου της Αθήνας, όπου φυλάσσονταν τρόπαια από σημαντικές πολεμικές νίκες της πόλης και άλλα αντικείμενα που είχαν αφιερωθεί στο τέμενος. Ο Θησαυρός οικοδομήθηκε από την αθηναϊκή δημοκρατία στα τέλη του 6ου ή στις αρχές του 5ου αιώνα π.Χ. Μάλιστα, θεωρείται το μνημείο που εκφράζει την επικράτηση των δημοκρατικών στην Αθήνα και την εκδίωξη των τυράννων. Σύμφωνα με μία άλλη ερμηνεία, που στηρίζεται κυρίως στην περιγραφή του περιηγητή Παυσανία και στην επιγραφή που σώζεται στην πρόσοψη της νότιας κρηπίδας, ο Θησαυρός οικοδομήθηκε σε ανάμνηση της απόκρουσης του περσικού κινδύνου μετά τη μάχη στο Μαραθώνα, το 490 π.Χ.






















Πρόκειται για μικρό, δωρικού ρυθμού κτίσμα φτιαγμένο από παριανό μάρμαρο με τη μορφή ναΐσκου εν παραστάσι, όπως οι περισσότεροι Θησαυροί. Τα ανάγλυφα που τον κοσμούσαν αποτελούν δείγματα υψηλής πλαστικής στην τελευταία περίοδο της αρχαϊκής εποχής και μπορούν εύκολα να συγκριθούν με τις πρώιμες ερυθρόμορφες αγγειογραφίες ως προς την κομψότητα των μορφών, τις ελαφρές αναλογίες, τις έντονες και στερεές κινήσεις, αλλά και τις τολμηρές στάσεις. Στις ανάγλυφες μετόπες του εικονίζονται οι άθλοι του Ηρακλή (οπίσθια και βόρεια πλευρά) και του Θησέα (πρόσοψη και νότια πλευρά). Η αντιδιαστολή του Θησέα με τον Ηρακλή παραπέμπει στην αλλαγή πολιτεύματος στην Αθήνα με την επικράτηση της δημοκρατίας. Το στοιχείο αυτό επιβεβαιώνεται και με τη γενικότερη επικράτηση στην τέχνη του 5ου αιώνα π.Χ. της εικονογραφίας του Θησέα, ενώ κατά τον 6ο αιώνα π.Χ. κυριαρχούσε η εικονογραφία του Ηρακλή.
















Στη νότια μακριά πλευρά και στην πρόσοψη του κτίσματος, δηλαδή στις πλευρές που δεσπόζουν επάνω στη στροφή της Ιεράς οδού, έχει δημιουργηθεί κρηπίδωμα που σχηματίζει τριγωνική πλατεία, όπου στις επίσημες γιορτές και πομπές οι Αθηναίοι εξέθεταν τα λάφυρα από τη μάχη του Μαραθώνα και τα άλλα τρόπαια που φυλάσσονταν μέσα στο Θησαυρό. Στους τοίχους του κτιρίου σώθηκαν πολλές επιγραφές, με κείμενα σημαντικά για τη μελέτη των αρχαίων εορτών και εθίμων, όπως η Πυρφορία, η Τριποδιφορία, η Πυθαΐς και η Δωδεκαΐς, που ήταν επίσημες πομπές των Αθηναίων στους Δελφούς, αλλά και για τη μελέτη της μουσικής, αφού στη νότια πλευρά, κοντά στην ανατολική γωνία, ήταν γραμμένοι οι δύο περίφημοι ύμνοι στον Απόλλωνα, τα μοναδικά αρχαιοελληνικά κείμενα που συνοδεύονται από μουσικό υπομνηματισμό και σήμερα εκτίθενται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Δελφών. Στο εσωτερικό του Θησαυρού είναι χαραγμένα στους τοίχους σημαντικά τιμητικά ψηφίσματα για Αθηναίους, που χρονολογούνται από τον 3ο αιώνα π.Χ. και μετά, καθώς και ονόματα ενεχυροδανειστών, που χρησιμοποιούσαν το κτίριο στα μεταγενέστερα χρόνια.

 
















Ο Θησαυρός των Αθηναίων ήταν το μοναδικό μνημείο των Δελφών που διέθετε αρκετό από το αρχαίο του υλικό και έτσι αναστηλώθηκε από τους Γάλλους το 1906 με χορηγία του τότε δημάρχου Αθηναίων, Σπύρου Μερκούρη. Οι μετόπες του μνημείου έχουν αποσπασθεί, έχουν συντηρηθεί και εκτίθενται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Δελφών και στη θέση τους έχουν τοποθετηθεί γύψινα εκμαγεία.

Ο ΠΟΛΥΓΩΝΙΚΟΣ ΤΟΙΧΟΣ

Όταν οικοδομήθηκε ο ναός στο τέμενος του Απόλλωνα, σχηματίσθηκε άνδηρο, που στηριζόταν από δύο σχεδόν παράλληλους αναλημματικούς τοίχους. Ο ένας κατασκευάσθηκε στη βόρεια πλευρά, για να τον προστατεύει από την πτώση βράχων. Ο δεύτερος κτίσθηκε στη νότια πλευρά του εδάφους, όπου θεμελιώθηκε ο ναός, για να συγκρατεί το έδαφος, ενώ ταυτόχρονα οριοθετούσε και την περιοχή της Άλω στα ΒΔ. Αυτός είναι ο εντυπωσιακός πολυγωνικός τοίχος που βλέπει κανείς ανηφορίζοντας κατά μήκος της Ιεράς οδού προς το ναό του Απόλλωνα, πίσω από τη στοά των Αθηναίων. Χρονολογικά ανάγεται στο β'μισό του 6ου αιώνα π.Χ. Φαίνεται ότι κατασκευάσθηκε μετά το 548 π.Χ., όταν καταστράφηκε από φωτιά ο παλαιότερος ναός, τον οποίο ανέλαβαν να αντικαταστήσουν οι Αλκμαιωνίδες, μεταξύ των ετών 513 και 505 π.Χ. Αργότερα, τον 5ο αιώνα π.Χ., στον τοίχο αυτό στηρίχθηκε η στοά των Αθηναίων. Σήμερα στην επιφάνειά του είναι ακόμη ορατά τα αποτυπώματα της. Η ανέγερση αυτού του τοίχου και η απαιτούμενη ισοπέδωση του εδάφους, προϋπέθεταν την καταστροφή ορισμένων πρώιμων αρχαϊκών οικοδομημάτων γύρω από τον προηγούμενο ναό. Έτσι θάφτηκαν κάτω από σωρό επιχώσεων οίκοι ή Θησαυροί ορθογώνιας κάτοψης, καθώς και το γνωστό αψιδωτό κτίσμα.
















Ο τοίχος είναι κτισμένος κατά το σύστημα της πολυγωνικής λέσβιας τοιχοποιίας, δηλαδή με καμπύλους αρμούς, χωρίς συνδέσμους, αλλά με τέλεια προσαρμογή. Σε κάτοψη έχει σχήμα ανεστραμμένου Π, με μήκος 90 μ. στη μακριά του πλευρά. Σήμερα λείπει το ανώτερο μέρος του, οι πλάκες επίστεψης, που ήταν κτισμένες κατά το ισόδομο σύστημα τοιχοποιίας, δηλαδή με στρώσεις ορθογώνιων λίθων, που είχαν ίδιο ύψος. Φαίνεται ότι υπήρχαν 4 ή 5 τέτοιες στρώσεις, και το αρχικό ύψος του τοίχου υπολογίζεται σε περίπου 2 μ. ακόμη. Στην επιφάνειά του έχουν χαραχθεί πολλές και ποικίλες επιγραφές, συνολικά περίπου 800 κείμενα. Οι περισσότερες είναι ψηφίσματα για την απελευθέρωση δούλων και χρονολογούνται κυρίως στον 3ο-2ο αιώνα π.Χ. Στο μνημείο έχουν γίνει έργα συντήρησης και καθαρισμού.
















ΘΗΣΑΥΡΟΣ ΤΩΝ ΣΙΦΝΙΩΝ

Ο Θησαυρός, που αφιέρωσαν στους Δελφούς οι κάτοικοι της Σίφνου, ήταν από τα πιο λαμπρά και πλούσια διακοσμημένα κτίρια στο τέμενος του Απόλλωνα. Ήταν από τους πρώτους Θησαυρούς που συναντούσε κανείς ανηφορίζοντας την Ιερά οδό και βρισκόταν στην αριστερή πλευρά της, δίπλα στο Θησαυρό της πελοποννησιακής Σικυώνας και απέναντι από αυτόν των Μεγάρων. Στο εσωτερικό του φυλάσσονταν τα πολύτιμα αναθήματα που πρόσφεραν κατά καιρούς οι Σίφνιοι στο τέμενος. Η παράδοση για την ίδρυση του θησαυρού αναφέρεται από τον Ηρόδοτο και τον Παυσανία. Σύμφωνα με αυτή, στο β'μισό του 6ου αιώνα π.Χ. οι Σίφνιοι ήταν οι πιο πλούσιοι από όλους τους νησιώτες, επειδή είχαν αποκτήσει εξαιρετικά κέρδη από την εκμετάλλευση των μεταλλείων χρυσού και αργύρου που υπήρχαν στον τόπο τους. Αποφάσισαν, λοιπόν, να χαρίσουν στον Απόλλωνα το 1/10 από τα κέρδη τους και έτσι έκτισαν το Θησαυρό. Με βάση τον πλαστικό διάκοσμο, η χρονολογία του μνημείου ανάγεται γύρω στο 525 π.Χ. ή λίγο νωρίτερα, αφού τη χρονιά εκείνη η Σίφνος λεηλατήθηκε από επαναστατημένους Σαμίους που είχαν ανάγκη χρημάτων. 

















Το κτίριο είναι μικρό σε διαστάσεις με μορφή ναΐσκου και για την κατασκευή του οι Σίφνιοι μετέφεραν ακριβό λευκό μάρμαρο από την Πάρο, ενώ για τα πιο πολλά κτίσματα εκείνη την περίοδο έχει χρησιμοποιηθεί πωρόλιθος. Ήδη από την εποχή του Ηροδότου ήταν περίφημο για τον πλούσιο γλυπτό του διάκοσμο, που πράγματι αποτελεί ένα από τα αριστουργήματα της ύστερης αρχαϊκής τέχνης. Στη πρόσοψη, ανάμεσα στις παραστάδες τοποθετήθηκαν, αντί για κίονες, δύο αγάλματα κορών, που στηρίζουν το επιστύλιο, χαρακτηριστικά παραδείγματα της ιωνικής τέχνης αυτής της περιόδου. Το επιστύλιο κοσμείται από ιωνικό κυμάτιο και ζωφόρο, που περιβάλλει όλο το κτίριο και η οποία σώζεται σε καλή κατάσταση, τουλάχιστον στις τρεις πλευρές.


Στη δυτική πλευρά της παριστάνεται η κρίση του Πάρη (η επιλογή της ωραιότερης θεάς ανάμεσα στις Αθηνά, Αφροδίτη και Ήρα), στη νότια η αρπαγή των Λευκιππιδών από τους Διόσκουρους, είτε της Ιπποδάμειας από τον Πέλοπα, στη βόρεια, που είναι η καλύτερα διατηρημένη, η Γιγαντομαχία (η πάλη θεών και Γιγάντων για την κυριαρχία του κόσμου) και στην ανατολική, στην πρόσοψη του μνημείου, η συγκέντρωση στον Όλυμπο των θεών που παρακολουθούν τον Τρωικό πόλεμο.







Η ρωμαλέα έκφραση, η καθαρότητα, η δύναμη των μορφών και η εκπληκτική απόδοση των λεπτομερειών εντάσσονται αρμονικά στο χώρο της ζωφόρου, καλύπτοντας εύστοχα το διακοσμητικό χαρακτήρα της με τη σωστή διάταξη των μορφών και την αξιοποίηση του χώρου. Το φόντο της ζωφόρου ήταν βαμμένο γαλάζιο, ενώ διατηρούνται και άλλα χρώματα, κυρίως στα μαλλιά, στα ενδύματα και στα όπλα των μορφών. Δίπλα σε αρκετά πρόσωπα ήταν γραμμένα με χρώμα τα ονόματά τους. Το έργο αποδίδεται στον Αθηναίο γλύπτη Ένδοιο και σε ένα δεύτερο, άγνωστο αλλά περισσότερο συντηρητικό. 

Το αέτωμα, που επιστεγάζει το Θησαυρό στην πρόσοψή του, διαθέτει και αυτό γλυπτό διάκοσμο, που παρουσιάζει το μύθο της διαμάχης του Ηρακλή με τον Απόλλωνα για το δελφικό τρίποδα. Το συγκεκριμένο θέμα είναι από τα αγαπημένα των καλλιτεχνών της ύστερης αρχαϊκής εποχής, καθώς εμφανίζεται και στην αγγειογραφία. Το αέτωμα επιστέφεται με τρία ακρωτήρια: το κεντρικό παριστάνει σφίγγα, ενώ τα δύο ακραία Νίκες. Σήμερα από το θησαυρό των Σιφνίων διατηρούνται στη θέση τους μόνο τα θεμέλια και ένας αστράγαλος από τη διακόσμηση της βάσης. Όλος ο σωζόμενος γλυπτός διάκοσμος του κτηρίου έχει συντηρηθεί και εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Δελφών.
















ΣΤΟΑ ΤΩΝ ΑΘΗΝΑΙΩΝ

Από τα σημαντικά αναθήματα των Αθηναίων στους Δελφούς είναι η στοά, που έχει κτιστεί σε κεντρική θέση του τεμένους του Απόλλωνα, κάτω από το μεγάλο ναό, μπροστά ακριβώς από τον πολυγωνικό αναλημματικό τοίχο και απέναντι από το χώρο της Άλω, όπου τελούνταν τα ιερά δρώμενα προς τιμή του Απόλλωνα. Στο χώρο της φυλάσσονταν τα πολεμικά λάφυρα που αφιέρωσαν οι Αθηναίοι και προέρχονταν κυρίως από τις ναυτικές τους επιτυχίες εναντίον των Περσών. Η στοά αποτελεί έργο του οικοδομικού προγράμματος του Περικλή και χρονολογείται μετά το 478 π.Χ., χρονιά κατά την οποία οι Αθηναίοι κατέστρεψαν τη πλωτή γέφυρα που είχε κατασκευάσει ο Ξέρξης στον Ελλήσποντο για να περάσει με το στρατό του στην ευρωπαϊκή ακτή. Η ταύτιση του μνημείου είναι βέβαιη χάρη στην επιγραφή που ήταν χαραγμένη κατά μήκος του χαμηλότερου δόμου της βάσης του και όριζε το λόγο για τον οποίο είχε κτιστεί: ΑΘΗΝΑΙΟΙ ΑΝΕΘΕΣΑΝ ΤΗΝ ΣΤΟΑΝ ΚΑΙ ΤΑ ΗΟΠΛΑ ΚΑΙ ΤΑΚΡΟΤΕΡΙΑ ΕΛΟΝΤΕΣ ΤΩΝ ΠΟΛΕΜΙΩΝ. Εδώ, δηλαδή, ήταν αφιερωμένα τα «ακρωτήρια», δηλαδή τα ακρόπρωρα των περσικών πλοίων, και τα «όπλα», δηλαδή τα σχοινιά που συγκρατούσαν τη γέφυρα. Στα επόμενα χρόνια, προστέθηκαν λάφυρα πλοίων και από άλλες νικηφόρες ναυμαχίες των Αθηναίων, όπως αυτές στη Μυκάλη, στη Σηστό, στη Σαλαμίνα και στον Ελλήσποντο. 
















Η στοά ήταν ένας υπόστεγος χώρος, που χρησιμοποιούσε ως τοίχο, στη πίσω του πλευρά, τον πολυγωνικό αναλημματικό τοίχο του ναού, στο ανατολικό του τμήμα. Κατά μήκος του υπήρχε κτιστό βάθρο, πάνω στο οποίο είχαν στηθεί τα αναθήματα. Η στοά είναι ιωνικού ρυθμού. Έχει 7 μονόλιθους μαρμάρινους ραβδωτούς κίονες από πεντελικό μάρμαρο με βάσεις από παριανό μάρμαρο και μία πυκνή σειρά πεσσών, που ακουμπούσαν στον πολυγωνικό τοίχο. Όλη αυτή η υποδομή στήριζε τη ξύλινη στέγη. Ο στυλοβάτης του κτιρίου ήταν φτιαγμένος από ντόπιο ασβεστόλιθο και είχε 3 βαθμίδες, όπου στην ανώτερη είναι προσεκτικά χαραγμένη η παραπάνω επιγραφή, με μεγάλα αττικά γράμματα. Το μνημείο σήμερα διατηρείται στο κατώτερο μέρος του, που έχει δεχθεί επεμβάσεις για τη συντήρησή του, ενώ δεν σώζονται η ανωδομή και η στέγη.


















ΤΟ ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ

Το θέατρο των Δελφών είναι ένα από τα λίγα θέατρα της αρχαίας Ελλάδας, για το οποίο γνωρίζουμε τόσο την ακριβή χρονολόγηση όσο και τις μορφές που είχε στη διάρκεια των αιώνων, το συνολικό του σχέδιο και την όψη του κοίλου. Βρίσκεται μέσα στο τέμενος του Απόλλωνα, στη ΒΔ γωνία και στη συνέχεια του περιβόλου του. Στην αρχαιότητα φιλοξενούσε τους αγώνες φωνητικής και ενόργανης μουσικής, που διεξάγονταν στο πλαίσιο των Πυθίων και άλλων θρησκευτικών εορτών και τελετουργιών, που η σημασία τους δίνει στο μνημείο πνευματική και καλλιτεχνική αξία, ισότιμη με την αθλητική ιδέα που συμβολίζει το αρχαίο στάδιο της Ολυμπίας. Η μορφή του πρώτου θεάτρου, που κατασκευάσθηκε στο χώρο, δεν μας είναι γνωστή. Είναι πιθανόν οι θεατές να κάθονταν σε ξύλινα καθίσματα ή απευθείας στο έδαφος. Αργότερα, τον 4ο αιώνα π.Χ., κτίστηκε το πρώτο πέτρινο θέατρο και ακολούθησαν πολλές επισκευές του. Τη σημερινή του μορφή, με τη λιθόστρωτη ορχήστρα, τα λίθινα εδώλια και τη σκηνή, έλαβε κατά τους πρώιμους ρωμαϊκούς χρόνους, το 160/159 π.Χ., όταν ο Ευμένης Β'της Περγάμου χρηματοδότησε τις κατασκευαστικές και επισκευαστικές εργασίες που έγιναν στο μνημείο. 



















Το κοίλο του θεάτρου διαμορφώθηκε εν μέρει στο φυσικό έδαφος (στα βόρεια και δυτικά) και εν μέρει σε τεχνητή επίχωση (στα νότια και ανατολικά). Διαιρείται με το διάζωμα σε δύο ζώνες, από τις οποίες η ανώτερη έχει 8 σειρές εδωλίων και η κατώτερη 27. Οι δύο ζώνες χωρίζονται με ακτινωτές κλίμακες, σε 6 κερκίδες η επάνω και σε 7 η κάτω, συνολικής χωρητικότητας 5.000 θεατών. Η πεταλοειδής ορχήστρα πλαισιώνεται από αποχετευτικό αγωγό, ενώ το πλακόστρωτο δάπεδό της και το θωράκιο, προς την πλευρά του κοίλου, ανήκουν στους ρωμαϊκούς χρόνους. Στους τοίχους των παρόδων είναι εντοιχισμένες απελευθερωτικές επιγραφές, που το κείμενό τους, όμως, έχει χαθεί λόγω της φθοράς που έχει υποστεί η επιφάνεια των λιθοπλίνθων. Από τη σκηνή σώζονται μόνο τα θεμέλια. Φαίνεται ότι χωριζόταν σε δύο μέρη, το προσκήνιο και την κυρίως σκηνή. Τον 1ο αιώνα μ.Χ. η πρόσοψη του προσκηνίου διακοσμήθηκε με ζωφόρο, στην οποία απεικονίζονταν οι άθλοι του Ηρακλή.


















Στο θέατρο έχουν γίνει ανασκαφές και εργασίες συντήρησης, αλλά το μνημείο έχει υποστεί αρκετές φθορές και πολλά αρχιτεκτονικά μέλη του (εδώλια και λιθόπλινθοι παρόδων) βρίσκονται ακόμη διάσπαρτα σε ολόκληρο το χώρο. Επί πλέον, το κοίλο παρουσιάζει φαινόμενα καθιζήσεων, ενώ έντονο είναι και το φαινόμενο των επιφανειακών απολεπίσεων και ρηγματώσεων των λίθων, που οδηγούν σε απώλεια μεγαλύτερων τμημάτων του ασβεστολιθικού υλικού.
















ΙΕΡΑ ΟΔΟΣ

Το μονοπάτι που οδηγούσε από την είσοδο του τεμένους του Απόλλωνα μέχρι το βωμό των Χιωτών και τον επιβλητικό ναό, ονομαζόταν Ιερά οδός. Ήταν ο βασικός ιστός του τεμένους και είχε πομπικό-τελετουργικό χαρακτήρα, αφού διευκόλυνε την κίνηση των προσκυνητών και των επισκεπτών του χώρου. Οι θεοπρόποι, όπως λέγονταν όσοι έρχονταν στους Δελφούς για να ζητήσουν χρησμό, ακολουθούσαν την Ιερά οδό την 9η κάθε μήνα, για να πάρουν σειρά προτεραιότητας για τη «μαντεία» της Πυθίας, αφού προηγουμένως θυσίαζαν στο μεγάλο βωμό, που βρισκόταν στο ψηλότερο σημείο της οδού. Εξαίρεση αποτελούσαν οι πολίτες των πόλεων, αλλά και ορισμένοι επιφανείς ιδιώτες, που είχαν λάβει την «προμαντεία», δηλαδή το δικαίωμα παράκαμψης της σειράς προτεραιότητας για τη λήψη της μαντείας, όπως οι Κορίνθιοι, οι Ναξιώτες, οι Χιώτες, οι Θηβαίοι και ο Μακεδόνας βασιλιάς Φίλιππος Β'.

















Η πρώτη φάση της Ιεράς οδού τοποθετείται στα αρχαϊκά χρόνια. Το οδόστρωμα που βλέπουμε σήμερα χρονολογείται στη πρωτοβυζαντινή εποχή και εξυπηρετούσε τις ανάγκες του οικισμού που ιδρύθηκε τότε στη θέση του αρχαίου τεμένους. Στο οδόστρωμα αυτό είναι ενσωματωμένα αρχιτεκτονικά μέλη παλαιότερων κτισμάτων. Τον ίδιο δρόμο, που έχει κατάλληλα συντηρηθεί, ακολουθούν και σήμερα οι επισκέπτες του αρχαιολογικού χώρου. 


















Η Ιερά οδός ήταν ανηφορική και διέσχιζε το τέμενος οφιοειδώς, σε μήκος περίπου 200 μέτρων, φθάνοντας ως το κέντρο του, μπροστά από το μνημειώδη βωμό. Πλαισιωνόταν από αγάλματα, εξέδρες και Θησαυρούς, όπως λέγονταν τα κτίρια όπου τοποθετούνταν τα αφιερώματα των πόλεων. Τα μνημεία αυτά ήταν συνήθως αναμνηστικά κάποιου σημαντικού γεγονότος: μιας πολιτικής συμμαχίας, μιας σημαντικής νίκης στους αθλητικούς αγώνες των Δελφών, μιας νικηφόρας μάχης εναντίον ξένων ή Ελλήνων, όπως το ανάθημα των Αθηναίων για τη μάχη του Μαραθώνα. Υπήρχαν, όμως, και αρκετά που είχαν αφιερωθεί μόνο για να ευχαριστήσουν τον Απόλλωνα για το χρησμό ή για την εύνοιά του απέναντι σε όλη την πόλη, σε μία οικογένεια ή σ’ έναν επιφανή ιδιώτη. Στο πρώτο μέρος της οδού ήταν στημένα τα γλυπτά αναθήματα και στο δεύτερο, μεγαλύτερο, δέσποζαν κυρίως οι Θησαυροί των ελληνικών πόλεων-κρατών, ενώ στο τελευταίο τμήμα, μπροστά από το ναό και το βωμό, είχαν στηθεί σπουδαία αναθήματα πλούσιων ιδιωτών ή πόλεων-κρατών, καθώς και το μνημείο που πρόσφεραν όλοι οι Έλληνες μετά τη νίκη τους στις Πλαταιές.



















ΤΟ ΑΡΧΑΙΟ ΓΥΜΝΑΣΙΟ

Στην απότομη κατωφέρεια του εδάφους, που σχηματίζεται ανάμεσα στην Κασταλία κρήνη και στο ναό της Αθηνάς Προναίας, σώζονται τα ερείπια του γυμνασίου των Δελφών. Πρόκειται για ένα από τα πληρέστερα συγκροτήματα της αρχαιότητας, που περιλάμβανε το γυμνάσιο, την παλαίστρα και εγκαταστάσεις λουτρών. Η οικοδόμησή του ανάγεται στον 4ο αιώνα π.Χ., αλλά δέχθηκε διάφορες μετατροπές και επισκευές στη διάρκεια των αιώνων και η χρήση του συνεχίσθηκε μέχρι και τα ρωμαϊκά χρόνια, όταν προστέθηκαν τα θερμά λουτρά. Αρχικά χρησιμοποιήθηκε αποκλειστικά για την προπόνηση των αθλητών. Στο γυμνάσιο γινόταν η προπόνηση των ελαφρών αθλημάτων και στην παλαίστρα των βαρέων αθλημάτων, της πάλης, της πυγμής και του παγκρατίου. Αργότερα, στην ελληνιστική εποχή, μετατράπηκε σε χώρο για την πνευματική καλλιέργεια των πολιτών, όπου έδιναν διαλέξεις ρήτορες, σοφιστές, φιλόσοφοι και ποιητές. 

















Το γυμνάσιο ήταν κτισμένο σε δύο επίπεδα. Το ανώτερο άνδηρο περιλάμβανε τον ξυστό, μία στεγασμένη στοά πλάτους 7 μ. και μήκους 178,35 μ., δηλαδή όσο ένα πυθικό στάδιο. Εδώ ασκούνταν οι αθλητές στο τρέξιμο σε περίπτωση κακοκαιρίας και ονομαζόταν έτσι επειδή έπρεπε να ξύνεται για να ισοπεδώνεται. Πρόσφατες ανασκαφές ανέδειξαν τον ξυστό σε όλο του το μήκος. Αρχικά, στον 4ο αιώνα π.Χ., ήταν δωρικού ρυθμού, κτισμένος από πωρόλιθο, αργότερα, όμως, οι Ρωμαίοι αντικατέστησαν την κιονοστοιχία της πρόσοψης με μία ιωνική, φτιαγμένη από μάρμαρο. Παράλληλα προς τον ξυστό υπήρχε η παραδρομίδα, ένας ισοπεδωμένος υπαίθριος διάδρομος πλάτους 6 μ., για άσκηση στους αγώνες δρόμου.


















Στο κατώτερο άνδηρο βρισκόταν η παλαίστρα, που περιλάμβανε μία τετράγωνη κεντρική αυλή με στοές ολόγυρα, χωρισμένες σε δωμάτια. Οι επιγραφές μάς πληροφορούν για τη χρήση αυτών των δωματίων ως σφαιριστήριο, αποδυτήριο, κόνιμα, πιθανώς κι ένα ιερό του Ερμή ή του Ηρακλή. Στην αυλή γινόταν η εξάσκηση στην πάλη ή στην πυγμαχία. Δυτικά της παλαίστρας διατηρείται ακόμη και σήμερα κυκλική πισίνα, διαμέτρου 10 μ. και βάθους 1,80 μ., που αποτελεί βασικό στοιχείο του ελληνικού λουτρού. Πίσω της, μια σειρά από κρουνούς τροφοδοτούσαν, με νερό από την Κασταλία πηγή, 10 λίθινες λεκανίδες, που συγκοινωνούσαν μεταξύ τους και ήταν οι λουτήρες των αθλητών. Ακόμη πιο δυτικά κτίστηκε το 120 μ.Χ. βαλανείο ή ρωμαϊκές θέρμες, για ζεστά λουτρά.


















Λίγους αιώνες αργότερα την περιοχή του γυμνασίου κατέλαβε ένα βυζαντινό μοναστήρι. Το καθολικό του, που είχε οικοδομηθεί επάνω από την παλαίστρα, κατεδαφίστηκε το 1898, για να γίνουν οι ανασκαφές. Μάλιστα, σ’ έναν από τους κλασικούς κίονες, που είχε ξαναχρησιμοποιηθεί στο μοναστήρι, χάραξε το όνομά του ο λόρδος Βύρων, όταν επισκέφθηκε τους Δελφούς.
















ΚΑΣΤΑΛΙΑ ΚΡΗΝΗ

Η Κασταλία αποτελούσε την ιερή πηγή των Δελφών και το νερό της διαδραμάτιζε σημαντικό ρόλο στη λατρεία και στη λειτουργία του τεμένους και του μαντείου. Εκεί πλενόταν η Πυθία, οι ιερείς και το προσωπικό του ναού, ενώ με το νερό της καθάριζαν και το ναό του Απόλλωνα. Εκεί έπρεπε υποχρεωτικά να πλυθούν και οι θεοπρόποι (όσοι θα ζητούσαν χρησμό), για να εξαγνισθούν. Η Κασταλία πηγή βρίσκεται στη χαράδρα των Φαιδριάδων, στη ρίζα του βράχου που σήμερα ονομάζεται Φλεμπούκος και στην αρχαιότητα λεγόταν Υάμπεια. Από εκεί το ρέμα ξεχύνεται στην κοιλάδα του Πλειστού σαν χείμαρρος, το σημερινό Αρκουδόρεμα, όπου, σύμφωνα με το μύθο, ήταν η φωλιά του Πύθωνα. Το νερό της Κασταλίας πηγής έφθανε μέσω ενός αγωγού στην ομώνυμη κρήνη, που βρίσκεται ανάμεσα στο τέμενος του Απόλλωνα και στο αρχαίο γυμνάσιο των Δελφών. 



Η πρώτη κρήνη διαμορφώθηκε γύρω στο 600-590 π.Χ., κοντά στον αρχαίο δρόμο και είναι αυτή που βλέπουμε σήμερα δίπλα στο σύγχρονο δημόσιο δρόμο. Η Κάτω Κασταλία, όπως ονομάζεται, είναι ένα ορθογώνιο κτίσμα διαστάσεων 8,20Χ6,64 μ., που περιλαμβάνει μία ορθογώνια κτιστή λεκάνη, με σύστημα αγωγών και κρουνών. Μπροστά της απλώνεται πλακόστρωτη αυλή με λίθινους πάγκους, στην οποία οδηγούσε μία σκάλα με 3-4 σκαλοπάτια. Το νερό έφθανε από την πηγή με αγωγό, που είχε λαξευτεί κάτω από την επιφάνεια του εδάφους με ιδιαίτερη επιμέλεια. Στους επόμενους αιώνες, μέχρι τα ρωμαϊκά χρόνια, η κρήνη αναμορφώθηκε και επισκευάσθηκε αρκετές φορές, ανάλογα με τις εκάστοτε ανάγκες. Η νεότερη μορφή της, η Κασταλία του βράχου, χρονολογείται στον 1ο αιώνα π.Χ. και είναι αυτή που είδε και περιέγραψε ο περιηγητής Παυσανίας. Βρίσκεται περίπου 50 μ. ψηλότερα από την αρχαϊκή και πιο κοντά στην πηγή. Για την κατασκευή της χρειάσθηκε να λειανθεί ο βράχος σε πλάτος περισσότερο από 11 μ. και ύψος 12,50 μ. Εκεί δημιουργήθηκαν κόγχες, όπου τοποθετούνταν αναθήματα των πιστών για τη νύμφη Κασταλία. 


Η μεγαλύτερη από αυτές, στα δεξιά, μετατράπηκε σε εκκλησάκι του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου στα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Κάτω από τις κόγχες λαξεύτηκε στο βράχο μία στενόμακρη λεκάνη μήκους 10 μ. και πλάτους 0,50 μ., στην οποία έφθανε το νερό της πηγής με κλειστό αγωγό. Η λεκάνη ήταν σκεπαστή και η μία άκρη της άνοιγε, για να μπορεί να καθαρίζεται. Στην πρόσοψη της κρήνης υπήρχαν 7 χάλκινοι κρουνοί, που χωρίζονταν με 7 πεσσούς σκαλισμένους στο βράχο. Μπροστά από την κρήνη υπήρχε πλακόστρωτη αυλή, στην οποία κατέβαινε κανείς με 8 σκαλοπάτια, και στις τρεις πλευρές της υπήρχαν λίθινοι πάγκοι. Η νεότερη κρήνη ανασκάφηκε το 1878 από τους Σ. Δραγάτση και Ε. Καστόρχη, ενώ η αρχαϊκή το 1960 από τον Α. Ορλάνδο. Και στα δύο μνημεία έχουν γίνει κατά καιρούς εργασίες συντήρησης και αναστήλωσης.
















ΤΟ ΑΡΧΑΙΟ ΣΤΑΔΙΟ

Το αρχαίο στάδιο των Δελφών είναι από τα καλύτερα διατηρημένα μνημεία του είδους. Βρίσκεται ΒΔ του θεάτρου, στο ψηλότερο σημείο πάνω από το ιερό του Απόλλωνα και την πόλη των Δελφών. Όπως και στην αρχαιότητα, στην είσοδό του οδηγεί και σήμερα ένα ανηφορικό μονοπάτι, που ξεκινά από την αριστερή πάροδο του θεάτρου. Το στάδιο είναι στενά δεμένο με την ιστορία των πανελλήνιων Πυθικών αγώνων, αφού εδώ διεξάγονταν τα αθλητικά αγωνίσματα. Η αρχική διαμόρφωσή του χρονολογείται στον 5ο αιώνα π.Χ., όπως μαρτυρεί η επιγραφή που βρέθηκε εντοιχισμένη στο νότιο αναλημματικό τοίχο του. Στην πρώιμη μορφή του φανταζόμαστε τους θεατές καθισμένους στο έδαφος ή σε ξύλινα ικρία. Μνημειώδη λίθινα εδώλια απέκτησε μόλις το 2ο αιώνα μ.Χ., χάρη σε δωρεά του Ηρώδη Αττικού, πλούσιου Αθηναίου σοφιστή, που παρήγγειλε για την κατασκευή τους ασβεστόλιθο Παρνασσού (όχι λευκό μάρμαρο, όπως αναφέρει ο Παυσανίας). Τότε διαμορφώθηκε και η μνημειώδης τοξωτή θριαμβική είσοδος, η μοναδική σε αρχαίο στάδιο στην Ελλάδα.



















Το στάδιο είναι κατασκευασμένο στη φυσική πλαγιά. Η βόρεια πλευρά του είναι φυσικά διαμορφωμένη, ενώ η νότια σχηματιζόταν με τεχνητή επίχωση, την οποία συγκρατούσε αναλημματικός τοίχος. Η είσοδός του βρίσκεται στην ανατολική πλευρά και σχηματίζεται με τριπλό τόξο στηριγμένο σε 4 πεσσούς, από τους οποίους οι δύο κεντρικοί είχαν κόγχες για την τοποθέτηση αγαλμάτων. Κάτω από τα θριαμβικά αυτά τόξα περνούσαν υπό πανηγυρικές επευφημίες οι κριτές των αγώνων και οι αθλητές, καθώς έμπαιναν στο στάδιο. Πίσω από την είσοδο, πάνω στο βράχο, έχει λαξευτεί εξέδρα με 5 σκαλοπάτια, που ανήκει σε παλαιότερη διαμόρφωση του σταδίου, ενώ διακρίνονται και τα ερείπια μίας κρήνης. Το μήκος του στίβου ισοδυναμεί με ένα ρωμαϊκό στάδιο, δηλαδή 177,55 μ., ενώ το πλάτος του είναι 25,50 μ. Τις άκρες του στίβου διασχίζουν η γραμμή εκκίνησης («άφεση») και το τέρμα, που αποτελούνται από πλάκες με βαθύνσεις, κατάλληλες για την τοποθέτηση των ποδιών των αθλητών και για την ένθεση ξύλινων πασσάλων μεταξύ των συμμετεχόντων στα αγωνίσματα δρόμου. 

Το στάδιο έχει σχήμα φουρκέτας: δύο παράλληλες ζώνες εδράνων, χωρισμένες σε κερκίδες, συναντώνται σε ημικύκλιο («σφενδόνη»), στο δυτικό άκρο. Τα έδρανα στηρίζονται πάνω σε πόδιο ύψους 1,30 μ. Τα εδώλια της βόρειας πλευράς διακόπτει ένας πάγκος με ερεισίνωτο, όπου κάθονταν οι κριτές. Τα έδρανα αυτής της πλευράς, προς το πρανές, εκτείνονται σε 12 σειρές, ενώ της νότιας πλευράς μόνο σε 6 σειρές, λόγω της μεγάλης κλίσης του εδάφους. Τα έδρανα διέκοπταν κατά διαστήματα σκάλες, που διευκόλυναν την κυκλοφορία των θεατών. Υπολογίζεται ότι σε αυτή τη μορφή του το στάδιο είχε χωρητικότητα 5.000 θεατών. Στο μνημείο έχουν γίνει έργα συντήρησης και αναστήλωσης, ωστόσο, μεγάλο τμήμα του νότιου αναλημματικού τοίχου έχει καταρρεύσει και χρειάζεται αναστήλωση, εφόσον τα δομικά του μέλη σώζονται κατά χώρα.
















ΘΟΛΟΣ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ ΠΡΟΝΑΙΑΣ

Η Θόλος είναι, ίσως, το πιο χαρακτηριστικό μνημείο των Δελφών, που δεσπόζει στο τέμενος της Αθηνάς Προναίας ανάμεσα στο νεότερο ναό της Αθηνάς και στο Θησαυρό των Μασσαλιωτών. Πρόκειται για αριστούργημα της κλασικής αρχιτεκτονικής, του οποίου, όμως, αγνοούμε τη χρήση. Έχει συσχετιστεί με χθόνια λατρεία, αλλά ο περιηγητής Παυσανίας, που είδε τα ερείπιά του το 2ο αιώνα μ.Χ., δεν το μνημονεύει ως ναό. Το εντυπωσιακό κυκλικό κτίριο χρονολογείται στο 380 π.Χ. Όπως μαθαίνουμε από το Βιτρούβιο, υπεύθυνος αρχιτέκτονας για την κατασκευή της Θόλου ήταν ο Θεόδωρος από τη Φώκαια ή τη Φωκίδα, που, μάλιστα, είχε γράψει και βιβλίο για τον τρόπο οικοδόμησής της. 


















Η Θόλος συνθέτει σχεδόν όλους τους ρυθμούς του κλασικού αρχιτεκτονικού σχεδιασμού. Οι 20 κίονες του εξωτερικού περιστυλίου είναι δωρικοί και επιστέφονται από ζωφόρο με ανάγλυφες μετόπες που κοσμούνταν με παραστάσεις από την Αμαζονομαχία και την Κενταυρομαχία. Ο κυκλικός σηκός με συμπαγείς τοίχους επίσης επιστέφεται από δωρική ζωφόρο με τρίγλυφα και ανάγλυφες μετόπες μικρότερου μεγέθους, ενώ στο εσωτερικό του στέκονταν 10 ημικίονες κορινθιακού ρυθμού. Όλο το κτίριο στηρίζεται σε κρηπίδωμα με 3 χαμηλές βαθμίδες. Για την ανωδομή του μνημείου χρησιμοποιήθηκε συνδυασμός υλικών, που είχε ως αποτέλεσμα την πολυχρωμία: παριανό και πεντελικό μάρμαρο, καθώς και σκούρος γαλάζιος ελευσίνιος ασβεστόλιθος για τον τονισμό δομικών λεπτομερειών, στον τοιχοβάτη και στο δάπεδο. Η οροφή ήταν επίσης μαρμάρινη και από τη διακόσμησή της έχουν σωθεί ορισμένα ρομβοειδή φατνώματα. 




















Προβληματική είναι αποκατάσταση της στέγης, ιδίως μετά την αποκάλυψη δύο σειρών από σίμες. Η πιο πρόσφατη θεωρία αποκαθιστά κωνική στέγη, σε σχήμα κινέζικου καπέλου. Η στέγη ήταν και αυτή κοσμημένη με ακρωτήρια σε μορφή γυναικών, σε στάση σχεδόν χορευτική. Τα ανάγλυφα, όμως, απολαξεύτηκαν από τους Χριστιανούς στα μεταγενέστερα χρόνια. Η Θόλος αναστηλώθηκε μερικώς το 1938, ενώ αρχιτεκτονικά μέλη και, κυρίως, τα σωζόμενα τμήματα από το γλυπτό διάκοσμό της έχουν συντηρηθεί και εκτίθενται σήμερα στο Αρχαιολογικό Μουσείο Δελφών.












ΑΝΑΘΗΜΑ ΔΑΟΧΟΥ

Το ανάθημα του Δαόχου ήταν από τα πιο πλούσια και εντυπωσιακά αφιερώματα ιδιωτών στο τέμενος των Δελφών. Βρισκόταν στην περιοχή ΒΑ του ναού του Απόλλωνα, πάνω σε στενόμακρο λίθινο βάθρο, εκεί όπου είχαν τοποθετηθεί και άλλα αναθήματα, των Αιτωλών, των Φωκέων και των Δεινομενιδών. Αναθέτης του μνημείου ήταν ο Δάοχος Β', από τα Φάρσαλα, τετράρχης της Θεσσαλίας και ιερομνήμων, δηλαδή αντιπρόσωπος της πατρίδας του στη Δελφική Αμφικτιονία, από το 339 ως το 334 π.Χ. Φαίνεται, ότι με αφορμή αυτή τη σχέση του με το τέμενος, ο Δάοχος θέλησε να τιμήσει την οικογένειά του, μέλη της οποίας ήταν λαμπροί αθλητές που είχαν κερδίσει και στους αγώνες των Δελφών. Το μνημείο πρέπει να αφιερώθηκε γύρω στο 337 π.Χ., δηλαδή σε μία περίοδο κατά την οποία συνεχώς αυξανόταν η επιρροή του Φιλίππου Β', βασιλιά της Μακεδονίας, στη Δελφική Αμφικτιονία, αλλά και στη Θεσσαλία, πατρίδα του Δαόχου. Μάλιστα, ο Δάοχος είχε προσωπικούς δεσμούς με το Μακεδόνα βασιλιά. Το έργο αποδίδεται στον περίφημο γλύπτη Λύσιππο ή στη σχολή του.

















Πρόκειται για γλυπτό σύνταγμα, που αποτελείται από ένα μεγάλο βάθρο, πάνω στο οποίο στέκονταν στη σειρά 9 μαρμάρινα αγάλματα. Η ταύτιση του μνημείου μπορεί να γίνει με βεβαιότητα χάρη στις επιγραφές που συνοδεύουν τις μορφές και αναφέρουν τα ονόματα και τα σημαντικά κατορθώματα της κάθε μιας. Στο δεξιό άκρο υπήρχε το άγαλμα του θεού Απόλλωνα, καθισμένου πάνω σε ομφαλό, και αριστερά του 6 αγάλματα προγόνων του Δαόχου: πρώτος στη σειρά ο γενάρχης Ακνόνιος, που παρουσιάζει την οικογένεια στο θεό, και στη συνέχεια οι γιοι του, ο Αγίας, σπουδαίος αθλητής του παγκρατίου, που είχε νικήσει πολλές φορές σε πανελλήνιους αγώνες, ο παλαιστής Τηλέμαχος και ο δρομέας Αγέλαος. Σύμφωνα με την επιγραφή και τα τρία αδέλφια κατόρθωσαν να νικήσουν ο καθένας στο άθλημά του στους Πυθικούς αγώνες της ίδιας χρονιάς. Ακολουθεί ο Δάοχος Α', που ήταν γιος του Αγία, και ο γιος του, Σίσυφος Α', ο πατέρας του αναθέτη, που σύμφωνα με την επιγραφή είχε διακριθεί για τη στρατιωτική του δράση. Ακολουθεί το άγαλμα του ίδιου του Δαόχου Β'και αυτό του γιου του, Σίσυφου Β'. Το μνημείο διατηρείται ακέραιο στο μεγαλύτερο μέρος του. Τα σωζόμενα αγάλματα εκτίθενται σήμερα στο Αρχαιολογικό Μουσείο Δελφών, πάνω στην κοινή τους βάση, που μεταφέρθηκε από το χώρο όπου ήταν τοποθετημένο το σύνταγμα στην αρχαιότητα.
















ΛΕΣΧΗ ΚΝΙΔΙΩΝ

Ένα από τα σημαντικά μνημεία του αρχαιολογικού χώρου των Δελφών, όχι τόσο για την αρχιτεκτονική κατασκευή, όσο για τον πλούσιο ζωγραφικό διάκοσμο αποτελούσε η λέσχη των Κνιδίων. Ήταν ένα οικοδόμημα που αφιέρωσε ο δήμος των Κνιδίων στον Απόλλωνα. Η Κνίδος ήταν μια από τις σημαντικές πόλεις των μικρασιατικών παράλιων με σημαντική ιστορία (αποικίες στη Σικελία και τη Ναύκρατη της Αιγύπτου) και ανέπτυξε σπουδαίο πολιτισμό. Βρισκόταν στα νότια παράλια της Μ. Ασίας, στη χερσόνησο απέναντι από τα νησιά Κως και Νίσυρος, και διέθετε σημαντική ιατρική σχολή. Οι Κνίδιοι είχαν ιδιαίτερες σχέσεις με το τέμενος του Απόλλωνα στους Δελφούς. Στη διάρκεια των Περσικών πολέμων, η Κνίδος ήταν μια από τις μικρασιατικές πόλεις που δέχτηκαν την επίθεση των Περσών. Οι Κνίδιοι προσπάθησαν να αμυνθούν, δημιουργώντας μια τάφρο και απομονώνοντας τη χερσόνησο από την ενδοχώρα. Ωστόσο, κατά την κατασκευή της τάφρου πολλοί Κνίδιοι τραυματίστηκαν και αποφάσισαν να στείλουν απεσταλμένους στο Μαντείο των Δελφών για να ζητήσουν τη συμβουλή του Απόλλωνα. Η απάντηση του Απόλλωνα ήταν αρνητική, καθώς τους έλεγε ότι ο Δίας δεν ενέκρινε το έργο της τάφρου και για το λόγο αυτό σταμάτησαν τις εργασίες και εναπόθεσαν όλες τους τις ελπίδες στη βοήθεια του Απόλλωνα. Όταν αργότερα οι Κνίδιοι βοήθησαν τον Κίμωνα στη μεγάλη νίκη κατά των Περσών στον Ευρυμέδοντα ποταμό (468 π.Χ.), ο Απόλλωνας είχε εκπληρώσει την υπόσχεσή του.
















Η λέσχη αφιερώθηκε στο τέμενος μέσα στο πρώτο μισό του 5ου αιώνα, λίγα χρόνια μετά τους Περσικούς πολέμους. Τα ερείπια της λέσχης, ορθογώνιου κτιρίου με πρόσοψη 19 περίπου μ. και πλάτος 9,5 μ., εντοπίστηκαν σε επαφή σχεδόν με τον περίβολο που ορίζει το χώρο του τεμένους του Απόλλωνα, στη ΒΑ άκρη του. Η λέσχη χρησιμοποιείτο για συναθροίσεις, συζητήσεις και ξεκούραση, αλλά πιθανόν και για άθληση, επειδή ο κεντρικός χώρος ανάμεσα στις κιονοστοιχίες ήταν αστέγαστος. Πρόκειται για ένα ορθογώνιο κτίριο με δύο σειρές 4 κιόνων στο εσωτερικό του που, μάλλον, ήταν ξύλινοι με λίθινες βάσεις. Για τη στήριξη του κτιρίου, λόγω του κατηφορικού εδάφους, κατασκευάστηκε αναλημματικός τοίχος στον οποίο σώζεται η αναθηματική επιγραφή «ΚΝΙΔΙΩΝ Ο ΔΑΜΟΣ ΤΟ ΑΝΑΛΑΜΜΑ ΑΠΟΛΛΩΝΙ» και τιμητικές επιγραφές για Κνιδίους. Η πλαγιά στην οποία είχε χτιστεί το κτίριο της λέσχης διαμορφώθηκε αργότερα σε έναν ισόπεδο χώρο μπροστά της. Η κατασκευή αυτή, αφιέρωμα κι η ίδια των Κνιδίων, εξομάλυνε την πλαγιά και διευκόλυνε την πρόσβαση προς αυτή.
















Η λέσχη ήταν περίφημη για τον πλούσιο ζωγραφικό της διάκοσμο που σύμφωνα με τον Παυσανία (Χ,25,1-31,12) φιλοτέχνησε ένας από τους πιο σημαντικούς ζωγράφους της αρχαιότητας, ο περίφημος Θάσιος ζωγράφος Πολύγνωτος, γύρω στο 475-460 π.Χ. Οι ζωγραφικές συνθέσεις ήταν πολυπρόσωπες και αφηγούνταν διάφορα επεισόδια γύρω από δύο θεματικούς άξονες, την κάθοδο του Οδυσσέα στον Άδη (Νέκυια) και την Άλωση της Τροίας (Ιλίου Πέρσιν). Ο περιηγητής Παυσανίας, τον 2ο αιώνα μ.Χ., δηλαδή 600 χρόνια μετά, τις θαύμασε και μας τις περιγράφει με πολλές λεπτομέρειες στο έργο του.

Πηγές


1) Υπουργείο Πολιτισμού, Δελφοί, Ιστορικό
2) Arxaiologia.gr Άρθρο της Μαρίας Πεντάζου
3) Arxaiologia.gr Άρθρο της Κατερίνας Τυπάλδου-Φακίρη
4) Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού, Δελφοί

Παραπομπές
[1] Ιλιάδα Ραψωδία Β στίχοι 517-520: «Αὐτὰρ Φωκήων Σχεδίος καὶ Ἐπίστροφος ἦρχον υἷες Ἰφίτου μεγαθύμου Ναυβολίδαο, οἳ Κυπάρισσον ἔχον Πυθῶνά τε πετρήεσσαν Κρῖσάν τε ζαθέην καὶ Δαυλίδα καὶ Πανοπῆα, οἵ τα’ Ἀνεμώρειαν καὶ Ὑάμπολιν ἀμφενέμοντο, οἵ τα’ ἄρα πὰρ ποταμὸν Κηφισὸν δῖον ἔναιον, οἵ τε Λίλαιαν ἔχον πηγῇς ἔπι Κηφισοῖο».


[2] Ηρόδοτος 8.39: «τούτους δὲ τοὺς δύο Δελφοὶ λέγουσι εἶναι ἐπιχωρίους ἥρωας, Φύλακόν τε καὶ Αὐτόνοον, τῶν τὰ τεμένεα ἐστὶ περὶ τὸ ἱρόν, Φυλάκου μὲν παρ’ αὐτὴν τὴν ὁδὸν κατύπερθε τοῦ ἱροῦ τῆς Προναίης, Αὐτονόου δὲ πέλας τῆς Κασταλίης ὑπὸ τῇ Ὑαμπείῃ κορυφῇ. οἱ δὲ πεσόντες ἀπὸ τοῦ Παρνησοῦ λίθοι ἔτι καὶ ἐς ἡμέας ἦσαν σόοι, ἐν τῷ τεμένεϊ τῆς Προναίης Ἀθηναίης κείμενοι, ἐς τὸ ἐνέσκηψαν διὰ τῶν βαρβάρων φερόμενοι. τούτων μέν νυν τῶν ἀνδρῶν αὕτη ἀπὸ τοῦ ἱροῦ ἀπαλλαγὴ γίνεται».


πηγή: history-pages.blogspot.gr

Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΪΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΙΕΡΕΩΝ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ

$
0
0


Α. ΠΩΣ ΣΥΝΔΕΟΤΑΝ Η ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΒΟΥΛΗΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΘΡΗΣΚΕΙΑ 

Όποιος δεν γνωρίζει σε βάθος τη φιλοσοφία της αρχαίας ελληνικής θρησκείας δε θα κατανοήσει τι σήμαινε για τους αρχαίους ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ και ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΒΟΥΛΗΣΗ, έννοιες για τις οποίες είχε άγνοια όλος ο αρχαίος κόσμος εκτός από τις ελληνικές πόλεις, μας αναφέρει ο Καστοριάδης. Κατ΄ αρχήν ο όρος "θρησκεία"για την ελληνική περίπτωση είναι καταχρηστικός. Η αρχαία αθηναϊκή δημοκρατία, καθώς και άλλες ελληνικές πόλεις με παρόμοια δημοκρατική οργάνωση, ήταν η πιο ελεύθερη ανθρώπινη κοινωνία στην ιστορία της ανθρωπότητας. Μπορεί να φαίνεται υπερβολική η άποψη αυτή, αλλά είναι πέρα για πέρα αληθινή και τεκμηριώνεται. Η αρχαία ελληνική θρησκεία δεν είχε δόγμα και αυτό ήταν βασικό θεμέλιο για μια ελεύθερη πνευματικά κοινωνία. Στην αρχαία Αθήνα όλοι οι πολίτες ήξεραν την ιστορία των μύθων, τα τυπικά της λειτουργίας της πολιτικής θρησκείας (γιατί περί αυτού πρόκειται, για ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΘΡΗΣΚΕΙΑ) και τις τελετές στις οποίες συμμετείχαν όλοι όταν διεξάγονταν. Όλα τα τυπικά της αρχαίας θρησκείας είχαν πρώτιστα πολιτικό θεσμικό  περιεχόμενο και δευτερευόντως θρησκευτικό, μας γράφει και ο Χρήστος Γιανναράς. 



Το ζήτημα ήταν με ποιο τρόπο θα γνώριζε κανείς την αλήθεια. Ήταν επικίνδυνο για την αυτονομία του νου  να αποκαλυφθεί δημοσίως μια αφήγηση για τις αλήθειες μιας θρησκείας, γιατί θα καταλυόταν η ατομική πνευματική ελευθερία, η δυνατότητα δηλαδή του πολίτη να ασκήσει τη φιλοσοφία. Ο δρόμος για την αλήθεια ήταν αποκλειστική αρμοδιότητα και ευθύνη του ίδιου του πολίτη.  Έπρεπε κάθε πολίτης να ανακαλύψει μόνος του, μέσα του, την αλήθεια για τον τρόπο που υπάρχει ο κόσμος, οι θεοί και η ψυχή. Δεν επιτρεπόταν η  δημόσια "αποκωδικοποίηση"των μύθων. Δηλαδή, δεν έπρεπε ο σοφός, ο φιλόσοφος, που γνώριζε την ΑΛΗΘΕΙΑ, να αποκαλύψει δημοσίως τι σήμαιναν οι μύθοι για τους θεούς και το σύμπαν. Απαγορευόταν η "κατήχηση"και η "ρητορική προπαγάνδα"από το ιερατείο που θα του επέβαλε μια θρησκευτική ορθοδοξία ακυρώνοντας κάθε προσπάθεια του πολίτη να ασκήσει μόνος του το φιλοσοφείν. Για να μάθει την "αλήθεια"ο ΠΟΛΙΤΗΣ έπρεπε, μέσω της φιλοσοφίας και της αρετής συνάμα, να  ενεργοποιήσει μέσα του τους ΟΥΣΙΩΔΕΙΣ ΛΟΓΟΥΣ, μας λέει ο Πρόκλος. Η αλήθεια βρίσκεται μέσα μας και, λόγω της ενσάρκωσης της ψυχής, έχει λησμονηθεί. Η ψυχή κατέχει την αλήθεια χωρίς να συνειδητοποιεί ότι την ξέρει. Η ψυχή βρίσκεται σε λήθη. Έτσι, μέσω του φιλοσοφικού φαντασιακού, ο ανθρώπινος νους καλλιεργεί τη βάση ώστε να ρέουν μέσα του οι ιδέες του κόσμου των Ιδεών (Πλάτων) . Ας θυμηθούμε φιλοσόφους που τόλμησαν να αποκαλύψουν κοσμικές, πολιτικές και θρησκευτικές πλευρές για την αλήθεια των μύθων, όπως ο Σωκράτης. Διώχθηκαν. Πάντοτε εφευρισκόταν τρόπος να διαφυλαχθεί η δημόσια αρετή, η ελευθερία του νου και η δημοκρατία (ΑΜΕΣΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ). Η δίωξη όσων αποκάλυπταν δημοσίως αλήθειες που απέκρυπταν οι μύθοι γινόταν, λοιπόν, ακριβώς για αυτόν τον λόγο. Προκειμένου να διατηρηθεί η δημόσια μυστικότητα για τον θεμελιακό ρόλο που έπαιζε η μυθολογική διάσταση της αρχαιοελληνικής θρησκείας και παράλληλα, η ΑΤΟΜΙΚΗ κια ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ και ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ της πόλεως. 

Β. Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΙΕΡΕΩΝ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ

Του  Μιχάλη Α. Τιβέριου, καθηγητή Κλασικής Αρχαιολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

Για τους αρχαίους προγόνους μας κάθε ελεύθερος πολίτης είχε το δικαίωμα να ασκήσει το λειτούργημα της ιεροσύνης. Οι ιερείς δεν σχημάτισαν ποτέ οργανωμένη ομάδα, δεν είχαν ιεραρχία, δεν έφεραν κανένα εξωτερικό γνώρισμα στις καθημερινές τους εμφανίσεις και η επιλογή τους δεν συνοδευόταν από κάποιο είδος χειροτονίας ή μύησης, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων. Τη θυσία, την κύρια λατρευτική πράξη των αρχαίων, με την οποία πίστευαν ότι γίνονταν φιλοξενούμενοι και ομοτράπεζοι των θεών τους, μπορούσε να την κάνει οποιοσδήποτε. Ο αρχηγός κάθε οικογένειας ήταν συγχρόνως και ιερέας της. Ο θεός δεχόταν τους πάντες αρκεί αυτοί να σέβονταν τους νόμους, γραπτούς ή άγραφους. Τη σχετική τελετουργία της θυσίας, δρώμενα και λεγόμενα, την ήξεραν όλοι, έχοντας συμμετάσχει από μικρά παιδιά σε πολλές τέτοιες λατρευτικές εκδηλώσεις. Ωστόσο στις μεγάλες επίσημες κρατικές γιορτές ήταν απαραίτητο κάποιος να έχει την ευθύνη της οργάνωσης της όλης τελετουργίας και ήταν αυτός που εκφωνούσε επίσης τη σχετική προσευχή και έκανε την απαραίτητη σπονδή. Στην Αθήνα υπεύθυνος για τις περισσότερες κρατικές γιορτές ήταν ένας ανώτατος αξιωματούχος, ο «άρχων βασιλεύς», που εκλεγόταν για ένα χρόνο, και ήταν αυτός που διοικούσε «τας πατρίους θυσίας... πάσας».
Αλλά και για την εξασφάλιση της περιουσίας των θεών, που ήταν τα ίδια τα ιερά τους, από τυχόν καταπατήσεις και γενικά για τη μέριμνα να γίνονται εδώ όλα σύμφωνα με τη θεϊκή θέληση, η παρουσία ιερέων σε κάθε ιερό ήταν απαραίτητη. Για την ηλικία και το φύλο τους, τη διάρκεια άσκησης των καθηκόντων τους, για το αν ήταν παντρεμένοι ή όχι, για το επίπεδο των γνώσεών τους κ.ά. δεν υπήρχαν κανόνες που να ισχύουν σε όλο τον αρχαίο ελληνικό κόσμο. Διέφεραν από πόλη σε πόλη και από λατρεία σε λατρεία. Συνήθως οι ιερείς (ή ιέρειες) εκλέγονταν ή κληρώνονταν για ένα χρόνο ­ δεν έλειπαν ωστόσο και ισόβια ιερατικά αξιώματα ­ και περιορίζονταν αυστηρά στο ιερό στο οποίο είχαν οριστεί. Φυσικά το ίδιο πρόσωπο μπορούσε να οριστεί ιερέας σε περισσότερα ιερά. Για τον ορισμό ιερέων κατέφευγαν συχνά στη διαδικασία της κλήρωσης, επειδή μ'αυτήν η θεϊκή βούληση εκφραζόταν πιο άμεσα και συγχρόνως απέφευγαν και τα... μαγειρέματα, σύνηθες φαινόμενο κάθε φορά που η προς πλήρωση θέση έχει πολύ... ψωμί. Τους ιερείς βοηθούσαν στα καθήκοντά τους «νεωκόροι», οι φύλακες δηλαδή του ιερού και υπεύθυνοι για την καθαριότητα, «ιεροποιοί», που φρόντιζαν κυρίως για το πρακτικό μέρος των θυσιών, και «επιμεληταί και ιεροταμίαι», που ήταν επιτροπές πολιτών διορισμένες από την πολιτεία για να επιβλέπουν τα οικονομικά των ιερών.
Υπήρχαν όμως και ορισμένα ιερατικά αξιώματα που ήταν κληρονομικά. Σε παλιότερες εποχές, όταν κυριαρχούσε ο θεσμός της βασιλείας, ο βασιλιάς ήταν αυτός που ασκούσε τόσο την πολιτική όσο και τη θρησκευτική εξουσία. Αργότερα όμως, όταν οι βασιλείς έχασαν τη δύναμή τους, σε κάποιες περιπτώσεις και μετά από... σκληρές διαπραγματεύσεις, κράτησαν το μάλλον τιμητικό δικαίωμα να ασκούν αποκλειστικά αυτοί και οι απόγονοί τους τη λατρεία μιας σημαντικής θεότητας. Υπήρχαν όμως και άλλοι λόγοι που έκαναν τη θητεία ενός ιερέα κληρονομική.
Με το πέρασμα του χρόνου και κυρίως μετά την εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου, όταν οι θρησκευτικές εκδηλώσεις γίνονταν όλο και πιο πομπώδεις, ενώ αντίθετα η πίστη προς το θείο καθημερινά ατονούσε, η πολιτεία έβγαζε μερικές φορές τα ιερατικά αξιώματα σε πλειοδοτικούς διαγωνισμούς! Τα έδινε σ'αυτούς που πρόσφεραν τα περισσότερα χρήματα. Με τέτοιες διαδικασίες όμως μπορεί το κράτος να εξασφάλιζε πρόσθετους οικονομικούς πόρους αλλά στην πραγματικότητα βεβήλωνε τη θρησκεία και τραυμάτιζε καίρια το θρησκευτικό συναίσθημα. Από μια τέτοια θρησκεία δεν είχαν πλέον τίποτε να περιμένουν οι άνθρωποι.
Οι ιερείς, εκτός από τον σεβασμό που απολάμβαναν από την πολιτεία και τους πιστούς, είχαν και τιμητικές και κυρίως υλικές απολαβές, που το μέγεθός τους εξαρτιόταν από τη σπουδαιότητα του ιερού στο οποίο υπηρετούσαν. Οπως και σήμερα, έτσι και κατά την αρχαιότητα έπαιρναν ένα σημαντικό μέρος από τις προσφορές των πιστών, όπως π.χ. τμήματα των θυσιαζόμενων ζώων και μερικές φορές και τα δέρματά τους, άρτους, καρπούς, λάδι, κρασί. Δεν λείπουν ωστόσο και περιπτώσεις όπου ένας ιερέας, προερχόμενος βέβαια από εύπορη οικογένεια, έδινε περισσότερα στο ιερό από όσα έπαιρνε από αυτό.
Ιερατικό αξίωμα μπορούσε να διεκδικήσει οποιοσδήποτε πολίτης αρκεί να ήταν αρτιμελής, νομοταγής και να διακρινόταν από αγνότητα ψυχής. Μας έχει σωθεί ο κανονισμός της λατρείας της Αθηνάς Νίκης πάνω στην Ακρόπολη, από τον οποίο μαθαίνουμε ότι η ιέρεια εκλεγόταν από την Εκκλησία του Δήμου, από το ανώτατο δηλαδή πολιτικό όργανο της αθηναϊκής Δημοκρατίας, ανάμεσα από όλες τις αθηναίες δέσποινες. Ορισμένα ωστόσο ιερά ζητούσαν αυξημένα προσόντα από τους ιερείς τους. Ετσι, π.χ., οι ιερείς του Ασκληπιού έπρεπε να είναι καλοί ιατροί, ενώ αυτοί του μαντείου των Δελφών έπρεπε να έχουν υψηλή μόρφωση και να είναι άριστοι γνώστες όσων συνέβαιναν στον τότε γνωστό κόσμο. Κατά τη διάρκεια της θητείας τους οι ιερείς και οι ιέρειες έπρεπε να διατηρούν μακριά κόμη, να αποφεύγουν οποιαδήποτε επαφή με νεκρό ή λεχώνα και να απέχουν από σεξουαλικές δραστηριότητες. Στις ιεροτελεστίες έφεραν στην κεφαλή τους ταινία και στεφάνι, φορούσαν πολυτελή ενδύματα με ειδική ζώνη στη μέση και κρατούσαν ράβδο. Ακόμη, μερικές λατρείες απαιτούσαν οι ιέρειές τους να ήταν παρθένες, ενώ άλλες ζητούσαν από τους ιερείς να απέχουν, κατά τη διάρκεια της γιορτής, από κάποια φαγητά. Σπάνιες είναι εκείνες που ήθελαν τις ιέρειες (ή τους ιερείς) να παραμένουν για όλη τους τη ζωή ανύπαντροι. Οπωσδήποτε στην αρχαία Ελλάδα δεν υπήρχαν επαγγελματίες ιερείς και την ιερατεία δεν την ασκούσαν ως επάγγελμα αλλά ως τιμητική υπηρεσία που έδινε στον κάτοχό της πρόσθετο κύρος.
Οπωσδήποτε η αρχαία ελληνική θρησκεία δεν βασιζόταν σε υψηλά, θεολογικά δόγματα. Δεν είχε ιερές γραφές αλλά μερικούς ύμνους και κάποιες τυποποιημένες προσευχές. Πάντα υπήρχε η τάση υποταγής της θρησκείας στην πολιτεία. Η Εκκλησία του Δήμου, το ανώτατο πολιτικό όργανο της αθηναϊκής Δημοκρατίας, έπαιρνε αποφάσεις και για θρησκευτικά θέματα. Καμιά ελληνική πολιτεία δεν έγινε θεοκρατική ούτε επέτρεψε οι ιερείς της να αποτελέσουν μια κλειστή οργανωμένη ομάδα, μια κάστα, ικανή να επηρεάζει σημαντικά τα πολιτικά πράγματα, όπως π.χ. συνέβαινε στην αρχαία Αίγυπτο. Και σ'αυτό ασφαλώς ρόλο έπαιξε και ο τρόπος με τον οποίο ορίζονταν οι ιερείς στην αρχαία Ελλάδα. Ενας τρόπος που και αυτός επέτρεψε στη θρησκεία να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στη διαμόρφωση του θαυμαστού αρχαίου ελληνικού πολιτισμού.
πηγή για το κείμενο του Τιβέριου: tovima.gr

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ - Η ΑΣΚΛΗΠΙΑΚΗ ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ

$
0
0


Πρόκειται για τη μέθοδο που χρησιμοποιούσαν στην Ελλάδα πριν από χιλιάδες χρόνια στα αρχαία Ασκληπιεία και Αμφιαράεια. Αυτή η αρχαία θεραπευτική μέθοδος, μεταδόθηκε από τον Κένταυρο Χείρωνα, τον ξακουστό εσωθεραπευτή του Πηλίου, τον Ύπατο Διδάσκαλο της θεραπευτικής. Ο Κένταυρος Χείρωνας συμβολίζει την δυϊστική υπόσταση του ανθρώπου, το φυσικό σώμα και την πνευματοψυχή, και είναι αυτός που με τα χέρια του κεντάει την αύρα των ανθρώπων.



Ο Ασκληπιός μυήθηκε στην θεραπευτική από τον Κένταυρο Χείρωνα και μεταφύτεψε την γνώση αυτής της μετακατακλυσμιαίας θεραπευτικής στο Ασκληπιείο που ίδρυσε στην Επίδαυρο. Το σύστημα του Ασκληπιού βασιζότανε στη Χειροπλαστική, στη Μαγνητοθεραπεία, στην Υποβολή και στην Εγκοίμηση, αλλά και στην χρήση βοτάνων που καλλιεργούνταν στο μαγνητισμένο έδαφος των Ασκληπιείων. Άριστος γνώστης της ανθρώπινης δισυπόστατης φύσης, ο Ασκληπιός χρησιμοποιούσε τα προαναφερθέντα συστήματα προκειμένου να αποκαταστήσει δονητικά άλλοτε την σωματική ασθένεια και άλλοτε την ψυχική (νοητική) ασθένεια.

Συγκεκριμένα, η μάλαξη ανοίγει τις πόρτες κάθε κυττάρου για να έλξει ενέργεια μαγνητισμού και για να εκκρίσει τη δική του εσωδύναμη, με αποτέλεσμα την αναγέννηση του μυϊκού και νευρικού συστήματος και όλων των ζωτικών οργάνων του σώματος. Βασίζεται στη μετάγγιση υγιούς ενέργειας από τον θεραπευτή στον θεραπευόμενο. Ο μαγνητισμός και η επίδραση του είναι το μυστικό της.

Εγκοίμηση

Από τα πιο σπουδαία και άκρως επεμβατικά θεραπευτικά συστήματα στην αρχαιότητα, στους χώρους των Ασκληπιείων, ήταν η χρήση της Εγκοίμησης. 
Η εφαρμογή της Εγκοίμησης γινόταν από τους ιεροθεραπευτές με κατάνυξη και σεβασμό προς τον Θεό Ασκληπιό.

Για την επίτευξη της Εγκοίμησης χρησιμοποιούσαν τις ευεργετικές ιδιότητες του μαγνητισμού, με βοηθό και συμπαραστάτη την διαδικασία της ιεροτελετουργίας, η οποία πλαισίωνε την θεραπεία και οδηγούσε τον υποψήφιο ασθενή στο υποσυνείδητό του, όπου και συντελούνταν η θεραπεία και η αποκατάσταση της υγείας του.

Η γνώση και η δύναμη της Εγκοίμησης/Ύπνωσης και της Αυτοσυγκέντρωσης (ελληνικός διαλογισμός/στοχασμός), όπως διδάσκει ο Ερμής ο Τρισμέγιστος – Θώθ, ίσως είναι τα μόνα εφόδια που χρειάζεται ο άνθρωπος για να είναι υγιής, ισορροπημένος και ολοκληρωμένος σαν ψυχοπνευματική οντότητα.

Υποβολή

Η Υποβολή λειτουργεί ως αναπόσπαστο κομμάτι της Εγκοίμησης, καθώς αποτελεί ένα σημαντικό εργαλείο στη θεραπευτική που οδηγεί στο υποσυνείδητο του αρρώστου, προκειμένου να γίνουν οι απαραίτητες αλλαγές, αποκαταστάσεις και διορθώσεις αρρωστημένων καταγραφών, τάσεων και έξεων, οι οποίες εφόσον επιτευχθούν επιφέρουν ψυχική και σωματική ίαση στον υποψήφιο θεραπευόμενο. Αποτελεί μια από τις πιο ενδιαφέρουσες αλλά και ευαίσθητες πρακτικές που χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής και ουσιαστικής και αληθινής γνώσης.


Μαγνητοθεραπεία

Η μαγνητοθεραπεία αποτελεί μια πανάρχαια (αρχέγονη) και μυστηριακή θεραπευτική μέθοδο, καθώς επιδρά απευθείας στο αιθερικό σώμα και απαιτεί απόλυτη συγκέντρωση από τον θεραπευτή για την σωστή εφαρμογή.


Οι ιεροθεραπευτές των Ασκληπιείων γνώριζαν πολύ καλά τη σπουδαιότητα του μαγνητισμού καθώς και την τέχνη της αποκατάστασης και ενδυνάμωσης της ροής του μέσω των ψαύσεων των χεριών τους. Ειδικότερα δε, μέσω της κινητικής και της στατικής μαγνητοθεραπείας επανέφεραν την υγεία και την ευεξία.

Αρχαία Ελληνική Μάλαξη (Ασκληπιακή Μάλαξη/Χειροπλαστική)

Επί χιλιάδες χρόνια η μάλαξη θεράπευε μέσα στα Ασκληπιεία και στα Αμφιαράεια, στο Τροφώνειο Άντρο (Λιβαδειά) και στα τόσα άλλα θεραπευτικά κέντρα του Ελληνικού Αρχαίου Κόσμου. Η μάλαξη ήταν και είναι το παν για τη χειροπλαστική καθώς προλαμβάνει κάθε αρρώστια. Η μάλαξη μαλακώνει κάθε κρυστάλλωση των υγρών και διαλύει τα περιττώματα που εγκλωβίζονται στους μυς, στα νεύρα και στα υπονευρίδια, στους τένοντες και στις κλειδώσεις και γενικότερα σε όλο το σώμα.


πηγή: omakoeio.gr

Η ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΒΟΥΛΗΣΗ ΚΑΙ Ο ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ ΑΝΤΙΠΕΠΟΝΘΟΤΟΣ

$
0
0



Οι Ορφικές Πινακίδες έφεραν στο προσκήνιο το θέμα των επανενσαρκώσεων και της Ειμαρμένης. Ο Ορφικός Ορίζων διαπνέεται εκ της πεποιθήσεως της αθανασίας της ψυχής, βασιζόμενος εις την επαναληπτικότητα των βίων, κατά τους οποίους η ψυχή εναλλάξ προσλαμβάνει τον ένσαρκον φορέα της και του θανάτου, κατά τον οποίον μένει ελευθέρα, άνευ του «σήματος» σώματός της. Το «σήμα» είναι ο τάφος της ψυχής, λέγει ο Πλάτων (Κρατύλος 400C).

Ο Πλάτων, έχων παραλάβει εκ των Πυθαγορείων την Ορφικήν Θεολογίαν, εις τον μύθον του Ηρός της Πολιτείας (617) αναφέρει ότι αι ψυχαί διαλέγουν αι ίδιαι το είδος του βίου, που επιθυμούν να ζήσουν, όταν μεταβαίνουν προς ενσάρκωσιν (618Α - C). Η ελευθέρα επιλογή των τας καθιστά υπευθύνους των πράξεών των. Λέγει ο Πλάτων «αιτία ελομένου, θεός αναίτιος» (617Ε). Την ευθύνην την έχει ο επιλέγων, ο θεός είναι αναίτιος. Και τίθεται η ερώτησις: ποίος ο ρόλος της Μοίρας, εφ’ όσον δια της ελευθέρας βουλήσεως η άσαρκος ψυχή έχει επιλέξει προ της ενσαρκώσεώς της τον βίον που θα ζήση; 


Προ του Πλάτωνος, ο Ηράκλειτος μας παρέδωσεν το απ. 25, το οποίον παρουσιάζει ιδιαίτερον ενδιαφέρον, σχετικώς με το θέμα των επανενσαρκώσεων και την σημασίαν των μοιρών:

«Μόροι γάρ μέζονες, μέζονας μοίρας λαγχάνουσι».

(Σημαντικώτεροι θάνατοι, κληρώνουν επιφανέστερα μερίδια ζωής).
Εις το απόσπασμα αυτό και ο Ηράκλειτος ομιλεί περί της επιλογής του βίου από την ψυχήν προ της ενσαρκώσεως. Τα έργα κατά την διάρκειαν του προτέρου βίου διαμορφώνουν τας προϋποθέσεις διά το είδος του κλήρου που θα επιλέξη η ψυχή κατά την επομένην ενσάρκωσιν. Όσον σημαντικώτερος ο βίος επισφραγισθείς δια του θανάτου/μόρου, τόσον και ο λαχνός δια την επομένην ζωήν θα έχη μεγαλύτερον μερίδιον/ μοίρας, καλύπτων τας τύχας περισσοτέρων ανθρώπων.

Τί ακριβώς προσδιορίζει η λέξις μοίρα εις την Ελληνικήν Γλώσσαν;

Χώρος και χρόνος μοιράζονται την ιδίαν λέξιν, την λέξιν μοίραν. Αι μοίραι εις τον χώρον αναφέρονται εις τον Ζωδιακόν Κύκλον, τον Κύκλον του Διονύσου Ζαγρέως, (Ζ + Αγρεύς, του μεγάλου Ζα = προθ. επιθέτου και Αγρέως = Κυνηγού), δηλαδή του Μεγάλου Κυνηγού των ψυχών εις τον Αγρόν της Ζωής.

Ο Ορφικός Ύμνος των Μοιρών άπτεται της ιδέας του Ζωδιακού Κύκλου, αρχίζων ως εξής:

«Μοίραι απειρέσιοι, Νυκτός φίλα τέκνα μελαίνης,
κλύτε μου ευχομένου, πολυώνυμοι, αι τ’ επί λίμνης ουράνιας...».


(Ω Μοίραι αναρίθμητοι, αγαπητά τέκνα της μαύρης Νυκτός, ακούσατε την προσευχήν μου, εσείς με τα πολλά ονόματα, σεις πού κατοικείτε επάνω εις λίμνην επουρανία...).
Αλληγορική εικών του Ζωδιακού Κύκλου είναι η ουρανία λίμνη, εις την οποίαν κατοικούν αι μοίραι, επί των οποίων αρμενίζει ο πλανήτης Γη με τα έλλογα και άλογα όντα που τον κατοικούν. Εις τον 16ον στίχον του ιδίου Ύμνου ο Υμνωδός αναφέρεται εις τας τρεις μοίρας: Λάχεσιν, Κλωθώ και Άτροπον. Η ιδία λέξις, η μοίρα μοιράζεται χώρον και χρόνον, εφ’ όσον χρόνος είναι το παρελθόν, η Λάχεσις, το παρόν η Κλωθώ και το μέλλον η Άτροπος, αι τρεις θυγατέραι της Ανάγκης (Πολιτεία 617C). Εις δε τον χώρον ο κύκλος των «απειρεσίων» μοιρών (360°) είναι εις την δικαιοδοσίαν του Ζωδιακού Κύκλου του Διονύσου Ζαγρέως.

Αμφότεραι αι λέξεις μοίρα και μόρος προέρχονται εκ της αυτής ρίζης, της ρίζης μερ-, και διά της ετεροιώσεως μορ-, του ρήματος μείρομαι.

Μείρομαι (ρίζα μερ-, μέρος) 1) λαμβάνω το μέρος μου, το ανήκον εις εμέ μερίδιον, συμμερίζομαι, μετέχω τινός. 2) Διαιρώ, λαμβάνω δια κλήρου, μοιράζω, διαιρούμαι, χωρίζομαι από τινος. 3) παθ. παρακειμένου και υπερσ. είμαρται και είμαρτο = ήτο ωρισμένον υπό της μοίρας, ήτο πεπρωμένο, γραφτό. Ωσαύτως κατά μετοχήν ειμαρμένος, η, ον = ο προωρισμένος, αποφασισμένος, πεπρωμένος. Ως ουσ. η ειμαρμένη εξυπακούεται η μοίρα, ως το πεπρωμένη εκ του πέπρωται, ό,τι είναι καθωρισμένον διά τον καθένα, ό,τι είναι παραχωρημένον εις έκαστον υπό της μοίρας, το πεπρωμένον. Μέρος, μερίς, μερίζω, μοίρα, μόρος.

(Τα ανωτέρω ως προς το Λεξικόν Απάντων των Ρημάτων του Παν. Αλεξ. Διαμαντάκου, εκδ. Ι. ΣΙΔΕΡΗΣ, 1999).

Διότι η μεν Ειμαρμένη (εκ του μείρομαι = μοιράζω) αφορά εις την μοίραν του χώρου και του χρόνου κατά την οποίαν ετελέσθησαν αι πράξεις και ο θνητός εμοιράσθη με τους συνανθρώπους του τα της κοινής μοίρας του Ζωδιακού Κύκλου• το δε Πεπρωμένον εκ του ρήματος πόρω, εξ ου και πέπρωται, σημαίνει προσκομίζω, δωρίζω, προσπορίζω, αποκομίζω, ακριβώς εκείνα, τα οποία έχω πραγματοποιήσει διά της ελευθέρας βουλήσεως μου κατά την διάρκειαν της ζωής, την οποίαν εγώ ο ίδιος επέλεξα.

Ειμαρμένη, Πεπρωμένον, Αντιπεπονθός είναι χρόνου παρακειμένου. Και αι τρεις σημασίαι έχουν σχέσιν με τον Νόμον της Ανταποδοτικής Δικαιοσύνης.

Το Αντιπεπονθός, μετοχή ουδετέρου γένους Ενεργητικής Φωνής, παρακειμένου του ρήματος πάσχω και με την πρόθεσιν αντι-πάσχω, επισφραγίζει την ελευθερίαν της βουλήσεως. Επιβεβαιώνει, δηλαδή, ότι ό,τι προήλθεν εξ αιτίας των παρελθουσών πράξεών μου θα το υποστώ αντί + πάσχων. Αι αυτόβουλοι πράξεις μου, θετικαί και αρνητικαί, κυρώνονται αναλόγως από την Μοίραν Άτροπον εις τον μέλλοντα χρόνον διά του Νόμου του Αντι + Πεπονθότος, που ελειτούργησε κατά το πρόσφατον παρελθόν.

Ο παρακείμενος είναι κείμενος παρά. Αναφέρεται εις το πρόσφατον τετελεσμένον παρελθόν, συνεπώς έχει σχέσιν με την μοίραν Λάχεσιν και με το «μοίρας λαγχάνειν» του Ηρακλείτου της αυτής ρίζης λαγχάνω. Η μετοχή και των τριών ανωτέρω ρημάτων δηλώνει την μέθεξιν μετά του υποκειμένου. Τίνος υποκειμένου; της μοίρας, του αμόρου και του αντι + πάσχοντος.

Πού υπεισέρχεται η ελευθερία της βουλήσεως; Εις το δηλωτικόν του χρόνου της επιτελέσεως της πράξεως υπό του υποκειμένου, η οποία πράξις αναφέρεται εις το τετελεσμένον προσφάτως παρελθόν. Η χρονική στιγμή της τελέσεως της πράξεως προέρχεται, όχι από κάποιον αόριστον, αόρατον και άγνωστον ή γνωστόν θεόν ή άλλον εξωγενή παράγοντα, έτοιμον να τιμωρήση, αλλά από το ίδιον το άτομον. Διά των τετελεσμένων του πράξεων ωδήγησε την Ειμαρμένην ή Πεπρωμένον ή Αντιπεπονθός εις την κατανομήν του αντιστοίχου μεριδίου, το οποίον λαμβάνει έκαστος αναλόγως των πράξεων, τας οποίας ελευθέρως και κατόπιν των προσωπικών του επιλογών επραγματοποίησεν. Ουδείς θεός, αγαθός ή τιμωρός έχει μεσολαβήσει μεταξύ του ατόμου και της Ειμαρμένης ή Πεπρωμένου.

Δια της Ελευθερίας της βουλήσεως λειτουργεί ο Νόμος του Αντιπεπονθότος, δηλαδή ο αναπόδραστος Νόμος της Ανταποδοτικής Δικαιοσύνης. 


πηγή: altani.gr

Η ΜΥΣΤΗΡΙΑΚΗ ΣΧΕΣΗ ΗΡΑΚΛΗ ΚΑΙ ΗΛΙΟΥ

$
0
0

  Ο Ηρακλής ταξιδεύει με το κύπελλο του Ήλιου


Καθώς κάναμε αναφορά στον Ηρακλή και επειδή θα χρειασθούμε την σχέση του Ηρακλέους με τον Ηλιο, ας προσεγγίσουμε το θέμα αυτό πιο εμπεριστατωμένα.

Η ταύτιση Ηλίου και Ηρακλή είναι διάχυτη μέσα στα Ελληνικά κείμενα, παρόλα αυτά η ξεκάθαρη ταύτιση των δύο εντοπίζεται σε ελάχιστα σημεία.

Ο Παυσανίας, περιγράφοντας την στοά στην Αγορά της Μεγαλόπολης, περιγράφει τα αγάλματα τα οποία υπάρχουν εκεί , αφού δε κάνει αναφορά σε αγάλματα διαφόρων θεοτήτων, σε ένα σημείο αναφέρεται στα αγάλματα του Ηλίου και του Ηρακλή ως εξής :

Ετι δε Ηλιος επωνυμίαν έχων Σωτήρ δε είναι και Ηρακλής.
Παυσανίας VIII 31.7 

Η συνήθης μετάφραση που γίνεται είναι «ακόμη (άγαλμα έχει ) ο Ηλιος που έχει την επωνυμία Σωτήρ και ο Ηρακλής ( δηλαδή ότι έχει άγαλμα και ο Ηρακλής )»

Βέβαια αν προσέξουμε λίγο το κείμενο, τίποτα δεν μας αποτρέπει από το να το μεταφράσουμε και ως «ακόμη (άγαλμα έχει ) ο Ηλιος που έχει την επωνυμία Σωτήρ και που είναι ο Ηρακλής»

Στην περίπτωση αυτή λοιπόν, καταγράφεται σαφέστατα η ταύτιση Ηρακλή και Ηλίου που, τύχη αγαθή, θα επιβεβαιωθεί και από άλλες αναφορές.

Όπως όμως και να ερμηνευτεί το κείμενο, είναι ξεκάθαρο ότι η αναφορά είναι σαφέστατη σε ζεύγος Ηλίου και Ηρακλή, που υποδηλώνει τουλάχιστον μια άμεση σχέση μεταξύ των δύο.

Συγκρατούμε την επωνυμία Σωτήρ για τον Ηλιο, που αναφέρει ο Παυσανίας, μελετώντας δε τον Ιουλιανό παρατηρούμε ότι η ίδια επωνυμία ανατίθεται και στονΗρακλή, του οποίου η σχέση με τον Ηλιο υποδηλώθηκε ξεκάθαρα από τον Παυσανία.

"Ον (= Ηρακλής ) ο μέγας Ζευς δια της Προνοίας Αθηνάς, επιστήσας αυτώ φύλακα την θεόν ταύτην όλην εξ όλου προέμενος αυτού, τω κόσμω σωτήρα έφύτευσεν".
Ιουλιανός – Κατά κυνικού Ηρακλείου 220a

Μια άλλη έμμεση σχέση του Ηρακλή με τον Ηλιο, είναι η μυθολογική αναφορά στοντρόπο σύλληψης του.

Συγκεκριμένα ο Διόδωρος ο Σικελιώτης μας αναφέρει ότι για να συζευχθεί ο Δίας με την Αλκμήνη ώστε να γεννηθεί ο Ηρακλής, ο Ζεύς έκανε την νύχτα να διαρκέσει τριπλάσιο χρόνο από ότι συνήθως ( εξ ου και η επωνυμία Τριέσπερος για τον Ηρακλή), παραπέμποντας ευθέως στο γεγονός ότι κατά το Χειμερινό Ηλιοστάσιο, υπάρχει η μεγαλύτερη νύχτα του χρόνου και μάλιστα ο ήλιος φαινομενικά παραμένει ακίνητος επί τριήμερον.

"Tον γαρ Δία μισγόμενον Αλκμήνη τριπλασίαν την νύκτα ποιήσαι και τω πλήθει του προς την παιδοποιίαν αναλωθέντος χρόνου προσημήναι τήν υπερβολήν τής τού γεννηθησομένου ρώμης"
Διόδωρος Σικελιώτης 4.9.2

Δύο άλλες δε αναφορές αποτυπώνουν ξεκάθαρα την ταύτιση Ηλίου και Ηρακλή.

Ο Ιωάννης Λυδός αναφέρει στο Περί Μηνών :

«Ηρακλής δε ο χρόνος παρά τω Νικομάχω είρηται, αλλά μην και ήλιος»
De mensibus IV 67

δηλαδή μας αναφέρει ότι ο Νικόμαχος αναφέρει ότι ο Ηρακλής ονομάζετο και Ηλιος.

Ενώ ο Νόννος στα Διονυσιακά ονομάζει τον Ηρακλή αστροχίτωνα (που σαν Ορφικός όρος παραπέμπει στους Ορφικούς), άνακτα πυρός και τον ταυτίζει με τον Ηλιο :

Αστροχίτων Ηρακλες, άναξ πυρός, όρχαμε κόσμου,
Ηέλιε, βροτέοιο βίου δολιχόσκιε ποιμήν
Νόννος – Διονυσιακά 40.370

Φαίνεται λοιπόν ότι είναι ξεκάθαρη η ταύτιση Ηρακλέους και Ηλίου, πράγμα που σημαίνει ότι οι εορτές προς τιμήν του θα είχαν άμεση σχέση με τις ηλιακές εορτές και φυσικά και άλλα ηλιακά χαρακτηριστικά θα ταυτίζονται με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του Ηρακλέους.


πηγή: empedotimos.blogspot.gr

ΕΣΤΙΑ, Η ΙΔΕΑ ΤΟΥ ΑΣΒΕΣΤΟΥ ΠΥΡΟΣ

$
0
0


Η Εστία είναι μια από τις πιο αξιόλογες, σεβαστές και σεμνές μορφές του ελληνικού Δωδεκάθεου   .
Καλοσυνάτη και ευγενική Θεά, που εκφράζει το Ιερό Κέντρο του παντός, πράα και δίκαιη αποτελεί την προσωποποίηση του σπιτιού, το σύμβολο της οικίας της οποίας είναι προστάτιδα και κατ’ επέκταση της πιστής και γερά δεμένης οικογένειας.

Η Εστία είναι η θεά της φωτιάς, είναι η ζωντανή φλόγα που καίει ασταμάτητα στο κέντρο του σπιτιού, του ναού, της πόλης. Η Εστία καθαγίαζε ναούς και κατοικίες και μόνον με την παρουσία της. Η εστία στους ναούς, που ήταν η απεικόνιση της θεάς Εστίας, άναβε πάντα από το φως του Ηλίου, άρα έχει σχέση με τις τροπές του Ηλίου και μάλιστα με την χειμερινή τροπή όπου θεωρείται ότι γεννιέται ο Ηλιος.


Σ’ αυτήν οι Έλληνες απέδιδαν την επινόηση της τέχνης για το χτίσιμο του πρώτου σπιτιού, καθώς  επίσης και στην ενότητα που η ίδια αντιπροσώπευε, γι΄αυτό της είχαν αφιερώσει το κυριότερο μέρος της οικίας: εκεί δηλαδή που έκαιγε η φωτιά και συγκεντρώνονταν όλα τα μέλη της οικογένειας  τριγύρω της.

Σαν προστάτιδα της οικιακής ζωής και της οικογένειας,  λάμβανε την πρώτη προσφορά σε κάθε θυσία στο σπιτικό, και στις ευωχίες οι πρώτες σπονδές γίνονταν προς τιμήν της, γι΄αυτό και η έκφραση  «αφ’ Εστίας».αλλά δεν είχε δημόσια λατρεία.

Εξαιτίας της γαλήνης, της πραότητας και της ηρεμίας που τη διέκρινε δε συμμετείχε ποτέ σε πολέμους ή διαμάχες.

Οι επικλήσεις της «Πατρώα», «Ένοικος», «Σύνοικος», «Εφέστιος», «Πρυτανίτις», μας εγγυώνται την σταθερότητα αλλά και την μονιμότητα  και την συνέχιση του βίου.

Η Θεά Εστία  λατρευόταν όμως και στο επίπεδο της Πολιτείας, ως άσβεστη «κοινή των πολιτών» ΕΣΤΙΑ , στο ανά κάθε Πόλη «Πρυτανείο», υπό την φροντίδα ειδικών ιερειών, των παρθένων «Εστιάδων».

Η «Θεογονία» του Ησίοδου την παρουσιάζει αδελφή του  Διός , της Ήρας, της Δήμητρας, τουΠοσειδώνα,  και τουΠλούτωνα,, θυγατέρα και «πρώτο τέκνο» του Κρόνου και της Ρέας «Ιστιη, ην πρώτην τέκετο Κρόνος αγκυλομήτης, Κι όμως νεώτερη ήταν με την βουλή του ασπιδοφόρου Δία» Αύτις δ’οπλοτάτην , βουλήι Διός αιγίοχοιο» «Εστία, αυτήν που γέννησε πρώτη ο Κρόνος.
Ομηρικός Ύμνος στην Αφροδίτη Προστάτιδα της οικογενειακής ζωής, αρμονίας και ευτυχίας, προσωποποίηση της εντιμότητας και της σταθερότητας στο συζυγικό και οικογενειακό βίο.

Ως πρωτότοκη κόρη του η Εστία είχε από την αρχή τεθεί επικεφαλής όλων των μεγάλων θεοτήτων και έτσι την  τιμούσαν οι ποιητές






















Κατά τον Όμηρο η Εστία, «ιστίη» όπως αναφέρεται στην Οδύσσεια, είναι αντικείμενο θρησκευτικού σεβασμού, την οποία επικαλούνται ως μάρτυρα των όρκων μαζί με τον Δία,  που είναι  απαραβίαστοι, και στους Ομηρικούς ύμνους όπως και στην Θεογονία εμφανίζεταιπεριβεβλημένη με ανθρωπομορφικό χαρακτήρα.

Το όνομά της ετυμολογείται από το «εστάναι» (κατά τον Κορνούτο), ή από το «εύω» (ανάπτω), και ανέρχεται από πρωτο-ελληνική «εφέστια» θεότητα  που βρίσκεται στην μέση του μυκηναϊκού μεγάρου.

Η Εστία είναι το κέντρο της ανθρώπινής διαμονής στο Πάνθεον του Ολύμπου την ίδια εποχή που στον Ελληνικό Κόσμο κορυφώνεται η θεσμική σύνδεση Οίκου / Πόλεως. Από τη στιγμή που ο Δίας ανέλαβε τη βασιλεία του ουρανού, τον βοήθησε ουσιαστικά στην εξολόθρευση των Γιγάντων και στην οριστική εγκαθίδρυση της εξουσίας του.

Ο Δίας εκτιμώντας την προσφορά της την ανακήρυξε θεά του Ολύμπου και της χάρισε το μοναδικό προνόμιο να μπορεί να έχει και να αποκτά οτιδήποτε θέλει και επιθυμεί με ή χωρίς τη μεσολάβησή του. Επιπλέον της παραχώρησε το δικαίωμα να τιμάται σ’ όλους τους ναούς των θεών ανεξαιρέτως κι ακόμη ο κάθε της βωμός να αποτελεί “κοινή εστία” για όλους τους  Έλληνες, οι οποίοι της προσέφεραν τη πρώτη και την τελευταία θυσία σε κάθε γιορταστική σύναξη και στο όνομά της έδιναν τους πιο σημαντικούς όρκους.

Στο κέντρο του σπιτιού βρισκόταν η εστία, ο βωμός όπου έκαιγε φωτιά προς τιμή της θεάς. Την 5η ή την 10η μέρα από τη γέννηση ενός παιδιού και ταυτόχρονα με την ονοματοδοσία, ελάμβανε χώρα η τελετουργία των “Αμφιδρομίων” με περιφορά του βρέφους γύρω από την εστία. Σήμαινε την αναγνώριση του νεογέννητου από τον πατέρα και είχε σκοπό να εντάξει το παιδί στο χώρο του Οίκου και να το συνδέσει με τη θεά, προστάτιδα της οικογένειας.

Δίπλα στην εστία επίσης, έβαζαν να κάτσει ο ικέτης, αυτός που, όπως το υιοθετημένο παιδί, είναι εξόριστος από την πόλη του και αναζητά να ενταχθεί σε μία νέα ομάδα.

Ο ξένος οδηγείται στην εστία γιατί δεν μπορεί να υπάρξει επαφή ή σχέση με κάποιον αν δεν έχει εισαχθεί πρώτα στον οικιακό χώρο.

Είτε γεννημένος μέσα στον Οίκο λοιπόν, είτε ξένος-ικέτης, αναδεικνύεται η αναγκαιότητα για μία διαδικασία ένταξης στην οικογένεια με το άνοιγμα του οικιακού κύκλου  και σύνδεσης με την οικογενειακή κοινότητα.

Γι΄αυτό ήταν απαραίτητη η συμβολική αναγνώριση σαν  μία ψυχική διαδικασία αποδοχής μέσα σ’ έναν οίκο.

Η Ελληνίδα, σεβάσμια «παρθένα» Θεά, η συμμετοχή της «ηφαιστείας» φλόγας στην δημιουργία όχι ανθρώπων, αλλά Οίκων ανθρώ­πων, εκφράζει την ευγένεια, την αρμονική συμβίωση, την ανθρώπινη αφιέρωση σε σκοπούς, την Οικογένεια, την Φροντίδα, την Ασυλία, την ελπίδα για συνέχιση των γενών.

Είναι η δύναμη του τόπου και της Ομοήθειας, ο Ιερός Κύκλος των συν(γ)-κατοικούντων και συντρεφομένων, γι’ αυτό άλλωστε και οι αφιερωμένοι στη λατρεία της Ναοί ήσαν κατά κανόνα κυκλικοί.
Ο Κορνούτος γράφει:

«ΤΟ Δ’ ΑΕΙΖΩΟΝ ΠΥΡ ΑΠΟΔΕΔΟΤΑΙ ΤΗι ΕΣΤΙΑι ΔΙΑ ΤΟ ΚΑΙ ΑΥΤΟ ΔΟΚΕΙΝ ΕΙΝΑΙ [ΟΝ], ΤΑΧΑ Δ’ ΕΠΕΙ ΤΑ ΠΥΡΑ ΕΝ ΚΟΣΜΩι ΠΑΝΤΑ ΕΝΤΕΥΘΕΝ ΤΡΕΦΕΤΑΙ ΚΑΙ ΔΙΑ ΤΑΥΤΗΝ ΥΦΕΣΤΗΚΕΝ Η ΕΠΕΙ ΖΕΙΔΩΡΟΣ ΕΣΤΙ ΚΑΙΖΩΩΝ ΜΗΤΗΡ, ΟΙΣ ΑΙΤΙΟΝ ΤΟΥ ΖΗΝ ΤΟ ΠΥΡΩΔΕΣ ΕΣΤΙ.

ΣΤΡΟΓΓΥΛΗ ΔΕ ΠΛΑΤΤΕΤΑΙ ΚΑΙ ΚΑΤΑ ΜΕΣΟΥΣ ΙΔΡΥΕΤΑΙ ΤΟΥΣ ΟΙΚΟΥΣ»

(«το δε αείζωον πυρ έχει αποδοθεί στην Εστία επειδή και αυτό φαίνεται να είναι ον, ίσως επειδή όλα τα πυρά στον κόσμο από δω τρέφονται και χάρη σ’ αυτήν πήραν την υπόστασή τους, ή επειδή
είναι ζωοδότρα και μητέρα των ζώων,στα οποία αίτιο ζωής είναι το πυρώδες.
Και απεικονίζεται στρογγυλή και ο βωμός της στήνεται στο μέσον κάθε σπιτιού»).
«ΤΑΥΤΗΝ ΜΕΝ ΓΑΡ ΔΙΑ ΤΟ ΕΣΤΑΝΑΙ ΔΙΑ ΠΑΝΤΟΣ ΕΣΤΙΑΝ ΠΡΟΣΗΓΟΡΕΥΣΑΝ ΟΙ ΠΑΛΑΙΟΙ [Η ΔΙΑ ΤΟ ΤΑΥΤΗΝ ΥΠΟ ΤΗΣ ΦΥΣΕΩΣ ΕΣΩΤΑΤΩι ΤΕΘΕΙΣΘΑΙ Η ΔΙΑ ΤΟ ΕΠ'ΑΥΤΗΣ ΩΣΑΝΕΙ ΕΠΙ ΘΕΜΕΛΙΟΥ ΤΟΝ ΟΛΟΝ ΕΣΤΑΝΑΙ ΚΟΣΜΟΝ]»
(«Οι αρχαίοι είπαν αυτήν Εστία διότι έχει σταθεί οριστικά [ή διότι έχει τεθεί αυτή από τη φύση στο εσώτατο σημείο, ή διότι όλος ο κόσμος έχει τοποθετηθεί επάνω σε αυτήν ωσάν επάνω σε θεμέλιο]»).

Και συνεχίζει:

«ΠΑΡΕΙΣΑΓΕΤΑΙ ΤΕ ΠΑΡΘΕΝΟΣ ΔΙΑ ΤΟ ΤΗΝ ΑΚΙΝΗΣΙΑΝ ΜΗΔΕΝΟΣ ΕΙΝΑΙ ΓΕΝΝΗΤΙΚΗΝ -ΚΑΙ ΤΟΥΤΟΥ ΧΑΡΙΝ ΚΑΙ ΥΠΟ ΠΑΡΘΕΝΩΝ ΝΕΩΚΟΡΕΙΤΑΙ»
(«και παρουσιάζεται παρθένα διότι η ακινησία τίποτε δεν γεννά -και χάριν τούτου υπηρετείται από παρθένους»).

Το Εφέστιο Ιερό Πυρ, για τους Έλληνες  αποτελεί ένα ηθικό ον. Λάμπει, ζεσταίνει και μαγειρεύει την ιερή τροφή, όμως ταυτόχρονα «σκέπτεται» και έχει ολοκληρωμένη συνείδηση.
Γνωρίζει τα καθήκοντα των ανθρώπων και επιβλέπει την εκπλήρωσή τους.

Θα μπορούσαμε να το ονομάσουμε και «ανθρώπινο», γιατί κατέχει τη διπλή ανθρώπινη φύση, αφού σε υλικό επίπεδο, αναφλέγεται, κινείται, ζει, παρέχει αφθονία, ετοιμάζει τα γεύματα, τρέφει το σώμα και σε ψυχικό επίπεδο εκδηλώνει συναισθήματα και αγάπη, δίνει στον άνθρωπο αγνότητα, επιβάλλει το κάλλος και το αγαθό, τρέφει την ψυχή.

Υπό αυτή την οπτική, σε κάθε οργανωμένη εγκατοίκηση (Οίκος, Πόλις) υπήρχε πάντοτε μια αρμόδια «Ιερά Εστία», ως φυσικό άγαλμα της Θεάς.

Εκεί έπρεπε να βρίσκονται πάντα μερικά αναμμένα κάρβουνα και λίγες στάχτες και ο ιδιοκτήτης κάθε Οίκου και οι «Εστιάδες» ιέρειες στην πολιτειακή λατρεία της Θεάς, είχαν ιερή υποχρέωσηνα διατηρούν αυτό το πυρ άσβεστο ημέρα και νύχτα και συμφορές αναμένονταν στο σπίτι ή την Πόλη όπου έσβηνε το Ιερό Πυρ.

Στον «Ορφικό» ύμνο της Θεάς, αυτή χαιρετίζεται ως ακολούθως:

«Εστία ευδυνάτοιο Κρόνου θύγατερ βασίλεια,
η μέσον οίκον έχεις πυρός αενάοιο, μεγίστου,
τούσδε συ εν τελεταίς οσίους μύστας αναδείξαις,
θεισ’ αιειθαλέας, πολυόλβους, εύφρονας, αγνούς
οίκε Θεών μακάρων, θνητών στήριγμα κραταιόν,
αιδίη, πολύμορφε, ποθεινοτάτη, χλοόμορφε
μειδιόωσα, μάκαιρα, ταδ’ ιερά δέξο προθύμως,
όλβον επιπνείουσα και ηπιόχειρον υγείαν»


Ντροπαλή και σεμνή, συνεσταλμένη και κλειστή στις επαφές της με τους άλλους θεούς αμετάκλητη στις αποφάσεις και τις αρχές της εμφανιζόταν από την αρχή αρνητική τόσο στην ιδέα του γάμου,και του έρωτα παρόλο που πολλοί  αντάξιοί της θεοί  την είχαν προσεγγίσει όπως ο Ποσειδώνας και ο Απόλλωνας που ένθερμα είχαν εκδηλώσει  το θαυμασμό και το ενδιαφέρον τους γι’ αυτήν. Εκείνη δεσμευμένη με τον όρκο της αιώνιας παρθένας και ταγμένη στην υπηρεσία του σπιτιού και της οικογένειας, είχε συνειδητά αποβάλει κάθε ερωτική σκέψη και διάθεση που θα μπορούσε να προδώσει τον όρκο της. Αγγίζοντας το κεφάλι του ασπιδοφόρου Διός, όρκο μεγάλο έδωσε που ήταν και τελεσίδικος, παντοτινά να είναι παρθένα.

Τότε ο Ζευς αντί για γάμο της έδωσε την μέγιστη τιμή, να κάθεται στο μέσον του σπιτιού απολαμβάνοντας την μεγαλύτερη μερίδα.

Και, σε όλους τους Ναούς των Θεών είναι τιμιούχος και για όλους τους θνητούς η πρέσβειρα είναι των Θεαινών.

Οι αναφορές σ’ αυτήν περιορίζονται σ’ ένα μύθο που βρίσκουμε στον Ομηρικό Ύμνο για την Αφροδίτη, ο οποίος αναφέρει πως ο Ποσειδών και ο Απόλλων την ζήτησαν σε γάμο, όμως αυτή δεν ήθελε και αρνήθηκε σθεναρά.

Ο Απόλλων, ο Ήλιος που όλη μέρα την θαυμάζει ερωτικά, δεν είναι ποτέ δυνατόν να την φτάσει διότι βυθίζεται στον Ωκεανό.

Έτσι και ο Ποσειδών που αγαπά την Εστία, η οποία διαβρέχεται από τα κύματά του, μόλις που αγγίζει το θείο σώμα της. Είναι δε απαγορευμένο να εισδύσει στον κόλπο της Γής, μέχρι την πηγή του πυρός όπου διαμένει η Θεά. Οι Στωϊκοί εξέφρασαν παραπλήσια με αυτή ιδέα, λέγοντας ότι η Εστία είναι παρθένος διότι η ακινησία δεν είναι ποτέ δυνατόν να γεννήσει.

Η Εστία είναι μια θεά με σταθερές ιδέες, “πιστεύω” και ιδανικά.

Καμιά ερωτική πολιορκία δεν μπορούσε να την κάνει να υποκύψει και καμιά κατάσταση δεν μπορούσε να την εξαπατήσει, να την ξεγελάσει ή και να την απομακρύνει από τον κυριότερό της στόχο: την εξ΄ολοκλήρου αφιέρωσή της στην προστασία της οικογενειακής ευημερίας και θαλπωρής, στη διαφύλαξη και προάσπιση της σταθερότητας και της ιερότητας του γάμου, της οικογένειας, του σπιτιού.

Δίκαιη και φιλάνθρωπη και για το λόγο αυτόν αφιερωμένη σ’ αυτό που πρέσβευε,  η θεά δεν  κλείσθηκε  και οι αρμοδιότητες της δεν οριοθετήθηκαν μ μόνο μέσα στα στενά πλαίσια του σπιτιού.


Η εύνοια και οι διαστάσεις της και  οι δικαιοδοσίες  πολύ γρήγορα επεκτάθηκαν, με αποτέλεσμα σταδιακά ως θεά να αντιπροσωπεύει όχι μόνο το κέντρο του σπιτιού, αλλά και της γης, και ολόκληρου του σύμπαντος.

Το Ιερό χρώμα της Θεάς Εστίας είναι το λευκό και σύμβολά της η οικιακή πυρά «εστία», φυσικό άγαλμα , ο πέπλος, και ο φλεγόμενος κύκλος, που συμβολίζει τη συνείδηση του Εαυτού, την πληρότητα, την αιωνιότητα και την ενοποίηση του πολλαπλού.

Η Εστία, αντίθετα με τις άλλες θεότητες του Ολύμπου, χαρακτηρίζεται από μια  στατικότητα, καθώς παραμένει αμετακίνητη στον Όλυμπο.

 Ωστόσο, παρά την εξωτερική της αυτή ακινησία ,  ο εσωτερικός της κόσμος είναι ζωντανός και δυναμικός, γι΄αυτό και η Εστία είναι το αρχέτυπο της αυτοσυγκέντρωσης.

Η θηλυκή διάσταση της Εστίας αποτελεί τις βασικές αξίες που καλλιεργούνται  και είναι η σιωπή ,η σεμνότης, η περισυλλογή, αξίες που οδηγούν στον δρόμο προς τις κρυμμένες ψυχικές διαστάσεις.

Οι πρώτοι Έλληνες έδωσαν το όνομα στην Θεά Εστία όχι τόσο από τον ακίνητο λίθο που βρισκόταν στο μέσον της οικίας τους και χρησίμευε για να υποβαστάει την φωτιά αλλά από την ίδια την φωτιά.


Το οικιακό πυρ είχε ουράνια καταγωγή, άλλωστε ανερχόταν από τους κοινούς βωμούς στον ουρανό ως κομιστής των ευχών και των προσφορών των ανθρώπων, οι οποίοι με αυτόν τον τρόπο συγκοινωνούν με τους Θεούς.

Στην θυσία, η γέννηση και η λαμπρή ενέργεια αυτής ήταν αναπόσπαστες συνθήκες της λατρείας των άλλων ουρανίων δυνάμεων, οι οποίες μόνο με την πρόσκληση αυτής γίνονται. Η Εστία, πρώτη από τους Θεούς αποκάλυψε την παρουσία της φωτιάς στην Γή. Ίσως, γι’ αυτό τίθεται στην αρχή της γενεαλογίας.

Η ιερή σημασία της λέξης Εστία φαίνεται απονεμημένη ως προς το Ιερό Πυρ που  ανάβει για τις θυσίες.

Στις θρησκευτικές δοξασίες των Ελλήνων έμειναν αυτές οι αναμνήσεις της αρχαίας ταυτότητας της Εστίας προς την ακτινοβόλο εστία του Βωμού.

Σε όλα τα Ιερά αντιπροσωπεύει το Ιερό Πυρ, που καίει προς τιμήν της θεότητος που κατοικεί σ’ αυτό. Η Εστία  λοιπόν είναι η ιερή φωτιά που δημιουργεί το φως, τη θερμότητα και εξαγνίζει τον τόπο όπου καίει αυτή η φωτιά, ο συμβολισμός της οποίας  συνδέεται με τη γνώση και τη συνειδητοποίηση. Η φωτιά είναι το κατεξοχήν μεταπλαστικό στοιχείο, κάτι πολύ σημαντικό, διότι ένα από τα πρωτεύοντα καθήκοντα του ανθρώπου είναι η μεταμόρφωσή του.

Η φωτιά συμβολίζει τη δύναμη και  αντιπροσωπεύει δύο αντίθετες πλευρές της ζωής: δίνει ζωή με τη ζεστασιά της , αναζωογονεί, ζωντανεύει, εξαγνίζει ,ατσαλώνει  εάν κρατήσουμε τις αποστάσεις αλλά αν πλησιάσουμε υπερβολικά θα καούμε και μπορεί να πεθάνουμε.

Ο βωμός της στους Δελφούς ήταν η «Κοινή Εστία» των Ελλήνων, από εκεί άναβε η φωτιά των Ναών, η οποία δεν έσβηνε ποτέ .

Στο Ιερό του Δελφικού Απόλλωνος υπήρχε βωμός της Εστίας, αντικείμενο ιδίου σεβασμού, μέσα από τον οποίο έβλεπαν την «ΚΟΙΝΗ ΕΣΤΙΑ » της Ελλάδος και του κόσμου. Εκεί έκαιγε το «ἀθάνατον Κεντρικο ΠΥΡ» , η αιωνία εστία, η αρχή πάσης γήινης ζωής,  από ξύλα δάφνης και ελάτης  από την οποίαν άναπτε το πυρ των ναών κάθε ελληνικής πόλης. 


Ο Γάλλος συγγραφέας Martin αναφέρει πως «Η Εστία των Δελφών λαμβάνεται κατέχουσα επί της κυκλικής και ομαλής επιφάνειας της Γής και υπό τον θόλο του ουρανού, θέση όμοια της οικιακής εστίας,η οποία καλείται  εξαιτίας τούτου «Μεσομφάλου» , ως κατεχούσης το μέσον του ορόφου στις παλαιές οικίες της Ελλάδος.

Μέσα στον ναό των Δελφών, δίπλα από την Ιερή Εστία, βρισκόταν ο λίθος ομφαλός, ο οποίος αναμφίβολα υποτίθεται πως έδειχνε το ακριβές σημείο του γήινου δίσκου».
Αυτή η θρησκευτική ιδέα της Εστίας, εξερχόμενη από την κατοικία της οικογενείας, με τον τρόπο που επεκτάθηκε σ’ όλο τον κόσμο, απέκτησε κοσμογραφικό χαρακτήρα μεταβάλλοντας την αρχική φύση αυτής της θεότητας.

Η φιλόξενη τράπεζα που αναφέρει ο Πλούταρχος ήταν η κυκλική τρίποδη τράπεζα καλούμενη  Εστία  της οποίας ο δίσκος ήταν η ακριβής απομίμηση του γήινου δίσκου, «μίμημα Γής».
Ό κοινός βωμός εκάστης πόλεως  στο κέντρο της , το πρυτανείο,  που έσβηνε μόνο όταν η πόλη βρισκόταν σε κίνδυνο, ήταν άσυλο ιερό των Ικετώνκαι τόπος υποδοχής δια τους ξένους.
Οι Αρκάδες είχαν και ιδίαν κοινή εστία στην Τεγέα.

Από το άσβεστο πυρ της εστίας ταύτης ελάμβαναν και το πυρ, το οποίο χρησίμευε δια τις κατά τις εκστρατείες θυσίες και το πυρ το όποιο προορίζονταν  να μεταφερθεί υπό τους άποικους στην νέα τους πατρίδα δια να ανάψουν  την εστία αυτής .

Ο συνδυασμός της Εστίας και του Ερμού στα μνημεία της τέχνης και της ελληνικής ποιήσεως μαρτυρεί πως υπάρχει σχέση μεταξύ τους. Ο Ερμής ήταν ο αληθινός εφευρέτης των θυσιών, ανάβοντας την πρώτη Φωτιά πάνω στη Γή, προς τιμήν των Θεών.

Στις σπάνιες απεικονίσεις της η Εστία εμφανίζεται συνήθως μαζί με τον Ερμή με τον τρόπο που την σμίλεψε ο Φειδίας στο βάθρο του μεγάλου αγάλματος του Διός στην

Ολυμπία μαζί με τους δώδεκα Θεούς, όπως μας περιγράφει ο Παυσανίας στα Ηλιακά του, και σίγουρα δεν αποτελεί μία  καλλιτεχνική έμπνευση αλλά απεικονίζει βαθύτατες ,φιλοσοφικές  έννοιες.
Ο Ομηρικός Ύμνος στην Εστία περιλαμβάνει μια εξάστιχη επίκληση στον Ερμή όπου ο ποιητής αναφέρεται δύο φορές στα αισθήματα φιλίας που νιώθει ο ένας για τον άλλον, και την στενή σύνδεσή τους , ενώ  ο Παυσανίας μας ενημερώνει  στα Αττικά υπήρχε βωμός,στο «Αμφιαράειον» του Ωρωπού, ο οποίος ήταν χωρισμένος σε τμήματα.

Στο τρίτο τμήμα μοιράζονταν τις προσφορές  η Εστία και ο Ερμής Ερμή, καθώς και μια εορτή στις Φάρες της Αχαΐας:

«Εστίη η πάντων εν δώμασιν υψηλοίσιν
Αθανάτων τε Θεών χαμαί ερχομένων τ’ ανθρώπων
Έδρην αίδιον έχαλχες πρεσβηίδα τιμήν
Καλόν έχουσα γέρας και τιμήν. Ου γαρ ατερ σου
Ειλαπίναι θνητοίσιν ιν’ ου πρώτη πυμάτη τε
Εστίη αρχόμενος σπένδει μελιηδέα οίνον
Και συ μοι Αργειφόντα Διός και Μαιάδος θιέ
Άγγελε των μακάρων χρυσόρραπι δώτορ εάων,
Ναίετε δώματα καλά, φίλα φρεσίν αλλήλοισιν
Ίλαος ως επάρηγε συν αιδοίη τε φίλη τε
Εστίη. Αμφότεροι γαρ επιχθονίων ανθρώπων
Ειδότες έργματα καλά νόω θ’ έσπεσθε και ήβη.
Χαίρε Κρόνου θύγατερ, συ τε και χρυσόρραπις Ερμής.
Αυτάρ εγών υμέων τε και άλλης μνήσομ’ αοιδής»
Εστία, που στα ψηλά δώματα όλων των αθανάτων
---------------------------------------------------------------------
Θεών και των ανθρώπων που βαδίζουνε χάμου στη γη,
Αθάνατη έδρα σούλαχε αξίωμα πρεσβυτικό,
Ωραίο βραβείο νάχεις και τιμή.γιατί δίχως εσένα οι θνητοί
Δεν κάνουνε συμπόσια, όπου κανείς με πρώτη και τελευταία
την Εστία, να μην αρχίζει την σπονδή με οίνο μελίγευστο.
Και σύ εμένα γιέ του Δία και της Μαιάδος Αργειφόντη
Αγγελιοφόρε των μακαρίων, χρυσόραβδε δοτήρα αγαθών
Όντας ελεήμων βοήθησε μαζί με τη σεμνή και αγαπημένηΕστία,
γιατί και οι δύο εσείς στων γήινων ανθρώπων
Μένετε τα ωραία δώματα με φιλική ανάμεσα σας διάθεση,
Και τα έργα τους γνωρίζοντας τους ανταμοίβετε με νου και ήβη.
Χαίρε του Κρόνου θυγατέρα εσύ και ο χρυσόραβδος Ερμής.
Αλλά εγώ εσάς και μ’άλλη μου ωδή θα υμνήσω.

Επί πολύ χρόνο δεν είχε εικόνα, οι δε άνθρωποι αρκούνταν  να προσφέρουν  θυσία σε αυτή επί του βωμού της, ένθα άσβεστο διατηρούνταν το ιερό της πυρ (Παυσ. II. 35.2).

Πρώτον είδωλο της υπήρξε η απεικόνιση της ως αειζώου και ζωογόνου φλογός.

Αλλά και αργότερα τα αγάλματα της, έργα  νεωτέρων καλλιτεχνών ήταν ολιγάριθμα. Από αυτά  είναι , ένα στο πρυτανείο των Αθηνών, όπου ήταν  οι νόμοι του Σόλωνος και το άγαλμα της Ειρήνης,  στην αρχαία Ολυμπία, έργον του Αργείου Γλαύκωνος, ένα στην Πάρο αξιόλογου τέχνης, το όποιον ο αυτοκράτωρ Τιβέριος άρπαξε και το αφιέρωσε στον  ναό της Ομονοίας, στην Ρώμη  ,όπου υπάρχει και ένα άλλο άγαλμα ,  έργο του Σκόπα.

Η Εστία απεικονίζονταν συνήθως κρατούσα κλείδα και σκήπτρο ή πυρσό στη μία και δόρυ στην άλλη χείρα.

Γύρω  από την καθήμενη Εστίας ήταν δύο λυχνοστάτες υποβαστάζοντας τις καίουσες λυχνίας, σύμβολο της πύρινης φύσεως της θεάς.

Πάντα τα αγάλματα αυτής,  είχαν την μορφή σοβαρά και αξιοπρεπή και εξέφραζαν κατάσταση πλήρους ακινησίας, ανταποκρινόμενη προς την περί αυτής ιδεολογία των  Ελλήνων.

Στην  Ολυμπία απεικονί­ζονταν η Εστία, μεταξύ Ερμή και Έρωτος, και εις το βάθρο του αγάλματος του Διός.

Από τα διασωθέντα αγαλμάτά της τα καλύτερα είναι η Εστία του μεγάρου Ιουστινιάνι στην Χίο. Η απλότητα του ενδύματος, το οποίο καλύπτει ολόκληρο το σώμα, η ακαμψίατου υφάσματος του χιτώνα, το πέπλο που πέφτει στους ώμους της, η απεριποίητη κόμη και η αυστηρή φυσιογνωμία του αγάλματος παράγουν μίαν εντύπωση θρησκευτικής σεμνότητας.

Σε αυτή την ήρεμη  απεικόνιση προσδίδει φαινομενική μόνο κίνηση ο αριστερός βραχίονας , που δείχνει τον ουρανό, απ΄όπου ήλθε το ιερό πυρ της Εστίας. Από τις ελάχιστες δε  διασωθείσες αγγειογραφίες, στις οποίες απεικο­νίζεται , είναι η επί του αγγείου του Σωσίου,  στο οποίο η Εστία κρατά  φιάλη πλησίον της Αμφιτρίτης και βρίσκεται στο  Μουσείο του Βερολίνου.

ΤΟΠΟΙ ΛΑΤΡΕΙΑΣ ΤΗΣ ΕΣΤΙΑΣ

Όπως δια την Γαία πάς εσπαρμένος αγρός ήταν και βωμός λα­τρείας αυτής, ούτω και πας τόπος στον οποίον άναπταν πυρ ήταν βωμός της Εστίας.

Ιδίως όμως ιεροί δι’ αυτήν τόποι ήσαν τα πρυτανεία των πόλεων  πλησίον των οποίων υπήρχαν οι βωμοί της, στους όποίους οι πρυτάνεις τελούσαν κατά πρώτον θυσία και έπειτα στους βωμούς των άλλων θεών, και εστίες των οικιών, το άσυλο παντός ξένου.

Ως αρχαιότατος τόπος λατρείας της μνημονεύεται από τον Πίνδαρου η Τένεδος. Ο βωμός της Εστίας με το ιερό πυρ στους  Δελφούς, ήταν η κοινή εστία της Ελλάδος, επειδή οι Δελφοί θεωρούνται ο ομφαλός της γης, από εκεί άναβε η φωτιά όλων των Ναών.


πηγή: archaia-ellada

ΚΟΡΝΗΛΙΟΣ ΚΑΣΤΟΡΙΑΔΗΣ - ΤΟ ΟΡΑΜΑ ΤΗΣ ΑΥΤΟΝΟΜΙΑΣ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ

$
0
0

                        Τα τείχη της αρχαίας Αθήνας
                          (ψηφιακή αναπαράσταση)


Χρειαζόμαστε, σήμερα, τη σκέψη και τα ερμηνευτικά εργαλεία του Καστοριάδη, όχι απλώς για να ερμηνεύσουμε και να κατανοήσουμε το παρόν, που συντρίβεται από την «άνοδο της ασημαντότητας»και την απροκάλυπτη επίθεση στην αυτονομία των πολιτών, αλλά για να οραματιστούμε την αναγέννηση της δημοκρατίας, μακριά από την«ετερονομία» και τους ειδήμονες της «φιλελεύθερης ολιγαρχίας» που δεν μπορούν να εξυπηρετήσουν τις πραγματικές ανάγκες των πολιτών. 

Ο φιλόσοφος της αυτονομίας Κορνήλιος Καστοριάδης, στο αφιέρωμα της «Εφημερίδας των συντακτών». Παραθέτουμε το άρθρο του Γ. Ν. Οικονόμου «Αυτονομία και Δημοκρατία»:
«Η αυτόνομη κοινωνία, εν αντιθέσει προς την ετερόνομη, δεν υποδουλώνεται στους θεσμούς της, δεν τους θεωρεί άπαξ διά παντός θεσμισμένους, ιερούς και απαραβίαστους. Αυτό συμβαίνει διότι δέχεται ρητώς πως οι θεσμοί είναι δημιουργίες των ανθρώπων και όχι του θεού, της φύσεως ή κάποιων «νόμων της ιστορίας». Ως εκ τούτου, μια τέτοια κοινωνία δημιουργεί μια κριτική σχέση απέναντι στους θεσμούς και δύναται να τους αμφισβητεί και να τους αλλάζει. Θέτει ερωτήματα και κυρίως το ουσιώδες ερώτημα: γιατί αυτός ο νόμος και όχι κάποιος άλλος; Έτσι ξεκινά η αμφισβήτηση, ο πολιτικός και κοινωνικός αγώνας που σηματοδοτούν την ανάδυση του προτάγματος της αυτονομίας, δηλαδή της επιθυμίας και ταυτοχρόνως της δράσης για ελευθερία και ισότητα, για συμμετοχή στις αποφάσεις και στη θέσπιση των νόμων. Η αυτόνομη κοινωνία δεν αυτοορίζεται στατικώς και απολύτως, δεν θεωρεί πως απέκτησε δίκαιους νόμους άπαξ διά παντός, αλλά είναι μια κοινωνία στην οποία τα ζητήματα της δικαιοσύνης και του νόμου παραμένουν με δική της ευθύνη πάντοτε ανοικτά.
Η αυτονομία κατά τον Καστοριάδη έχει δύο πλευρές, την ατομική και την κοινωνική, οι οποίες είναι αλληλένδετες: τα αυτόνομα άτομα είναι αδιανόητα χωρίς αυτόνομη κοινωνία και αντιστρόφως. Επειδή το άτομο αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης κοινότητας, ζει εντός αυτής και εξαρτάται από αυτή, ευλόγως τίθεται το ερώτημα: τι σημαίνει ατομική αυτονομία; Ενας βασικός όρος είναι η δυνατότητα συμμετοχής του ατόμου στη διαμόρφωση του νόμου και στη λήψη των αποφάσεων. Αυτόνομο άτομο, από πολιτική άποψη, είναι εκείνο το οποίο αναγνωρίζει στους νόμους της κοινότητας τους δικούς του νόμους, πράγμα το οποίο επιτυγχάνεται όταν το άτομο συμμετέχει στη συζήτηση και θέσπιση των νόμων, ανεξαρτήτως αν η γνώμη του πλειοψήφησε ή όχι.
Κατά τον Καστοριάδη, όλες σχεδόν οι κοινωνίες είναι ετερόνομες και μόνο δύο φορές στην ιστορία έγινε η ρήξη με τη θεσμισμένη ετερονομία. Για πρώτη φορά έγινε στις πόλεις της αρχαίας Ελλάδας με την ανάδυση του προτάγματος της αυτονομίας. Η κοινωνική-πολιτική δράση και η ενεργός συμμετοχή των μεσαίων και κατώτερων στρωμάτων οδήγησαν στη δημιουργία της άμεσης δημοκρατίας. Ετσι, αναπόφευκτα η συζήτηση για την αυτόνομη κοινωνία οδηγεί στη συζήτηση περί άμεσης δημοκρατίας, την οποία ο Καστοριάδης θεωρεί βάση της αυτονομίας.
Βασικό χαρακτηριστικό της άμεσης δημοκρατίας είναι η απουσία της αντιπροσώπευσης και των κομμάτων. Δημοκρατία σημαίνει το «κράτος» του δήμου, την κυριαρχία των πολιτών. Ο δήμος ασκεί άμεσα την εξουσία υπό όλες τις μορφές της, κυβερνητική, δικαστική, νομοθετική, εκτελεστική. Συμμετέχει ρητά και συνειδητά στη συνολική θέσμιση της κοινωνίας, μην αναγνωρίζοντας άλλη πηγή του νόμου παρά μόνο τον εαυτό του, όπως δηλώνεται στην περίφημη ρήτρα με την οποία άρχιζαν οι νόμοι και τα ψηφίσματα της εκκλησίας του δήμου: έδοξε τη βουλή και τω δήμω. Ολοι οι πολίτες συμμετέχουν στη διαμόρφωση και στη λήψη των αποφάσεων, στη διαμόρφωση και την ψήφιση των νόμων (εκκλησία του δήμου). Συμμετέχουν στη δικαστική εξουσία ως δικαστές διά κληρώσεως, στην εκτελεστική ως βουλευτές (Βουλή των πεντακοσίων) και στα άλλα κατώτερα και μεσαία αξιώματα διά κληρώσεως. Εκλέγουν όμως τους άρχοντες στα αξιώματα για τα οποία χρειάζονται ειδικές γνώσεις και ικανότητες, όπως στρατηγοί και ταμίες. Ετσι, η κλήρωση είναι η ειδοποιός διαφορά της δημοκρατίας, ενώ οι εκλογές είναι χαρακτηριστικό του ολιγαρχικού και του αριστοκρατικού πολιτεύματος, πράγμα που επισημαίνει και ο Αριστοτέλης.
Επίσης όλοι οι ασκούντες εξουσία, αιρετοί και κληρωτοί, υπόκεινται σε ουσιαστικό έλεγχο, δίνουν λόγο και απολογισμό ενώπιον του δήμου (λόγον διδόναι, ευθύναι),είναι ανά πάσα στιγμή ανακλητοί και η θητεία τους είναι ετήσια. Αλλο χαρακτηριστικό της άμεσης δημοκρατίας που επισημαίνει ο Καστοριάδης είναι η αντίθεση του δήμου προς τους «ειδήμονες», τους δήθεν ειδικούς της πολιτικής. Η κυρίαρχη σήμερα αντίληψη ότι υπάρχουν «ειδικοί επιστήμονες» επαγγελματίες των πολιτικών πραγμάτων δεν έχει καμιά σχέση με τη δημοκρατία, «χλευάζει την ίδια την ιδέα της δημοκρατίας». Ενα άλλο χαρακτηριστικό είναι η αντίθεση της κοινότητας προς το «κράτος». Η ύπαρξη μιας γραφειοκρατίας, ενός μηχανισμού διακεκριμένου και χωρισμένου από το σώμα των πολιτών, ήταν αδιανόητη για τη δημοκρατία. Στην αθηναϊκή δημοκρατία η «διοικητική γραφειοκρατία» που ασκούσε τα εκτελεστικά καθήκοντα (με την κυριολεκτική έννοια του όρου) αποτελούνταν από δούλους, τους οποίους επέβλεπαν πολίτες ορισμένοι διά κληρώσεως.
Εν ολίγοις, τα ουσιώδη χαρακτηριστικά της (άμεσης) δημοκρατίας είναι η κυριαρχία των πολιτών και όχι των πολιτικών ή των κομμάτων, η αυτοδιεύθυνση, η πρωτοβουλία, το πάθος για τα κοινά, η ευθύνη, η δημιουργικότητα, τα οποία αναπτύσσονται στον βαθμό που οι πολίτες συμμετέχουν ουσιαστικώς στις υποθέσεις της κοινότητας, ασκούν άμεσα την εξουσία και τον έλεγχό της, ασκούν πολιτική με την αληθή σημασία του όρου. Είναι υποκείμενα της πολιτικής και όχι αντικείμενά της.
 Το πρόταγμα της αυτονομίας αναδύθηκε για δεύτερη φορά στη Δύση στο τέλος του Μεσαίωνα, με την Αναγέννηση, τον Διαφωτισμό και τις επαναστάσεις του 17ου-18ου αιώνα, που οδήγησαν σε καινούργιες θεσμίσεις, σε ανθρώπινα δικαιώματα, ατομικές ελευθερίες και στα αντιπροσωπευτικά πολιτεύματα. Αυτά όμως δεν είναι δημοκρατικά, αν και αποκαλούνται «δημοκρατίες» ή «αντιπροσωπευτικές δημοκρατίες». Στην ουσία είναι ολιγαρχίες, φιλελεύθερες ολιγαρχίες, διότι οι ολίγοι λαμβάνουν τις αποφάσεις, θεσπίζουν τους νόμους, ασκούν τη δικαστική και κυβερνητική εξουσία προς όφελος των ολίγων ισχυρών. Οι πολλοί δεν συμμετέχουν στη θέσπιση των νόμων, στη λήψη των αποφάσεων ούτε σε καμία άλλη εξουσία. Ο δήμος δηλαδή είναι απών. Ομως δημοκρατία χωρίς δήμο είναι αδύνατη. Γι” αυτό ο Καστοριάδης αντιπαραθέτει στα σημερινά ολιγαρχικά πολιτεύματα την άμεση δημοκρατία – την αυτοκυβέρνηση των πολιτών χωρίς αντιπροσώπους και κόμματα.»
πηγή: lectores.gr

Η ΑΡΧΑΙΑ ΟΛΥΜΠΙΑ, Η ΗΛΙΔΑ ΚΑΙ ΟΙ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΡΕΙΣ ΕΝΤΥΠΩΣΙΑΚΕΣ ΤΗΛΕΠΡΟΒΟΛΕΣ (ΒΙΝΤΕΟ) ΚΑΙ ΕΝΑ ΙΣΤΟΡΙΚΟ

$
0
0
Μέσα από τις τρεις επιβλητικές τηλεπροβολές προβάλλεται σε ψηφιακή αναπαράσταση το σύνολο των ιερών, των ναών και των κτηρίων του ιερού χώρου της Ολυμπίας και της Ήλιδας.


                                                          ΑΡΧΑΙΑ ΟΛΥΜΠΙΑ  1
                         
                                                         ΑΡΧΑΙΑ ΟΛΥΜΠΙΑ  2

                                                      ΑΡΧΑΙΑ ΟΛΥΜΠΙΑ  3

Ιστορικό

Στη δυτική Πελοπόννησο, στην πανέμορφη κοιλάδα του ποταμού Αλφειού, άνθισε το πιο δοξασμένο ιερό της αρχαίας Ελλάδας, που ήταν αφιερωμένο στον πατέρα των θεών, τον Δία. Απλώνεται στους νοτιοδυτικούς πρόποδες του κατάφυτου Κρονίου λόφου, μεταξύ των ποταμών Αλφειού και Κλαδέου, που ενώνονται σε αυτή την περιοχή. Παρά την απομονωμένη θέση της κοντά στη δυτική ακτή της Πελοποννήσου, η Ολυμπία καθιερώθηκε στο πανελλήνιο ως το σημαντικότερο θρησκευτικό και αθλητικό κέντρο. Εδώ γεννήθηκαν οι σπουδαιότεροι αγώνες της αρχαίας Ελλάδας, οι Ολυμπιακοί, που γίνονταν κάθε τέσσερα χρόνια προς τιμήν του Δία, ένας θεσμός με πανελλήνια ακτινοβολία και λάμψη από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Η απαρχή της λατρείας και των μυθικών αναμετρήσεων που έλαβαν χώρα στην Ολυμπία χάνεται στα βάθη των αιώνων. Οι τοπικοί μύθοι σχετικά με τον ισχυρό βασιλιά της περιοχής, τον ξακουστό Πέλοπα, και τον ποτάμιο θεό Αλφειό, φανερώνουν τους ισχυρούς δεσμούς του ιερού τόσο με την Ανατολή όσο και με τη Δύση. 

Τα παλαιότερα ευρήματα στο χώρο της Ολυμπίας εντοπίζονται στους νότιους πρόποδες του Κρονίου λόφου, εκεί όπου αναπτύχθηκαν τα πρώτα ιερά και οι προϊστορικές λατρείες. Μεγάλος αριθμός οστράκων, που χρονολογούνται στην Τελική Νεολιθική εποχή (4η χιλιετία π.Χ.), βρέθηκαν στο βόρειο πρανές του σταδίου. Ίχνη κατοίκησης και των τριών περιόδων της Εποχής του Χαλκού έχουν εντοπισθεί στην ευρύτερη περιοχή της Άλτεως και του Νέου Μουσείου. Στην Πρωτοελλαδική ΙΙ περίοδο (2800-2300 π.Χ.) κατασκευάσθηκε μεγάλος τύμβος, που αποκαλύφθηκε στα κατώτερα στρώματα του Πελοπίου, και στην Πρωτοελλαδική ΙΙΙ περίοδο (2150-2000 π.Χ.) οικοδομήθηκαν τα πρώτα αψιδωτά κτήρια του οικισμού. Σύμφωνα με την αρχαία παράδοση, τον 11ο αιώνα π.Χ. στην ευρύτερη περιοχή της Ολυμπίας εγκαταστάθηκαν οι Αιτωλοί, με αρχηγό τον Όξυλο, οι οποίοι ίδρυσαν το κράτος της Ήλιδας. Προς τα τέλη της μυκηναϊκής εποχής πιθανότατα διαμορφώθηκε και το παλαιότερο πρωτόγονο ιερό, αφιερωμένο σε τοπικές και πανελλήνιες θεότητες. 

Γύρω στο 10ο-9ο αι. π.Χ. άρχισε να διαμορφώνεται η Άλτις, το ιερό άλσος που ήταν κατάφυτο με αγριελιές, πεύκα, πλατάνια, λεύκες και δρυς. Τότε καθιερώθηκε η λατρεία του Δία, και η Ολυμπία από τόπος κατοίκησης έγινε τόπος λατρείας. Για αρκετό καιρό μέσα στο ιερό δεν υπήρχαν οικοδομήματα, παρά μόνο η Άλτις, που προστατευόταν από περίβολο, μέσα στον οποίο υπήρχαν βωμοί για τις θυσίες στους θεούς και ο τύμβος του Πελοπίου. Τα πολυάριθμα αναθήματα, κυρίως ειδώλια, χάλκινοι λέβητες και τρίποδες τοποθετούνταν στην ύπαιθρο, πάνω σε κλαδιά δένδρων και σε βωμούς. Στην Γεωμετρική εποχή χρονολογούνται και τα πρώτα ειδώλια που απεικονίζουν τον Δία, τον κύριο του ιερού. Το 776 π.Χ. αναδιοργανώθηκαν προς τιμήν του οι αγώνες, από τον Ίφιτο, βασιλιά της Ήλιδας, από τον Κλεοσθένη της Πίσας και τον Λυκούργο της Σπάρτης, οι οποίοι θέσπισαν και την ιερή εκεχειρία. Τα Ολύμπια τελούνταν κάθε τέσσερα χρόνια και σύντομα απέκτησαν πανελλήνιο χαρακτήρα. 

Στην Αρχαϊκή εποχή άρχισε η μεγάλη ανάπτυξη του ιερού, όπως δείχνουν τα χιλιάδες αφιερώματα της περιόδου, όπλα, ειδώλια, λέβητες και πολλά άλλα, ενώ τότε οικοδομήθηκαν τα πρώτα μνημειακά κτήρια: ο ναός της Ήρας, το Πρυτανείο, το Βουλευτήριο, οι θησαυροί και το πρώτο στάδιο. Η ακμή του ιερού συνεχίσθηκε και στην κλασική εποχή, όταν κτίσθηκε ο μεγαλοπρεπής ναός του Δία (470-456 π.Χ.), λουτρά, στοές, θησαυροί, βοηθητικά κτήρια, και το στάδιο, το οποίο μεταφέρθηκε ανατολικότερα των δύο αρχαϊκών, εκτός της ιεράς Άλτεως. Πολυάριθμα ήταν και τα αφιερώματα που προσέφεραν οι πιστοί. Οι χιλιάδες ανδριάντες και άλλα πολύτιμα έργα που υπήρχαν σε όλο τον ιερό χώρο της Άλτεως χάθηκαν, δεδομένου ότι το ιερό συλήθηκε αρκετές φορές κατά την αρχαιότητα, ιδιαίτερα στη Ρωμαϊκή εποχή. Κατά την Ελληνιστική εποχή συνεχίσθηκε η ανέγερση οικοδομημάτων κυρίως κοσμικού χαρακτήρα, όπως το γυμνάσιο και η παλαίστρα, και στα ρωμαϊκά χρόνια έγιναν μετασκευές στα υπάρχοντα κτήρια. Οικοδομήθηκαν επίσης θέρμες, πολυτελείς κατοικίες και το υδραγωγείο. Το ιερό λεηλατήθηκε, προκειμένου τα εξαίρετα αφιερώματα να κοσμήσουν ρωμαϊκές επαύλεις. 

Η λειτουργία του συνεχίσθηκε κανονικά τα πρώτα χριστιανικά χρόνια επί Μεγάλου Κωνσταντίνου. Το 393 μ.Χ. έγιναν οι τελευταίοι Ολυμπιακοί Αγώνες και λίγο αργότερα ο αυτοκράτορας του Βυζαντίου Θεοδόσιος Α΄, με διάταγμά του απαγόρευσε οριστικά την τέλεσή τους, ενώ επί Θεοδοσίου Β΄, επήλθε η οριστική καταστροφή του ιερού (426 μ.Χ.). Στα μέσα του 5ου αι. μ.Χ. επάνω στα ήδη ερειπωμένα κτίσματα αναπτύχθηκε μικρός χριστιανικός οικισμός, και το εργαστήριο του Φειδία μετατράπηκε σε παλαιοχριστιανική βασιλική. Δύο μεγάλοι σεισμοί, το 522 και 551 μ.Χ. προκάλεσαν την οριστική καταστροφή του ιερού, εφ'όσον τότε κατέρρευσαν όσα κτήρια είχαν απομείνει όρθια, μεταξύ αυτών και ο ναός του Δία. Στους αιώνες που ακολούθησαν ο χώρος καλύφθηκε από τις πλημμύρες των ποταμών Αλφειού και Κλαδέου και από τις κατολισθήσεις του Κρονίου λόφου και η Ολυμπία πέρασε στη λησμονιά με τα ερείπια καλυμμένα από επίχωση 5-7 μέτρων. Η περιοχή ονομάσθηκε Αντίλαλος και μόλις το 1766 εντοπίσθηκε η θέση του αρχαίου ιερού. 

Η πρώτη ανασκαφή στο χώρο διεξήχθη το 1829 από τη Γαλλική Επιστημονική Αποστολή στην Πελοπόννησο, με επικεφαλή το στρατηγό N. J. Maison. Τότε αποκαλύφθηκε μέρος του ναού του Δία και τμήματα των μετοπών που τον κοσμούσαν, πολλά από τα οποία μεταφέρθηκαν στο Μουσείο του Λούβρου. Η συστηματική έρευνα του ιερού άρχισε το 1875 από το Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο και με διακοπές συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Οι πιο πρόσφατες έρευνες, την τελευταία δεκαετία, έγιναν στο νοτιοδυτικό κτήριο, υπό τη διεύθυνση του καθηγητή Κλασικής Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου του Wurzburg και μέλους του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου κ. U. Sinn, και στα προϊστορικά κτήρια του ιερού, υπό τη διεύθυνση του Δρ Η. Kyrieleis, τ. Διευθυντή του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ιντιτούτου. Σήμερα, παράλληλα με το ανασκαφικό έργο σε όλο το χώρο του αρχαίου ιερού πραγματοποιούνται έργα συντήρησης και αναστήλωσης.



πηγές: odysseus.culture.gr-youtube

ΑΓΓΕΛΟΣ ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΣ - ΕΡΩΤΑΣ ΤΟΥ ΟΡΑΤΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΟΡΑΤΟΥ

$
0
0
390__--photos--Greeks--sikelianos_697



                                                                                             
Ο Άγγελος Σικελιανός ήταν ένα ταλαντούχο, θαλερό πνεύμα. Δριμύς και λυρικός ταυτόχρονα στους στίχους του. Άλλοτε σκοτεινός και σπηλαιώδης, άλλοτε ακτινοβόλος και διαυγής. Σίγουρα συμβολικός, σίγουρα παθιασμένος από έρωτα, εκστατικός, με ένα όραμα κι ένα εσωτερικό πόθο για μυστικισμό. Στην ποίηση του Σικελιανού, πάλλουν μαζί η  φύση και το θείο, σε μια μυστική, τελετουργική ένωση. Ένα ορφικό δοξαστικό. Οπωσδήποτε Έλληνας. Άλλωστε η οικογένειά του προερχόταν από αγωνιστές του 1821. Ο ίδιος ζωντάνεψε με τα γραφόμενά του την ιστορία, το ήθος, τους μύθους, και τα όνειρα των Ελλήνων. Πατριώτης. Αν και ξεκίνησε ως αφελής βασιλικός στην πορεία συντάχθηκε με την αριστερά και στήριξε την Εθνική Αντίσταση..


Στον τόπο που γεννήθηκε και μεγάλωσε, την Λευκάδα, γνώρισε την Επτανησιακή Σχολή κι έγινε  βαθύς κοινωνός τόσο της λαϊκής γλώσσας, όσο και της δυτικής λογοτεχνίας. .Είναι ασφαλώς διαφορετικός και από τον Καβάφη αλλά και τον Παλαμά που τόσο αγάπησε. Η γλωσσική τους διαφορά είναι παράξενη γιατί  μας μεταφέρει στο παρόν σχεδόν τρείς διαφορετικές Ελλάδες, κάτι αδύνατον να συμβεί με την  ισοπεδωτική μας σημερινή γλώσσα! Τόσο ο Σεφέρης όσο κι Ελύτης κι ο Εγγονόπουλος έχουν επηρεαστεί σαφώς από το έργο του. Διαβάζοντας τις ιστορίες για το Ιόνιο του Σικελιανού αναγνωρίζουμε την ποιητική μήτρα του Ελύτη..

σικελιανος
 Ο Άγγελος Σικελιανός καταθέτει στεφάνι στο φέρετρο του Κωστή Παλαμά . Δίπλα του η ηθοποιός Μαρίκα Κοτοπούλη. Λίγο αργότερα απήγγειλε το ποίημά του “Ηχήστε οι σάλπιγγες” μπροστά σε χιλιάδες κόσμο. Η κηδεία μετατράπηκεσε αντικατοχική διαδήλωση με τα γερμανικά πολυβόλα να βρίσκονται με το δάχτυλο στη σκανδάλη..

Η πρώτη του εκφραστική ποιητική απόπειρα είναι το μεγάλο συνθετικό ποίημα "Ο Αλαφροΐσκιωτος". Ο τίτλος του είναι παρμένος από από τους "Ελεύθερους Πολιορκημένους"του Δ. Σολωμού. Θα ακολουθήσει μια ατέλειωτη διαδρομή που περιλαμβάνει όχι μόνον ποιήματα αλλά και κείμενα για την τέχνη, την φιλοσοφία και τραγωδίες, αφού ο ίδιος ξεκίνησε ως ηθοποιός. Ηθοποιός ήταν κι η αδελφή του που συνεργαζόταν με την Ισιδώρα Ντάνκαν.. Οι στενές σχέσεις που είχαν εκείνον τον καιρό οι πνευματικοί άνθρωποι είναι πάλι κάτι που νοσταλγεί κανείς.. Ο Σικελιανός ήταν φίλος στενός π.χ του Καζαντζάκη, ενός επίσης πολύ δυναμικού ανθρώπου με μεταφυσικές γνώσεις.Ο Rodin έγινε στενός του φίλος επίσης..Έγραψε για την γλυπτική του κι ένα βιβλίο..Και πολλοί άλλοι..Η μεταφυσική διάσταση των πραγμάτων τον απασχολούσε επίσης πολύ..Τα Ορφικά, τα Ελευσίνια Μυστήρια, τα ιερά της Δωδώνης, των Δελφών, της Δήλου και της Σαμοθράκης είναι η εσωτερική του έμπνευση. Στην Ελευσίνα, προσεγγίζει ευλαβικά το ιερό τής θεάς Δήμητρας και τα μυστήριά της. Γίνεται μύστης.

Eva_Palmer-Sikelianos




















Το μεγάλο όραμα του Άγγελου Σικελιανού και της γυναίκας του Εύας Πάλμερ, ήταν η αναβίωση της Δελφικής Ιδέας. (Aριστερά στην φωτο η Έυα Πάλμερ..)
“Εδώ είν’ η άμετρη σιγή, εδώ ‘ναι η κρύφια τάξη, εδώ κι η δρόσο ακούγεται από τα νέφη αν στάξει/  δώ ‘ναι το πλέγμα των ναών, η συντηχιά της φύσης, εδώ ανταμώνεται σε μια, της γής οι τρανές αισθήσεις..”
 Ήθελαν να ξαναγίνουν οι Δελφοί, ο «ομφαλός της γης», το κέντρο μιας παγκόσμιας αμφικτυονίας, όπου το πνεύμα του αρχαίου Ελληνισμού μέσα από την αναβίωσή του θα μπορούσε να επανενώσει το παγκόσμιο πνεύμα.

Οι Πρώτες Δελφικές Εορτές έγιναν το 1927 και κράτησαν μόνο δύο ημέρες. Περιελάμβαναν παράσταση του Προμηθέα Δεσμώτη του Αισχύλου, γυμνικούς αγώνες, λαϊκούς χορούς κι έκθεση λαϊκής τέχνης. Το 1930 έγιναν και Δεύτερες Δελφικές Εορτές που επιχείρησαν την αναβίωση του αρχαίου τρόπου διδασκαλίας. Η μουσική, που συνόδευε τα χορικά, βασιζόταν στο βυζαντινό μέλος. Τις ενδυμασίες είχε υφάνει η ίδια η Εύα Σικελιανού πάνω σε πρότυπα λαϊκής τέχνης.


Η απήχηση των Εορτών ήταν μεγάλη. Έγιναν δεκτές με ενθουσιασμό από τους διανοούμενους και τους λάτρεις του Ελληνικού πνεύματος που ήρθαν από την Ευρώπη. Κάποιοι ωστόσο αμφισβήτησαν την προσπάθεια και τα κίνητρά της. Οι κριτικές ήταν ή ενθουσιώδεις ή εντελώς αρνητικές. Έτσι οι Δελφικές γιορτές δεν μπόρεσαν να συνεχιστούν. Παρά τη λαμπρή τους επιτυχία το ζεύγος Σικελιανού καταστράφηκε οικονομικά.

delfika
















Το 1933 η Εύα, αφού έκανε απεγνωσμένες προσπάθειες για να πετύχει οικονομική ενίσχυση από το κράτος για τη συνέχιση των Εορτών, έφυγε για την Αμερική με σκοπό να διαδώσει κι εκεί τη Δελφική Ιδέα. Δεν τα κατάφερε.κ,. Γύρισε στην Ελλάδα όταν έμαθε για το θάνατο του Σικελιανού το 1951, με τον οποίο είχε χωρίσει από το 1934. Η υποδοχή που της επιφυλάχθηκε, όταν επισκέφτηκε τους Δελφούς ήταν θερμή. Ωστόσο, ενώ παρακολουθούσε μια παράσταση στο θέατρο των Δελφών, η καρδιά της την πρόδωσε και τάφηκε κι αυτή στους Δελφούς πλάι στον Σικελιανό.

     Ακολουθεί το ερωτικότερο ίσως ποίημα του Σικελιανού..

      Ύμνος του μεγάλου Νόστου, 1939

burne_jones_cupid_psyche                                           












       Eward Burne Jones, Cupid and psyche

        Νυχτιὲς ἀφέγγαρες ― κρυφέ της μοίρας μου ἀρραβώνα·           
                            πιὸ σκοτεινὰ βουνά,
         ποὺ πρωτοδιάβαινα βουβὸς τ᾿ ἀμπέλια, ὦσμε τὸ γόνα
                                κι ὡς τὸ λαιμὸ τρανά·
          ποὺ διάβαινα, ὅλο διάβαινα, σὰν ἡ σιγὴ εἶχε πέσει
                                 στὰ ξύλα τοῦ δρυμοῦ,
      ὡσὰν ἀλάφι θεόρατο ποὺ κολυμπάει στὴ μέση                           
                                    μεγάλου ποταμοῦ...
             Ἄ, ποιὸ παλμὸν ἀκοίμητο τὰ φρένα μου ἐσηκῶνα
                                 στὰ τρίσβαθα τοῦ νοῦ,
             μὲ τὴ βουβή τους μίμηση μπρὸς στὴν βουβὴν εἰκόνα
                                 τοῦ κάταστρου οὐρανοῦ!
             Ὄλυμπος πιὰ χεροπιαστὸς τριγύρα μου εἶχε ἀνθίσει,
                                   καί, λάτρα σιωπηλή,
             σ᾿ ὅλα τὰ μέλη μου ἄστραφτε τὸ μυστικὸ μεθύσι
                                  μιὰ κρύφια ἀνατολή...
              Ἄγρυπνη βίγλα ἐκράταγε, πολὺ ψηλὰ ἀναμμένη,
                                 τοῦ πόθου ἡ μαντικὴ
             φωτιά, καὶ γύρα μία γενιὰ θεῶν συμμαζεμένη
                                 μὲ κοίταε σκεφτική...

Liberi Pietro Sleeping Endymion                         Liberi Pietro Sleeping Endymion
        Σὰν ἄλικη ἡ πανσέληνο στὰ κορφοβούνια ἀπάνω
                            προβαίνει ἀργή, τρανή,
        στὸ πορφυρὸν εἰκόνισμα τοῦ πόθου μου τὸ πλάνο
                             βαφόνταν οἱ οὐρανοί.
       Καὶ πίσω ἀπὸ τ᾿ ἀπάντεχον, ἀθλητικὸ ὄργιό του,
                           ποὺ νίκαε τὸν καιρό,
     σὰν ἱερέας σιωπηλὰ ποὺ σέρνει τὸ σφάγιό του,
                           κι ὡς πρῶτος στὸ χορό
  ποὺ ἀπὸ ξοπίσω του τραβάει πολλοὺς ― παρόμοια, ἀκέρια
                         σὰ νά ῾σερνα το σφάγιό του 
  ἀπ᾿ τοὺς πρωτόφαντους θεοὺς κι ἀπὸ τὰ πρῶτα ἀστέρια
                         τηρώντας ἐντολή,
 στὸ στρῶμα ποὺ φουντώνανε τῆς γῆς τὰ ὀλύμπια μύρα
                      πῶς ἔσερνα μὲ ὁρμή
       μὲς στὰ σκοτάδια, ὡς ὁ τυφλὸς π᾿ ἀδράζεται ἀπ᾿ τὴ λύρα,
                       το ἐρωτικὸ κορμί!...
William-Etty-Sleeping-Nymph-Satyrs                  
William Etty, Sleeping Nymph Satyrs, 1828
Νυχτιὲς ἀφέγγαρες, θερμὸ ποὺ μὲ γεμίσατε αἷμα,
                      καὶ πλούσιο, μαντικὸ
τὸ πνέμα μου στεριώσατε ― ἀλύγιστο ἕνα ρέμα,
                       βαθύ, πολεμικὸ ―
  καὶ στὴν ψυχή μου θρέψατε τοὺς στοχασμούς, ὡς θρέφει
                      σὲ θεία κληματαριά
 ἡ ἁδρὴ ἀπονύχτερη δροσιὰ τσαμπιὰ τρανὰ σὰ βρέφη,
                       πανώρια καὶ βαριά!
 K᾿ ἐσύ, παλμέ, ποὺ ἀκοίμητο τὰ φρένα μου ἐσηκῶνα
                      στὰ τρίσβαθα τοῦ νοῦ,
 κ᾿ ἐσὺ πυρρὴ π᾿ ἀνέμιζα τῆς πιθυμιᾶς μου εἰκόνα
                     στὴν ὄψη τ᾿ οὐρανοῦ·
 τοῦ Ὀλύμπου πιά, σάμπως ληνὸ στὰ πόδια μου, τὸ τέρας
                     πατῶ τὸ μυστικό. 
Ὅλος συρμένος ὁ Ἔρωτας στὶς φρένες μου, ὡς τὸ δέρας
                   τὸ μάγο στὴν Ἰωλκό!

Evelyn De Morgan,night and sleep                                                                     








Evelyn De Morgan,night and sleep,1878
 Κυλᾶ φωτιὲς ὁ Ὠρίωνας· κι ὁ Δίας εἶν᾿ ἕνας θρόνος·
              κ᾿ ἡ Πούλια εἶναι φωλιά·
 μὰ ὁ μυστικὸς Διθύραμβος, ποὺ πιὰ δὲ ῾γγίζει ὁ Χρόνος,
               τοῦ νοῦ μου ἡ ἀγκαλιά!
 Νά· πυρωμένη μου ἡ καρδιά, τὸ μέτωπο, τὸ μάτι
                ἐλεύτερο, οὐρανέ!
 Πήγασος εἶν᾿ ἀσπέδιστος τοῦ λογισμοῦ μου τὸ ἄτι,
              οἱ δρόμοι μου ἕνα Ναί,
 τὴν ἄβυσσο ἄβυσσο καλεῖ, τὸ βάθος κι ἄλλο βάθος,
             κι ἀδάμαστο, ἀλαφρό,
 μέσα μου πλέον ἀμόνοιαστον ἐστοίχειωσε τὸ πάθος
            ποὺ ἐσκίρτα στὸν ἀφρό...
 301070_10150359065724631_687804630_8044073_701644457_n                   Ruth Bernhard, In the waves, 1945
















Τοῦ Ὀλύμπου πιά, σάμπως ληνὸ στὰ πόδια μου, τὸ τέρας
                 θωρῶ τὸ μυστικό.
 Ὅλος ἐσύρθη ὁ Ἔρωτας στὶς φρένες μου, ὡς τὸ δέρας
               τὸ μάγο στὴν Ἰωλκό.
 Ὑμέναιο νέο στὰ βάθη τους λογιάζω τώρα θὰ βρῶ,
               σὰν ἤπια μονομιὰ
 τῆς νύχτας ὅλο τὸ κρασὶ τὸ μυστικὸ καὶ μαῦρο
               γιὰ μιὰν ἐπιθυμιά·
 κι ὅλ᾿ ἡ φωτιὰ τῶν οὐρανῶν μου κύκλωσε, μοῦ κρύβει
               τὸ πνέμα μου βουβό,
 τί πιὰ μὲ κράζει ἀμείλιχτη τοῦ νοῦ μου ἡ πάνοπλη ἥβη
             πρὸς τ᾿ ἄστρα ν᾿ ἀνεβῶ! 

380597594_b66234342d_z                                                                              



















Κυλᾶ φωτιὲς ὁ Ὠρίωνας· κι ὁ Δίας εἶν᾿ ἕνας θρόνος·
                 κ᾿ ἡ Πούλια εἶναι φωλιά·
μὰ ὁ μυστικὸς Διθύραμβος, ποὺ πιὰ δὲ ῾γγίζει ὁ Χρόνος,
                    ἡ πλέρια μου ἀγκαλιά!
 Τῶν ἄστρων ἔχει ἀπάνω μου τὸ περιβόλι γείρει,
                    κι ὁ κρύφιος λογισμός,
 σάμπως μελίσσι χνουδωτὸ βαμμένον ἀπὸ γύρη,
                    ξεσπᾶ βαθιά μου ἑσμός...
 Βροχὴ πεφτάστρια γύρα μου κι ἀδιάκοπα σταλάζει
                        τὸ ἀπέραντο γοργά·
 κι ὅπως χορεύει πέφτοντας στὸ χῶμα τὸ χαλάζι
                        κι ὁ οὐρανὸς ὀργᾶ,
            σὰν ἀπ᾿ τῆς λύρας τὶς χορδὲς ἀνάμεσα τὸ χέρι
                      φαντάζει ποὺ χτυπᾶ,
   ὅμοια ἡ καρδιά μου ὁλάκερη μέσα σὲ κάθε ἀστέρι
                       σπαράζει κι ἀγαπᾶ!

296627_10150356025524631_687804630_8028927_1298938138_n                         
Van Gogh, Starry night     
 Ὄργιο βαθύ! Στὸν πάγκοσμο παλμό σου, μὲς στὸ νέο
                  ποὺ γνώρισα κορμί,
  στῆς δύναμής σου τὴν πηγὴ κατάβαθα ἀναπνέω
                 μ᾿ ἀνήκουστην ὁρμή
 κι ὡς κατεβαίνει ἀγνάντια μου, χωρὶς νὰ τὸ γυρεύω,
                  τὰ βάθη τ᾿ οὐρανοῦ
 ὁ ἀρματωμένος Ἔρωτας, σκιρτῶ κι ἀντιχορεύω
                 μὲ τ᾿ ἄρματα τοῦ νοῦ.
 Γιατὶ τὸ ξέρω· πιὸ βαθιὰ κι ἀπ᾿ τὸν πηχτὸν ἀστρόφως,
                κρυμμένος σὰν ἀετός,
 μὲ περιμένει, ἐκεῖ ποὺ πιὰ ὁ θεῖος ἀρχίζει ζόφος,
                ὁ πρῶτος μου εαυτός.

πηγή: theartnoice 

Η ΣΦΙΓΓΑ ΩΣ ΨΥΧΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΟΣΜΟΘΕΑΣΗ

$
0
0

1)   Αττική Λήκυθος του 400 π.Χ - βρίσκεται στο Μουσείο του Hermitage





2)  Σφίγγες πάνω στην Σαρκοφάγο της Λυκίας στην Σιδώνα



3) Σφίγγα από το Σεράπειο της Μέμφιδας 

(Αυτή η Σφίγγα είναι σημαντική  γιατί ανευρέθη στην Μέμφιδα, στο Σεράπειο όπου εκτιμάται ότι ετάφη ο Αλέξανδρος από τον Πτολεμαίο "συμφωνα με τον Μακεδονικό νόμο" μετά την υφαρπαγή της σορού του Αλεξάνδρου και μοιάζει με τις Σφίγγες που βρέθηκαν στον Τύμβο Καστά)




Η δομή της ψυχής (ή Σφίγγας) στην Ελληνική Θεολογία

Η ψυχή μας αποτελείται από δύο τμήματα : την λεγόμενη λογική ψυχή που είναι γνωστή ως λογιστικόν και την άλογη ψυχή που αποτελείται από το θυμοειδές και το επιθυμητικό όπως μας λέει ο Πλάτων

Η λογική ψυχή κατεβαίνει από το νοητό, η δε άλογη ψυχή  προσακτάται από την λογική ψυχή μέσα στον κόσμο της γέννησης. Σκοπός μας είναι να αφυπνίσουμε τις γνώσεις που έχει ήδη η λογική ψυχή εκ κατασκευής και να  απαλλαγούμε κάποια στιγμή από την άλογη ψυχή, η οποία είναι και η αιτία που προσκολλούμαστε στον κόσμο της γέννησης

Στην Μυθολογία μας τα μέρη της άλογης ψυχής συμβολίζονταν με ζώα. Όπως μας λέει ο Πλάτων στην Πολιτεία με πολύμορφο θηρίο (που μας θυμίζει την Λερναία Ύδρα) συμβολιζόταν το επιθυμητικό και με λέοντα το θυμοειδές.

Επίσης η ψυχή συμβολίζεται και με την Σφίγγα, το ανθρώπινο κομμάτι (κεφάλι) της συμβολίζει την λογική ψυχή, το ζωώδες κομμάτι της την άλογη ψυχή και τα φτερά συμβολίζουν ότι η ψυχή αυτή έχει κατορθώσει να αποκτήσει αναγωγικές δυνάμεις, δυνάμεις δηλαδή που την κάνουν να επιτύχει την απελευθέρωση της από τον κόσμο της γέννησης και την επιστροφή  της στο νοητό.

πηγή: empedotimos.blogspot.gr

ΕΡΝΕΣΤ ΜΠΑΡΚΕΡ - Η ΠΛΑΤΩΝΙΚΗ ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΚΑΙ Η ΘΕΩΡΙΑ ΠΕΡΙ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ

$
0
0
Ernest  Barker
                
                












Πρόλογος με ένα σχόλιο και δύο πλατωνικά αποσπάσματα


Σχόλιο του φιλοσόφου Τζον Γκλούκερ για τον Πλάτωνα:

[.....Οι περισσότεροι ταυτίζουν τον Σωκράτη με τον Πλάτωνα· και θεωρούν όσα λέει πλατωνική φιλοσοφία. Αλλά ο Σωκράτης αλλάζει απόψεις από τον έναν διάλογο στον άλλον, ακριβώς επειδή πρόκειται για διαλόγους και όχι για διαλέξεις. Ο ίδιος ο Πλάτωνας δεν μιλάει στους διαλόγους. Αυτό με κάνει να υποψιάζομαι ότι ο Πλάτωνας δεν ήθελε να γνωρίζουμε τη γνώμη του γιατί αυτό που επιθυμούσε δεν ήταν να μάθουμε τι ακριβώς σκεφτόταν για κάθε πρόβλημα, αλλά να σκεφτόμαστε εμείς οι ίδιοι. Γι’ αυτό έγραψε διαλόγους. Και γι’ αυτό πολλοί τελειώνουν με απορίες....]

Δύο αποσπάσματα από την μελέτη του Barker:



[.....ο Πλάτων, προσπαθώντας να αναλύσει την ανθρώπινη ψυχή και επιδιώκοντας με αυτό τον τρόπο να ανακαλύψει τη θεμελιώδη ανάγκη που η ανθρώπινη ψυχή έχει για δικαιοσύνη, προκειμένου να ευημερήσει, ξεκινά να μελετήσει την ψυχή, όπως αυτή ενεργεί στην κοινωνική της πτυχή, επειδή πιστεύει ότι όλα τα κοινωνικά φαινόμενα είναι παράγωγά της και επειδή πιστεύει ότι αυτά τα παράγωγα είναι τόσο αναγνωρίσιμα, ώστε αποτελούν τα καλύτερα στοιχεία για την κατανόηση της ψυχής από την οποία προκύπτουν. «Τα κράτη δεν γεννιούνται από τη βελανιδιά ή τον βράχο αλλά από τους χαρακτήρες των ανθρώπων που κατοικούν σ’ αυτά». Επομένως, αυτός που θέλει να μελετήσει τους χαρακτήρες των ανθρώπων καλά θα κάνει να μελετήσει τα κράτη τους. Όλοι οι θεσμοί του ανθρώπου είναι εκφράσεις του νου του. Οι θεσμοί του είναι οι ιδέες του. Ο νόμος είναι μέρος της σκέψης του και η δικαιοσύνη είναι μία συνήθεια του νου του. Αυτά τα πράγματα έχουν εξωτερικά και ορατά σημάδια (έναν γραπτό κώδικα, μία δικαστική έδρα), αλλά η πραγματικότητά τους είναι η εσωτερική και πνευματική σκέψη που τα δημιουργεί και τα υποστηρίζει. Είναι δύσκολο να απομακρύνει κανείς τη σκέψη του από το ορατό και να το θεωρήσει ως το απλό ένδυμα της σκέψης - είναι ευκολότερο να βλέπει κανείς τη δικαιοσύνη ως σκήπτρα και περγαμηνές, παρά να τη βλέπει ως ζώσα σκέψη. Όμως το μεγάλο βήμα που πρέπει να κάνουμε είναι ακριβώς το να στραφούμε προς τα μέσα, να εγκαταλείψουμε την αντίληψη του Γλαύκωνα και να ακολουθήσουμε τον Σωκράτη, για να εξετάσουμε τη δικαιοσύνη στο νου του ανθρώπου. Είναι το βήμα που έκαναν τόσο ο Πλάτων όσο και ο Αριστοτέλης - και εδώ βρίσκεται η αιώνια συνεισφορά τους στην πολιτική σκέψη.....]

[...... Ο Rousseau είπε: «Η Πολιτεία δεν είναι ένα έργο σχετικά με την πολιτική αλλά η καλύτερη πραγματεία περί εκπαίδευσης που γράφτηκε ποτέ».....]




                    Ακολουθεί αντίστοιχο κεφάλαιο στο έργο του  Barker 
              «Ο ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ ΣΤΟΧΑΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ

    
 1. Το σχέδιο και τα κίνητρα της Πολιτείας

Η Πολιτεία, η οποία γράφτηκε στα ώριμα χρόνια του Πλάτωνα - κάπου γύρω στο τεσσαρακοστό έτος της ζωής του- και συνεπώς αντιπροσωπεύει την πληρότητα της σκέψης του καλύτερα από κάθε άλλο διάλογο, έχει φτάσει σε μας με διπλό τίτλο: Πολιτείαή στα λατινικά Respublica (απ'όπου προκύπτει και το όνομα με το οποίο συνήθως αναφέρεται ο διάλογος στις ευρωπαϊκές γλώσσες) ή Περί δικαιοσύνης. Ιλαρά τους δύο αυτούς τίτλους δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ότι είναι είτε μία πραγματεία πολιτικής επιστήμης είτε μία πραγματεία δικαίου. Είναι ταυτόχρονα και τα δύο, και συνάμα κάτι παραπάνω. Είναι μία προσπάθεια να παραχθεί μία πλήρης φιλοσοφία του ανθρώπου.

Πρωτίστως ασχολείται με τον άνθρωπο εν δράσει και συνεπώς ασχολείται με τα προβλήματα της ηθικής και πολιτικής ζωής. Όμως ο άνθρωπος είναι ένα όλον και η δράση του δεν μπορεί να κατανοηθεί ξεχωριστά από τη σκέψη του. Συνεπώς, η Πολιτεία είναι επίσης μία φιλοσοφία του ανθρώπου εν σκέψει και των νόμων που διέπουν τη σκέψη του. Αν τη δει κανείς υπό αυτή την οπτική γωνία, ως ένα ενιαίο και οργανικό όλον. Αν τη δει κανείς με βάση τις ενότητες της, φαίνεται σχεδόν να αποτελεί μία σειρά πραγματειών, η καθεμιά από τις οποίες ασχολείται με το ξεχωριστό της αντικείμενο. Υπάρχει μία πραγματεία μεταφυσικής, η οποία επιδεικνύει την ενότητα όλων των πραγμάτων στην ιδέα του καλού. Υπάρχει μία πραγματεία ηθικής φιλοσοφίας, η οποία εξετάζει τις αρετές της ανθρώπινης ψυχής και δείχνει την ενότητα και την τελειότητά τους στη δικαιοσύνη. Υπάρχει μία πραγματεία περί εκπαίδευσης. Ο Rousseau είπε: «Η Πολιτεία δεν είναι ένα έργο σχετικά με την πολιτική αλλά η καλύτερη πραγματεία περί εκπαίδευσης που γράφτηκε ποτέ». Υπάρχει μία πραγματεία πολιτικής επιστήμης, η οποία σκιαγραφεί το πολιτικό σύστημα και τους κοινωνικούς θεσμούς (ιδίως αναφορικά με. την περιουσία και τον γάμο) που θα πρέπει να ρυθμίζουν ένα ιδεώδες κράτος. Τέλος, υπάρχει μία πραγματεία σχετικά με αυτό που θα μπορούσε να αποκληθεί φιλοσοφία της ιστορίας, η οποία εξηγεί τη διαδικασία της ιστορικής αλλαγής και τη σταδιακή παρακμή του ιδεώδους κράτους, δηλαδή τη μετατροπή του σε τυραννία. 

Όμως όλες αυτές οι πραγματείες συντίθενται σε μία, επειδή όλα αυτά τα θέματα εκείνη την εποχή ήταν ένα. Δεν υπήρχε αυστηρή διαφοροποίηση της γνώσης σε ξεχωριστές σπουδές, όπως αυτή που ο Αριστοτέλης αργότερα πρότεινε - αλλά ο ίδιος μάλλον δεν πραγματοποίησε.[1] Η φιλοσοφία του ανθρώπου ήταν ένα ενιαίο θέμα, το οποίο αντιμετώπιζε από ίση ή ανώτερη θέση το άλλο θέμα, τη φιλοσοφία της φύσης. Το ερώτημα στο οποίο ο Πλάτων προσπάθησε να απαντήσει ήταν απλά το εξής: Τι είναι καλός άνθρωπος και πώς οικοδομείται ένας καλός άνθρωπος; Ένα τέτοιο ερώτημα μπορεί να φαίνεται ότι ανήκει στη σφαίρα της ηθικής φιλοσοφίας και μόνο σ'αυτή. Όμως για τον αρχαίο Έλληνα ήταν προφανές ότι ένας καλός άνθρωπος θα πρέπει να είναι μέλος ενός κράτους και ότι μπορούσε να γίνει καλός μόνο με το να είναι μέλος ενός κράτους. Συνεπώς, από την πρώτη ερώτηση προέκυπτε φυσιολογικά και μία δεύτερη: Ποιο είναι το καλό κράτος και πώς φτιάχνεται ένα καλό κράτος; Έτσι η ηθική φιλοσοφία ανεβαίνει στο επίπεδο της πολιτικής επιστήμης· και αυτά τα δύο αντικείμενα, ενωμένα πλέον σε ένα.Όλα πρέπει να σκαρφαλώσουν ακόμη πιο πάνω. 

Για έναν οπαδό του Σωκράτη ήταν σαφές ότι ένας καλός άνθρωπος θα πρέπει να διαθέτει γνώση. Συνεπώς, προέκυπτε ένα τρίτο ερώτημα: Ποια είναι η τελική γνώση την οποία ένας άνθρωπος πρέπει να διαθέτει, προκειμένου να είναι καλός; Σε αυτό το ερώτημα την απάντηση δίνει η μεταφυσική και, όταν τη δώσει, προκύπτει και ένα τέταρτο ερώτημα: Με ποιες μεθόδους θα οδηγήσει το καλό κράτος τους πολίτες του προς την τελική γνώση που είναι προϋπόθεση της αρετής; Προκειμένου να απαντηθεί αυτό το ερώτημα, είναι απαραίτητη μία θεωρία περί εκπαίδευσης. Και πράγματι, καθώς μία αναπροσαρμογή των κοινωνικών συνθηκών φαίνεται απαραίτητη στον Πλάτωνα, προκειμένου να δουλέψει ικανοποιητικά το εκπαιδευτικό του σύστημα, θα πρέπει επίσης να γίνει προσπάθεια για μία μεταρρύθμιση της κοινωνικής ζωής και η καινούρια παιδαγωγική θα πρέπει να ενισχυθεί από μία καινούρια οικονομία.[2]
Έχει υποστηριχθεί[3] ότι η κινητήρια δύναμη της Πολιτείας είναι η απέχθεια του Πλάτωνα προς τον καπιταλισμό της εποχής του και η επιθυμία του να τον αντικαταστήσει με ένα νέο πλαίσιο κοινωνιοκεντρισμού. Αυτό θα καθιστούσε την Πολιτεία οικονομική πραγματεία και αυτός που διατύπωσε αυτή την υπόθεση υποστηρίζει την άποψή του προσπαθώντας να δείξει ότι στην Ελλάδα της εποχής του Πλάτωνα η πάλη μεταξύ ολιγαρχίας και δημοκρατίας αντιπροσώπευε μία πάλη μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας,[4] και ότι στον Πλάτωνα βρίσκουμε μία έντονη συναίσθηση των δεινών που προκαλεί αυτή η πάλη και μία προσπάθεια αντιμετώπισής τους μέσω κοινωνιοκεντρικών θεραπειών. Επομένως. θεωρεί ότι από εκεί προέρχεται η επίθεση του Πλάτωνα εναντίον της ιδιωτικής περιουσίας και η πρότασή του για κατάργηση της χρήσης του χρήματος.[5]  
Ο Αριστοτέλης, εξίσου με τον Πλάτωνα, μπαίνει στο καλούπι αυτής της θεωρίας, κι αυτό, γιατί, αν και ο Αριστοτέλης δεν παίρνει θέση υπέρ της κοινωνιστικής επίθεσης ενάντια στην περιουσία, υποστηρίζει μία απλή οικονομία βασισμένη στα ίδια τα πράγματα (Naturwirtschaft), επιτίθεται ενάντια στο χρήμα ακριβώς στο ίδιο πνεύμα με τον Πλάτωνα και μάλιστα προχωράει ακόμη πιο πέρα από τον Πλάτωνα με το να επιτίθεται ενάντια στο εμπόριο θεωρώντας το ως ένα είδος ληστείας. Η αντίρρηση η οποία φυσιολογικά προβάλλει - ότι δηλαδή μία τέτοια θεωρία συνεπάγεται την εισαγωγή του σύγχρονου κοινωνιοκεντρισμού, ο οποίος είναι μία επανάσταση ενάντια σε ένα πολύπλοκο σύστημα παραγωγής. στις κατά πολύ απλούστερες συνθήκες της οικονομικής ζωής των αρχαίων Ελλήνων - αντιμετωπίζεται με την απάντηση ότι οι εν λόγω συνθήκες δεν ήταν απλές. Η πίστωση ήταν πολύ αναπτυγμένη στην πόλη-κράτος, ενώ το υπερπόντιο εμπόριο αφθονούσε σε μία πόλη όπως η Κόρινθος. Η τοκογλυφία δεν ήταν απλώς ο δανεισμός χρημάτων σε αγρότες που βρίσκονταν σε ανάγκη αλλά ένα τεράστιο σύστημα που λειτουργούσε μέσω του εμπορίου, ενώ οι επιθέσεις των φιλοσόφων ενάντια στον τόκο (Zins) υποδηλώνουν μία κοινωνιοκεντρική προπαγάνδα, όπως αυτή που σήμερα συνδέεται με την σοσιαλιστική επίθεση ενάντια στα κέρδη (Kapitalzins). Ανεξάρτητα με το αν είναι αληθινή ή όχι η εικόνα της αρχαίας ελληνικής οικονομίας, την οποία θέτει ως δεδομένο αυτή η θεωρία, είναι δύσκολο να συμφωνήσει κανείς με την άποψη που υποδηλώνει για την αρχαία ελληνική πολιτική σκέψη ή να αποδεχθεί ότι η μεταρρύθμιση του κράτους που προτείνει ο Πλάτων έχει τον χαρακτήρα μιας οικονομικής μεταρρύθμισης ενός οικονομικού δεινού. Ο Πλάτων μπορεί να ασχολείται με οικονομικά ζητήματα, αλλά πάντοτε τα θεωρεί ως ηθικά ζητήματα που επηρεάζουν τη ζωή του ανθρώπου ως μέλους μιας ηθικής κοινωνίας. Μπορεί, για παράδειγμα, να εξυμνεί τον καταμερισμό εργασίας, αλλά σύντομα μαθαίνουμε ότι ο καταμερισμός εργασίας τον απασχολεί όχι ως μέθοδος οικονομικής παραγωγής αλλά ως μέσο για την ηθική ευημερία της κοινότητας. 
Παρότι όμως μπορεί να διαφωνήσουμε με την εφαρμογή συλλογισμών της πολιτικής οικονομίας στην Πολιτεία, θα πρέπει να παραδεχθούμε ότι το πρακτικό της κίνητρο είναι γεγονός. Είναι γραμμένη στην προστακτική έγκλιση - όχι με μορφή ανάλυσης αλλά μάλλον ως προειδοποίηση και συμβουλή. Η Πολιτεία είναι από πολλές απόψεις μία πολεμική - μία πολεμική που κατευθύνεται ενάντια στους δασκάλους της εποχής και ενάντια στην πολιτική πρακτική της εποχής. Οι δάσκαλοι ενάντια στους οποίους απευθύνεται είναι η νεότερη γενιά των Σοφιστών, του τύπου που ήδη απεικονίστηκε στον Γοργία. Κατά την άποψη του Πλάτωνα αυτοί και όχι ο Σωκράτης ήταν οι πραγματικοί corrupt ores juventiitis (διαφθορείς της νεολαίας) με τις διαλέξεις που έδιναν και με την εκπαίδευση στην πολιτική την οποία, ισχυρίζονταν ότι παρείχαν. Προκειμένου λοιπόν να μην ακολουθήσει η Ελλάδα τον δρόμο που αυτοί έδειχναν, ο έλεγχός τους πάνω στους νέους θα έπρεπε να εξαλειφθεί και η διδασκαλία τους να καταρριφθεί. Είχαν κηρύξει (έτσι φαινόταν στον Πλάτωνα) μία νέα ηθική, ή αλλιώς «δικαιοσύνη», αυτοϊκανοποίησης και έτειναν να επιφέρουν μία αντίστοιχη επανάσταση στην πολιτική καθιστώντας την εξουσία του κράτους ένα μέσο για την αυτοϊκανοποίηση των ηγεμόνων του. 
Αντιτιθέμενος προς αυτά τα κηρύγματα ο Πλάτων δίδαξε μία αντίληψη περί δικαιοσύνης ως αρετής της ψυχής, χάρη στην οποία οι άνθρωποι παραμέρισαν την ανορθολογική επιθυμία να δοκιμάσουν κάθε ευχαρίστηση και να αποκτήσουν εγωιστική ικανοποίηση από κάθε αντικείμενο, και συμβιβάστηκαν να εκτελούν μια λειτουργία ο καθένας για το γενικό όφελος. Δίδαξε επίσης μία αντίστοιχη αντίληψη περί πολιτικής, η οποία καθιστούσε το κράτος όχι πλέον ένα πεδίο αυτοϊκανοποίησης του ηγεμόνα του αλλά ένα σώμα του οποίου ο ηγεμόνας ήταν μέλος και έναν οργανισμό μέσα στον οποίο ο ηγεμόνας επιτελούσε μία λειτουργία. Δεν θα έπρεπε ο ατομικισμός να μολύνει πλέον το κράτος· τουναντίον, ένα πνεύμα συλλογικότητας (η πλατωνική αντίδραση φτάνει στα άκρα της) θα πρέπει να διαπερνά το άτομο.Δεν θα πρέπει πλέον ο ηγεμόνας να χρησιμοποιεί το κράτος για τους δικούς του σκοπούς· το κράτος θα πρέπει να απαιτεί από τον ηγεμόνα, αν αυτό είναι απαραίτητο, να θυσιάζει τους προσωπικούς του σκοπούς, αν είχε πράγματι σκοπούς διακριτούς από αυτούς του κράτους, στα συμφέροντα της γενικής ευημερίας. Όμως στην πραγματικότητα δεν υπήρχε τέτοια ανάγκη και δεν υπήρχε τέτοια διάκριση. Σε ένα αληθινό κράτος το άτομο μπορεί να εξασφαλίσει τους δικούς του σκοπούς με το να εξασφαλίσει τους σκοπούς των συμπολιτών του: «Ο ίδιος θα αναπτυχτεί περισσότερο και θα είναι σωτήρας τόσο της πατρίδας του όσο και του εαυτού του» (497 Α). 
Έτσι η παλιά αρμονία συμφερόντων κράτους και ατόμου, η οποία διακόπηκε από τη διδασκαλία των ριζοσπαστών Σοφιστών[6] (όπως διακόπηκε και από τη διδασκαλία των Κυνικών και των Κυρηναϊκών), επαναφέρεται με τη διδασκαλία του Πλάτωνα, αλλά επαναφέρεται σε ένα νέο και υψηλότερο επίπεδο, επειδή έχει εξυψωθεί σε μία συνειδητή συναίσθηση αρμονίας. Σε αυτό το σημείο ο Πλάτων, όσο ριζοσπάστης και μεταρρυθμιστής κι αν εμφανίζεται αλλού, είναι αρκετά συντηρητικός. Είναι αποστολή του να αποδείξει ότι οι αιώνιοι νόμοι της ηθικής δεν είναι απλές «συμβάσεις», οι οποίες θα πρέπει να καταστραφούν, για να ανοίξουν τον δρόμο σε ένα «φυσικό» καθεστώς, αλλά απεναντίας είναι ριζωμένες χωρίς δυνατότητα ανατροπής στη φύση της ανθρώπινης ψυχής και στο σύστημα του σύμπαντος. Να γιατί μία ψυχολογία του ανθρώπου και μία μεταφυσική του κόσμου εισέρχονται στο σχέδιο της Πολιτείας. Ο συγγραφέας της πρέπει να δείξει ότι το κράτος δεν μπορεί να θεωρηθεί ως ένα τυχαίο άθροισμα ατόμων που θα το εκμεταλλεύεται το ισχυρότερο άτομο, αλλά ότι. αντιθέτως, είναι μία κοινότητα ψυχών που είναι ορθολογικά και νομοτελειακά ενωμένες για την επίτευξη ενός ηθικού σκοπού και που καθοδηγούνται ορθολογικά και ανιδιοτελώς προς αυτό τον σκοπό από τη σοφία εκείνων που γνωρίζουν τη φύση της ψυχής και τον σκοπό του κόσμου. 
Αλλά αυτό, το οποίο είναι η αληθινή ιδέα του κράτους και η φυσική και κανονική του κατάσταση, ήταν ακριβώς αυτό που κατά την άποψη του Πλάτωνα τα κράτη της εποχής δεν ήταν. Το πνεύμα του υπερβολικού ατομικισμού είχε μολύνει όχι μόνο τη θεωρία αλλά και τη ζωή· οι Σοφιστές ήταν δημοφιλείς, απλώς διότι είχαν συλλάβει αυτό που πλανιόταν στον αέρα.[7] Τα ελληνικά κράτη της εποχής φαίνονταν στον Πλάτωνα να έχουν χάσει τον αληθινό τους χαρακτήρα και να έχουν ξεχάσει τον αληθινό τους σκοπό. Στην αντίθεσή του προς τον χαρακτήρα που δείχνουν στην πράξη και προς τους σκοπούς τους οποίους επιδιώκουν στην πράξη ο Πλάτων γίνεται τόσο ριζοσπαστικός, όσο συντηρητικός ήταν στην αντίθεσή του προς τις σοφιστικές απόψεις. Έχοντας στο μυαλό του βασικά την Αθηναϊκή Δημοκρατία στην οποία ζούσε (και από την οποία ο Σωκράτης βρήκε τον θάνατο), διαπιστώνει στην πολιτική της εποχής δύο μεγάλα και σοβαρά ελαττώματα.[8] Το ένα είναι η πανταχού παρουσία της άγνοιας που παρουσιαζόταν με τη μορφή της γνώσης και το άλλο είναι ένας πολιτικός εγωισμός που διαιρεί την κάθε πόλη σε δύο εχθρικές πόλεις, οι οποίες βρίσκονται «στην κατάσταση και στη θέση των μονομάχων», η μία απέναντι στην άλλη. Επομένως, οι στόχοι του είναι να δημιουργήσει ικανότητα στη θέση της ερασιτεχνικής ανικανότητας και να αντικαταστήσει τον εγωισμό και την πολιτική έριδα με την αρμονία. Ως εκ τούτου γι’ αυτόν οι λέξεις-κλειδιά είναι «εξειδίκευση» και «ενοποίηση». Η πολιτική διδασκαλία της Πολιτείας είναι αφοσιωμένη σε αυτούς τους δύο στόχους· και ως μέσα για την επίτευξη αυτών των στόχων, ακόμη και τα σημεία τους που φαίνονται εκκεντρικά, όπως, για παράδειγμα, η υποστήριξη της κοινότητας των συζύγων, αποκτούν νόημα και βρίσκουν δικαιολόγηση. 
Για τον Πλάτωνα η άγνοια ήταν μία κατάρα που εμφανιζόταν ειδικά στη δημοκρατία. Εκεί αντί για τον επαγγελματία υπερίσχυε ο ερασιτέχνης. Ειδικότερα στην Αθήνα η δημοκρατία φαινόταν να σημαίνει μόνο και μόνο το θείο δικαίωμα του αδαούς να κυβερνά λανθασμένα. Ο καθένας μπορούσε να μιλήσει στην Εκκλησία και να επηρεάσει τις αποφάσεις της. Ο καθένας ανεξαρτήτως ικανότητας μπορούσε να διοριστεί σε εκτελεστικό αξίωμα τυχαία, μέσω της κλήρωσης. Πέρα από την αναποτελεσματικότητα στην οποία οδηγούσε και την επίδειξη της λανθασμένης ισότητας την οποία συνεπαγόταν ένα τέτοιο σύστημα ήταν για τον Πλάτωνα άδικο. Στο δικό του μυαλό δικαιοσύνη σήμαινε ότι ένας άνθρωπος θα έπρεπε να κάνει τη δουλειά του από το πόστο όπου τον έθεταν οι ικανότητες του. Το κάθε τι έχει τη λειτουργία του. Ένα τσεκούρι το οποίο χρησιμοποιείται όχι μόνο για να κοπεί ένα δέντρο αλλά και για να σκαλιστεί δεν χρησιμοποιείται σωστά (βλ. 353 Α). Ένας άνθρωπος που προσπαθεί να κυβερνήσει τους συμπολίτες του, ενώ στην καλύτερη περίπτωση του ταιριάζει να είναι ένας ανεκτός τεχνίτης, είναι ένας άνθρωπος όχι μόνο ακατάλληλος αλλά και άδικος - για την ακρίβεια διπλά άδικος, αφού όχι μόνο δεν κάνει τη δουλειά που είναι κατάλληλη γι’ αυτόν, αλλά και παραμερίζει εκείνον που είναι καλύτερος απ’ αυτόν. 
      Όμως αυτό που εντυπωσίαζε τον Πλάτωνα περισσότερο απ’ όλα και τον έσπρωξε με τη μεγαλύτερη αποφασιστικότητα στον δρόμο της μεταρρύθμισης ήταν εκείνο το βίαιο πνεύμα του ατομικισμού, το οποίο επιδίωκε να καταλάβει τα αξιώματα του κράτους για την καλύτερη ικανοποίηση των δικών του ιδιοτελών σκοπών και διαιρούσε την κάθε πόλη σε δύο εχθρικά στρατόπεδα πλουσίων και φτωχών, καταπιεστών και καταπιεζομένων. Αυτό ήταν το ειδικό ελάττωμα της ολιγαρχίας. Η κυρίαρχη ομάδα πάντοτε έτεινε να έχει διαμάχες μέσα στις τάξεις της, ενώ βρισκόταν μονίμως σε αντίθεση προς τους υποτακτικούς της. Μία ολιγαρχική πόλη ήταν μία πόλη χωρισμένη σε δύο στρατόπεδα, που το καθένα καραδοκούσε εναντίον του άλλου. Στη ρίζα του κακού βρισκόταν η φιλοχρηματία. Θα ήταν καλά, αν αυτό το πάθος είχε περιοριστεί στην ιδιωτική ζωή· όμως μόλυνε και την πολιτική. Οι πλούσιοι που επιδίωκαν να γίνουν ακόμη πλουσιότεροι μονοπωλούσαν τα δημόσια αξιώματα επιδιώκοντας τα πλεονεκτήματα που η διεφθαρμένη χρήση αυτών των αξιωμάτων θα μπορούσε να τους παρέχει στις ιδιωτικές τους υποθέσεις: άρπαζαν την εξουσία του κράτους για τα «λάφυρα» που μπορεί να τους απέφερε.[9]  
Το κράτος, η ουσία του οποίου είναι ότι θα πρέπει να αποτελεί έναν ουδέτερο και αμερόληπτο διαιτητή ανάμεσα στα διαφορετικά συμφέροντα των διαφόρων τάξεων, μετατράπηκε το ίδιο σε εργαλείο μίας από αυτές τις τάξεις. Η κυβέρνηση, αντί να συνδέει τις τάξεις, απλώς ενίσχυε τις διαφορές τους με το να προσθέτει το βάρος της, για να ισχυροποιήσει μία τάξη ενάντια στις άλλες. Δεν προκαλούσε έκπληξη το ότι το κράτος ήταν διαιρεμένο εσωτερικά ή ότι. όπως λέει ο Πλάτων, σε κάθε κράτος υπήρχαν δύο χωριστά κράτη. «Κανένα από αυτά τα κράτη δεν είναι ένα κράτος, αλλά είναι περισσότερα κράτη· κι αυτό, γιατί το κάθε κράτος, όσο μικρό κι αν είναι, στην πραγματικότητα διαιρείται σε δύο - στο κράτος των φτωχών και στο κράτος των πλουσίων - και αυτά τα δύο βρίσκονται σε πόλεμο μεταξύ τους» (422 Ε).[10] 
Η πολιτική ιδιοτέλεια δεν ήταν ελάττωμα μόνο των ολιγαρχιών· υπήρχε και στη δημοκρατία. Είναι αλήθεια ότι οι υποστηρικτές της δημοκρατίας, τη θεωρούσαν ως το αληθινό κράτος, όπου οι άνθρωποι ήταν ίσοι μεταξύ τους και ένας αδέκαστος νόμος εξουσίαζε τους πάντες ένα κράτος που δεν εξυπηρετούσε κάποιο ειδικό συμφέρον, αλλά που τιμούσε την κάθε τάξη όπως της άξιξε. Η δημοκρατία αντιπροσώπευε ολόκληρη την κοινότητα, ενώ η ολιγαρχία αντιπροσώπευε μόνο ένα μέρος της. Η δημοκρατία επέτρεπε στους πλουσίους να διαχειρίζονται το χρήμα, στους σοφούς να δίνουν συμβουλές και στο πλήθος να παίρνει αποφάσεις.[11]Αυτό όμως που άφηνε άναυδο τον Πλάτωνα, όπως και τον Αριστοτέλη, ήταν ότι οι πολίτες μιας δημοκρατίας όχι μόνο πλήρωναν τους εαυτούς τους από τον κορβανά του κράτους μέσω των μισθών που λάμβαναν για πολιτικές υπηρεσίες, αλλά και χρησιμοποιούσαν την εξουσία τους, για να λεηλατούν τους πλουσίους κατάσχοντας με προσχήματα τα κτήματά τους ή ληστεύοντας τους με πιο λεπτό τρόπο μέσω επαχθών «λειτουργιών» (liturgies). Όπως η άρχουσα τάξη σε μία ολιγαρχία, έτσι και εκείνοι μετέτρεπαν την πολιτική σε πηγή οικονομικού κέρδους. Ακριβώς αυτή η σύγχυση της οικονομίας και της πολιτικής τόσο στις ολιγαρχίες όσο και στις δημοκρατίες έκανε τόσο άγριες τις πολιτικές διαμάχες στην αρχαία Ελλάδα. Ενώ οι κανονικοί πολιτικοί αγώνες μπορεί να είναι μετριοπαθείς και οι αντίπαλοι μπορεί να δρουν στα πλαίσια του νόμου, στον κοινωνικό πόλεμο τα πάθη είναι γεμάτα χολή. Η πολιτική διαμάχη στην αρχαία Ελλάδα (στάσις) συνεπαγόταν έναν τέτοιο κοινωνικό πόλεμο και η αντιπολίτευση εύκολα μετατρεπόταν σε Ιακωβίνους.[12] Γι’ αυτό τον λόγο η αποστολή της πολιτικής φιλοσοφίας στα χέρια του Πλάτωνα έγινε, για να αποκαταστήσει μία ισχυρή και αμερόληπτη εξουσία, η οποία θα σήμαινε όχι την κυριαρχία των πλουσίων πάνω στους φτωχούς ούτε την κυριαρχία των φτωχών πάνω στους πλουσίους αλλά κάτι πάνω από αυτές τις δύο τάξεις ή τουλάχιστον κάτι που θα συνδύαζε και τις δύο. Ενώ «οι άνθρωποι έμπαιναν στην πολιτική με στόχο το δικό τους κέρδος» και «ως εκ τούτου ξεσπούσαν διαμάχες για την εξουσία που κατέληγαν σε εμφύλιο πόλεμο»,[13] θα έπρεπε να υπάρξει ανιδιοτελής κυβέρνηση και πολιτική αρμονία. 
Επομένως, υπήρχαν δύο παράγοντες - αφενός η ερασιτεχνική πολυπραγμοσύνη, την οποία οι οπαδοί της αποκαλούσαν ευτραπελία και η οποία χαρακτήριζε τη δημοκρατία, αφετέρου η πολιτική ιδιοτέλεια, η οποία οδηγούσε σε συνεχή διχόνοια και χαρακτήριζε τόσο την ολιγαρχία όσο και τη δημοκρατία - οι οποίοι υποδείκνυαν στον Πλάτωνα την κατεύθυνση που θα έπρεπε να ακολουθήσει η μελλοντική μεταρρύθμιση. Ο Πλάτων ξεκινά την κατασκευή του ιδεώδους κράτους του ακριβώς από το συνηθισμένο λάθος του ερασιτεχνισμού και σε αντίθεση προς το δόγμα της πολυπραγμοσύνης διατυπώνει το δόγμα της εξειδίκευσης. Οι Σοφιστές ως έναν βαθμό ήταν απόστολοι της πολυπραγμοσύνης και, όπως είδαμε, ο Ιππίας ο Η λείος είχε κάνει μία πρακτική επίδειξη του νοήματος της. όταν εμφανίστηκε στην Ολυμπία με ενδύματα και υποδήματα που είχε φτιάξει ο ίδιος. Όμως οι Σοφιστές αισθάνονταν επίσης ότι ήταν καλό να έχει εκπαιδευτεί κάποιος στο επάγγελμα που σκόπευε να ασκήσει, ενώ και οι ίδιοι είχαν προσπαθήσει να παράσχουν κάποια εκπαίδευση για το επάγγελμα της πολιτικής. Ο Σωκράτης πάλι είχε επιμείνει ότι η γνώση ήταν η απαραίτητη βάση για τη δράση και η σωκρατική αντίληψη της διακυβέρνησης ως μιας τέχνης που συνεπαγόταν μία ειδική γνώση είχε επηρεάσει ιδιαίτερα τον Πλάτωνα. 
Επίσης οι τάσεις της πρακτικής ζωής δεν ήταν τελείως αντίθετες προς ένα δόγμα εξειδίκευσης. Ο επαγγελματίας στρατιώτης και ο επαγγελματίας ρήτορας είχαν ήδη αρχίσει να εμφανίζονται. Η νίκη μιας επαγγελματικής δύναμης ελαφρά οπλισμένων στρατιωτών το 394 π.Χ. είχε ήδη καταδείξει την αποτελεσματικότητα που μπορούσε να μεταδώσει η νέα τάση· και μολονότι ένας Φωκίων μπορούσε σε ακόμη μεταγενέστερη περίοδο να εμφανίζεται ταυτόχρονα ως ρήτορας και στρατιώτης, οι σύγχρονοί του τον θεωρούσαν ως εξαίρεση. Ήταν η εποχή του Ιφικράτη και του Ισοκράτη: η εποχή όπου η επαγγελματική εκπαίδευση είχε αντικαταστήσει τους αυτοσχεδιασμούς ενός Θεμιστοκλή και ενός Κλέωνα. 
Όμως η διδασκαλία του Πλάτωνα προχωράει πολύ πιο πέρα από οποιαδήποτε προϋπάρχουσα διδασκαλία ή προϋπάρχουσες τάσεις. Χωρίζει το ιδεώδες κράτος του σε τρεις τάξεις: τους κυβερνήτες, τους πολεμιστές και τους αγρότες - τους ανθρώπους του χρυσού, τους ανθρώπους του αργύρου και τους ανθρώπους του σιδήρου και του ορειχάλκου. Η κάθε τάξη έχει την εντεταλμένη λειτουργία της και ασχολείται εξολοκλήρου με την εκτέλεση αυτής της λειτουργίας. Η διακυβέρνηση, η άμυνα και η διατροφή -οι τρεις απαραίτητες λειτουργίες του κράτους- μετατρέπονται όλες σε επαγγέλματα και ανατίθενται σε επαγγελματικές τάξεις. Ο Πλάτων ασχολείται πραγματικά μόνο με την κυβερνώσα και την πολεμική τάξη, αλλά φροντίζει να εκπαιδεύσει αυτές τις δύο τάξεις με κάθε μέσο που έχει στη διάθεσή του. Πρώτον, εμπιστεύεται μία μόρφωση που θα τους εκπαιδεύσει εξονυχιστικά για τα καθήκοντά τους. Δεύτερον, επειδή δεν ικανοποιείται απόλυτα με τα πνευματικά μέσα, καταφεύγει και στα υλικά. Προτείνει ένα σύστημα κοινοκτημοσύνης έτσι φτιαγμένο, ώστε να απελευθερώνει τον χρόνο και τα μυαλά αυτών των τάξεων από υλικές ανάγκες και να τους επιτρέπει να επιδίδονται πλήρως στην απόκτηση γνώσης και στην επιτέλεση της λειτουργίας τους στην κοινότητα. Ο Πλάτων στερεί την ιδιωτική περιουσία από τους κυβερνήτες και τους στρατιωτικούς και προσπαθεί να αφιερώσει τις τάξεις αυτές στα δημόσια καθήκοντα τους με το να τις απελευθερώσει από κάθε πειρασμό να εμπλακούν σε άλλα ενδιαφέροντα. 
Για τον Πλάτωνα η εξειδίκευση θα έφερνε την ενοποίηση. Αν μία ξεχωριστή τάξη οριζόταν, για να επιτελεί το έργο της διακυβέρνησης, δύσκολα θα έμενε χώρος για τους παλιούς αγώνες που αποσκοπούσαν στην κατάκτηση της κυβέρνησης. Αν η κάθε τάξη έμενε στα όριά της και συγκεντρωνόταν στη δουλειά της, οι τάξεις δεν θα έρχονταν εύκολα σε σύγκρουση μεταξύ τους. Οι πολιτικές έριδες είχαν καταστεί εφικτές λόγω της έλλειψης εξειδίκευσης. Επειδή δεν υπήρχε μία κατάλληλη κυβέρνηση πρόθυμη και ικανή να κάνει τη δουλειά της, υπήρχε η σύγκρουση ανάμεσα σε διάφορους ιδιοτελείς που εποφθαλμιούσαν την εξουσία. Επειδή σε κάθε κράτος υπήρχε ένας αριθμός ατόμων που δεν είχαν καθορισμένη λειτουργία ή σαφή θέση -άνθρωποι που είχαν περισσότερες από μία θέσεις ή που δεν είχαν καμία κανονική θέση- υπήρχε όλη αυτή η διελκυστίνδα και η αναταραχή που κατέληγε σε εμφύλιο πόλεμο. Με την εξειδίκευση αυτά τα πράγματα θα σταματούσαν, η κάθε τάξη θα επιτελούσε την καθορισμένη λειτουργία της με ικανοποίηση, η πλεονεξία θα εξαφανιζόταν και η ενότητα θα διαπερνούσε το κράτος. 
Αυτοί που περιορίζονται στην επιτέλεση της λειτουργίας τους δεν μπορούν να είναι πλεονέκτες. Πλεονεξία σημαίνει να βγαίνει κανείς από τη σφαίρα του και να παρεισφρέει στη σφαίρα κάποιου άλλου, και μία κυβερνώσα τάξη δεόντως εκπαιδευμένη στο κανονικό της καθήκον δεν θα διαπράξει ποτέ μία τέτοια παρείσφρηση. Όμως ο Πλάτων παρέχει και μία άλλη εγγύηση πέρα από την εκπαίδευση: Δεν επιτρέπεται να μπουν στην κυβερνώσα τάξη όλοι όσοι εκπαιδεύονται στη διακυβέρνηση. Προκειμένου να διασφαλιστεί διπλά η έλλειψη πλεονεξίας, ο Πλάτων δίνει την εξουσία μόνο σε εκείνους που μέσα από ένα σύστημα δοκιμασιών και πειρασμών έχουν μείνει σταθεροί στην πεποίθηση ότι η προκοπή του είναι δική τους συμφορά. Τέλος, εκτός από αυτά τα πνευματικά μέσα - πέρα από την εκπαίδευση για ένα ειδικό έργο και την επιλογή εκείνων που η ειδική εκπαίδευση έχει δείξει ότι δεν είναι πλεονέκτες - υπάρχει και η υλική εγγύηση της κοινοκτημοσύνης. Κυβερνήτες που δεν έχουν σπίτι, οικογένεια και υπάρχοντα δεν έχουν πειρασμό να γίνουν πλεονέκτες: Δεν έχουν πουθενά να μεταφέρουν τα κέρδη τους, κανέναν χάριν του οποίου να τα ξοδέψουν, κανένα ενδιαφέρον να τα αποκτήσουν.[14] 
Άρα, το όλο συμπέρασμα φαίνεται να είναι ότι ο καθένας θα έπρεπε να κάνει την καθορισμένη δουλειά του με ευχαρίστηση. Όμως στο μυαλό του Πλάτωνα αυτό ακριβώς είναι δικαιοσύνη ή, με άλλα λόγια, η αληθινή αρχή που διέπει την κοινωνική ζωή· ως εκ τούτου η Πολιτεία ονομάζεται επίσης «μία πραγματεία περί δικαιοσύνης». Ο σκοπός της είναι η αντικατάσταση των λανθασμένων απόψεων που τα συνηθισμένα λάθη και η σοφιστική διδασκαλία έχουν καταφέρει να διαδώσουν από μια αληθινή αντίληψη περί δικαιοσύνης. Είτε αντιστρατεύεται τη θεωρία των Σοφιστών, είτε ζητά να αναμορφώσει τη συγκεκριμένη πρακτική της κοινωνίας, η δικαιοσύνη είναι ο άξονας της σκέψης του Πλάτωνα και της πραγματείας του. Επομένως, απομένει να εξετάσουμε ποιες διαπίστωσε ότι ήταν οι τρέχουσες απόψεις περί δικαιοσύνης, ποιοι ήταν οι λόγοι για τους οποίους απέρριψε αυτές τις απόψεις, με ποιο τρόπο δικαιολόγησε την αντίληψη την οποία υιοθέτησε και ποια ήταν τα αποτελέσματα στα οποία οδήγησε αυτή η αντίληψη. 
Στα πλαίσια αυτής της έρευνας θα παρουσιάσουμε λεπτομερώς αυτό που έχει ήδη σκιαγραφηθεί σε περίγραμμα: την πολεμική του Πλάτωνα ενάντια στις τρέχουσες αντιλήψεις περί δικαιοσύνης και την αναδόμηση του κράτους στην οποία προβαίνει, προκειμένου να πραγματοποιήσει τη δική του αντίληψη για τη φύση της δικαιοσύνης. Θα δούμε το πώς ο Πλάτων, ξεκινώντας μέσα σε θολό τοπίο με την πρακτική αρχή της εξειδίκευσης, ρίχνει όλο και περισσότερο φως στο νόημά της, μέχρις ότου τελικά συνειδητοποιήσουμε ότι στην εξειδίκευση μπορεί να βρει κανείς την ίδια τη δικαιοσύνη - κι αυτό, γιατί η δικαιοσύνη, όταν πια τη δει κανείς, δεν είναι τίποτα παραπάνω και τίποτα λιγότερο από το να εκτελεί ο άνθρωπος τον ρόλο που οι σκοποί της κοινωνίας απαιτούν να παίξει.


2.Οι Prima Facte θεωρίες περί δικαιοσύνης

2.1. Η θεωρία του Κέφαλου: Παραδοσιοκρατία (327-36 Α) 
      Η πρώτη αντίληψη περί δικαιοσύνης[15] που εξετάζεται στην Πολιτεία είναι αυτή που διατρέχει την παραδοσιακή ηθική. Υποστηρικτής αυτής της θεωρίας, πρώτος από όλους, είναι ο Κέφαλος, μέτοικος που ζούσε στον Πειραιά και πατέρας του ρήτορα Λυσία, το σπίτι του οποίου είναι η σκηνή του διαλόγου. Για τον Κέφαλο, ο οποίος αναπολούσε το απώτερο παρελθόν και σκεφτόταν τις παλιές συνήθειες και απόψεις, η δικαιοσύνη φαίνεται να συνίσταται στο να λες την αλήθεια και να πληρώνεις τα χρέη σου (331 C). Φεύγοντας, «για να φροντίσει για τις θυσίες», αφήνει τον γιο και κληρονόμο του Πολέμαρχο να συνεχίσει τη συζήτηση· και ο Πολέμαρχος, πιστός στον πατέρα του και στην παράδοση των γερόντων, υποστηρίζει την παλιά άποψη περί δικαιοσύνης σε μία ελαφρά παραλλαγμένη μορφή, σύμφωνα με την οποία δικαιοσύνη σημαίνει να δίνει κανείς στον καθένα αυτό που είναι κατάλληλο γι’ αυτόν (332 C). Η χρήση της λέξης «κατάλληλο» οδηγεί, στην πορεία της συζήτησης, στην υπόθεση ότι η δικαιοσύνη είναι τέχνη - μία τέχνη η οποία δίνει το καλό στους φίλους και το κακό στους εχθρούς - και αυτή η υπόθεση ανατρέπει τον ορισμό που υιοθέτησε ο Πολέμαρχος. 
Αν η δικαιοσύνη είναι τέχνη ή ικανότητα, τότε είναι, όπως οι άλλες τέχνες ή ικανότητες, ικανή να κάνει δύο αντίθετα πράγματα. Ο γιατρός που έχει τη μεγαλύτερη ικανότητα στην πρόληψη της ασθένειας έχει επίσης και τη μεγαλύτερη ικανότητα στη δημιουργία της, και ο καλύτερος φρουρός ενός στρατοπέδου έχει επίσης και τη μεγαλύτερη ικανότητα στο να επιτρέψει στον εχθρό να μπει μέσα. Αν η δικαιοσύνη είναι μία ικανότητα ή ένα επίτευγμα, είναι ικανή, όπως και η ιατρική και η στρατιωτική ικανότητα, να χρησιμοποιηθεί και προς αντίθετες κατευθύνσεις. Έτσι ο δίκαιος άνθρωπος θα είναι εξίσου ικανός να φρουρήσει ή να ληστέψει μία αποθήκη και να είναι δίκαιος ή άδικος κατά βούληση.[16] Επίσης είναι εύκολο να μιλάει κανείς για το καλό που κάνει κάποιος στους φίλους και για το κακό που προξενεί στους εχθρούς. Τι γίνεται όμως, αν ο φίλος είναι φίλος μόνο φαινομενικά και στην πραγματικότητα είναι εχθρός; Θα πρέπει κανείς να ακολουθήσει άκαμπτα τον ορισμό και να του κάνει καλό ή μπορεί να χρησιμοποιήσει την κρίση του και να του κάνει κακό; Και, τέλος, ό, τι κι αν λέγεται σχετικά με το να κάνει κανείς καλό στους φίλους, είναι ποτέ δίκαιο να κάνει κακό στους εχθρούς; Οι άνθρωποι που υφίστανται ζημιά χειροτερεύουν και με δυσκολία θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι δίκαιο να κάνει κανείς κάποιον χειρότερο απ’ ό, τι είναι. Αντιμέτωπος με αυτές τις συνέπειες, ο Πολέμαρχος αναγκάζεται να εγκαταλείψει τον ορισμό της δικαιοσύνης ως της τέχνης με την οποία κάποιος ωφελεί τους φίλους και βλάπτει τους εχθρούς. Και ο Πλάτων κλείνει τη συζήτηση με την υπόθεση ότι ο ορισμός αυτός θα πρέπει να επινοήθηκε από έναν τύραννο, όπως ο Περίανδρος, ή από έναν απόλυτο μονάρχη, όπως ο Ξέρξης, «με μεγάλη ιδέα για τη δύναμή του» - μία υπόθεση που προλειαίνει το έδαφος για τον ορισμό της δικαιοσύνης ως «το συμφέρον του ισχυροτέρου».
Στη συζήτηση αυτή ο Πλάτων υπαινίσσεται ότι η δικαιοσύνη τελικά δεν είναι τέχνη υπό την έννοια μιας τεχνικής η οποία μπορεί να αποκτηθεί εμπειρικά και να χρησιμοποιηθεί κατά βούληση σε οποιαδήποτε από δύο αντίθετες κατευθύνσεις. Δεν μπορεί να αποκτηθεί εμπειρικά, γιατί δεν είναι ζήτημα της ελάσσονος γνώσης, η οποία προκύπτει από τα ήθη και τα έθιμα, αλλά ζήτημα της μείζονος γνώσης, η οποία βασίζεται σε μία κατανόηση αρχών και οριστικοποιείται μέσω μιας έλλογης αναφοράς σε μία αιτία. Η παράδοση, που είναι απλώς η κληροδοτημένη εμπειρική γνώμη, δεν τα βγάζει πέ­ρα μπροστά στις δυσκολίες. Το αρχαίο της αξίωμα του να κάνει κανείς καλό στους φίλους και κακό στους εχθρούς ή, όπως έγραψε με ενάργεια ο Ησίοδος,
  καί δόμεν ὅς κεν δῷ καί μή δόμεν ὅς κεν μή δῷ
(και να προσφέρουμε σ’ όποιον μας προσφέρει και να μην προσφέρουμε σ’ όποιον
 δεν μας προσφέρει)
παύει να μας καθοδηγεί, μόλις χάσουμε τη βεβαιότητά μας (και αυτό σίγουρα θα μας συμβεί) ως προς το ποιος είναι φίλος και ποιος εχθρός μας και ποιος έχει δώσει και ποιος δεν έχει δώσει. Ούτε πάλι η δικαιοσύνη μπορεί να χρησιμοποιηθεί κατά βούληση προς αντίθετες κατευθύνσεις. Είναι μία ιδιότητα της ψυχής και μία συνήθεια του νου, και όχι μία τεχνική. Και είναι μία ιδιότητα και συνήθεια τέτοιου χαρακτήρα, ώστε, άπαξ και κάποιος την αποκτήσει, μπορεί να ενεργεί με έναν μόνο τρόπο, ο οποίος ποτέ δεν μπορεί να συνίσταται στο να ζημιώνει τους άλλους ή στο να προκαλεί τη χειροτέρευση οποιουδήποτε ανθρώπου, είτε εχθρού είτε φίλου. Και, τέλος, η αληθινή δικαιοσύνη οδηγεί στην ιδέα της υπηρεσίας, και αυτή με τη σειρά της οδηγεί στην ιδέα ενός κοινωνικού συνόλου προς το οποίο παρέχεται αυτή η υπηρεσία. Η παραδοσιακή άποψη δεν μπορεί να δει αυτές τις συνέπειες. Αντιλαμβάνεται τη δικαιοσύνη ως μία σχέση μεταξύ δύο ατόμων και ως μία σχέση που βασίζεται σε ατομικιστικές αρχές. Το είδος του ανθρώπου που έχει στο μυαλό της είναι το άτομο που έχει ως επίκεντρο τον εαυτό του και έχει αρκετά μέσα στη διάθεσή του, ώστε να μπορεί να ανταποδίδει το καλό στους φίλους του και να προβαίνει σε αντίποινα εναντίον των αντιπάλων του. Να γιατί ο Πλάτων θεωρεί την παραδοσιακή άποψη περί δικαιοσύνης ως κάτι το οποίο θα εφεύρισκε ένας Περίανδρος ή ένας Ξέρξης. Και να γιατί ο Πλάτων φαίνεται να υπαινίσσεται ότι η άποψη αυτή οδηγεί στην επαναστατική άποψη, την οποία στη συνέχεια βάζει τον Θρασύμαχο να παρουσιάζει.


2.2. Η θεωρία του Θρασύμαχου: Ριζοσπαστισμός (336 Α-354 C)

Ενώ ο Κέφαλος και ο διάδοχός του στη συζήτηση έχουν εκπροσωπήσει την παραδοσιακή ηθική της αρχαίας Ελλάδας, ο Θρασύμαχος εκπροσωπεί τις νέες και κριτικές απόψεις του ύστερου 5ου αιώνα. Αντιμετωπίζεται από τον Πλάτωνα ως ο εκπρόσωπος των ριζοσπαστών Σοφιστών και ως τέτοιος εμφανίζεται να παίρνει δύο θέσεις, από τις οποίες διαδοχικά αναγκάζεται να υποχωρήσει. 
Α. Θεωρώντας ως δικαιοσύνη το πρότυπο και τον κανόνα δράσης ενός ανθρώπου που ζει μέσα σε μία κοινότητα (και έτσι θεωρείται σε ολόκληρη την Πολιτεία), την ορίζει ως «το συμφέρον του ισχυροτέρου». Με άλλα λόγια, ισχύει το δίκαιο του ισχυροτέρου και ένας άνθρωπος  πρέπει να κάνει ό, τι μπορεί να κάνει και ό, τι μπορεί να αποκτήσει του αξίζει. Αυτό σημαίνει ότι το jus (δίκαιο) ταυτίζεται με την potentia (δύναμη), όπως το ταυτίζει ο Spinoza. Όμως, ενώ ο Spinoza με κάποια ασυνέπεια περιορίζει την potentia του κάθε ατόμου από το imperium ενός κράτους το οποίο επιβάλλει μία ειρήνη που συνίσταται στην ορθολογική αρετή, ο Θρασύμαχος αρκούντως λογικά υποστηρίζει ότι το imperium ενός κράτους απλώς θέτει ως νόμο οτιδήποτε το συμφέρει και απλώς μετατρέπει σε δικαιοσύνη μέσω της υπέρτερης ισχύος του το δίκαιο που το κράτος ορίζει ως το ισχυρότερο. Έτσι σύμφωνα με τον Θρασύμαχο το πρότυπο δράσης ενός ανθρώπου που ζει σε μία κοινότητα είναι η θέληση ενός ηγεμόνα που θέλει το δικό του καλό· και αυτό είναι κάτι που αναπόφευκτα θα δει κανείς, αν κοιτάξει κατάματα τα γεγονότα. Κι αυτό, γιατί, ενώ ο κάθε άνθρωπος ενεργεί για λογαριασμό του και προσπαθεί να αποκτήσει ό, τι μπορεί, ο ισχυρότερος έχει τη μεγαλύτερη βεβαιότητα ότι θα αποκτήσει αυτό που θέλει. Και καθώς σε ένα κράτος η κυβέρνηση είναι η ισχυρότερη (αλλιώς δεν θα ήταν κυβέρνηση), θα προσπαθήσει να αποκτήσει, και θα αποκτήσει, οτιδήποτε θελήσει για τον εαυτό της. 
Β. Όμως, αν η δικαιοσύνη συνίσταται σε ό, τι είναι προς το συμφέρον του ηγεμόνα, προκύπτει ότι για οποιονδήποτε άλλο εκτός από τον ηγεμόνα η δικαιοσύνη μπορεί να οριστεί περαιτέρω σύμφωνα με έναν δημοφιλή ορισμό ως «το καλό του άλλου». Κατά τη δημοφιλή αυτή αντίληψη το να είναι κανείς «δίκαιος» σημαίνει ότι αποτελεί μέσο για την ικανοποίηση του ηγεμόνα, ενώ το να είναι «άδικος» σημαίνει ότι ενεργεί για τη δική του ικανοποίηση. Όμως κατά την άποψη του Θρασύμαχου δεν είναι εύλογο να είναι δίκαιο για τον ηγεμόνα να κάνει ό, τι θέλει και ταυτόχρονα να είναι άδικο για τους άλλους να κάνουν το ίδιο. Αυτό που ισχύει για τον έναν ισχύει και για τους υπολοίπους: Το πραγματικό πρότυπο δράσης για κάθε λογικό άνθρωπο είναι να ικανοποιεί τον εαυτό του. Επομένως, αν χρησιμοποιήσουμε τις έννοιες με τη συμβατική τους έννοια, η αδικία και όχι η δικαιοσύνη είναι η αληθινή αρετή και η αληθινή σοφία για όλους τους λογικούς ανθρώπους. Η αδικία είναι καλύτερο πράγμα από τη δικαιοσύνη και ο άδικος άνθρωπος είναι σοφότερος από τον δίκαιο. Ο πραγματικά σοφός άνθρωπος είναι αυτός που θα είναι δίκαιος και θα ικανοποιεί τις επιθυμίες του ηγεμόνα του, αν πρέπει να το κάνει, αλλά που, αν μπορέσει, θα γίνει άδικος και θα ικανοποιήσει τις δικές του επιθυμίες. Με λίγα λόγια, η συνηθισμένη έννοια των ηθικών όρων θα πρέπει να αντιστραφεί, αν θέλουμε να. ανταποκρίνονται οι όροι αυτοί στην «πραγματικότητα». 
Έχουμε ήδη δει (βλ. παραπάνω, σ. Ιό5) ότι η άποψη του Θρασύμαχου παρουσιάζει έναν ηθικό μηδενισμό, ο οποίος, παρότι κατά τα φαινόμενα είναι λιγότερο δραστικός από τη νέα «ηθική του κυρίου» που εμφανίζεται να υποστηρίζει ο Καλλικλής στον Γοργία, στην πραγματικότητα πηγαίνει πολύ πιο πέρα. Τόσο ο Καλλικλής όσο και ο Θρασύμαχος είναι εκπρόσωποι της επανάστασης που μία αφυπνισμένη αυτοσυνειδησία πραγματοποιεί ενάντια στην παραδοσιακή ηθική στην οποία μέχρι τότε συναινούσε, αλλά την οποία τώρα κρίνει με βάση τη νέα συναίσθηση του εαυτού της. Η νέα συναίσθηση της ατομικότητας είναι έντονη και επείγουσα, και το μόνο που βρίσκει στην παραδοσιακή ηθική είναι περιορισμούς στη δράση της. Μέσω του Καλλικλή εξαγγέλλει με μία νεανική αφέλεια ένα νέο δόγμα περί δικαιοσύνης: Το να κάνει κανείς ό, τι μπορεί και να επιδιώκει οτιδήποτε του αρέσει. Μέσω του Θρασύμαχου γίνεται πιο πονηρή και σκυθρωπή. Σύμφωνα με το δόγμα της η δικαιοσύνη συνίσταται στο να υπακούει κανείς την εξουσία, όποτε πρέπει, και να ευχαριστεί τον εαυτό του, όποτε μπορεί. 
Αυτοί που, όπως ο Πλάτων, προσπαθούν να εκθέσουν τα λάθη αυτού του ακραίου ατομικισμού θα πρέπει να απαντήσουν προβάλλοντας μία αληθέστερη αντίληψη της φύσης και των «δικαιωμάτων» της ανθρώπινης ατομικότητας. Θα πρέπει να δείξουν ότι το άτομο δεν είναι μία απομονωμένη μονάδα αλλά ένα μέρος μιας τάξης με μία θέση σ'αυτή την τάξη και ότι η πληρότητα έκφρασης και η αληθινή συναίσθηση της ευδαιμονίας μπορούν να βρεθούν μόνο στο να κάνει κανείς το καθήκον του στη θέση στην οποία έχει ταχθεί. Αυτή είναι η τελική απάντηση την οποία ο Πλάτων δίνει, και γράφει την Πολιτεία προκειμένου να τη δώσει. 
Για την ώρα όμως ικανοποιείται με μία λογική κατάρριψη των επιχειρημάτων του Θρασύμαχου. Παίρνει τις δύο θέσεις που διατυπώνει ο τελευταίος ότι μία κυβέρνηση κυβερνά για δικό της όφελος και ότι η αδικία είναι καλύτερη από τη δικαιοσύνη- και τις αναλύει διαδοχικά. Στην πρώτη άποψη αντιτάσσει τη σωκρατική αντίληψη της διακυβέρνησης ως τέχνης. Υποστηρίζει ότι όλες οι τέχνες έρχονται στη ζωή λόγω ατελειών στο υλικό με το οποίο ασχολούνται. Ο γιατρός προσπαθεί να θεραπεύσει τις ατέλειες του σώματος, ενώ ο δάσκαλος αυτές του νου. Ο σκοπός κάθε τέχνης είναι η ευημερία του υλικού της· για παράδειγμα, ο τέλειος δάσκαλος είναι αυτός που έχει θεραπεύσει όλες τις ατέλειες και έχει εκμαιεύσει όλες τις δυνατότητες του νου του μαθητή του. Και ως εκ τούτου ο ηγεμόνας, εφόσον ενεργεί ως ηγεμόνας και σύμφωνα με την τέχνη του, είναι απολύτως ανιδιοτελής: Ο μοναδικός σκοπός του είναι η ευημερία των πολιτών που έχουν τεθεί υπό τη φροντίδα του. Είναι αλήθεια ότι ως κάποιος που χρειάζεται τροφή -ως ένας άνθρωπος που ασκεί την τέχνη του, για να βγάζει τα προς το ζην- μπορεί να επιδιώξει το δικό του όφελος και να αποκομίσει έναν μισθό ασκώντας το αξίωμά του, αλλά αυτό δεν το κάνει ως ηγεμόνας ή ως κάποιος που ασκεί την τέχνη της διακυβέρνησης αλλά ως κάποιος που βγάζει το ψωμί του και ως κάποιος που ασκεί την τέχνη του να βγάζει κανείς το ψωμί του. Αυτή είναι η απάντηση του Πλάτωνα στην πρώτη θέση του Θρασύμαχου. Στη δεύτερη απαντά με ένα επιχείρημα σχεδιασμένο να αποδείξει ότι ο δίκαιος άνθρωπος είναι σοφότερος, δυνατότερος και ευτυχέστερος άνθρωπος απ’ όσο ο άδικος. Είναι σοφότερος, επειδή ακολουθεί την παλιά δελφική διδασκαλία και αναγνωρίζει την ανάγκη να παραδέχεται κάποια όρια. Πράγματι επιδιώκει να ανταγωνιστεί άλλους (πλεονεκτεῖν), αλλά σε αντίθεση με τον άδικο άνθρωπο δεν επιδιώκει να ανταγωνίζεται τους πάντες ή να ανταγωνίζεται απλώς χάριν του ανταγωνισμού. Ο ανταγωνισμός αυτός καθαυτός δεν είναι ο σκοπός του. 
Ο σκοπός του είναι η τελειοποίηση της αρετής· ανταγωνίζεται μόνο εκείνους που υπολείπονται της αρετής, και τους ανταγωνίζεται μόνο παρεμπιπτόντως - όχι επειδή του αρέσει ο ανταγωνισμός, αλλά επειδή του αρέσει η αρετή. Ο στόχος του είναι να τα πάει καλύτερα από τους κακούς, αλλά όχι να τα πάει καλύτερα από τους καλούς με τους οποίους είναι απόλυτα ικανοποιημένος να είναι ισόπαλος και με τους οποίους είναι αρκούντως ευτυχισμένος να είναι όμοιος. Όμως αυτό είναι το σημάδι της σοφίας σε όλους τους τομείς της ζωής. Ο σοφός γιατρός ή μουσικός δεν είναι αυτός που επιδιώκει τον ανταγωνισμό αλλά αυτός που επιδιώκει την αρτιότητα. Και ο σοφός άνθρωπος, ο οποίος διαθέτει αυτό το σημάδι της σοφίας, είναι κατ’ ανάγκην σοφότερος απ’ όσο ο άδικος, από τον οποίο αυτό το σημάδι απουσιάζει.[17] Καθώς είναι σοφότερος από τον άδικο άνθρωπο, επειδή με αυτό τον τρόπο αναγνωρίζει την αρχή του μέτρου, ο δίκαιος άνθρωπος είναι επίσης και δυνατότερος. Ακόμη και αν ένας αριθμός ανθρώπων πρόθυμα θα ήταν άδικοι, προκειμένου να βρουν τη δύναμη για μία άδικη πράξη, θα πρέπει να είναι δίκαιοι· θα πρέπει να σταθούν ο ένας δίπλα στον άλλο και να ενεργήσουν δίκαια μεταξύ τους. 
Τέλος, καθώς είναι ισχυρότερος από τον άδικο άνθρωπο χάρη στη δύναμη μιας αρχής η οποία τον συνδέει με τους συμπολίτες του, ο δίκαιος άνθρωπος είναι και ευτυχέστερος (ευδαιμονέστερος). Το επιχείρημα με το οποίο ο Πλάτων αποδεικνύει αυτή την τελευταία ιδιότητα του δίκαιου ανθρώπου έχει τεράστια σημασία. Υποστηρίζει ότι το καθετί έχει την καθορισμένη λειτουργία του (έργον), η οποία δεν μπορεί να εκτελεστεί ή δεν μπορεί να εκτελεστεί εξίσου καλά από τίποτα άλλο (352 Ε). Εδώ αγγίζουμε τη θεωρία της ειδικής λειτουργίας η οποία, όπως θα δούμε, είναι ο άξονας της Πολιτείας και η θεμελιώδης βάση της θεωρίας της περί δικαιοσύνης. Από τη θεωρία της λειτουργίας ο Πλάτων φυσιολογικά περνά σε αυτή της αρετής. Η αρετή ή αλλιώς αρτιότητα κάποιου πράγματος συνίσταται στην επαρκή εκτέλεση της καθορισμένης λειτουργίας του. Η αρετή του ματιού είναι η κα­θαρή όραση, η αρετή του αυτιού είναι η καλή ακοή. Τώρα η ψυχή έχει κι αυτή την καθορισμένη λειτουργία της και την αντίστοιχη αρετή ή αρτιότητα. Η λειτουργία είναι η ζωή (τό ζῆν) και η αρετή είναι η καλή ζωή (τό εὖ ζῆν). Κανένα πράγμα δεν μπορεί να εκτελέσει τη λειτουργία του, αν στερηθεί την αρετή του· οπότε και η ψυχή δεν μπορεί να εκτελέσει τη λειτουργία της. αν δεν έχει την κατάλληλη αρετή της. Επομένως, η ψυχή μπορεί να εκτελέσει τη λειτουργία της, μόνο αν διαθέτει την αρετή της καλής ζωής - την αρετή που επίσης καλείται με το όνομα δικαιοσύνη. Αν όμως η ψυχή διαθέτει την αρετή της καλής ζωής ή δικαιοσύνης, διαθέτει και την ευτυχία (ευδαιμονία), η οποία απολήγει αναπόφευκτα σε καλή ζωή. Και η ψυχή που είναι πιο ενάρετη, ή με άλλα λόγια πιο δίκαιη, είναι επίσης ευτυχέστερη. Και καθώς η ευτυχία είναι πιο επωφελής από τη δυστυχία, προκύπτει ότι η δικαιοσύνη, καθώς είναι ευτυχέστερη κατάσταση από την αδικία, είναι και πιο επωφελής.[18] 
Αυτά τα επιχειρήματα υπαινίσσονται βαθύτερες αντιλήψεις, τις οποίες ο Πλάτων τελικά αποκαλύπτει. Η θεωρία σύμφωνα με την οποία η δικαιοσύνη είναι η δύναμη που δίνει συνοχή σε κάθε σύνδεσμο ανθρώπων και η θεωρία της ειδικής λειτουργίας που είναι καθορισμένη για το καθετί αναπτύσσονται στις πλήρεις συνέπειες τους στα μετέπειτα βιβλία της Πολιτείας, Όμως αυτά τα επιχειρήματα, έτσι όπως έχουν, είναι επιχειρήματα λογικού χαρακτήρα. Μας δείχνουν τον Πλάτωνα να παίζει με τον Σοφιστή το σοφιστικό παιχνίδι των λέξεων και να τον νικά στο δικό του παιχνίδι. Τα επιχειρήματα αυτά είναι καταστρεπτικά και όχι δημιουργικά. Μας λένε γιατί δεν θα πρέπει να πιστεύουμε την άποψη του Θρασύμαχου περί δικαιοσύνης, χωρίς να μας λένε σε ποια αντίληψη περί δικαιοσύνης θα πρέπει να πιστεύουμε. Δεν έχουν εξαλείψει το άβολο αίσθημα ότι. αν και η βαναυσότητα του Σοφιστή μπορεί να παραμεριστεί, παραμένει γεγονός ότι η δικαιοσύνη είναι κάτι προς το οποίο η ανθρώπινη φύση δεν στρέφεται ενστικτωδώς, κάτι το αφύσικο θα μπορούσε να πει κανείς, και υπάρχει στον άνθρωπο, μόνο και μόνο επειδή έχει τοποθετηθεί εκεί από τη σύμβαση, ενώ διατηρείται εκεί δια της βίας. Αυτό είναι το συνηθισμένο αίσθημα της κοινωνίας, αυτός είναι ο τόνος που εκδηλώνεται σαφώς στην κοινή γνώμη. Κατά συνέπεια, ο Πλάτων στρέφεται στην κριτική αυτής της γνώμης· και, προκειμένου να καταδείξει ότι η δικαιοσύνη είναι θεμελιωμένη στην ανθρώπινη φύση και αποτελεί τη φυσική τάξη ή ρύθμιση της ανθρώπινης φύσης, αφήνει τη λογική του, για να περάσει στην ψυχολογία, και εγκαταλείπει την ανάλυση των όρων, για να αναλύσει την ανθρώπινη φύση.[19]

2.3. Η θεωρία του Γλαύκωνα: Πραγματισμός (357-67 Ε)

Η νέα οπτική γωνία διατυπώνεται από τον Γλαύκωνα με ρητό σκοπό να αντικρουστεί από τη λογική του Σωκράτη. Χωρίς να υιοθετεί τη θέση του Θρασύμαχου ότι δικαιοσύνη είναι η θέληση του ισχυροτέρου, όταν κατευθύνεται προς τα δικά του συμφέροντα, ο Γλαύκων υποστηρίζει στο ίδιο πνεύμα με τον Θρασύμαχο ότι η δικαιοσύνη είναι κάτι το τεχνητό, προϊόν σύμβασης. Διατυπώνοντας ουσιαστικά την άποψη που υποστηρίχθηκε από τους σύγχρονους συγγραφείς της σχολής του κοινωνικού συμβολαίου, υποστηρίζει ότι σε μία φυσική κατάσταση οι άνθρωποι διαπράττουν και υφίστανται την αδικία ελεύθερα και χωρίς περιορισμό. Βρίσκουν αφόρητη αυτή την κατάσταση, οπότε προκύπτουν τρεις συνέπειες. Πρώτον, οι αδύναμοι, διαπιστώνοντας ότι υφίστανται περισσότερη αδικία από όση μπορούν να προκαλέσουν, συνάπτουν μεταξύ τους ένα «συμβόλαιο» σύμφωνα με το οποίο ούτε θα διαπράττουν αδικία ούτε θα την ανέχονται. Δεύτερον, προωθώντας το συμβόλαιο, θέτουν έναν νόμο, οι «συμβάσεις» του οποίου είναι εφεξής το πρότυπο δράσης και ο κώδικας δικαιοσύνης. Τέλος, και ως αποτέλεσμα αυτού του συμβολαίου και αυτών των συμβάσεων, η ανθρώπινη φύση εγκαταλείπει το αληθινό της ένστικτο, το οποίο τείνει προς την αυτοϊκανοποίηση, και εφεξής συναινεί να διαστρεβλώνεται από τη «βία» του νόμου. Η δικαιοσύνη είναι τέκνο του φόβου: «Είναι ένας μέσος όρος ή ένας συμβιβασμός ανάμεσα στο καλύτερο, που είναι να αδικείς και να μην τιμωρείσαι, και στο χειρότερο, που είναι να υφίστασαι την αδικία χωρίς τη δύναμη να προβαίνεις σε αντίποινα» (359 Α). Έτσι, ενώ ο Θρασύμαχος είχε θεμελιώσει τη δικαιοσύνη στο ένστικτο της κυριαρχίας και την είχε ορίσει ως το συμφέρον του ισχυροτέρου, ο Γλαύκων τη θεμελιώνει στο ένστικτο του φόβου και την ορίζει ως την ανάγκη του ασθενεστέρου. Συνεχίζει να ακολουθεί τη γραμμή σκέψης που ακολούθησε ο Θρασύμαχος, αλλά μπορεί να πει κανείς ότι ξεκινά από το άλλο άκρο· παίρνοντας ως βάση τους φόβους των αδυνάτων παρά τις ορέξεις των ισχυρών, καταλήγει σε έναν ορισμό αντίθετο από αυτόν του Θρασύμαχου. 
Το σύνολο αυτής της θεωρίας, η οποία δεν είναι θεωρία μόνο του Γλαύκωνα αλλά και θεωρία σύγχρονων συγγραφέων, όπως ο Hobbes[20] - και πράγματι είναι η prima facie θεωρία στην οποία καταλήγουν με φυσικό τρόπο τα πρώτα μας ένστικτα -, έχει αντικρουστεί από σύγχρονους στοχαστές σημείο προς σημείο. Πρώτον, ποτέ δεν υπήρξε κάποιο συγκεκριμένο ή ρητό συμβόλαιο - υπάρχει και πάντα θα υπάρχει μία κατάσταση πραγμάτων, η οποία είναι μία κατάσταση σιωπηρού και υπονοούμενου συμβολαίου. Αφενός, υπάρχει πάντοτε μία αμοιβαία αναγνώριση δικαιωμάτων μεταξύ των μελών μιας κοινότητας, στην οποία οι άνθρωποι έχουν προσπαθήσει να δώσουν έκφραση - αλλά το μόνο που έχουν καταφέρει είναι να την απολιθώσουν - μιλώντας για ένα «κοινωνικό συμβόλαιο» μεταξύ εκάστου και όλων για την ίδρυση ενός κράτους με την έννοια μιας πολιτικής κοινωνίας, λες και η πολιτική κοινωνία «ιδρύθηκε» ποτέ. Αφετέρου, υπάρχει πάντοτε μία θέληση του υπηκόου να κυβερνά ο ηγεμόνας του και μία αναγνώριση από την πλευρά του ηγεμόνα ότι εξαρτάται από αυτή τη θέληση· και αυτά έχουν γίνει εξίσου στερεότυπα λόγω της αντίστοιχης κουβέντας περί «κυβερνητικού συμβολαίου» μεταξύ υπηκόου και ηγεμόνα για την ίδρυση ενός κράτους με την έννοια της κυβέρνησης - λες και η κυβέρνηση δεν αποτελεί απαραίτητη ιδιότητα της πολιτικής κοινωνίας, η οποία είναι με τη σειρά της μία απαραίτητη ιδιότητα της ανθρώπινης φύσης. Δεύτερον, ο νόμος στο σύνολό του δεν είναι κάτι το «συμβατικό» ή το τεχνητό με οποιαδήποτε εύλογη έννοια αυτών των όρων. Αν με τον όρο «συμβατικό» εννοεί κανείς οτιδήποτε έχει δημιουργηθεί από τον άνθρωπο, τότε ο νόμος είναι σίγουρα συμβατικός - όμως αυτό ισχύει και για όλα τα άλλα, εκτός από «τα βράχια, τις πέτρες και τα δέντρα». Αν πάλι με τον όρο «συμβατικό» εννοεί κανείς τις συνειδητές δημιουργίες του ανθρώπου και αν κανείς αντιδιαστέλλει αυτού του είδους τις δημιουργίες προς τις ενστικτώδεις εξελίξεις, τότε πολλοί νόμοι θα είναι συμβατικοί και πολλοί νόμοι θα είναι φυσικοί. Όμως δεν υπάρχει μεγάλη απόσταση μεταξύ αυτών των δύο, επειδή η συνειδητή δημιουργία του ανθρώπου δεν εδράζεται σε τελείως διαφορετικές αρχές από αυτές όπου εδράζεται η ενστικτώδης ανάπτυξη.[21] Στην πραγματικότητα ο νόμος πρώτα αναπτύχθηκε και στη συνέχεια δημιουργήθηκε κατά τρόπο που θα μπορούσε κανείς να χαρακτηρίσει παράδοξο: πρώτα ήταν έθιμο και στη συνέχεια κώδικας. Όπως και να "χει, είναι τελείως λανθασμένο να αντιπαραβάλει κανείς το στάδιο της ενστικτώδους ανάπτυξης προς το στάδιο της συνειδητής δημιουργίας, ωσάν αυτά τα δύο να ήταν αντίθετα μεταξύ τους. 
Ο άνθρωπος αποτελεί μία ενότητα και δεν μπορεί να έχει δράσει με δύο τελείως αντίθετους τρόπους. Όμως, όπως χρησιμοποιείται στον τρέχοντα λόγο, ο όρος «συμβατικό» δεν έχει να κάνει με καμία από αυτές τις δύο έννοιες. Όταν μιλάμε για συμβάσεις, δεν εννοούμε ούτε την κάθε δημιουργία του ανθρώπου ούτε την κάθε συνειδητή δημιουργία του ανθρώπου· εννοούμε την κάθε δημιουργία του ανθρώπου που πλέον δεν επιτελεί τον σκοπό για τον οποίο δημιουργήθηκε, αλλά που εξακολουθεί να αξιώνει δικαίωμα ύπαρξης. Υπό αυτή την έννοια ο νόμος στο σύνολό του σίγουρα δεν είναι συμβατικός, παρότι μεμονωμένοι νόμοι μπορεί να είναι συμβατικοί.[22] Τέλος, ο σεβασμός προς τον νόμο και η εξουσία του νόμου δεν βασίζονται στη «βία» αλλά στη θέληση. Οι νόμοι είναι έγκυροι, επειδή εκφράζουν τη θέληση των μελών μιας κοινότητας να κάνουν αυτό που αισθάνονται ότι πρέπει να κάνουν. Οι νόμοι είναι ισχυροί όχι ανάλογα με τη βία που είναι ικανή για την εφαρμογή τους αλλά με το ποσοστό προθυμίας για την υπακοή σ’ αυτούς. Αυτό που φαίνεται σαν βία, όπως όταν μιλάμε για «επιβολή» του νόμου μέσω τιμωρίας ενός ατόμου, είναι στην πραγματικότητα η επιβολή της ορθής θέλησης αυτού του ατόμου, ακόμη και ενάντια στον εαυτόν του, εις βάρος της θέλησής του να διαπράξει κακό. 
Όμως η μέθοδος απάντησης του Πλάτωνα στη θέση του Γλαύκωνα είναι πιο απλή και πιο στοιχειώδης. Αντιλαμβάνεται ότι σε όλες τις απόψεις που μέχρι τώρα εξετάστηκαν - αυτή των Κέφαλου και Πολέμαρχου, αυτή του Θρασύμαχου και αυτή του Γλαύκωνα υπάρχει ένα κοινό στοιχείο. Όλες έχουν αντιμετωπίσει τη δικαιοσύνη ως κάτι το εξωγενές ένα επίτευγμα, μία εισαγωγή ή μία σύμβαση. Καμία από αυτές δεν μετέφερε τη δικαιοσύνη στην ψυχή ή δεν την εξέτασε στον τόπο κατοικίας της. Ως εκ τούτου ο Πλάτων ξεκινά να αποδείξει ότι η προέλευση της δικαιοσύνης δεν εξαρτάται από μία τυχαία σύμβαση ούτε η εγκυρότητά της από μία εξωτερική δύναμη, αλλά ότι απεναντίας είναι αιώνια και είναι ισχυρή χάρη στο μεγαλείο της. Προσπαθεί δε να το αποδείξει δείχνοντας απλά ότι η δικαιοσύνη είναι η ορθή κατάσταση της ανθρώπινης ψυχής, η οποία απαιτείται από την ίδια τη φύση του ανθρώπου, όταν τον δούμε (όπως πρέπει να τον δούμε) μέσα στο πλήρες περιβάλλον του. Έτσι η δικαιοσύνη καθίσταται κάτι το ενδογενές. Ενώ ο Θρασύμαχος και ο Γλαύκων την είχαν θεωρήσει ως κάτι το εξωτερικό - ως ένα σώμα υλικών επιταγών που έρχονται αντιμέτωπες με την ψυχή και που αξιώνουν να την ελέγχουν χάρη σε μία εξωγενή από την ψυχή δύναμη - θεωρείται τώρα ως μία εσωτερική ευλογία και καταδεικνύεται ότι η κατανόησή της συνεπάγεται τη μελέτη του εσωτερικού κόσμου του ανθρώπου. Όμως. αντί να αποπειραθεί αμέσως μία ανάλυση του ανθρώπινου νου, ο Πλάτων υιοθετεί μία μέθοδο, η οποία εκ πρώτης όψεως φαίνεται παράδοξη. Υποστηρίζει ότι, αν ήμασταν υποχρεωμένοι να διαβάσουμε ένα χειρόγραφο του οποίου υπήρχαν δύο αντίγραφα, το ένα σε μία μινιατούρα και το άλλο με μεγάλα γράμματα, σίγουρα θα προσπαθούσαμε να διαβάσουμε το αντίγραφο που ήταν γραμμένο με μεγάλα γράμματα. Η δικαιοσύνη είναι σαν ένα τέτοιο χειρόγραφο: Είναι παντού η ίδια, αλλά υπάρχει σε δύο αντίγραφα, από τα οποία το ένα είναι μεγαλύτερο από το άλλο. Υπάρχει τόσο στο κράτος όσο και στο άτομο, αλλά στο κράτος υπάρχει σε μεγαλύτερη κλίμακα και σε πιο ορατή μορφή. Ως εκ τούτου ο Πλάτων προτίθεται να εξετάσει τη δικαιοσύνη πρώτα όπως αυτή υπάρχει στο κράτος, στις ευρύτερες και πλέον έντονες γραμμές της - και όχι μόνο αυτό, αλλά να την εξετάσει όπως αυτή υπάρχει σε ένα κράτος εν τη γενέσει του,[23] στην απλούστερη και καθαρότερη μορφή της. Κατά συνέπεια, προκειμένου να καταστεί σαφής η δικαιοσύνη, οικοδομεί εξ υπαρχής ένα φανταστικό κράτος και εισέρχεται οριστικά στο πεδίο της πολιτικής θεώρησης.


3. Η κατασκευή του ιδεώδους κράτους

Προτού εξετάσουμε την «πολιτεία» την οποία ο Πλάτων προτίθεται να κατασκευάσει, έχει τη μέγιστη σημασία να είμαστε βέβαιοι για το νόημα της αναλογίας μεταξύ κράτους και ατόμου στην οποία ο Πλάτων προβαίνει. Όπως έχουμε δει, η χρήση φυσικών αναλογιών είναι χαρακτηριστική της Πολιτείας, αλλά εδώ δεν πρόκειται για φυσική αναλογία. Δεν είναι αναλογία μεταξύ του κράτους και του ανθρώπινου σώματος, όπως, για παράδειγμα, αυτή του Hobbes στον Λεβιάθαν ή του Spencer στο Principles of Sociology (Αρχές της κοινωνιολογίας). Η εξωτερική και η υλική σφαίρα έχουν αφεθεί πίσω, όταν φτάνουμε σε αυτό το μέρος της Πολιτείας, και αυτό που ενδιαφέρει τον Πλάτωνα είναι να ανακαλύψει ένα πνεύμα δικαιοσύνης που κατοικεί στο εσωτερικό του κράτους και του ατόμου. Επομένως, η αναλογία που έχουμε εδώ είναι μία πνευματική αναλογία. Είναι μία αναλογία ανάμεσα στη συνείδηση του ανθρώπου, είτε αυτή ενεργεί στο σύνολο είτε στις διάφορες εκφάνσεις της (π.χ. της επιθυμίας ή του λόγου), και στη συνείδηση ενός κράτους, όπως αυτή εκφράζεται στον συνολικό νου της κοινότητας ή σε αυτόν των διαφόρων τάξεών της. Όμως η λέξη αναλογία είναι παραπλανητική, ακόμη και με την επιφύλαξη ότι θα πρέπει να γίνει αντιληπτή πνευματικά· κι αυτό, γιατί υπαινίσσεται ότι το κράτος και το άτομο είναι διαφορετικά πράγματα, τα οποία μπορούν να γίνουν αντιληπτά χωριστά το ένα από το άλλο και να συγκριθούν μεταξύ τους. Δεν είναι. Δεν μπορεί κάποιος να προβεί σε διάκριση ανάμεσα στη συνείδηση του ανθρώπου και στη συνείδηση του κράτους. Η συνείδηση του κράτους είναι απλώς η συνείδηση των μελών του, όταν αυτά σκέφτονται ως μέλη του. Το θάρρος του κράτους, για να πάρουμε ένα συγκεκριμένο παράδειγμα αυτής της συνείδησης, είναι απλώς το θάρρος ατόμων που σκέφτονται και ενεργούν ως μέλη του κράτους. Το καθένα από αυτά τα άτομα μπορεί να δείξει ατομικό θάρρος, όταν συναντά έναν κακούργο στον δρόμο- και επίσης το καθένα από αυτά (μαζί με τους συμπολίτες του) δείχνει το θάρρος που ο Πλάτων αποκαλεί θάρρος του κράτους, όταν αντιμετωπίζει τους εχθρούς του κράτους στο πεδίο της μάχης. Όμως το θάρρος του ατόμου και το θάρρος του κράτους κατοικούν και τα δύο στην ίδια συνείδηση. Γιατί λοιπόν ο Πλάτων εξετάζει αυτή τη συνείδηση πρώτα στην κοινωνική της πτυχή; Απλά. επειδή, καθώς πρόκειται για μία συνείδηση που είναι κοινή σε έναν μεγάλο αριθμό νοών, είναι κάτι το καθαρότερο και μεγαλύτερο και επίσης επειδή απολήγει σε μία εξωτερική δράση που είναι εμφανέστερα εντυπωσιακή. 
Με λίγα λόγια, επομένως, ο Πλάτων, προσπαθώντας να αναλύσει την ανθρώπινη ψυχή και επιδιώκοντας με αυτό τον τρόπο να ανακαλύψει τη θεμελιώδη ανάγκη που η ανθρώπινη ψυχή έχει για δικαιοσύνη, προκειμένου να ευημερήσει, ξεκινά να μελετήσει την ψυχή, όπως αυτή ενεργεί στην κοινωνική της πτυχή, επειδή πιστεύει ότι όλα τα κοινωνικά φαινόμενα είναι παράγωγά της και επειδή πιστεύει ότι αυτά τα παράγωγα είναι τόσο αναγνωρίσιμα, ώστε αποτελούν τα καλύτερα στοιχεία για την κατανόηση της ψυχής από την οποία προκύπτουν. «Τα κράτη δεν γεννιούνται από τη βελανιδιά ή τον βράχο αλλά από τους χαρακτήρες των ανθρώπων που κατοικούν σ’ αυτά»·[24] επομένως, αυτός που θέλει να μελετήσει τους χαρακτήρες των ανθρώπων καλά θα κάνει να μελετήσει τα κράτη τους. Όλοι οι θεσμοί του ανθρώπου είναι εκφράσεις του νου του. Οι θεσμοί του είναι οι ιδέες του. Ο νόμος είναι μέρος της σκέψης του και η δικαιοσύνη είναι μία συνήθεια του νου του. Αυτά τα πράγματα έχουν εξωτερικά και ορατά σημάδια (έναν γραπτό κώδικα, μία δικαστική έδρα), αλλά η πραγματικότητά τους είναι η εσωτερική και πνευματική σκέψη που τα δημιουργεί και τα υποστηρίζει. Είναι δύσκολο να απομακρύνει κανείς τη σκέψη του από το ορατό και να το θεωρήσει ως το απλό ένδυμα της σκέψης - είναι ευκολότερο να βλέπει κανείς τη δικαιοσύνη ως σκήπτρα και περγαμηνές, παρά να τη βλέπει ως ζώσα σκέψη. Όμως το μεγάλο βήμα που πρέπει να κάνουμε είναι ακριβώς το να στραφούμε προς τα μέσα, να εγκαταλείψουμε την αντίληψη του Γλαύκωνα και να ακολουθήσουμε τον Σωκράτη, για να εξετάσουμε τη δικαιοσύνη στο νου του ανθρώπου. Είναι το βήμα που έκαναν τόσο ο Πλάτων όσο και ο Αριστοτέλης - και εδώ βρίσκεται η αιώνια συνεισφορά τους στην πολιτική σκέψη. 
Κατασκευάζοντας το κράτος από το οποίο προτίθεται να καταδείξει τη φύση της ψυχής, ο Πλάτων προϋποθέτει ήδη μια ορισμένη ψυχολογία. Ως ένα σημείο κάνει μία petilio principii[25] (φαύλο κύκλο). Καθώς το κράτος αποτελεί προϊόν της ανθρώπινης φύσης, η κατασκευή του προχωρά πάνω σε γραμμές που υποδηλώνει η αντίληψη της ανθρώπινης ψυχής ως τρισδιάστατης. Για την αντίληψη αυτή, όπως στην πραγματικότητα και για πολλά άλλα στην Πολιτεία, ο Πλάτων φαίνεται να βασίστηκε, όπως έχουμε δει (βλ. παραπάνω, σ. 120), στους Πυθαγορείους. Μία από τις πυθαγόρειες θεωρίες ήταν αυτή των τριών τάξεων - εραστές της σοφίας, εραστές της τιμής και εραστές του πλούτου - και η θεωρία αυτή πιθανώς συνεπαγόταν μία συμπληρωματική θεωρία των τριών μερών της ψυχής: νους, θυμός και επιθυμία. Όπως και να ’χει, αυτή η θεωρία της τριμερούς δομής της ψυχής, όποια και αν είναι η προέλευσή της, αποτελεί το θεμέλιο μεγάλου μέρους της Πολιτείας. Πρώτα απ’ όλα, πιστεύει ο Πλάτων, υπάρχει στην ψυχή ένα ανορθολογικό στοιχείο επιθυμίας, ο σύμμαχος της απόλαυσης και της ικανοποίησης, από το οποίο προκύπτουν ο έρωτας, η πείνα, η δίψα και οι άλλες ορέξεις (439 D). Έπειτα υπάρχει ένα στοιχείο λογικής (λόγος), το οποίο έχει δύο λειτουργίες: μέσω αυτού οι άνθρωποι μαθαίνουν να γνωρίζουν και (επειδή έχουν μάθει να γνωρίζουν) είναι πρόθυμοι να αγαπήσουν. Είναι ένα στοιχείο που κατ’ ανάγκην έχει ύψιστη σημασία για το κράτος, καθώς θα είναι ταυτόχρονα οδηγός δράσης και δεσμός ένωσης για τα μέλη του. Τέλος, μεταξύ αυτών των δύο έρχεται ένα στοιχείο θυμού, ένα στοιχείο που είναι σχεδόν ανάλογο προς αυτό που θα αποκαλούσαμε αίσθημα τιμής και που απολήγει (σε αυτούς στους οποίους εμφανίζεται εντονότερα) σε κάτι που μοιάζει με ιπποτισμό. Η συγκεκριμένη λειτουργία αυτού του στοιχείου είναι ότι εμπνέει τους ανθρώπους για μάχη. Όμως μοιάζει με την επιθυμία στο ότι είναι συνάμα η πηγή της φιλοδοξίας και του ανταγωνισμού, ενώ από την άλλη πλευρά είναι και ένας φυσικός αρωγός του στοιχείου της λογικής, καθώς εμπνέει στους ανθρώπους έντονη αγανάκτηση ενάντια στην αδικία και πρόθυμη υποταγή στη δικαιοσύνη. Και πράγματι στον Πλάτωνα εμφανίζεται κυρίως ως αρωγός της λογικής: «Στη μάχη της ψυχής παίρνει τη θέση του στο πλευρό της λογικής» (440 Β). 
Υπό το πρίσμα αυτής της τρίπτυχης διαίρεσης μπορούμε να περιμένουμε ότι θα συναντήσουμε, όπως και πράγματι συναντούμε, δύο χαρακτηριστικά γνωρίσματα στην πολιτική κατασκευή του Πλάτωνα. Το κράτος το οποίο κατασκευάζει θα αναπτυχθεί σε τρία στάδια, και το ολοκληρωμένο κράτος θα χαρακτηρίζεται από την παρουσία τριών τάξεων ή λειτουργιών. Όμως η ανάπτυξη του κράτους δεν θα καθοριστεί πάνω σε ιστορικές γραμμές· δεν 0α γίνει καμία προσπάθεια, όπως αυτή που γίνεται στους Νόμους, να καταδειχτούν τα φυσικά βήματα μέσω των οποίων το κράτος έχει αναπτυχθεί. Αντιθέτως, στην Πολιτεία ο Πλάτων προχωράει βάσει μιας ψυχολογικής μεθόδου. Παίρνει το καθένα από τα τρία στοιχεία του ανθρώπινου νου, αρχίζοντας από το χαμηλότερο και φτάνοντας στο υψηλότερο, και δείχνει το πώς το καθένα με τη σειρά του συνεισφέρει το μερίδιό του στη δημιουργία του κράτους. Παρέχει μία λογική ανάλυση των διάφορων στοιχείων του νου, τα οποία ανά πάσα στιγμή συνθέτουν το δημιούργημα του ανθρώπου που ονομάζουμε κράτος. Καθώς ασχολείται με το καθένα διαδοχικά. αρχίζοντας από το χαμηλότερο και φτάνοντας στο υψηλότερο, φαίνεται σαν να χρησιμοποιεί την ιστορική μέθοδο στην κατασκευή του κράτους του.Όμως τα φαινόμενα απατούν. Ο Πλάτων δεν εννοεί ότι το κράτος ξεκίνησε ως οικονομικός σύνδεσμος βασισμένος στον καταμερισμό εργασίας, παρότι ο ίδιος ξεκινά την παρουσίασή του με έναν τέτοιο σύνδεσμο. Δεν εννοεί ότι υπήρξε μία πρόοδος από ένα «απλό» σε ένα «τρυφηλό» κράτος, παρότι ο ίδιος περνά από το ένα στο άλλο. Έχει συνεχώς επίγνωση του ότι «τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα που αποδίδει στο καθένα προέρχονται από την Αθήνα των ημερών του».[26]  
Η ίδια προειδοποίηση που ισχύει για τη σκιαγράφηση της ανάπτυξης του κράτους από τον Πλάτωνα ισχύει επίσης για την εκ μέρους του σκιαγράφηση της διαφθοράς του. Η σκιαγράφηση αυτή δεν αποτελεί ιστορική περίληψη των πολιτειακών αλλαγών της αρχαίας Ελλάδας - παρότι μοιάζει με τέτοια, καθώς, ξεκινώντας από το ιδεώδες κράτος το οποίο προκύπτει από ιδεώδεις ψυχολογικές συνθήκες, προχωράει σταδιακά προς τα κάτω φτάνοντας στη χειριστή μορφή κράτους, η οποία προκύπτει από τις χείριστες ψυχολογικές συνθήκες. Πρόκειται για μία προσπάθεια να καταδειχθεί ότι, ενώ η παρουσία του συνόλου των σωστών συνθηκών στην ανθρώπινη ψυχή συνεπάγεται ένα αληθινό κράτος, η κάθε μείωση αυτού του συνόλου συνεπάγεται pro tan to (πάνω απ’ όλα) μία διαφθορά του κράτους. Πρόκειται επίσης για μία προσπάθεια να καταδειχθεί μέσω του ευρύτερου πλαισίου της αδικίας του κράτους η φύση της αδικίας στο άτομο κατά τον ίδιο τρόπο που η δικαιοσύνη του κράτους έχει ήδη χρησιμεύσει, για να καταδειχθεί η δικαιοσύνη του ατόμου.


3.1. Ο οικονομικός παράγοντας στο κράτος

Έχουμε ήδη δει ότι ο Πλάτων με το να οικοδομήσει το κράτος το οποίο θα καταδείξει τη φύση της ψυχής ήδη υπαινίσσεται εκ των προτέρων μία άποψη σχετικά με τη φύση της ψυχής. Αντίστοιχα, όταν αρχίζει να οικοδομεί το κράτος και πρώτα απ’ όλα ασχολείται με την οικονομική δομή που είναι απαραίτητη για τη ζωή του, υπαινίσσεται εκ των προτέρων την ίδια θεωρία περί δικαιοσύνης που η κατασκευή του σκοπεύει να αποδείξει. Η θεωρία αυτή, η οποία συνεπάγεται ότι ο κάθε άνθρωπος θα πρέπει να «κάνει αυτά που ανήκουν στον εαυτό του» (τό ἑαυτοῦ πράττειν) και ότι ο κάθε άνθρωπος θα πρέπει να επιτελεί μία μόνο ειδική λειτουργία, ήδη εμφανίζεται υπό τη μορφή του καταμερισμού εργασίας στην πρώτη υποτυπώδη μορφή του κράτους. Ξεκινώντας με την επιθυμία ως πρωταρχική βάση του κράτους, ο Πλάτων καταδεικνύει (369 Β - 372 D) ότι η επιθυμία συνεπάγεται κάποια μορφή συνδέσμου. Οι επιθυμίες για τροφή, ζεστασιά και στέγη δεν μπορούν να ικανοποιηθούν κατάλληλα παρά μόνο μέσου κοινής δράσης. Το κράτος πρωτοβρίσκει τη συνεκτική του δύναμη στην ανθρώπινη ανάγκη. Οι άνθρωποι δεν μπορούν να κάνουν χωρίς τους συνανθρώπους τους: Ο καθένας, ενώ είναι σε θέση να δώσει στους υπολοίπους κάτι το οποίο αυτοί χρειάζονται, χρειάζεται με τη σειρά του κάτι που εκείνοι μπορούν να του δώσουν. Το αποτέλεσμα είναι ένας αναπόφευκτος καταμερισμός εργασίας ή εξειδίκευση λειτουργιών, η οποία συνεπάγεται έναν συνδυασμό για την αμοιβαία ανταλλαγή των διαφόρων προϊόντων. Ο Πλάτων δικαιολογεί αυτή την εξειδίκευση με οικονομικούς όρους: Συνεπάγεται την ευκολότερη παραγωγή μεγαλύτερου αριθμού και καλύτερης ποιότητας αγαθών. Απολήγει σε έναν σύνδεσμο ανθρώπων ενωμένων σε ένα οικονομικό πλέγμα - έναν σύνδεσμο που αρχικά περιορίζεται στον αγρότη και στον οικοδόμο, στον υφαντουργό και στον μπαλωματή, αλλά που στη συνέχεια διευρύνεται με την προσθήκη μίας τάξης που κατασκευάζει εργαλεία γι’ αυτούς τους τέσσερις, μίας δεύτερης τάξης που φροντίζει τα βοοειδή που αυτοί χρειάζονται, μίας τρίτης τάξης για το εξωτερικό εμπόριο και μίας τέταρτης για το εσωτερικό,[27] μέχρι που τελικά φτάνει να γίνει ένα ενήλικο κράτος. 
Η οικονομική στιγμή δεν είναι η λιγότερο σημαντική στη ζωή του κράτους. Κάθε κράτος είναι σε μία πτυχή της φύσης του μια μεγάλη οικονομική μέριμνα. Και οπουδήποτε επικρατεί ή έχει επικρατήσει ένα προστατευτικό σύστημα, έχει καταστήσει εξέχουσα αυτή την πτυχή μετατρέποντας το κράτος σε μία μονάδα επικεντρωμένη στον εαυτό της και αυτάρκη αναφορικά με την οικονομική της ζωή.[28] Για τον Πλάτωνα το κράτος, ιδωμένο απλώς ως οικονομική μέριμνα, περιέχει χαρακτηριστικά που είναι πολύτιμα όχι μόνο αυτά καθαυτά και από μία οικονομική οπτική γωνία αλλά και ως μορφές και προμηνύματα πολιτικών αληθειών. Περιέχει το χαρακτηριστικό της εξειδίκευσης· και αν ο μπαλωματής κοιτάζει μόνο τη δουλειά του και ως εκ τούτου παράγει καλύτερο και περισσότερο έργο, γιατί ο πολιτικός ηγέτης να μην κοιτάζει μόνο την πολιτική του τέχνη και ως εκ τούτου να έχει το αντίστοιχο αποτέλεσμα; Περιέχει επίσης το χαρακτηριστικό της αμοιβαιότητας· και αν η οργάνωση της οικονομίας για την ικανοποίηση των φυσικών αναγκών στηρίζεται πάνω σ'αυτό το σχέδιο, γιατί να μη στηρίζεται στο ίδιο σχέδιο και η όλη οργάνωση της ανθρώπινης ζωής στο κράτος για την ικανοποίηση της κάθε ανάγκης; Μήπως μπορεί κι εδώ η αμοιβαιότητα να αντικαταστήσει την πλεονεξία και η αμοιβαία ανταλλαγή υπηρεσιών μεταξύ κυβερνήτη και κυβερνώμενου να υποσκελίσει τον ατομικισμό, ο οποίος επιδιώκει να κάνει και να αποκτήσει τα. πάντα για τον εαυτό του; Η εξειδίκευση είναι ο δημιουργός της ενότητας παντού· το δόγμα, της ειδικής λειτουργίας θα εξαλείψει τον απεριόριστο ανταγωνισμό σε κάθε σφαίρα. «Ο σκοπός ήταν ότι... το κάθε άτομο θα πρέπει πάντοτε να τίθεται στη θέση για την οποία η φύση το προόρισε, το κάθε άτομο σε ένα έργο, και τότε ο κάθε άνθρωπος θα έκανε τη δουλειά του και θα ήταν ένας και όχι πολλοί· και έτσι ολόκληρη η πύλη θα ήταν μία και όχι πολλές» (423 D).


3.2. Ο στρατιωτικός παράγοντας στο κράτος

      Όποια όμως κι αν είναι η σημασία του οικονομικού κινήτρου, όσο πολύτιμα και αν είναι τα μαθήματα που διδάσκει η οικονομική οργάνωση, δεν είναι το μοναδικό κίνητρο ή η μοναδική οργάνωση. Πράγματι ο Πλάτων βάζει τον Σωκράτη να ραψωδεί σχετικά με τη χρυσή εποχή που θα έρθει στο Αρκαδικό κράτος που έχει οικοδομήσει, αλλά ταυτόχρονα βάζει τον Γλαύκωνα να το αποκαλεί περιφρονητικά «πόλη των χοίρων». Και ο Σωκράτης, παρότι γελάει με την επιθυμία του Γλαύκωνα για μία «τρυφηλή» πόλη και εξακολουθεί να ισχυρίζεται ότι αυτός είναι ο «υγιής» και αληθινός τύπος κράτους, πρόθυμα συναινεί να προχωρήσει παρακάτω (372 Ε-375 Ε). Υποψιάζεται κανείς κάποια σωκρατική «ειρωνεία», κάποια λεπτή γελοιοποίηση του ειδυλλιακού φυσικού κράτους το οποίο οι Σοφιστές είχαν ιχνογραφήσει και το οποίο άρεσε πολύ στους Κυνικούς να ιχνογραφούν.[29] Η λογική της Πολιτείας απαιτεί όπως ο Πλάτων εξετάσει δύο άλλα και υψηλότερα στοιχεία του ανθρώπινου νου και τον ρόλο που παίζουν στη συγκρότηση του κράτους. Κατά συνέπεια, ο Πλάτων εξετάζει τη θέση του στοιχείου του «θυμού». Οι άνθρωποι δεν αρκούνται στην παροχή των απολύτων αναγκαίων αλλά έχουν επίσης ανάγκη την ικανοποίηση της επιθυμίας τους για εκλέπτυνση. Ζωγραφική και ποίηση, μουσική και ενδυμασία, όλα αυτά είναι «ανάγκες» της ανθρωπότητας. Για την παροχή τους είναι απαραίτητος ένας μεγάλος πληθυσμός· και ένα μεγαλύτερο έδαφος είναι απαραίτητο, προκειμένου να υποστηριχθεί ο μεγαλύτερος πληθυσμός. Ο πόλεμος πια (373 D) εμφανίζεται ως μία από τις λειτουργίες του κράτους με την οποία θα πρέπει να αποκτήσει και να υπερασπιστεί ένα επαρκές έδαφος. Έτσι στη συνέχεια εμφανίζεται το στοχείο του θυμού (το οποίο εμπνέει τους ανθρώπους για μάχη) και εκφράζεται στην οργάνωση του κράτους δια της συγκρότησης μιας στρατιωτικής δύναμης φυλάκων (374 D). Ο Πλάτων στη λογική σύνθεση του κράτους με βάση τους ψυχολογικούς παράγοντες που αποτελούν τα συστατικά του στοιχεία, έχοντας εξετάσει το κράτος ως μία οικονομική κοινότητα βασισμένη στην επιθυμία, πρέπει τώρα να το εξετάσει ως έναν στρατιωτικό οργανισμό βασισμένο στον θυμό. 
Το πρώτο και ζωτικό ζήτημα που προκύπτει αναφορικά με τη στρατιωτική οργάνωση του κράτους είναι φυσικά το ζήτημα της εξειδίκευσης. Θα πρέπει να δημιουργηθεί ένας επαγγελματικός και εκπαιδευμένος στρατός ή θα πρέπει το σύνολο του λαού να λειτουργεί ως γενική πολιτοφυλακή σε περίπτωση ανάγκης; Η απάντηση δίνεται ήδη στα όσα έχουν ειπωθεί για τον καταμερισμό της εργασίας στην οικονομία. Θα ήταν παράλογο να ανατεθεί σε έναν άνθρωπο να φτιάχνει παπούτσια και μόνο παπούτσια, ούτως ώστε τα παπούτσια να φτιάχνονται καλά, και να αφήνεται η τέχνη του πολέμου, ένα ζήτημα πολύ πιο ζωτικής σημασίας για το κράτος, σε χέρια ανεκπαίδευτα και άπειρα. Αν πρόκειται να επιτευχθεί αποτελεσματικότητα μέσω εξειδίκευσης οπουδήποτε, σίγουρα θα σημαντικό όπως ο πόλεμος.[30] Θα πρέπει να υπάρχουν στρατιώτες που η δουλειά τους να είναι να κάνουν πόλεμο και μόνο πόλεμο. Αυτοί θα πρέπει να επιλέγονται για τη δουλειά τους εξαιτίας της ειδικής κλίσης τους -με άλλα λόγια, εξαιτίας ενός μεγάλου βαθμού παρουσίας του στοιχείου του θυμού- και να εκπαιδεύονται για τη δουλειά τους με τρόπο που θα αναπτύξει κατάλληλα αυτή την κλίση. Κατά συνέπεια, από αυτό το σημείο και μετά[31] η Πολιτεία γίνεται μία πραγματεία περί της εκπαίδευσης του ευτυχισμένου πολεμιστή.


3.3. Ο φιλοσοφικός παράγοντας στο κράτος

Αναβάλλοντας όμως για την ώρα την εξέταση του σχεδίου του Πλάτωνα για την εκπαίδευση του ιδεώδους στρατιώτη, μπορούμε να ολοκληρώσουμε την κατασκευή του κράτους βάσει των συστατικών του στοιχείων που προέρχονται από την ανθρώπινη φύση ανακαλύπτοντας τον ρόλο που παίζει ο λόγος στη συγκρότησή του. Ο ρόλος αυτός είναι διπλός.* 
Α. Έχουμε ήδη επισημάνει ότι ο θυμός σε μία από τις πτυχές του είναι ο σύμμαχος του λόγου, γιατί μισεί την αδικία και αγαπά τη δικαιοσύνη. Επομένως. δεν μας προκαλεί έκπληξη, όταν διαπιστώνουμε ότι ο λόγος είναι ήδη ενεργός δίπλα στον θυμό κατά την κατασκευή της στρατιωτικής οργάνωσης του κράτους. Οι φύσεις που επιλέγονται να εκπαιδευτούν ως στρατιώτες δεν θα πρέπει να είναι απλώς εύστροφες και θυμικές. Ο στρατιώτης είναι φύλαξ του κράτους· και όπως το μαντρόσκυλο (εδώ ο Πλάτων χρησιμοποιεί μία από τις αναλογίες που εμφανίζονται συχνά στην εξηγητική του μέθοδο), έτσι και ο ανθρώπινος φύλακας θα πρέπει να είναι ήπιος και φιλικός προς τους κατοίκους του σπιτιού που φυλάει, παρότι θα πρέπει να είναι άγριος προς κάθε άγνωστο. Τώρα το μαντρόσκυλο είναι ήπιο και φιλικό προς όλους αυτούς που γνωρίζει. Αυτούς που γνωρίζει τους αγαπάει κιόλας- σύμφωνα με τη γνώση του και τη χρήση της ικανότητας της γνώσης (που είναι ο λόγος) διακρίνει το φίλο από τον εχθρό (376 Α-Β). Συνεπώς, η ικανότητα της λογικής θα πρέπει να υπάρχει στον φρουρό του κράτους, προκειμένου να μπορεί αυτός να διακρίνει ανάμεσα στον πολίτη τον οποίο υπερασπίζεται και στον εχθρό στον οποίο επιτίθεται. Έτσι ο λόγος εμφανίζεται στον στρατιώτη ως απλή εμπειρική γνώση, η οποία αναμειγνύεται με μία κυρίαρχη ιδιότητα του πνεύματος και εκφράζεται με μία ενστικτώδη αγάπη προς το αντικείμενο της γνώσης, επειδή το αντικείμενο αυτό είναι γνωστό και οικείο. 
Β. Όμως ο λόγος εκφράζεται περισσότερο στην κυβέρνηση ενός κράτους - κι αυτό, επειδή εδώ εκφράζεται στην καθαρή μορφή του και όχι σε μία ένωση με ένα κυρίαρχο στοιχείο θυμού. Είναι τέλειος όχι στον φύλακα αλλά στον τέλειο φύλακα, τον κυβερνήτη. Εδώ, στον τέλειο φύλακα, ο Πλάτων εισάγει ένα τρίτο στοιχείο. Η τάξη των φυλάκων διακλαδίζεται σε δύο τάξεις: στους στρατιωτικούς φύλακες, των οποίων το χαρακτηριστικό είναι ο θυμός και οι οποίοι τώρα ονομάζονται επίκουροι, και στους φιλοσοφικούς φύλακες, των οποίων το χαρακτηριστικό είναι η λογική και οι οποίοι είναι οι κατ’ εξοχήν φύλακες του πλατωνικού κράτους (414 Β). 
Όμως ο λόγος, ακόμη και στην καθαρή μορφή του και ακόμη και στον φιλοσοφικό φύλακα, είναι ο ίδιος κάτι το διττό. Μέσω αυτού γνωρίζουμε, αλλά και μέσω αυτού αγαπάμε. Σε αυτόν υπάρχει τόσο ένα διανοητικό στοιχείο κατανόησης όσο και ένα στοιχείο, θα μπορούσε να πει κανείς, αγάπης και έλξης. Το μαντρόσκυλο αγαπά όπως και γνωρίζει, και αγαπά, επειδή γνωρίζει.[32] Τώρα η ιδιότητα που ο Πλάτων αρχικά θέτει ως προϋπόθεση για τον κυβερνήτη, τον «τέλειο φύλακα» (φύλαξ παντελής) - το στοιχείο του νου που ο Πλάτων αρχικά πιστεύει ότι εκφράζεται στην κυβέρνηση του κράτους- είναι ο λόγος που εκφράζεται με την αγάπη (412 D-E). Ο κυβερνήτης πρέπει να είναι σοφός, αλλά αυτό στο οποίο ο Πλάτων δίνει τη μεγαλύτερη έμφαση στο αρχικό μέρος της Πολιτείας είναι ότι ο κυβερνήτης θα πρέπει να δείχνει στοργή (κηδεμών της πόλεως). 
Οι άνθρωποι που θα κυβερνήσουν το κράτος κατά τον καλύτερο τρόπο είναι αυτοί που νοιάζονται περισσότερο γι’ αυτό· και αυτοί που νοιάζονται περισσότερο γι’ αυτό είναι εκείνοι που πιστεύουν[33] ότι η ευημερία του είναι και δική τους ευημερία και η κακοτυχία του δική τους κακοτυχία. Αν αυτό είναι το στοιχείο του νου που εκφράζεται στην κυβέρνηση, η κυβέρνηση προφανώς δεν θα είναι ιδιοτελής και στη θέση της πολιτικής ιδιοτέλειας που εξύμνησε ο Θρασύμαχος θα δούμε πραγματοποιημένη την αντίληψη ότι η διακυβέρνηση είναι μία τέχνη που εξασκείται για το καλό των υπηκόων της. Σε αυτή την πτυχή της λειτουργίας του ο λόγος είναι πράγματι ο συνεκτικός δεσμός που ενώνει το κράτος. Ως πηγή αγάπης και έλξης είναι ο παράγοντας της ψυχής που εκφράζεται στο κράτος με το να διατηρεί την ενότητά του. Η επιθυμία μπορεί να συγκέντρωσε τους ανθρώπους σε ένα οικονομικό πλέγμα, αλλά ο λόγος είναι αυτός που τους κρατά ενωμένους με το να τους διδάσκει να κατανοούν και μέσω της κατανόησής τους να αγαπούν ο ένας τον άλλο. Η τελική οργάνωση του κράτους είναι μία ορθολογική οργάνωση. Ο λόγος συμμαχώντας με τον θυμό έχει κάνει τον στρατιώτη να γνωρίζει και να αγαπά, και συνεπώς να προστατεύει, τους πολίτες τους οποίους φρουρεί. Όμως ο λόγος στην καθαρή του μορφή κάνει τον κυβερνήτη να κατανοεί και λόγω της κατανόησής του να αγαπά και να υπηρετεί το κράτος που κυβερνά. 
Το ότι οι κυβερνήτες, όπως οι στρατιώτες, θα πρέπει να αποτελούν μία διακριτή και εξειδικευμένη τάξη προκύπτει φυσιολογικά από την εν λόγω άποψη για τη στάση του νου που εκφράζει η κυβέρνηση. Αυτή η λογική που απολήγει σε αγάπη δεν μπορεί να βρεθεί σε όλους· και αυτοί στους οποίους βρίσκεται στον μεγαλύτερο βαθμό θα πρέπει να επιλέγονται από τις τάξεις των στρατιωτών προσεκτικά και μέσω ενός πολύπλοκου συστήματος ηθικών δοκιμασιών και να τους ανατίθεται η διακυβέρνηση του κράτους. Όμως αυτή η εξειδίκευση μιας άρχουσας τάξης, η οποία θα αφιερωθεί στη διακυβέρνηση και μόνο στη διακυβέρνηση, γίνεται ακόμη πιο δικαιολογημένη, αν εξετάσουμε τον ορθό λόγο στη διανοητική πτυχή του.[34] Ο πραγματικός κυβερνήτης, όπως μας λέει τελικά ο Πλάτων, θα πρέπει να είναι φιλόσοφος και η φιλοσοφική φύση βρίσκεται σε λίγες, σπάνιες ψυχές: «Ένας ολόκληρος λαός δεν μπορεί να είναι λαός φιλοσόφων» (494 Α). Επομένως, η τελική δοκιμασία του αληθινού κυβερνήτη είναι μία διανοητική δοκιμασία της φιλοσοφικής του ισχύος. Θα πρέπει να γνωρίζει την «ιδέα», δηλαδή την ουσία της δικαιοσύνης, της ομορφιάς και της μετριοπάθειας, προκειμένου να διαπλάσει σύμφωνα με την εικόνα τους τους χαρακτήρες εκείνων που κυβερνά.[35]  
Τέλος, θα πρέπει να γνωρίζει την ιδέα, χωρίς την οποία όλες αυτές οι ιδέες είναι απλώς λόγια, την ιδέα που είναι η μόνη από την οποία προέρχεται το κάθε τέλειο έργο: την ιδέα του αγαθού. Θα πρέπει να γνωρίζει ποιος είναι ο σκοπός όλων των πράξεων και όλων των όντων - ποιος είναι ο σκοπός υπό το φως του οποίου αποκτούν νόημα όλες οι ανθρώπινες ενέργειες και όλη η ύπαρξη -, ούτως ώστε να μπορεί να κάνει τη δουλειά η οποία του έχει ανατεθεί στο σχέδιο των πραγμάτων με τέτοιο τρόπο, (άστε να την κάνει να εξυπηρετεί την πραγμάτωση αυτού του σκοπού. Συνεπώς, στον κυβερνήτη θα πρέπει να εκφραστεί το τελικό εκείνο στοιχείο του νου το οποίο καταπιάνεται με το μυστήριο της ύπαρξης και βρίσκει τη λύση του νοήματος της. Αν σε αυτόν ενσαρκώνεται αυτό το στοιχείο, τότε και μόνο τότε έχει δημιουργηθεί ένα κράτος το οποίο είναι η δημιουργία (και επίσης η εικόνα) του ανθρώπινου νου στην πληρότητά του. Κι αυτό, γιατί, αν ο νους του ανθρώπου είναι ικανός γι’ αυτή την εξύψωση του λόγου, αν μπορεί να φτάσει σε μία κατάσταση τελειότητας, όπου ο λόγος καθοδηγεί τις επιχειρήσεις του υπό το φως ενός ανώτατου σκοπού, το κράτος θα πρέπει να είναι κι αυτό με τη σειρά του ικανό για αυτή την εξύψωση και θα πρέπει κατά τον ίδιο τρόπο να φτάσει στην τελειότητά του, όταν, και μόνο όταν, καθοδηγείται από την αντίληψη μιας φιλοσοφικής λογικής. Αυτό προκύπτει αναπόφευκτα από το αξίωμα πάνω στο οποίο στηρίζεται η Πολιτεία, ότι δηλαδή το κράτος είναι το προϊόν του ανθρώπινου νου και ότι η κάθε πτυχή του κράτους είναι το προϊόν ενός στοιχείου του νου. Συνεπώς η σύνθεση του κράτους από τον καθένα από τους πνευματικούς του παράγοντες δεν μπορεί παρά να καταλήγει στην αντίληψη ότι το κράτος δεν είναι μόνο οικονομικός ή μόνο στρατιωτικός οργανισμός, αλλά είναι και ένας φιλοσοφικός οργανισμός και ότι ως τέτοιος οργανισμός θα πρέπει τελικά να καθοδηγείται από την υψηλότερη λογική που είναι δυνατή για τον άνθρωπο. Ο «φιλόσοφος-βασιλιάς» δεν είναι μία απλή πρόσθεση ή προσθήκη: Είναι το λογικό αποτέλεσμα της όλης μεθόδου στην οποία έχει βασιστεί η κατασκευή του κράτους.[36] 
Από αυτή τη νέα αντίληψη του κυβερνήτη ως φιλοσόφου μάλλον παρά ως κάποιου που αγαπά το κράτος προκύπτει φυσιολογικά μία νέα μέθοδος επιλογής (503 Ε). Αντί να προσπαθούμε μέσω ηθικών δοκιμασιών να ανακαλύπτουμε αυτούς που νοιάζονται περισσότερο για το κράτος, τώρα θα πρέπει μέσω μιας διανοητικής δοκιμασίας της φιλοσοφικής ισχύος να ανακαλύψουμε τους λίγους εκείνους που μπορούν να το καθοδηγήσουν με τον καλύτερο τρόπο υπό το φως της βαθύτατης σοφίας. Προκύπτει επίσης και ένα άλλο αποτέλεσμα. Προκειμένου η φιλοσοφία να καθοδηγήσει το κράτος, μία νέα εκπαίδευση και μία νέα μέθοδος μόρφωσης είναι απαραίτητες. Θα πρέπει να υπάρχει ένα σύστημα εκπαίδευσης όχι μόνο για τους επίκουρους, οι οποίοι θα είναι ευτυχισμένοι πολεμιστές, αλλά και για τους «τέλειους φύλακες», οι οποίοι θα είναι φιλόσοφοι-βασιλείς. Επομένως αναμένουμε, και βρίσκουμε, δύο διαδοχικά σχέδια εκπαίδευσης στην Πολιτεία. Και ακριβώς όπως ο φιλόσοφος-βασιλιάς δεν είναι μία απλή πρόσθεση ή προσθήκη αλλά το λογικό αποτέλεσμα των αρχών του Πλάτωνα, έτσι και το δεύτερο, το φιλοσοφικό σχέδιο εκπαίδευσης, δεν είναι μία μεταγενέστερη σκέψη ή ένα υστερόγραφο αλλά το λογικό αποκορύφωμα του επιχειρήματος.


4. Οι τάξεις του πλατωνικού κράτους

Μπορούμε τώρα να προεκτείνουμε το επιχείρημα στο επόμενο στάδιο. Μέχρι τώρα έχουμε δει τα τρία διαδοχικά λογικά στάδια στη γένεση του κράτους: το οικονομικό, το στρατιωτικό και το ορθολογικό ή αλλιώς φιλοσοφικό. Θα πρέπει τώρα να παρατηρήσουμε ότι στο ολοκληρωμένο κράτος υπάρχουν τρεις τάξεις που αντιστοιχούν σε αυτά τα τρία στάδια. Δύο τάξεις έχουν ήδη εμφανιστεί, η κυβερνητική και η στρατιωτική τάξη, η καθεμιά αποτελούμενη από ανθρώπους με ειδικά χαρίσματα, οι οποίοι είναι ειδικά εκπαιδευμένοι, για να εξασκούν αυτά τα χαρίσματα και να επιτελούν τη μία λειτουργία για την οποία είναι κατάλληλοι - και μόνο αυτή. «Αφήνοντας στην άκρη κάθε άλλη δουλειά, οι φύλακες θα αφιερωθούν εξολοκλήρου στη διατήρηση της ελευθερίας του κράτους· αυτό θα είναι η τέχνη τους και δεν θα ασχολούνται με κανένα έργο που δεν συνεισφέρει σε αυτό τον σκοπό» (395 B-C). Σε αυτές τις δύο τάξεις των φυλάκων θα πρέπει τώρα να προσθέσουμε και τρίτη τάξη στο κράτος, μία οικονομική ή αλλιώς παραγωγική τάξη. η οποία θα αποτελείται από ανθρώπους που δεν έχουν τα ειδικά χαρίσματα του κυβερνήτη ή του στρατιώτη, αλλά που, όπως και ο κυβερνήτης και ο στρατιώτης, περιορίζονται σε μία μόνο λειτουργία, η οποία υποχρεωτικά είναι αυτή της ικανοποίησης των φυσικών αναγκών της κοινότητας. Επομένως, το πλατωνικό κράτος ως σύνολο είναι μία κοινότητα που χαρακτηρίζεται από τον καταμερισμό εργασίας ανάμεσα σε τρεις εξειδικευμένες τάξεις:[37] τους κυβερνήτες (ή αλλιώς «τέλειους φυλακές»), τους στρατιώτες (που αρχικά ονομάζονται «φύλακες» και στη συνέχεια «επίκουροι») και τις παραγωγικές τάξεις (τους οποίους ο Πλάτων ονομάζει «αγρότες). Υπάρχει μία Lehrstand. μία Wehrstand και μία Nahrstand· υπάρχουν, όπως στη μεσαιωνική αντίληψη περί «των τριών τάξεων», oratoresbellatores καιlaboratores (ρήτορες, πολεμιστές, εργάτες). 
Συνεπώς. τα τρία διαφορετικά στοιχεία του νου που συγκροτούν το κράτος όχι μόνο διαχωρίζονται λογικά ως παράγοντες στη λογική του γένεση (όπως έχει γίνει μέχρι τώρα), αλλά διαφοροποιούνται επίσης και ως τάξεις στην εξωτερική του οργάνωση. Αυτό υπονοεί ότι το καθένα από τα διάφορα στοιχεία (επιθυμία, θυμός και λόγος) έχει εξέχουσα θέση σε ορισμένα άτομα ή ομάδες ατόμων. Υπάρχει μία μικρή ομάδα στην οποία προέχει ο λόγος, μία άλλη και πιο μεγάλη η οποία κυριαρχείται από τον θυμό και μία τρίτη, πολύ μεγαλύτερη, στην οποία προέχει η επιθυμία.[38] Αυτός είναι ένας κάπως διαφορετικός ισχυρισμός από τον πρωταρχικό ισχυρισμό, ότι το κάθε στοιχείο του νου αποτελεί παράγοντα συγκρότησης της πλήρους ζωής του κράτους, και είναι ένας ισχυρισμός πολύ πιο αμφίβολος. Το κράτος μπορεί να είναι και πράγματι είναι προϊόν του νου, αλλά από αυτό δεν προκύπτει ότι το κράτος διαιρείται ή θα πρέπει να διαιρείται σε τάξεις που αντιστοιχούν στα διαφορετικά στοιχεία του νου. Στον νου του κάθε ανθρώπου υπάρχουν όλα τα στοιχεία- όμως, αν στο κράτος ο κάθε άνθρωπος είναι περιορισμένος σε μία δραστηριότητα η οποία αντιστοιχεί μόνο σε ένα στοιχείο, μήπως υποχρεώνεται να ζήσει ως πολίτης μόνο με ένα τμήμα του νου του; Ο κυβερνήτης πρέπει να ζει με τον λόγο- επομένως, υποστηρίζει ο Πλάτων. θα πρέπει να εγκαταλείψει την επιθυμία. Κατά συνέπεια, τίθεται υπό ένα καθεστώς κοινοκτημοσύνης το οποίο εμποδίζει τη δράση της επιθυμίας και έτσι συνεπάγεται την παράλυση ενός εγγενούς στοιχείου της ανθρώπινης φύσης. Και πάλι. ο αγρότης θα πρέπει να ζει για την ικανοποίηση της επιθυμίας· η ζωή του αυτή θα πρέπει να ρυθμίζεται από την εξωτερική λογική του τέλειου φύλακα, οπότε ο αγρότης θα υφίσταται μία ατροφία του ορθολογικού εαυτού του.[39] 
Ακριβώς η ανάλυση που κάνει ο Πλάτων για την ανθρώπινη φύση τον οδηγεί στο να μετατρέπει το κάθε φυσικό στοιχείο σε κοινωνική τάξη και στο να περιορίζει το δικαίωμα διακυβέρνησης σε μία από αυτές τις τρεις τάξεις. Η ανάλυση αυτή έχει δύο γνωρίσματα. Προβαίνει σε έναν σαφή διαχωρισμό των διαφόρων στοιχείων του νου και αποδίδει μία μεγάλη πρωτοκαθεδρία στο στοιχείο του λόγου στη ζωή του νου. Προκειμένου να διαχωρίσει μεταξύ τους τα στοιχεία του νου, ο Πλάτων χρησιμοποιεί την αρχή της αντίφασης. Όλοι οι άνθρωποι έχουν επίγνωση των αντιφάσεων ή συγκρούσεων μέσα στον νου τους· και, καθώς ένα ενιαίο πράγμα δεν μπορεί να επηρεάζεται με αντιφατικούς τρόπους την ίδια στιγμή (436 Β), προκύπτει ότι ο νους δεν είναι ομοιογενής, αλλά αποτελεί κατοικία διαφόρων στοιχείων, τα οποία μπορεί να αντιφάσκουν μεταξύ τους, πράγμα που συχνά συμβαίνει. Η επιθυμία, για παράδειγμα, είναι διαφορετικό στοιχείο από τον λόγο· μεταξύ τους γίνεται ένας αγώνας «που μοιάζει με τον αγώνα των φατριών σε ένα κράτος» (440 Β). 
Όμως ο νους, παρότι είναι ετερογενής, θα πρέπει να καταλήγει σε μία ενότητα· κι αυτή είναι η λειτουργία του λόγου. Η ορθολογική αρχή, έχοντας ως σύμμαχό της τη θυμική αρχή, θα πρέπει να εξουσιάζει τον πόθο, «ο οποίος στον καθέναν από μας αποτελεί το μεγαλύτερο τμήμα της ψυχής και είναι εκ φύσεως αχόρταγος». Ο λόγος είναι «το μικρό τμήμα που κυβερνά..., καθώς υποτίθεται ότι έχει γνώση του τι είναι προς το συμφέρον τόσο του καθενός από τα τρία μέρη όσο και του συνόλου» (441Ε-442 C). Ο λόγος, επομένως, επιτυγχάνει μία ενότητα του νου υπό την έννοια ενός συστήματος ορθών σχέσεων στα πλαίσια του οποίου δεν επιτρέπεται στα διάφορα στοιχεία να παρενοχλούν το ένα το άλλο ή σε κάποιο απ’ αυτά να κάνει τη δουλειά των άλλων. Εδώ βρισκόμαστε σε στενή επαφή με τις πυθαγόρειες αρχές· και ο Πλάτων φαίνεται να κάνει έναν σαφή υπαινιγμό για το πυθαγόρειο δόγμα, όταν μιλάει για τη συνένωση σε μία τέλεια ρυθμισμένη αρμονία των τριών στοιχείων του νου, «τα οποία μπορούν να συγκριθούν με τις υψηλότερες, τις χαμηλότερες και τις μεσαίες νότες της κλίμακας» (443 D).[40] 
Μπορεί να υποστηριχθεί, ασκώντας κριτική στον Πλάτωνα, ότι η ύπαρξη αντιφάσεων ή συγκρούσεων στον ανθρώπινο νου δεν καταστρέφει, παρότι διαταράσσει, την πραγματική ενότητα της κάθε ανθρώπινης προσωπικότητας.[41] Αυτή η ενότητα είναι κάτι παραπάνω από ένα σύστημα ορθών σχέσεων μεταξύ διαφορετικοί στοιχείων και κάτι παραπάνω από μία ιεραρχική ρύθμιση αυτών των στοιχείων, μέσω της οποίας το ένα καθίσταται κυρίαρχο και τα υπόλοιπα τίθενται σε υποδεέστερη θέση απ’ αυτό. Ο ανθρώπινος νους δεν είναι η κατοικία ανταγωνιστικών στοιχείων τα οποία θα πρέπει να εναρμονιστούν μέσω της νίκης και της κυριαρχίας ενός από τους αντιπάλους· είναι εξαρχής μία ενότητα και διαπερνάται συνεχώς από τον λόγο. Αν όμως υιοθετήσουμε την ανάλυση του Πλάτωνα για τον ανθρώπινο νου και εφαρμόσουμε αυτή την ανάλυση στο κράτος, θα καταλήξουμε στα συμπεράσματα που έβγαλε ο Πλάτων. Στην τριμερή ψυχή θα αντιστοιχεί μία πολιτεία τριών τάξεων, ενώ στην κυριαρχία του λόγου θα αντιστοιχεί ένα σύστημα κοινοκτημοσύνης και η κυριαρχία των φιλοσόφων-βασιλέων. Η κυβέρνηση θα πάρει τη μορφή ενός φιλοσοφικού αυταρχικού καθεστώτος, στο οποίο θα υπάγονται η οικονομική και η στρατιωτική τάξη του κράτους, όπως η επιθυμία και ο θυμός υπάγονται στο ορθολογικό τμήμα του νου. Είναι αλήθεια ότι η ενότητα ενός τέτοιου κράτους δεν θα είναι μία ενότητα που θα επιτυγχάνεται δια της βίας. ούτε ο διαχωρισμός των τάξεων του θα είναι ένας διαχωρισμός που θα έχει γίνει και θα διατηρείται τεχνητά. Για τον Πλάτωνα και τα δύο θεμελιώνονται σε αυτό που είναι έμφυτα ορθό, καθώς και τα δύο θεμελιώνονται στην έμφυτη συγκρότηση της ανθρώπινης φύσης. 
Η γνώση των καθηκόντων και των περιορισμών τους, την οποία διαθέτουν όλοι οι πολίτες, καθώς και η κοινή προδιάθεση των θελήσεων όλων τους να αποδεχθούν τα καθήκοντα και τους περιορισμούς τους θα στηρίξουν το σύστημα των τριών τάξεων και την εξουσία των φιλοσόφων-βασιλέων. Η κάθε τάξη ξέρει τι μπορεί να κάνει· η κάθε τάξη ξέρει ότι θα ήταν άδικο, αν προσπαθούσε να κάνει άλλα πράγματα ή να ανακατευτεί στην πραγματοποίηση άλλων πραγμάτων. Και πάλι η κάθε τάξη χάρη στον αυτοέλεγχο μεταφράζει τη γνώση της αυτή σε μία προδιάθεση της θέλησης· και μέσω του αυτοελέγχου της η κάθε τάξη μπορεί να ειπωθεί ότι παρέχει τη συναίνεσή της στο σύστημα των τάξεων και στη μέθοδο διακυβέρνησης. Παρά ταύτα είναι αλήθεια ότι το δόγμα της τριμερούς ψυχής και η θεωρία της ειδικής λειτουργίας του κάθε μέρους τείνουν να παραγάγουν μία πολιτεία, η οποία μπορεί να κατηγορηθεί τόσο για υπερβολικό διαχωρισμό όσο και γι’ αυτό που ο Αριστοτέλης αποκαλεί «υπερβολική ενοποίηση». Μπορεί να κατηγορηθεί για το πρώτο, επειδή εδράζεται σε ένα σύστημα τάξεων το οποίο διαθέτει μερικά από τα χαρακτηριστικά του συστήματος των καστών και ειδικότερα επειδή θέτει ως προϋπόθεση μία μεγάλη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στην παραγωγική και στην ηγεμονική τάξη. Μπορεί να κατηγορηθεί για το δεύτερο, αφενός επειδή συνεπάγεται ένα σύστημα κοινοκτημοσύνης το οποίο ενοποιεί τους κυβερνήτες μεταξύ τους και με την υπόλοιπη κοινότητα περικόπτοντας τις επιθυμίες τους και αποστερώντας τους την περιουσία η οποία είναι απαραίτητη σε μία πλήρη ανθρώπινη προσωπικότητα, αφετέρου επειδή εξαρτάται από ένα σύστημα διακυβέρνησης το οποίο ενοποιεί το κράτος μάλλον στη βάση της υποταγής σε μία ενιαία κυριαρχία παρά στη βάση της άσκησης μιας ενιαίας γενικής θέλησης. 
Το λάθος βρίσκεται όχι στην αντίληψη του Πλάτωνα περί της σχέσης του κράτους με τον ανθρώπινο νου αλλά στο ότι ο Πλάτων εφάρμοσε στο κράτος μία διαχωριστική αντίληψη του νου και μία αυταρχική αντίληψη του λόγου. Αν ξεκινήσουμε από μία αντίληψη θεμελιώδους ενότητας της ανθρώπινης προσωπικότητας και επιδιώξουμε να μεταφέρουμε αυτή την αντίληψη στο κράτος, θα έχουμε μία εικόνα του κράτους ως μίας ενότητας που διαποτίζεται πέρα για πέρα από το λόγο - το κράτος είναι ένα χάρη σε έναν λόγο από τον οποίο εμφορούνται όλα τα μέλη του και έρχεται στο φως όχι στο νου λίγων επίλεκτων αλλά στη θέληση ολόκληρης της κοινότητας. Θα θεωρήσουμε το κράτος ως μία ενιαία προσωπικότητα και θα αποδώσουμε την κυριαρχία, κατά το πρότυπο του Rousseau, στη γενική θέληση ολόκληρης της προσωπικότητας. Σε μία κοινωνία βασισμένη σε μία τέτοιου είδους αντίληψη θα υπάρχουν πράγματι τάξεις, αλλά η κάθε τάξη θα αποτελεί παράγοντα διαμόρφωσης της κοινής θέλησης· θα υπάρχει ενότητα αλλά μία ενότητα που θα συνάδει με την πλήρη ατομική ύπαρξη του κάθε μέλους.[42] 
Όμως δεν θα πρέπει να αφήσουμε τον διαχωρισμό που μόλις επικρίναμε, χωρίς να επισημάνουμε ότι έχει και μία άλλη πλευρά. Αν και ο Πλάτων δεν παραδέχεται ότι η κάθε τάξη διαθέτει όλες τις δυνάμεις του νου και ότι η κάθε τάξη θα πρέπει να είναι σε θέση να επιτύχει την πλήρη ανάπτυξη όλων των δυνάμεών της, τουλάχιστον παραδέχεται ότι είναι πιθανόν μεμονωμένα μέλη μιας τάξης να διαθέτουν τις δυνάμεις που προσιδιάζουν σε μία άλλη τάξη, και, όταν αυτό συμβαίνει, μεριμνά, ώστε αυτοί οι άνθρωποι να ανέλθουν γρήγορα στην τάξη όπου οι δυνάμεις τους τους επιτρέπουν να ανήκουν. Εκφράζει την αρχή αυτή με τη μορφή ενός μύθου. Μας λέει ότι όλα τα μέλη του κράτους είναι αδέλφια μεταξύ τους, αλλά, όταν ο Θεός τούς έφτιαχνε, κατεργάστηκε χρυσό, για να πλάσει τους κυβερνήτες, άργυρο, για να πλάσει τους στρατιώτες, και σίδηρο και ορείχαλκο, για να πλάσει τους αγρότες και τους τεχνίτες. Αλλά όμως δεν επιθυμούσε οι απόγονοι των αρχικών μελών της κάθε τάξης να ανήκουν στην ίδια τάξη από γενιά σε γενιά. Διέταξε τους φύλακες να τηρούν πάνω απ’ όλα την αρχή ότι η τάξη του κάθε ανθρώπου θα είναι ανάλογη με τη σύστασή του. Μπορεί να συμβεί να γεννηθεί ένας «αργυρός» άνθρωπος από «χρυσούς» γονείς ή να γεννηθεί ένας «χρυσός» άνθρωπος από «αργυρούς» γονείς». Όποτε αυτό συμβεί, οι κυβερνήτες θα πρέπει να ενεργούν ανάλογα και, υποβιβάζοντας τον «αργυρό» άνθρωπο στην τάξη του στρατιώτη, θα πρέπει να προαγάγουν τον «χρυσό» άνθρωπο στη θέση του κυβερνήτη (415 A-C). Με αυτή την εναλλαγή των τάξεων ο κάθε άνθρωπος θα βρει το κατάλληλο επίπεδό του· αν υπάρχει μέσα του το φως του λόγου, θα έχει ελεύθερο πεδίο, για να το ασκήσει. Ο Πλάτων είναι πεπεισμένος ότι η διαίρεση των τάξεων που προτείνει δεν καταπνίγει την ανθρώπινη ανάπτυξη, αλλά, τουναντίον, παρέχει μία μοναδική ευκαιρία για την πλήρη χρήση όλων των δυνάμεων. 
Διασφαλισμένη μέσω της εναλλαγής των βαθμίδων, η διαίρεση των τάξεων είναι ελεύθερη να πετύχει τον σκοπό της εισαγωγής της εξειδίκευσης και της πραγμάτωσης της αρτιότητας που μόνο η εξειδικευμένη ιδιότητα μπορεί να επιτύχει. Η πλήρης αφιέρωση στο έργο τους εκείνων που καλούνται να είναι κυβερνήτες και στρατιώτες σημαίνει επίσης την εξάλειψη της ανικανότητας από την πολιτική· και με την εξαφάνιση της υποκριτικής πολιτικής τέχνης εξαφανίζεται ένα σημαντικό ελάττωμα, το οποίο ο Πλάτων εντόπισε στα κράτη της εποχής του. Και πάλι ο διαχωρισμός των τάξεων και ιδίως ο διαχωρισμός της παραγωγικής από την κυβερνώσα τάξη, παρότι επιδέχεται την κριτική που του ασκεί ο Αριστοτέλης, ότι δηλαδή χωρίζει το κράτος σε δύο μέρη που το καθένα έχει διαφορετική νοοτροπία και διαφορετικούς θεσμούς, μπορεί να λεχθεί ότι οδηγεί στην πολιτική ανιδιοτέλεια. Στη μία πλευρά στέκεται η οικονομική κοινωνία και στην άλλη αναδύεται το κράτος -ένα κράτος που μέσω ενός συστήματος κοινοκτημοσύνης αποσπάται προσεκτικά από την οικονομική κοινωνία και δεν αναμένεται ούτε να ανακατευτεί στις υποθέσεις της ούτε να επηρεαστεί από αυτή. Η διάκριση μεταξύ κοινωνίας και κράτους, την οποία οι αρχαίοι Έλληνες έτειναν να αγνοούν, μπορεί να ειπωθεί ότι εδώ βρίσκει πλήρη έκφραση.


8.5. Πλατωνική δικαιοσύνη

Όμως πάνω απ’ όλα σε αυτό τον διαχωρισμό και σε αυτή την εξειδίκευση βρίσκεται το νήμα που οδηγεί σε αυτό που η όλη συζήτηση αποσκοπεί να ανακαλύψει: τη (ρύση της δικαιοσύνης. Προκειμένου τελικά να ανακαλύψει τη δικαιοσύνη, όπως η δικαιοσύνη υφίσταται στο κράτος, ο Πλάτων καταφεύγει στη μέθοδο του αποκλεισμού. Προβαίνοντας σε αυτό που θεωρούσε ως μία πλήρη ταξινόμηση των αρετών του κράτους δικαιοσύνη, σοφία, θάρρος και μετριοπάθεια ή αυτοέλεγχος (οι τέσσερις «κύριες αρετές» των αρχαίων Ελλήνων)- αρχικά αποδίδει στην καθεμιά από τις τρεις τελευταίες την κατάλληλή της θέση και στη συνέχεια αξιώνει τη θέση που απομένει για την εναπομείνασα αρετή της δικαιοσύνης. Τώρα οι αρετές του κράτους βάσει της αρχής που τέθηκε προηγουμένως είναι οι αρετές των μελών του, όταν αυτά ενεργούν ως μέλη του. Αντίστοιχα, η σοφία θα πρέπει να είναι η αρετή της άρχουσας τάξης η οποία διευθύνει το κράτος μέσω του λόγου της, το θάρρος θα πρέπει να είναι η αρετή των στρατιωτών. και ο αυτοέλεγχος, απ'ό, τι φαίνεται, θα πρέπει να είναι η αρετή της παραγωγικής τάξης. Όμως ο αυτοέλεγχος είναι κάτι παραπάνω από την αρετή μιας οποιοσδήποτε τάξης. Είναι μία αρετή που επιτυγχάνεται, όταν η επιθυμία από την πλευρά της αποδέχεται και ο λόγος από την πλευρά του παρέχει τον κατάλληλο έλεγχο και την κατάλληλη αγωγή. Αντίστοιχα ο αυτοέλεγχος του κράτους σημαίνει στην παθητική του πλευρά την αναγνώριση από την παραγωγική και τη στρατιωτική τάξη της ανάγκης να υποταχθούν στην εξουσία και στην ενεργητική του πλευρά την αναγνώριση από την κυβέρνηση της ανάγκης να παράσχει μία τέτοια εξουσία. Γενικά, επομένως, ο αυτοέλεγχος είναι μία αρμονία μεταξύ των διαφόρων στοιχείων του κράτους, η οποία προκύπτει από την παρουσία της ίδιας πεποίθησης σε όλα. 
Τι είναι τελικά η δικαιοσύνη και ποιος είναι ο τόπος κατοικίας της;Είναι απλά η εξειδίκευση για την οποία μιλήσαμε νωρίτερα, είναι απλά η θέληση να εκπληρώνει κανείς τα καθήκοντα της θέσης του (τό αὐτοῦ πράττειν) και να μην αναμειγνύεται στα καθήκοντα μιας άλλης θέσης. Επομένως, η κατοικία της βρίσκεται στον νου του κάθε πολίτη, ο οποίος κάνει το καθήκον του στην καθορισμένη γι΄ αυτόν θέση. Είναι η πρωταρχική αρχή, η οποία τέθηκε κατά τη θεμελίωση του κράτους, «ότι ο κάθε άνθρωπος θα πρέπει να ασκεί ένα πράγμα μόνο, και αυτό θα είναι το πράγμα προς το οποίο η φύση του προσαρμόζεται κατά τον καλύτερο τρόπο» (443 Α). Ο κυβερνήτης, για παράδειγμα, θα πρέπει να είναι σοφός· και αν δείχνει σοφία στο έργο του και θεωρεί τη σοφία ως το αληθινό επάγγελμά του, είναι ως εκ τούτου δίκαιος - ή μάλλον (καθώς εδώ μιλάμε για την αρετή του κράτους) το κράτος είναι δίκαιο, καθώς το μέλος του στη θέση όπου έχει ταχθεί έχει κάνει το καθήκον που του έχει ανατεθεί.[43] Υπό αυτή την έννοια η δικαιοσύνη είναι η προϋπόθεση κάθε άλλης αρετής του κράτους, γιατί, αν ένας πολίτης δεν συγκεντρώνεται στη δική του σφαίρα καθήκοντος, δεν θα επιδείξει την αρετή που αυτή η σφαίρα απαιτεί. Έτσι η κοινωνική δικαιοσύνη μπορεί να οριστεί ως η αρχή μιας κοινωνίας αποτελούμενης από διαφορετικούς τύπους ανθρώπων (ο παραγωγικός τύπος, ο στρατιωτικός τύπος, ο εξουσιαστικός τύπος), οι οποίοι έχουν συνενωθεί υπό την παρόρμηση της ανάγκης που έχουν ο ένας για τον άλλο και μέσω της συνένωσής τους σε μία κοινωνία και της συγκέντρωσής τους στις ξεχωριστές λειτουργίες τους έχουν δημιουργήσει ένα σύνολο, το οποίο είναι τέλειο, επειδή είναι το προϊόν και η εικόνα ολόκληρου του ανθρώπινου νου. Η αρχή πάνω στην οποία εδράζεται αυτή η κοινωνία συνίσταται στην πλήρη εκτέλεση από πλευράς του κάθε τύπου ανθρώπου της ειδικής λειτουργίας για την οποία με βάση τις ικανότητές του και τη θέση που αυτές του έχουν δώσει στην κοινωνία είναι εκ φύσεως προορισμένος. Η δικαιοσύνη του κράτους είναι η αίσθηση του πολίτη για το καθήκον που του επιβάλλει η θέση του, αίσθηση η οποία καταλήγει σε δημόσια δράση ενώπιον του κόσμου η Αγγλία ήταν δίκαιη στο Τραφάλγκαρ, επειδή οι μαχητές της που υπάκουσαν στο σήμα του ναυάρχου τους επιτέλεσαν στη ναυμαχία τη λειτουργία για την οποία είχαν ταχθεί και έδειξαν την εξειδικευμένη αρτιότητά τους. 
Αυτού του είδους η αντίληψη περί δικαιοσύνης είναι η τελική απάντηση προς τον ατομικισμό στη ζωή και στη θεωρία τον οποίο αντιμαχόταν ο Πλάτων. Η αντίληψη αυτή θέτει ως προϋπόθεση μία εικόνα του ατόμου όχι ως ενός απομονωμένου εγώ αλλά ως μέρους μιας τάξης· ο σκοπός του ατόμου δεν είναι να επιδιώξει την ευχαρίστηση του απομονωμένου εγώ, αλλά να καλύψει μία καθορισμένη θέση σε αυτή την τάξη. Το άτομο δεν αποτελεί το όλο και δεν μπορεί να εξεταστεί ως τέτοιο - το κράτος είναι το όλο και θα πρέπει να επιβάλλει αυτό το γεγονός πάνω στο άτομο αντιμετωπίζοντάς το ως έναν παράγοντα και ένα πολλοστημόριό του. Η αντίληψη του ατόμου ως μέρους μιας τάξης, παρότι είναι αληθής, ωθείται στα άκρα από τον Πλάτωνα· και εξετάζοντας την κοινοκτημοσύνη θα δούμε ότι υπάρχει λόγος να πιστέψουμε ότι τον οδήγησε στο να αρνηθεί στο άτομο δικαιώματα τα οποία αποτελούν τις θεμελιώδεις προϋποθέσεις, για να είναι ηθικό πρόσωπο και ως εκ τούτου να είναι σε θέση να έχει την οποιαδήποτε αρετή. Όμως το να αντιλαμβανόμαστε την κοινωνική δικαιοσύνη (ή ορθότητα) ως την κάλυψη από τον κάθε άνθρωπο της καθορισμένης γι’ αυτόν σφαίρας υπακούοντας στην κατηγορική προσταγή του κοινωνικού καθήκοντος, κάτι που ο Goethe,[44] - όπως και ο Πλάτων διακήρυξε, τούτη, παρά τα οποιαδήποτε μειονεκτήματα, είναι η κύρια σύλληψη της Πολιτείας. Επίσης είναι η θεμελιώδης βάση της άποψης περί δημοσίου καθήκοντος, το οποίο θα πρέπει να επιτελείται από κάποια ειδική θέση, και περί δημόσιας αποτελεσματικότητας, η οποία θα επιτυγχάνεται μέσω ειδικής εκπαίδευσης, μία άποψη για την υποστήριξη της οποίας ακριβώς γράφτηκε η Πολιτεία. 
Προτού αποπειραθούμε να προβούμε σε οποιαδήποτε κριτική της αντίληψης του Πλάτωνα περί κοινωνικής δικαιοσύνης, θα πρέπει να εξετάσουμε τον ορισμό που έδωσε για τη δικαιοσύνη στο άτομο. Ο Πλάτων υποστηρίζει ότι, αν η δικαιοσύνη του κράτους είναι η δέουσα εκτέλεση της λειτουργίας της κάθε τάξης, τότε η δικαιοσύνη του ατόμου (η ανακάλυψη της οποίας ήταν ο σκοπός της όλης συζήτησης και ο λόγος για την κατασκευή και την εξέταση του κράτους) θα είναι αντίστοιχα η δέουσα εκτέλεση της λειτουργίας του κάθε μέρους του ανθρώπινου νου. Τα μέρη του ανθρώπινου νου αντιπροσωπεύουν τις ίδιες αρχές όπως οι τάξεις του κράτους. Πράγματι ακριβώς αυτά τα διαφορετικά μέρη με το να υπερισχύουν σε διαφορετικό βαθμό στα διάφορα άτομα δημιουργούν τις διάφορες κοινωνικές τάξεις (435 Ε). Προκύπτει ότι. όπως και στο κράτος, το οποίο είναι το ανάλογο προϊόν του ανθρώπινου νου, υπάρχουν τρία στοιχεία, έτσι και στον νου του κάθε ανθρώπου υπάρχουν τρία στοιχεία, ο λόγος, ο θυμός και η επιθυμία - παράλληλα προς τα αντίστοιχα στοιχεία του κράτους και πηγή της ύπαρξής τους.[45] Όπως η δικαιοσύνη του κράτους σημαίνει ότι το καθένα από τα τρία στοιχεία του διατηρεί τη θέση του, έτσι και η δικαιοσύνη του ατόμου σημαίνει ότι ο λόγος, ο θυμός και η επιθυμία διατηρούν το καθένα τα κατάλληλα όριά τους.[46] Καθώς όμως η δικαιοσύνη του κράτους είναι αυτή των ατόμων που το απαρτίζουν, προκύπτει ότι το κάθε άτομο έχει δύο πτυχές και δείχνει δικαιοσύνη και στις δύο. Στην πρώτη του πτυχή είναι μέλος μιας κοινότητας και δείχνει δικαιοσύνη με το να επιδεικνύει τη συγκεκριμένη αρετή που ταιριάζει με τη θέση στην οποία το υπερισχύον στοιχείο της φύσης του το έχει τοποθετήσει - για παράδειγμα, την αρετή του θάρρους, αν ο θυμός είναι το στοιχείο που υπερισχύει στην ιδιοσυγκρασία του. Όμως σε μία άλλη πτυχή του είναι ένας μεμονωμένος νους και ως τέτοιος δείχνει δικαιοσύνη, αν κρατά το καθένα από τα στοιχεία του νου του στην κατάλληλή του θέση και ως εκ τούτου επιδεικνύει τις άλλες αρετές, τη σοφία, το θάρρος και τον αυτοέλεγχο. Επομένως, παρότι ένας άνθρωπος ως πολίτης μπορεί να ζει με ένα μόνο μέρος του νου του, ως άτομο ζει με το σύνολο, βρίσκοντας στη δικαιοσύνη τον θεμέλιο λίθο των αρετών ο οποίος τις κρατάει όλες ενωμένες σε μία εύτακτη ρύθμιση και αρμονία.[47] 
Η πλατωνική αντίληψη περί δικαιοσύνης, όπως εφαρμόζεται στο κράτος, ενδέχεται να υποστεί κριτική. Μπορεί να θεωρηθεί ότι ο τύπος της εκτέλεσης της λειτουργίας δεν αγγίζει την ουσία αυτού που οι άνθρωποι γενικά εννοούν με τον όρο δικαιοσύνη. Μπορεί να υποστηριχθεί επίσης ότι είναι υπερβολικά παθητική στον χαρακτήρα της και ότι. ενώ προτρέπει τους ανθρώπους να παραμένουν στη σφαίρα τους. δεν παρέχει μία αρχή για την αντιμετώπιση της σύγκρουσης θελήσεων και της διαμάχης μεταξύ δύο σφαιρών, πράγμα το οποίο αναζητά κανείς σε μία αντίληψη περί δικαιοσύνης. Θα πρέπει όμως να θυμόμαστε ότι η δικαιοσύνη έχει σύντροφο τον αυτοέλεγχο, ο οποίος είναι επίσης μία γενική αρετή της ευρύτερης κοινωνίας. Αν η δικαιοσύνη, η οποία συνίσταται στο να παραμένει κανείς πιστός στην εκτέλεση μιας λειτουργίας, είναι ελλιπής, εφόσον δεν καταλήγει σε μία αρμονία ή σ’ ένα συνταίριασμα των διαφορετικών λειτουργιών, τότε ο αυτοέλεγχος υπό την έννοια που τον ορίζει ο Πλάτων παρέχει αυτή την κατάληξη. Έχει τη φύση της αρμονίας και συμφωνίας (430 Ε): Εκτείνεται σε ολόκληρη την κοινωνία περνώντας από όλες τις νότες της κλίμακας[48] και επιφέροντας μία αρμονία ανάμεσα στην ασθενέστερη, την ισχυρότερη και τη μεσαία τάξη (432 Α). Όμως ο αυτοέλεγχος είναι μία ηθική και όχι μία νομική αρχή, οπότε μπορεί κανείς ακόμη να αντιτείνει ότι η δικαιοσύνη για την οποία μιλάει ο Πλάτων στην πραγματικότητα δεν είναι καθόλου δικαιοσύνη. Είναι ένα πνεύμα που ενυπάρχει, αλλά δεν απολήγει σε κάποιο συγκεκριμένο jus (δίκαιο) και ακόμη λιγότερο σε κάποιο νόμο. Ο νόμος είναι ένα πράγμα, η ηθική ένα άλλο. Ο νόμος ασχολείται με τους εξωτερικούς κανόνες που διευθύνουν τις πράξεις των ανθρώπων σε μία συντεταγμένη κοινότητα, ενώ η ηθική ασχολείται με τις ιδέες που βρίσκονται πίσω από τους κανόνες και τα ιδεώδη που βρίσκονται πίσω από την τάξη. Μπορεί να υποστηριχθεί ότι ο Πλάτων έχει καταστήσει ασαφή τη διάκριση και έχει μπερδέψει το όριο που βρίσκεται μεταξύ ηθικού καθήκοντος και νομικής υποχρέωσης.[49] 
Στην πραγματικότητα όμως μία τέτοια αντίρρηση είναι εκτός θέματος. Η πλατωνική δικαιοσύνη, όπως έχουμε ήδη δει,[50] δεν είναι νομικό ζήτημα ούτε ασχολείται με κάποιο εξωτερικό πλαίσιο νομικών δικαιωμάτων και καθηκόντων. Δεν ανήκει στη σφαίρα του Recht (νομιμότητας) αλλά στη σφαίρα της Sittlichkeit (κοινωνικής ηθικής)[51] Δεν είναι ζήτημα νόμου ή ζήτημα ατομικής ηθικής, ούτε ένα ανακάτεμα αυτών των δύο: Είναι μία αντίληψη περί κοινωνικής ηθικής και ένας ορισμός του κώδικα κοινωνικών ηθών που όχι λιγότερο απ’ όσο ο νόμος - και ίσως περισσότερο κι απ’ όσο ο νόμος - βρίσκεται πίσω από τη δράση των κοινωνικών σχέσεων. Ασχολείται με τους τρόπους με τους οποίους μία ολόκληρη κοινωνία μπορεί να φτάσει στην αγαθότητα και ως εκ τούτου στην ευτυχία (421 B-C) και δεν περιορίζεται στην αγαθότητα ή στην ευτυχία των ατόμων. Ο κανόνας της είναι ότι η ουσία της κοινωνικής ηθικής έγκειται στην εκπλήρωση «της θέσης μου και των καθηκόντων της» και πρόκειται για έναν κανόνα τον οποίο οι σύγχρονοι διανοητές μπορούν ακόμη να χρησιμοποιήσουν. 
[52] Πίσω από αυτόν τον κανόνα και πίσω από την όλη αντίληψη περί κοινωνικής ηθικής βρίσκεται η αντίληψη της κοινωνίας ως μιας ηθικής ολότητας ή ενός οργανισμού που ζει μία ηθική ζωή της οποίας το κάθε άτομο αποτελεί όργανο και στην οποία το κάθε άτομο έχει μία λειτουργία. Η πολιτική θεωρία του Πλάτωνα είναι μία θεωρία αυτού του ηθικού οργανισμού και η θεωρία του περί δικαιοσύνης είναι μία θεωρία του ηθικού κώδικα βάσει του οποίου ο οργανισμός αυτός ζει. Ο Πλάτων δεν ξεκινά από την αντίληψη μιας νομικής κοινωνίας βασισμένης σε νομικά δικαιώματα και δεν αντιλαμβάνεται τη δικαιοσύνη ως ένα σύστημα για τη διατήρηση και τον συσχετισμό τέτοιου είδους δικαιωμάτων. Ξεκινά από την αντίληψη μιας ηθικής κοινωνίας βασισμένης στο ηθικό καθήκον της εκτέλεσης μιας ειδικής λειτουργίας και αντιλαμβάνεται τη δικαιοσύνη ως το πνεύμα οπό το οποίο εμφορούνται οι άνθρωποι κατά την εκπλήρωση αυτού του καθήκοντος. 
Με το να αντιλαμβάνεται τη δικαιοσύνη με αυτό τον τρόπο ο Πλάτων δεν απείχε πολύ από τις τρέχουσες ιδέες στην αρχαία Ελλάδα. Έχει επισημανθεί[53] ότι οι αρχαίοι Έλληνες δεν είχαν λέξη αντίστοιχη προς το λατινικό jus. Η λέξη jus δεν υποδηλώνει μόνο το δίκαιο, αλλά επίσης, και ακόμη περισσότερο την επανόρθωση: είναι κάτι συγκεκριμένο, «το οποίο αναγνωρίζεται και μπορεί να εφαρμοστεί από μία ανθρώπινη εξουσία». Είναι το άθροισμα των υπαρκτών κανόνων βάσει των οποίων λειτουργούν τα δικαστήρια, είτε αυτοί έχουν δημιουργηθεί εθιμικά είτε μέσω δικαστικής απόφασης είτε μέσω νόμου (lex). Έτσι, ενώ οι Ρωμαίοι είχαν στο μυαλό τους και μιλούσαν για ένα ενιαίο συγκεκριμένο jus και για τον lex ως τμήμα του, οι Έλληνες είχαν στο μυαλό τους και μιλούσαν για ένα αφηρημένο και απόλυτο δίκαιο (το δίκαιον), δίπλα στο οποίο έθεταν ως τη μόνη έκφραση συγκεκριμένου νόμου τον παλιό και παραδοσιακό νόμο, γραπτό ή άγραφο, της κοινότητας. Από νωρίς στον αρχαίο ελληνικό θεωρητικό στοχασμό προέκυψε φυσιολογικά το ερώτημα αναφορικά με την αληθινή φύση του δικαίου, με την αντίστοιχη του ιδιότητα της δικαιοσύνης, και αναφορικά με τη σχέση μεταξύ δικαιοσύνης και παλιού παραδοσιακού νόμου. Ήταν φυσικό ότι αυτός ο θεωρητικός στοχασμός θα αποδεικνυόταν, όπως έγινε στην περίπτωση του Πλάτωνα, κάτι παραπάνω από νομικός στοχασμός και ότι η σκέψη θα εξύψωνε το δίκαιο στη θέση του ιδεώδους αγαθού και τη δικαιοσύνη στην ιδεώδη αγαθότητα της ανθρώπινης κοινωνίας. 
Τέτοιο είναι το αποτέλεσμα που προκύπτει από το γεγονός ότι η ελληνική ιδιοφυία δεν ήταν, όπως η ρωμαϊκή, ειδικά νομική ή, ως τέτοια, απασχολημένη με νομικά δικαιώματα υποστηριζόμενα από τη νομική επανόρθωση και εφαρμοζόμενα από τη νομική διαδικασία. Αντιθέτως, ήταν ειδικά μεταφυσική· και ο Πλάτων, ο μεγαλύτερος εκπρόσωπος της ιδιοφυίας του λαού του, ήταν γνήσιος Έλληνας, όταν επιδίωξε να ανακαλύψει την πρωταρχική αρχή ή αλλιώς την ιδέα του δικαίου και ακόμη και όταν πιστεύοντας έντονα στην αλήθεια αυτής της ιδέας, επιδίωξε υπό το πρίσμα της να επιφέρει επανάσταση στην κοινωνία. Απομακρύνθηκε από τις συνήθειες του λαού του μόνο στο ότι εξώθησε τον ζήλο του για την πρωταρχική αρχή της κοινωνίας σε τέτοια άκρα, ώστε το αφηρημένο δίκαιο αποδείχθηκε μοιραίο για κάθε συγκεκριμένο νόμο και η ιδεώδης δικαιοσύνη, η οποία κατοικεί στον καθαρό λόγο του φιλοσόφου-βασιλιά, έφτασε να καταργήσει κάθε νόμο και κάθε νομοθεσία. Όμως ακόμη και γι’ αυτό ο δρόμος ήταν ήδη έτοιμος, άπαξ και έγινε η διάκριση μεταξύ αφηρημένου δικαίου και νομικότητας.[54]                


[1] Έγραψε ξεχωριστές πραγματείες: τα Μετά το. Φυσικά, τα Ηθικά και τα Πολιτικά. Όμως τουλάχιστον η πολιτική επιστήμη και η ηθική φιλοσοφία εξακολουθούν να είναι στα μάτια του ενιαίες και αδιαίρετες. Θα πρέπει όμως να αναγνωριστεί ότι οι ξεχωριστές του πραγματείες περί ηθικής και περί πολιτικής τείνουν να αποκλίνουν όχι μόνο στο όνομα αλλά και στο πνεύμα. Ο ρεαλιστικός τόνος των βιβλίων IV-VI των Πολιτικών δείχνει ελάχιστο ίχνος ηθικής οπτικής γωνίας.[2] Εν συντομία, η Πολιτεία είναι μία «φιλοσοφία του πνεύματος» σε όλες του τις εκφάνσεις, και το σύγχρονο έργο με το οποίο είναι πλέον εύκολο να συγκριθεί είναι εκείνη η ενότητα ίου σχεδιάσματος της φιλοσοφίας από τον Hegelπου επιγράφεται «φιλοσοφία του πνεύματος», στην οποία ο Hegel εξετάζει τις εσωτερικές λειτουργίες του πνεύματος, όπως τη συναίσθηση και τη συνείδηση, τις εξωτερικές του εκφάνσεις στο δίκαιο και στην κοινωνική ηθική (η σφαίρα του κράτους) και την «απόλυτη» δραστηριότητά του στην τέχνη, στη θρησκεία και στη φιλοσοφία. 
[3] Pohlmann, Geschichte des antiken Kommunismiis und Sozialismus. 
[4] Πλούτος και πενία (Πολιτεία, 421). 
[5] Όμως ο Πλάτων λέει ότι μόνο οι φύλακες δεν θα διαθέτουν άργυρο και χρυσό- οπότε μπορεί να συμπεράνει κανείς ότι οι άλλες τάξεις του κράτους θα χρησιμοποιούν τα πολύτιμα μέταλα (417 Α) 
[6] Αυτοί οι Σοφιστές πράγματι συμφιλίωσαν το κράτος και το άτομο με το να καταστήσουν το κράτος μία τυραννία που δούλευε για την ικανοποίηση ενός ατόμου. Τα συμφιλίωσαν όμως από τη λάθος πλευρά (αν μπορεί να ειπωθεί ότι τα συμφιλίωσαν καθόλου), όταν προσάρμοσαν το κράτος σε ένα άτομο, αντί να προσαρμόσουν όλα τα άτομα στο κράτος. Παρά ταύτα το ότι ο ατομικισμός, αντί να προσπαθεί να καταστρέψει το κράτος, θα προσπαθούσε να το αναδημιουργήσει κατ’ εικόνα του δείχνει το πόσο στενά συνδεόταν το κράτος με το άτομο ακόμη και για τους επαναστάτες. Ακόμη και στις πλέον ακραίες τους απόψεις οι Σοφιστές δεν ήταν αναρχικοί.
[7] «Πιστεύεις πραγματικά ότι οι νέοι μας διαφθείρονται από τους Σοφιστές ή ότι οι ιδιωτικοί δάσκαλοι... τους διαφθείρουν σε βαθμό άξιο λόγου; Μήπως ο κόσμος που λέει αυτά τα πράγματα είναι ο μεγαλύτερος Σοφιστής;» (492 Α). «Οι Σοφιστές... στην πραγματικότη­τα δεν διδάσκουν παρά τη γνώμη των πολλών, με άλλα λόγια, τις γνώμες των εκκλησιών τους· και αυτή είναι η σοφία τους (493 A
[8] Η κριτική του Πλάτωνα για την πολιτική ζωή της εποχής βρίσκεται στο όγδοο και στο ένατο βιβλίο της Πολιτείας. Ο Nohle (Die Staatslehre Platos, σ. 101) σχολιάζει δίκαια ότι ο Πλάτων σκιαγραφεί τα πραγματικά κράτη αφότου έχει σκιαγραφήσει το ιδεώδες κράτος του, ενώ παρ’ όλα αυτά κατά την εξέλιξη της σκέψης του η μελέτη των υπαρκτών κρατών έλαβε χώρα πριν από την κατασκευή του ιδεώδους και έπαιζε ρόλο κινήτρου για την κατασκευή του. Επιπλέον, τα ελαττώματα του πραγματικού τού έδειξαν τι να αναζητήσει στο ιδεώδες και υπό αυτή την έννοια η κριτική που κάνει στο πραγματικό ελέγχει και καθορίζει την κατασκευή του ιδανικού. Μπορεί πράγματι σχεδόν να πει κανείς ότι τα στοιχεία στο ιδεώδες κράτος του, τα οποία φαίνονται πολύ ιδεαλιστικά, είναι κατά μία έννοια πολύ ρεαλιστικά: Είναι αποτελέσματα μιας ένθερμης ανυπομονησίας απέναντι στα στοιχεία της πραγματικής ζωής τα οποία είχε λεπτομερώς μελετήσει και τα οποία αποδοκίμαζε έντονα. Η κοινοκτημοσύνη του, για παράδειγμα, είναι σε μεγάλο βαθμό αποτέλεσμα μιας έντονης συναίσθησης των δεινών που ήταν εγγενή σε μία άρχουσα τάξη, η οποία είχε τα δικά της οικονομικά συμφέροντα και χρησιμοποιούσε την πολιτική της θέση, για να προωθήσει αυτά τα συμφέροντα. 
[9] Πρβλ. Αριστοτέλης, Πολιτικά, 1279, a 13-15 (III 6, §10): «Στις μέρες μας οι άνθρωποι επιδιώκουν να βρίσκονται πάντοτε στην εξουσία χάριν των ωφελημάτων που μπορούν να αποκομίσουν από τις δημόσιες προσόδους και τα αξιώματα. 
[10] Αυτή η αντίληψη περί «δύο κρατών» εμφανίζεται επανειλημμένα στον Πλάτωνα. Λέει τα εξής για την ολιγαρχία: «Ένα τέτοιο κράτος δεν είναι ένα αλλά δύο κράτη, ένα των φτωχών και ένα των πλουσίων και ζουν στο ίδιο μέρος και μονίμως συνωμοτούν το ένα εναντίον του άλλου» (551 D). Αντίστοιχα στους Νόμους υποστηρίζει (712 Ε - 713 Λ) ότι το συνηθισμένο κράτος δεν έχει πολίτευμα- είναι ένα απλό έδαφος που διαιρείται σε δύο μέρη από τα οποία το ένα είναι κύριος και το άλλο δούλος. Η πλατωνική αντίληψη των δύο κρατών μέσα στο κάθε κράτος φέρνει φυσιολογικά στο μυαλό τη φράση του Disraeli περί «δύο εθνών» και τη σύγχρονη σοσιαλιστική ιδέα του «ταξικού πολέμου». 
[11] Θουκυδίδης Ζ 39 ( το επιχείρημα αυτό διατυπώνει ο Αθηναγόρας, ο αρχηγός των δημοκρατικών στις Συρακούσες)
[12] Πρβλ. την εικόνα που δίνει ο Θουκυδίδης για τη στάσιν στην Κέρκυρα: «Αιτία όλων αυτών ήταν η φιλαρχία που έχει ρίζα την πλεονεξία και την φιλοδοξία που έσπρωχναν τις φατρίες ν’ αγωνίζονται με λύσσα» (Γ 82, μτφ. Άγγελος Βλάχος). 
[13] Πολιτεία, 521 Α. Ο Πλάτων υποστηρίζει (416 Α) ότι οι συνηθισμένοι κυβερνήτες είναι σαν «τσοπανόσκυλα, τα οποία είτε λόγω έλλειψης πειθαρχίας είτε λόγω πείνας είτε λόγω κακής συνήθειας στρέφονται ενάντια στα πρόβατα και τα παρενοχλούν και συμπεριφέρονται 
[14] «Τόσο η κοινότητα της περιουσίας όσο και η κοινότητα των οικογενειών... τείνουν να τους καταστήσουν αληθινότερα φύλακες· δεν κάνουν την πόλη κομμάτια διαφωνώντας για το “δικό μου” και το “όχι δικό μου”... αλλά... όλοι τείνουν προς έναν κοινό σκοπό» (464 C-D). 
[15] Θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο τρόπος με τον οποίο ο Πλάτων χρησιμοποιεί τη «δικαιοσύνη» δεν αποδίδει κανένα νομικό νόημα στη λέξη. Η δικαιοσύνη, όπως το θάρρος, ο αυτοέλεγχος και η σοφία, είναι μία από τις ιδιότητες που συνιστούν την αρετή. Η αρετή είναι ιδιότητα τόσο της μεμονωμένης ψυχής όσο και μιας κοινότητας ατόμων· συνεπώς, και η δικαιοσύνη είναι ιδιότητα και των δύο. Έτσι είναι ένα από τα συστατικά μέρη τόσο της ατομικής ηθικής όσο και της κοινωνικής ηθικής. Όμως και στις δύο μορφές συνδέεται με την ηθική και όχι με τον νόμο (βλ. παρακάτω σ. 379).
        Ενώ κανονικά η δικαιοσύνη είναι ένα μέρος της αρετής, στην Πολιτεία γίνεται σχεδόν ταυτόσημη με την αρετή. Η αρετή της μεμονωμένης ψυχής πρακτικά ταυτίζεται με τη «δικαιοσύνη» των σχέσεων ιιετα ξύ των στοιχείων της ψυχής (λόγος, θυμός και επιθυμία): η ψυχή της οποίας τα στοιχεία αυτά διέπονται από τάξη και κόσμο, και ως εκ τούτου είναι δίκαιη, είναι και ενάρετη. Αντίστοιχα, η αρετή μιας κοινωνίας πρακτικά ταυτίζεται με τη δικαιοσύνη των σχέσεων μεταξύ των μελών της: το κράτος στο οποίο υπάρχουν τάξις και κόσμος ανάμεσα στα μέλη του -με το να παραμένει πιστό το καθένα από τα μέλη στη θέση του-, και επομένως είναι δίκαιο, είναι και ενάρετο. Στους Νόμους είναι μία άλλη ιδιότητα, αυτή του αυτοελέγχου, η οποία πρακτικά ταυτίζεται με την αρετή (βλ. παρακάτω, σ. 624). Όμως και εκεί, όπως και στην Πολιτεία, μία από τις αρετές καθίσταται ισοδύναμη με το σύνολο της αρετής. Θα πρέπει να θυμόμαστε ότι η αρετή είναι ενιαία και ότι τα μέρη της αρετής, είτε πρόκειται για τη δικαιοσύνη είτε για τον αυτοέλεγχο, συνεπάγονται ίο σύνολο. 
[16] Αυτό είναι μία αναφορά στη διδασκαλία της δύναμις των εναντίων. Βλ. παραπάνω. σ. 198. υπ. 4. 
[17] Αυτή η διδαχή του Πλάτωνα -ότι ο ανταγωνισμός αυτός καθαυτός, επιδιωκόμενος ως αυτοσκοπός, είναι το σημάδι της άγνοιας και της αδικίας - είναι εν μέρει αποτέλεσμα της παλιάς ελληνικής έν νοιας του μέτρου, την οποία επέβαλε το μαντείο των Δελφών και έπειτα επέβαλαν ξανά οι Πυθαγόρειοι (βλ. παραπάνω, σ. 120)· αλλά ακόμη περισσότερο είναι αποτέλεσμα του δόγματος περί δικαιοσύνης το οποίο σιγά σιγά διατυπώνει και σύμφωνα με το οποίο η δικαιοσύνη συνίσταται στη σοφή εκτέλεση μιας συγκεκριμένης λειτουργίας. Άνθρωποι που ο καθένας τους ασχολείται με την εκτέλεση μιας τέτοιας λειτουργίας δεν θα ανταγωνιστούν μεταξύ τους, καθώς οι λειτουργίες τους δεν είναι ανταγωνιστικές αλλά συμπληρωματικές. Αν μεταφράζαμε τη διδασκαλία του Πλάτωνα σε σύγχρονους οικονομικούς όρους, θα λέγαμε ότι ο οικονομικός ανταγωνισμός δεν είναι καλός αυτός καθαυτός, αλλά είναι καλός μόνο ως μέσο για την επίτευξη οικονομικής αρτιότητας - με άλλα λόγια, της μέγιστης ποσότητας πλούτου. Εφόσον ισχύει αυτό, ο σοφός παραγωγός δεν θα επιδιώκει να ανταγωνίζεται όλους τους παραγωγούς αλλά μόνο αυτούς που δεν παράγουν με καλό τρόπο, ούτε θα ανταγωνίζεται χάριν του ανταγωνισμού αλλά  
[18] Θα παρατηρήσει κανείς ότι το επιχείρημα είναι εν μέρει λεκτικό και βασίζεται στο γεγονός ότι οι ελληνικές λέξεις αρετή και εύ ζην έχουν ένα διπλό νόημα (ή τουλάχιστον ένα εύρος νοήματος), το οποίο δύσκολα μπορεί να ειπωθεί ότι διαθέτουν οι αντίστοιχες αγγλικές λέξεις (goodness και living well). Η αρετή δεν υπαινίσσεται μόνο την ηθική αρτιότητα αλλά και τη διανοητική αποτελεσματικότητα. Η καλή ζωή δεν σημαίνει μόνο το να ζει κανείς ευγενικά αλλά και το να ζει ευτυχισμένα. Όμως το επιχείρημα δεν είναι μόνο λεκτικό αλλά και πραγματικό. Ο Πλάτων με τον όρο αρετή εννοεί κάτι που είναι διανοητική καθώς και ηθική ιδιότητα, ενώ επίσης εννοεί ότι η άσκηση και η ενέργεια αυτής της ιδιότητας είναι η ανώτατη μορφή ευτυχίας. 
[19] NettleshipLecturesσελ. 48. Ταυτόχρονα θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο Πλάτων ήδη υπαινίσσεται αυτό που αργότερα θα προσπαθήσει να αποδείξει, ότι δηλαδή η δικαιοσύνη δεν είναι ένας συμβατικός κώδικας συμπεριφοράς αλλά μια εσωτερική αρετή της ψυχής. 
[20] Και ο Hobbes επίσης πιστεύει ότι η έννοια του ορθού δεν είναι κάτι το εγγενές στον άνθρωπο αλλά κάτι που δημιουργείται από ένα συμβόλαιο και επιβάλλεται από μία δύναμη. «Προτού μπορέσει να δοθεί το όνομα του δίκαιου και του άδικου, 0α πρέπει να υπάρχει κάποια εξαναγκαστική δύναμη» (C. χν): «Κι αυτό. γιατί στις διαφορές μεταξύ των ιδιωτών, προκειμένου να διακηρύξει κανείς τι είναι δικαιοσύνη και τι ηθική αρετή και να τα καταστήσει δεσμευτικά, απαιτούνται οι εντολές μιας κυρίαρχης δύναμης» (Cxxvi). Το θεμελιώδες λάθος αυτής της θέσης είναι (ακριβώς όπως υποστηρίζει ο Πλάτων ενάντια στη θέση του Γλαύκωνα) η άποψη που υπαινίσσεται αναφορικά με την ανθρώπινη φύση η ατομικιστική άποψη ότι ο άνθρωπος είναι μία ιδιοτελής μονάδα, ότι «στη φύση του ανθρώπου βρίσκουμε τρεις πρωταρχικές αιτίες διαμάχης: πρώτον, τον ανταγωνισμό, δεύτερον, την ατολμία και, τρίτον, τη δόξα». Με βάση μία τέτοια άποψη η δικαιοσύνη μπορεί να θεωρηθεί μόνο ως κάτι το τεχνητό, το οποίο παραβιάζει τα ένστικτα της ανθρώπινης φύσης χάριν της αυτοσυντήρησης, την οποία εμποδίζει η απεριόριστη άσκηση του ενστίκτου. Ως εκ τούτου ο Hobbes πρέπει να αντικρουστεί - όπως ο Πλάτων αντικρούει τον Γλαύκωνα - με την άρνηση της άποψης ότι ο άνθρωπος είναι εκ φύσεως μία
 ιδιοτελής μονάδα και μία αντίθετη θεωρία περί ανθρώπινης φύσης.
[21] Το επιχείρημα αυτό χρησιμοποιεί ο ίδιος ο Πλάτων στους Νόμους (βλ. παρακάτω, σ. 765). 
[22] Η άποψη αυτή αναφορικά με τη σχέση μεταξύ φυσικού και συμβατικού βασίζεται στο NettleshipLectures, σ. 54-7. 
[23] Αντίστοιχα ο Αριστοτέλης στο πρώτο βιβλίο των Πολιτικών προτίθεται να εξετάσει πρώτα ένα κράτος εν τη γενέσει του, προκειμένου να εξηγήσει τη διαφορά μεταξύ κράτους και οίκου. Όμως, όπως Οα δούμε, στην πραγματικότητα ο Πλάτων εξετάζει μία λογική και όχι μία ιστορική ανάπτυξη του κράτους· το ίδιο ισχύει και για τον Αριστοτέλη. 
[24] Πολιτεία, 544 D. ΙΙρβλ. επίσης 435 Ε, και Σοφοκλής, Οιδίπους Τύραννος, 56-7: 
Ὡς οὐδέν ἐστιν οὔτε πύργος οὔτε ναύς
ἔρημος ἀνδρῶν μή ξυνοικούντων ἔσω.
(Γιατί ούτε κάστρο ούτε πλοίο έχουν κάποια αξία, όταν είναι έρημα - όταν δεν υπάρχουν μέσα σε αυτά - από ανθρώπους)
[25] Ο Πλάτων οικοδομά ένα κράτος, για να καταδείξει τη φύση του ανθρώπου, αλλά στην οικοδόμηση αυτού του κράτους προϋποθέτει ιιία γνώση του ανθρώπου. 
[26] NettleshipLectures, σ. 10. Το ίδιο μπορεί να ειπωθεί και για ιη φαινομενικά ιστορική κατασκευή του κράτους στην οποία προβαίνει ο Hobbes στο Λεβιάθαν. Και αυτή επίσης είναι λογική και όχι ιστορική και τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα που παρουσιάζει ο Hobbes είναι εκείνα της Αγγλίας της εποχής του όπως τα έβλεπε αυτός. 
[27] Στο σημείο αυτό είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι ο Πλάτων είναι πιο φιλικός απ’ όσο ο Αριστοτέλης προς τον μεσάζοντα που διεξάγει το έργο του εμπορίου. Υποστηρίζει ότι, όταν έχει εισαχθεί ένα νόμισμα και όταν ένα μέσο ανταλλαγής έχει καταστήσει εφικτό ένα σύστημα ανταλλαγής μέσω του μεσάζοντα, αντί για αντιπραγματισμό μεταξύ των δύο παραγωγών, θα ήταν σπατάλη χρόνου για τον αγρότη να πάει στην αγορά και να περιμένει, μέχρι να πουλήσει τα αγαθά του- αυτή η υπηρεσία (διακονία) αναλαμβάνεται από τον με μεσάζοντα, ο οποίος με αυτό τον τρόπο καλύπτει μία ανάγκη (χρεία). Από αυτό μπορεί κανείς να υποστηρίξει ότι ο μεσάζων, καθώς προσφέρει μία υπηρεσία Η οποία καλύπτει μια ανάγκη με το να γλιτώνει τον χρόνο του παραγωγού, αξίζει την ανταμοιβή του. Αντιθέτως, ο Αριστοτέλης δεν αναγνωρίζει καμία υπηρεσία και ως εκ τούτου αρνείται να δει τη δικαιοσύνη της οποιασδήποτε ανταμοιβής. Από την άλλη πλευρά, παρότι ο Πλάτων εκτιμά τη (ρύση και την υπηρεσία της ανταλλαγής στην Πολιτεία, θα πρέπει να σημειώσουμε: 1) ότι στους Νόμους απαγορεύει το λιανεμπόριο που αποσκοπεί στο κέρδος και αναθέτει σε μέτοικους το όποιο εμπόριο θεωρεί επιτρεπτό (βλ. παρακάτω, σ. 681)· 2) ότι στην ίδια την Πολιτεία υιοθετεί μία κάπως σκληρή στάση απέναντι στην παραγωγή αφήνοντας τη γεωργία σε μία κατώτερη και σχεδόν δουλική τάξη και αποκαλώντας τις χειρωνακτικές τέχνες «ντροπή» (590 C). Όμως είναι λάθος να μιλάει κανείς για αριστοκρατική προκατάληψη του Πλάτωνα ενάντια στο εμπόριο και στη βιομηχανία (όπως κάνει ο GomperzGreek ThinkersIII 111-2). Ο Πλάτων στους Νόμους δείχνει έτοιμος να υποστηρίξει την τεχνική εκπαίδευση (643 B-C), βρίσκει χώρο για ένα σύστημα πρόνοιας για τους φτωχούς και, μολονότι επιδιώκει να καταργήσει την τοκογλυφία με το να υποστηρίζει ότι δεν θα πρέπει να παρέχεται νομική προστασία σε συναλλαγές που συνεπάγονται πίστωση, αφήνει χώρο για μία ανάπτυξη της οικονομικής δραστηριότητας μεγαλύτερη απ’ όση ο Αριστοτέλης φαίνεται πρόθυμος να αποδεχτεί στο πρώτο βιβλίο των Πολιτικών. Σε τελική ανάλυση ο δάσκαλος του Πλάτωνα ήταν τεχνίτης και, όπως εκείνος, έτσι και ο Πλάτων πίστευε ότι οι άνθρωποι Οα μπορούσαν να αντλήσουν από τις τέχνες χρήσιμα μαθήματα για τη διαχείριση του βίου. 
[28] Η τάση να σταματά κανείς λίγο πριν την αντίληψη του κράτους ως μιας μεγάλης οικονομικής μέριμνας μπορεί επίσης να εντοπιστεί και σε ορισμένες μορφές σοσιαλισμού. 
[29] Αν είναι έτσι (αλλά τόσο ο Campbell όσο και ο Gomperz πιστεύουν ότι δεν είναι έτσι), ο Πλάτων αντιτίθεται στη φωνή για «επιστροφή στη φύση», η οποία βρισκόταν πίσω από τις θεωρίες σύμφωνα με τις οποίες το κράτος και η δικαιοσύνη ήταν συμβατικά. Ο Πλάτων θα διατηρούσε το κράτος ως είχε. με όλη του την «τρυφηλότητα» και θα το «απάλλασσε» από τα λάθη του (399 Ε). Ταυτόχρονα θα πρέπει να γίνει δεκτό ότι υπάρχει αρκετή «οπισθοβασία» στον ίδιο τον Πλάτωνα - στη θεωρία του περί τέχνης και περί ιατρικής και ιδιαίτερα ίσως στις αρχές του περί κοινοκτημοσύνης (βλ. παρακάτω, σ. 485). Έχοντας αυτά υπόψη, μπορεί να θεωρηθεί ότι το Αρκαδικό Κράτος ίσως να προτάθηκε στα σοβαρά. Υπάρχουν παρόμοιες αναφορές σε μία χρυσή εποχή στον Πολιτικό και στους Νόμους (βλ. παρακάτω, σ. 575, 647)· και πάλι είναι δύσκολο να είναι κανείς σίγουρος για το εάν ο Πλάτων προτίθεται να αποδεχθεί ή να επικρίνει την ιδέα ενός «Φυσικού κράτους». Θα πρέπει να επισημανθεί όμως ότι ο Πλάτων αργότερα αναφέρεται στο δικό του ιδεώδες κράτος, όταν είναι πλήρως κατασκευασμένο, ως μία ἡ κατά φύσιν οἰκισθεῖσα πόλη. Είναι φυσικό και είναι το μόνο που είναι φυσικό, επειδή αυτό μόνο έχει οικοδομηθεί πάνω στα αιώνια δεδομένα της ανθρώπινης φύσης. 
[30] Έχουμε ήδη δει ότι επαγγελματίες στρατιώτες βρίσκονταν ανάμεσα στα άτομα που συνδέονταν με τον Σωκράτη (βλ. παραπάνω σ. 201) και ότι περίπου πέντε χρόνια προτού γράψει ο Πλάτων αυτό το χωρίο της Πολιτείας η αξία των επαγγελματιών στρατιωτών είχε καταδειχθεί από τη νίκη των πελταστών του Ιφικράτη εναντίον μιας σπαρτιατικής μόρας (μόρα: στρατιωτικό τάγμα). Τα γεγονότα αυτά θα ενίσχυαν τη γενική αρχή του Πλάτωνα, μία αρχή που ήδη υποστηρίχθηκε εναντίον του Θρασύμαχου στο πρώτο βιβλίο της Πολιτείας (βλ. παραπάνω σ. 339), ότι η αρτιότητα απαιτεί ως προϋπόθεση την τακτική εκτέλεση μιας ειδικής λειτουργίας. 
[31] Από το II 376 Α μέχρι το III 412 Α.
 * Ο αναγνώστης πρέπει να έχει κατά νου την πολυσειμία του αγγλικού όρου reason που χρησιμοποιεί ο Barker, μέσα στον οποίο αντηχούν πολλαπλά ιστορικά στρώματα σηματοδοτήσεών του. Η μεταφραστική δυσχέρεια απορρέει εδώ από το γεγονός πως η λατινική λέξη ratio, στην οποία παραπέμπει νοηματικά to reason, δεν αποδίδει επακριβώς το πλατωνικό «λογιστικό» αλλά τη νεωτερική ίου μεθερμηνεία, (βλ. σχετικά Χρ. Γιανναρά, Σχεδίασμα εισαγωγής στη φιλοσοφία, Αθήνα: Δόμος, 1990). Η παρούσα μετάφραση επιλέγει την απόδοση του όρου ως «λόγο», ενός όρου που αμφιταλαντεύεται ανάμεσα στη γνωσιολογία και στην οντολογία. Ανάλογη δυσκολία εμφανίζει ο αγγλικός όρος «mind», για τον οποίο προτιμάται τελικά ο «νους» έναντι της «διάνοιας», (σ.τ.ε.)

 [32] Αυτό εξηγεί τη σωκρατική αρχή ότι η αρετή είναι γνώση. Είναι εύκολο να προβάλει κανείς την αντίρρηση ότι το να ξέρει κάποιος ότι ένα πράγμα είναι σωστό δεν σημαίνει ότι το κάνει κιόλας και ότι πέρα από τη γνώση υπάρχει και η θέληση. Όμως, πρώτον, η γνώση εδώ σημαίνει κάτι παραπάνω από την απλή γνώση ότι το Α είναι σωστό και το Β είναι λάθος. Σημαίνει κατανόηση του κόσμου υπό το πρίσμα μιας αρχής. Δεύτερον, αυτού του είδους η κατανόηση θεωρείται ότι συνεπάγεται μία έλξη και ότι καταλήγει σε μία θέληση που είναι σύμφωνη με αυτή. Ως εκ τούτου το φιλοσοφικό στοιχείο το οποίο κατανοεί ελκύεται από αυτό που κατανοεί - την αλήθεια ή την ομορφιά ή την αρετή. Αντί για τη «θέληση να πιστέψεις», στην οποία έχουν αναφερθεί σύγχρονοι συγγραφείς, υπάρχει εδώ μία αντίστροφη αντίληψη της πίστης ως εκβάλλουσας σε θέληση. Βλ. παραπάνω, σ. 203. 
[33] Η πεποίθηση αυτή είναι μία ορθή δόξα, μία ορθή γνώμη, χωρίς επιστημονική βάση. Επομένως, μπορεί επίσης να ειπωθεί ότι αυτό που ο Πλάτων αρχικά απαιτεί από τους κυβερνήτες του είναι μία ορθή γνώμη, ενώ στη συνέχεια απαιτεί επιστημονική γνώση (επιστήμη). 
[34] Δεν υπονοείται ότι ο λόγος υπάρχει χωριστά στην πτυχή της αγάπης και στην πτυχή της φιλοσοφικής αντίληψης. Τουναντίον, η μία δεν μπορεί να υπάρχει χωρίς την άλλη. Η αγάπη για το κράτος, η οποία μόλις αναφέρθηκε, εξαρτάται από την παρουσία μιας συγκεκριμένης αντίληψης· η αντίληψη της τελικής αλήθειας, την οποία προσφέρει ο λόγος, προϋποθέτει και συνεπάγεται μία έλξη προς την αλήθεια. Απλώς σε ένα χωρίο εμφανίζεται εντονότερα η μία πτυχή του λόγου και σε ένα άλλη η άλλη 
[35] Πολιτεία, 501 A-C. Εδώ ο Πλάτων θεωρεί ότι οι τέλειοι φύλακες ζωγραφίζουν μια νέα ζωγραφιά σε έναν καθαρισμένο καμβά. Κάνοντας το αυτό, «πρώτα θα κοιτάξουν τη φυσική δικαιοσύνη, ομορφιά και μετριοπάθεια και στη συνέχεια θα κοιτάξουν το ανθρώπινο αντίγραφο... και θα σβήσουν ένα στοιχείο και θα προσθέσουν κάποιο άλλο, μέχρι που να κάνουν τους τρόπους των ανθρώπων όσο το δυνατόν περισσότερο συμμορφωμένους προς το θείο». 
[36] Δεν χρειάζεται να θεωρήσουμε ότι υπάρχει διάσταση ανάμεσα στην άποψη του Πλάτωνα για τους φύλακες στα Βιβλία II και III και στην περιγραφή που κάνει για τον φιλόσοφο-βασιλιά στο τέλος του Βιβλίου V και στα Βιβλία VI και VII. Ακόμη λιγότερο χρειάζεται να θεωρήσουμε ότι η Πολιτεία χωρίζεται σε διάφορες ενότητες με διαφορετική σκέψη και διαφορετική χρονολογία συγγραφής η καθεμία. Η τέχνη του Πλάτωνα (μια τέχνη που δείχνεται με τον πλέον εντυπωσιακό τρόπο στο Βιβλίο V) είναι να αποκαλύπτει τη σκέψη του σταδιακά και να δίνει το μήνυμά του σε διαδοχικά στάδια. Ήδη στο Βιβλίο IV (435 C-D) υπαινίσσεται ότι «η αληθινή μέθοδος είναι άλλη και πιο μεγάλη», ενώ στο Βιβλίο VI (503 Α), μιλώντας για τη θέση των κυβερνητών και την ανάγκη εκπαίδευσής τους στη φιλοσοφία, προσθέτει: «Αυτό το πράγμα λεγόταν, αλλά στη συνέχεια το επιχείρημα έκανε στην άκρη και καλύφθηκε». Θα πρέπει όμως να ομολογηθεί ότι πολλοί μελετητές έχουν θεωρήσει ότι υπάρχουν ξεχωριστά στρώματα στην Πολιτεία και έχουν προβεί σε μία διάκριση μεταξύ του τμήματος που αναφέρεται στους φιλοσόφους-βασιλείς και στην εκπαίδευσή τους και στον υπόλοιπο διάλογο. Για παράδειγμα, ο Pfleiderer (στο Sokrates und Platon) διακρίνει μεταξύ Πολιτείας A (iv 471 και viii-ix). Πολιτείας Β (ν 471-vii) και Πολιτείας Α-Β (x) που αποτελεί το μεταβατικό κομμάτι. Ο Nettleship θεωρεί ότι τα Βιβλία V-VII είναι μία ξεχωριστή ενότητα, που πιθανώς αποτελεί προσθήκη· το αιτιολογικό ίου είναι ότι έχουν διαφορετικό τόνο από τα υπόλοιπα βιβλία και ότι μπορεί κανείς εύκολα να συνεχίσει την ανάγνωσή του από το Βιβλίο IV στο Βιβλίο VIII. Ο Burnet, όπως έχουμε δει, υποστηρίζει ότι τα Βιβλία VI-VII είναι το πρόγραμμα σπουδών που θα εφαρμοζόταν στην Ακαδημία, την οποία ο Πλάτων ετοιμαζόταν να ιδρύσει, και ότι. σε αντίθεση με την υπόλοιπη Πολιτεία που είναι σωκρατική, αντιπροσωπεύουν τις απόψεις του ίδιου του Πλάτωνα- όμως δεν αποδίδει διαφορετική χρονολογία σε αυτά τα βιβλία ούτε υποστηρίζει ότι δεν αποτελούσαν τμήμα του αρχικού σχεδίου του Πλάτωνα.
Θα πρέπει να προστεθεί ότι η υπόθεση στην οποία βασιζόμενος έχω προχωρήσει, ότι δηλαδή η Πολιτεία αποτελεί μία ενότητα και όχι ένα συμπίλημα διαφορετικών ενοτήτων, δεν είναι χωρίς δυσκολίες. Υπάρχει, για παράδειγμα, η δυσκολία που θέτει ο Τίμαιος, όπου το επιχείρημα των πρώτων τεσσάρων βιβλίων και μέρους του πέμπτου επαναλαμβάνεται, αλλά δεν γίνεται καμία αναφορά στο τέλος του πέμπτου βιβλίου ή στα Βιβλία VI και VII (βλ. παρακάτω, σ. 566-8). Υπάρχει επίσης η δυσκολία ότι, ενώ τα Βιβλία VI και VII είναι μεταφυσικά, τα Βιβλία VIII και IX δεν περιέχουν μεταφυσικά στοιχεία και αναφορές στο μεταφυσικό επιχείρημα των δύο προηγούμενων βιβλίων (εκτός από την εξέταση της ευχαρίστησης στο τελευταίο). Παρά ταύτα δεν μπορώ παρά να αισθανθώ ότι το τέλος του πέμπτου βιβλίου και τα Βιβλία VI και VII αποτελούν βασικά τμήματα του σχεδίου της Πολιτείας. Ο Πλάτων, ο οποίος στα πρώτα βιβλία είχε εξετάσει τη σοφία στη χαμηλότερη πτυχή της, αυτή της ορθής γνώμης ή της ενστικτώδους αγάπης, ήταν υποχρεωμένος και από την αρχή σκόπευε να εξετάσει τον καθαρό λόγο και τον ρόλο που θα έπρεπε να παίζει στο σύστημα του κράτους του.  
[37] Με άλλα λόγια, είναι αυτό που ο Αριστοτέλης το επικρίνει ότι δεν είναι, δηλαδή μία κοινωνία αποτελούμενη από στοιχεία διαφορετικού είδους που to καθένα συνεισφέρει με διαφορετικό τρόπο στο κοινό καλό και επωφελείται από τη συνεισφορά των υπολοίπων. 
[38] Ο Πλάτων φαίνεται να υιοθετεί και να ενισχύει το πυθαγόρειο δόγμα των τριών τάξεων: φιλοκερδείς, φιλότιμοι και φιλόσοφοι. 
[39] Η ίδια κριτική μπορεί ομολογουμένως να ασκηθεί και στην αντίληψη του Αριστοτέλη ότι οι οικονομικές τάξεις κανονικά δεν έχουν κανένα μερίδιο στην ηθική (δηλαδή στην ορθολογική) ζωή του κράτους. 
[40] Η μουσική αναλογία και η αναφορά στη συνένωση σε μία κατάλληλη αρμονία υποδηλώνουν πυθαγόρεια επιρροή (βλ. παραπάνω, σ. 120). Βλ. BurnetGreek Philosophy, σ. 176-8.­ 
[41] Μερικές φορές λέγεται ότι οι αρχαίοι Έλληνες είχαν μικρή επίγνωση της προσωπικότητας του ατόμου και ένας συγγραφέας λέει για τον Πλάτωνα ότι «όπως όλοι οι αρχαίοι Έλληνες, δεν γνώριζε τίποτα για την αιώνια σημασία της ατομικής προσωπικότητας». Απεναντίας, ο Πλάτων, όπως όλοι οι αρχαίοι Έλληνες, βασίζει το κράτος του στην προσωπικότητα του ατόμου· και, παρότι μπορεί να ειπωθεί ότι είχε υποτιμήσει την απαραίτητη ενότητα αυτής της προσωπικότητας, αναγνωρίζει αυτή την ενότητα (βλ., π.χ., Πολιτεία 589 Β). 
[42] Μπορεί να ειπωθεί κατά τα λεγάμενα του παλιού μου δασκάλου Edward Caird ότι ο Πλάτων «δεν είναι αρκετά οργανικός». Όλες οι άλλες αρετές πλην της σοφίας είναι μορφές υπακοής και όλα τα άλλα τμήματα του κράτους πλην των φιλοσόφων-βασιλέων είναι μέσα για έναν σκοπό. Βλ. παρακάτω, σ. 500. 
[43] Ο αληθινός κυβερνήτης θα επιδεικνύει σοφία, αυτοέλεγχο (καθώς αυτή η αρετή τού ανήκει από κοινού με τους υπηκόους του) και μέσω αυτών των δύο δικαιοσύνη. Επιπλέον, θα πρέπει να έχει δείξει θάρρος (συνάδοντας με την πεποίθησή του ότι η ευημερία του κράτους είναι και δική του ευημερία), προκειμένου να γίνει κυβερνήτης. Επομένως, ο καλός κυβερνήτης, όπως υποστήριξε αργότερα ο Αριστοτέλης, καθώς διαθέτει και τις τέσσερις αρετές, ισοδυναμεί με τον απόλυτα αγαθό άνθρωπο.  
[44] Το δόγμα του Goethe Mache ein Organ aus Dir ισοδυναμεί με το τό αὐτοῦ πράττειν του Πλάτωνα. Εδώ ταιριάζει και ένα άλλο ρητό του Goethe: «Ένας άνθρωπος θα πρέπει είτε να είναι ένα όλον είτε να προσχωρήσει σε ένα όλον». 
[45] Στο κείμενο δόθηκε πρώτα μία ρητή περιγραφή των τριών αυτών στοιχείων στο άτομο και στη συνέχεια καταδείχθηκε το πώς αυτά κατέληξαν στα τρία στοιχεία του κράτους. Όμως ο Πλάτων ξεκινά με μία υπόρρητη ψυχολογία του ατόμου, κατασκευάζει αντίστοιχα ένα κράτος, και από το κράτος καταλήγει σε μία ρητή ψυχολογία του ατόμου. Παρότι ισχυρίζεται ότι το επιχείρημά του ξεκινάει από τα μακροσκοπικά πλαίσια του κράτους και καταλήγει στα μικροσκοπικά πλαίσια του ατόμου, στην πραγματικότητα τα μικροσκοπικά πλαίσια υφίστανται εξαρ­χής (βλ. παραπάνω σ. 344). 
[46] Με λίγα λόγια, η δικαιοσύνη είναι μία τάξις και ένας κόσμος των μερών της ψυχής (βλ. παραπάνω, σ. 295). 
[47] Θα πρέπει να θυμάται κανείς ότι τόσο «η δικαιοσύνη του κράτους» όσο και η «δικαιοσύνη του ατόμου» επιδεικνύονται από άτομα. Η διαφορά είναι ότι το άτομο επιδεικνύει τη μεν πρώτη ως ένα μέλος της κοινωνίας, τη δε δεύτερη εντός της τάξης του ίδιου του νου του. 
[48] Η μουσική αναλογία (πρβλ. 443 D) υποδηλώνει, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, πυθαγόρεια επιρροή.  
[49] ΠρβλGomperz, Greek ThinkersIII 75. 
[50] Βλ. παραπάνω, υπ. 15. Ταυτόχρονα όμως ο ορισμός στο 433 Ε (όπου η δικαιοσύνη ορίζεται ως «ν« έχει κανείς και να κάνει αυτό που είναι δικό του») φαίνεται να υπονοεί, καθώς χρησιμοποιεί τη φράση «να έχει», τη νομική εκείνη έννοια της δικαιοσύνης που ο Αριστοτέλης εξετάζει υπό τον τίτλο της «ειδικής δικαιοσύνης». Βλ. παραπάνω, κεφ. 3, υπ. 21. 
[51] Sittlichkeit δεν είναι «ούτε η υποκειμενική ηθική της εσωτερικής μας συνείδησης ούτε η εξωτερική νομιμότητα του απλού νόμου- συνενώνει και υπερβαίνει και τα δύο. Είναι ένα πνεύμα και μία συνήθεια ζωής που εκφράζεται με την κοινωνική γνώμη και επιβάλλεται από την κοινωνική συνείδηση ενός ελεύθερου λαού. Μέσω αυτής οι μεταξύ μας σχέσεις ελέγχονται· και, καθώς οι σχέσεις μας απορρέουν από τη θέση μας στην κοινότητα -ή μάλλον, καθώς το σύνολο των σχέσεων στις οποίες συμμετέχουμε συνιστούν τη θέση μας -, μπορούμε να πού­με ότι ελέγχει τη θέση μας» (Political Thought from Herbert Spencer to Today, σ. 61-2). 
[52] Υπονοείται στο Philosophy of Mind του Hegel και χρησιμοποιείται από τον Bradley στο Ethical Studies (βλ. το κεφάλαιο με τίτλο «Η θέση μου και τα καθήκοντά της») και από τον Bosanquet στο Philosophical Theory of the State (σ. 205 κ.ε.). 
[53] WilamowitzSlant und Gesellschaft der Griechenσ. 59. 
[54] Ο Πλάτων υπαινίσσεται σε ολόκληρη την Πολιτεία ότι η ιδεώδης δικαιοσύνη αντίκειται στον παραδοσιακό νόμο των ελληνικών κρατών. Εδώ μοιάζει με τους ριζοσπάστες Σοφιστές- όμως, ενώ αυτοί ταύτισαν την ιδεώδη δικαιοσύνη με το «φυσικό» δίκαιο του ισχυρότερου, εκείνος την ταύτισε με την κυριαρχία της αληθινής ή αλλιώς της φιλοσοφικής γνώσης.

πηγή: ekivolos,gr

ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ - ΠΕΡΙ ΣΑΡΚΟΦΑΓΙΑΣ (ΛΟΓΟΙ Α' - Β')

$
0
0


[....Το ότι δεν είναι στη φύση του ανθρώπου να τρώει κρέας φαίνεται κατ'αρχάς από την κατασκευή των σωμάτων. Πράγματι, το ανθρώπινο σώμα δε μοιάζει με κανενός ζώου απ΄όσα έχουν φτιαχτεί για να τρώνε κρέας, δεν υπάρχουν προτεταμένα χείλη, μυτερά νύχια, κοφτερά δόντια, γερό στομάχι και θερμή πνοή ικανή να μετατρέψει και να επεξεργαστεί τα βαριά συστατικά του κρέατος. Ως εκ τούτου η φύση με τα λεία δόντια, το μικρό στόμα, τη μαλακιά γλώσσα και την αδυναμία της πνοής για πέψη αποκλείει τη σαρκοφαγία....]
                                               
                                                                                                     Πλούταρχος


Ο Πλούταρχος, ανάμεσα στα πάμπολλα λοιπά ζητήματα της ζωής, τοποθετήθηκε και στο θέμα της διατροφής. Στους δύο λόγους του "Περί Σαρκοφαγίας"αναλύει γιατί είναι προτιμότερο να αποφεύγει κανείς την κατανάλωση κρέατος. Στις μέρες μας που η κρεατοφαγία και η κατανάλωση ζωικών προϊόντων έχει κορυφωθεί, οι δύο λόγοι του Πλούταρχου αποδεικνύονται εξαιρετικά επίκαιροι. Μολονότι είναι αυστηροί απέναντι στην αλόγιστη θυσία των ζώων, μπορεί να φανταστεί κανείς πόσο περισσότερο αυστηρός θα ήταν ο Πλούταρχος αν ζούσε σήμερα που ο βασανισμός των ζώων είναι συστηματικός, βιομηχανοποιημένος και ολότελα αντίθετος με τη φυσικό τρόπο ζωής.
Το κείμενο περιλαμβάνει κομμάτια που ίσως αποτελούν προσθήκες από άλλους λόγους του Πλουτάρχου. Τα κομμάτια όμως αυτά δεν αλλάζουν το συνολικό νόημα του λόγου. Όπου βλέπετε αποσιωπητικά (...) το κείμενο λείπει σε εκείνο το σημείο.


Ο Πλούταρχος με αυτούς τους δύο λόγους μάλλον καταθέτει τη διαμαρτυρία του για τα διατροφικά ήθη της εποχής και ευνοεί την περιορισμένη κατανάλωση κρέατος, χωρίς να μας ξεκαθαρίζει ότι πίστευε ή ακολουθούσε ο ίδιος την τακτική της απόλυτης χορτοφαγίας.

Οι δύο λόγοι "Περί Σαρκοφαγίας"αποτελούν ορόσημο για τα σύγχρονα κινήματα της χορτοφαγίας, του βεγκανισμού και της ωμοφαγίας, καθώς θίγει το ζήτημα της κρεατοφαγίας από πολλές οπτικές γωνίες: την ηθική, τη φιλοσοφική, την ανθρωπολογική, την υγειονομική και την πνευματική. Ως κατακλείδα και συμβουλή του σοφού αυτού ανθρώπου θα μπορούσαμε ίσως να κρατήσουμε ότι κρέας θα πρέπει να τρώμε μόνο όταν και εφόσον αυτό είναι αναγκαίο για την επιβίωση και την υγεία μας και όχι για την τέρψη μας.

ΠΕΡΙ ΣΑΡΚΟΦΑΓΙΑΣ ΛΟΓΟΣ Α'

1. Εσύ ρωτάς για ποιο λόγο ο Πυθαγόρας απέφευγε να τρώει κρέας, εγώ, αντίθετα, απορώ τι έπαθε και τι ένιωθε ο πρώτος άνθρωπος και ακούμπησε το στόμα του σε αίμα σκοτωμένου πλάσματος, πλησίασε τα χείλη του σε σάρκα πεθαμένου ζώου και, παραθέτοντας σε τραπέζι μπαγιατεμένα πτώματα, ονόμασε λιχουδιές και νοστιμιές τα μέρη που λίγο πριν βρυχόνταν, μιλούσαν, κινούνταν και έβλεπαν. Πώς τα μάτια του άντεξαν να δουν το αίμα πλασμάτων που σφάζονταν, γδέρνονταν, διαμελίζονταν, πώς η όσφρησή του άντεξε την αποφορά, πώς η σκέψη του μιάσματος δεν απέτρεψε τη γλώσσα να αγγίζει ξένα έλκη και να απολαμβάνει τους χυμούς και τα υγρά θανασίμων τραυμάτων.

"Τα δέρματα ανατρίχιασαν και τα κρέατα γύρω στις σούβλες μούγκρισαν, ψημένα και ωμά, όταν ακούστηκε η φωνή των βοδιών" {Ομήρου Οδύσσεια}

Τούτο βέβαια είναι πλάσμα της φαντασίας και μύθος, το δείπνο όμως είναι στ' αλήθεια τερατώδες, να πεινάει κάποιος για ζώα που μουγκρίζουν ακόμα, να υποδεικνύει με ποια ζώα πρέπει να τρεφόμαστε, ενώ αυτά είναι ακόμα ζωντανά και μιλούν, και να επινοεί μεθόδους για την άρτυση, το ψήσιμο και το σερβίρισμα των φαγητών. Την περίπτωση εκείνου που εγκαινίασε την τακτική τούτη πρέπει να εξετάσει κάποιος και όχι αυτού που τη σταμάτησε έστω και αργά.

2. Ή μήπως, όσον αφορά εκείνους που πρώτοι δοκίμασαν να φάνε κρέας, θα πρέπει να πούμε πως τους έσπρωξε η φτώχεια, διότι ούτε τον καιρό τους περνούσαν με την εκπλήρωση άνομων επιθυμιών ούτε, έχοντας σε υπεραφθονία τα αναγκαία, ξεπέρασαν τα όρια προς ηδονές παρά φύση, αδιαφορώντας για τα άλλα ζωντανά πλάσματα, και κατέληξαν σε αυτήν την πρακτική, αλλά θα έλεγαν, αν τώρα δα ανακτούσαν αίσθηση και φωνή: "Ευλογημένοι κι αγαπημένοι των θεών εσείς οι τωρινοί, τι εποχή σας έλαχε να ζήσετε, να καρπώνεστε και να απολαμβάνετε κληρονομιά τα άφθονα αγαθά! Πόσα φυτρώνουν για σας και πόσα τρυγάτε! Πόσο πλούτο από τους κάμπους, πόσες ηδονές μπορείτε να δρέπετε από τα φυτά! Έχετε τη δυνατότητα να καλοπερνάτε χωρίς να λερώνετε τα χέρια σας με αίμα! Εμάς όμως δέχτηκε μέρος του χρόνου της ζωής πολύ σκυθρωπό και φοβερό, αφού από την ώρα που γεννηθήκαμε πέσαμε σε μεγάλη και πνιγηρή φτώχεια. Τότε αέρας έκρυβε ακόμη τον ουρανό και τα άστρα, ανακατεμένος με θολή και αδιαπέραστη υγρασία, φωτιά κι ανεμοζάλη. Ο ήλιος ακόμη δεν είχε σταθεί ακίνητος και, σταθερό

'έχοντας δρόμο, την αυγή
και τη δύση να διακρίνει, τις γύριζε πάλι,
αφού τις στεφάνωνε με τις καρποφόρες Ώρες που φορούν
λουλούδια
στο κεφάλι, ενώ η γη γνώριζε μεγάλη αδικία'

από ποταμούς που χύνονταν εδώ κι εκεί, πολλές περιοχές της δεν είχαν μορφή λόγω των νερών που λίμναζαν, και η ίδια ήταν σε άγρια κατάσταση με τις παχιές λάσπες, τις άφορες λόχμες και τα δάση. Συγκομιδή ήμερων καρπών δεν υπήρχε, ούτε εργαλείο τέχνης ούτε ίχνος επινοητικότητας. Η πείνα δε μας έδινε χρονικά περιθώρια ούτε ο σπόρος... μπορούσε τότε να περιμένει τις εποχές του έτους. Πού το παράξενο λοιπόν αν φάγαμε σάρκες ζώων παρά τις επιταγές της φύσης, τότε που και η λάσπη τρωγόταν και φλοιός δέντρου φαγώθηκε και το να βρεις άγρωστη με βλαστάρια ή καλαμιού ρίζα ήταν ευτύχημα; Όταν γευτήκαμε και φάγαμε βαλανίδια, χορέψαμε από τη χαρά μας γύρω από μία βαλανιδιά, αποκαλώντας τη δωρήτρια ζωής, μητέρα και τροφό. Αυτή ήταν η γιορτή που γνώριζε τότε η ζωή, ενώ όλα τα άλλα ήταν μελαγχολικά και άγρια. Εσάς τους τωρινούς όμως ποια λύσσα και ποια αχόρταγη λαχτάρα σας οδηγεί να βάφετε τα χέρια σας με αίμα, τη στιγμή που σας προσφέρονται τόσα για τις ανάγκες σας; Γιατί κατηγορείτε άδικα τη γη πως δε μπορεί να σας τρέφει; Γιατί ασεβείτε προς τη θεσμοφόρο Δήμητρα και προσβάλλετε τον ήμερο και μειλίχιο Διόνυσο, λες και δεν παίρνετε αρκετά από αυτούς; Δεν ντρέπεστε να ανακατεύετε τους ήμερους καρπούς με αίμα από σφαγή; Αποκαλείτε άγρια ζώα τα φίδια, τις λεοπαρδάλεις και τα λιοντάρια, ενώ οι ίδιοι σφάζετε και σκοτώνετε χωρίς να τους αφήσετε περιθώρια να σας ξεπεράσουν σε ωμότητα. Για εκείνα τα σκοτωμένα ζώα είναι τροφή, για εσάς λιχουδιά."

3. Πράγματι, δεν τρώμε βέβαια λιοντάρια και λύκους για να αμυνθούμε. Αυτά τα αφήνουμε και , αντίθετα, πιάνουμε και σκοτώνουμε τα άκακα, τα εξημερωμένα, όσα δεν έχουν κεντρί ούτε δόντια να δαγκώσουν, τα οποία, μα το Δία, γέννησε η φύση για την ομορφιά και τη χάρη τους...

Η συνέχεια του κεφαλαίου αποτελεί κατά πάσα πιθανότητα κομμάτι από άλλο κείμενο του Πλουτάρχου με εντελώς διαφορετικό θέμα. Γι'αυτό και δε συνδέεται νοηματικά με τον υπόλοιπο λόγο.

[ Είναι σαν κάποιος, βλέποντας το Νείλο να πλημμυρίζει και να γεμίζει τη χώρα με ορμητικά νερά, γόνιμα και καρποφόρα, να μη συνειδητοποιεί τούτο το θαύμα, το ότι τρέφει και κάνει να βγαίνουν άφθονοι οι πιο ήμεροι και ωφέλιμοι για τη ζωή καρποί, αλλά, παίρνοντας κάπου το μάτι του κροκόδειλο να κολυμπάει στα νερά του, ασπίδα να σέρνεται και μύγες, ζώα άγρια και σιχαμένα, να αναφέρει αυτά ως αιτίες που τον κατηγορεί και αναγκάζεται να αντιδράσει όπως αντιδρά. Ή, μα το Δία, είναι σαν να κοιτάζει κάποιος τη γη τούτη και τα χωράφια, γεμάτα ήμερους καρπούς και πλημμυρισμένα στάχυα, κι έπειτα, κοιτώντας κάτω από την πλούσια αυτή συγκομιδή και ανακαλύπτοντας κάπου στάχυ ήρας ή άλλου παρασίτου, να αφήνει εκείνα αμάζευτα κι αθέριστα και να παραπονιέται για τούτα. Γιατί λοιπόν, και λόγο ρήτορα συνηγόρου αν παρακολουθεί κάποιος σε δίκη, λόγο πληθωρικό, που εκφωνείται για να βοηθήσει στον κίνδυνο ή, μα το Δία, για να κατακρίνει και να καταγγείλει πράξεις αυθαίρετες και αυταπόδεικτες, λόγο που ρέει και προχωρεί με τρόπο όχι απλό ούτε λιτό, αλλά είναι φορτωμένος με πολλά μαζί ή μάλλον με κάθε είδους πάθη και απευθύνεται κατά τον ίδιο τρόπο στις πολλές και διάφορες ψυχικές διαθέσεις των ακροατών ή των δικαστών, τις οποίες πρέπει να αλλάξει και να μεταβάλλει ή, μα το Δία, να καταπραΰνει, να ημερώσει και να ηρεμήσει - γιατί λοιπόν τούτος ο παρατηρητής, παραβλέποντας να εξετάσει και να εκτιμήσει το στοιχείο τούτο της υπόθεσης που έχει να κάνει ... με την έκβαση της δίκης, να σταχυολογεί λάθη στην έκφραση, τα οποία ο λόγος, χειμαρρώδης, συμπαρέσυρε στην ορμή του, λάθη που χάνονται και εξαφανίζονται όσο προχωρεί; Αλλά και κάποιου δημοσίου ρήτορα αν παρακολουθεί... ]


4. Τίποτα δε μας συγκινεί, ούτε η ανθηρή όψη της σάρκας ούτε η γοητευτική μελωδική φωνή ούτε η επινοητικότητα της ψυχής ούτε ο καθαρός τρόπος ζωής και η ξεχωριστή νοημοσύνη των άμοιρων ζώων, αλλά για μικρό κομμάτι σάρκας αφαιρούμε την ψυχή, το φως του ήλιου, τα χρόνια της ζωής, για τα οποία έχει γεννηθεί κι έχει φτιαχτεί από τη φύση ( το ζωντανό πλάσμα). Ακόμη, τις φωνές και τα γρυλίσματά του θεωρούμε άναρθρους ήχους και όχι παρακλήσεις, δεήσεις και επικλήσεις για δικαιοσύνη του καθενός τους που λέει: "Δεν σου ζητώ να με λυπηθείς στην ανάγκη σου, αλλά μην προχωρήσεις στην ύβρη. Αν είναι για να φας, σκότωσέ με, αν είναι για να φας πιο ευχάριστα, μη με σκοτώνεις". Τι ωμότητα! Είναι τρομακτικό να βλέπεις να στρώνεται τραπέζι πλουσίων, που έχουν νεκροστολιστές μάγειρες και παρασκευαστές περίπλοκων φαγητών, ακόμη πιο φοβερό όμως (να το βλέπεις) όταν ξεστρώνεται, διότι όσα έχουν μείνει είναι περισσότερα απ'όσα έχουν φαγωθεί. Επομένως τα ζώα μάταια πέθαναν. Άλλα πάλι από τα σερβιρισμένα τα λυπούνται, δεν θέλουν να τα δουν κομμένα και τεμαχισμένα και δεν τα αγγίζουν νεκρά, αν ήταν όμως ζωντανά, δε θα δίσταζαν.

5. Ωστόσο επιτρέψαμε στους άνδρες εκείνους να πουν ότι η αρχή είναι στη φύση... Το ότι δεν είναι στη φύση του ανθρώπου να τρώει κρέας φαίνεται κατ'αρχάς από την κατασκευή των σωμάτων. Πράγματι, το ανθρώπινο σώμα δε μοιάζει με κανενός ζώου απ΄όσα έχουν φτιαχτεί για να τρώνε κρέας, δεν υπάρχουν προτεταμένα χείλη, μυτερά νύχια, κοφτερά δόντια, γερό στομάχι και θερμή πνοή ικανή να μετατρέψει και να επεξεργαστεί τα βαριά συστατικά του κρέατος. Ως εκ τούτου η φύση με τα λεία δόντια, το μικρό στόμα, τη μαλακιά γλώσσα και την αδυναμία της πνοής για πέψη αποκλείει τη σαρκοφαγία.Αν υποστηρίζεις πως είσαι φτιαγμένος για τέτοιου είδους τροφή, πρώτα σκότωσε ο ίδιος αυτό που θέλεις να φας, από μόνος σου, χωρίς να χρησιμοποιήσεις κοπίδι, ρόπαλο ούτε πελέκι. Αντίθετα, όπως οι λύκοι, οι αρκούδες και τα λιοντάρια σκοτώνουν μόνα τους τα ζώα που τρώνε, σκότωσε με δάγκωμα βόδι ή με το στόμα γουρούνι, ξέσκισε αρνί ή λαγό και πέσε πάνω του να το φας όσο είναι ακόμα ζωντανό, όπως εκείνα. Αν περιμένεις να βρεθεί νεκρό αυτό που τρως και η παρουσία ψυχής σε κάνει να ντρέπεσαι στο να φας τη σάρκα, γιατί τρως το άψυχο πηγαίνοντας ενάντια στη φύση; Ωστόσο, ούτε άψυχο και νεκρό το τρώνε όπως είναι, αλλά το βράζουν, το ψήνουν, το μεταβάλλουν με φωτιά και χημικές ουσίες, αλλοιώνοντας, μετατρέποντας και σβήνοντας με μύρια καρυκεύματα τη γεύση του αίματος, ώστε το γευστικό όργανο να εξαπατηθεί και να δεχτεί ό,τι του είναι ξένο. Έξυπνη ήταν βέβαια η απάντηση του Λάκωνα, που αγόρασε μικρό ψάρι σε πανδοχείο και ζήτησε από τον πανδοχέα να του το ετοιμάσει. Όταν εκείνος του ζήτησε τυρί, ξίδι και λάδι, απάντησε: "Αν τα είχα, δε θα αγόραζα ψάρι". Εμείς όμως είμαστε τόσο λεπτεπίλεπτοι, μολονότι μολύνουμε τα χέρια μας με αίμα, ώστε αποκαλούμε το κρέας προσφάγι κι έπειτα χρειαζόμαστε άλλα συμπληρώματα για το ίδιο το κρέας, ανακατεύοντας λάδι, κρασί, μέλι, ψαρόζουμο, ξίδι μαζί με μυρωδικά από τη Συρία και την Αραβία, σαν να ενταφιάζουμε πράγματι νεκρό. Μα ακόμη κι αφού αυτά διαλυθούν, μαλακώσουν και υποστούν προκαταβολικά πέψη, είναι δύσκολο στην πέψη να επικρατήσει και, αν νικηθεί, προκαλεί φοβερό βάρος και νοσηρές μορφές δυσπεψίας.

6. Ο Διογένης τόλμησε να φάει χταπόδι ωμό ώστε να βάλει τέρμα στην επεξεργασία του κρέατος με τη φωτιά. Ενώ είχαν σταθεί γύρω του άνθρωποι πολλοί, αφού κάλυψε το κεφάλι του με τον τριβώνα, πλησιάζοντας το κρέας στο στόμα του, είπε: "Για χάρη σας εκθέτω τη ζωή μου σε κίνδυνο", κίνδυνο, μα το Δία, αληθινά ωραίο. Όπως ο Πελοπίδας για να ελευθερώσει τη Θήβα ή όπως ο Αρμόδιος και ο Αριστογείτων για χάρη των Αθηναίων, δεν έθεσε ο φιλόσοφος τη ζωή του σε κίνδυνο, παλεύοντας με ωμό χταπόδι, για να αποθηριώσει τη ζωή των ανθρώπων; Τα κρέατα που τρώμε δεν είναι μόνον για τα σώματα παρά φύση, αλλά χοντραίνουν και τις ψυχές με την υπεραφθονία και τον κορεσμό. "Το κρασί και η υπερβολική κρεοφαγία κάνουν πράγματι το σώμα δυνατό και ρωμαλέο, την ψυχή όμως ασθενική". Για να μη θίξω τους αθλητές, καταφεύγω σε συγγενικά μου παραδείγματα. Οι κάτοικοι της Αττικής αποκαλούσαν εμάς του Βοιωτούς χοντρούς, αναίσθητους και ηλίθιους κυρίως λόγω της αδηφαγίας. "Τούτοι πάλι... γουρούνια... και ο Μένανδρος... αυτοί που έχουν σαγόνια"και ο Πίνδαρος: "και να καταλάβουν έπειτα...""λάμψη ξηρή είναι η πιο σοφή ψυχή", σύμφωνα με τον Ηράκλειτο. Τα άδεια πιθάρια, όταν τα χτυπήσεις, ηχούν, όταν γεμίσουν όμως, δεν απαντούν στο χτύπημα. Τα λεπτά χαλκώματα πάλι μεταδίδουν τους ήχους κυκλικά, μέχρις ότου, ακουμπώντας κάποιος το χέρι του, δημιουργήσει φράγμα και φιμώσει τον ήχο που παράγεται, καθώς το χτύπημα μεταφέρεται κυκλικά. Το μάτι πάλι, αν γεμίσει με πλεονάζον υγρό, θαμπώνεται, ατονεί και δε μπορεί να εκτελέσει το έργο του. Κοιτάζοντας επίσης τον ήλιο μέσα από αέρα που μάζεψε υγρασία και πλήθος αναφομοίωτων αναθυμιάσεων, τον βλέπουμε όχι καθαρό και λαμπρό, αλλά βυθισμένο σε αχλή με ακτίνες που ξεγλιστρούν και χάνονται. Έτσι επομένως και μέσα από σώμα ταραγμένο, παραφορτωμένο και βαρύ από τροφές αταίριαστες η λάμψη της ψυχής και το φέγγος της φτάνουν κατ'ανάγκη αδύναμα και θολά, πλανιούνται και είναι ασταθή, εφόσον η ψυχή δε διαθέτει φως και ένταση για να εισχωρήσει στα λεπτά και αδιόρατα σημεία της πραγματικότητας.

7. Μα και πέρα από αυτά, δε θεωρείς πως ο εθισμός στην αγάπη για τα άλλα πλάσματα είναι θαυμάσιο πράγμα; Ποιος θα μπορούσε να αδικήσει άνθρωπο, αν αντιμετωπίζει με τόση πραότητα και αγάπη πλάσματα ξένα και όχι συγγενικά; Πριν δύο μέρες, σε κάποια συζήτηση, ανέφερα τη ρήση του Ξενοκράτη, ότι οι Αθηναίοι τιμώρησαν εκείνον που έγδαρε το κριάρι ζωντανό. Κατά την άποψή μου, όποιος βασανίζει πλάσμα που δε ζει δεν είναι χειρότερος από εκείνον που αφαιρεί τη ζωή και σκοτώνει, αλλά, απ'ό,τι φαίνεται, νιώθουμε πιο έντονα αδικίες που είναι αντίθετες στη συνήθεια  και τη φύση. Τούτα εξέφρασα σε εκείνη την περίπτωση με πιο απλό τρόπο, τη μεγάλη όμως, μυστηριώδη και απίστευτη για ανθρώπους προικισμένους, που σκέφτονται σαν θνητοί, όπως λέει ο Πλάτων, αρχή, στην οποία βασίζεται η άποψή μου, διστάζω ακόμα να φέρω προς συζήτηση, όπως ο ναυτικός διστάζει να ρίξει το πλοίο του σε κακοκαιρία ή ο θεατρικός συγγραφέας να υψώσει το σκηνικό μηχάνημα στη μέση του δράματος. Δεν είναι ίσως αταίριαστο να προετοιμάσει κάποιος το κοινό, αναφέροντας από πριν του στίχους του Εμπεδοκλή... Εδώ αναφέρεται αλληγορικά στις ψυχές, ότι δηλαδή, τιμωρούμενες για φόνους, βρώση σαρκών και κανιβαλισμό, έχουν δεθεί με σώματα θνητά. Ωστόσο, τούτη η άποψη φαίνεται να είναι ακόμη πιο παλιά, εφόσον τα μυθικά πάθη και ο διαμελισμός, που αναφέρονται για το Διόνυσο, και αυτά που τόλμησαν να κάνουν οι Τιτάνες εναντίον του και να τον φάνε, η τιμωρία τους, τέλος, για το φόνο και η κεραυνοβόλησή τους, είναι μύθος που αναφέρεται υπαινικτικά στην αναγέννηση, διότι στο άλογο στοιχείο μέσα μας, στο στοιχείο της αταξίας και της βίας που είναι όχι θεϊκό αλλά δαιμονικό, έδωσαν οι αρχαίοι το όνομα Τιτάνες, που σημαίνει αυτούς που τιμωρούνται και αποτίουν τα δέοντα για τις αδικίες τους.



ΠΕΡΙ ΣΑΡΚΟΦΑΓΙΑΣ ΛΟΓΟΣ Β'

1. Ο λόγος μας αναγκάζει με φρέσκο μυαλό και καινούριο ζήλο να ασχοληθούμε με το μπαγιατεμένο θέμα της σαρκοφαγίας. Είναι δύσκολο βέβαια, όπως είπε ο Κάτων, να μιλάει κάποιος σε κοιλιές που δεν διαθέτουν αυτιά. Εξ άλλου, έχει πιωθεί ο κυκεών της συνήθειας που, όπως εκείνος της Κίρκης, ωδίνες της γέννας και πόνους ανακατεύει, απάτες και θρήνους, και δεν είναι εύκολο να βγάλει κάποιος το αγκίστρι της σαρκοφαγίας, μπηγμένο και σφηνωμένο στη φιληδονία καθώς είναι. Στ΄αλήθεια, δεν θα ήταν άσχημο, όπως ακριβώς οι Αιγύπτιοι, αφού αφαιρέσουν τα σπλάχνα και τα σηκώσουν προς τον ήλιο, τα πετούν ως αίτια όλων των αμαρτημάτων που έκανε ο άνθρωπος, έτσι κι εμείς, αφού αποκόψουμε τη γαστριμαργία και τη δίψα μας για αίμα, να μείνουμε αγνοί στην υπόλοιπη ζωή μας. Στην πραγματικότητα δεν είναι τα σπλάχνα που ζητούν να μολυνθούν με αίμα, αλλά μολύνονται λόγω της ασωτίας. Ωστόσο, αν είναι αδύνατον πια εξαιτίας της συνήθειας να μην αμαρτάνουμε, νιώθοντας ντροπή για την αμαρτία, ας καταφεύγουμε σε αυτή όταν υπάρχει λόγος, ας τρώμε σάρκες επειδή πεινάμε, όχι για να καλοπερνάμε. Ας σκοτώσουμε το ζώο, νιώθοντας λύπη και πόνο, όχι αντιμετωπίζοντάς το με έλλειψη σεβασμού και βασανίζοντάς το, σαν πολλά που κάνουν τώρα ορισμένοι, μπήγοντας πυρωμένες σούβλες στο λαιμό των γουρουνιών έτσι, ώστε με την εμβάπτιση του σιδήρου μέσα του, το αίμα , αφού πήξει και διαχυθεί, να κάνει τη σάρκα εύθρυπτη και μαλακή, άλλοι πηδώντας πάνω στους μαστούς των επιτόκων θηλυκών γουρουνιών και κλοτσώντας τους έτσι, ώστε αφού βγει αίμα με γάλα και άλλα υγρά και αφού πεθάνουν ταυτόχρονα τα έμβρυα με τους πόνους του τοκετού, να φάνε, Δία καθαρτήριε, το πιο ερεθισμένο μέρος του ζώου. Άλλοι, αφού ράψουν τα μάτια των γερανών και των κύκνων και τους κλείσουν στο σκοτάδι, τους παχαίνουν, νοστιμίζοντας το κρέας τους με παράξενα μείγματα και σάλτσες.

2. Από τούτα είναι ολοφάνερο πως όχι για τροφή ούτε από ένδεια ή από ανάγκη αλλά από κορεσμό, αναισχυντία και αγάπη για την πολυτέλεια έχουν κάνει την ανομία ηδονή. Έπειτα, όπως ακριβώς με τις αχόρταγες στις ηδονές γυναίκες, αυτός που παραδίδεται στην ακολασία αφού δοκιμάσει τα πάντα, χάνεται και καταλήγει σε ακατανόμαστες πράξεις, έτσι οι ασωτίες στο θέμα του φαγητού, αφού ξεπεράσουν τον τελικό σκοπό που ορίζει η φύση και η ανάγκη, με ωμότητες και ανομίες ποικίλλουν τις ορέξεις. Στην πραγματικότητα, τα αισθητήρια αρρωσταίνουν, διαστρέφει το ένα το άλλο και παραδίδονται μαζί στην ακολασία, εφόσον δεν ακολουθούν τα μέτρα της φύσης. Έτσι η ακοή, αν αρρωστήσει, καταστρέφει τη μουσική, που κάνει τη μαλθακότητα και τη χαύνωσή μας να λαχταρά ξεδιάντροπα χάδια και γαργαλίσματα κατάλληλα για γυναικούλες. Τούτα έμαθαν την όραση να μην ευχαριστιέται με πυρρίχιους χορούς, εκφραστικές χειρονομίες και χορευτικές κινήσεις, με αγάλματα και ζωγραφιές, αλλά κάνει τη σφαγή και το θάνατο ανθρώπων, τα τράυματα και τις μάχες πανάκριβο θέαμα. Με τον τρόπο αυτό μετά από άνομα τραπέζια ακολουθούν ακόλαστες συνουσίες, μετά από ξεδιάντροπους έρωτες άμουσα ακροάματα, μετά από αναίσχυντες μελωδίες και ακούσματα έκφυλα θεάματα και μετά από άγρια θεάματα αναισθησία και ωμότητα απέναντι στους ανθρώπους. Για τούτο ο θεϊκός Λυκούργος όριζε στις τρεις ρήτρες οι πόρτες και οι σκεπές των σπιτιών να γίνονται με πριόνι και τσεκούρι, χωρίς να χρησιμοποιείται κανένα άλλο όργανο, όχι βέβαια επειδή έκανε πόλεμο στα τρυπάνια, στα σκεπάρνια και σε όσα εργαλεία είναι φτιαγμένα για λεπτές δουλειές, αλλά επειδή ήξερε ότι μέσα από τέτοιες χοντροκομμένες κατασκευές δεν θα μπάσεις επίχρυσο ανάκλιντρο ούτε θα τολμήσεις να βάλεις σε σπίτι λιτό ασημένια τραπέζια, χαλιά πορφυρά και πολύτιμους λίθους. Αντίθετα, με τέτοιου είδους σπίτι, ανάκλιντρο, τραπέζι και ποτήρι ταιριάζει δείπνο απλό και γεύμα δημοκρατικό, ενώ, κάνοντας αρχή με τον κακό τρόπο ζωής,

"σαν το μόλις αποκομμένο από το το βυζί πουλάρι που δίπλα στη μάνα του τρέχει",

ακολουθεί κάθε είδους τρυφηλότητα και πολυτέλεια.

3. Στ'αλήθεια, ποιο δείπνο, για το οποίο θανατώνεται κάποιο έμψυχο ον, δεν είναι ακριβό; Λίγο το θεωρούμε ότι κοστίζει η ζωή; Και δεν εννοώ βέβαια τη ζωή της μητέρας, του πατέρα, κάποιου αγαπημένου προσώπου ή παιδιού, όπως έλεγε ο Εμπεδοκλής, αλλά αυτή που έχει τουλάχιστον μερίδιο στην αίσθηση, στην όραση, στην ακοή, στη φαντασία, στη νοημοσύνη, την οποία έχει παραλάβει κάθε ζωντανό πλάσμα από τη ψύχη για να αποκτά ό,τι του είναι οικείο και να αποφεύγει ό,τι του είναι ξένο. Εξέτασε ποιοι από τους φιλοσόφους μάς εξημερώνουν περισσότερο, εκείνοι που μας καλούν να τρώμε τα παιδιά, τα αγαπημένα πρόσωπα, τους πατεράδες και τις γυναίκες μας, όταν πεθάνουν, ή ο Πυθαγόρας και ο Εμπεδοκλής που μας συνηθίζουν να είμαστε και προς πλάσματα άλλου γένους δίκαιοι. Εσύ κοροϊδεύεις τον άνθρωπο που δεν τρώει πρόβατο, εμείς όμως, θα πουν, αν σε δούμε να κόβεις τον πεθαμένο πατέρα και τη μάνα σου μερίδες, να τις στέλνεις στους φίλους σου που δεν είναι παρόντες, να καλείς όσους είναι παρόντες και να τους σερβίρεις άφθονες τις σάρκες, δεν θα γελάσουμε, αλλά και τώρα ίσως αμαρτάνουμε, όταν αγγίζουμε τα βιβλία τούτα, χωρίς να καθαρίζουμε τα χέρια και τα πρόσωπά μας, τα πόδια και τα αυτιά μας, εκτός αν, μα τον Δία, είναι καθαρμός από εκείνα το να μιλάμε για τούτα, "ξεπλένοντας", όπως λέει ο Πλάτων, "με πόσιμα λόγια την αλμυρή ακοή". Αν κάποιος παραλληλίσει τα δύο αυτά είδη βιβλίων και δογμάτων, τα πρώτα ταιριάζουν στους Σκύθες...για να φιλοσοφούν, στους Σογδανούς, στους Μελαγχλαίνους, για τους οποίους ο Ηρόδοτος δίνει πληροφορίες χωρίς να γίνεται πιστευτός. Τα δόγματα του Πυθαγόρα και του Εμπεδοκλή, αντίθετα, ήταν νόμοι για τους παλιούς Έλληνες..., τα δημητριακά και οι τρόποι ζωής... [επειδή δεν έχουμε κανένα δικαίωμα απέναντι στα άλογα ζώα].

4. Ποιοι λοιπόν αποφάσισαν τούτα αργότερα;

"Εκείνοι που πρώτοι σφυρηλάτησαν το μαχαίρι των κακούργων του δρόμου,
εκείνοι που πρώτοι έφαγαν τα βόδια τα καματερά".

Έτσι, βέβαια, αρχίζουν και οι τύραννοι τις σφαγές. Όπως ακριβώς την πρώτη φορά σκότωσαν στην Αθήνα τον χειρότερο συκοφάντη, ο οποίος επονομάστηκε άξιος (για να πεθάνει), κι έπειτα τον δεύτερο και τον τρίτο. Μετά από τούτο συνήθισαν και δέχονταν να θανατώνεται ο Νικήρατος, ο γιος του Νικία, ο στρατηγός Θηραμένης και ο φιλόσοφος Πολέμαρχος. Κατά τον ίδιο τρόπο στην αρχή φαγώθηκε κάποιο άγριο και φονικό ζώο κι έπειτα κατασπαράχτηκε κάποιο πουλί ή ψάρι. Αφού γεύτηκε έτσι αίμα και δοκιμάστηκε πάνω τους η φονική μας διάθεση, στράφηκε προς το καματερό βόδι, το πρόβατο που μας στολίζει και τον κόκορα που μένει στο σπίτι. Σιγά σιγά, αφού ακόνισαν έτσι οι άνθρωποι την απληστία τους, προχώρησαν σε σφαγές ανθρώπων, σε πολέμους και δολοφονίες. Αν όμως κάποιος δεν αποδείξει πρώτα ότι μπαίνουν σε κοινά σώματα οι ψυχές κατά τις παλιγγενεσίες, και αυτό που τώρα είναι λογικό γίνεται έπειτα άλογο και ξαναγίνεται ήμερο το τώρα άγριο, ότι η φύση αλλάζει τα πάντα και τα εγκαθιστά σε άλλες κατοικίες,

"ντύνοντάς τα με ασυνήθιστο χιτώνα σάρκας",

τούτα δε θα αποτρέψουν το ανήμερο, το ακόλαστο στοιχείο μέσα μας, αυτό που και στο σώμα δημιουργεί αρρώστιες και βάρος και την ψυχή διαφθείρει, εφόσον την τρέπει σε πόλεμο, ακόμη πιο άνομο, αφού συνηθίσαμε πια να μην προσφέρουμε σε φιλοξενούμενο τραπέζι, να μη γιορτάσουμε γάμο, να μη συναντιόμαστε με φίλους χωρίς αίμα και σφαχτό.

5. Ωστόσο, ακόμη κι αν το επιχείρημα για τις ψυχές και τον ερχομό τους πάλι σε άλλα σώματα μένει αναπόδεικτο και είναι αναξιόπιστο, η αμφιβολία μάς κάνει να είμαστε επιφυλακτικοί και να φοβόμαστε. Είναι σαν κάποιος σε πολεμική νυχτερινή σύγκρουση ορμούσε με το ξίφος να χτυπήσει άντρα τραυματισμένο, που το σώμα του έκρυβε ο θώρακας, και άκουγε άλλον να του λέει πως, χωρίς να είναι σίγουρος, πιστεύει και νομίζει ότι ο πεσμένος άνδρας είναι ο γιος του πρώτου, αδελφός, πατέρας ή σύσκηνος. Τι είναι καλύτερο; Να συνταχθεί με υποψία όχι αληθινή και να αφήσει ήσυχο τον εχθρό ως φίλο ή να μη λάβει υπόψη του κάτι αβέβαιο και να σκοτώσει τον οικείο ως εχθρό; Το τελευταίο θα χαρακτηρίσετε όλοι τρομερό. Κοίταξε επίσης τη Μερόπη της τραγωδίας, που σηκώνει απέναντι στον ίδιο της το γιο πελέκι, θεωρώντας τον ως φονιά του γιου της, και λέει:

"Πιο αποτελεσματικό χτύπημα θα σου καταφέρω εγώ τώρα"

πόση συγκίνηση προκαλεί στους θεατές και τους σηκώνει όρθιους από το φόβο μήπως τυχόν και χτυπήσει το παλικάρι, προτού τη σταματήσει ο γέροντας. Αν ένας γέροντας στεκόταν δίπλα και της έλεγε: "Χτύπα τον! Είναι εχθρός"και ένας άλλος: "Μην τον χτυπάς! Είναι ο γιος σου", ποιο αδίκημα θα ήταν μεγαλύτερο, το να μην προχωρήσει στην τιμωρία του εχθρού για χάρη του γιου ή να σκοτώσει το παιδί της από την οργή της προς τον εχθρό; Αν, επομένως, δεν είναι μίσος ούτε θυμός, δεν είναι άμυνα ούτε φόβος για τη ζωή μας που μας σπρώχνει στο φόνο, αλλά προς χάρη της ηδονής στεκόταν εκεί έτοιμο σφαχτάρι με το κεφάλι γερμένο προς τα πίσω, κι έπειτα ο ένας φιλόσοφος μας έλεγε: "Σφάξ'το, είναι ζώο χωρίς λογικό", ενώ ο άλλος: "Σταμάτα! Κι αν η ψυχή κάποιου συγγενή ή γνωστού έχει μπει μέσα στο σώμα αυτό;"Ίσος τουλάχιστον είναι, θεοί, κι όμοιος ο κίνδυνος, στην πρώτη περίπτωση, αν δείξω απάθεια, να μη φάω κρέας, και στη δεύτερη, αν δεν πιστέψω, να σκοτώσω παιδί ή άλλον οικείο.

6. Ισότιμη δεν είναι ούτε τούτη η αντιπαράθεση με τους Στωικούς για τη σαρκοφαγία. Στ'αλήθεια, γιατί ο τόσος τόνος στην κοιλιά και στις κουζίνες; Γιατί, εφόσον θεωρούν θηλυπρεπή την ηδονή και την κατηγορούν ως κάτι που δεν είναι ούτε αγαθό ούτε προηγμένον ούτε οικείο, δείχνουν τέτοια έγνοια για το περιττό  στην ηδονή; Ωστόσο θα ήταν συνεπές με τη θεωρία τους, αν διώχνουν τα αρώματα και τα γλυκά από τα συμπόσια, να δυσανασχετούν περισσότερο με το αίμα και τη σάρκα. Έτσι όπως έχουν τώρα τα πράγματα, φιλοσοφούν σαν να συντάσσουν το ημερήσιο πρόγραμμα και αφαιρούν τις δαπάνες στα δείπνα για τα άχρηστα και τα περιττά, δεν αποδιώχνουν όμως την απάνθρωπη και δολοφονική αγάπη για την καλοπέραση. "Πράγματι, λέει, δεν υπάρχει καμιά συγγένεια ανάμεσα σε εμάς και στα πλάσματα χωρίς λογικό". Ούτε όμως ανάμεσα σε εμάς και στο μύρο, θα μπορούσε κάποιος να πει, ούτε ανάμεσα σε εμάς και στα ξενικά γλυκίσματα. Μείνετε λοιπόν μακριά και από τα ζώα, εφόσον εκδιώκετε από παντού ό,τι μη χρήσιμο και μη αναγκαίο στην ηδονή.

7. Ας εξετάσουμε, ωστόσο, και το εξής, αν δεν υπάρχει ανάμεσα σε εμάς και στα ζώα η παραμικρή σχέση δικαιοσύνης, είτε μιλάμε με τεχνικούς είτε με σοφιστικούς όρους. Αφού κοιτάξουμε μέσα μας τα ίδια τα συναισθήματά μας, αφού μιλήσουμε τον εαυτό μας με λόγια ανθρωπιάς και εξετάσουμε...



πηγή: lokroi-dasos54

ΟΙ ΜΗΝΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΕΟΡΤΕΣ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ

$
0
0



Οι Aρχαίοι Έλληνες είχαν δώδεκα (12) μήνες, όπως έχουμε και εμείς σήμερα. Στην Aρχαία Αθήνα κάθε μήνας είχε 30 ημέρες (πλήρης μήνας) ή 29 ημέρες (κοίλος μήνας). Οι μήνες αυτοί και οι αντιστοιχίες τους με τους σημερινούς αναφέρονται παρακάτω: 

1. Εκατομβαίων (30 ημέρες) 16 Ιουλίου - 15 Αυγούστου 

2. Μεταγειτνιών (29 ημέρες) 16 Αυγούστου - 15 Σεπτεμβρίου 

3. Βοηοδρομιών (30 ημέρες) 16 Σεπτεμβρίου - 15 Οκτωβρίου 

4. Πυανεψιών (29 ημέρες) 16 Οκτωβρίου - 15 Νοεμβρίου 

5. Μαιμακτηριών (30 ημέρες) 16 Νοεμβρίου - 15 Δεκεμβρίου 

6. Ποσειδεών (29 ημέρες) 16 Δεκεμβρίου - 15 Ιανουαρίου 

7. Γαμηλιών (30 ημέρες) 16 Ιανουαρίου - 15 Φεβρουαρίου 

8. Ανθεστηριών (29 ημέρες) 16 Φεβρουαρίου - 15 Μαρτίου 

9. Ελαφηβολιών (30 ημέρες) 16 Μαρτίου - 15 Απριλίου 

10. Μουνιχιών (29 ημέρες) 16 Απριλίου - 15 Μαϊου 

11. Θαργηλιών (30 ημέρες) 16 Μαϊου - 15 Ιουνίου 

12. Σκιροφοριών (29 ημέρες) 16 Ιουνίου - 15 Ιουλίου 


Η πρώτη ημέρα κάθε μήνα ονομαζόταννουμηνία.Ο πρώτος αττικός μήνας άρχιζε με την εμφάνιση της νέας σελήνης (νουμηνία) μετά τη θερινή ισημερία, δηλαδή γύρω στις 15 Ιουλίου. 

Ο πρώτος μήνας (μέσα Ιουλίου - μέσα Αυγούστου) του αττικού ημερολογίου ήταν ο Εκατομβαιών που είχε πάρει το όνομά του από τα Εκατόμβαια, μία γιορτή που γινόταν προς τιμή του Απόλλωνα. Κατά τη διάρκεια του μήνα γιορτάζονταν στην Αθήνα εκτός από τα Εκατόμβαια, τα Κρόνια, τα Συνοίκια και τα Παναθήναια (με κορυφαία τη μέρα των γενεθλιών της Θεάς Αθηνάς, στις 28 του μήνα). 

Ο δεύτερος μήνας (μέσα Αυγούστου - μέσα Σεπτεμβρίου) ονομαζόταν Μεταγειτνιών και είχε πάρει το όνομά του από τη γιορτή Μεταγείτνια προς τιμή του Απόλλωνα, του θεού που παράστεκε στην αλλαγή γειτόνων. Το μήνα αυτό γίνονταν και τα Ηράκλεια στο Κυνόσαργες. 

Ο τρίτος μήνας του έτους (μέσα Σεπτεμβρίου - μέσα Οκτωβρίου) ονομαζόταν Βοηδρομιών κι είχε πάρει το όνομά του από τη γιορτή Βοηδρόμια που γινόταν κι αυτός προς τιμή του Απόλλωνα. Άλλες γιορτές του μήνα ήταν τα Γενέσια, μια γιορτή της Αρτέμιδος Αγροτέρας, και τα Μυστήρια που είχαν διάρκεια πολλών ημερών.

Ο τέταρτος μήνας (μέσα Οκτωβρίου - μέσα Νοεμβρίου) ονομαζόταν Πυανεψιών, από τη γιορτή Πυανέψια που γινόταν και πάλι προς τιμή του Απόλλωνα. Το μήνα αυτό γιορτάζονταν πολλές γιορτές όπως τα Προηρόσια, τα Οσχοφόρια, τα Θήσεια, τα Στήνια, τα Θεσμοφόρια, τα Χαλκεία και τα Απατούρια. 

Ο πέμπτος μήνας (μέσα Νοεμβρίου - μέσα Δεκεμβρίου) ονομαζόταν Μαιμακτηριών, από τη γιορτή Μαιμακτήρια που γινόταν προς τιμή του Δία, επειδή τον θεωρούσαν θεό των θυελλών (μαίμαξ = θυελλώδης). Το μήνα αυτό γίνονταν στην Αθήνα και τα Πομπαία. 

Ο έκτος μήνας (μέσα Δεκεμβρίου - μέσα Ιανουαρίου), είχε το όνομα Ποσειδεών, από τα Ποσείδεα μια γιορτή προς τιμή του Ποσειδώνα. Το μήνα αυτό γίνονταν ακόμη τα Αλώα και τα Κατ'αγρούς Διονύσια. 

Ο έβδομος μήνας (μέσα Ιανουαρίου - μέσα Φεβρουαρίου) ονομαζόταν Γαμηλιών, από τη γιορτή Γαμήλια, τον "ιερό γάμο"του Δία με την Ήρα. Άλλη γιορτή του μήνα ήταν τα Λήναια. 

Ο όγδοος μήνας ήταν ο Ανθεστηριών (μέσα Φεβρουαρίου - μέσα Μαρτίου). Ο μήνας είχε πάρει το όνομά του από τα Ανθεστήρια που γίνονταν προς τιμή του Διονύσου. Άλλη γιορτή του μήνα ήταν τα Διάσια. 

Ο ένατος μήνας (μέσα Μαρτίου - μέσα Απριλίου) ονομαζόταν Ελαφηβολιών, από τη γιορτή Ελαφηβόλια, προς τιμή της Άρτεμης. Επίσης γιορτάζονταν τα Ασκληπίεια, τα εν άστει Διονύσια και τα Πάνδια. 

Ο δέκατος μήνας (μέσα Απριλίου - μέσα Μαΐου) ονομαζόταν Μουνιχιών από τη γιορτή Μουνίχια προς τιμή της Άρτεμης. Ο μήνας είχε ακόμη την Εορτή του Έρωτα (στις 4 του μήνα), την Πομπή προς το Δελφίνιον και τα Ολυμπιεία. 

Ο ενδέκατος μήνας (μέσα Μαΐου - μέσα Ιουνίου) ονομαζόταν Θαργηλιών από τη γιορτή Θαργήλια, προς τιμή της Άρτεμης και του Απόλλωνα. Άλλες γιορτές ήταν τα Βενδίδια, τα Πλυντήρια και τα Καλλυντήρια. 

Και ο δωδέκατος μήνας ονομαζόταν Σκιροφοριών από τη γιορτή Σκιροφόρια προς τιμή του Ποσειδώνα. Τον ίδιο μήνα γιορτάζονταν τα Διιπόλιεια και τα Διισωτήρια. Επίσης όλα τα ονόματα των εορτών είναι στον πληθυντικό αριθμό. 


              



Η ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΗ ΒΑΣΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ  ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ 

Οι    Έλληνες  χώριζαν το έτος σε 12 σεληνιακούς (συνοδικούς) μήνες και, επειδή γνώριζαν, ότι ο κάθε συνοδικός μήνας δεν είχε ακέραιο πλήθος ημερών (29 ½ ημέρες περίπου), έδιναν στους μήνες    διάρκεια 30 ημερών (τέλειοι μήνες) και 29  ημερών (κοίλοι μήνες) εναλλάξ (κανένας μήνας δεν είχε 31 ή 28 ημέρες όπως σήμερα), και εφρόντιζαν ώστε η πρώτη ημέρα εκάστου μηνός να συμπίπτει, κατά το δυνατόν,  με την Νέα Σελήνη (Νουμηνία). ΄Ετσι, όμως, το (σεληνιακό)  έτος, δηλαδή οι 12 σεληνιακοί μήνες, ισοδυναμούσε με άθροισμα 354 ημερών, δηλαδή ήταν μικρότερο κατά 11 ¼ ημέρες από την πραγματική διάρκεια  τού (ηλιακού) έτους. Για να καλύψουν αυτήν την διαφορά, προχώρησαν στην εξής διόρθωση: υπολόγισαν, ότι σε κάθε οκτώ (8) σεληνιακά έτη προέκυπτε έλλειμμα ενενήντα (90) ημερών, δηλαδή ένα έλλειμμα τριών (3) μηνών τών 30 ημερών έκαστος (11 ¼  Χ 8= 90 ). Γι΄ αυτό, στην διάρκεια τών οκτώ (σεληνιακών ) ετών, παρενέβαλλαν  τρείς (3) εμβόλιμους μήνες:  - έναν στην διάρκεια τού τρίτου έτους,  - δεύτερον στην διάρκεια τού πέμπτου έτους,    - και τρίτον  στην διάρκεια τού όγδοου έτους (πλήρης οκτωχρονιά, εννεαετηρίς . Γέμινος 8.33). Ο μήνας αυτός, συνήθως, έμπαινε εμβόλιμος αμέσως μετά τον μήνα Ποσειδαιώνα (περίπου, 16 Δεκ.- 15 Ιαν.), και ονομαζότανε: Ποσειδαιών Β΄. ΄

Ετσι, μέσα σε 8 ηλιακά έτη, προέκυπτε εξίσωση τού χρόνου  μεταξύ τών  8 σεληνιακών ετών και τών 8 ηλιακών ετών! Με αυτόν τον τρόπο οι Αρχαίοι ΄Ελληνες  δημιούργησαν το δικό τους  ημερολόγιο, το οποίο, επειδή στηριζόταν κατά κύριο λόγο στους σεληνιακούς (συνοδικούς) μήνες και διορθωτικά  στο ηλιακό έτος, λέγεται  σεληνοηλιακό  ημερολόγιο ( υπάρχει και το ηλιακό ημερολόγιο,  καθώς και το γνησίως σεληνιακό ημερολόγιο).



              



ΟΛΕΣ  ΟΙ ΕΟΡΤΕΣ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ:


ΑΓΡΑΝΙΑ

Σύμφωνα με τον Ηνίοχο τα Αγράνια ήταν γιορτή του Άργους προς τιμή του Διονύσου και σχετιζόταν με τις τρείς κόρες του βασιλιά Προίτου.

Ο Προίτος ήταν βασιλιάς του Άργους και από τη σύζυγο του Σθενεβοία, κόρη του βασιλιά της Λυκίας Ιοβάτη, απέκτησε έναν γιό, το Μεγαπένθη και τρείς κόρες, την Λυσίππη, την Ιφονόη και την Ιφιάνασσα. Επειδή την ώρα του γάμου τους περιφρόνησαν τις θυσίες του Διονύσου προσεβλήθησαν από μανία και περιπλανούνταν στα όρη της Πελοποννήσου. Ο Προίτος τότε επικαλέστηκε τη βοήθεια του Μάντη Μελάμποδος που ήταν γνωστός για τις θεραπευτικές του ικανότητες. Ο Μελάμπους κατάφερε να θεραπεύσει τις κόρες του Προίτου και εις ανάμνηση του γεγονότος κάθε χρόνο, το μήνα Βοηδρομίωνα τελούσαν τα Αγράνια –που ήταν αναπαράσταση των γεγονότων- και θυσίες προς τιμή του Διονύσου.




ΑΓΡΙΩΝΙΑ

Τα Αγριώνια γιορτάζονταν ανά τριετία, από την 23η ως την 26η του μηνός Αγριωνίου, αρχή του έτους των Βοιωτών, στον Ορχομενό. Στη γιορτή έπαιρναν μέρος μόνο γυναίκες, οι οποίες υποκρίνονταν ότι αναζητούσαν τον Διόνυσο, τρέχοντας μαινόμενες στους αγρούς και τα όρη. Η αναζήτηση του Διονύσου συνεχιζόταν επί τρεις νύκτες και, αφού δεν τον έβρισκαν , έλεγαν η μία στην άλλη ότι ο Θεός κατέφυγε στις Μούσες. Επέστρεφαν τότε στην πόλη, όπου την τέταρτη νύχτα καθόταν σε συμπόσιο και μετά την λήξη του διασκέδασαν λύνοντας αινίγματα και γρίφους.
Κατά την έναρξη της γιορτής οι ανύπαντρες γυναίκες που κατάγονταν από το γένος των Μινυών συναθροίζονταν στο Ναό του Διονύσου. Στη διάρκεια της γιορτής ο ιερέας του Διονύσου, υποκρινόμενος έναν απ’ τους Τιτάνες, κατεδίωκε τις κόρες και κρατώντας πέλεκυ ή ξίφος είχε το δικαίωμα να σκοτώσει εκείνη την οποία ενδεχομένως θα κατώρθωνε να φτάσει.

Η αρχή του εθίμου της διώξεως και του φόνου παρθένων αποδίδεται στο εξής γεγονός : Όταν κάποτε ετελείτο γιορτή προς τιμή του Διονύσου, ενώ όλες οι γυναίκες του Ορχομενού μετείχαν στην τελετή, οι τρείς κόρες του βασιλιά Μινύου Λευκίππη, Αλκιθόη και Αρσίππη όχι μόνο περιφρόνησαν τον Θεό και τη λατρεία του και παρέμειναν στο σπίτι τους για να υφάνουν, αλλά και όταν ακόμη εμφανίστηκε σ’ αυτές ο Θεός και τις προέτρεψε να μετέχουν στη γιορτή του, αυτές δεν συμμορφώθηκαν. Επειδή δεν υπάκουσαν στο κάλεσμα της χαράς, της ζωής και του κεφιού, που βρίσκονται στη δικαιοδοσία του χαρούμενου Διονύσου, που δεν ανέχεται ανθρώπους σκυθρωπούς, ανέραστους, μίζερους και αρνητές της ζωής, αυτός τις τιμώρησε σκληρά. Τις θάμπωσε με τις μεταμορφώσεις του. 

Έγινε διαδοχικά ταύρος, λιοντάρι, λεοπάρδαλη, ενώ από τους ορθοστάτες του αργαλειού άρχισε να ρέει γάλα και νέκταρ. Τότε αυτές παρεφρόνησαν και τις έπιασε μια ακαταμάχητη επιθυμία τους έβαλαν κλήρο τα παιδιά τους. Αφού κληρώθηκε ο γιος της Λευκίππης Ίππασος, τον έσφαξαν και τον έφαγαν. Μετά την ανίερη αυτή πράξη ετράπησαν στα όρη, όπου, μαινόμενες πλέον, επιδίδονταν στη Βακχική λατρεία. Από την εποχή εκείνη οι παρθένες του γένους των Μινυών ονομάζονταν «Ολείαι» (εξολοθρεύτριες) και υφίσταντο διώξεις στη γιορτή των Αγριωνίων. Αλλά και οι άνδρες της ίδιας οικογένειας, υφίσταντο ταπείνωση κατά την διάρκεια της γιορτής. Τους επέβαλαν να παρίστανται στη γιορτή ρακένδυτοι και βρώμικοι. Ήταν υποχρεωμένοι να παρακολουθούν όλα όσα γίνονταν χωρίς να μπορούν να επέμβουν έστω και αν ο ιερέας σκότωνε κάποια παρθένα.

Κατά τους ιστορικούς χρόνους όλα αυτά είχαν απλώς συμβολικό χαρακτήρα και η καταδίωξη των Μινυών ήταν προσποιητή δίχως να περιλαμβάνει φόνους. Μόνο μια φορά σημειώθηκε τέτοιο κρούσμα την εποχή του Πλουτάρχου. Κατά τη διάρκεια της γιορτής, ο ιερέας Ζώϊλος, έφτασε μία κοπέλα την σκότωσε με τον πέλεκυ. Η πράξη αυτή κατακρίθηκε πολύ και έγινε αφορμή να απαγορευτεί η γιορτή απ’ τους Ρωμαίους, οι οποίοι τιμώρησαν τους Ορχομένιους με πρόστιμο. Ο Ζώϊλος μετά το φόνο αρρώστησε και πέθανε ενώ η οικογένεια του αποκλείσθηκε από την ιεροσύνη.
Τα Αγριώνια γιορτάζονταν και στη Θήβα, τη Κρήτη, τη Λέσβο και τη Χίο.


 

ΑΓΡΟΤΕΡΑΣ ΘΥΣΙΑ

Ήταν γιορτή προς τιμή της Αρτέμιδος Αγροτέρας, η οποία ετελείτο την 6η του μηνός Βοηδρομίωνος στην Αθήνα, στο ιερό της Αρτέμιδος στις Άγρες.

Η γιορτή περιελάμβανε πομπή και θυσία κατσικιών. Σχετικά με την προέλευση της γιορτής ιστορούνται τα εξής: Όταν έγινε η εισβολή των Περσών στην Αττική, ο Μιλτιάδης έκανε ευχή στην Άρτεμη να θυσιάσει στο όνομα της τόσα κατσίκια, όσοι θα ήταν οι νεκροί Πέρσες στο Μαραθώνα. Επειδή όμως οι νεκροί Πέρσες ήταν χιλιάδες και ήταν αδύνατον να βρεθούν στην Αττική τόσα κατσίκια, αποφασίστηκε να θυσιάζονται κάθε χρόνο πεντακόσια.
                       

ΑΓΡΥΠΝΙΣ

Η Αγρυπνίς ήταν μια γιορτή προς τιμή του Διονύσου στην πόλη Αρβήλη της Σικελίας. Η γιορτή αυτή ανήκε στο ευρύτερο πλαίσιο των γιορτών που ονομάζονταν «Παννυχίδες», δηλαδή γιορτές που διαρκούσαν όλη τη διάρκεια της νύχτας από τη δύση του ηλίου μέχρι την ανατολή της επομένης μέρας.

Οι Παννυχίδες τελούσαν κατά την παραμονή των περισσοτέρων γιορτών που είχαν μυστηριακό χαρακτήρα. Γνωστές Παννυχίδες ήταν εκείνες που γινόταν προς τιμή του Ασκληπιού στην Επίδαυρο, στα Ελευσίνια Μυστήρια, στα Αφροδίσια που τελούνταν στη Πάφο της Κύπρου. Ένα από τα βασικά γνωρίσματα των Παννυχίδων ήταν ότι όσοι μετείχαν σε αυτές λούζονταν πριν την έναρξη της, ενώ η πλέον γνωστή Παννυχίς ήταν τα «Νυκτέλια» προς τιμή του Νυκτελίου Διονύσου, και τα «Δαιδαφόρια» των Δελφών από τις Μαινάδες τον μήνα Δαιδαφόριο.


 

ΑΔΩΝΙΑ

Τα Αδώνια ήταν γιορτή προς τιμή του Αδώνιδος την 14η και 15η του μηνός Βοηδρομίωνος. Γιορταζόταν στην Αθήνα. Κατά τη διάρκεια της γιορτής οι γυναίκες συγκεντρώνονταν και θρηνούσαν μπροστά από δυο κρεβάτια που είχαν επάνω ομοιώματα του Αδώνιδος και της Αφροδίτης. Γύρω από τα ομοιώματα τοποθετούσαν γλαστροειδή αγγεία, στα οποία είχαν φυτέψει μάραθο και άλλα φυτά, που αναπτύσσονται γρήγορα και θερμαινόμενα από τον ήλιο δίνουν πρώιμα άνθη. Με το στολισμό των φυτών αυτών δινόταν η εντύπωση τεχνητών κήπων και τα αγγεία ονομάζονταν «Αδώνιδος κήποι». Για τον νεκρικό στολισμό τοποθετούσαν μέσα στους «κήπους» αγάλματα του Έρωτος, ομοιώματα πτηνών και γλυκίσματα. Οι γυναίκες την πρώτη μέρα θρηνούσαν. Την επόμενη αυγή και αφού γινόταν περιφορά των κήπων και των ομοιωμάτων στους παρακείμενους δρόμους, τα έριχναν είτε στην θάλασσα είτε στην πηγή είτε στον ποταμό (ανάλογα με τι υπήρχε) λυσσίκομες (με λυμένα μαλλιά) και γυμνόστηθες. 
Η γιορτή τέλειωνε με θυσίες αγριόχοιρων.

Την ίδια χρονική περίοδο τα Αδώνια γιορτάζονταν και στην Αλεξάντρεια. Εκεί η βασίλισσα συνόδευε το ομοίωμα του Αδώνιδος περιβαλλόμενη από τις ευγενέστερες γυναίκες που μετέφεραν δύο κρεβάτια φτιαγμένα από χρυσό και άργυρο, για την τοποθέτηση των ομοιωμάτων του Αδώνιδος και της Αφροδίτης. Όταν τελικά τοποθετούντο τα ομοιώματα στον κατάλληλο χώρο, συγκέντρωναν γύρω από το ομοίωμα του Αδώνιδος μέσα σε ασημένια κιβώτια, καρπούς από τα περιβόλια και τους κήπους, καθώς και φαγητά που είχαν ετοιμάσει οι γυναίκες από σταρένιο αλεύρι, μέλι και λάδι. Την άλλη μέρα με την αυγή όλες οι γυναίκες εν πομπή μετέφεραν τον Άδωνι στη θάλασσα και λυσσίκομες έψαλλαν: «Ω! Άδωνι, μας είσαι ευνοϊκός και τώρα και για πάντα. Οι καρδιές μας χάρηκαν που έφτασες. Κάνε να χαρούν πάλι και στην επιστροφή σου».

 


ΑΙΑΚΕΙΑ

Τα Αιάκεια ήταν γιορτή της Αίγινας προς τιμή του Αιακού και θεσμοθετήθηκε, επειδή με υπόδειξη του Δελφικού Μαντείου πήγαν στην Αίγινα οι πρέσβεις των Ελληνικών πόλεων, για να παρακαλέσουν τον Αιακό να μεσολαβήσει στον πατέρα του. Τον Ελλάνιο Δία, για να στείλει βροχή προς σωτηρία ανθρώπων και ζώων από την ανομβρία. Ο Δίας άκουσε την ικεσία τους και έβρεξε «εις πάσαν την Ελλάδα γην», όπως αναφέρει ο Απολλόδωρος. Η γιορτή περιελάμβανε γυμνικούς αγώνες τους οποίους ύμνησε ο Πίνδαρος, και οι νικητές αφιέρωναν το στεφάνι τους στο Αιάκειον, ναό που ήταν αφιερωμένος στον Αιακό.

 



ΑΙΑΝΤΕΙΑ

Τα Αιάντεια ήταν γιορτή που τελούνταν προς τιμή των δύο Αιάντων, του Τελαμώνιου και του Λοκρού.

Οι γιορτές προς τιμή του Λοκρού τελούνταν στον Οπούντα που ήταν η μητρόπολη των Λοκρών, ενώ οι τελετές προς τιμή του Τελαμώνιου τελούνταν στη Σαλαμίνα με θυσίες, αγώνες εφήβων και με πομπή, καθώς επίσης και με νυχτερινή λαμπαδηδρομία. Επίσης τελούνταν και «άμμιλα των πλοίων». Ένα από τα σπουδαιότερα αγωνίσματα εθεωρείτο ο «μακρός δρόμος». Κατά τη διάρκεια της πομπής εφέρετο μέσα σε φέρετρο ένα ανδρείκελο οπλισμένο με πλήρη πανοπλία εις μνήμη του Αίαντος.
Η γιορτή των Αιαντείων μεταφέρθηκε από τη Σαλαμίνα στην Αθήνα μετά την κατάληψή της από τους Αθηναίους. Τους δύο ήρωες τιμούσαν επίσης και στη Σπάρτη με την ίδια γιορτή. Τα Αιάντεια τελούνταν μέχρι και τους χρόνους της Ρωμαιοκρατίας.

 



ΑΙΓΙΝΗΤΩΝ ΕΟΡΤΗ

Η γιορτή αυτή ήταν προς τιμή του Ποσειδώνος και διαρκούσε 16 μέρες. Κατά τη διάρκεια της γιορτής οι θρησκευτές έτρωγαν σιωπηλά σε στενό οικογενειακό κύκλο δίχως να μετέχουν δούλοι και χωρίς να προσκαλούν ξένους. Ήταν ένα είδος μνημοσύνου και κρατούσε τις ρίζες του από την εποχή του Τρωϊκού πολέμου. Από τους Αιγινήτες που μετείχαν στον Τρωϊκό πόλεμο πολλοί σκοτώθηκαν στις μάχες, περισσότεροι όμως χάθηκαν κατά την επιστροφή λόγω της ταραγμένης θάλασσας. Τους λίγους που σώθηκαν τους υποδέχτηκαν οι συγγενείς τους, αλλά όταν είδαν τους άλλους πολίτες να πενθούν δεν θεώρησαν σωστό ούτε να επιδεινύουν τη χαρά τους, ούτε να θυσιάζουν δημόσια στους Θεούς. Έτσι αποφάσισαν να γιορτάζουν κρυφά στα σπίτια τους την επιστροφή των επιζώντων.

 


ΑΛΑΙΑ ΚΑΙ ΑΛΩΠΙΑ

Τα Αλαία και τα Αλώπια ήταν γιορτές της Τεγέας. Συγκεκριμμένα τα Αλαία ήταν γιορτή προς τιμή της Αλέας Αθηνάς και η διάρκεια της γιορτής ήταν τρείς μέρες. Περιελάμβανε θρησκευτικές τελετές και αγώνες παιδιών και ανδρών στο μεγάλο στάδιο της πόλης. Τα Αλώπια ήταν αγώνες στο στάδιο και πήραν το όνομα τους εκ του αλωτός-άλωσις επειδή ήταν αφιερωμένα σε εορτασμό νίκης των Αρκάδων κατά των Λακεμοδαιμονίων τον 8ο αιώνα, στην οποία οι πλείστοι των εχθρών συνελήφθησαν ζωντανοί.  Τα Αλαία εκτός από τους Τεγεάτες τα γιόρταζαν και οι Περγαμηνοί της Μικρής Ασίας, οι οποίοι θεωρούσαν τους εαυτούς τους απογόνους των συναγωνιστών του Άρκαδος ήρωος Τηλέφου.


 


ΑΛΙΕΙΑ ΚΑΙ ΑΛΙΑ

Τα Αλίεια ήταν λαμπρότατη γιορτή της Ρόδου, προς τιμή του Θεού Ηλίου. Ο οποίος ήταν πολιούχος της Ρόδου. Τα Αλίεια χωρίζονταν σε «μικρά» και «μεγάλα». Τα «μικρά» Αλίεια γιορτάζονταν κάθε έτος ενώ τα «μεγάλα» κάθε τέταρτο έτος, κατά τη διάρκεια του εμβόλιμου μήνα που ελέγετο Πάναμος β’ και για το λόγο αυτό ονομάζονταν «Διπανάμια».

Τα «μεγάλα» Αλίεια ήταν μια από τις επιφανέστατες γιορτές πανελλήνιας αίγλης επί 600 χρόνια και συγκεκριμμένα από το 300 της αρχαίας χρονολόγησης μέχρι το 300 της νέας. Η γιορτή περιελάμβανε πομπές, θυσίες, μουσικούς, γυμναστικούς και ιππικούς αγώνες, στους οποίους έπαιρναν μέρος και οι γυναίκες. Οι νικητές κέρδισαν ως έπαθλο στεφάνι από φύλλα λεύκης. Στη γιορτή αυτή πολλές πόλεις έστελναν επίσημες «θεωρίες» για να αποδώσουν την πρέπουσα τιμή στο Θεό Ήλιο. Άλλες γιορτές προς τιμή του Ηλίου με το όνομα Άλεια ή Άλια γιορτάζονταν στις Τράλλεις και στην Φιλαδέλφεια κατά τους ελληνιστικούς χρόνους. 

Τα Άλια ήταν και αυτά γιορτή του Θεού Ήλιου στη Ρόδο. Τελούνταν το θέρος και αντί για θυσία έριχναν στη θάλασσα άρμα τέθριππον, του οποίου οι ίπποι προηγουμένως καθαγιάζονταν. Κατόπιν ακολουθούσαν ιππικοί γυμνικοί και μουσικοί των νικητών ήταν και πάλι από φύλλα λεύκης.



 Ο ΘΕΟΣ ΔΙΟΝΥΣΟΣ- ΡΩΜΑΪΚΗ ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ

ΑΛΩΑ

Τα Αλώα ήταν γιορτή της Αττικής προς τιμή της Δήμητρος Αλωάδος, του Διονύσου και του Ποσειδώνος Φυταλμίου.

Οι ιεροπραξίες της γιορτής γίνονταν γύρω από τα αλώνια συγχρόνως σε όλους τους δήμους της Αττικής. Ο χρόνος διεξαγωγής της γιορτής ήταν κατά τη διάρκεια του τρύγου, όταν άνοιγαν τα νέα κρασιά και κατά τη διάρκεια της συγκομιδής των καρπών. Η γιορτή άρχιζε στην Αθήνα, συνεχιζόταν και τελείωνε στην Ελευσίνα. Μία ιερά πομπή ξεκινούσε από την Αθήνα φέρνοντας τις «απαρχές», δηλαδή τους πρώτους καρπούς του έτους, με κατεύθυνση προς την Ελευσίνα, όπου γίνονταν θυσίες. Τότε γινόταν και η «Ποσειδώνος πομπή». Ακολουθούσαν τα μυστήρια με την τελετή της μύησης, στην οποία πρωτοστατούσε η Ιέρεια της Δήμητρας και της κόρης (η Ιέρεια αυτή δεν ήταν η Ιέρεια των Ελευσινίων Μυστηρίων. Η Ιέρεια των Αλώων προερχόταν από τον οίκο των Φιλλειδών, ενώ των Ελευσινίων από τον οίκο των Ευμολπιδών και των Κηρύκων).

Επειδή στα Αλώα απελείετο ο Ιεροφάντης, το προνόμιο να παρουσιάζει τα δώρα και να μυεί τις μυούμενες το είχε η Ιέρεια. Στα μυστήρια γίνονταν δεκτές μόνο οι γυναίκες οι οποίες αντάλλαζαν μεταξύ τους ελεύθερους λόγους και έφεραν εμβλήματα που εξέφραζαν την ηδονή. Μετά ακολουθούσε δείπνο, το οποίο περιελάμβανε όλα τα προϊόντα της γης και της θάλασσας, εκτός από εκείνα που απαγόρευε λόγος μυστικός, όπως ο καρπός της ροίας και τα αυγά. Οι γιορτές τελείωναν με αγώνες οι οποίοι ονομάζονταν «πάτριοι αγώνες». Επίσης οι έφηβοι είχαν δικαίωμα να κάνουν επίσημη δημηγορία.


 

ΑΜΑΡΥΝΘΙΑ

Τα Αμαρύνθια ήταν γιορτή που ετελείτο αρχικά στην Αμάρυνθο της Ευβοίας προς τιμή της Αμαρυνθίας Αρτέμιδος. Ο Αμάρυνθος ήταν σύμφωνα με την παράδοση κυνηγός που συμμετείχε στην συνοδεία της Αρτέμιδος και κατοικούσε στην Ερέτρια. Από αυτόν ονομάστηκε Αμάρυνθος μία πόλη της Εύβοιας όπου πολιούχος Θεά ήταν η Άρτεμις. Η γιορτή αυτή μεταφέρθηκε αργότερα και στην Αττική στο δήμο του Άθμονος όπου ετελείτο η γιορτή με το όνομα – Αμαρύσια (από τη γιορτή αυτή πήρε και το όνομα της η περιοχή του Αμαρουσίου). Η γιορτή αυτή ήταν μεγαλοπρεπής και κατά την διάρκεια της ετελούντο αθλητικοί αγώνες.


 


ΑΜΦΙΑΡΑΙΑ

Τα Αμφιαραία ήταν γιορτή προς τιμή του Αμφιαράου ως Θεού της Ιατρικής, η οποία κατά την αρχαιότητα ετελείτο στο Ιερό του στον Ωρωπό. Η γιορτή περιελάμβανε αγώνες γυμνικούς, μουσικούς και ιππικούς. Οι προσερχόμενοι προς θεραπεία ή μαντική, υφίσταντο απαραιτήτως κάθαρση, η οποία περιελάμβανε νηστεία και λούσιμο στα νερά της πηγής του Ιερού. Ακολουθούσε θυσία κριού και μετά οι ενδιαφερόμενοι ξάπλωναν πάνω στα δέρματα των ζώων. Η μαντεία ή η θεραπευτική συμβουλή δινόταν από τον ίδιο τον Αμφιάραο, ο οποίος εμφανιζόταν σε όνειρο που έβλεπε ο ενδιαφερόμενος.

Στη Θεουργία η μέθοδος αυτή ονομάζεται «εγκοίμηση» και περιλαμβάνει διανυκτέρευση και κατάκληση μέσα σε Ιερό χώρο, με σκοπό την επικοινωνία με τους Θεούς. Ο ενδιαφερόμενος θυσιάζει εκ των προτέρων στο Θεό τον οποίο επικαλείται και αυτός όταν εμφανιστεί στον ύπνο, απαντά ή απ’ ευθείας, ή δια σημείων . Πριν γίνει το τυπικό της εγκοιμήσεως προηγείται μακρά περίοδος καθαρμού που περιλαμβάνει νηστεία και αποχή από κάθε σαρκική ηδονή. Την προηγούμενη μέρα θυσιάζει στο Θεό το προσφιλές του ζώο και μετά κοιμάται πάνω στο δρόμο του θυσιασθέντος ζώου. 




ΑΜΦΙΔΡΟΜΙΑ

Τα αμφιδρόμια ήταν η ιεροπραξία του καθαρμού μετά τον τοκετό. Μετά τον τοκετό πλένονταν και καθαρίζονταν η λεχώνα, το βρέφος και όλοι όσοι έρχονταν σε επαφή μαζί τους, Την πέμπτη μέρα από τον τοκετό, καθάριζαν το σπίτι και τοποθετούσαν στην εξώθυρα στεφάνι από κλαδί ελιάς, αν το βρέφος ήταν αγόρι και μάλλινη ταινία αν ήταν κορίτσι και αμέσως άρχιζε η ιεροπραξία του καθαρμού. Το βρέφος στην αγκαλιά της τροφού περιφέρετο γύρω από την εστία  του σπιτιού (εξού και η ονομασία «Αμφιδρόμια», ενώ ακολουθούσαν σε πομπή όλοι οι συγγενείς.

Μετά από αυτά, την έβδομη μέρα γιορτάζονταν οι «εβδόμες» ή και κατά τον Ισαίο την δέκατη μέρα ¨δεκάτην θύειν εστιάν» ή «γενέθλια θύειν», δηλαδή γινόταν η ιεροπραξία της ονοματοθεσίας του βρέφους. Μετά την ονοματοθεσία γίνονταν θυσίες και συμπόσια, όπου παρεβρίσκονταν όλοι οι συγγενείς και στενοί φίλοι της οικογένειας καθώς και οι δούλοι οι οποίοι έφερναν και δώρα προς τη μητέρα και το βρέφος.

 



ΑΝΑΚΕΙΑ

Το όνομα «Άνακες» δίνεται σε Θεούς που η ενέργεια τους θεωρείται «φυλακτήριος». Στην Αθήνα Άνακες ήταν οι Διόσκουροι Κάστωρ και Πολυδεύκης. Με το τρόπο αυτό οι Αθηναίοι θέλησαν να εκφράσουν την ευγνωμοσύνη τους προς αυτούς επειδή όταν εισέβαλαν στην Αττική για να ελευθερώσουν την ωραία Ελένη που είχε αρπάξει ο Θησεύς, δεν προέβησαν σε καταστροφές.
Η γιορτή των Ανακείων στην Αθήνα γινόταν την 18η του μηνός Ελαφηβολιώνος στο «Ανάκειο Ιερό» των Διοσκούρων, το οποίο βρισκόταν στην βόρεια πλευρά της Ακροπόλεως και περιελάμβανε προσφορές από ελιές, τυρί και πράσα, ενώ μετά ακολουθούσε συμπόσιο.

Σε άλλες πόλεις λατρευόταν ως Άνακες οι Κουρήτες, οι Τριπάτορες (σύμφωνα με το ορφικό απόσπασμα 53, οι Τριπάτορες είναι άνεμοι και οι γονείς τους είναι η γη κ ο ήλιος. Στο ίδιο απόσπασμα αναφέρεται ότι οι Αθηναίοι θυσίαζαν και προσεύχονταν σ’ αυτούς να γεννήσουν παιδιά, όταν επρόκειτο να παντρευτούν. Οι Τριπάτορες ονομάζονται Αμαλκείδης, Πρωτοκλής και Πρωτοκλέων, θεωρούνται θυρωροί και φύλακες των ανέμων, ενώ ταυτίζονται και με τα παιδιά του Ουρανού και της Γης Κόττο, Βριάρεω και Γύγη), οι Κάβειροι κλπ.


 

ΑΝΘΕΣΤΗΡΙΑ

Τα Ανθεστήρια γιορτάζονταν στην Αθήνα από την 11η ως την 13η του μηνός Ανθεστηριώνος προς τιμή του Διονύσου και του χθονίου Ερμού. Κατά τη διάρκεια της γιορτής τελούνταν αγωνίσματα και τα βραβεία των νικητών τα διένεμε ο άρχων βασιλεύς, ο οποίος είχε και την επιμέλεια της γιορτής.
Η πρώτη μέρα των Ανθεστηρίων ονομαζόταν «πιθοίγια», επειδή εκείνη την ημέρα άνοιγαν τους πίθους για να δοκιμάσουν τα νέα κρασιά και στεφάνωναν τα παιδιά που γεννήθηκαν τον προηγούμενο χρόνο.

Η δεύτερη μέρα των Ανθεστηρίων λεγόταν «Χόες» και γίνονταν συμπόσια, «ασκώλια» και ο «εξ αμαξών κώμος» δηλαδή ανταλλαγές σκωμμάτων μεταξύ των θρησκευτών οι οποίοι βρίσκονταν πάνω σε άμαξες και πείραζαν τους περαστικούς. Τη μέρα αυτή γινόταν και ο «Ιερός Γάμος» μεταξύ του Διονύσου και της συζύγου του Άρχοντος Βασιλέως στο «Βουκολείον» Ιερό. Ο Διόνυσος έφτανε εκεί πάνω σε ένα πλοίο με τροχούς, ενώ η βασίλισσα λίγο πριν την έλευση του Θεού έδινε τον όρκο της αγαμίας των Ιερουργών.

Την ίδια επίσης μέρα η σύζυγος του Άρχοντος Βασιλέως τελούσε στο «εν Λίμναις» Ιερό του Διονύσου στο όνομα της πολιτείας. Θυσίες και τελετές. Το Ιερό άνοιγε μόνο μια φορά το χρόνο, τη νύκτα της 12ης Ανθεστηριώνος, για την τέλεση των εκεί γυναικείων Μυστηρίων. Στα μυστήρια αυτά απαγορευόταν αυστηρά η παρουσία ανδρών. Οι γυναίκες εξαγνίζονταν με αέρα, νερό και φωτιά και φορούσαν δέρματα ελάφου ή πάνθηρος.

Οι ιεροπραξίες άρχιζαν με θυσία χοίρου και τελεστής ήταν μία Ιεροφάντις μαζί με 14 Ιέρειες που ονομάζονταν «Γεραραί» (σεβάσμιες).

Οι Ιέρειες έδιναν και αυτές τον όρκο της αγαμίας των Ιερουργών και υπόσχονταν επίσης πως θα τελούν προς τιμή του Διονύσου τα «Θεοίνια», τη γιορτή του Θεού Οίνου και τα «Ιοβάκχεια». Μπροστά στην Ιεροφάντιδα η σύζυγος του Άρχοντος Βασιλέως, πρόσφερε θυσία στο Διόνυσο για την ευημέρια της πόλεως. 

Η Τρίτη μέρα των Ανθεστηρίων ονομάζονταν «Χύτροι», επειδή την ημέρα προσφέρονταν αγγεία με άνθη, μαγειρεμένα λαχανικά και πανσπερμία σιτηρών. Μέσω του Ψυχοπομπού Ερμού γινόταν επίσημη ανάκληση νεκρών και σπονδές ύδατος που ονομάζονταν «Υδροφόρια» στο «Ολυμπείον» Ιερό της Γης προς τιμή των πνιγέντων στο Κατακλυσμό του Δευκαλίωνος. Στο τέλος των ιεροπραξιών γινόταν η επάνοδος των Ψυχών στον Άδη με την φράση «Θύραζε, Κήρες .....ουκέτ’ Ανθεστήρια». 








ΑΝΘΕΣΦΟΡΙΑ Ή ΗΡΟΑΝΘΕΙΑ


Τα Ανθεσφόρια ή Ηροάνθεια ήταν γυναικεία γιορτή. Γιορταζόταν στη Σικελία την πρώτη μέρα της Ανοίξεως, προς τιμή της Περσεφόνης και περιελάμβανε χορούς στεφανωμένων κοριτσιών που ονομάζονταν «ανθεσφόροι».

Η ίδια γιορτή ετελείτο την ίδια μέρα στο Άργος, προς τιμή της Ήρας-Ανθείας και του Διονύσου, στο ομώνυμο Ιερό της Θεάς.

Η γιορτή περιελάμβανε πομπή των «ανθεσφόρων», με τη διαφορά ότι τα κορίτσια εδώ δεν ήταν στεφανωμένα, αλλά κρατούσαν κάνιστρα γεμάτα με άνθη. Η πομπή γινόταν με την συνοδεία αυτών που έπαιζαν το «Ιεράκιον Μέλος», το οποίο ήταν λατρευτική μουσική γραμμένη από τον Αργείο μουσικό Ιέρακα, τον 7ο αιώνα της Αρχαίας χρονολόγησης.

Τα Ανθεσφόρια τελούνταν επίσης στην Κνωσσό, προς τιμή της Ανθείας Αφροδίτης, καθώς επίσης και στην Μεγαλόπολη στο ιερό των Μεγάλων Θεών, όπου υπήρχαν αγάλματα ανθεσφόρων κορών που κρατούσαν στο κεφάλι τους καλάθι γεμάτο άνθη.







ΑΠΑΤΟΥΡΙΑ

Τα Απατούρια ήταν Αττική γιορτή και αποτελούσε πανηγυρική εγγραφή των νέων κοριτσιών και αγοριών στους καταλόγους των πολιτών και τελούνταν από την 11η ως την 13η του μηνός Πυανεψιώνος, προς τιμή του Διός Φατρίου. Η πρώτη μέρα λεγόταν «Δορπεία» και την ημέρα αυτή οι πατέρες συναθροίζονταν κατά φατρίες σε εορτάσιμο συμπόσιο. 

Η δεύτερη μέρα λεγόταν «ανάρρυσις» (απολύτρωση) και προσφέρονταν ζώα προς θυσία.
Η τρίτη μέρα λεγόταν «κουρεώτις». Την ημέρα αυτή παρουσιάζονταν στη φατρία τα παιδιά που έπρεπε να γραφτούν και γράφονταν τα ονόματα τους στο κατάλογο από τον φατριάρχη. Ο πατέρας τότε ορκιζόταν ότι το παιδί του είχε γεννηθεί από νόμιμη σύζυγο και ακολουθούσε ψηφοφορία για την αποδοχή του δηλητηριασμένου από την φατρία. Μετά ο πατέρας θυσίαζε πρόβατο το λεγόμενο «κούρειον» και γινόταν συμπόσιο από τα μέλη της οικογένειας. Ύστερα ο πατέρας θυσίαζε στο βωμό του Φατρίου Διός ή της Φατρείας Αθηνάς και πρόσφερε «πλακούντες» και σπονδές κρασιού («οινιστήρια»). Απ’ τη μεριά τους οι νέοι και οι νέες που έμπαιναν στην εφηβική ηλικία, προσέφεραν δοχείο κρασιού, προς τον Ηρακλή, έκαναν σπονδές, έδιναν στους παρευρισκόμενους να πιούν και έκοβαν μέρος των μαλλιών τους. Την ίδια μέρα γινόταν έλεγχος της προόδου των μαθητών στα σχολεία και απήγγειλαν χωρία διαφόρων ποιητών και συγγραφέων, ενώ οι αριστεύσαντες... μαθητές βραβεύονταν.

 




ΑΠΟΛΛΩΝΙΑ

Τα Απολλώνια ήταν εξιλαστήριος γιορτή της Σικυώνος προς τιμή του Απόλλωνος. Κατά τη διάρκεια της γιορτής επτά έφηβοι και επτά κόρες πήγαιναν στο ποταμό Σύθα, μετά πήγαιναν στο Ιερό της Πειθούς και μετά κατέληγαν στο Ναό του Απόλλωνος που βρισκόταν στην αγορά.

Η γιορτή αυτή ήταν ανάμνηση ενός παλιού γεγονότος. Όταν ο Απόλλων και η Άρτεμις ήλθαν στην Αιγιαλεία μετά το φόνο του Πύθωνος κατελήφθησαν από φόβο. Μετά έφυγαν για την Κρήτη, όπου ο Καρμάνωφ τους εκάθαρε. Εν το μεταξύ όμως στη Σικυωνία χώρα, φοβερός λοιμός ερήμωνε τις πόλεις και οι κάτοικοι κατέφυγαν στους μάντεις, οι οποίοι τους συμβούλεψαν να εξευμενίσουν τον Απόλλωνα και την Άρτεμι στέλνοντας προς αυτούς επτά έφηβους και επτά κόρες. Πράγματι αυτοί έστειλαν τους νέους στο ποταμό Σύθα και παρακάλεσαν τους Θεούς να έλθουν στην Ακρόπολη τους. Οι Θεοί εξευμενίστηκαν από τις ικεσίες τους και επέστρεψαν στη Σικυωνία. Οι κάτοικοι έκτισαν στο σημείο εκείνο της χώρας, όπου πρωτοπάτησαν οι Θεοί επιστρέφοντας, το Ιερό της Πειθούς ως ευχαριστήριο, διότι επείσθησαν να επανέλθουν. Μετά την απαλλαγή τους απ’ το λοιμό, έκτισαν στην Αγορά το Ναό του Απόλλωνος.

Απολλώνια γιορτάζονταν επίσης στη Μίλητο, τη Κύδνο και στη Δήλο γιορτάζονταν την 7η Θαργηλιώνος και κατά τη διάρκεια τους γίνονταν αγώνες εφήβων και ανδρών καθώς και λιτανεία δαδούχων

 


ΑΡΝΙΣ

Η Αρνίς ήταν γιορτή του Άργους προς τιμή του Λίνου, υιού του Απόλλωνος από την Αργεία Ψαμάθης, η οποία, φοβούμενη την οργή του πατέρα της, άφησε έκθετο τον καρπό του έρωτα της με τον Απόλλωνα. Ένας βοσκός βρήκε και ανέθρεψε το παιδί σαν το δικό του, ώσπου μια μέρα τα σκυλιά του βοσκού το κατασπάραξαν. Η Ψαμάθη έπεσε σε μεγάλη θλίψη, αποκάλυψε το παραστράτημα της στον πατέρα της Κρότωπο, ο οποίος την σκότωσε. Ο Απόλλων οργισμένος για τον θάνατο της Ψαμάθης, τιμώρησε τους Αργείους με λιμό. Όταν οι κάτοικοι συμβουλεύτηκαν το μαντείο για να απομακρύνουν το κακό, το μαντείο είπε να εξιλεώσουν τελετουργικά το Λίνο και τη μητέρα του. Οι Αργείοι Θέσπισαν την Αρνίδα, γιορτή καθαρμού και εξιλασμού, που περιελάμβανε θυσίες αμνών, χορωδίες γυναικών και κοριτσιών που θρηνούσαν το Λίνο και την τελετουργική θυσία σκύλου («κυνοφόντις»).

 



ΑΡΡΗΦΟΡΙΑ

Τα Αρρηφόρια γιορτάζονταν στην Αθήνα στις 22 του μηνός Σκιροφοριώνος προς τιμή της Θεάς Αθηνάς. Κάθε χρόνο εκλέγονταν τέσσερα κορίτσια, από τις εκλεκτότερες οικογένειες, ηλικίας από 7 έως 11 ετών, οι οποίες ονομάζονταν Αρρηφόροι. Οι Αρρηφόροι κατοικούσαν στην Ακρόπολη από τις τελευταίες ημέρες του μηνός Πυανεψιώνος μέχρι την ημέρα την ημέρα της γιορτής των Αρρηφοριών. Δύο από αυτές ύφαιναν το πέπλο της Αθηνάς για τη γιορτή των Παναθηναίων. Φορούσαν όλες λευκό χιτώνα και χρυσά κοσμήματα, τα οποία μετά τη γιορτή γίνονταν ιερά (τα έξοδα για το πέπλο και τα κοσμήματα τα αναλάμβαναν οι οικογένειες των Αρρηφόρων).
Έτρωγαν ένα ιδιαίτερο είδος πλακούντος, τον «ανάστατον» και έπαιζαν σε ορισμένο χώρο της Ακροπόλεως, στη «σφαιρίστραν των Αρρηφόρων». Την ημέρα της γιορτής έφεραν στο κεφάλι κάνιστρα με τα μυστικά ιερά αντικείμενα της Θεάς, τα οποία τους τα έδινε η Ιέρεια της.

Μετά πήγαιναν στον Ιλισσό, στον περίβολο κοντά στο Ιερό της Αφροδίτης, μέσα στο οποίο υπήρχε υπόγεια κάθοδος. Εκεί άφηναν τα Ιερά αντικείμενα και έπαιρναν άλλα κάνιστρα τα οποία μετέφεραν καλυμμένα στην Ακρόπολη. Μετά την τελετή οι Αρρηφόροι απολύονταν και έπερναν τη θέση τους νέα κορίτσια.


 


ΑΡΟΤΟΙ

Οι Αροτοί ήταν γεωργικές γιορτές, οι οποίες τελούνταν σε τρεις διαφορετικές εποχές.
Πρώτος άροτος «επί Σκύρω» εις ανάμνηση της πρώτης σποράς. Ετελείτο την άνοιξη μεταξύ Ελευσίνας και Αθηνών.

Ο δεύτερος άροτος ετελείτο στη Ραρία (πεδιάδα κοντά στην Ελευσίνα). Ο τρίτος άροτος που λεγόταν «βουζύγιο» ετελείτο στους πρόποδες της Ακροπόλεως στη βόρεια πλευρά της, μεταξύ του Ηφαιστείου και του πύργου των ανέμων, κοντά στο Ναό της Δήμητρος Χλόης και της Γης Κουροτρόφου. Εκεί για πρώτη φορά σύμφωνα με τις Αττικές παραδόσεις ζεύχθηκαν βόδια, καλλιεργήθηκε η γη και σπάρθηκε σιτάρι. Κατά τη διάρκεια του «βουζυγίου» σε εκείνο το μέρος γινόταν η σπορά του σίτου που προοριζόταν για τη λατρεία της Αθηνάς και του πολιέως Διός.


 

ΑΡΤΕΜΙΣΙΑ

Τα Αρτεμίσια ήταν πανελλήνια γιορτή προς τιμή της Αρτέμιδος. Πιο ξακουστή α’ όλες ήταν η Γιορτή της Πόλεως της Εφέσου, η οποία περιελάμβανε αγώνες και πομπή με περιφορά του αγάλματος της Θεάς, ντυμένο με δορά αγρίου ζώου. Την πομπή έκλεινε όμιλος νέων γυναικών μεταμφιεσμένων σε νύμφες οι οποίες χόρευαν.


 


ΑΣΚΛΗΠΙΕΙΑ ΚΑΙ ΕΠΙΔΑΥΡΙΑ

Τα Ασκληπίεια και τα Επιδαύρια ήταν γιορτές προς τιμή του Ασκληπιού στην Επίδαυρο και τελούνταν στο Ιερό του Θεού. Τα Ασκληπίεια τελούνταν ανά τετραετία και περιελάμβαναν αγώνες γυμνικούς, ιππικούς και μουσικούς.


 


ΑΦΡΟΔΙΣΙΑ ΚΑΙ ΥΒΡΙΣΤΙΚΑ

Τα Αφροδίσια ήταν γιορτή προς τιμή της Αφροδίτης. Οι πανηγυριστές παραδίνονταν στη χαρά και τις απολαύσεις της ζωής, ενώ η γιορτή εμπλουτιζόταν με αγώνες και λαμπαδηφορίες.
Η γιορτή είχε πανελλήνιο χαρακτήρα και τα μέλη των λατρευτικών συλλόγων που επιμελούνταν τον εορτασμό των Αφροδισίων, ονομάζονταν «Αφροδισιαστές».

Αφροδίσια επίσης ονομάζονταν οι ευχαριστήριες τελετές που γίνονταν μετά το τέλος επιτυχούς επιχειρήσεως ή μετά από ασφαλές ταξίδι προς τιμή της Αφροδίτης. Ανάλογες Θυσίες γίνονταν και προς τον Αποβατήριο Δία που ονομάζονταν «Αποβατήρια».

Τα Υβριστικά ήταν και αυτά γιορτή της Αφροδίτης όπου οι άνδρες φορούσαν γυναικεία ενδύματα και οι γυναίκες ανδρικά.


 


ΒΑΣΙΛΕΙΑ

Τα Βασίλεια ήταν Παμβοιωτικοί αγώνες. Οι οποίοι τελούνταν στη Λιβαδειά προς τιμή του Βασιλέως Διός. Θεσπίστηκαν μετά τη νίκη των Θηβαίων κατά των Σπαρτιατών στα Λεύκτρα το 371 της Αρχαίας Χρονολόγησης. Οι αγώνες καθιερώθηκαν επειδή πριν την έναρξη της μάχης ήλθε αγγελιοφόρος από τη Λιβαδειά φέρνοντας το χαρμόσυνο άγγελμα ότι το Μαντείο του Τροφωνίου προφήτευσε νίκη των Θηβαίων. Η γιορτή περιελάμβανε αγώνες γυμνικούς μουσικούς και ιππικούς.
Στα Βασίλεια εκτός των Βοιωτών, έπαιρναν μέρος και άλλοι Έλληνες. Ο Αλέξανδρος ο Γ΄, συνέστησε γιορτή με το ίδιο όνομα και με το ίδιο περιεχόμενο στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου.

 


ΒΕΝΔΙΔΙΑ

Τα Βενδίδια γιορτάζονταν την 19η του μηνός Θαργηλιώνος στον Πειραιά από την εποχή του Περικλέους προς τιμή της Σεληνιακής Θρακικής Θεάς Βενδίδος που ταυτιζόταν με την Άρτεμη και συχνά με την Εκάτη ή και με την Περσεφόνη. Η γιορτή περιελάμβανε δημόσιες θυσίες και τελετές.


 



ΒΟΗΔΡΟΜΙΑ

Τα Βοηδρόμια ήταν γιορτή προς τιμή του παραστάτου των πολεμιστών Απόλλωνος Βοηδρομίου και ετελείτο στην Αθήνα την 7η του μηνός Βοηδρομιώνος. Η γιορτή αυτή πρωτοκαθιερώθηκε εις ανάμνηση της νίκης του Θησέως κατά των Αμαζόνων, ενώ υπάρχει άλλη μια παράδοση που αναφέρει ότι η γιορτή καθιερώθηκε από τον Ίωνα εις ανάμνηση της νίκης του εναντίον του Ελευσινίου Ευμόλπου.


 


ΒΡΑΥΡΩΝΕΙΑ

Τα Βραυρώνεια γιορτάζονταν κάθε πενταετία προς τιμή της Βραυρωνίας Αρτέμιδος την 17η του μηνός Μουνυχιώνος. Την διεξαγωγή και εποπτεία της τελετής είχαν δέκα ιεροποιοί, οι οποίοι ήταν δέκα άρχοντες, ένας από κάθε φυλή.

Κατά την τελετή δέκα κορίτσια ηλικίας 5-10 ετών, καθιερώνονταν μέχρι την ημέρα του γάμου τους στην Αρτέμιδα. Τα κορίτσια αυτά φορούσαν κίτρινο ένδυμα και λέγονταν «άρκτοι», ενώ η τελετή λεγόταν «αρκτεύεσθαι» και «δεκατεύειν», από την ηλικία των κοριτσιών. Η καθιέρωση στη Θεά λεγόταν «άρκτεια».

Η τελετή αυτή σύμφωνα με την παράδοση καθιερώθηκε επειδή στη Βραυρώνα υπήρχε μια εξημερωμένη άρκτος, την οποία όμως σκότωσαν δύο αδελφοί, επειδή όταν έπαιζε με την αδελφή τους, την πλήγωσε. Η Άρτεμις τότε τιμώρησε τους Αθηναίους με λοιμό, από τον οποίο απαλλάχτηκαν με την καθιέρωση της αρκτείας, μετά από χρησμό των Δελφών.
Οι πατέρες των κοριτσιών πρόσφεραν από μια κατσίκα για θυσία, ενώ η γιορτή περιελάμβανε και απαγγελία της Ιλιάδος. 

Επίσης γιορτή με το ίδιο όνομα και στην ίδια περιοχή υπήρχε προς τιμή του Διονύσου η οποία ετελείτο και αυτή κάθε πενταετία.


 


ΒΡΙΤΟΜΑΡΤΙΑ

Τα Βριτομάρτια ήταν γιορτή προς τιμή της Βριτομάρτυος στην Ολούντα της Κρήτης, όπου απoδίδετο λατρεία στο πανάρχαιο ξόανο της Θεάς που σύμφωνα με την παράδοση είχε κατασκευαστεί από το Δαίδαλο.

Η Βριτόμαρτυς με την παράδοση ήταν κόρη του Διός και της Κάρμης, κόρης του Ευβούλου, την οποία ερωτεύθηκε και καταδίωξε ο Μίνως. Επί εννέα μήνες την κυνηγούσε ενώ αυτή κρυβόταν στα δάση και τις χαράδρες. Κάποια στιγμή – συνεχίζει ο μύθος – Ο Μίνως κόντεψε να την πείσει και η νύμφη στην απόγνωσή της πήδηξε από ένα βράχο στη θάλασσα, αλλά την έσωσαν κάποιοι ψαράδες με τα δίχτυα τους, μετά την παρέμβαση της Αρτέμιδος, η οποία μετά την προσπάθεια της βριτομάρτυος για να προστατεύσει την αγνότητά της, την εξύψωσε σε θεότητα.


 


ΓΑΛΑΞΙΑ

Με το όνομα Γαλάξια είναι γνωστές δύο γιορτές της Αθήνας, εκ των οποίων η μια γιορταζόταν προς τιμή της Ρέας τον μήνα Ελαφηβολιώνα και περιελάμβανε θυσία εκ μέρους των εφήβων και προσφορά χρυσού δοχείου αξίας 100 δραχμών. Επίσης το γεύμα της ημέρας αποτελείτο από μίγμα γάλακτος και κριθάλευρου που ονομαζόταν «γαλαξίας», ενώ ένα μέρος του γινόταν σπονδή προς τη Θεά.

Η άλλη ομότιτλη γιορτή, ήταν προς τιμή του Απόλλωνα και ετελείτο την 22η του μηνός Ποσειδεώνος, δηλαδή την ημέρα του Χειμερινού Ηλιοστασίου. Επίσης Γαλάξια γιορτάζονταν στο Ισμήνιο των Θηβών που περιελάμβανε μεγαλειώδη πομπή, στο Γαλάξιον Ιερό της Βοιωτίας και στη Δήλο.

 




ΓΕΝΕΣΙΑ Ή ΝΕΚΥΣΙΑ 

Τα Γενέσια ή Νεκύσια γιορτάζονταν της 5η του μηνός Βοηδρομιώνος στην Αθήνα προς τιμή των προγόνων. Η γιορτή ήταν πένθιμου χαρακτήρος και περιελάμβανε θυσία προς τιμή της Γης, αλλά και του «γενεθλίου» Θεού ενός εκάστου νεκρού, καθώς επίσης προσφέρονταν δείπνα σε αυτούς, εις ανάμνηση των προσφερθέντων νεκρο-δείπνων αμέσως μετά την κηδεία.

Σε άλλες πόλεις τα Γενέσια γιορτάζονταν την ημέρα των γενεθλίων του κάθε νεκρού, μέσα σε κλειστό οικογενειακό και φιλικό κύκλο. Η γιορτή άρχιζε με την επίκληση των γενεθλίων Θεών και ακολουθούσαν «νηφάλιες» σπονδές και ανταλλαγή δώρων αναμεταξύ των ζώντων στη μνήμη των νεκρών.

Επίσης σε κάποιες πόλεις γιορτάζονταν και πάνδημα «Γενέσια» προς τιμή των επιφανών προγόνων του παρελθόντος. Τέτοιου είδους «Γενέσια» ή «Νεκύσια» ήταν τα «Μελαμπόδεια» προς τιμή του Μελάμποδος, στο Ιερό του στα Μέγαρα, όπου τελούνταν αγώνες και ο νικητής έπαιρνε ως έπαθλο ένα μέρος των θυσιαζομένων σφαγίων, τα «Αράτεια» της Σικυώνος την 5η Ανθεστηριώνος προς τιμή του Αράτου, οικιστού της πόλεως, τα «Ηλακάτια» προς τιμή του Ηλακάτου, φίλου του Ηρακλέους.
Επίσης τα «Ελένεια» της Θεράπνης προς τιμή της ομηρικής Ελένης όπου οι κοπέλες έρχονταν στο Ιερό της πάνω σε άμαξες, τις οποίες ονόμαζαν «κάνναθρα» και είχαν το σχήμα ελαφιών. Τα «Ελενηφόρια» πάλι προς τιμή της Ελένης, όπου γινόταν λιτανεία και οι μετέχοντες έφεραν μυστικά δώρα μέσα σε πλεκτό καλάθι που λέγονταν «Ελένη».

Επίσης τα «Λεωνίδια» της Σπάρτης προς τιμή του Λεωνίδα που περιελάμβαναν και αγωνίσματα. Τα Αττικά «Ηράκλεια» του δήμου Διομείας, τα Θηβαϊκά «Ηράκλεια» που περιελάμβαναν αγώνες πεντάθλου, γυμνικούς και ιππικούς, τα πενταετή «Ηράκλεια» της Σικυώνος που περιελάμβαναν διήμερες θυσίες, τα τριήμερα «Υακίνθια» των Αμυκλών προς τιμή του Υακίνθου, που περιελάμβαναν εναγισμούς, κοινά δείπνα, παιάνες, χορούς, πομπή, θυσίες και συνεστιάσεις. 

Τα Μεγαρικά «Διόκλεια» που τελούνταν την Άνοιξη προς τιμή του βασιλέως Διοκλέους, που σκοτώθηκε σε κάποια μάχη, όταν προσπάθησε να σώσει νεαρό συμπολίτη του που κινδύνεψε να αιχμαλωτισθεί. Η Ελευσινιακή «Βαλήτυς» προς τιμή του Δημοφώντος υιού του βασιλέως Κελεού.
Επίσης τα Αθηναϊκά «Δειπνοφόρια» προς τιμή των θυγατέρων του Κέκροπος Αγλαύρου, Έρσης και Πανδρόσου, στην οποία ανύπαντρες κοπέλες δειπνοφόροι, μετέφεραν σε πομπή πολυτελή εδέσματα. Ακόμη τα Αθηναϊκά «Θησεία» την 8η Πυανεψιώνος προς τιμή του Θησέως στο Ιερό του στην Αγορά, που περιελάμβανε αγώνες ευανδρίας εφήβων. 

Τα Λακωνικά «Διοσκούρεια» την 18η του μηνός Γεραστίου που περιελάμβανε παιχνίδια και οινοποσία. Τα «Λιθοβόλια» της Τροιζήνος προς τιμή της Δαμίας και της Αυξησίας οι οποίες, όταν μετοίκησαν από την πατρίδα τους Κρήτη στη Τροιζήνα, δολοφονήθηκαν δια λιθοβολισμού υπό των Τροιζηνίων, που εξεγέρθηκαν με την άφιξη τους. Τα «Ιολάεια» της Θήβας προς τιμή του Ιολάου, συντρόφου του Ηρακλέους. 

Τα πλέον μεγαλειώδη και πανελλήνιου χαρακτήρα «Νεκύσια», τελούνταν στις Πλαταιές την 28η του μηνός Δαματρίου, προς τιμή των πεσόντων Ελλήνων στη μάχη των Πλαταιών κατά των Περσών. Η νεκρική τελετή γινόταν το πρωί με τον εξής τρόπο: της τελετουργικής πομπής προηγήτο ένας αυλητής και ακολουθούσαν άρματα γεμάτα με στεφάνια, ένας ταύρος και έφηβοι που κρατούσαν αγγεία γεμάτα κρασί, γάλα και αρώματα για τις σπονδές. Μετά από αυτούς ακολουθούσε ένας από τους τοπικούς άρχοντες ο οποίος φορούσε πορφυρό χιτώνα και κρατούσε ένα ξίφος. Έκανε τις απαραίτητες σπονδές στις επιτύμβιες στήλες και αφού τις ράντιζε με νερό και αρώματα, σκότωνε τον ταύρο, ευχόταν στο Δία και στον Χθόνιο Ερμή, καλούσε τους νεκρούς στην εστίαση και στην σπονδή του αίματος και τέλος άδειαζε προς τιμή τους το κρασί από το αγγείο. Μετά ακολουθούσαν αγώνες που έκλειναν την γιορτή.


 


ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΔΙΟΣ

Η γέννηση του Διός εορταζόταν την Εαρινή Ισημερία, από τους ιερείς του Διός της Κρήτης, που λέγονταν Κουρήτες. Κατά τη διάρκεια της γιορτής, οι ιερείς μιμούνταν τους Κουρήτες, εκτελώντας Θορυβώδεις χορούς, κρατώντας σπαθιά και ασπίδες. Η ίδια γιορτή επαναλαμβανόταν την ημέρα της φθινοπωρινής Ισημερίας, όπου οι ιερείς αποχαιρετούσαν τη θνήσκουσα φύση. Οι θρησκευτές καλούσαν το Δία να΄ρθει στο όρος Δίκτη για άλλη μια φορά, επικεφαλής του θιάσου των δαιμόνων Κουρήτων, ως Μέγιστος Κούρος, ενώ ο κορυφαίος του θιάσου υπεδύετο τον Δία.
Στον ύμνο του Δικταίου Διός, οι θρησκευτές έψαλλαν:

«έρχεσαι, Θεέ, κάθε χρόνο στη Δίκτη
συνοδευόμενος από δαίμονες.
Έλα και πάλι και ας χαρεί η ψυχή σου
Με το χορό και το τραγούδι μας.
Τα εκτελούμε για χάρη σου
με τους ήχους των αυλών και της άρπας,
γύρω από τον καλοφτιαγμένο βωμό σου.
Διαφύλαξε τις συζυγικές μας κλίνες,
κάνε να αυξηθούν τα καλόμαλλα πρόβατά μας,
κάνε να γεμίσουν καρπούς τα σπαρτά,
κάνε ευνοϊκούς τους ανέμους.
Έλα στις πόλεις,
Προστάτευσε τα πλοία που πλέουν,
προστάτευσε τους νέους πολίτες
και χάρισε τους τη λαμπρή δικαιοσύνη».



 



ΓΥΜΝΟΠΑΙΔΙΕΣ

Η γιορτή των Γυμνοπαιδιών ετελείτο από την 14η ως την 22η ημέρα του μηνός Φλιασίου προς τιμή του Πυθαέως – Απόλλωνος, της Αρτέμιδος, της Λητούς και του Διονύσου στην Σπάρτη.
Οι θρησκευτές έστηναν τα αγάλματα των Θεών σε ειδικό σημείο της Αγοράς που το ονόμαζαν «χορό» και γύρω από τα αγάλματα χόρευαν οι έφηβοι προς τιμή του Απόλλωνος, ενώ την τελευταία μέρα χόρευαν και οι άνδρες. Κατά τη διάρκεια των χορών ψάλλονταν οι ωδές του Θαλήτου, του Αλκμάνος και οι παιάνες του Διονυσοδότου. Ο επί κεφαλής του χορού λεγόταν «χοροποιός» και φορούσε στεφάνι, που λεγόταν «Θυρεατικός», σε ανάμνηση της νίκης των Σπαρτιατών κατά της Θυρέας. Οι χοροί αποτελούνταν από μιμητικές παραστάσεις, οι οποίες μιμούνταν και τις κινήσεις της λατρείας του Διονύσου.

Κατά τη διάρκεια των Γυμνοπαιδιών επικρατούσε μεγάλη ευθυμία και χαρά στην Σπάρτη, όπου γίνονταν δεκτοί και ξένοι από άλλες πόλεις. Το πόσο σημαντική γιορτή ήταν για τους Σπαρτιάτες, φαίνεται από το ότι, όταν γνωστοποιήθηκε στη Σπάρτη η πανωλεθρία τους στα Λεύκτρα, η γιορτή δεν διεκόπη αλλά συνεχίστηκε μέχρι το τέλος της.


 



ΔΑΙΔΑΛΑ

Τα Δαίδαλα γιορτάζονταν την 7η του μηνός Προστατηρίου στις Πλαταιές, προς τιμή της Ήρας, εις ανάμνηση της συμφιλιώσεώς της με τον Δία, επειδή σύμφωνα με την παράδοση ζήλεψε για τον έρωτα του Διός προς τους ανθρώπους και τις άλλες ουράνιες οντότητες και αφού τον εγκατέλειψε πήγε στην Εύβοια και δεν επανήλθε, παρά μόνο όταν πληροφορήθηκε ότι ο Ζευς ετοιμαζόταν να νυμφευθεί δήθεν την κόρη του Ασωπού Δαιδάλη. Όταν επέστρεψε η Ήρα όρμησε κατά της νύφης η οποία φερόταν πάνω σε βόδια και αφού ξέσκισε με την οργή τους πέπλους, βρέθηκε κατάπληκτη προ ξύλινου ομοιώματος, το οποίο ο Ζεύς είχε καλύψει με πέπλους. Ντράπηκε τότε η Ήρα επειδή ζήλεψε άδικα και συμφιλιώθηκε με τον Δία.

Τα Δαίδαλα διαιρούνται στα «κοινά» που γιορτάζονταν κάθε χρόνο, τα «Μικρά» που γιορτάζονταν ανά 60 χρόνια. Τα «κοινά»¨και τα «Μικρά» γιορτάζονταν από τους Πλαταιείς ενώ τα «Μεγάλα» απ’ όλους τους Βοιωτούς.

Η γιορτή των «Μικρών» Δαιδάλων ετελείτο ως εξής: σε μεγάλους κορμούς δέντρων κρεμούσαν τεμάχια ψημένου κρέατος και κρυμμένοι παρακολουθούσαν το κοράκι, που πρώτο θα άρπαζε το κρέας, σε πιο δέντρο θα καθόταν για να το φάει. Μετά έκοβαν τον κορμό αυτού του δέντρου και κατασκεύαζαν από αυτόν το Δαίδαλον, δηλαδή ξύλινο ειδώλιο γυναίκας, το οποίο έντυναν με γυναικεία φορέματα και το περιέφερον πάνω σε άμαξα μιμούμενοι το επεισόδιο Διός και Ήρας. Από τα κατασκευασμένα ξόανα κατά τα «Μικρά» Δαίδαλα εκλέγονταν 14, τα οποία διανέμονταν με κλήρο στις 14 σπουδαιότερες πόλεις των Βοιωτών. Τα ξόανα αυτά κατά τα «Μεγάλα» Δαίδαλα μεταφέρονταν στον ποταμό Ασωπό και τα τοποθετούσαν σε άμαξες, ενώ δίπλα τους καθόταν από μία γυναίκα που ονομαζόταν «νυμφεύτρια». Έπειτα, μετά από κλήρο, γινόταν πομπή κατά τη σειρά που υποδείχθηκε από τον κλήρο και οδηγούσαν τις άμαξες στην κορυφή του Κιθαιρώνος, όπου είχε κατασκευαστεί ψηλός βωμός από τετράγωνα ξύλα. Πάνω στο βωμό κάθε πόλη θυσίαζε ταύρο προς τιμή του Διός και αγελάδα προς τιμή της Ήρας, ενώ οι θρησκευτές θυσίαζαν άλλα ζώα μικρότερα. Αφού διασκέδαζαν και έτρωγαν, έκαιγαν πάνω στο βωμό τα Δαίδαλα, πυρπολώντας και τον ξύλινο βωμό.


 



ΔΑΦΝΗΦΟΡΙΑ

Τα Δαφνηφόρια γιορτάζονταν κάθε εννέα έτη την 7η του μηνός Ηρακλείου στους Δελφούς, τα Τέμπη και τη Θήβα. Σύμφωνα με την παράδοση ο Απόλλων, αφού μολύνθηκε απ’ το φόνο του Πύθωνος, κατέφυγε, μετά απ’ την υπόδειξη του Διός, στην κοιλάδα των Τεμπών για να καθαρθεί. Μετά επανήλθε στους Δελφούς με συνοδεία ιερατικής πομπής και εστεμμένος με δάφνη και κλάδο αυτής στο χέρι.

Προς αναπαράσταση του γεγονότος, οι Δελφοί έστελναν στα Τέμπη αριθμό εκλεκτών νέων με επί κεφαλής τον «Αρχιδαφνηφόρο», ακολουθώντας την Ιερά Οδό που ακολούθησε ο Απόλλων. Στα Τέμπη ο νέος που υπεδύετο τον Απόλλωνα υπεβάλλετο σε καθαρτήριες και εξιλαστήριες ιεροτελεστίες και μετά η Θεωρία στεφανωμένη με την Ιερά Δάφνη και με κλάδους της στο χέρι επέστρεφε στους Δελφούς εν μέσω πομπής που έψαλλε ύμνους και νικητήριους παιάνες.


 



ΔΕΛΦΙΝΙΑ

Τα Δελφίνια γιορτάζονταν τη 6η του μηνός Μουνυχιώνος προς τιμή του Δελφινίου Απόλλωνος σε όλα τα παράλια του Αιγαίου, στην Αίγινα και στην Αττική.

Στην Αθήνα η γιορτή εσχετίζετο με τη θυσία που έκανε ο Θησεύς στον Δελφίνιο Απόλλωνα και την προσφορά του «ικετηρίου» κλώνου ελιάς, δεμένης με λευκό μαλλί, πριν την αναχώρηση του μαζί με τους νέους και τις νέες για την Κρήτη. Σε ανάμνηση της επιστροφής τους τελούνταν τα Δελφίνια, τα οποία περιελάμβαναν θυσίες και αναπαράσταση της καταθέσεως του ικετηρίου κλώνου, τον οποίο έφεραν σε πομπή ανύπαντρες κοπέλες, οι «ικέτιδες».

Συγχρόνως εγκαινιαζόταν η έναρξη των θαλασσίων ταξιδιών μετά τη χειμερινή διακοπή, με την ελπίδα ότι και αυτά θα είχαν ευτυχή αποτελέσματα, όπως και το ταξίδι του Θησέως.
Τα Δελφίνια στην Αίγινα πανηγυρίζονταν και με τη διοργάνωση αγώνων, οι οποίοι ονομάζονταν «Υδροφόρια», και ήταν ανάμνηση της τοπικής παράδοσης που ανέφερε, ότι οι Αργοναύτες πέρασαν από την Αίγινα και πήραν πόσιμο νερό για τη συνέχεια του ταξιδιού τους.


 



ΔΕΝΔΡΟΦΟΡΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΗΤΡΙΑ

Τα Δενδροφόρια και τα Δημήτρια ήταν γιορτές προς τιμή της Δήμητρος. Κατά τη διάρκεια των Δενδροφορίων φερόταν σε πομπή το ιερό δένδρο της Θεάς από τους δούλους. Η γιορτή αυτή εντάσσεται μέσα στα πλαίσια γενικότερων εορτών με το όνομα Δενδροφόρια προς τιμή διαφόρων Θεών, στις οποίες γινόταν η πομπή των συμβολικών δένδρων τους.

Τα Δημήτρια ήταν αττική γιορτή, κατά τη διάρκεια της οποίας παιζόταν ένα εύθυμο παιχνίδι, όπου οι θρησκευτές χτυπούσαν ο ένας τον άλλο με ξύλα και μαστίγια πλεγμένα με φλοιούς δένδρων. Η γιορτή αυτή ήταν αρχαιότατη και ετελείτο στην Ελευσίνα μέχρι την εποχή που αντικαταστάθηκε από τη γιορτή των «Ελευσινίων», τα οποία δεν είναι τα γνωστά Ελευσίνια Μυστήρια, αλλά γιορτή που ετελείτο στο Ράριο Πεδίο το μήνα Μεταγειτνιώνα και χωρίζονταν σε «Μικρά» και «Μεγάλα» ανά πενταετία μετά αγώνων και έπαθλα «κριθών». 

Επίσης κατά την εποχή της σποράς, ετελείτο δεκαήμερη γιορτή προς τιμή της Δήμητρος στις Συρακούσες με το όνομα «Δημήτρεια».
Τέλος τα Παντέλεια, τα οποία αποτελούσαν μέρος των Συρακουσίων Θεσμοφορίων προς τιμή της Δήμητρος, σχετίζονται με τα Δημήτρια. Στη γιορτή αυτή, που ετελείτο από την 9η ως την 13η του μηνός Θεσμοφόρου παρασκευάζετο γλύκισμα με το όνομα «μυλλός» με βάση το μέλι και το σησάμι.


 


ΔΗΛΙΑ

Τα Δήλια ήταν γιορτή προς τιμή της γεννήσεως του Απόλλωνος και της Αρτέμιδος. Ετελούντο την 17η του μηνός Θαργηλιώνος στη Δήλο. Η γιορτή είχε πανελλήνιο χαρακτήρα και πάρα πολλές πόλεις έστελναν «θεωρίες», δηλαδή ομάδες αντιπροσώπων στο ιερό νησί του Θεού, κυρίως οι Ιωνικές που είχαν ως πατρώο Θεό τον Δήλιο Απόλλωνα.

Η σπουδαιότερη των «θεωριών» ήταν αυτή των Αθηναίων, η οποία είχε θεσπίσει από τον Θησέα, δηλώνοντας με αυτό τον τρόπο την ευγνωμοσύνη του για τη δική του σωτηρία και των Αθηναίων εφήβων από τον Μινώταυρο. Οι Αθηναίοι συνεπείς «τω πατρίω νόμω» συνέχιζαν να στέλνουν τη Δηλιακή «θεωρία» με το ίδιο πλοίο που είχε ταξιδέψει ο Θησεύς και το οποίο συντηρούσαν με συνεχείς επισκευές, μέχρι τους χρόνους του Δημητρίου του Φαληρέως. Ήταν πλοίο «τριακόντορον» και ονομαζόταν «Θεωρίς», «Δηλία» και «Δηλιακόν πλοίον».

Τον χρόνο της γιορτής καθόριζαν στην Αθήνα οι λεγόμενοι «Δηλιασταί», ενώ την προπαρασκευή της αθηναϊκής «θεωρίας» επέβλεπε ο «αρχιθέωρος», ο οποίος ήταν εκλεγμένος με κριτήριο την ευγενική καταγωγή και την οικονομική του ευμάρεια. Μετά τις απαραίτητες προπαρασκευές, ο ιερεύς του Απόλλωνος έστεφε την πρύμνη του «Δηλιακού πλοίου». Η στέψη της πρύμνης του πλοίου ήταν για τους Αθηναίους η επίσημη έναρξη των Δηλίων, των οποίων λήξη ήταν η επιστροφή του πλοίου στον Πειραιά. Σε όλη τη διάρκεια της γιορτής απαγορευόταν η εκτέλεση θανατικών ποινών.
Από την εποχή που οι Αθηναίοι είχαν υπό τον απόλυτο έλεγχο τους τη Δήλο. Όλη η γιορτή ξεκινούσε στο ιερό νησί μόλις έφτανε στο λιμάνι η αθηναϊκή «θεωρία». Η γιορτή περιελάμβανε μουσικούς, γυμνικούς και ιππικούς αγώνες, ενώ τα «άθλα» προς τους νικητές ήταν ασημένιες φιάλες. Επίσης γύρω από τον «κεράτινο» βωμό οι Δηλιάδες παρθένες χόρευαν το χορό «γέρανο». Ο χορός είχε αυτή την ονομασία επειδή έμοιαζε με τους κύκλους και ελιγμούς που σχηματίζουν, όταν πετούν οι γερανοί. Συγχρόνως ήταν και αναπαράσταση των περιπετειών του Θησέως μέσα στο Λαβύρινθο και γι’ αυτό ο «κεράτινος» βωμός, ο οποίος σύμφωνα με την παράδοση ήταν φτιαγμένος με τα κέρατα των κατσικιών που είχε σκοτώσει η Άρτεμις στον Κύνθο, ονομαζόταν δε και «Ιερό των Ταύρων».


 



 
ΔΙΑΣΙΑ

Τα Διάσια γιορτάζονταν την 23η του μηνός Ανθεστηριώνος στην Αθήνα προς τιμή του Μειλιχίου Διός, στο Ολυμπιείον του Ιλισσού. Η γιορτή σηματοδοτούσε την έναρξη της ανοίξεως και περιελάμβανε αναίμακτες θυσίες και πανηγυρικές εστιάσεις, ψαλμούς ύμνων, χορούς γύρω απ’ τους βωμούς, ιππικούς αγώνες και προσφορές άρτων με σχήμα βοδιού.


 




ΔΙΙΠΟΛΕΙΑ, ΒΟΥΦΟΝΙΑ ΚΑΙ ΔΙΙΣΩΤΗΡΙΑ

Τα Διιπόλεια και τα Διισωτήρια γιορτάζονταν την 14η του μηνός Σκιροφοριώνος προς τιμή του Διός Πολιέως (Διιπόλεια), του Διός Σωτήρος και της Αθηνάς Σωτείρας (Διισωτήρια).
Τα Βουφόνια ήταν γιορτή που περιελάμβανε θυσία βοδιού προς τιμή των Πολιέων Θεών της εκάστοτε πόλεως.

Στην Αθήνα τα Βουφόνια ήταν μέρος της γιορτής των Διιπολείων που ετελούντο στην Ακρόπολη. Σύμφωνα με την Αθηναϊκή παράδοση, όταν κατά τη διάρκεια της γιορτής των Διονυσίων, κάποιο βόδι έφαγε τον προπαρασκευασμένο για την γιορτή πλακούντα «Πόποινο», ο ιερεύς Θαυλών σκότωσε το βόδι και μετά έφυγε μακρυά από την πόλη. Την εποχή της βασιλείας του Ερεχθέως όπου συνέβη το περιστατικό, η ζωοθυσία ήταν απαγορευμένη και για αυτό ο δράστης έπρεπε να τιμωρηθεί. Επειδή όμως δεν τον βρήκαν, συνέλλαβαν και καταδίκασαν τον πέλεκυ.
Ως αναπαράσταση του γεγονότος, κατά τη διάρκεια της γιορτής των Διιπολείων άφηναν επάνω στο βωμό του Διός «ψαιστά» (κριθάρι και σιτάρι ανακατεμένα) και «Πέλανους» (μίγμα από αλεύρι, μέλι και λάδι), ενώ κοντά στο βωμό υπήρχε ένα βόδι που θα θυσιαζόταν. Άφηναν τα ψαιστά και τους Πέλανους ανεπιτήρητα και παράλληλα άφηναν το βόδι ελεύθερο για να τα φάει.

Μόλις τα έτρωγε ο ιερεύς που Πολιέως Διός, σκότωνε με έναν πέλεκυ το βόδι και έφευγε μακρυά από το βωμό. Τότε έρχονταν άλλοι ιερείς και, αφού υποκρίνονταν ότι δεν γνώριζαν το φονιά, συνελάμβαναν τον πέλεκυ, τον καταδίκαζαν ως ένοχο φόνου και τον έριχναν στη θάλασσα.
Την ίδια μέρα γιορτάζονταν στο Διισωτήριο Ιερό του Πειραιώς, τα Διισωτήρια με πομπή και αγώνες νέων. Η γιορτή τελείωνε με θυσία που πρόσφεραν οι άρχοντες της πόλεως στην Αγορά προς τους δύο Θεούς για την καλοχρονιά.


 

ΜΙΚΡΑ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΑ ΔΙΟΝΥΣΙΑ

Τα Διονύσια ήταν πανελληνίες γιορτές προς τιμή του Διονύσου με σημαντικότερα κέντρα τους την Αθήνα, την Κόρινθο, τη Σμύρνη, την Κέρκυρα, τη Νάξο, τη Δήλο, τη Τήνο, τη Σικυώνα, τη Μίλητο και τη Βοιωτία. 

Ο γενικός χαρακτήρας των Διονυσίων περιελάμβανε οινοποσία, ευθυμία, άκρατον ενθουσιασμό, κύμβαλα, τύμπανα, θιάσους, πομπές, διθυράμβους και φαλλοφορίες.
Τα διονύσια χωρίζονταν σε «Μικρά» και «Μεγάλα» που τελούνταν σε διαφορετικές εποχές του χρονού. 

Τα «Μικρά» ή «κατ’αγρούς» Διονύσια γιορτάζοταν στην Αθήνα από την 8η ως την 11η του μηνός Ποσειδώνος. Οι πανηγυριστές ανταλλάζανε σκώμματα και χειρονομίες με τους περαστικούς, ενώ γίνονταν πομπές κανηφόρων, μασκαράτες, φαλλοφορίες, δραματικοί αγώνες, δημόσιοι κώμοι, προς τιμή του Θεού, δηλαδή συμπόσιο μετά μουσικής και χορού. Οι κωμαστές μετά το τέλος του συμποσίουφορούσαν προσωπίδες και στεφάνους, έκαναν αγώνες λαμπαδηφορίας και μετά περιφέρονταν στους δρόμους χορεύοντας και τραγουδώντας με τη συνοδεία μουσικής, ενώ προς τιμή των νικητών στα διάφορα αγωνίσματα που περιελάμβανε η γιορτή, ψάλλονταν οι ωδές του Πινδάρου κατά τη διάρκεια των πομπών.

Τα «Μικρά» Διονύσια περιελάμβαναν και δύο πολύ δημοφιλή παιχνίδια την «Σκαπέρδα» και την «Αιώρα».

Η Σκαπέρδα ήταν ένα παιδικό παιχνίδι που παιζόταν ως εξής: περνούσαν ένα σκοινί διά μέσω οπής δοκού, η οποία στηνόταν όρθια. Προς τις δύο μεριές του σκοινιού παιδιά κρατούσαν τα άκρα και, έχοντας αμοιβαία τα νώτα στραμμένα, προσπαθούσαν να τραβήξουν τους άλλους προς το ξύλο. Η ομάδα που έφεραν τον αντίπαλο στη δοκό ήταν νικητής.

Στο παιχνίδι της «Αιώρας» νέοι και νέες, έπαιζαν με μια αιώρα που ήταν δεμένη σε δέντρο. Το παιχνίδι συνοδευόταν με άσματα και ειδικά με το άσμα που λεγόταν «Αλήτις» (περιπλανώμενη).
Η προέλευση αυτού του παιχνιδιού είχε τις ρίζες του στην εξής παράδοση: o Iκάριος, ήρως του αττικού δήμου της Ικαρίας, φιλοξένησε κάποτε τον Διόνυσο, δίχως να γνωρίζει ποιόν φιλοξενεί. Όταν έφευγε ο Θεός, του φανέρωσε ποιός ήταν και για τον ανταμείψει του δίδαξε την καλλιέργεια της αμπέλου. Ο Ικάριος έδωσε στους γείτονες του να πιούν από το κρασί που παρασκεύασε. Αυτοί, αφού ήπιαν και μέθυσαν, νόμισαν ότι δηλητηριάστηκαν και μέσα στη μανία τους τον σκότωσαν. Η κόρη του Ηριγόνη, ενώ αναζητούσε τον πατέρα της, τον ανακάλυψε νεκρό και από τη λύπη της κρεμάστηκε. Ο Διόνυσος για να τιμωρήσει τους Ικάριους τους έφερε σε κατάσταση παραφροσύνης και μεγάλος αριθμός από αυτούς κρεμάστηκε. Αφού ρωτήθηκε το Δελφικό Μαντείο, τους συμβούλεψε να καθιερώσουν την γιορτή – παιχνίδι της Αιώρας, για να εξαγνιστούν από το διπλό θάνατο του Ικαρίου και της Ηριγόνης. Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι το κούνημα της αιώρας, θεουργικά συμβολίζει τον εξαγνισμό δια μέσω του αέρος, όπως γίνεται εξαγνισμός διά μέσου του ύδατος και του πυρός σε άλλες τελετουργίες. Η Αιώρα τελείωνε με ένα πολυδάπανο δείπνο, που λεγόταν «εύδειπνον». Επίσης άλλη μια γιορτή προς τιμή της Ηριδόνης αλλά και της Ηούς ήταν οι «Αλητίδες μέρες».

Τα «Μεγάλα» Διονύσια ή «εν Άστει» γιορτάζονταν από την 8η ως την 13η Ελαφοβολιώνος. Σ’ αυτά τιμούσαν το Θεό ως «Ελευθερέα», με περιφορά του αγάλματος του Θεού και φαλλοφορία, θυσία ταύρου και θεατρικούς αγώνες στο θέατρο του Θεού, κάτω απ’ την Ακρόπολη.

Τα Δρώμενα ξεκινούσαν την 8η του μηνός με θυσία (προάγων) στο Ναό του Ασκληπιού και εν συνεχεία με την Ιερά πομπή, την οποία ακολουθούσαν όλοι οι πανηγυριστές. Τις δύο επόμενες μέρες γίνοταν οι αγώνες διθυραμβικών χορών. Πέντε χορών των εφήβων την πρώτη μέρα και πέντε χορών των ανδρών την άλλη. Οι χοροί αποτελούνταν από πεντακόσια άτομα, τα οποία τραγουδούσαν και χόρευαν με συνοδεία αυλού και κιθάρες γύρω απ’ το βωμό του Διονύσου.

Οι Δραματικοί αγώνες γίνονταν τις τρείς τελευταίες μέρες. (Κατά τη διάρκεια των Μεγάλων Διονυσίων, εδίδασκοντο νέες τραγωδίες και την επιμέλεια αναλάμβανε ο κορυφαίος των εννέα αρχόντων. Ο ποιητές πολύ πριν την έναρξη των Διονυσίων ζητούσαν άδεια συμμετοχής παρουσιάζοντας την ήδη έτοιμη τετραλογία τους προς τον άρχοντα και «ήτουν χορόν». Ο άρχων, σύμφωνα με την κρίση του, διάλεξε τις τρεις καλύτερες τετραλογίες και «εδίδου χορόν». Συγχρόνως τρείς κληρωτοί και ευκατάστατοι Αθηναίοι αναλάμβαναν τα έξοδα των τριών ποιητών.
Την 8η του μηνός γινόταν ο «Προάγων», όπου οι ποιητές, οι υποκριτές και οι χορηγοί εξηγούσαν στο κοινό την υπόθεση της τετραλογίας τους.

Επίσης λίγες μέρες πριν την έναρξη του αγώνος η βουλή των πεντακοσίων μαζί με τους χορηγούς κατήρτιζε κατάλογο που περιελάμβανε τα ονόματα των πολιτών που κρίνονταν κατάλληλοι για κριτές, έγραφαν το κάθε όνομα ξεχωριστά σε πινάκια, τα οποία τοποθετούσαν σε δέκα υδρίες. Αυτές τις σφράγιζαν και τις τοποθετούσαν στον οπισθόδωμο του Παρθενώνος μέχρι την μέρα έναρξης του αγώνος.

Την 11η του μηνός άρχιζε ο αγών με την ανατολή του ήλιου. Από κάθε υδρία διάλεγαν ένα κριτή και, αφού έδιναν όρκο στον άρχοντα ότι θα κρίνουν κατά συνείδηση, άρχιζε η διδασκαλία των τετραλογιών.

Την τελευταία μέρα οι κριτές εξέλεγαν το νικητή και ακολουθούσε στεφανηφορία του χορηγού, του ποιητή και των υποκριτών, ενώ συγχρόνως έπαθλα και οι άλλοι δύο ποιητές που συμμετείχαν στον αγώνα.) Το πόσο σημαντική γιορτή ήταν τα «Μεγάλα» Διονύσια φαίνεται από το ότι κατά τη διάρκεια τους απαγορευόταν η κατάσχεση περιουσιών των οφειλετών και η εκτέλεση οποιαδήποτε ποινής.



 


ΔΙΟΠΑΝΑ ΚΑΙ ΛΥΚΑΙΑ

Τα Διόπανα και τα Λύκαια ήταν γιορτές που ετελούντο στο Λύκαιον Όρος της Αρκαδίας, τα μεν Διόπανα προς τιμή του Πανός, του Διός και της Σελήνης, τα δε Λύκαια προς τιμή του Διός. Τα Διόπανα περιελάμβαναν αγώνες στο στάδιο που βρισκόταν κοντά στο Ιερό, ενώ τα Λύκαια, ως πιο μεγαλειώδη γιορτή τελούνταν κάθε εννέα έτη το μήνα Θαργηλιώνα.

Όπως και τα Διόπανα η γιορτή αυτή περιελάμβανε αγώνες ανδρών και παίδων. Οι ανδρικοί αγώνες ήταν τεθρίππου πωλικού, τεθρίππου τελείου, ίππου κέλητος, σταδίου, πάλης, πυγμής, δολίχου, διαύλου, πεντάθλου, παγκρατίου, οπλίτου δρόμου. Των παίδων ήταν αγώνες σταδίου, πάλης και πυγμής. Οι νικητές και στις δύο κατηγορίες, έπαιρναν ως έπαθλα μετάλλινα και χάλκινα σκεύη.
Σύμφωνα με την παράδοση ιδρυτής της γιορτής ήταν ο βασιλιάς Λυκάων.

 



ΕΚΑΤΟΜΒΑΙΑ ΚΑΙ ΕΚΑΤΟΜΦΟΝΙΑ

Τα Εκατόμβαια ήταν γιορτές κατά τις οποίες θυσιάζονταν εκατόμβες, δηλαδή εκατό βόδια ή ταύροι. Με το πέρασμα του χρόνου Εκατόμβη σήμαινε κάθε δημόσια μεγαλοπρεπή θυσία, ασχέτως αριθμού και είδους θυμάτων, που προσφερόταν σε εξαιρετικές περιπτώσεις όπως σ’ ευτυχή συμβάντα, σε θεμελιώσεις των νέων πόλεων, σε θεομηνίες κλπ. Μέσα στα πλαίσια αυτής της θυσίας, ο τιμώμενος Θεός λεγόταν «εκατομβαίος».

Ονομαστά Εκατόμβαια ήταν της Γόρτηνος, της Σπάρτης, του Άργους, της Αμοργού, της Μυκόνου και της Αθήνας.

Μέσα στα πλαίσια των Εκατομβαίων εντάσσονται και τα Εκατομφόνια που ήταν στρατιωτική γιορτή προς τιμή του Άρεως. Τα Εκατομφόνια γιορτάζονταν κυρίως στη Μεσσηνία, στην Αθήνα και στην Κρήτη.

Τα Εκατόμφόνια της Μεσσηνίας τελούνταν στην Ιθώμη προς τιμή του Ιθωμάτος Διός, για να τιμηθεί δημόσια κάθε πολεμιστής που είχε σκοτώσει 100 εχθρούς.


 



ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ

Τα Ελευθέρια ήταν πανελλήνιες γιορτές προς τιμή του Ελευθερέως Διός ως εθνικού θεού, προστάτη της εθνικής ελευθερίας από τους όποιους κατακτητές και εις ανάμνηση αγώνων ή περιστατικών τα οποία εξασφάλισαν την ελευθερία διαφόρων πόλεων.

Τα επισημότερα των Ελευθερίων τελούνταν την 26η του μηνός Μεταγειτνιώνος εις ανάμνηση της μάχης των Πλαταιών, το 479 της προχριστιαννικής εποχής. Η γιορτή καθιερώθηκε από τον Αριστείδη και κατά τη διάρκεια της, εκφωνούνταν πανηγυρικοί λόγοι στους αντιπροσώπους που έρχονταν απ’ όλες τις πόλεις, ενώ μετά ακολουθούσαν γυμναστικοί και ιππικοί αγώνες.

Ελευθέρια τελούνταν επίσης στη Λάρισσα, εις ανάμνηση της απελευθέρωσης της Θεσσαλίας από τη Μακεδονική δυναστεία και στις Συρακούσες εις ανάμνηση της απελευθέρωσης από την τυραννία του Θρασυβούλου.


 



ΕΛΛΩΤΙΑ ΚΑΙ ΕΚΔΥΣΙΑ

Τα Ελλώτια ήτα γιορτή προς τιμή της Ελλωτίδος Αθηνάς στη Κόρινθο, στο Μαραθώνα, στη Τεγέα και στη Γόρτυνα. Στη Κρήτη η Ελλωτίς ταυτιζόταν με την Ευρώπη. Σε όλες τις πόλεις που την τιμούσαν, οι γιορτές της περιελάμβαναν λαμπαδηδρομίες και αγωνίσματα.

Τα Εκδύσια ήταν γιορτή της Φαιστού, η οποία ανάγεται στην ακόλουθη παράδοση : η κόρη του Ευριτίου Γαλάτεια γέννησε ένα κορίτσι. Ο σύζυγος της Λάμπρος, υιός του Πανδίονος, θέλοντας να αποκτήσει άρρενα απόγονο, της είχε πει, αν γεννήσει κόρη να την σκοτώσει. Η Γαλάτεια όμως απέκρυψε το φύλο του παιδιού και το ανέθρεψε σαν αγόρι, δίνοντας σ’ αυτό το όνομα Λεύκιππος. Όταν το κορίτσι μεγάλωσε και ήταν αδύνατο πλέον να μείνει κρυφό το φύλο της, κατέφυγε η Γαλάτεια στο Ιερό της Λητούς και την παρακάλεσε να μεταβάλλει την κόρη της σε υιό. Η Θεά άκουσε την παράκληση της και η νέα, μεταβλείσα σε νέο, «εξεδύθη» τον παρθενικό πέπλο, εξ ου και ονομάστηκε η γιορτή «εκδύδια» προς τιμή της Φυτίας Λητούς.


 


ΕΡΜΑΙΑ ΚΑΙ ΚΡΙΟΦΟΡΙΑ

Τα Έρμαια γιορτάζονταν στην Αθήνα προς τιμή του Ερμού. Κατά την διάρκεια της γιορτής, τα παιδιά θυσίαζαν στα γυμνάσια, αγωνίζονταν και έπαιζαν, ενώ οι ενήλικες δεν είχαν το δικαίωμα να μετέχουν ή να παρακολουθούν, σύμφωνα με νόμο που είχε θεσπίσει ο Σόλων. Τα Έρμαια εκτός από την Αθήνα γιορτάζονταν επίσης και στη Κρήτη, στη Αρκαδία και στην Τανάγρα.

Στη Τανάγρα γιορτάζονταν και τα Κριοφόρια προς τιμή του Κριοφόρου Ερμού, επειδή ο θεός έσωσε την πόλη από λοιμό, κατόπιν περιφοράς κριού στα τείχη. Η γραμμή περιελάμβανε αγώνες κάλλους μεταξύ των εφήβων και ο νικητής υπεδύετο τον Ερμή και πραγματοποιούσε την περιφορά του κριού.


 



ΕΡΩΤΕΙΑ, ΕΡΩΤΙΔΙΑ ΚΑΙ ΕΡΩΤΙΔΕΙΑ

Τα Ερώτεια, τα Ερωτίδια και τα Ερωτίδεια ήταν γιορτές προς τιμή του Έρωτος στην Αθήνα, στις Θεσπίες και στον Ελικώνα αντιστοίχως.

Τα Αθηναϊκά Ερώτεια γιορτάζονταν την 4η του μηνός Μουνυχιώνος και περιελάμβαναν προσφορές σπονδών.

Τα Ερωτίδια ήταν ετήσια γιορτή ενώ τα Ερωτίδεια που τελούνταν πάλι από τους Θεσπιείς, αλλά αυτή τη φορά στον Ελικώνα, τελούνταν κάθε τέσσερα χρόνια. Περιελάμβαναν μουσικούς και γυμνικούς αγώνες, ενώ συγχρόνως στην ίδια γιορτή εκτός από τον Έρωτα, τιμούσαν και τις Μούσες με τα «Μούσεια», 

Γιορτές που περιελάμβαναν αγώνες ποιητικούς, δραματικούς και ιππικούς. Ο Παυσανίας αναφέρει ότι «οι Θεσπιείς τιμούσαν τον Έρωτα πάνω από όλους τους Θεούς εξ αρχής και έχουν ένα πανάρχαιο είδωλό του, έναν ακατέργαστο λίθο».


 



ΕΦΕΣΙΑ, ΕΛΑΦΗΒΟΛΙΑ ΚΑΙ ΜΟΥΝΥΧΙΑ

Αυτές οι τρείς γιορτές, τελούνταν προς τιμή της Αρτέμιδος στην Έφεσο, την Αθήνα και την Μουνυχία αντιστοίχως.

Τα Εφέσια ήταν γιορτή των Ιώνων τον μήνα Αρτεμισιώνα. Τα Εφέσια είχαν θρησκευτικό και πολιτικό χαρακτήρα και επεδίωκαν την πολιτική σύνδεση των Ιωνικών πόλεων της μητροπολιτικής και ασιατικής Ελλάδος.

Κατά τη διάρκεια της γιορτής επικρατούσε μεγάλη ευθυμία και γίνονταν γυμνικοί και φιλολογικοί αγώνες.

Τα Ελαφηβόλια γιορτάζονταν την 6η του μηνός Ελαφηβολιώνος και περιελάμβαναν θυσίες ελάφων και προσφορές πλακούντων από αλεύρι, μέλι και σησάμι.

Τα Μουνύχια γιορτάζονταν την 16η του μηνός Μουνυχιώνος, προς τιμή του ήρωος Μουνύχου και της Μουνυχίας Αρτέμιδος, στο Ιερό του λόφου της Μουνυχίας (Μουνυχία ήταν ο αρχαίος Πειραιάς και ο λόφος της Μουνυχίας ήταν ο σημερινός λόφος του Προφήτη Ηλία). Γίνονταν προσφορές «αμφιφώντων» (γλυκίσματα) και νεανικοί αγώνες.

Η γιορτή καθιερώθηκε επειδή η Άρτεμις φώτιζε τους Αθηναίους ως πανσέληνος, κατά τη διάρκεια της ναυμαχίας της Σαλαμίνος.

Οι «αμφιφώντες» τοποθετούνταν μεταξύ δύο φώτων που συμβόλιζαν την ανατολή και τη δύση της Σελήνης .


 


ΗΡΑΙΑ

Τα Ηραία ήταν γιορτή του Άργους προς τιμή της Ήρας, εις ανάμνηση του μεγάλου γεγονότος του Ιερού γάμου της με τον Δία. Ετελείτο στην αρχή της άνοιξης, όπου θρησκευτές και πόλη στολίζονταν με άνθη. Η γιορτή ετελείτο σε τρεις Ναούς : ο πρώτος βρισκόταν στο δρόμο που οδηγούσε στην Ακρόπολη κοντά στο στάδιο όπου τελούνταν και οι αγώνες της γιορτής. Το πρωτότυπο αγώνισμα ονομαζόταν «Χάλκεος» αγών και συνίστατο στο να τοποθετηθεί σε αρκετό ύψος και σε μέρος δυσπρόσιτο κοντά στο θέατρο, «χαλκή ασπίς», την οποία προσπαθούσαν να φτάσουν οι νέοι. Εκείνος που τα κατάφερνε την κέρδιζε ως έπαθλο μαζί με κλώνο μυρτιάς.
Ο δεύτερος Ναός ήταν εκείνος της πόλεως, από τον οποίο ξεκινούσε η μεγάλη πομπή που κατευθυνόταν προς τον τρίτο Ναό μεταξύ Μυκηνών και Άργους (απόσταση 45 σταδίων). Της πομπής προηγούνταν εκατό βόδια που προορίζονταν για θυσία και ακολουθούσαν οι επίλεκτοι ένοπλοι έφηβοι, με επί κεφαλής, τον νικητή του χαλκίου αγώνος που κρατούσε την ασπίδα του. Ακολουθούσαν οι Ιέρειες της Ήρας, ενώ η Αρχιέρεια, ερχόταν στο Ναό πάνω σε άρμα που το έσερνε ζεύγος λευκών βοδιών. Μετά ακολουθούσε ο Ιερός Γάμος, ο οποίος ήταν αναπαράσταση των Θείων Γάμων. Στην Ιεροτελεστία αυτή έπαιρναν μέρος οι «Ηρεσίδες», κοπέλες που μετέφεραν τα λουτρά της Ήρας και οι «ανθοφόροι», κοπέλες που κρατούσαν τα στεφάνια και τα άνθη.

Το ξόανο της Θεάς στολιζόταν με πέπλους και κοσμήματα νύφης, ενώ παράλληλα είχε ήδη ετοιμαστεί η νυφική κλίνη, πλεγμένη από τρυφερούς κλώνους αγρίων εαρινών φυτών και μετά ακολουθούσαν θυσίες που λέγονταν «λέχερνα» (από το λέχος = κλίνη και έρνα = βλαστοί).
Τα Ηραία γιορτάζονταν με μεγαλοπρέπεια και στη Σάμο. Στη διάρκεια τους γινόταν πομπή από παρθένες και παντρεμένες γυναίκες, οι οποίες φορούσαν τα πολυτελέστατα ενδύματα τους, ανδρών και εφήβων ενόπλων. Όταν έφταναν στο Ναό της Θεάς, οι άνδρες κατέθεταν τα όπλα τους στο περίβολο του Ναού και έκαναν δεήσεις προς την Ήρα, ενώ μετά ακολουθούσαν θυσίες στο βωμό της.

Επίσης τα Ηραία γιορτάζονταν και στην Ήλιδα στο «Ηραίον» Ιερό, όπου 16 γυναίκες ύφαιναν κάθε τέσσερα χρόνια ένα πέπλο για την Θεά.

Κατά τη διάρκεια της γιορτής γίνονταν αγώνες δρόμου παρθένων στο στάδιο της Ολυμπίας, όπου οι νικήτριες έπαιρναν ως έπαθλο στεφάνι ελιάς και είχαν δικαίωμα να αναθέσουν την εικόνα τους στη Θεά. Υπήρχαν τρεις κατηγορίες αγώνων δρόμου, για κορίτσια, έφηβες και γυναίκες.

Μαζί με την Ήρα, η γιορτή περιελάμβανε και τιμές προς το Διόνυσο. Μέσα στο Ναού του Θεού, οι γυναίκες καλούσαν τον Ταυρόμορφο Θεό με την επίκληση «έλα, ήρωα, Διόνυσε, στο Ναό σου εδώ στην Ηλεία, τον Ιερό, μαζί με τις Χάριτες στο Ναό σου τρέξε με τα ταυρίσια πόδια σου. Άξιε Ταύρε, άξιε Ταύρε» («Ελθείν ήρω Διόνυσε Αλείων ες ναόν. Αγνόν συν χαρίτεσσιν ες ναόν τω βοέω ποδί θύων. Άξιε ταύρε, άξιε ταύρε») Επίσης οκτώ στάδια έξω από την πόλη μέσα σε ένα οίκημα που το φρόντιζαν ιερείς και παρουσία πολιτών και ξένων, μεταφέρονταν τρεις λέβητες, όπου ο καθένας μπορούσε να διαπιστώσει ότι ήταν τελείως άδειοι. Οι λέβητες, όπως και οι θύρες του οικήματος σφραγίζονταν. Την άλλη μέρα, οι ιερείς, αφού βεβαιώνονταν πως οι σφραγίδες έμειναν άθικτες πρόσταζαν να ανοιχτεί ο χώρος: Οι λέβητες ήταν γεμάτοι με κρασί!

Τα Ηραία γιορτάζονταν με ποικίλους τρόπους και σε άλλες πόλεις όπως στη Μαντίνεια, στη Μεγαλόπολι, στη Στύμφαλο, στην Κόρινθο, στη Κνωσσό και στην Αθήνα όπου η γιορτή είχε την ονομασία «Θεογάμια». Γιορτάζονταν την 24η του μηνός Γαμηλιώνος και δεν πρέπει να συγχέεται με την ομότιτλη γιορτή των Συρακουσίων, προς ανάμνηση των γάμων Πλούτωνος – Περσεφόνης (28η μηνός Αγριανείου).


 



ΗΡΩΙΣ ΚΑΙ ΧΑΡΙΛΑ

Η Ηρωίς και η Χαριλά, ήταν Δελφικές γιορτές του Διονυσιακού κύκλου, που τελούνταν κάθε εννέα χρόνια.

Στη γιορτή της Ηρωίδος έπαιρναν μέρος μόνο οι Θυιάδες και το περιεχόμενο των δρωμένων ήταν η αναγωγή της Σεμέλης, μητρός του Διονύσου, από τον Άδη στο πάνω κόσμο, μια αναγωγή που σύμφωνα με την παράδοση έγινε από τον ίδιο το Διόνυσο και την οδήγησε στον Όλυμπο με το όνομα Θυώνη.

Η Χαρίλα ήταν σύμφωνα με την παράδοση ένα φτωχό και ορφανό κορίτσι. Σε εποχή λιμού πήγε στο βασιλιά των Δελφών να παρακαλέσει για τροφή. Εκείνος την έδιωξε κτυπώντας τη με το σανδάλι του. Μετά από αυτό το κορίτσι πήγε και κρεμάστηκε από τη ντροπή του. Καθώς ο λιμός συνεχιζόταν και απλώθηκε στη χώρα αρρώστια, το μαντείο διέταξε να εξιλεώσουν τον άδικο θάνατο της Χαρίλας. Αφού βρήκαν το πτώμα, τέλεσαν μία θυσία καθαρμού, την οποία τελούσαν μετά κάθε εννέα χρόνια.
Σύμφωνα με το τυπικό της αναπαράστασης, ο κορυφαίος θρησκευτικός αξιωματούχος υπεδύετο τον Βασιλιά και στεκόταν μπροστά από το πλήθος μοιράζοντας κριθάρι και λαχανικά σε πολίτες και ξένους. Τότε έφερναν ένα ομοίωμα της Χαρίλας και αφού την άγγιζαν όλοι, ο Βασιλιάς τη μαστίγωνε με το σανδάλι του. Κατόπιν η κορυφαία Ιέρεια των Θυιάδων έπαιρνε το ομοίωμα και το πήγαινε σε μια ρεματιά. Εκεί, αφού του έδεναν ένα σκοινί γύρω από το λαιμό του, το έθαβαν εκεί που είχαν θάψει και τη Χαρίλα.


 


ΗΦΑΙΣΤΕΙΑ ΚΑΙ ΧΑΛΚΕΙΑ

Τα Ηφαίστεια ήταν γιορτή προς τιμή του Ηφαίστου, ενώ τα Χαλκεία προς τιμή του Ηφαίστου και της Αθηνάς Εργάνης.

Τα Ηφαίστεια τελούνταν στην Αθήνα αρχικά κάθε χρόνο ενώ μετά, όταν ήταν άρχων ο Κηφισοφών (329-328), κάθε πέμπτο έτος. Κατά τη διάρκεια της γιορτής γινόταν μεγάλη θυσία, μουσικοί αγώνες παιδιών και ανδρών και λαμπαδηφορία. Την διεύθυνση της γιορτής είχαν είκοσι εκλεγμένοι άνδρες, που ονομάζονταν «Ιεροποιοί» ενώ για τη θυσία και την πομπή φρόντιζαν διακόσιοι πολίτες.

Τα Χαλκεία γιορτάζονταν την 30η του μηνός Ελαφηβολιώνος. Η γιορτή ετελείτο μόνο υπό των χειρονακτών και ειδικά των σιδηρουργών, οι οποίοι άφηναν τα εργαλεία, που δεν θα ξαναχρησιμοποιούσαν στην εργασία τους, στο Ναό της Αθηνάς Εργάνης.


 




ΘΑΛΥΣΙΑ ΚΑΙ ΘΕΣΜΟΦΟΡΙΑ

Τα Θαλύσια και τα Θεσμοφόρια ανήκουν στο κύκλο εορτών προς τιμή της Δήμητρος.
Συγκεκριμένα τα Θαλύσια ήταν γιορτή που ετελείτο κατά την απαρχή της συγκομιδής.
Στις τελούμενες θυσίες, οι γεωργοί έφερναν τα πρώτα δημητριακά της συγκομιδής και ψάλλοντας ύμνους που διαδήλωναν την ευγνωμοσύνη τους για την ευφορία (ευθαλία) της γης, ενώ συγχρόνως κατασκευαζόταν και ο πρώτος θαλύσιος άρτος.

Τα Θεσμοφόρια ήταν πανελλήνιος γιορτή όπου μετείχαν μόνο γυναίκες και γιορτάζονταν τον μήνα Πιανεψιώνα. Οι πόλεις που τιμούσαν τη Θεσμοφόρο Δήμητρα ήταν πολλές και μεταξύ αυτών η Σπάρτη, η Αθήνα, το Γύθειο, η Τροιζήνα, τα Μέγαρα, η Αίγινα, η Θήβα, η Ερέτρια, τα Άβδηρα, η Σμύρνη, η Έφεσος, η Μίλητος, η Πέργαμος, η Αλεξάνδρεια, η Λατώ και αναρίθμητες άλλες. Ωστόσο, αν και η γιορτή είχε κοινό μήνα εορτασμού σε όλες τις πόλεις, υπήρχαν σημαντικές διαφοροποιήσεις ως προς τις ημερομηνίες τέλεσης και ως προς τη διάρκεια της, αφού αλλού ήταν τριήμερος, όπως στη Σπάρτη, αλλού τετραήμερος, όπως στην Αθήνα και αλλού δεκαήμερος όπως στις Συρακούσες. 

Στην Αθήνα τα Θεσμοφόρια γιορτάζονταν από την 10η ως την 13η του μηνός ενώ την 9η εορτάζοντο τα Στήνια, τα οποία ήταν προεόρτια των Θεσμοφοριών, στο Ιερό της Θεάς στο Δήμο Αλιμούντος, σε ανάμνηση της στιγμιαίας ευαρέσκειας την οποία δοκίμασε η Δήμητρα ακούγοντας τους ευτράπελους λόγους της γριάς Ιάμβης, όταν κουρασμένη από την αναζήτηση της Κόρης, κάθισε να αναπαυτεί στο Καλλίχορο Φρέαρ της Ελευσίνος.

Στα Στήνια μετείχαν μόνο παντρεμένες γυναίκες και η γιορτή άρχιζε με θυσία, ενώ σε όλη τη διάρκεια της επικρατούσε ένα κλίμα αστεϊσμού και πειραγμάτων μεταξύ των γυναικών, οι οποίες πρέπει να σημειωθεί απείχαν από τις αφροδίσιες δραστηριότητες επί εννέα ημέρες.

Την 11η του μηνός πανηγυρίζετο η «Άνοδος» με επίσημη πομπή των γυναικών προς την Ελευσίνα, όπου τελούνταν τα Μυστήρια. Η ονομασία «Άνοδος» οφείλετο στην υψηλή τοποθεσία του Ναού προς τον οποίο ανέρχονταν.

Η 12η, η οποία ονομαζόταν «Μέση», επειδή ήταν το μέσο της γιορτής, ήταν μέρα νηστείας. Κατά τη διάρκεια της ημέρας αυτής οι γυναίκες, οι οποίες σε όλο το διάστημα της γιορτής απείχαν κάθε επαφής μετά των συζύγων τους, κάθονταν κοντά στο άγαλμα της Δήμητρος πάνω σε στίβα από κλαδιά λυγαριάς, φυτό το οποίο έχει τη δύναμη να καταστέλλει τις φυσικές ορμές και βοηθά την εμμηνοροή, και έτρωγαν μόνο «σησαμούντες», γλυκά από σπόρους σουσαμιού, κάτι ανάλογο με το σημερινό παστέλι. Την ίδια νύκτα γίνονταν οι μυήσεις των γυναικών, που περιελάμβαναν πυρσοφορία, επιδείξεις των Ιερών συμβόλων της Θεάς και ομαδικό χορό. Επίσης την ίδια νύκτα έριχναν στα λεγόμενα «χάσματα της Δήμητρος και της Κόρης» νεαρά ζωντανά μικρά γουρούνια, σε ανάμνηση του χοιροβοσκού Ευβουλέως, τον οποίο κατάπιε η γη μαζί με την αγέλη του, όταν ο Πλούτων άρπαξε την Περσεφόνη.

Μαζί με τους χοίρους έριχναν στα χάσματα και κλαδιά πεύκου με κώνους, ομοιώματα φιδιών και φαλλούς από ζύμη. Την ίδια νύκτα κατέβαιναν στα χάσματα οι λεγόμενες «Αντλήτριες» και έφερναν πίσω ότι μπορούσαν να περισυλλέξουν από τα θύματα, τα οποία αποτίθονταν στους βωμούς και η τέφρα τους εχρησιμοποιείτο αναμεμιγμένη μαζί με σπόρους ως μέσον γονιμοποιήσεως της γης.
Η 13η μέρα λεγόταν «Καλλιγένεια» και τη διοργάνωση της είχαν αναλάβει οι «Ατθίδες». Η γιορτή σήμαινε πανηγυρισμό της ευφορίας της γης και ευτεκνίας και πολυτεκνίας των γυναικών, των οποίων οι λειτουργίες ταυτίζονταν με τις λειτουργίες της Μεγάλης Μητρός, που γονιμοποιείται από τη βροχή – σπέρμα του Ουρανού. Ήταν επίσης και ο πανηγυρισμός της ιδρύσεως του πολιτισμένου βίου που άρχισε με την καλλιέργεια της γης. Τα Θεσμοφόρια έκλειναν με τον «ευπαιδίας αγώνα», όπου η μητέρα που είχε γεννήσει το ωραιότερο παιδί του έτους έπαιρνε βραβείο.

Στα Θεσμοφόρια της Σικελίας, αφιερώνονταν στις δύο Θεές, άρτοι ζυμωμένοι από σουσάμι και μέλι που ονομάζονταν «μέλλοι» και είχαν σχήμα γυναικείου εφηβαίου. Στην κυρήνη, οι Θρησκεύτριες έβαφαν το πρόσωπο τους και τα χέρια με το αίμα των θυσιαζομένων ζώων, ενώ στην Ερέτρια έτρωγαν τα κρέατα ψημένα στον ήλιο, σε ανάμνηση της πρωτόγονης ζωής πριν την ανακάλυψη της φωτιάς.


 



ΘΑΡΓΗΛΙΑ

Τα Θαργήλια γιορτάζονταν την 16η και την 7η ημέρα του μηνός Θαργηλιώνος προς τιμή του Απόλλωνος Δηλίου στην Αθήνα, τη Μίλητο, τη Δήλο και πολλές άλλες Ιωνικές πόλεις.
Η γιορτή άρχιζε με θυσία μιας άμναδος και ενός κριού. Ακολουθούσε πομπή και μετά μουσικοί αγώνες από κυκλικό χορό, όπου ο νικητής έπαιρνε ως βραβείο τρίποδα, τον οποίο αφιέρωνε στο «Πύθιον» Ιερό του Θεού που είχε ιδρυθεί από τον Πεισίστρατο.

Στη συνέχεια τα παιδιά τοποθετούσαν στις εξώθυρες των οικιών τους την «ειρεσιώνη» δηλαδή κλαδί ελιάς παγκάρπου. Προσφέρονταν θυσίες και καρποί, ενώ από τους πρώτους ώριμους σπόρους ζύμωναν τον άρτο «Θάργηλο».

Ακολουθούσε λιτανεία με πομπή προς τιμή του Ηλίου και των Ωρών, ενώ γινόταν η εγγραφή των «εισπονουμένων» σε κάποιον οίκο, στο γένος και τη φρατρία του πατρός, όπως και κατά τα Απατούρια η εγγραφή των γνησίων τέκνων. Γίνονταν σπονδές προς τιμή του Ηλίου της Σελήνης και της Ηούς και τέλος σε ανάμνηση της σωτηρίας των Αθηνών από το φόρο αίματος που πλήρωναν στο Μίνωα με τη βοήθεια του Θησέως, η Ιερά ναύς έστελνε τις προσφορές της πόλεως στο Δήλιο Απόλλωνα.

Όλα αυτά γίνονταν την 7η του μηνός που ήταν η κύρια ημέρα των Θαργηλίων και η ημερομηνία γέννησης του Απόλλωνος. Την προηγούμενη μέρα, 6η του μηνός και γενέθλια της Αρτέμιδος, γινόταν ο καθαρμός της πόλεως και προσφερόταν θυσίες στη Δήμητρα Χλόη, ενώ σύμφωνα με το τυπικό του καθαρμού, ένας άνδρας και μια γυναίκα θυσιάζονταν συμβολικά, ο ένας υπέρ των ανδρών της πόλεως και η άλλη υπέρ των γυναικών, και ονομάζονταν «φαρμακοί». Οι φαρμακοί δένονταν με μαλακούς κλώνους ή με φλοιούς κλώνων συκιάς και περιβάλλονταν ο τράχηλος, του μεν άνδρα με περιλαίμιο από σκούρα σύκα, της δε γυναίκας από ανοικτόχρωμα σύκα. Στη συνέχεια τους μαστίγωναν συμβολικά σε όλη τη διαδρομή με κλώνους συκιάς και με τη συνοδεία ειδικής μελωδίας η οποία παιζόταν με αυλό και ονομαζόταν «κραδίης νόμος», τους οδηγούσαν σε τόπο παραλιακό έξω από την πόλη, άναβαν φωτιά με ξύλα συκιάς και συμβολικά τους θυσίαζαν.



 
 


ΘΕΟΙΝΙΑ, ΘΥΡΣΟΦΟΡΙΑ, ΙΟΒΑΚΧΕΙΑ

Οι τρεις αυτές γιορτές ανήκουν στο Διονυσιακό κύκλο εκ των οποίων οι δύο πρώτες είχαν πανελλήνιο χαρακτήρα ενώ η Τρίτη ήταν καθαρά αθηναϊκή.

Συγκεκριμένα τα Θεοίνια γιορτάζονταν στα κατά τόπους «Θεοίνια Ιερά». Η ονομασία αυτή επικράτησε στην Αθήνα ενώ σε άλλες πόλεις ονομάζονταν Διονύσια. Στη γιορτή αυτή, όπως δηλώνει και το όνομά της, οι πανηγυριστές λάτρευαν το Θεό ως δότη του οίνου με την επίκληση «Θέοινος».
Τα Θυρσοφόρια ήταν πανηγυρική πομπή προς τιμή του Διονύσου την εποχή του τρυγητού. Οι πανηγυριστές κρατούσαν θυρσούς και απομίμηση του Θεού και έρχονταν σε ένθεη κατάσταση.
Τα Ιοβάκχεια ήταν γιορτή, η οποία ετελείτο σε ανάμνηση των Θυϊάδων και των Βακχιδών που πορεύονταν από τον Παρνασσό προς τους Δελφούς. Η γιορτή γινόταν από το θίασο των Ιοβακχών, ο οποίος ήταν λατρευτικός θίασος του Διονύσου στην Αθήνα. Οι θιασώτες είχαν επίκεφαλής τον Ιερέα, τον Αρχιερέα και άλλους αξιωματούχους, που οι τίτλοι τους ήταν παρμένοι από τους Σειληνούς και τις Βάκχες.

Οι θιασώτες συνέρχονταν σε συνέλευση την 9η εκάστου μηνός σε ένα οίκημα που λεγόταν «Βακχείον» όπου ακολουθούσε κοινό γεύμα «εστίασις». Μετά κάθονταν πάνω σε στιβάδες κισσού και ακολουθούσε οινοποσία «πόσις». Εκτός από την μηνιαία συνάντηση υπήρχαν και άλλες κατά την επέτειο της ιδρύσεως του θιάσου και τις γιορτές του Θεού.


 

 

ΘΕΟΞΕΝΙΑ – ΘΕΟΦΑΝΙΑ

Οι δύο γιορτές ανήκουν στον Απολλώνιο κύκλο και έχουν ως έδρα τους Δελφούς.
Τα Θεοφάνια γιορτάζονταν την 7η του μηνός Θεοξενίου και ο εορταζόμενος Θεός φιλοξενούσε και τους άλλους Θεούς. Στη γιορτή αυτή, οι πανηγυριστές καλούσαν επιφανή πρόσωπα και από άλλες πόλεις, όπου τους πρόσφεραν εκλεκτή μερίδα από το συμπόσιο. Κατά τη διάρκεια της γιορτής χρησιμοποιούσαν το μεγάλο αργυρό κρατήρα, τον οποίο είχε προσφέρει στον Απόλλωνα ο Κροίσος.

Θεοξένια γιορτάζονταν και σε άλλες πόλεις εκτός απ’ τους Δελφούς. Στην Πελλήνη της Αχαϊας τα Θεοξένια περιελάμβαναν αγώνες που γίνονταν κοντά στο ιερό του Θεοξενίου Απόλλωνος. Θεοξένια γιορτάζονταν και στη Τήνο όπου την επιμέλεια τους την είχαν οι «Θεοξενιστές». Στη Πάρο και στον Ακράγαντα τα Θεοξένια γιορτάζονταν προς τιμή των Διοσκούρων.

Τα Θεοφάνια γιορτάζονταν την 7η του μηνός Βυσίου μόνο στους Δελφούς. Με τη γιορτή αυτή άρχιζε το Δελφικό έτος και οι θρησκευτές γιόρταζαν την επάνοδο του Απόλλωνος από τη χώρα των Υπερβορίων. Η γιορτή αυτή συνέπιπτε με την έναρξη της ανοίξεως και την εαρινή ισημερία, ήταν όμως καθαρά τοπικού χαρακτήρα. Η Εαρινή Ισημερία σε άλλες πόλεις γιορταζόταν με την ονομασία «Ιλάρια» όπου οι θρησκευτές φορούσαν στο κεφάλι στεφάνι και στο πρόσωπο κωμικά προσωπεία, δείγματα χαράς και ευθυμίας.


 

 

ΙΣΘΜΙΑ

Τα Ίσθμια ήταν μία από τις μεγαλύτερες πανελλήνιες γιορτές προς τιμή του Ποσειδώνος, με τόπο τελέσεως τον Ισθμό. Γινόταν κάθε τρίτο έτος, το πρώτο και το τρίτο εκάστης Ολυμπιάδος. Το πρώτο έτος τελούνταν το μήνα Εκατομβαιώνα, ενώ το τρίτο το μήνα Μουνυχιώνα.

Η γιορτή περιελάμβανε αγώνες μουσικούς, κιθαρωδών, αοιδών και ποιητών, στους οποίους μετείχαν και γυναίκες, ενώ στα άλλα αγωνίσματα έπαιρναν μέρος παιδιά και έφηβοι. Ο στέφανος της νίκης ήταν φτιαγμένος από κλαδιά και φύλλα πίτυος.

Αρχικά η γιορτή είχε θεσμοθετηθεί από το Σίσυφο προς τιμή του Μελικέρτου, ο οποίος μετά τον πνιγμό του, λατρεύτηκε ως θαλάσια Θεότης, με το όνομα Παλαίμων. Από την εποχή όμως του Θησέως, η γιορτή θεσπίστηκε προς τιμή του Ποσειδώνος.

Μεταξύ των επιφανών Ισθμιονικών συγκαταλέγονται ο Κάστωρ, ο Πολυδεύκης, ο Θησεύς, ο Τελαμών, ο Πηλεύς, ο Ηρακλής και ο Ορφεύς.


 




ΚΑΛΛΙΣΤΕΙΑ

Από την 5η εκατονταετηρίδα πριν την αρχή της χριστιανικής χρονολόγησης, γίνονταν αγώνες κάλλους τόσο μεταξύ γυναικών όσο και μεταξύ ανδρών. Τους πρώτους γυναικείους αγώνες καθιέρωσε ο τύραννος της Κορίνθου Κύψελος.

Καλλιστεία γίνονταν επίσης στη Λέσβο, στη Τένεδο και σε άλλες πόλεις, όπου συνδυάζονταν μαζί με τελετουργίες, ενώ τα ανδρικά Καλλιστεία που ονομάζονταν «αγώνες ευανδρίας» συνδυάζονταν με αθλητικούς αγώνες.

Οι κριτές, εκτός από την εξωτερική εμφάνιση, έδιναν μεγάλη σημασία στο ήθος και τη φρόνηση των συναγωνιζομένων.


 




ΚΑΛΛΥΝΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΠΛΥΝΤΗΡΙΑ

Τα Καλλυντήρια και τα Πλυντήρια ήταν αθηναϊκές γιορτές προς τιμή της Αθηνάς το μήνα Θαργηλιώνα.

Συγκεκριμένα τα Καλλυντήρια τελούνταν την 19η του μηνός και το τυπικό περιελάμβανε τον φυσικό αλλά τελετουργικό καθαρισμό του Παρθενώνος.

Τα Πλυντήρια τελούνταν την 25η του μηνός και ήταν η συνέχεια των Καλλυντηρίων. Μετά από σεμνή πομπή γινόταν το πλύσιμο του ξοάνου της Θεάς στα νερά του Φαλήρου, από θρησκευτές του γένους των Πραξιεργηδών και επιστροφή του στον Παρθενώνα τη νύχτα, υπό το φως δαδηφόρων και τελούνταν θυσία.

Στην πομπή υπήρχε και η «Ηγητήριος Παλάθη», δηλαδή μάζα συμπιεσμένων ξηρών σύκων. Η Ηγητήριος Παλάθη φερόταν σε ανάμνηση της ευρέσεως της τροφής των σύκων, η οποία θεωρείται το πρώτο βήμα προς τον πολιτισμό. Επίσης ο Αριστοτέλης στα σωζόμενα αποσπάσματα απ’ το βιβλίο του «Συμπόσιο ή περί μέθης» αναφέρει, ότι κάποιος ιεροφάντης του είχε πει, πως το σύκο προσφέρεται στους Θεούς, ότι συνοδεύει κάθε θυσία στο βωμό και ότι είναι το καλύτερο λιβάνι για θυμίαμα.


 



ΚΑΡΝΕΙΑ ΚΑΙ ΕΒΔΟΜΗ

Τα Κάρνεια και η Εβδόμη ήταν γιορτές της Σπάρτης προς τιμή του Απόλλωνος.
Συγκεκριμένα, τα Κάρνεια γιορτάζονταν ανά τετραετία προς τιμή του Καρνείου Απόλλωνος. Διαρκούσαν εννέα μέρες, από την 7η ως 15η του μηνός Καρνείου και ήταν πολεμικού χαρακτήρος. Αρχικά ο Κάρνειος λατρεύτηκε ως Θεός προστάτης της γονιμότητας και της συγκομιδής των καρπών, αλλά αργότερα ταυτίστηκε με τον Απόλλωνα.

Οι θυσίες γίνονταν από τον ιερέα που λεγόταν «Αγήτης» και τον βοηθούσαν στο έργο του οι λεγόμενοι «Καρνεάτες», οι οποίοι ήταν άγαμοι, εκλέγονταν με κλήρο και ήταν απαγορευμένο σ’ αυτούς να παντρευτούν μέσα στην επόμενη τετραετία. Οι «καρνεάτες» έμεναν κατά τη διάρκεια της γιορτής σε σκηνές έξω από τη πόλη. Μέσα σ’ αυτές μετείχαν στη γιορτή, συντρώγοντας οι εννέα Καρνεάτες, τρεις ανά κάθε σκηνή. Αυτό το μέρος της γιορτής λεγόταν «επισκήνια» και οι Καρνεάτες ήταν υποχρεωμένοι να υπακούουν σε όλα τα προστάγματα του Κήρυκος. Από το 676 της αρχαίας χρονολόγησης η γιορτή απόκτησε ιδιαίτερη λαμπρότητα και εμπλουτίστηκε με μουσικούς αγώνες και απαγγελία των ωδών του Τερπάνδρου.

Τα Κάρνεια εκτός από τη Σπάρτη γιορτάζονταν επίσης στη Σικυώνα, τη Μεσσήνη, τη Θήρα και την Κυρήνη. 

Η Εβδόμη ετελείτο την 7η εκάστου μηνός προς τιμή του Απόλλωνος Εβδομαγέτου επειδή ο αριθμός επτά είναι ο ιερός αριθμός του Θεού. Η γιορτή περιελάμβανε θυσίες και πομπή στην οποία ηγούντο επτά νέοι και επτά νέες.

 




KΙΣΣΟΤΟΜΟΙ

Οι Κισσοτόμοι ήταν γιορτή των Φλιασίων της Αργολίδος προς τιμή της πανάρχαιας Θεάς Δίας, η οποία αργότερα ονομάστηκε Γανυμήδα και τελικά ταυτίστηκε με την Ήβην. Η γιορτή ετελείτο κάθε χρόνο στο ιερό της Θεάς που βρισκόταν μέσα σε άλσος, στην ακρόπολη της Φλιούντος.
Η γιορτή αυτή διαρκούσε μερικές μέρες που ονομάζονταν «Κισσοτόμοι ημέραι», επειδή κατά τη διάρκεια τους οι θρησκευτές έκοβαν κισσό και έπλεκαν στεφάνια.

Ήταν η μεγαλύτερη γιορτή των Φλιασίων, ειδικά γιορτή των ικετών, όπου οι δούλοι και οι δεσμώτες εύρισκαν προστασία κοντά στη Θεά.


 



ΚΟΜΥΡΙΑ

Κόμυρος ήταν ένα από τα επίθετα του Διός στην Αλικαρνασσό. Αρχικά ο Κόμυρος ήταν τοπική θεότης των Καρών που λατρευόταν στα Κόμυρα, στο Κομύριο Ιερό και αργότερα ταυτίστηκε με το Δία. Προς τιμή του Κομύρου ετελείτο γιορτή με το όνομα Κομύρια, ενώ υπήρχε και μήνας με το όνομα Κομύριος.

Η γιορτή ετελείτο στη Στρατονικεία στα Πανάμαρα, όπου υπήρχε Ναός του Πανάμαρου Διός. Επίσης υπήρχε άλλη μια γιορτή με το ίδιο όνομα και περιλάμβανε πομπή με το ξόανο του Διός και Μυστήρια. Η πρώτη γιορτή διαρκούσε δέκα μέρες, ενώ η δεύτερη δύο μέρες.


 



ΚΟΡΑΓΙΑ ΚΑΙ ΚΟΡΕΙΑ

Τα Κοράγια και Κόρεια ήταν γιορτές προς τιμή της Δήμητρος και της Περσεφόνης. Τα Κοράγια γιορτάζονταν στη Μαντινεία μέσα στο «Κοράγιο» το οποίο αποτελούσε ιδιαίτερο τμήμα του ναού της Δήμητρος και της Περσεφόνης στην περιοχή. Η γιορτή ετελείτο από ιδιαίτερα σωματεία ιερέων και ιερειών που ονομάζονταν «Κοραγοί».

Η γιορτή περιελάμβανε θρησκευτικές πομπές, οι οποίες σχετίζονταν με τον προσφερόμενο πέπλο προς τη Θεά. Στο ίδιο διαμέρισμα του Ναού υπήρχε άσβεστο πυρ και φλεγόταν από Κοραγούς Εστιάδες.

Τα Κοράγια τελούνταν την 30η εκάστου μηνός πάντα μέσα στο «Κοράγιο», που τις άλλες μέρες του μηνός έμενε κλειστό.

Τα Κόρεια γιορτάζονταν στην Αρκαδία, την Αλεξάνδρεια και τις Συρακούσες, όπου πανηγυρίζονταν την 14η Πανάμου και ήταν αντίστοιχα με τα Ελευσίνια Μυστήρια της Αττικής. Κατά τη διάρκεια της γιορτής, γινόταν αναπαράσταση της αρπαγής της Περσεφόνης από τον Πλούτωνα και ονομαζόταν «καταγωγή της Κόρης».


 



ΚΡΟΝΙΑ 

Τα Κρόνια ήταν γιορτή προς τιμή του Κρόνου τη νύκτα της Εαρινής Ισημερίας, από τους ιερείς του που ονομάζονταν «Βασιλείς» στην Ολυμπία. Η γιορτή γινόταν μέσα στο «Κρόνιον» Ιερό και ακολουθούσε στη κορυφή του «Λόφου του Κρόνου» μεγαλοπρεπέστατη θυσία. Κρόνια γιορτάζονταν και στην Αθήνα την 12η του μηνός Εκατομβαιώνος με κοινές ευχαριστήριες θυσίες στον Κρόνο και την Ρέα για το τέλος της συγκομιδής. Άλλες περιοχές που λάτρευαν τον Κρόνο ήταν η Χαιρώνεια, το Πήλιο, η Θήβα, η Αρκαδία, οι Μικρασιατικές ακτές και τα νησιά του Αιγαίου.


 

 



ΛΑΓΥΝΟΦΟΡΙΑ ΚΑΙ ΛΗΝΑΙΑ

Τα Λαγυνοφόρια και τα Λήναια ήταν γιορτές του Διονυσιακού κύκλου. Τα Λαγυνοφόρια γιορτάζονταν στην Αλεξάνδρεια και θεσμοθετήθηκαν από τον Πτολεμαίο Διόνυσο. Η γιορτή περιελάμβανε συμπόσιο, στο οποίο οι πανηγυριστές έφερναν το φαγητό τους και μία υδρία με κρασί, ενώ μετά το τέλος του συμποσίου εξέρχονταν στους δρόμους.

Τα Λήναια γιορτάζονταν στην Αθήνα από την 8η ως την 12η του μηνός Γαμηλιώνος στο Ναό του Ληναίου Διονύσου, που βρισκόταν κοντά στο Διονυσιακό Θέατρο. Τα Λήναια περιελάμβαναν πομπή και αγώνες τραγωδών και κωμωδών. Η πομπή κατέληγε στο Λήναιο και εκεί θυσίαζαν τράγο, ενώ χορός μαινάδων γύρω απ’ το βωμό έψαλλε διθυραμβικές ωδές στο Θεό, αρχίζοντας με την προσφώνηση «Σεμέλι Ίακχε Πλουτοδότα».


 




ΛΕΡΝΑΙΑ ΚΑΙ ΜΕΙΖΩΝ ΤΕΛΕΤΗ

Τα Λέρναια και η Μείζων τελετή ήταν γιορτές προς τιμή της Δήμητρος. Τα Λέρναια ήταν γιορτή των Αργείων στη Λέρνη προς τιμή της «Λερναίας» Δήμητρος στο ιερό άλσος που βρισκόταν κοντά στην πηγή του Αμφιαράου και κοντά στο χάσμα, όπου κατά την Πελοποννησιακή παράδοση, εξαφανίστηκε ο Πλούτων όταν άρπαξε την Περσεφόνη.

Η γιορτή περιελάμβανε μυστήρια και επειδή ετιμάτο και ο Διόνυσος, γινόταν χρήση φαλλικών συμβόλων, ενώ μετείχαν και θυιάδες με θυρσούς. Το πυρ για τις ιεροτελεστίες φερόταν απ’ τους Αργείους από το Ιερό της Πυρωνείας Αρτέμιδος, που βρισκόταν στο όρος Κράθις.

Οι θρησκευτές ξεκινούσαν το βράδυ από την Αλκυονία λίμνη κρατώντας θυρσούς και προχωρούσαν σαλπίζοντας και καλώντας τον Διόνυσο. Μετά θυσίαζαν κριό προς τιμή του Πυλαόχου Άδου και έριχναν τα τεμαχισμένα μέλη του στο χάσμα όπου αυτός είχε εξαφανιστεί μαζί με την Κόρη.
Η Μείζων τελετή γινόταν προς τιμή της Κιδαρίας Δήμητρος. Στη γιορτή αυτή ο Ιερεύς έπαιρνε από το Ναό της Θεάς την προσωπίδα της, την φορούσε και εκπροσωπόντας την, κτυπούσε με τη ράβδο του το έδαφος, αποσκοπώντας στη γονιμοποίηση της γης. (Σύμφωνα με το Θεουργικό αξίωμα «όπως επάνω, έτσι και κάτω», ο Ιερεύς φορούσε την προσωπίδα της Θεάς και κατά ένα θεουργικό τρόπο αφού εκφωνούσε τους αρμόδιους επικλητικούς λόγους προς τη Θεά, μετουσιωνόταν στην ίδια τη Θεά και γονιμοποιούσε τη γη με το κτύπημα της ράβδου. Το αποτέλεσμα ερχόταν εν καιρώ αφού σύμφωνα με τις αρχές της θεουργίας, αν λειτουργήσουμε με κάποιο συγκεκριμένο μιμητικό τρόπο σε κάποιο σύμβολο του αντικειμένου που θέλουμε να επηρεάσουμε, οι Κοσμικές δυνάμεις επιδρούν πάνω στο αντικείμενο που μας ενδιαφέρει, παρασυρόμενες από το ότι ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ).



 
 

ΛΙΚΝΙΤΗΣ 

Ο Λικνίτης ήταν Δελφική γιορτή τελουμένη ανά οκταετία, προς τιμή του Διονύσου Λικνίτου. Στη γιορτή αυτή πανηγυριζόταν η γέννηση του Θεού και οι Βάκχες έρχονταν στους Δελφούς, ενώνονταν με τις τοπικές ιέρειες του Διονύσου, τις λεγόμενες Θυιάδες, και ανέβαιναν στη κορυφή του Παρνασσού για να τελέσουν τα Ιερά του Μυστήρια.

 



ΜΑΙΜΑΚΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΜΠΑΙΑ

Τα Μαιμακτήρια και τα Πομπαία ήταν γιορτές προς τιμή του Διός Μαιμάκτου και του Διός Μειλιχίου το μήνα Μαιμακτηριώνα στην Αθήνα.

Ο Δίας Μαίμακτος είναι ο ενθουσιώδης και ταρακτικός, που ταράζει τον ουρανό και προαναγγέλει την έναρξη του χειμώνα. Τα Μαιμακτήρια περιελάμβαναν δεήσεις προς τον Νεφελεγέρετη και Ερίγδουπο Δία, για να γίνει μειλίχιος το χειμώνα. Επίσης η γιορτή περιελάμβανε χορούς ανδρών στο θέατρο, που ήταν μεταμφιεσμένοι σε Βάκχες, Νύμφες και Ώρες, ντυμένοι βαριά και με πέπλους, πανηγυρίζοντας την έναρξη του χειμώνα.

Τα Πομπαία ήταν καθαρτήρια γιορτή για την καλή σπορά, με περιφορά του Κηρυκείου (πομπού) και του «Διός Κωδίου», το οποίο ήταν δέρμα θυσιαζομένου μαύρου κριού στο Μειλίχιο Δία, πάνω στο οποίο γίνονταν ατομικοί ή ομαδικοί καθαρμοί, ενώ συγχρόνως περιφερόταν για να μαζέψει κάθε είδους μίασμα και πεταγόταν μακρυά.


 



ΝΕΜΕΑ

Τα Νέμεα, ήταν πανελλήνιος γιορτή προς τιμή του Διός στην κοιλάδα της Νεμέας, που βρισκόταν μεταξύ των πεδιάδων των Κλεωνών και του Φλιούντος.

Σύμφωνα με την παράδοση, η περιοχή αυτή επιλέχτηκε ως τόπος εορτασμού των Νεμέων από τον Αργείο βασιλιά Άδραστο, επειδή στο σημείο εκείνο κατά τη διάρκεια της εκστρατείας των Επτά επί Θήβαις, συνάντησε τη βασίλισσα της Λήμνου Υψιπύλη με το γιο της Οφέλτη, γιο του ιερέως της Νεμέας Λυκούργου, και οδηγήθησαν από αυτόν σε γειτονική πηγή επειδή διψούσαν. Ένα φίδι όμως δάγκωσε τον Οφέλτη και πέθανε.

Οι Αργείοι αρχηγοί ίδρυσαν τα Νέμεα προς τιμή του. Σύμφωνα με άλλη εκδοχή τα Νέμεα ιδρύθηκαν από τον Ηρακλή σε ανάμνηση της νίκης του κατά του λέοντος της Νεμέας.

Τα Νέμεα γιορτάζονταν κάθε δύο χρόνια, το δεύτερο και τέταρτο έτος εκάστης Ολυμπιάδος, το μήνα Εκατομβαιώνα. Οι αγώνες διεξάγονταν εντός του ιερού χώρου του Ναού του Νεμείου Διός όπου υπήρχε ιππόδρομος και στάδιο.

Οι αγώνες διαρκούσαν πολλές ημέρες και – όπως σε όλες τις πανελλήνιες εορτές – επικρατούσε εκεχειρία. Μετά τη θυσία στο Νέμειο Δία, άρχιζαν τα γυμνικά και ιππικά αγωνίσματα, τα οποία ήταν στάδιο, δόλιχος, δρόμος ίππειος, δρόμος οπλιτών, πάλη, πυγμή, παγκράτιο, πένταθλο, άρμα. Για τους γυμνικούς αγώνες υπήρχαν τρεις κατηγορίες αθλητών, παιδιά, έφηβοι και άνδρες. Επίσης η γιορτή ήταν εμπλουτισμένη με αγώνες μουσικούς και δραματικούς, ενώ το έπαθλο των νικητών ήταν στεφάνι από χλωρό σέλινο.

Αρχικά αγωνοθέτες των Νεμέων ήταν οι Κλεωνείς, επειδή ο τόπος εκείνος ανήκε στη δικαιοδοσία των Κλεωνών. Αργότερα όμως, από το 460 της αρχαίας χρονολόγησης ανέλαβαν τη διεξαγωγή της γιορτής οι Αργείοι.

Νέμεα επίσης διεξάγονταν στα Μέγαρα, στην Αίτνα της Σικελίας και στην Αγχίαλο της Θράκης.
· Τα Νέμεα, μετά από δύο χιλιάδες χρόνια απουσίας τους μετά τα διατάγματα των χριστιανών Παπαυτοκρατόρων του Βυζαντίου, έδωσαν το τελειωτικό ράπισμα σε όλους όσους ισχυρίζονται χαιρέκακα ότι ο ελληνικός κόσμος είναι ανεπίστρεπτο παρελθόν.

Μετά την πρωτοβουλία των κατοίκων της Νεμέας και την οικονομική συνεισφορά ελληνιστών της Ευρώπης, τα Νέμεα αναβίωσαν με όλη τους την μεγαλοπρέπεια τη 1η Ιουνίου του 1996. Η συμμετοχή ήταν πολύ μεγάλη. Ενώ οι ύμνοι προς τιμή του Νεμίου Διός και της Γης, οι αρχαίες φορεσιές των αθλητών και το έπαθλο του κοτίνου άφησε σε όλους την εντύπωση ότι η γιορτή δεν είχε ένα χαζοχαρούμενο φολκλορικό και λαογραφικό χαρακτήρα, αλλά ότι ήταν μια ΣΟΒΑΡΗ ΕΠΑΝΑΦΟΡΑ ΤΩΝ ΠΑΤΡΙΩΝ ΕΙΘΟΤΩΝ ΚΑΙ ΝΟΜΙΖΟΜΕΝΩΝ αυτού του τόπου. Εάν μαζί με τα Νέμεα εντάξουμε στα ίδια πλαίσια και την αναβίωση του Παγκρατίου που σύντομα θα γίνει Ολυμπιακό άθλημα, καθώς επίσης και την αναβίωση των Παναθηναίων στο Νασβιλ της Αμερικής από τον «Ορφικό θίασο» του Shawn Eyer και άλλων παγανιστικών ομάδων και ατόμων, τότε οι οιωνοί είναι σαφείς. ΣΑΦΕΣΤΑΤΟΙ!


 



ΟΛΥΜΠΙΑ

Τα Ολύμπια ήταν η δημοφιλέστερη γιορτή των πανελλήνων με κέντρο την Ολυμπία. Εκτός όμως από αυτή τη γιορτή, από το έτος 556 της αρχαίας χρονολόγησης, άρχισαν να γιορτάζονται Ολύμπια και σε άλλες πόλεις, ενώ από το έτος 516 γιορτάζονταν Ολύμπια και απ’ τους Έλληνες της Ιωνίας και της Σικελίας.

Έτσι λοιπόν έχουμε Ολύμπια στην Αθήνα, τα οποία ιδρύθηκαν από τον Πεισίστρατο με την ευκαιρία της θεμελίωσης του Ναού του Ολυμπίου Διός, το λεγόμενο Ολυμπείον, στις όχθες του Ιλισσού το 530 της αρχαίας χρονολόγησης. Τα Ολύμπια γιορτάζονταν την 19η του μηνός Μουνυχιώνος στο περίβολο του Ναού.

Ολύμπια γιορτάζονταν και στις Αιγαίς της Μακεδονίας, τα οποία ιδρύθηκαν από τον Αλέξανδρο το 335 της αρχαίας χρονολόγησης, προς τιμή του Διός και των Μουσών. Η γιορτή περιελάμβανε γυμνικούς, ιππικούς και μουσικούς αγώνες.

Στους μεταχριστιανικούς χρόνους υπήρχαν Ολύμπια στη Βέροια και ιδρύθηκαν από το Γόρδιο τον Ευσεβή το 242. Επίσης στην Έφεσο, στη Νίκαια της Βιθυνίας, στη Νικόπολη της Ηπείρου, στην Αντιόχεια της Συρίας που θεσπίστηκαν το έτος 45 και διαρκούσαν 45 μέρες κατά το μήνα Πάνεμο και Λώον (Ιούλιο-Αύγουστο), στη Σμύρνη και στη Τεγέα, στην Τύρο δε κάθε πενταετία, προς τιμή του Ηρακλέους και στην Αλεξάνδρεια από το έτος 176 προς τιμή του Μάρκου Αυρηλίου, ο οποίος έφερε τον τίτλο Ολύμπιος.

Οι λεγόμενοι Ολυμπιακοί αγώνες σύμφωνα με την παράδοση, καθιερώθηκαν από τους Ιδαίους Δακτύλους της Κρήτης, σύμφωνα δε με άλλη παράδοση από τον βασιλιά της Ήλιδος, τον Αέθλιο. Ενώ κατά μια Τρίτη παράδοση όταν ο Πέλοψ νίκησε σε αρματοδρομία τον βασιλιά της Πίσης Οινόμαο, και πήρε ως έπαθλο την κόρη του, η οποία ίδρυσε προς τιμή της Ήρας αγώνα δρόμου παρθένων.

Τα Ολύμπια γιορτάζονταν κάθε τετραετία το μήνα Απολλώνιο από την 10η ως την 16η . Η πρώτη και τελευταία μέρα των γιορτών ήταν αφιερωμένη αποκλειστικά στις Θυσίες και τις ιεροπραξίες. Την προτεραία της ενάρξεως των αγώνων, γινόταν η επίσημη τελετή της ορκωμοσίας των αθλητών μαζί με τους γονείς και τους γυμναστές τους, μπροστά στο άγαλμα του Ορκίου Διός. Αφού θυσίαζαν έναν αγριόχοιρο, μπροστά στα αιματοβαμμένα κρέατα, ορκίζονταν ότι δεν θα μεταχειρίζοντο τεχνάσματα για τη νίκη και ότι θα συμμορφώνονταν προς τους κανονισμούς. Η έναρξη των αγώνων γινόταν μόλις οι Ελλανοδίκες, που ήταν ντυμένοι με πορφύρα και εστεμμένοι με δάφνη, ελάμβαναν τη θέση τους.

Το πρόγραμμα των Ολυμπίων είχε ως εξής :

10η – θυσίες βοδιών, όρκοι των αθλητών και των Ελλανοδικών, σπονδές στον τάφο του Πέλοπος.
11η – Αγωνίσματα : στάδιον, δίαυλος, δόλιχος.
12η –Πένταθλον, στεφανηφορία και θυσίες εκ μέρους των αθλητών.
13η –Πάλη , πυγμαχία, παγκράτιο
14η –Στάδιο παίδων, πάλη παίδων, πυγμαχία παίδων, οπλίτης.
15η –Τέθριππον, κέλης, απήνη, κάλπη, συνωρίς, τέθριππον πωλικόν, συνωρίς πωλική, κέλης πωλικός, στεφανηφορία και θυσίες εκ μέρους των νικητών των τριών τελευταίων ημερών.
16η –Πομπή και παρέλαση. Εκάτομβη στο βωμό του Ολυμπίου Διός προς τιμή όλων των Ολυμπίων Θεών στο Πρυτανείο.

Στην τελευταία μέρα, η οποία έκλεινε τα Ολύμπια, την επίσημη πομπή αποτελούσαν οι Ολυμπιονίκες, οι Ελλανοδίκες, οι θεωροί των άλλων πόλεων και το πλήθος των θεατών. Οι θυσίες γίνονταν στο βωμό του Ολυμπίου Διός, τα εναγίσματα στους βωμούς των άλλων Ιερών προς τιμή των ηρώων, ενώ σε όλες αυτές τις ιεροπραξίες προϊστατο η ιέρεια της Δήμητρος.


 



ΟΜΟΛΩΙΑ, ΧΘΟΝΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΗΡΟΣΙΑ

Οι τρεις αυτές γιορτές ανήκουν στο κύκλο εορτών προς τιμή της Δήμητρας, με τόπους τελέσεως τη Θήβα, την Ερμιόνη και την Αθήνα αντίστοιχα.

Τα Θηβαϊκά Ομολώια γιορτάζονταν το μήνα Ομολώιο προς τιμή της Δήμητρος Ομολωίας και του Δία Ομολωίου και στηρίζονται στην εξής παράδοση : Κάποτε η θηβαία μάντις Ομολώια, πήγε στους Δελφούς για να ρωτήσει το μαντείο σχετικά με κάποια συμφορά που είχε συμβεί στη Θήβα. Το μαντείο απάντησε να ιδρύσουν οι θηβαίοι ιδιαίτερη λατρεία της Δήμητρος και του Δία. Η λατρεία αυτή έλαβε το όνομά της από την Ομολώια.

Τα Χθόνια ήταν θερινή γιορτή προς τιμή της Χθόνιας Δήμητρος. Κατά τη διάρκεια της κάτοικοι της Ερμιονίδας στεφανωμένοι με κοσμοσάνταλο πήγαιναν εν πομπή στο Ναό της Θεάς, στο ιερό της οποίας τέσσερεις αγελάδες τη μία μετά την άλλη. Στο σηκό του Ναού βρισκόνταν τα λατρευτικά αγάλματα της Δήμητρος και της Αθηνάς, ενώ στον περίβολο, βρίσκονταν τα αγάλματα των ιερειών που είχαν πεθάνει.

Τέλος τα αθηναϊκά Προηρόσια γιορτάζονταν την 5η του μηνός Πυανεψιώνος και περιελάμβαναν θυσίες βοδιών στη Δήμητρα και την Περσεφόνη για εξασφάλιση ευφορίας της γης πριν από το οργωμά της.


 


ΟΞΥΘΥΜΙΑ

Τα Οξυθύμια ήταν οικιακοί καθαρμοί στο όνομα της Εκάτης. Οι θρησκευτές σκούπιζαν τις οικίες τους και εξάγνιζαν τον αέρα τους με θυμιάματα. Στη συνέχεια μάζευαν τα απορρίματα σε ειδικό πήλινο δοχείο («καθάρματα» εκ της κάθαρσης). Οι θρησκευτές μετέφεραν τα «καθάρματα» σε ένα σταυροδρόμι και τα πετούσαν με την πλάτη γυρισμένη προς αυτά, έτσι ώστε τα μιάσματα και οι αρνητικές ενέργειες να παραδίνονται στην φύλαξη της Θεάς.

 





ΟΣΧΟΦΟΡΙΑ

Τα Οσχοφόρια γιορτάζονταν την 8η του μηνός Πυανεψιώνος προς τιμή του Διονύσου και της Αριάδνης. Το όνομα της γιορτής οφείλεται στο ότι κατά τη γιορτή δύο νέοι, που ονομάζονταν «οσχοφόροι», έχοντας στη ζωή και τους δύο γονείς, φορούσαν γυναικεία ρούχα και κρατούσαν όσχους, δηλαδή κλάδους αμπέλου γεμάτους από σταφύλια. Οι νέοι αυτοί προηγούντο της πομπής που ξεκινούσε απ’ το Ναό του Διονύσου και κατέληγε στο Ναό της Αθηνάς Σκιράδος που βρισκόταν στο Φάληρο. Η πομπή αποτελείτο από νέους που κρατούσαν όσχους και από χορό που τραγουδούσε οσχοφορικούς ύμνους και χόρευαν ανάλογους χορούς, καθώς και από γυναίκες, που ονομάζονταν «Δειπνοφόροι», επειδή ως εκπρόσωποι των μητέρων των οσχοφόρων κοριτσιών έφεραν χάριν αυτών δείπνα, που αποτελούνταν από προϊόντα της γης.

Κατά την προσφορά των θυσιών, οι θρησκευτές στεφάνωναν το Κηρύκειο του Κήρυκος και φώναζαν «εμελεύ, ιού, ιού». Η γιορτή ήταν εμπλουτισμένη και με αγώνες δρόμου μεταξύ εφήβων, όπου έτρεχαν οσχοφούντες απ’ το Ναό του Διονύσου μέχρι το Ναό της Αθήνας Σκιράδος. Ο Νικητής κέρδιζε κύλικα που λεγόταν «πενταπλόα» και περιείχε κρασί, μέλι, άλφιτα και λάδι.
Σύμφωνα με την παράδοση τη γιορτή αυτή την καθιέρωσε ο Θησεύς σε ανάμνηση της νίκης του κατά του Μινώταυρου.


 


ΠΑΜΒΟΙΩΤΙΑ, ΠΡΟΧΑΡΙΣΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΣΥΝΟΙΚΙΑ

Τα Παμβοιώτια, τα Προχαριστήρια και τα Συνοίκια ήταν γιορτές προς τιμή της Αθηνάς.
Τα Παμβοιώτια γιορτάζονταν στην κορώνεια προς τιμή της Ιτωνίας Αθηνάς και ήταν κοινή γιορτή για όλες τις Βοιωτίας πόλεις. Η γιορτή είχε ως μήνα τελέσεως τον Παμβοιώτιο και κατά την διάρκεια της αναστέλλονταν οι τυχόν πολεμικές συγκρούσεις μεταξύ των Βοιωτών.

Τα Προχαριστήρια γιορτάζονταν στη Αθήνα το μήνα Ελαφηβολιώνα, όπου πανηγυρίζονταν ο ερχομός της άνοιξης.

Τέλος, τα Συνοίκια γιορτάζονταν την 16η του μηνός Εκατομβαιώνος επίσης στην Αθήνα, προς τιμή της πολιούχου Αθηνάς Παλλάδος, σε ανάμνηση της ένωσης των Αθηναίων και της δημιουργίας της πόλης τους από τον Θησέα. Η γιορτή περιελάμβανε θυσία προς την Αθηνά και σπονδές προς την Θεά Ειρήνη.


 
 


ΠΑΝΑΘΗΝΑΙΑ

Τα Παναθήναια ήταν η μεγαλύτερη γιορτή των Αθηνών προς τιμή της πολιούχου Παλλάδος Αθηνάς. Τα Παναθήναια χωρίζονταν σε Μικρά και σε Μεγάλα. Τα Μικρά γιορτάζονταν κάθε χρόνο και τα Μεγάλα κάθε τέσσερα χρόνια.

Η γιορτή ανάγεται στον ήρωα των Αθηνών Εριχθόνιο, ο οποίος, αφού έστησε στην Ακρόπολη ξόανο της Θεάς, ίδρυσε αγώνες, οι οποίοι ονομάστηκαν «Αθήναια». Οι εορταστικοί αυτοί τοπικοί αγώνες έγιναν κοινοί για όλη την Αττική επί των ημερών του Θησέως, με την υπαγωγή των συνοικισμών και Δήμων της Αττικής στο άστυ των Αθηνών, οπότε και ονομάστηκαν «Παναθήναια» ως γιορτή της ενοποιήσεως των συνοικισμών και προς τιμή της νίκης της Αθηνάς κατά των Γιγάντων.
Στην αρχή η γιορτή γινόταν κάθε χρόνο. Επί Πεισιστράτου όμως θεσπίστηκε να γίνεται κάθε τετραετία, με τάση μα γίνει πανελλήνιος, αντί του μέχρι τότε καθαρά τοπικιστικού χαρακτήρος. Αργότερα επί Περικλέους, απόκτησε μεγαλύτερη αίγλη και θεσπίστηκαν ψηφίσματα συμμετοχής των συμμάχων των Αθηναίων στη Μεγάλη θυσία των Παναθηναίων. 

Οι Παναθηναϊκοί αγώνες περιελάμβαναν αγώνες μουσικούς, γυμνικούς, ιππικούς, πυρρίχης, ευανδρίας, λαμπαδηδρομίας, παννυχίδος και «νεών αμίλλης». Ο μουσικός αγών διεξαγόταν στο Ωδείο του Περικλέους, στη νοτιοανατολική κλιτύ της Ακροπόλεως, κοντά στο θέατρο του Διονύσου και έπαιρναν μέρος οι ραψωδοί που απήγγειλαν τα Ομηρικά Έπη και οι μουσικοί που τραγουδούσαν με τη συνοδεία κιθαρωδών και αυλωδών, λυρικά τραγούδια. Επίσης διεξάγονταν αγώνες μεταξύ κιθαρωδών και αυλωδών. Στους νικητές έκαστου αγωνίσματος, έδιναν χρηματικό βραβείο και στον πρώτο μεταξύ των νικητών, στεφάνι.

Οι γυμνικοί αγώνες διεξάγονταν στο Παναθηναϊκό Στάδιο, στην αριστερή όχθη του Ιλισσού. Διαρκούσαν δύο μέρες και περιελάμβαναν δρόμο, πάλη, παγκράτιο και πένταθλο. Έπαιρναν μέρος τρεις κατηγορίες αθλητών : παιδιά, έφηβοι και άνδρες. Τα παιδιά αγωνίζονταν στο δόλιχο, το στάδιο, το δίαυλο, την πάλη, την πυγμή και παγκράτιο. Οι άνδρες στο δόλιχο, το στάδιο, τον δίαυλο, τον ίππιο, το πένταθλο, την πάλη, την πυγμή, το παγκράτιο και τον οπλίτη.

Οι νικητές των αγώνων έπαιρναν ως έπαθλο «παναθηναϊκούς αμφορείς» γεμάτους λάδι. Οι παναθηναϊκοί αμφορείς είχαν στη κοιλιά τους την εικόνα της Αθηνάς Ορθίας και γύρω από αυτή την επιγραφή «των Αθήνηθεν άθλων» και από την άλλη παράσταση σκηνής γυμνικού αγωνίσματος.
Ο ιππικός αγών διεξαγόταν στον ιππόδρομο των Αθηνών, ο οποίος βρισκόταν στη θέση «Εχελίδαι», κοντά στον Πειραιά και ήταν χώρος οκτώ σταδίων. Οι ιππικοί αγώνες αποτελούνταν από αγώνες ίππων με αναβάτη ή αρματοδρομίες.

Οι ιππικοί αγώνες διαρκούσαν δύο μέρες :

Την πρώτη μέρα διεξάγονταν :
α) αγών «εκ των πολιτών» : δύο διαγωνίσματα του αποβάτου και τέσσερεις δρόμοι με το άρμα.
β) αγών «εκ των φυλάρχων» : τρεις δρόμοι.
γ) αγών «εκ των ιππίων» : τρεις δρόμοι.

Την δεύτερη μέρα διεξάγονταν :
«αγών εκ πάντων» και «αγών εκ των πολιτών» με άρματα μάχης και παρελάσεως. Σε αυτούς τους ιππικούς αγώνες μπορούσαν να πάρουν μέρος όλοι οι Έλληνες, αλλά και ξένοι.
Η γιορτή περιελάμβανε επίσης και τον χορό «Πυρρίχη», ο οποίος ήταν χορός με όπλα, σε ανάμνηση του ότι η πάνοπλος Θεά Αθηνά χόρεψε μετά τη νίκη της εναντίον των γιγάντων. Ο χορός εκτελείτο και από τις τρεις κατηγορίες αθλητών (παιδιά, έφηβοι και άνδρες). Ο νικητής χορός έπαιρνε ως έπαθλο ένα βόδι. Οι χορευτές του κάθε χορού ήταν 24, ανά 12 σε δύο ημισφαίρια, γυμνοί, μόνο με περικεφαλαία και ασπίδα.

Επίσης από τις δέκα φυλές των Αθηνών, έπαιρναν μέρος σε αγώνα ευανδρία οι αντιπροσωπευτικότεροι σε σφρίγος και ωραίο ανάστημα άνδρες. Η νικήτρια ομάδα έπαιρνε ως έπαθλο ένα βόδι και ασπίδες. Στο διαγωνισμό ευανδρίας, υπαγόταν και ο αγών θαλλοφόρων, όπου κάθε φυλή παρουσίαζε τους θαλερώτερους γέροντες, οι οποίοι μετά την ανάδειξη τους ως νικητών, κρατώντας κλάδους ελιάς, έπαιρναν μέρος και στη μεγάλη πομπή των Παναθηναίων.

Η λαμπαδηδρομία ήταν δρόμος ανδρών που κρατούσαν αναμμένες λαμπάδες. Την επιμέλεια της λαμπαδηδρομίας αναλάμβαναν οι φυλές και ως βραβείο έπαιρναν «νικητήριο» η φυλή και «άθλον» ο νικητής. Η λαμπαδηδρομία ήταν αγώνισμα μεταφοράς πυρσού, ο οποίος προερχόταν από το τελετουργικό άναμα της πυράς βωμού και από την πομπή μεταφοράς του φωτός για την τέλεση θυσιών. Στα Παναθήναια έτρεχαν δέκα ομάδες λαμπαδηδρόμων, τοποθετημένοι κατά διαστήματα, μεταβιβάζοντας τη λαμπάδα ο ένας στον άλλο και επιδίωκαν να φέρουν πρώτοι τη φλόγα στο βωμό χωρίς να σβήσει η λαμπάδα. Το έπαθλο ήταν κοινό για την νικήτρια ομάδα.

Οι λαμπαδηδρομίες μπορούσαν επίσης να γίνουν νύκτα ή οι λαμπαδηδρόμοι να ήταν έφιπποι. Η λαμπαδηδρομία των Παναθηναίων, γινόταν την εσπέρα της 27ης Εκατομβαιώνος και οι αγωνιστές ξεκινούσαν απ’ το βωμό του Προμηθέως που βρισκόταν στην Ακαδημία και τερμάτιζαν στη πόλη των Αθηνών. Επίσης τη νύχτα της 27ης προς την 28η του μηνός διεξαγόταν η «πανυχίς», που ήταν παιάνας προς τιμή της Θεάς, από χορωδία παρθένων της Αθήνας.

Τέλος τα αγωνίσματα έκλειναν με τη «Νεών άμιλλα» που ήταν διαγωνισμός πλοίων, ιστιοπλοϊκοί αγώνες και λεμβοδρομίες, οι οποίες γίνονταν την 29η του μηνός, στην είσοδο του λιμένος Πειραιώς, στον τάφο του Θεμιστοκλέους.

Οι ιεροπραξίες των Παναθηναίων διεξάγονταν την 28η του μηνός. Ο κύριος σκοπός του τελετουργικού τούτου μέρους, ήταν η επίσημη πομπή και η προσφορά του υφανθέντος πέπλου για την επένδυση του ξοάνου της Θεάς, καθώς επίσης και θυσίες και δεήσεις, προς έκφραση της ευγνωμοσύνης των Αθηναίων για την προστασία της πόλεως απ’ τη Θεά. Η ύφανση του πέπλου γινόταν επί εννέα μήνες – από το μήνα Πυανεψιώνα – από ομάδα γυναικών. Η ομάδα αυτή περιελάμβανε την Ιέρεια της Θεάς, δύο από τις τέσσερεις αρρηφόρους και από πολλές βοηθούς που λέγονταν «εργαστίναι».

Ο πέπλος δεν ήταν απλό κάλυμμα, αλλά μάλλινο φόρεμα κίτρινου χρώματος, κοσμημένο με χρυσοκέντητες σκηνές, που απεικόνιζαν τη Θεά να αγωνίζεται δίπλα στο Δία, εναντίον των Γιγάντων. Η πομπή συγκεντρωνόταν στο «Λευκόριον», περιοχή μεταξύ του έξω και έσω Κεραμεικού, με την ανατολή του ηλίου. Την πομπή αποτελούσαν οι άρχοντες, οι στρατιωτικοί, οι ταμίες του Ναού της Θεάς, οι πομπείς που οδηγούσαν τα προς θυσία ζώα, οι κανηφόροι, δηλαδή κόρες που έφεραν στο κεφάλι τους ιερά κάνιστρα, οι υδροφόροι, οι διφροφόροι που μετέφεραν τα καθίσματα, οι θεωροί των άλλων πόλεων και οι θαλλοφόροι γέροντες που κρατούσαν κλάδους ελιάς.
Τοποθετούσαν τον πέπλο σε άρμα που είχε σχήμα πλοίου, το οποίο είχε ιστό, πάνω στον οποίο έδενα τον πέπλο, ενώ το άρμα έσερναν άλογα. Η πομπή δια του διπύλου ερχόταν στο δρόμο που οδηγούσε στην αγορά, όπου οι ιππείς έκαναν παρέλαση και τιμούσαν τους εκεί βωμούς. Η πομπή έφτανε στο Ελευσίνιον, το ιερό όπου γινόταν η πρώτη μύηση των Ελευσινίων Μυστηρίων, το οποίο βρισκόταν δυτικά της εισόδου της Ακροπόλεως. Ακολούθως πλησίαζε το πελασγικό τείχος και έφτανε στο χώρο προ των Προπυλαίων της Ακροπόλεως, χωρίς όμως το πλοίο –σχήμα άρμα- το οποίο αφηνόταν κοντά στον Άρειο Πάγο, και χωρίς τα άλογα. Μόλις γινόταν η άνοδος της πομπής στην Ακρόπολη, γινόταν και η παράδοση του πέπλου και ακολουθούσαν οι θυσίες. Η παράδοση του πέπλου γινόταν στην Ιέρεια της Αθηνάς Πολιάδος από τον ταμία του ιερού της Θεάς, οποίος περιστοιχιζόταν από ομάδα εργαστίνων. Η παράδοση του πέπλου γινόταν μπροστά στο ξόανο της Θεάς μέσα στον Παρθενώνα.

Μετά την παράδοση άρχιζαν οι θυσίες των ζώων τα οποία έφερναν οι πομπείς, ενώ ζώα προς θυσία πρόσφεραν και οι θεωροί των άλλων πόλεων. Οι θυσίες προσφέρονταν πρώτα στην Αθηνά Υγεία και μετά στο βωμό της Αθηνάς Πολιάδος, ενώ ένα από τα ωραιότερα ζώα θυσιαζόταν στο βωμό της Απτέρου Νίκης. Την ώρα που ψήνονταν τα ζώα, ο Κήρυξ ευχόταν υπέρ της σωτηρίας και υγείας της Αθήνας και των άλλων πόλεων. Μετά τη θυσία, τα κρέατα διανέμονταν στους πανηγυριστές.
Τέλος γίνονταν αγώνες ευανδρίας, ομαδικού χαρακτήρος, όπου απαγορευόταν η συμμετοχή ξένων. Οι έφηβοι έκαναν παρέλαση σε ομάδες και το έπαθλο – που ήταν ομαδικό – ήταν βόδι ή ασπίδες.


 


ΠΑΝΔΙΑ, ΠΕΛΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΛΗΡΟΣΙΑ

Τα Πάνδια, τα Πελώρια και τα Πληρόσια ήταν γιορτές προς τιμή του Διός. Στα Πάνδια γιορτάζονταν στην Αθήνα το μήνα Ελαφηβολιώνος προς τιμή του Διός Πανδίου. Η ίδρυση της γιορτής, σύμφωνα με την παράδοση, αποδίδεται στον Πανδίονα, ο οποίος ήταν βασιλιάς της Αθήνας και αρχηγέτης της Πανδιονίδος φυλής.

Τα Πελώρια ήταν γιορτή των Θεσσαλών, προς τιμή του Πελωρίου Διός και σε ανάμνηση της διαρροής των λιμναζόντων νερών στα Τέμπη προς τον Πηνειό από σεισμό, με αποτέλεσμα να γίνει η περιοχή εύφορη. Η γιορτή περιελάμβανε συμπόσιο, όπου κάθονταν σε κοινά τραπέζια όλοι, οι πολίτες, οι δούλοι και οι ξένοι.

Τέλος τα Πληρόσια, γιορτάζονταν στην Αθήνα την 5η του μηνός Ποσειδώνος και περιελάμβαναν θυσίες.


 


ΠΑΝΙΩΝΙΑ, ΠΟΣΕΙΔΕΑ, ΤΑΥΡΕΙΑ ΚΑΙ ΤΑΥΡΟΚΑΘΑΡΨΙΑ

Αυτές οι τέσσερεις γιορτές ήταν αφιερωμένες στον Ποσειδώνα. Συγκεκριμένα τα Πανιώνια, ήταν Ιωνική γιορτή και τελούνταν στο Πανιώνιον της Πριήνης. Τα Πανιώνια ήταν γιορτή που περιελάμβανε θυσίες και θεσμοθετήθηκε από το Νειλέα, οικιστή της Μιλήτου, ενώ Πανιώνια γιορτάζονταν και στη Σμύρνη όπου η γιορτή περιελάμβανε και αγώνες.

Τα Αθηναϊκά Ποσείδεα γιορτάζονταν την 8η του μηνός Ερμαίου και περιελάμβανε θυσίες ταύρων προς τιμή του Θεού.

Τα Ταύρεια ήταν γιορτή των Θεσσαλών την 8η του μηνός Ερμαίου και περιελάμβανε θυσίες ταύρων προς τιμή του Θεού.

Τα Ταυροκαθάρψια γιορτάζονταν και αυτά στη Θεσσαλία προς τιμή του Θεού, ενώ ταυροκαθάρψια γιορτάζονταν και στη Σμύρνη, την Τίρυνθα και την Κρήτη. Στα Ταυροκαθάρψια στη Κρήτη τέσσερεις άνδρες – και γυναίκες- κρατούσαν ξύλινα ρόπαλα και, τριγυρίζοντας τον ταύρο, ένας από αυτούς προσπαθούσε να ανέβει στη ράχη του ζώου και κρατώντας τα κέρατα του εκτελούσε διάφορες ακροβατικές ασκήσεις.



ΠΡΟΜΗΘΕΙΑ

Τα Προμήθεια ήταν αθηναϊκή γιορτή προς τιμή του Προμηθέως, σε ανάμνηση της ευεργεσίας του προς την ανθρωπότητα και δείγμα ευγνωμοσύνης προς αυτόν. Κατά τη διάρκεια της γιορτής φερόταν άσβεστο πυρ από τον Κεραμεικό στην Ακρόπολη.

 


ΠΥΑΝΕΨΙΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΓΕΙΤΝΙΑ

Γιορτές προς τιμή του Απόλλωνος στην Αθήνα την 7η των μηνών Πυανεψιώνος και Μεταγειτνιώνος αντίστοιχα.

Η ονομασία της γιορτής των Πυανεψίων προέρχεται από τη λέξη πύανος, δηλαδή Κύαμος, επειδή την ημέρα εκείνη οι θρησκευτές έτρωγαν κυάμους, όσπρια και λαχανικά, μέρος των οποίων πρόσφεραν στον Απόλλωνα.

Μετά ακολουθούσαν ευχαριστίες προς το Θεό για την αφθονία των καρπών. Η γιορτή συνεχιζόταν με την μεταφορά της «ειρεσιώνης», που ήταν κλάδος ελιάς, ο οποίος στολιζόταν με τους πρώτους εμφανιζόμενους φθινοπωρινούς καρπούς, εκτός του αχλαδιού και του μήλου. Ήταν σύμβολο ευφορίας και ήταν αφιερωμένο στην Αθηνά, τον Απόλλωνα και τις Ώρες.

Οι ιερείς κρεμούσαν την «ειρεσιώνη» στις θύρες των Ναών, για να ευχαριστήσουν τους Θεούς για τη γονιμότητα και για να τους παρακαλέσουν να είναι παρόμοια και στο επόμενο έτος. Η «ειρεσιώνη» προς τιμή της Αθηνάς, κατατίθετο στην Ακρόπολη και κοβόταν από τις Ιερές ελιές της Ακαδημίας κατά τα Παναθήναια και ανεβιβάζετο πανηγυρικώς στη Ακρόπολη, ενώ συγχρόνως ψάλλονταν και ύμνοι. Επίσης περιφέρονταν στην πόλη «αμφιθαλείς», δηλαδή παιδιά που είχαν στη ζωή και τους δύο γονείς, τα οποία κρατούσαν «ειρεσιώνη» και την κρεμούσαν άνω της θύρας των οικιών τους, όπου και έμενε εκεί μέχρι την ίδια μέρα του νέου έτους οπότε, αφού τοποθετούσαν τη νέα, κατέβαζαν την παλιά και την έκαιγαν.

Τα Μεταγείτνια γιορτάζονταν προς τιμή του Απόλλωνος Μεταγειτνίου, που παραστέκει στις σχέσεις με τους γείτονες και στις μετοικεσίες.

 


ΠΥΘΙΑ

Τα Πύθεια γιορτάζονταν από την 7η ως την 11η του μηνός Ηρακλείου προς τιμή του Πύθιου Απόλλωνος, στο ιερό που λεγόταν «Πυθώς», στους Δελφούς ανά πενταετία.

Η εκτέλεση των Πυθικών αγώνων άρχιζε και έληγε με διάφορες ιεροπραξίες. Αυτή της ενάρξεως ήταν επιβλητική και περιελάμβανε επίσημη πομπή που αποτελείτο από την Αμφικτυονία με τις ιερές θεωρίες της, από αντιπροσώπους των διαφόρων πόλεων και θρησκευτές και τέλος, από τα σφάγια που οδηγούντο για τη μεγάλη θυσία. Η πομπή μετέβαινε σε παράταξη, μέσω της Ιεράς Οδού, στον ναό του Απόλλωνος, στο βωμό του οποίου αναπέμπονταν δεήσεις και προσφέρονταν θυσίες.
Το πρόγραμμα των Πυθίων, περιελάμβανε μουσικό αγώνα κιθαρωδίας, ο οποίος ήταν επικολυρική ραψωδία που συνοδευόταν με κιθάρα. Το θέμα του ήταν η νίκη του Απόλλωνος κατά του Πύθωνος και ο υψίφωνος κιθαρωδός ήταν ντυμένος με μεγαλοπρέπεια. Ο μουσικός αγών περιελάμβανε ακόμη τον «αυλητικό», μουσική σύνθεση που εκτελείτο μόνο από αυλητή και την «αυλωδία», άσμα με τη συνοδεία αυλού. 

Στην αυλωδία, μετείχαν ο τραγουδιστής (αυλωδός) και ο αυλητής, ενώ το θέμα ήταν πάλι η εξύμνηση της πάλης του Απόλλωνος με τον Πύθωνα. Η μουσική του ήταν περιγραφική και μιμητική, ενώ διαιρείτο σε πέντε μέρη. Το πρώτο μέρος λεγόταν «πείρα» και περιέγραφε την προετοιμασία του Θεού προς πάλη. Το δεύτερο λεγόταν «κατακελευσμός» και περιέγραφε την πρόκληση του Θεού προς τον Πύθωνα. Το τρίτο μέρος λεγόταν «ιαμβικό» και περιέγραφε τον αγώνα και την αγωνία του Πύθωνος. Το τέταρτο λεγόταν «σπονδείον» και εξυμνούσε τη νίκη του Απόλλωνος. Το πέμπτο λεγόταν «καταχόρευσις» και ήταν ο νικητήριος παιάν, το θριαμβευτικό άσμα του Θεού.
Επίσης τα Πύθια περιελάμβαναν ποιητικούς, δραματικούς, γυμνικούς και ιππικούς αγώνες. Το πρόγραμμα των Πυθικών αγώνων διεξαγόταν ως εξής : την πρώτη μέρα ο μουσικός αγών, την δεύτερη, τρίτη και τέταρτη οι γυμνικοί και την Πέμπτη οι ιππικοί αγώνες.

Όλοι οι γυμνικοί αγώνες διεξάγονταν στο στάδιο και προ της ενάρξεως των αγώνων, οι αθλητές πρόσφεραν θυσία στον ήρωα Εύδρομο, στο Ιερό κοντά στο στάδιο. Το έπαθλο των αγώνων ήταν στεφάνι από κλάδο δάφνης, τον οποίο έκοβε από την Ιερά Δάφνη της κοιλάδος των Τεμπών «αμφιθαλής παίς». Ο Πυθιονίκης είχε το δικαίωμα να εγείρει στους Δελφούς το άγαλμά του, σε ανάμνηση του θριάμβου του.

 

 


ΣΑΡΩΝΙΑ ΚΑΙ ΚΑΡΥΑΤΕΙΑ

Τα Σαρώνια και τα Καρυάτεια ήταν γιορτές προς τιμή της Αρτέμιδος. Τα Σαρώνια γιορτάζονταν προς τιμή της Σαρωνίας Αρτέμιδος στην Τροιζήνα στο Ιερό της, που βρισκόταν κοντά στα τέλματα της Φοιβαίας λίμνης.

Τα Καρυάτεια ήταν αγροτική γιορτή προς τιμή της Καρυάτιδος Αρτέμιδος στις Καρνές της Λακωνίας και η γιορτή περιελάμβανε χορούς παρθένων.



ΣΕΠΤΗΡΙΑ,ΣΩΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΕΥΜΕΝΙΑ

Τα Σεπτήρια, τα Σωτήρια και τα Ευμένια ήταν γιορτές των Δελφών προς τιμή του Απόλλωνος.
Τα Σεπτήρια γιορτάζονταν κάθε εννέα έτη σε ανάμνηση του αγώνος μεταξύ του Απόλλωνος και Πύθωνος. Οι θρησκευτές κατασκεύαζαν ομοίωμα της καλύβας του Πύθωνος και, αφού εκτελούσαν ανάπαράστση του αγώνος, έκαιγαν τη καλύβα με δάδες χωρίς να μιλά κανείς. Στη συνέχεια ο υποδυόμενος τον Απόλλωνα πήγαινε με τους συνοδούς του στα Τέμπη για να καθαρθεί από τον φόνο. Από εκεί έπαιρνε την Ιερά Δάφνη την οποία μετέφερε στους δελφούς με πομπή.
Τα Σωτήρια γιορτάζονταν προς τιμή του Πυθίου Απόλλωνος άλλα και του Διός Σωτήρος σε ανάμνηση της σωτηρίας της Ελλάδος από την επιδρομή των Γαλατών το 279 της αρχαίας χρονολόγησης. Η γιορτή περιελάμβανε αγώνες γυμνικούς, μουσικούς και ιππικούς.
Τέλος τα Ευμένια περιελάμβαναν λαμπαδηδρομία απ’ το Γυμνάσιο ως το βωμό του Θεού.

 




ΣΚΙΡΟΦΟΡΙΑ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΗ ΕΝ ΟΙΚΟΙΣ

Τα Σκιροφόρια γιορτάζονταν προς τιμή της Αθηνάς Σκιράδος (στην οποία ήταν αφιερωμένος ολόκληρος ο μήνας) της Δήμητρος, της Περσεφόνης και του Ποσειδώνος Φυταλμίου την 12η του μηνός Σκιροφοριώνος.

Η γιορτή περιελάμβανε πομπή, με την οποία γινόταν περιφορά του «σκιαδείου» της Θεάς, το οποίο προστάτευε τους αγρούς και την πόλη από το θερινό καύσωνα και εξασφάλιζε έτσι την ευφορία της γης.

Εκτός του σκιαδείου οι θρησκευτές μετέφεραν και το «κώδειον» του Μειλιχίου Διός, δηλαδή το δέρμα κριού που είχε θυσιαστεί στο όνομα του, για να εξασφαλιστεί και τούτου και των άλλων Θεώ η ευμένεια υπέρ της πόλεως προς αποτροπή του υπερβολικού καύσωνος και των ζημιών στην παραγωγή.

Η πομπή ξεκινούσε από την Ακρόπολη και κατέληγε στο προάστειο των Αθηνών που λεγόταν Σκίρο και βρισκόταν στην Ιερά Οδό.

Η «Ειρήνη εν οίκοις» γιορταζόταν την 16η του μηνός Εκατομβαιώνος και περιελάμβανε προσφορές καρπών και ανθέων στη Θεά Αθηνά για να παρέχει ειρήνη και ευτυχία στην οικία.


 


ΣΩΣΙΠΟΛΕΙΑ

Τα Σωσιπόλεια ήταν γιορτές προς τμή του Διός στη Μαγνησία του Μαιάνδρου την εποχή του θερισμού. Οι θρησκευτές καθιέρωναν έναν ταύρο με λαμπρές τελετές στην αρχή της σποράς και η καθιέρωση αυτή του ταύρου είχε την ονομασία «Ανάδειξις¨. Στην συνέχεια θυσίαζαν το ζώο και οργάνωναν συμπόσιο όπου έτρωγε όλη η πόλη το θυσιασμένο Ιέρειο, ενώ πριν τη θυσία κατά την διάρκεια της επίκλησης του Διός ο Κήρυκας έκανε ευχές για την ευημέρια της πόλεως.

 



ΤΙΘΕΝΙΔΑ ή ΤΙΘΗΝΙΔΑ

Γιορτή των Σπαρτιατισσών στις Αμύκλες, προς τιμή της Κορυθαλίας Αρτέμιδος. Σύμφωνα με την τοπική παράδοση, η Κορυθαλία Άρτεμις ήταν τροφός του Διονύσου και γι’ αυτό η γιορτή ανήκε στις τροφούς των παιδιών (τιθήναι). Η γιορτή περιελάμβανε θυσία χοίρων, κύκλιους χορούς, ηδονικά άσματα, φαλλοφορία από γυναίκες προσωπιδοφόρους (Κορυθάλια) και συμπόσια. Η γιορτή κορυφωνόταν, με την παρουσίαση των αρσενικών παιδιών των Σπαρτιατών από τις τροφούς τους, μπροστά στο άγαλμα της Θεάς και στην Αρχιέρεια της για να τα ευλογήσει στο όνομα της Αρτέμιδος.

πηγές: ellinon.net - enneaetifotos

ΩΡΙΩΝ - Ο ΚΥΝΗΓΟΣ ΤΟΥ ΔΙΑ

$
0
0
orion-a.jpg

Ο Ωρίων (Ωρίωνας) ήταν ο πιο διάσημος κυνηγός στην ελληνική μυθολογίαΜια φορά, όπως το συνήθιζαν οι θεοί του Ολύμπου, ο Δίας και ο Ποσειδώνας πήγαν ένα περίπατο στη γη μεταμφιεσμένοι σε ανθρώπους. Περνώντας από τη Βοιωτία δέχθηκαν τη θερμή φιλοξενία του Υριέα, του «επώνυμου ήρωα» της πόλεως Υρίης. Εκείνη την εποχή όμως ο Υριέας ήταν σε πολύ μεγάλη ηλικία και χήρος χωρίς παιδιά. Εξομολογήθηκε στους φιλοξενούμενους τον καημό του για τη μεγάλη μοναξιά του και πόσο θα ήθελε να είχε ένα παιδί. Αφού οι δύο θεοί είχαν φύγει, το άλλο πρωί ο Υριέας βρήκε στο κατώφλι του σπιτιού του ένα βρέφος: ήταν ο μικρός Ωρίων, ένα δώρο από τους θεούς για τη φιλοξενία που τους είχε προσφέρει. Για τον λόγο αυτό ο Ωρίων αναφέρεται άλλοτε ως γιος του Υριέα και άλλοτε ως γιος του Ποσειδώνα, μάλιστα ήταν καρπός της σχέσης του θεού με την Ευρυάλη, κόρη του βασιλιά Μίνωα. Λέγεται ακόμα ότι είχε πάρει από τον πατέρα του, θεό της θάλασσας, το χάρισμα να μπορεί να βαδίζει πάνω στη θάλασσα.

Ο Ωρίων ήταν  ξακουστός για την ομορφιά του και μεγάλος κυνηγός που γυρνούσε τα βουνά με το χάλκινο ρόπαλό του και σκότωνε αγρίμια.
Μια φορά στα βουνά της Βοιωτίας είδε την Πλειόνη με τις 7 κόρες της που όλες ήταν τόσο όμορφες όσο και η μητέρα τους. Ο Ωρίων όμως ερωτεύτηκε παράφορα την Πλειόνη και θέλησε να την κάνει δικιά του με την βία. Η Πλειόνη και οι κόρες της το έβαλαν στα πόδια και αυτός τις κυνηγούσε για 5 χρόνια. Οι Θεοί τις λυπήθηκαν και της έκαναν αστέρια. Τις γνωστές Πλειάδες ( Πούλια).
Όταν είχε πάει στην Κρήτη και αφού κυνηγούσε ότι έβρισκε, η Γη φοβήθηκε πως δεν θα αφήσει τίποτε ζωντανό, οπότε έστειλε ένα μεγάλο σκορπιό και τον σκότωσε. Ο Δίας τον λυπήθηκε και τον έκανε αστερισμό.

Έτσι ο Ωρίων είναι μαζί με τα δύο σκυλιά του στον ουρανό ( τον αστερισμό του μικρού και του μεγάλου Κυνός ) , δίπλα στις Πλειάδες που ποτέ δεν μπορεί να φτάσει και έτσι που όταν βγαίνει αυτός την νύχτα ο άλλος αστερισμός του Σκορπιού να δύει για να μην ανταμωθούν ποτέ ξανά.
Για τους Αρχαίους Αιγύπτιους ο αστερισμός του Ωρίωνα ήταν ο ίδιος ο Όσιρις που αφού πέθανε έγινε ο συγκεκριμένος αστερισμός. Πιστεύεται πως όλη η διάταξη των πυραμίδων στην Γκίζα είναι απλά μια απεικόνιση του μέρους του ουρανού που περιλαμβάνει τον αστερισμό του Ωρίωνα ( με τα 3 αστέρια στην ζώνη του Ωρίωνα να είναι οι 3 μεγάλες πυραμίδες της Γκίζας και ο Νείλος να είναι ο γαλαξίας μας). Οι ψυχές των Φαραώ όταν πέθαιναν πήγαιναν στον Όσιρι , δηλαδή στον αστερισμό του Ωρίωνα.
osiris.jpg

Ο Ωρίωνας είναι ο πιο όμορφος αστερισμός από όλους και ο πλέον εύκολα αναγνωρίσιμος. Αυτή την εποχή βλέποντας ΝΑ θα τον δείτε αργά την νύχτα. Τα τρία αστέρια της ζώνης του Ωρίωνα είναι εκείνα που σε κάνουν να τον βρεις πολύ εύκολα. Αυτά τα τρία αστέρια προς Νότο σε οδηγούν στον Σείριο (του μεγάλου Κυνός) και προς Βορά στον Αλδεβαράν ( του Ταύρου) . Τα μεγάλα αστέρια του είναι ο Μπέτελγεξ και Ρίγκελ. Ο πρώτος είναι ένας υπερ-γίγας με διάμετρο που αν είχε την θέση του Ήλιου η διάμετρός του θα ξεπερνούσε την τροχιά της γης γύρω απ τον Ήλιο.



orion.jpg

Από πιο κοντά ο αστερισμός του Ωρίωνα

orion_.jpg

πηγή: laspistasteria-vikipedia

ΠΕΝΤΑΛΦΑ - ΤΟ ΠΑΡΕΞΗΓΗΜΕΝΟ ΣΥΜΒΟΛΟ

$
0
0




Η Πεντάλφα, το τόσο παρεξηγημένο από την σημερινή μας κοινωνία σύμβολο, είναι ένα από τα αρχαιότερα γνωστά σύμβολα θρησκείας και γραφής. Έχει δημιουργηθεί περί αυτής μια ανόητη παραμυθολογία που δεν συνάδει με τη συμβολική σημειωτική του θεώρηση.Ένα πεντάγραμμο είναι ένα αστέρι με πέντε γωνίες. Στα ελληνικά ο όρος πεντάγραμμο έχει επικρατήσει κυρίως για το μουσικό πεντάγραμμο, ενώ για το πεντάγραμμο (αστέρι) συνηθίζεται ο όρος πεντάλφα.


Η Πεντάλφα, οι αρχαίοι Έλληνες & ο Πυθαγόρας

Στην Ελλάδα οι πρώτοι που ασχολήθηκαν ενδελεχώς με αυτό το σύμβολο ήταν ο Πυθαγόρας και οι Πυθαγόρειοι. Αυτοί ονόμαζαν το πεντάγραμμο Υγιεία και έβλεπαν στο σύμβολο αυτό, λόγω των γεωμετρικών του ιδιοτήτων, μια μαθηματική τελειότητα.

Οι νεοπυθαγόρειοι συμβόλιζαν τις άκρες του αστεριού (πενταγράμμου) με τα τέσσερα στοιχεία της φύσης και την πέμπτη με το θείο:


1.Ύδωρ
2.Γαία
3.Ιδέα ή Ιερόν
4. Ειλή ή Πυρ (ηλιακή θερμότητα)
5.Αήρ 


Τα αρχικά των λέξεων αυτών:      «Υ-Γ-Ι-ΕΙ-Α».

Οι αρχαίοι Έλληνες την ονόμαζαν επίσης «Πεντάγραμμον», διότι αποτελείται από 5 γραμμές, «Πεντάγωνον» διότι έχει 5 γωνίες και «Πεντάμυχος». Την συναντάμε αρχικά ως σύμβολο της Πυθαγόρειας φιλοσοφίας της τελειότητας του ανθρώπου, του Θεού Εντός και της αιωνιότητας. Κατά τον Πυθαγόρα, ο αριθμός 5 είναι ο αριθμός του ανθρώπου και της Ψυχής. Κάθε άκρη της Πεντάλφας σχετίζεται με ένα στοιχείο, που δίνει ζωή στον άνθρωπο αλλά και που δημιουργεί ο άνθρωπος: γη-ύλη, νερό-υγρά, αέρας-ανάσα, φωτιά-ενέργεια, ψυχή-νους. Για τους Πυθαγόρειους η Πεντάλφα υπήρξε έμβλημα, την ονόμαζαν «ΥΓΙΕΙΑ» και ήταν το αναγνωριστικό τους («Υγιαίνετε»). Η ΥΓΙΕΙΑ συμβόλιζε το αντίθετο του θανάτου. Όχι όμως του υλικού θανάτου, αλλά του πνευματικού. Γι αυτό και το κέντρο της Πεντάλφας συμβόλιζε την αθάνατη Ζωή.

Η «Πεντάμυχος» ήταν άλλη μια ονομασία της Πεντάλφας για τους Πυθαγόρειους, της οποίας η σημασία είναι «το βαθύτερο Είναι», «το κέντρο της ύπαρξης». Ο Φερεκύδης (που πιθανολογείται ότι υπήρξε δάσκαλος του Πυθαγόρα) έγραψε μια δική του εκδοχή της Θεογονίας και την ονόμασε «Πεντάμυχος». Πιθανολογείται λοιπόν ότι αυτή η ονομασία της Πεντάλφας από τους Πυθαγόρειους, προέρχεται από τον Φερεκύδη. Μια άλλη πιθανή εκδοχή, είναι ο Πυθαγόρας να επηρεάστηκε από την μαθητεία του στην Αίγυπτο και την Βαβυλώνα και μετέφερε την Πεντάλφα και την σημασία της στην πατρίδα του.

Ο Πλάτωνας χαρακτήριζε την Πεντάλφα ως «σύμβολο των Ουρανών» και οι μεταγενέστεροί του συνέδεσαν την Πεντάλφα με τα 5 πλατωνικά στέρεα, ως εξής: Τετράεδρο - Φωτιά, Κύβος - Γη, Οκτάεδρο - Αέρας, Δωδεκάεδρο - Πνεύμα και Εικοσάεδρο - Νερό.

Αργότερα, ο φημισμένος Ελληνοαιγύπτιος ο Κλαύδιος Πτολεμαίος (87-150 μ.Χ. περίπου) συνέδεσε τους 5 ‘δευτερεύοντες’ πλανήτες με την Πεντάλφα και τα στοιχεία, ως εξής: Άρης - Γη, Κρόνος - Νερό, Αφροδίτη - Αέρας, Δίας - Φωτιά, Ερμής - Πνεύμα. Στην όρθια Πεντάλφα τοποθετούνται ως εξής: ο Ερμής στην πάνω γωνία, ο Άρης στην αριστερή, ο Κρόνος στην κάτω αριστερή, η Αφροδίτη στην κάτω δεξιά και ο Δίας στην δεξιά. Κατά τον Πτολεμαίο, τα δύο δεξιά στοιχεία είναι καλόβουλα, ενώ τα δύο αριστερά είναι κακόβουλα. Η κορυφή είναι ουδέτερη, εξισορροπώντας τα 4 στοιχεία. Οι δύο κύριοι πλανήτες, Ήλιος και Σελήνη, στέκονται πάνω από την Πεντάλφα, δεξιά και αριστερά, αντίστοιχα. Σε μερικά από τα νεότερα μυστικιστικά συστήματα, μπορούμε να βρούμε τον Ήλιο και την Σελήνη στο κέντρο της Πεντάλφας, ‘δεμένα’ μεταξύ τους έτσι, που να θυμίζουν το Ταοϊστικό Γινκ-Γανγκ.


Θρησκευτικός συμβολισμός:

Για πολύ καιρό το πεντάγραμμο είχε συνδεθεί με τον πλανήτη Αφροδίτη και με τη λατρεία της θεάς Αφροδίτης. Επίσης συνδέεται και με τη λατρεία του Ρωμαίου Εωσφόρου (Lucifer) ο οποίος φέρνει το φως και τη γνώση.

Ως σύμβολο θεωρείται από πολλούς που ασχολούνται με παγανιστικές θρησκείες ότι έχει μαγικές ιδιότητες.


Γεωμετρία:


Η πεντάλφα κατασκευάζεται από ένα κανονικό πεντάγωνο φέρνοντας τις διαγώνιους στο πεντάγραμμο αυτό.

Η πεντάλφα συνδέεται με τη χρυσή τομή φ: ο λόγος κάθε ευθύγραμμου τμήματος που εμφανίζεται σε αυτή ως προς το αμέσως μικρότερό του ισούται με τη χρυσή τομή. Σύμφωνα με την εικόνα είναι:





λόγος του μήκους των τμημάτων που περιγράφονται στο κείμενο ως προς το αμέσως μικρότερό του ισούται με τη χρυσή τομή.

Εθνικός συμβολισμός:


Η πεντάλφα ανευρίσκεται στις σημαίες δύο αφρικανικών χωρών, του Μαρόκου όπου συμβολίζει τη Σφραγίδα του Σολομώντα και της Αιθιοπίας όπου ως αστέρι συμβολίζει το λαμπρό μέλλον της χώρας.




Η σημαία της Αιθιοπίας






Η σημαία του Μαρόκου



Σατανισμός:

Η χρήση της ανεστραμμένης Πεντάλφας ως σατανιστικό σύμβολο είναι πολύ πρόσφατη (μόλις του 19ου αιώνα), πατέρας της οποίας είναι ο Eliphas Levi, ο οποίος -αυθαίρετα- ισχυρίστηκε ότι η όρθια Πεντάλφα (δηλαδή με την μια άκρη επάνω) συμβολίζει την θετική Αρχή και το Φως, ενώ η ανεστραμμένη (δηλαδή με την μια άκρη κάτω) την αρνητική Αρχή και το Σκότος.


Κατόπιν, δημιούργησε την ανεστραμμένη Πεντάλφα με το κεφάλι του Baphomet στην μέση (του Τραγοκέφαλου -και επίσης πολύ παρεξηγημένου- αρχαίου Θεού). Ακόμα και ο ίδιος (αρχικά) δεν σκόπευε στην σύνδεση αυτού του συμβόλου με τις Σκοτεινές Τέχνες ή/και τον Σατανισμό. Η άγρια όμως μορφή του Κερασφόρου Baphomet, γρήγορα συσχετίστηκε και ταυτίστηκε με την επικρατούσα μορφή του Χριστιανού Σατανά κι έτσι ξεκίνησε η... σύγχυση εννοιών. Η ‘χαριστική βολή’ δόθηκε με την δημιουργία της πρώτης σατανικής εκκλησίας στις ΗΠΑ, στα μέσα του 20ου αιώνα από τον Lavey, που έφερε ως έμβλημά της την ανεστραμμένη Πεντάλφα με την μορφή του Baphomet. Έτσι, η ανεστραμμένη Πεντάλφα (με ή χωρίς την μορφή του Baphomet στην μέση) συνδυάστηκε με τον Σατανισμό και τις Σκοτεινές Τέχνες, κι ο σοφός Μύστης, Αλχημιστής, Φύλακας-Θεός της Ισορροπίας και της Απόκρυφης Γνώσης Baphomet, ξέπεσε να ταυτίζεται με τον κακό και σκοτεινό Σατανά...


Πριν από αυτό, δεν υπήρχε καμιά σύνδεση της Πεντάλφας με το κακό. Ειδικά η ανεστραμμένη Πεντάλφα, φορούνταν από τους αμύητους για να δηλώνει ότι ο κάτοχος βρίσκεται σε περίοδο εκμάθησης κι επομένως δεν ήταν ακόμα έτοιμος (ή άξιος) να φορά την Πεντάλφα όρθια. Επιπλέον, η ανεστραμμένη Πεντάλφα εμφανίζεται ως Μεσαιωνικό σύμβολο της υγείας, σύμβολο της Μεταμόρφωσης του Χριστού και στην σφραγίδα του Μέγα Κωνσταντίνου. Ακόμα και η σκληρή Ιερά Εξέταση του Μεσαίωνα, δεν συσχέτισε ποτέ την Πεντάλφα (είτε όρθια είτε ανεστραμμένη) με τον Σατανά... ούτε καν με τον Baphomet, που λατρεύονταν από τους Ναΐτες. Στις 11 κατηγορίες και στις 8 Παπικές διακηρύξεις εναντίον των Ναϊτών, δεν γίνεται ούτε μια φορά λόγος για την Πεντάλφα ή/και τον Baphomet.


Ο μεταγενέστερος του Λεβί και διάσημος μυστικιστής Άλιστερ Κρόουλυ, ίσως σε μια προσπάθεια αποκατάστασης της Πεντάλφας, έγραψε ότι η όρθια Πεντάλφα συμβολίζει τον Μακρόκοσμο ενώ η ανεστραμμένη τον Μικρόκοσμο.

Τα Πέντε Άλφα, οι Πέντε Αρχές και οι Πέντε Αρετές

Το σύμβολο του πεντάγωνου αστεριού, πιστεύεται ότι ονομάστηκε «Πέντε-Άλφα» λόγω του σχήματός του, που φαίνεται σαν πέντε ‘Α’ μπλεγμένα μεταξύ τους. Για πολλούς όμως, αυτή η ονομασία πάει πολύ πιο βαθιά από απλώς τον σχηματισμό της. Αλήθεια, Αγάπη, Αρετή, Αγιοσύνη, Αγνότητα, Αθωότητα, Αιωνιότητα, Αθανασία, Αφοσίωση, Αλληλεγγύη, Αδελφοσύνη, Αμεμπτότητα, Αναπτέρωση, είναι μονάχα λίγα από τα πιθανά ‘Α’ της κάθε γωνίας του άστρου. Κάθε πίστη που χρησιμοποιεί και τιμά το άστρο, φτιάχνει την δική της πεντάδα των ‘Α’.


Κατά μια άλλη έννοια, εξίσου διαδεδομένη, τα «Πέντε-Άλφα» είναι οι σημαντικότερες Πέντε Αρχές που διέπουν το σύμπαν ή οι βασικότερες Πέντε Αρετές που θα πρέπει να έχει ένας μυημένος... Ή και τα δύο. Έτσι, η πεντάδα που δημιουργείται δεν αποτελείται απαραιτήτως από λέξεις/έννοιες που ξεκινούν με ‘Α’ (π.χ. Σοφία, Γνώση, Σθένος, Ειρήνη, Ευσπλαχνία, Κάθαρση κλπ, είναι μερικές από τις πιο συνηθισμένες Αρχές και Αρετές που συναντάμε να αποτελούν την Πεντάλφα).


Στην Μεσαιωνική Αγγλία, η πεντάλφα συμβόλιζε τις πέντε αρετές της Παναγίας: αγνότητα, έλεος, γενναιοδωρία, συντροφικότητα και ευγένεια.


Στην Καμπάλα και το Δέντρο της Ζωής, ο αριθμός 5 συνδέεται με τις 5 Αρχέτυπες Δυνάμεις: Δικαιοσύνη, Έλεος, Σοφία, Κατανόηση και την Ανυπέρβλητη Μεγαλοπρέπεια (του Θεού)


Η Πεντάλφα γενικά στις Θρησκείες, τις Φιλοσοφίες και τα Συστήματα της Τέχνης

Οι πρώτες -μέχρι στιγμής- αναφορές στην Πεντάλφα, μας έρχονται από την αρχαία Μεσοποταμία (περίπου το 3.500 π.Χ.), όπου εικάζεται πως συμβόλιζε το Ουράνιο Ον και χρησιμοποιούνταν ως προστασία εναντίον της μαγγανείας. Πάμπολλα ευρήματα στην Μεσοποταμία, στην Σουμερία και στις γύρω απ’ αυτές περιοχές, της περιόδου από το 3.500 π.Χ. έως και το 900 π.Χ., φέρουν την Πεντάλφα.


Στην Σουμερία, εμφανίζεται ως το σύμβολο του UB, δηλαδή της Ουράνιας Κατοικίας. Επίσης, για την αρχαία Βαβυλώνα υπήρξε σύμβολο των 4 κατευθύνσεων μπρος, πίσω, αριστερά, δεξιά, που αντιστοιχούν στους πλανήτες Δια, Ερμή, Άρη και Κρόνο αντίστοιχα, και της πέμπτης κατεύθυνσης ‘πάνω’ που αντιστοιχεί στην ‘Ουράνια Βασίλισσα’, δηλαδή την Αφροδίτη (την Βαβυλώνια ‘Ιστάρ’). Έτσι, η Πεντάλφα συνδέθηκε με την λατρεία της Θεάς της Ομορφιάς και της Αγάπης.

Αγάλματα που βρέθηκαν της αρχαίας Αιγύπτου, φέρουν εγχάρακτη την Πεντάλφα. Για τους αρχαίους Αιγυπτίους αντιπροσώπευε την Θεϊκή Μήτρα και περιβάλλονταν από βαθιά φιλοσοφία, για την οποία δυστυχώς γνωρίζουμε πολύ λίγα σήμερα. Εικάζοντας, θεωρούμε ότι μεγάλο μέρος αυτής της φιλοσοφίας, επιβίωσε μέσω του Πυθαγόρα και της Πυθαγόρειας Σχολής, μιας και ο Πυθαγόρας μαθήτευσε στην Αίγυπτο και μυήθηκε στα αιγυπτιακά μυστήρια.

Για τους αρχαίους Κέλτες και Νορβηγούς, η Πεντάλφα υπήρξε σύμβολο προστασία από οτιδήποτε κακό, είτε αυτό ήταν δαιμόνια, είτε μαγγανεία, είτε κακόβουλα αερικά και συνήθιζαν να την σκαλίζουν πάνω στις πόρτες των σπιτιών τους ή/και στα κρεβατάκια των μωρών.

Για τον Βασιλιά Σολομώντα υπήρξε σύμβολο των πέντε αισθήσεων και της σχέσης αρσενικού-θηλυκού. Μέχρι και σήμερα, η Πεντάλφα καλείται επίσης «Σφραγίδα του Σολομώντα» και για τους Εβραίους, είναι το σύμβολο της Πεντάτευχου. Κλεισμένη σε κύκλο, είναι σύμβολο Θεϊκής προστασίας και η σφραγίδα της Ιερουσαλήμ, κατά την περίοδο από τον 5ο έως και τον 1ο αιώνα π.Χ., ήταν μια Πεντάλφα κλεισμένη σε κύκλο με τα εβραϊκά γράμματα YRSLM (δηλαδή «Ιερουσαλήμ») να την περικλείουν. Κεραμικά, νομίσματα και άλλα αντικείμενα που βρέθηκαν στην περιοχή της Ιερουσαλήμ και στην Καπερναούμ (σήμερα στεγάζονται στο Ισραηλινό Μουσείο της Ιερουσαλήμ) φέρουν την «Σφραγίδα της Ιερουσαλήμ» ή την «Σφραγίδα του Σολομώντα».

Οι Χριστιανοί Γνωστικοί την αποκαλούσαν «Φλεγόμενο Αστέρι» και στον Χριστιανικό Μυστικισμό συμβολίζει τις πέντε πληγές του Χριστού, την Αγία Τριάδα και τις δύο φύσεις του Χριστού (Ανθρώπινη και Θεϊκή), τα Αγία Θεοφάνεια και την αποκάλυψη του Χριστού ως βρέφος στους 3 Μάγους,ενώ επίσης το σύμβολο αυτό συνδέεται και με τον Ελευθεροτεκτονισμό.Αναφέρεται επίσης ως «Το Άστρο του Ιακώβ» που είναι σύμβολο Θεϊκής Σοφίας, «Άστρο του Ιησού» και «Άστρο της Δύσης» που συνδέεται με τον Ιησού, ως το Άστρο που λάμπει λίγο πριν την ανατολή. Η ανεστραμμένη Πεντάλφα συμβολίζει την ενσάρκωση του Θεού, δηλαδή τον Χριστό.

Αναφορές έχουμε και για τους ιππότες του θρυλικού Βασιλιά Αρθούρου, όπου η Πεντάλφα υπήρξε θυρεός του Σερ Γκάγουεν και σύμβολο των πέντε πληγών του Χριστού. Στα επικά ποιήματα της εποχής, γίνεται συχνά αναφορά της Πεντάλφας ως σύμβολο του Φωτός.

Για τους Ροδόσταυρους και τους Αλχημιστές συμβολίζει τον Άνθρωπο μέσα στον Μικρόκοσμο, με το κεφάλι του στην κορυφή του αστεριού, τα χέρια του απλωμένα στις άκρες και τα πόδια κάτω. Πολλοί σύγχρονοι Μύστες διατηρούν αυτόν το συμβολισμό, μα επίσης τιμούν την Πεντάλφα ως σύμβολο ζωής: Γέννηση, Βάπτιση (Μύηση), Αγάπη, Ανάπαυση, Θάνατος. Ή: Βρεφική ηλικία, Εφηβεία, Ενηλικίωση, Μέση Ηλικία, Τρίτη Ηλικία. Επίσης, την συνδέουν με τις 4 εποχές του χρόνου (Άνοιξη-παιδική ηλικία, Καλοκαίρι-εφηβεία, Φθινόπωρο-ενηλικίωση και Χειμώνας-Τρίτη ηλικία) και στην θέση του Πνεύματος στέκεται ο Θάνατος, που είναι η αρχή, το τέλος και η αρχή ξανά κάθε ζωής, αλλά και το πέρασμα από μια κατάσταση σε μια άλλη.

Φεύγοντας όμως από την Μεσόγειο, συναντάμε την Πεντάλφα και σε σχεδόν ολόκληρο τον υπόλοιπο κόσμο. Όπως για παράδειγμα στην Κίνα, ως σύμβολο των πέντε κινεζικών φυσικών στοιχείων (μέταλλο, ξύλο, γη, νερό, φωτιά) και της αέναης φυσικής κίνησης.

Μια από τις πιο φημισμένες Πεντάλφες, είναι αυτή του Henry Cornelius Agrippa von Nettesheim, στο Libri tres de occulta philosophia, με έναν άνθρωπο στο κέντρο να εκτείνει τα πόδια και τα χέρια του στον κύκλο που περικλείει την Πεντάλφα. Πάμπολλες παραλλαγές αυτής της Πεντάλφας συναντάμε κατά την περίοδο της Αναγέννησης, μερικές εκ των οποίων φέρουν στα άκρα τα εβραϊκά γράμματα YHSVH, δηλαδή «Γεσουά» - «Μεσσίας/Υιός Θεού». Στην αυθεντική του Agrippa, τα άκρα φέρουν πλανητικά σύμβολα και το κέντρο το σύμβολο της σελήνης. Μια γνωστή παραλλαγή του Βετρούβιου Άνδρα του Leonardo Da Vinci, είναι αυτή όπου ο άνδρας βρίσκεται μέσα σε Πεντάλφα, συμβολίζοντας την σχέση του ανθρώπου με το Σύμπαν, παραπέμποντας στην Θεϊκή Αναλογία (αριθμός Φ), η οποία κρύβεται και στον Βετρούβιο Άνδρα, αλλά και στην Πεντάλφα που είναι υπόδειγμα της Θεϊκής Αναλογίας.

Ο διάσημος ψυχολόγος Καρλ Γιούγκ δεν έμεινε αδιάφορος απέναντι στην Πεντάλφα. Γοητευμένος από την ιστορία και φιλοσοφία που κουβαλά το σύμβολο, συνέδεσε τα 5 στοιχεία που την χαρακτηρίζουν με 5 αισθήσεις του ανθρώπου: Αίσθημα, Σκέψη, Διαίσθηση, Αίσθηση και Ανυπέρβλητος Εαυτός που τα εμπεριέχει όλα.

Στον Νεοπαγανισμό των τελευταίων δεκαετιών, συναντάμε πάλι την Πεντάλφα σε σχέση με τον Κερασφόρο Θεό, που έχει πέντε μορφές: Άνθρωπος, Τράγος, Κριός, Αρσενικό Ελάφι, Ταύρος, χωρίς όμως να αναφέρεται σε δαιμονική Θεότητα, αλλά στον Θεό Παν - τον Θεό της Φύσης, τον σύντροφο και προστάτη της Μητέρας Θεάς. Όμως, η πλέον διαδεδομένη ερμηνεία του συμβόλου τις τελευταίες δεκαετίες, σχετίζεται με τα στοιχεία της φύσης και την σχέση τους με μας. Έτσι έχουμε:
Το Πνεύμα, που αντιπροσωπεύει το αιθερικό, το αιώνιο και την επικοινωνία μας με το Θείο. Είναι η αθάνατη ψυχή μας, το θεϊκό που βρίσκεται μέσα σε όλους μας, η πνευματική μας σύνδεση με την Φύση και μεταξύ μας. Συμβολίζει την αγάπη, την αθωότητα και όλα τα αγνά τα συναισθήματα που ανυψώνονται πέρα από τις ανάγκες τις σάρκας.


Την Γη, που αντιπροσωπεύει το στοιχείο της Μητέρας. Είναι το στοιχείο της σταθερότητας. Συμβολίζει ασφάλεια, εξέλιξη, νουθεσία, όλα όσα μας παρέχει η Γη. Μας προσφέρει την ικανότητα να ερευνήσουμε το Πνεύμα με τα πόδια μας γερά στην Γη. Χωρίς αυτό το στοιχείο, θα βρισκόμασταν συνέχεια «στα σύννεφα».


Τον Αέρα, που αντιπροσωπεύει το στοιχείο του νού. Συμβολίζει την σκέψη, την ευφυία, την λογική. Μας προσφέρει την ικανότητα να εξετάζουμε το Πνεύμα και να ανακαλύπτουμε που ανήκει στην ζωή μας.


Την Φωτιά, που αντιπροσωπεύει το στοιχείο του πάθους. Συμβολίζει το κομμάτι μας που δεν γνωρίζει φόβο, που επιτίθεται στα τυφλά αλλά χωρίς σκέψη. Η Φωτιά είναι αυτή που μας δίνει κουράγιο, δύναμη και θάρρος.


Το Νερό, που αντιπροσωπεύει τον κύκλο της Ζωής, το στοιχείο του συναισθήματος. Συμβολίζει τα τρυφερά μας συναισθήματα σε αντίθεση με τα συναισθήματα της Φωτιάς. Είναι η αγνή και άδολη αγάπη και ευτυχία, όλα τα συναισθήματα που σβήνουν την Φωτιά.


Όταν η Πεντάλφα περικλείεται σε κύκλο, ενώνει όλα τα στοιχεία της Φύσης και συμβολίζει τον Άνθρωπο, που είναι η ενότητα της Ύλης με το Πνεύμα, της Πνευματικότητας με την Λογική. Μας υπενθυμίζει ότι χρειαζόμαστε όλα τα στοιχεία για να ολοκληρωθούμε και ότι η ζωή είναι ένας κύκλος. Ότι δεν μπορεί να υπάρξει χαρά χωρίς τον πόνο και πόνος χωρίς την χαρά.


Από τον Μεσαίωνα και μέχρι τις μέρες μας, ξανασυναντάμε την Πεντάλφα στις λαϊκές παραδόσεις και δεισιδαιμονίες της ελληνικής υπαίθρου, ως φυλαχτό προστασίας από τα κακόβουλα αερικά του δάσους.

Η Πεντάλφα είναι από τα λίγα σύμβολα που συναντάμε σε τόσες πολλές θρησκείες και φιλοσοφίες του κόσμου. Εδώ και χιλιετίες τιμάται με σεβασμό, προστατευτεί τον κάτοχο από δαίμονες (είτε αυτοί είναι προσωπικοί είτε όχι) και αντιμετωπίζεται ως σύμβολο σοφίας, γνώσης, ευτυχίας και ζωής. Η συσχέτισή της με τον Σατανισμό είναι εκφυλισμός και ύβρης. 


πηγή: pleiadesplace

Ο ΑΠΟΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΣ ΚΑΙ Η ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΑΣΠΙΔΑΣ ΤΟΥ ΑΧΙΛΛΕΑ

$
0
0


Α. Ο ΑΠΟΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΑΣΠΙΔΑΣ ΤΟΥ ΑΧΙΛΛΕΑ

Η λέξη ασπίς προέρχεται από το στερητικό ακαι το αρχαίο ρήμα "σπώ"που σημαίνειεκτείνω ή μηκύνω  (α + σπώ = ασπίς). Ασπίς:το μη εις έκτασιν μεμηκυμμένον αλλά εις περιφέρεια κεκυκλωμένον. Έκτασιςστην ελληνική φιλοσοφία σημαίνει την πορεία της ψυχής προ την πρόοδο. Και αυτή η πρόοδος εκτυλίσσεται σε ευθεία, μας γράφει ο Πρόκλος. Η Περιφέρειαπροσδιορίζει τον κύκλο που συμβολίζει την Τελειοποίηση  και την Επιστροφή της ψυχής. Επιστρέφω= στρέφομαι εξ έρωτος στη βάση μου.

Άρα, όταν λέμε ότι η ψυχή επιστρέφει πίσω στο νοητό, εννοούμε ότι επιστρέφουν πίσω τα στοιχεία από τα οποία είναι συγκροτημένη  η ίδια η ψυχή (από τα οποία αποτελείται). Οι δύο κοσμογονικές υλικές ουσίες από τις οποίες αποτελείται η ψυχή είναι η μεριστή ουσία (γητην ονομάζει ο Ορφέας) και η συνεχή ουσία (ύδωρ την ονομάζει ο Ορφέας). Ας προσέξουμε ότι ο πυρήνας και ο φλοιός της ψυχής (στην εικόνα της ασπίδας παρακάτω) αποτελούνται από την μεριστή ουσία ενώ ο εσωτερικός αιθερικός χώρος της ψυχής και ο συνδετικός λόγος αποτελούνται από την συνεχή ουσία. Οι δύο αυτές κοσμογονικές ουσίες είναι το άρρεν και το θήλυ. Τα 4 τμήματα του συνδετικού λόγου (Α,Β,Γ,Δ) αντιστοιχούν στα 4 ριζώματα ΓΗ - ΥΔΩΡ - ΑΗΡ - ΠΥΡ. Ο συνδετικός λόγος στην ουσία είναι το αιθερικό θεϊκό στοιχείο των αρχαίων και αποτελεί το όχημα της ψυχής. Δηλαδή, όπως ακριβώς το σώμα χρειάζεται πόδια για να κινηθεί και να περπατήσει, έτσι και η ψυχή έχει ανάγκη τον συνδετικό λόγο τον Αιθερικό λόγο για να κινηθεί.

Το Δτμήμα του συνδετικού λόγου (ΠΥΡ) αντιστοιχεί στην αχίλλειο πτέρνα της ψυχής, την οποία τελειοποιεί ο Απόλλωνας χτυπώντας την με το βέλος. Στην ουσία αυτό σημαίνει το χτύπημα του Απόλλωνα, την τελειοποίηση της ψυχής και την άνοδό της στα ολύμπια πεδία των Αθάνατων Όντων, των Ενάδων-Θεών. Κάθε ανθρώπινη ψυχή λοιπόν περιβάλλεται από τον συνδετικό λόγο (βλέπε 4 κόκκινοι κύκλοι στην εικόνα)και είναι αυτό που μπορεί να συνδέσει την ψυχή με τον πνευματικό αιθερικό κόσμο. Το μέρος που βρίσκεται μέσα από το φλοιό (αιθερικός χώρος ψυχής) αποτελεί το αντίγραφο του ΑΙΘΕΡΑ του ΝΟΗΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ, του ΘΕΪΚΟΥ ΑΙΘΕΡΑ.

Όταν το έμβρυο στην μήτρα της γυναίκας γίνει ενός μηνός, τότε εμψυχώνεται. Τι σημαίνει εμψυχώνεται; Εκείνη τη στιγμή ο συνδετικός λόγος, το αιθερικό στοιχείο συνδέει το σώμα με την ψυχή. Για αυτό και όταν γεννιέται ένα μωρό χρειάζεται 40 μέρες ησυχία, φροντίδα και καθαρό περιβάλλον προκειμένου να εναρμονιστεί το  σώμα και η ψυχή με το υπό συγκρότηση αιθερικό στοιχείο  στις συνθήκες του γήινου κόσμου. Το αντίστροφο συμβαίνει με τον θάνατο του ανθρώπου. Το αιθερικό στοιχείο χρειάζεται 40 μέρες προκειμένου να αποσυντεθεί και να επιστρέψει στον κοσμικό Αιθέρα.

ΕΙΚΟΝΙΚΗ ΑΠΟΤΥΠΩΣΗ ΤΗΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΗΦΑΙΣΤΟ:




Β. Η ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΑΣΠΙΔΑΣ ΤΟΥ ΑΧΙΛΛΕΑ

Από ομιλία του Καθηγητή της Πολυτεχνικής Σχολής του Δημοκρίτειου πανεπιστημίου Θράκης, Γεώργιου Π. Παύλου:

[....Τα θεμέλια για να αναπτυχθεί η Επιστήμη σαφώς έχουν τεθεί ακόμη απ’ τον Όμηρο. Ξέρετε με πόσο λάθος τρόπο διδάσκουν οι φιλόλογοι, οι φυσικοί, οι μαθηματικοί αυτά που σας διδάσκουν; Αν διαβάσετε στον Όμηρο την περιγραφή της ασπίδας του Αχιλλέα και δείτε από ένα σημείο και πέρα, εκεί όπου ο Ήφαιστος κατασκευάζει την ασπίδα, αρχίζει η περιγραφή να γίνεται φιλοσοφία για τον κόσμο και τη ζωή. Αυτό καθιστά τον Όμηρο ως τον πρώτο μεγάλο δάσκαλο της Φιλοσοφίας και της Επιστήμης, αφού ο Όμηρος εκεί ανοίγει τη συζήτηση για τη δημιουργία του κόσμου και την κοσμολογία.

Έτσι αρχίζει ο δρόμος για όλη τη γνώση και την κατανόηση του σύμπαντος και του κόσμου. Εδώ, δεν μπορώ να μην σας πω κάτι που σκέπτομαι όταν συζητώ αυτά τα πράγματα. Ότι δηλαδή, η ασπίδα του Αχιλλέα συμβολίζει τον πνευματικό πόλεμο του ανθρώπου για να φτάσει στην αλήθεια και να σώσει τον κόσμο από την αμορφία και τον αφανισμό. Δηλαδή η ασπίδα, δεν είναι άλλο από το πνεύμα του ανθρώπου που αγωνίζεται να φτάσει στην αλήθεια και έτσι να σώσει τον κόσμο από την ανυπαρξία και το μη ον.

Έτσι, από τον Όμηρο ξεκινάει αυτή η ελληνική επανάσταση για την γνώση και την αλήθεια και που θα συνεχισθεί σε άλλους τόπους, όπως στην Ιωνία, την Κάτω Ιταλία, την Αθήνα, την Αλεξάνδρεια, Αντιόχεια, την Κωνσταντινούπολη και αλλού.

Εδώ λοιπόν, αρχίζει το ξύπνημα του πνεύματος. Δηλαδή η ανάγκη του ανθρώπου να γνωρίσει τι είναι αυτός ο κόσμος μέσα στον οποίο βρέθηκε και είναι ο ίδιος ο άνθρωπος! Αυτή είναι η υπέρτατη ανάγκη του ανθρώπου! Κι αυτό δημιουργεί επιστήμες, δημιουργεί τέχνες, δημιουργεί μεγάλα έργα, δημιουργεί εμπνευσμένους ανθρώπους. Κι αν θέλετε κι εσείς να γίνετε εμπνευσμένοι άνθρωποι και να μην μείνετε δούλοι, ειλικρινά σας λέω, πιστέψτε με, αγαπήστε τη γνώση, την ομορφιά, την καλοσύνη και την αλήθεια, όπως δήλωνε συχνά και ο Αϊνστάιν, ότι δεν τον ενδιέφεραν η δόξα, τα χρήματα, η εξουσία και οι ηδονές, αλλά αυτό που έλκυε πάντοτε ήταν η ομορφιά, η καλοσύνη και η αλήθεια.....]


Ο Όμηρος αφιερώνει στην ασπίδα του Αχιλλέα τουλάχιστον 134 στίχους στην Ιλιάδα, το απόσπασμα της οποίας είχαν ονομάσει οι αρχαίοι «οπλοποιία». Μερικοί από αυτούς

"....Και φτιάχνει πρώτα μια τρανή και στιβαρή ασπίδα παντού στολίζοντάς τη. Και βάζει γύρω της λαμπρό τρίφυλλο μεταλλικό στεφάνι, όπου δένει το λουρί το ασημένιο. Πέντε μετάλλου στρώματα έχει η ασπίδα. Σκαλίζει πάνω της πολλά στολίδια, με τη σοφή των δυο χεριών του τέχνη. Στη μια μέρα φτιάχνει τη γη, τον ουρανό στην άλλη, αλλού τη θάλασσα και τον ακούραστο ήλιο και τη σελήνη ολόγεμη. Σ’ άλλη μεριά τα ζώδια όλα φτιάχνει, τα άστρα που στεφανώνουν τον ουρανό. Τις Πλειάδες και τις Υάδες και το δυνατό Ωρίωνα παραφυλάει και μόνο αυτή μες στα νερά του Ωκεανού δε λούζεται. Φτιάχνει και δυο όμορφες πόλεις θνητών ανθρώπων. Στη μια γάμοι γίνονται, συμπόσια μεγάλα, νύφες προβάλλουν από τα σπίτια τους και οι λαμπαδηφόροι από την πόλη περνούν κι αντιλαλούν τραγούδια, γαμήλια, πολλά. Νέοι χορευτές στριφογυρνούν κι ανάμεσα τους κιθάρες και αυλοί παίζουν. Οι γυναίκες μπροστά στην πόρτα στέκονται και θαυμάζουν. Κόσμος συρρέει στην αγορά, όπου καβγάς θεριεύει. Δυο άντρες εκεί μαλώνουνε για την εξαγορά ενός άντρα σκοτωμένου. Ο ένας λέει πως τα έχει όλα ξεπληρώσει και βεβαιώνει το λαό ενώ ο άλλος ισχυρίζεται πως τίποτα δεν πήρε. Και οι δυο τέλος θέλουν στο δικαστή να πάνε, απόφαση να βγάλει. Οι άνθρωποι γύρω και τους δυο τους επιδοκιμάζουν και τους υποστηρίζουν. Οι κήρυκες τον κόσμο συγκρατούσαν και οι γέροντες κάθονται πάνω σε λαξεμένους λίθους, μέσα στον κύκλο τον ιερό, στα χέρια τους κρατώντας τα ραβδιά των μεγαλόφωνων κηρύκων...."


Σε Διεθνές Συμπόσιο « Επιστήμη και Τεχνολογία στα Ομηρικά έπη» που έγινε στο Συνεδριακό κέντρο ΣΠΑΠ της Αρχαίας Ολυμπίας το 2006 οι επιστήμονες ασχολήθηκαν με την ασπίδα του Αχιλλέα. Συγκεκριμένα το τμήμα Μηχανολόγων και Αεροναυπηγών (εργαστήριο εφαρμοσμένης μηχανικής) του Πανεπιστημίου Πατρών και το Ινστιτούτο Πολιτισμού και Ποιότητας ζωής, με εφαλτήριο τον Όμηρο ερεύνησε την τεχνολογία της Μυκηναϊκής εποχής, την οποία ο Λατίνος συγγραφέας Βιτρούβιος επαινούσε για την «επιστημοσύνη της».

Ο καθηγητής Σ.Α.Παϊπέτης του Πανεπιστημίου Πατρών αναπαρήγαγε ψηφιακά την ασπίδα του Αχιλλέα- ακολουθώντας τις ομηρικές περιγραφές : 2 στρώσεις μπρούντζο, 2 στρώσεις κασσίτερο και 1 στρώση χρυσού- και απέδειξε με εργαστηριακά πειράματα ότι ο συνδυασμός υλικών δεν ήταν τυχαίος. Ήταν αδιάτρητη σε ένα χτύπημα ανάλογο της δύναμης του παγκοσμίου ρέκορντμαν στο ακόντιο το 2000. Η μελέτη της ασπίδας βρίσκεται ακόμη σε εξέλιξη, και δείχνει το ενδιαφέρον των ανθρώπων για τις εξοχές περιγραφές του Ομήρου…

Για την κατασκευή της ασπίδας του Αχιλλέα επιστράτευσαν και ο Ήφαιστος και ο Όμηρος όλη τους την τέχνη. Η ασπίδα του Αχιλλέα είναι ένας ύμνος στην τεχνολογία, μια ποιητική παρουσίαση του πλέον περίφημου σε τέχνη έργου της ομηρικής εποχής..

Από πρόγευση που έδωσε σε συνέντευξη Τύπου ο πρόεδρος της επιτροπής του Διεθνούς Συμποσίου, καθηγητής Σ. Α. Παϊπέτης (Πανεπιστήμιο Πατρών) για την ψηφιακή αναπαραγωγή της ασπίδας του Αχιλλέα και του Αίαντα -βάσει πάντα τον ομηρικών περιγραφών- αντιλαμβάνεται κανείς πόσο καλά γνώριζαν οι τεχνίτες της εποχής τις δυνατότητες και τα όρια των υλικών σε κρουστικές συνθήκες.
Συγκεκριμένα, η ασπίδα του Αχιλλέα στο εσωτερικό των δύο εξωτερικών στρώσεων από σκληρό μπρούντζο αλλά και των επίσης δύο στρωμάτων κασσιτέρου, διέθετε ένα γενναίο στρώμα καθαρού χρυσού. Δεν ήταν τυχαίος ο συνδυασμός. Εντυπωσιακότερη είναι, ωστόσο, η πιο ταπεινή από απόψεως υλικών περίπτωση της ασπίδας του Αίαντα με τα επτά στρώματα δέρματος και τη μία εξωτερική στρώση από σκληρό μπρούντζο. Στην εργαστηριακή δοκιμή διάτρησής της με βλήμα υπολογισμένης μάζας και ταχύτητα ρήξης ανάλογης με εκείνη του παγκόσμιου ρέκορντμαν στο ακόντιο το 2000 επαληθεύτηκε η περιγραφή του Ομήρου, που την ήθελε αδιάτρητη.


Τόσα στα έξι στρώματα δέρματος όσο και στα οκτώ η ασπίδα διαπερνιόταν από την αιχμή του δόρατος. Τη «χρυσή τομή» των 7 δερμάτινων στρώσεων, που με τις όποιες παραμορφώσεις και τριβές το δόρυ τελικά εκτρέπεται, τη γνώριζε καλά ο βυρσοδέψης και κατασκευαστής της Τίχιος.
Στη δική του εισήγηση ο καθηγητής Γ. Βατίστας θα αναλύσει πώς οι περιγραφές της Κίρκης για τη διέλευση από το στενό της Σκύλλας και της Χάρυβδης έλυσαν εξισώσεις της αεροδυναμικής, που συνδέονται με την τεχνολογία της βαρυτικής σφενδόνης για το Διάστημα!
Σύνοδος πλανητών


Σπάνια αστρολογικά φαινόμενα (σύνοδος πέντε πλανητών) που πλαισιώνουν και καθορίζουν την ομηρική μοιχεία της Αφροδίτης και του Άρη, είναι ένα από τα αστρονομικά θέματα του συνεδρίου (του καθηγητή Σ. Παπαμαρινόπουλου), το οποίο φωτίζει τις τεχνολογικές και μαθηματικές γνώσεις της μυκηναϊκής περιόδου, με ενδεικτικά παραδείγματα αφ'ενός τον τάφο του Ατρέα που, βάσει μετρήσεων, αποδείχθηκε ότι αντέχει 7 φορές τον ισχυρότερο σεισμό και αφ'ετέρου την κατασκευή της τριήρους που κατόπιν δοκιμών του Πολυτεχνείου διαπιστώθηκε ότι ήταν οι βέλτιστες δυνατές κατασκευές.


Πέραν πάντως της τεχνολογίας, οι εισηγήσεις , που εκκινούν από τον Όμηρο, αφορούν σχεδόν πάντοτε και άλλους επιστημονικούς χώρους: από την αστρονομία, τη γεωλογία, τη δομική μηχανική και τη ζωολογία, μέχρι την ιατρική, τα μαθηματικά, τη μεταλλουργία, τη μετεωρολογία, τη ρομποτική και τη φυτολογία. 


πηγές για το Α: Σχόλια στον Τίμαιο του  Πρόκλου -- Ορφικά
πηγή για το Β: enaasteri.blogspot
Viewing all 939 articles
Browse latest View live