Quantcast
Channel: Jasa Digital Marketing Agency Alam Sutera Tangerang
Viewing all 939 articles
Browse latest View live

ΟΙ ΒΑΣΙΚΕΣ ΘΕΣΕΙΣ ΤΩΝ ΣΤΩΙΚΩΝ

$
0
0
Αποτέλεσμα εικόνας για στωικοί

Ο Στωικισμός αποτελεί μία σημαντική φιλοσοφική σχολή των Ελληνιστικών και Ρωμαϊκών χρόνων (300 π.Χ. – περίπου 250 μ.Χ.), ιδρυθείσα στην Αθήνα από τον Ζήνωνα τον Κιτιέα με κέντρο την «Ποικίλη Στοά» από όπου και πήρε το όνομά της η Σχολή.
Κατά τους στωικούς, η ανθρώπινη φύση είναι τμήμα της παγκόσμιας φύσης, η οποία καθοδηγείται και κυβερνάται από τον συμπαντικό νόμο της Λογικής. Ο άνθρωπος, ως έλλογο ον, συγγενεύει όχι μόνο με τα άλογα ζώα αλλά και με τους Θεούς και πέραν του ενστίκτου διαθέτει και ηθική αίσθηση.
Κύριο ζητούμενο του βίου είναι συνεπώς το να ζει κάποιος σύμφωνα με την φύση του, η οποία για τον άνθρωπο, μέσω της λογικότητάς του (στα λατινικά ratio), ωθεί προς την Αρετή, άρα το «κατά Φύσιν ζήν» σημαίνει «κατ’ Αρετήν ζήν». Η Αρετή είναι το μόνο αγαθό και μόνο από αυτήν εξαρτάται η ευημερία. Όλα τα υπόλοιπα πράγματα, ευχάριστα ή δυσάρεστα, στερούνται αξίας, είναι «αδιάφορα».
Σύμφωνα με τον στωικισμό, καθήκον του ανθρώπου είναι να θέσει τον εαυτό του σε αρμονία με το Σύμπαν, το οποίο, ως λογικό και αγαθό, τού μεταφέρει τις ιδιότητές του. Με το να βλάπτει κανείς τους άλλους για το υποτιθέμενο ατομικό του συμφέρον, υπονομεύει κατ’ ουσίαν την ίδια του την φύση. Ο στωικός δεν αρνείται τον κόσμο των θνητών πραγμάτων, ούτε όμως και εξαρτάται από αυτόν, απλώς ζει ατάραχα μέσα του ενώ, σε αντίθεση προς την απόσυρση των επικουρείων, συμμετέχει σε όλες τις πτυχές της κοινωνικής ζωής (λ.χ. πολιτική, οικογένεια, κ.λ.π.).
Κατά τους στωικούς, οι άνθρωποι συνδέονται μεταξύ τους μέσω της κοινής λογικής φύσης τους, η αγάπη και προσφορά για την πατρίδα είναι το πρώτο βήμα της αγάπης και της προσφοράς για την μεγάλη πατρίδα όλων μας, την «κοσμόπολι» της ανθρωπότητας και του Σύμπαντος (που κυβερνάται από αιώνιους και αμετάβλητους φυσικούς νόμους), ένας τεράστιος αριθμός πραγμάτων που οι άνθρωποι αποδέχονται από ένστικτο, μπορεί να αποδειχθεί και με την Λογική, ο συμμερισμός των άλογων συναισθημάτων δεν είναι επιθυμητός, το δίκαιο είναι θέμα όχι άποψης αλλά φύσης, ο βίος καθορίζεται από την Ειμαρμένη και, φυσικά, η Μαντική ευσταθεί.
Οι Θεοί εφορεύουν στην τάξη του Κόσμου και αποτελούν πληθύνσεις μίας αρχικής πολυώνυμης θείας οντότητας, «ζώου λογικού, τελείου και νοερού», που εισδύει παντού και παίρνει τα χαρακτηριστικά του κάθε στοιχείου με το οποίο έρχεται σε επαφή. Νόμος όλων των πραγμάτων είναι η Ειμαρμένη, μία ταυτόχρονα φυσική και θεϊκή οργανωτική δύναμη του Κόσμου, που αποτελεί τον Λόγο και την νομοτέλεια του Παντός, δύναμη που διατηρεί και διατηρείται κυβερνώντας και περιλαμβάνοντας τα ενάντια.
Σε αντίθεση προς τους επικούρειους, οι στωικοί δέχονται σε επίπεδο Θρησκείας την προσευχή και την λατρευτική πράξη, μόνο όμως όταν το περιεχόμενό τους βρίσκεται σε συμφωνία με την Μοίρα (Σενέκας, «Naturales Quaestiones», 2. 37 και 5. 25). Η προσευχή δεν μπορεί να αλλάξει τα γεγονότα, μπορεί ωστόσο να φέρει στον άνθρωπο την ορθή πνευματική κατάσταση σε σχέση με αυτά (Μάρκος Αυρήλιος, 9. 40), ενώ ως καλύτερη μορφή λατρείας των Θεών ορίζεται η κατανόηση και μίμηση της αγαθότητάς τους (Σενέκας, «Επιστ.» 95. 47 – 50).
Τέλος, όπως και στον Επικουρισμό, η πιθανότητα προσωπικής αθανασίας (με εξαίρεση την θέση του Ποσειδωνίου, της Μέσης Στοάς) απορρίπτεται. Η αθανασία δεν είναι ζήτημα της ατομικότητας, η οποία είναι μια ψευδαίσθηση για τους στωικούς, αλλά είναι ζήτημα ένωσης του μέρους με το όλον. 
Οι βασικές θέσεις των Στωικών
Θέση πρώτη
Ο Άνθρωπος, ως «έμβιο όν που έχει την ικανότητα να κάνει έλλογη χρήση των παραστάσεών του»(«ΖΩΟΝ ΧΡΗΣΤΙΚΟΝ ΦΑΝΤΑΣΙΑΣ ΛΟΓΙΚΩΣ», Επίκτητος), οφείλει να διάγει τον βίο του σε συμφωνία τόσο προς την συμπαντική, όσο και την ανθρώπινη φύση. Για τον Άνθρωπο, το «κατά Φύσιν ζήν» εξασφαλίζεται από την αξιοποίηση του «Λόγου», δηλαδή του πυροειδούς πνεύματος το οποίο εντός των ανθρωπίνων όντων γίνεται η αφορμή της συνειδήσεως της σχέσεως προς εαυτόν, αλλήλους και Κόσμο (η οποία, με τη σειρά της, εκδηλώνεται αυτομάτως ως ικανότης σκέψεως, σχεδιασμού, αναλύσεως και ομιλίας), αξιοσημείωτον είναι δε το γεγονός ότι μέγα τμήμα της φιλοσοφικής προσπαθείας των στωικών, αφιερούται τελικώς στην κατάδειξη του ορθού και καταληπτού της εννοίας «Λόγος», πάνω στο οποίο στηρίζεται ολόκληρο το φιλοσοφικό οικοδόμημα της Σχολής, με όλα τα μέσα που είχαν οι διδάσκαλοι της Στοάς στη διάθεσή τους, Ο μέσος Άνθρωπος συνδέεται με την Φύση ή τον Θεό, μόνον ως λογικός, δηλαδή ενεργητικός παράγων. Ο φιλόσοφος Άνθρωπος όμως, αυτός που πορεύεται προς εκείνον που οι στωικοί αποκαλούν «Σοφό», μέσω της Φυσικής Φιλοσοφίας, της Ηθικής και της Λογικής, κάνει ένα βήμα πέρα από την απλή «Λογικότητα». Για να ζήσει «κατά Φύσιν», οφείλει προηγουμένως να γνωρίζει ποια γεγονότα είναι αληθινά και σε τι συνίσταται η «Αλήθεια» (ως λέξη, σύνθετος, εκ του στερητικού α- και του ρήματος λανθάνω, δηλ. κρύβομαι).
Εδώ ακριβώς πρέπει να τονισθεί ότι οι Στωϊκοί αποτολμούν μία σαφή διάκριση μεταξύ «Αληθείας» και «Αληθούς». Η ΑΛΗΘΕΙΑ, από την μία πλευρά, νοείται ως σύνθετη και πολύπλοκη και μπορεί να ορισθεί ως κατάληψη της «πρώτης αιτίας τού καθετί αληθινού» (Μάρκος Αυρήλιος)«Αλήθεια» είναι συνεπώς η «Γνώση» του αιτιακού πλέγματος το οποίο ελέγχει τα κοσμικά γεγονότα. Είναι χαρακτηριστικό του «Σοφού» και είναι σταθερή (σε αντίθεση με τις κάποιες αληθείς προτάσεις του οποιουδήποτε κοινού ανθρώπου, τις οποίες δεν μπορεί να αποδείξει απέναντι στις τυχόν προσπάθειες ανασκευής τους) και ενσώματη. Το ΑΛΗΘΕΣ από την άλλη πλευρά, είναι «απλό και ομοιόμορφο» και ισχύει για κάθε πρόταση που δηλώνει αυτό που συμβαίνει, είναι δηλαδή απλή δήλωσις μίας καταστάσεως, άρα ασώματον. 
 Θέση δεύτερη 
Ως «Φύσις» (εκ του ρήματος «φύειν», δηλαδή εκ του γεννάν) ορίζεται η εντός του Κόσμου Δύναμις και Αρχή, η οποία «..διαμορφώνει και δημιουργεί όλα τα πράγματα» (SVF 2, 937), «..δίδει στον Κόσμο ενότητα και συνοχή» (SVF 2, 549, 1211), «..κινείται μόνη της και δημιουργεί ως πύρινο πνεύμα ή τεχνικόν πύρ»(SVF 2, 1132 κ. ε.), «..εκδηλώνεται ως Ανάγκη και Ειμαρμένη» (SVF 2, 913), «..εκδηλώνεται ως Ψυχή του Κόσμου, Θεός, Πρόνοια, Δημιουργός, Ορθός Λόγος» (SVF 1, 158, 176, SVF 3, 323). Ο Κικέρων (De Natura Deorum, II, 22) διασώζει ότι, από τη Στοά, η Φύση ορίζεται ως «τεχνικόν πύρ, πνεύμα πυρώδες και έμφρον, έμφυτον και αυτουργόν»ο δε Διογένης Λαέρτιος σημειώνει (7, 148) ότι οι στωικοί «ονομάζουν Φύση άλλοτε εκείνο που συγκρατεί τον Κόσμο και άλλοτε εκείνο που παράγει τα επίγεια πράγματα. Η Φύση είναι ένας τρόπος του υπάρχειν ο οποίος αλλάζει αφ’εαυτού, σύμφωνα με σπερματικές εσωτερικές του αιτίες, και παράγει και συγκρατεί τα πράγματα που γεννώνται από την ίδια σε καθορισμένους χρόνους και τα διαμορφώνει όμοια με εκείνα από τα οποία προέρχονται..». Ο Κόσμος, άφθαρτος, αγέννητος και μόνος αρχιτέκτων της εσωτερικής του τάξεως, επιδέχεται λογική εξήγηση και είναι καθεαυτόν ένα λογικώς οργανωμένο οικοδόμημα. Όλα, ορατά και αόρατα, είναι οργανικά τμήματα μίας Θείας Ενότητος. Όλα, μηδενός εξαιρουμένου, οι Θεοί, η ύλη, οι αρετές και, φυσικά, οι άνθρωποι, αποτελούν μέλη μίας συμπαντικής Πολιτείας με σαφείς, δίκαιους αλλά και απαράβατους νόμους, την οποία θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε «Κοσμόπολι». Όλα τα μέλη της «Κοσμοπόλεως» είναι τέκνα της ιδίας Αρχής και προς άλληλα οφείλουν φιλότητα και διαρκή σεβασμό.
 Θέση τρίτη
Το «εκδηλωμένο» τμήμα της «Κοσμοπόλεως» του Κόσμου,  εξουσιάζεται από μία αιώνια και θαυμαστή αρμονία αντιθέτων (λ.χ. «ποιούν» και «πάσχον»). Η γένεσις του εκάστοτε Κόσμου συντελείται από δύο πρωταρχικές Αρχές, αντιδιαμετρικώς αντίθετες, η μία εκ των οποίων είναι παθητική («Ύλη») και η άλλη ενεργητική («Θείος Λόγος»)που επιδρά πάνω στην πρώτη. Το δημιουργικό αίτιο (που ονομάζεται και «Ποιούσα Αρχή», «Ψυχή του Κόσμου», «Ζεύς», «Θεός»), το οποίο άλλοτε μεν συστέλλεται σε ένα μόνον σωματικό Όν, άλλοτε δε διαστέλλεται σε απείρους «σπερματικούς Λόγους», είναι ΚΑΙ εγκόσμιοόπως σε όλες τις Εθνικές και «πολυθεϊστικές» Κοσμοαντιλήψεις, και ορίζεταισυμφώνως προς τα ανωτέρω, ως το πυροειδές πνεύμα που διαχέεται ακόμη και στα απειροελάχιστα τμήματα του Κόσμου και τα συνέχει. Περιγράφεται δε αυτός ο «Λόγος – Ζεύς» και ως «Ειμαρμένη» (επειδή θέτει τα πάντα σε απόλυτη σύνδεση κάτω από μία αυστηρή νομοτέλεια), «Πρόνοια» (επειδή διέπεται από Αγαθότητα και Φιλότητα και επιτρέπει σε κάθε λογικό όν την απόλυτη εμπιστοσύνη προς τις επιλογές τηςκαι «Φυσικός Νόμος» (επειδή θέτει και συγκρατεί σε αιώνιο τάξη τα άπειρα τμήματα του Κόσμου). 
 Θέση τέταρτη 
Ο καθένας και το κάθε τι, συνδέεται με το Αιώνιο Όλον και τον Θεό, μέσω μίας εσωτερικής προσωπικής θεότητος, του λεγομένου «Δαίμονος Εαυτού»Ο «Δαίμων Εαυτού» είναι ο σύνδεσμος της ψυχής μας με την Ψυχή του Παντός, με τον Αιώνα του Όλου Κόσμου (ο «Αιών» εδώ ας νοηθεί με την ομηρική έννοια, ως έδρα και πηγή της υπάρξεως). Δεν θεωρούνται σοβαρές οι θεωρίες περί προσωπικής αθανασίαςως «ψυχή» δε ορίζεται «η εσωτερική, έμφυτη και αδιάσπαστη πνοή η οποία διατρέχει όλα τα τμήματα του σώματος, όσο η ομαλή αναπνοή του ζώντος όντος είναι παρούσα στο σώμα». Σε αντίθεση με τον Πλάτωνα, ο οποίος τριχοτομεί την ανθρώπινη ψυχή και ορίζει την Δικαιοσύνη ως την αρετή η οποία προσδιορίζει τον ρόλο του κάθε τμήματος της ψυχής, διακοσμώντας μάλιστα την περιγραφή του σχήματος αυτού με μύθους μεταφυσικούς που κάνουν λόγο για μία υποτιθέμενη «πτώση» της ψυχής, που με τη σειρά της υποβιβάζεται σε κεντρικό χαρακτήρα μίας ηθικοθρησκευτικής εσχατολογίας, η Στοά θεωρεί ΕΝΙΑΙΑ την ψυχή (εκτός από «ένθερμο» και σωματική) και αντιστέκεται σθεναρώς στον πειρασμό της Ελληνιστικής Εποχής να την εγκλωβίσει σε εσχατολογίες. Οι στωικοί ομιλούν για 8 διαφορετικά τμήματα της ψυχής, μόνον με βάση τη θεωρία της «Συμπαθείας» και τη θεωρία της «Τάσεως», δίχως ποτέ να θίξουν την αρχική ενότητα συγκροτήσεως της ψυχής ως οντογενετική Αρχή. Η ΕΝΙΑΙΑ ψυχή έχει απλώς 8 διαφορετικά «διαμερίσματα»:
το «Ηγεμονικόν»,

τις 5 Αισθήσεις ή «Αισθητικά»,
το «Σπερματικόν»
και το «Φωνητικόν»,


με κέντρο όλων των κινήσεών της το πρώτο, το οποίο παρομοιάζεται με μία αράχνη που στέκει στο κέντρο ενός ιστού, δεχομένη όλα τα μηνύματα για ο,τιδήποτε την πλησιάζει. Εξοπλισμένη με αυτά τα «διαμερίσματά» της, η ψυχή φθάνει στην πλήρη ανάπτυξή της όταν κατορθώνει να προσλαμβάνει τις λεγόμενες «κοινές έννοιες» (αυτό υπολογίζεται από τους στωικούς στο 7ο έτος της ανθρωπίνης ηλικίας) και γίνεται η ίδια μία πλήρης λογική αλλά και γενετική Αρχή όταν φθάνει στην «ωριμότητά» της (από 14 ετών, καθώς το άτομο έχει πλέον διαμορφωμένες μέσα του όλες τις «κοινές έννοιες» ή «εμφύτους προλήψεις», δηλαδή τις φυσικές γνώμες που συνιστούν μία κοινή για όλους τους ανθρώπους έννοια).
Θέση πέμπτη
Η Ελευθερία ορίζεται ως η σπάνια πνευματική κατάσταση του «Σοφού», η οποία επιτρέπει, μέσω της Γνώσεως, την γαλήνια αποδοχή των αναποτρέπτων πραγμάτων ακόμη και στις αρκετές περιπτώσεις που αυτά είναι «δυσάρεστα» για τον πεπερασμένο εαυτό. Ακόμη και αυτοί οι ίδιοι οι Θεοί, οι κατ’εξοχήν ελεύθεροι, από τη στιγμή που όρισαν και διέταξαν την πορεία των πραγμάτων, όπως ορθώς παρατηρεί ο Σενέκας υποτάσσονται απολύτως σε αυτήν, μη δυνάμενοι ή μη ενδιαφερόμενοι να την αλλάξουν ή ακυρώσουν. Η Μοίρα στέκει πάνω ακόμη και από τους Θεούς και, με εντελώς ανελαστικό τρόπο, «οδηγεί τον θέλοντα και παρασύρει τον μη θέλοντα». Η κάθε ανθρώπινη ψυχή διαθέτει συνεπώς ελευθερία βουλήσεως και όχι ελευθερία πράξεως, αλλά μόνον δυνατότητα πράξεως. Επιπροσθέτως, μόνον η λεγόμενη «Πεποίθησις» αποτελεί πραγματική πράξη της ψυχής. Ο μόνος ελεύθερος θνητός είναι ο «Σοφός», διότι μιμείται τους κατεξοχήν ελευθέρους (τους Θεούς) σε αυτή την απολύτη συμφιλίωση με τη ροή των πραγμάτων (ο Επίκτητος γράφει χαρακτηριστικά ότι «η Ελευθερία συνίσταται στο να επιθυμούμε να έλθουν τα πράγματα όχι όπως θέλουμε, αλλά όπως συμβαίνουν»). Ο «Σοφός», κατέχων την Αρετή, παραμένει ελεύθερος ακόμη και μέσα σε δεσμά, γιατί αντέχει το να πράττει μόνον όσα εξαρτώνται από αυτόν, παραμένοντας ψύχραιμος και ήρεμος απέναντι σε όσα δεν εξαρτώνται από αυτόν. Αντιθέτως, οι αμέτρητοι υποτιθέμενοι «ελεύθεροι» που ταπεινώνονται και εξευτελίζονται για μία ανώτερη κοινωνική θέση ή για διάφορα υλικά αγαθά, είναι άθλιοι και δούλοι (διακρινόμενοι απλώς σε «μικροδούλους» ή «μεγαλοδούλους», αναλόγως του μεγέθους των επιδιώξεών τους)
Θέση έκτη
Κύριο βιοτικό προτεινόμενο είναι η απλότης του βίου μέσα από την οδό της μετριοπαθείας, της ανοχής και της λιτότητος, με σεβασμό προς τους Πατρώους Τρόπους (ρωμαϊστί, Mos Maiorum)Οι ανώτατες δυνάμεις είναι οι εσωτερικές του εαυτού, αλλά ο βίος οφείλει να είναι πάντοτε προσανατολισμένος προς την δημόσια δράση. Η απόσυρση επιτρέπεται μόνον ως προπαρασκευή για επόμενη δημόσια δράση.
 Θέση έβδομη
Η πνευματική εξέλιξις στο ανθρώπινο στάδιο, το οποίο «στοιχειώνεται» από τον παράγοντα «Λογικότης», αποκτάται μόνον με την επίμονη και επίπονη φιλοσοφική αναζήτηση του «Αγαθού». Η Φιλοσοφία είναι η ασφαλής οδός για την «Αρετή», η οποία θεμελιώνεται μόνον επάνω στην επαφή με την Γνώση (η οποία ορίζεται ως ασφαλής, δηλαδή αντικειμενική και αληθής). Η Γνώσις διαφέρει από την Δοξασία, η οποία είναι ασθενής ή ψευδής γνώσις. Κατά τον Ζήνωνα (όπως διασώζεται στον Κικέρωνα, Academica, 1, 41-42) η κάθε ασθενής ή ψευδής γνώσις μπορεί και πρέπει να ταυτίζεται, δικαίως, με την Άγνοια. Ο Αρκεσίλαος επεσήμανε ότι δεν υπάρχει ενδιάμεσο στάδιο ανάμεσα στην Γνώση και την Άγνοια.
 Θέση όγδοη
Η «Αρετή» πρέπει να είναι το απόλυτο «προς απόκτησιν», η «Κακία» το απόλυτο «προς αποφυγήν». Σε προέκταση της επισημάνσεως του Αρκεσιλάου αναφορικώς με την Γνώση και την Άγνοια, όλα τα υπόλοιπα ανάμεσα στην «Αρετή» και την «Κακία» κατατάσσονται στα λεγόμενα «Αδιάφορα». Ο Στοβαίος μας παραδίδει ότι κατά του στωικούς η «Αρετή» χωρίζεται σε «πρώτες» και «υποτεταγμένες» (δευτερεύουσες) επιμέρους Αρετές.  Το Κακόν υπάρχει μόνον «κατά παρακολούθησιν της Αρετής ή του Αγαθού» και δεν είναι δυνατόν να λείψει από τον Κόσμο, καθώς η Αρμονία και η Τελειότης έχουν πάντοτε ως προϋπόθεσή τους την ύπαρξη των αντιθέτων (της «εναντιότητος»). Όπως παρατηρεί ο Επίκτητος, οι Θεοί διέταξαν να υπάρχουν, ανάμεσα σε άλλα αντίθετα, η Αρετή και η Κακία «για την αρμονία του συνόλου»Το ηθικό Κακόν δεν αποτελεί συνεπώς πραγματικό Κακόν διότι χρησιμεύει στην αρμονία του συνόλου και εκπληροί έναν σαφή σκοπό. Το λεγόμενο «Κακόν» δεν είναι παρά η χυδαιοτέρα και κατωτάτη μορφή του «Αγαθού» και, αντιστοίχως, ο φαύλος άνθρωπος στέκει απλώς, αυτοτιμωρούμενος κατ’ουσίαν, στην κατώτατη βαθμίδα του ανθρωπίνου είδους, προδότης της φύσεώς του και αυτοϋποβιβασθείς σε άλογο ζώον. Ο ενάρετος άνθρωπος δεν απειλείται από την ύπαρξη του φαύλου, όπως και δεν απειλείται από την πέριξ αυτού ύπαρξη των φυτών και των αλόγων ζώων. Δεν υπάρχει δε ΠΟΤΕ «ευδαιμονία» των φαύλων, αφού η όποια νομιζομένη σαν τέτοια, δεν είναι παρά φάντασμα βασιζόμενο σε εξωτερικά αγαθά και άλλα πράγματα που για τον ενάρετο είναι απλώς «αδιάφορα προηγμένα».
 Θέση ένατη
Είναι παράλογη κάθε επιθυμία που αντιτίθεται στην θέληση των Θεών. Η συνταγή για έναν ευτυχή ανθρώπινο βίο είναι η «Απάθεια», η εκμηδένιση δηλαδή κάθε προσωπικής επιθυμίας για απόκτηση πραγμάτων ή για αλλαγή καταστάσεων, μόνον όμως όταν η «Λογικότης» τις καταδεικνύει να είναι πέρα από τις εκάστοτε ανθρώπινες δυνατότητες. Η «Απάθεια» οδηγεί σε μία άμεση ζωή, δίχως την εξαπάτηση από την υπερελπίδα ή τον τρόμο της αγωνίας για ένα μέλλον που, αντικειμενικώς, κείται έξω από τον έλεγχο της «Πεποιθήσεως».
 Θέση δέκατη
Ο Κόσμος, είναι αιωνία, λογική, έμψυχος και ζώσα ύλη, η οποία, απλώς, αυτοαναπλάθεται περιοδικώς δι’ Εκπυρώσεων. Τα πάντα είναι ενσώματα, τίποτε από όσα υπάρχουν δεν είναι ασώματον, στο δε εσωτερικό του Κόσμου δεν υπάρχει θέση για κανένα κενό, παρά το ότι ο ίδιος βρίσκεται μέσα σε ένα ατελείωτο κενό (στην στωική ακριβολογία, ο όρος «Σύμπαν» ή «Πάν» υποδηλώνει το σύνολο του Κόσμου και του περιβάλλοντος κενού, ενώ ο όρος «Όλον» υποδηλώνει μόνον τον Κόσμο δίχως το κενό). Πραγματικά είναι μόνον τα σώματα, ό, τι δηλαδή μπορεί να ενεργεί ή πάσχει. Ενσώματος είναι και ο Λόγος – Θεός («το αμέσως Θείον»), όπως ενσώματες και έμψυχες είναι και οι «Αρετές», τα «Πάθη», η «Σοφία», οι ενέργειες, οι δονήσεις, οι λέξεις, ακόμη και οι κινήσεις του φαντασιακού (καθώς υφίσταται άμεση σύνδεση του τελευταίου με τον ενδιάθετο λόγο). Η γλώσσα, αυτομάτως «εικονοποιεί» και δίνει ύπαρξη σε ό,τι εκφράζει, ακόμη κι αν αυτό δεν είναι άμεσα προσιτό στις αισθήσεις. Το σύνολο των εμπεριεχομένων στον Κόσμο νοούνται ως «το εμμέσως Θείον».
πηγή: teteleste

Η ΑΠΗΧΗΣΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΣΤΗΝ ΙΣΠΑΝΙΑ (ΟΜΙΛΙΑ ΠΕΔΡΟ ΟΛΑΓΙΑ - ΙΣΠΑΝΟΙ ΜΑΘΗΤΕΣ ΥΜΝΟΥΝ ΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ) - [ΒΙΝΤΕΟ]

$
0
0
Αποτέλεσμα εικόνας για ΕΛΛΗΝΙΣΤΈς ΣΤΗΝ ΙΣΠΑΝΊΑ



Απόσπασμα από ομιλία του ελληνιστή, Perdo Olalla, που εκφώνησε στην Ημερίδα Κλασσικού Πολιτισμού του Σαγούντο της Ισπανίας, με αφορμή την πρόταση κατάργησης του μαθήματος των ελληνικών στην ισπανική εκπαίδευση, στην οποία και εναντιώθηκε:

«Θα χάσουμε αν αποκηρύξουμε το ελληνικό στοιχείο μέσα μας. Και για όσους νομίζουν ότι δεν είναι κάτι το σπουδαίο, επιδιώκοντας να μας ελαφρύνουν από αυτό το “νοσταλγικό φορτίο”, τους ρωτώ: Αν αποκηρύτταμε το ελληνικό στοιχείο τι θα κερδίζαμε; Θα μπορούσε αυτή η απώλεια να δικαιολογηθεί και να αντισταθμιστεί από την προοπτική κάποιου ενδεχόμενου κέρδους; Στο όνομα τίνος προτείνεται η ταφή του Ελληνισμού; 

Ειλικρινά αυτό που πιστεύω ότι κάνει ένα πολιτισμό μεγάλο, είναι η ικανότητά του να εξελίσσεται και να εμπνέει κάτι το καινούριο. Και αυτό ακριβώς μας έχει αφήσει η Ελλάδα. (…) Η Ελλάδα ως κληρονομιά, ως πρόκληση και ως θέληση, ανέκαθεν μας ωθούσε στο να γίνουμε καλύτεροι. Και ξεχνώντας την, αφαιρώντας από τις επόμενες γενιές την ευκαιρία να γνωρίζουν το κληροδότημα και την στάση της, θα ελαχιστοποιήσουμε την πιθανότητα, να οικοδομηθεί μελλοντικά ένας κόσμος διαφορετικός. Κάτι που να μην είναι απλώς το διεστραμμένο προϊόν της καταπίεσης και του ψεύδους». 

Pedro Olalla, Ισπανός Ελληνιστής 

Και όμως η κύρια προσπάθεια εξαφάνισης της ελληνικής πολιτιστικής ιδιαιτερότητας, λαμβάνει χώρα εντός συνόρων. Στα σχολεία διδασκόμαστε παγκόσμια ιστορία, γραμμένη και ραμμένη στα μέτρα της Δύσης, ενώ γύρω μας καλλιεργούνται σκοπίμως εθνικισμοί. Άνθρωποι των γραμμάτων, Έλληνες και μη, υποβαθμίζουν την πανθομολογουμένως τεράστια προσφορά του ελληνικού πνεύματος στην οικουμένη, απορρίπτοντας την πολιτιστική μας ιδιαιτερότητα. Παράλληλα καλλιεργείται η ξενομανία και η ξενολατρεία. 

Αποτέλεσμα: 

Αντί στα σχολεία να ενθαρρύνεται η πρακτική συνέχιση της ελληνικής πνευματικής κληρονομιάς (ελευθερία, δικαιοσύνη, δημοκρατία, ανθρωπισμός, αυτοδιάθεση, κοινωνία), οι νέοι μαθαίνουν ή να επαναπαύονται στις δάφνες του παρελθόντος ή να το απορρίπτουν τελείως,  που ουδεμία σχέση έχει με την υγιή ανταλλαγή πολιτισμικών πληροφοριών με το βλέμμα στην ιστορική αλήθεια. Τι έχουμε να δείξουμε ως χώρα στα παιδιά των νόμιμων μεταναστών; Πως θα ενσωματωθούν στην ελληνική κοινωνία; Μόνο με το «πιπίλισμα» της θεωρίας περί δήθεν ανθρωπίνων δικαιωμάτων ή με βίντεο «ρούντολφ το ελαφάκι»; Ο ελληνικός πολιτισμός που λατρεύτηκε και λατρεύεται οικειοθελώς σ’ ολόκληρο τον κόσμο, γιατί δεν προβάλλεται σε Έλληνες και ξένους που ζουν στην Ελλάδα, προκειμένου να καλλιεργηθεί και να ελευθερωθεί το πνεύμα; 

Είναι προφανές πως οι σημερινοί Νέο-Έλληνες αποτελούν τα «κορόιδα» της υπόθεσης. Οι κακοπροαίρετοι γελούν, βλέποντας έναν λαό με τόσο μεγάλο ιστορικό βάθος, που με μια του κίνηση θα μπορούσε να φέρει τα πάνω-κάτω στο πολιτιστικό γίγνεσθαι (με την καλή έννοια), να «βαράει μύγες». Οι καλοπροαίρετοι προσπαθούν να βρουν το γιατί. Κατά καιρούς προσπαθούν να μας ξυπνήσουν, όπως δοκίμασαν οι μικροί μαθητές από την Ισπανία. Που, όμως! Οι περισσότεροι βλέπουν τα «κουλτουριάρικα» σποτάκια που πλασάρουν τα κανάλια. Που ν’ ασχοληθούν με το βίντεο των Ισπανών μαθητών που ευχαριστούσε τον Ελληνισμό σε μια προσπάθεια αφύπνισής του. 



πηγή: Arístides Mínguez - enneaetifotos

Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΒΕΝΕΤΙΑΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑ (14ος - 16ος ΑΙΩΝΑΣ)

$
0
0

Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΒΕΝΕΤΙΑΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΙΤ

H Βενετία, η πόλη που “ "από την ουτοπία έγινε πραγματικότητα"“, κατάφερε μέσα από την επιδίωξη για την επιβεβαίωση, αφενός της θρησκευτικής της πίστης, αφετέρου της αστικής της ταυτότητας, να διαμορφωθεί σε ένα ανεπα­νάληπτο αρχιτεκτονικό και πολεοδομικό σύνολο, το οποίο έμεινε σχεδόν αμετάβλητο από τον 15ο μέχρι τον 18ο αιώνα.

Η παρουσία εθνικών μειονοτήτων και ειδικό­τερα της ελληνικής κοινότητας Βενετίας επηρέασε την αρχιτεκτονική και όλες τις τέχνες, έτσι ώστε μερικές φορές δεν είναι τόσο εύκολα αναγνωρίσι­μες οι ξένες επιρροές σε ένα χώρο που επεδίωκε να διατηρήσει την δική του φυσιογνωμία. H Βενετία, δέχθηκε τις ξένες επιρροές για να τις αναμορφώ­σει σε δικές της καλλιτεχνικές και αρχιτεκτονικές εκφράσεις και αποδέχθηκε το ξένο, μόνον αφού το έκανε δικό της.


Η ταυτότητα της ελληνικής αδελφότητας Βενε­τίας στην αρχιτεκτονική και στην πολεοδομία (14ος -16ος αιώνας) δεν μπορεί παρά να ταυτιστεί με την ιστορία και οργάνωση των θεσμών που δρα­στηριοποιήθηκαν στον χώρο της, με την πολιτική και αστική της συνείδηση και με τον απεριόριστο αριθμό σχέσεων και συμπτώσεων που διαδραμα­τίστηκαν μέσα στον χώρο της ή έξω από αυτόν.

Οι βυζαντινές επιρροές, ήταν σαφείς από τον 11ο-13ο αιώνα στην αρχιτεκτονική των αστικών κατοικιών (Casa-fondaco) κατά μήκος του Μεγάλου Καναλιού (Canal Grande). Η επίδραση που είχε η βυζαντινή τέχνη και αρχιτεκτονική στη Βενετία είναι σαφής στα συντακτικά στοιχεία, στο αρχιτεκτονικό λεξιλό­γιο και στις επιτείχιες διακοσμήσεις της βασιλικής του Αγίου Μάρκου (9ος-13ος αιώνας), όπου προ­σκλήθηκαν και συμμετείχαν βυζαντινοί τεχνίτες και αρχιτέκτονες. Ο ναός του Αγίου Μάρκου αποτέλεσε, άλλωστε, ένα από τα πρότυπα των ναών της πρώ­της αναγέννησης της Βενετίας (τέλη 15ου - – αρχές 16ου αιώνα).

Ο γνωστός αρχιτέκτων και λόγιος της πρώτης Αναγέννησης στην Ιταλία, Leon Battista Alberti, (1404-1472), πρότεινε μία άποψη για την κριτική της τέχνης, συγγενική με τη θεωρία του νεοπλατω­νισμού στο β΄μισό του 15ου αιώνα, επηρεασμένη από τον βυζαντινό λόγιο Εμμανουήλ Χρυσολωρά, ο οποίος δίδαξε πολλούς Ιταλούς ανθρωπιστές:

“"Στα αγάλματα και στη ζωγραφική δεν θαυμάζουμε τόσο την ομορφιά των σωμάτων, αλλά περισσότερο το πνεύμα των καλλιτεχνών. Αυτό το πνεύμα σαν κερί πολύ καλά πλασμένο, δημιούργησε με πέτρα και με ξύλο, με μπρούτζο και με χρώματα, μία εικόνα που έπλασε ο καλλιτέχνης με τον νου του"“.

Οι Έλληνες της Βενετίας πολλαπλασιάστηκαν μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης και κατά τον 15ο και 16ο αιώνα, συνεισέφεραν σημαντικά στην Αρχιτεκτονική, τη Χαρτογραφία, τη μελέτη των Μαθηματικών, την Φιλοσοφία, τη Ναυπηγι­κή και στην αύξηση μετάδοσης της γνώσης, χάρη στην τυπογραφία.

Στο δικό τους αρχιτεκτονικό και πολεοδομικό σύνολο της πλατείας των Ελλήνων (16ος-17ος αιώνας, Campo dei Greci) είναι εμφανής ο συσχετισμός των επιλογών τους με την πολιτική, με ιστορικά γεγο­νότα, με τη θρησκεία και με τον τρόπο σκέψης. Ορισμένες από τις αναλογίες, που συναντώνται στη χάραξη της όψης του ναού του Αγίου Γεωρ­γίου των Ελλήνων, παραπέμπουν στις αρμονικές αναλογίες της πυθαγόρειας κλίμακας, όπως είχαν ανακαλυφθεί εκ νέου και είχαν χρησιμοποιηθεί σε άλλα κτίρια της αναγέννησης στη Βενετία.

Οι επιλογές γνωστών αρχιτεκτόνων της ανα­γέννησης και του Μπαρόκ, ως υπευθύνων της μελέτης και της επίβλεψης των έργων στην πλα­τεία των Ελλήνων υποδεικνύουν ένα πυκνό πλέγ­μα σχέσεων των Ελλήνων με τις ενετικές αρχές και με τις άλλες αδελφότητες, όπου αυτοί δραστηριο­ποιούντο.

Η διασπορά της κατοίκησης των Ελλήνων στην πόλη και η συμμετοχή τους σε έργα επώ­νυμης αρχιτεκτονικής, ναούς, κοινωφελή έργα και έργα απλής κατοίκησης επιβεβαιώνει τη μοναδικότητα της αυλής των Ελλήνων ως χώρου εκπροσώπησης της ελληνικής αδελφότητας και αφετέρου επιβεβαιώνει την ταυτότητά τους στην αρχιτεκτονική και στην πολεοδομία στο σύνολο της πόλης.

Η έρευνα στις πηγές των Αρχείων της Ελληνικής Αδελφότητας Βενετίας, του Κρατικού Αρχείου Βενετίας, στο αρχείο του Μουσείου Correr, της Μαρκιανής βιβλιοθήκης, στα αρχεία θρησκευτικών Κοινοτήτων πολλές φορές αδημοσίευτων ανέδειξε μία κοινότητα που εκφραζόταν με τους δικούς της τρόπους στον επιφυλακτικό σε κάθε τι το νέο στον χώρο της Βενετίας.

πηγή: portal.tee.gr

ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΜΕΣΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

$
0
0

Του Βαγγέλη Χριστοδούλου

Το «κίνημα των αγανακτισμένων» του 2011 ήταν κάτι πρωτόγνωρο για τα Ελληνικά και όχι μόνο δεδομένα. Μία σύνθεση ανθρώπων, χωρίς κομματικές ταυτότητες, επισφαλών, διανοητών, ανέργων, μεταναστών κλπ, που έχουν ένα κοινό εχθρό: το μνημόνιο. Κύριο χαρακτηριστικό του κινήματος, αν και ο όρος είναι καθαυτός ακατάλληλος, είναι οι συνελεύσεις. Οι συνελεύσεις εμφανίζονται για πρώτη φορά με αυτόν τον τρόπο. Αφορούν τους πάντες και δεν περιορίζονται εντός των πανεπιστημίων ή των συνδικαλιστικών κύκλων, όπως συνέβαινε στο παρελθόν σε άλλα κινήματα.

Η αλήθεια είναι πως ένα «συνελευσιακό καθεστώς» από μόνο του δεν μπορεί να λύσει τίποτε. Η προσφορά του έγκειται στο ότι μπορεί να θέσει έναν στόχο, ώστε οι άνθρωποι να μην πέφτουν σε σύγχυση και να γνωρίζουν πoιά πρέπει να είναι τα πραγματικά και ουσιαστικά αιτήματά τους. Δεν φτάνει μόνο το να αποφασίζει κανείς τι είναι αυτό που πρέπει να γίνει, αλλά χρειάζεται να παρθούν αποφάσεις σχετικά με το πώς θα γίνει κάτι καθώς και το πότε. Οι συνελεύσεις περιορίζονται στο πρώτο ερώτημα και αρκετές φορές, όχι πάντα, στο δεύτερο. Το τρίτο ερώτημα δηλαδή το πότε θα τεθούν σε εφαρμογή αυτά που έχουν αποφασιστεί δεν απαντάται σχεδόν ποτέ. Tο ζήτημα της «άμεσης δημοκρατίας» καθ΄αυτό δεν έχει βγει προς τα έξω, ως κύριο αίτημα του κινήματος. Παρόλα αυτά όμως, μας δίνει ένα νέο πεδίο πειραματισμού πάνω στο οποίο πρέπει να σταθούμε.
Μέσα από τις συνελεύσεις, αποκαλύπτεται ένας νέος τρόπος ατομικο-κοινωνικής αντιπροσώπευσης, άνθρωποι που θέλουν να εκφράζονται δημοκρατικά εναντίον του «νέου πολέμου», της «μιντιακής οργάνωσης του κοινωνικού» και του κύματος της επισφάλειας. Η συνέλευση δίνει την δυνατότητα της συγκρότησης των ανθρώπων σε πολιτική κοινότητα, τη μορφή οργάνωσης που προσδιορίζεται από τις αρχές της αυτονομίας, της ισότητας και της συναίνεσης, αρκεί η τελευταία να επιτευχθεί μέσα από την πειθώ και την ελεύθερη αντιπαράθεση διαφορετικών απόψεων. Μέσα από τη συνέλευση μπορεί να αναδυθεί η «δύναμη» (με την έννοια της Άρεντ) αφού οι άνθρωποι μπορούν να εκφράζονται ελεύθερα και να ενεργούν σχετικά με τα δημόσια πράγματα. Χρειάζεται όμως να αφήσουν εκτός της, την ικανοποίηση των βιοτικών τους αναγκών και να δημιουργήσουν ένα νέο πεδίο ελευθερίας: αυτό της ισότητας. Θα ήταν καλύτερο, λοιπόν, να μην προβάλλεται ως κύριο αίτημα αποκλειστικά και μόνο η έξοδος από το μνημόνιο. Δεν υπάρχει και δεν ακούγεται, ούτε ένα σύνθημα για την «άμεση δημοκρατία»! Επειδή ακριβώς οι περισσότεροι πηγαίνουν στην συνέλευση, έχοντας ο καθένας στο μυαλό του το δικό του πρόβλημα το οποίο του το δημιούργησε το μνημόνιο, το τοποθετεί πιο ψηλά από τα προβλήματα των άλλων και πολύ περισσότερο από το ουσιαστικότερο πρόβλημα που είναι το πώς θα αλλάξουμε την κοινωνία και όχι το πώς θα πάρουμε μεγαλύτερο μισθό.
Το ουσιαστικότερο αίτημα του κινήματος, λοιπόν, είναι η απαίτηση για «άμεση δημοκρατία». Είναι ό,τι καλύτερο έχει ζητήσει οποιοδήποτε κίνημα, όχι μόνο στην Ελλάδα , αλλά τολμώ να πω σε ολόκληρο τον κόσμο. Οι ανθρώπινες κοινωνίες δεν θα μπορούσαν να ζήσουν σε καλύτερο «πολιτικό σύστημα» από αυτό. Είναι το μοναδικό «σύστημα» που όχι μόνο προάγει την πολιτική ελευθερία, αλλά ταυτόχρονα μπορεί να αλλάξει την κοινωνία και να της δώσει αυτό που σήμερα της λείπει εντελώς: ένα νέο νόημα. Υπάρχει όμως ένα πολύ σοβαρό εμπόδιο που δεν επιτρέπει την άμεση τουλάχιστον, εφαρμογή ενός τέτοιου συστήματος: η άμεση δημοκρατία μπορεί να υπάρξει μόνο μεταξύ ίσων. Στις δυτικές κοινωνίες το νεοφιλελεύθερο παράδειγμα ανάγει το σύνολο των ανθρώπινων σχέσεων, αξιών και αρχών στην «αγορά». Ο «οικονομικός αναγωγισμός» είναι το μοναδικό σύστημα ερμηνείας που δίνουν οι νεοφιλελεύθερες κοινωνίες στον κόσμο τους. Το «οικονομικό» και όχι το «πολιτικό», αποτελεί την θεμελιώδη φαντασιακή σημασία στις σημερινές κοινωνίες και σε συνδυασμό με την «κατανάλωση», το άτομο θεωρεί τον εαυτό του συμμέτοχο στη δημοκρατία της αγοράς. Αγορά ή κοινωνία πολιτών δεν έχουν μεταξύ τους καμία διαφορετική σημασία. Οποιοδήποτε πολιτικό ερώτημα τίθεται, παίρνει πάντοτε την εύκολη και εντελώς μηχανιστική του απάντηση, γιατί ανάγεται υπόρρητα στο πεδίο της οικονομίας. Δεν υπάρχει πλέον αυθύπαρκτη πολιτική, επειδή δεν υπάρχουν περιθώρια για πολιτική δημοκρατία. Καμία κυβέρνηση και πουθενά στον κόσμο δεν έχει την «εξουσία της δράσης». Οποιαδήποτε αλλαγή ή μεταρρύθμιση πρέπει να εγκριθεί πρώτα από τις αγορές. Η «εξουσία δράσης» πέρασε σταδιακά στις αγορές και διαχωρίστηκε πλήρως από την πολιτική. Αυτή είναι και η κύρια αιτία διάβρωσης της κρατικής κυριαρχίας. Οι κυβερνήσεις και τα κόμματα συνεχίζουν να αρθρώνουν λόγο και να εξαγγέλλουν προγράμματα αλλά δεν είναι σε καμία περίπτωση ελεύθερα να αποφασίζουν για τις «πολιτικές εξαίρεσης» ή τις αρχές και τον τρόπο εφαρμογής τους. Στην πραγματικότητα το κράτος μετατρέπεται σε εκτελεστή της κυριαρχίας της αγοράς.
Σημαντικό κομμάτι των αγορών είναι μεταξύ άλλων οι ομάδες συμφερόντων που αποκαλούμε «ελίτ» ή αλλιώς «κυρίαρχες τάξεις». Οι ομάδες αυτές που κατά κύριο λόγο κυριαρχούν στην κοινωνική και οικονομική ζωή, δεν είναι σε καμία περίπτωση διατεθειμένες να παραχωρήσουν τα «κεκτημένα» τους, το χρήμα και κατ’ επέκταση την εξουσία. Για τις ομάδες αυτές, το όριο της δημοκρατίας είναι αυτό κατά το οποίο τίθεται σε αμφισβήτηση η τάξη και η ασφάλεια του συστήματος από το οποίο προέρχονται και προστατεύονται. Πέρα όμως από τις κυρίαρχες ομάδες, η κοινωνία είναι χωρισμένη σε πολλές και διαφορετικές ομάδες συμφερόντων. Οι ομάδες αυτές διαχωρίζονται μεταξύ τους με κύρια κριτήρια το εισόδημά τους, τον πλούτο τους, την εξουσία που διαθέτουν και την στάση τους απέναντι στο υπάρχον σύστημα. Με κυριότερο κριτήριο το οικονομικό, οι ομάδες αυτές διαφοροποιούνται μεταξύ τους και καθίστανται όχι λίγο ή πολύ ίσες, αλλά εξαιρετικά άνισες μεταξύ τους. Όσο πιο πάνω πηγαίνουμε, τόσο αυξάνεται ο βαθμός επιρροής και ελέγχου των κυβερνήσεων αλλά και των κατώτερων κοινωνικά ομάδων από τις ανώτερες. Οι κυρίαρχες ομάδες μπορούν να ελέγξουν την επιλογή των υποψηφίων αλλά και το ποιός θα εκλεγεί. Αποτέλεσμα αυτού, είναι το είδος του πολιτικού μας συστήματος να διαμορφώνεται ως «ιεραρχική δημοκρατία».
Αναγνωρίζουμε συνεπώς με βάση τα παραπάνω μία μεγάλη αντίφαση: δεν μπορεί κάποιος να συνηγορεί υπέρ της «συμμετοχικής δημοκρατίας» ή «της άμεσης δημοκρατίας» και ταυτόχρονα να είναι υπέρμαχος του νεοφιλελευθερισμού ή οποιουδήποτε κοινωνικού ή πολιτικού συστήματος με κοινωνικούς διαχωρισμούς. Ο «αρπακτικός καπιταλισμός» είναι η τελευταία έκδοση του νεοφιλελευθερισμού και της μάχης των  λίγων  πλουσίων να περιορίσουν ασφυκτικά τα πολιτικά δικαιώματα και τις ελευθερίες των πολλών. Άρα εύκολα συνάγεται το συμπέρασμα πως ο όρος «δημοκρατικές διαδικασίες»  που αφορά στο διαδικαστικό του συστήματος, είναι μία απάτη, τίποτε περισσότερο και τίποτε λιγότερο.
Ας υποθέσουμε τώρα πως καταφέρνουμε να κατοχυρώσουμε συνταγματικά το πολίτευμα της άμεσης δημοκρατίας. Το «διαδικαστικό» της άμεσης δημοκρατίας, δεν αρκεί να στηρίζεται στη νομιμότητα, αλλά χρειάζεται μία ευρύτερη κοινωνική συναίνεση προκειμένου να ολοκληρώσει τη λειτουργία του. Δεν είναι αρκετό το να υπάρχει μόνο ως αφηρημένος θεσμός, αλλά θα πρέπει να πραγματωθεί μέσα από μία συγκεκριμένη πολιτική. Σε αντίθετη περίπτωση, θα γίνει πάλι ένα ίδιο σύστημα με αυτό που υπάρχει σήμερα. Αυτόματα λοιπόν προκύπτει το ερώτημα, τι θα κάνουμε με όσους δεν θέλουν την άμεση δημοκρατία, οι οποίοι παρεμπιπτόντως, είναι  και πάρα πολλοί; Αν σε όλους αυτούς προσθέσουμε και όσους δεν γνωρίζουν τι σημαίνει πραγματικά η άμεση δημοκρατία, τότε το πρόβλημα μεγαλώνει ακόμα περισσότερο. Θεωρώ πως αυτό είναι ένα ερώτημα που πρέπει να απαντήσουμε πρωτίστως εμείς που πιστεύουμε στην άμεση δημοκρατία. Προσωπικά, δεν γνωρίζω τι να απαντήσω σε αυτό το ερώτημα πέρα από την συνεχή ενημέρωση των ανθρώπων πάνω στην «άμεση δημοκρατία». Κάτι τέτοιο όμως θέλει χρόνο, και χρόνο αυτήν την περίοδο δεν έχουμε.
Αφήνοντας τις υποθέσεις, το καίριο ερώτημα που τίθεται τώρα είναι το: πως θα κατοχυρωθεί συνταγματικά η «άμεση δημοκρατία»; Η απάντηση θα μπορούσε να είναι, με δημοψήφισμα. Μα για να γίνει κάτι τέτοιο θα πρέπει να υπάρξει μία κυβέρνηση που να το επιτρέψει. Γνωρίζει κάποιος μία κυβέρνηση οπουδήποτε στον κόσμο που θα ήθελε να δημιουργήσει τις συνθήκες και τις προϋποθέσεις, της αυτοκατάργησής της; Με δεδομένα αυτά που έγραψα παραπάνω για την «εξουσία δράσης», η κυβέρνηση δεν αντιπροσωπεύει παρά μόνο έναν ελάχιστο έως ανύπαρκτο μέρος της εξουσίας. Η ιδιωτική εξουσία μπορεί να περιορίσει ασφυκτικά τις όποιες ενέργειες της όποιας κυβέρνησης. 
Τελευταίο αλλά διόλου ασήμαντο πρόβλημα, αποτελεί η ανάγκη μετατροπής, της άμεσης δημοκρατίας, από πολιτικό σύστημα σε "πολιτικό καθεστώς"με την καλή έννοια. Το πολιτικό σύστημα αφορά τους ιδιαίτερους πολιτικούς θεσμούς μίας συγκεκριμένης χώρας. Η έννοια του πολιτικού καθεστώτος, αφορά στην αρχή που διέπει αυτούς τους θεσμούς. Αυτή τη στιγμή, πολιτικό καθεστώς γενικότερα των δυτικοευρωπαϊκών κοινωνιών, είναι η «αντιπροσωπευτική δημοκρατία». Έχοντας ως δεδομένα πως, αφ’ ενός μεν το κεφάλαιο δεν γνωρίζει τόπο και αφ’ ετέρου πως, η άμεση δημοκρατία στρέφεται πρωτίστως εναντίον του, δεν θα επιτραπεί τόσο εύκολα η δημιουργία της. Άρα χρειάζεται μία προσπάθεια δημιουργίας της άμεσης δημοκρατίας που να υπερβαίνει τα Ελληνικά σύνορα. Βέβαια πρέπει από κάπου να ξεκινήσει, και αφού εμείς είμαστε οι «γεννήτορες της δημοκρατίας», ας ξεκινήσει από εμάς και… βλέπουμε. Πάντως πιστεύω πως μία υπερεθνική προσπάθεια είναι απαραίτητη.
Συνοψίζοντας, τα προβλήματα που παρουσιάζονται από την ορθή κατά τα άλλα απαίτηση για άμεση δημοκρατία είναι:
  1. Πώς θα κατοχυρωθεί συνταγματικά η άμεση δημοκρατία;
  2. Τι μπορούμε να κάνουμε με την μερίδα του πληθυσμού που δεν θέλει την άμεση δημοκρατία;
  3. Πως θα πραγματωθεί κοινωνικά ως θεσμός η άμεση δημοκρατία , με δεδομένες τις αντιδράσεις που θα συναντήσει;
  4. Με ποιο τρόπο μπορούμε να μετατρέψουμε την άμεση δημοκρατία από πολιτικό σύστημα σε πολιτικό "καθεστώς";
Η άμεση δημοκρατία ή αλλιώς η πολιτική ελευθερία είναι στην πραγματικότητα κάτι πολύ περισσότερο από ένα πολιτικό σύστημα ή ένα πολιτικό καθεστώς.Είναι το όπλο που μπορεί να μετατρέψει τον όρο «δημοκρατία», από πολιτική έννοια σε κοινωνική έννοια. Αν θέλουμε να φτάσουμε σε μία αυτόνομη κοινωνία, είμαστε υποχρεωμένοι να αντιλαμβανόμαστε την δημοκρατία ως είδος κοινωνίας, και όχι ως είδος πολιτικού καθεστώτος. Η έννοια του «είδους κοινωνίας» σημαίνει πως οι άνθρωποι επεμβαίνουν στην συνολική θέσμιση της κοινωνίας δηλαδή επεμβαίνουν στην πραγματική της κατάσταση που δεν έχει να κάνει μόνο με την πολιτική θέσμιση. Η πολιτική θέσμιση σε συνδυασμό με την λειτουργία της θέσμισης αυτής, δηλαδή με το πώς εφαρμόζεται στην πράξη, δείχνει την γενικότερη συμπεριφορά των ανθρώπων απέναντι στους καθιερωμένους πολιτικούς θεσμούς.

πηγή: hitandrun.gr

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΕΣ - Η ΚΛΑΣΙΚΗ ΜΟΥΣΙΚΗ ΥΠΕΡΒΑΙΝΕΙ ΤΗΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΕΜΠΕΙΡΙΑ

$
0
0
Αποτέλεσμα εικόνας για κλασική μουσική

Φυσικοί που σχετίζονται με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για την Πυρηνική Ενέργεια (CERN) δημοσιοποίησαν μια έρευνα πριν κάποιους μήνες, αποκαλύπτοντας ότι η κλασική μουσική υπάρχει σε ένα πεδίο της πραγματικότητας εντελώς απομακρυσμένο από τον τετραδιάστατο χωροχρόνο που κατοικεί ο άνθρωπος.

Οι επιστήμονες έκαναν μια έρευνα ρουτίνας για πεμπτοδιαστασιακή δραστηριότητα χρησιμοποιώντας τον Μεγάλο Επιταχυντή Αδρονίων, τον τεράστιο επιταχυντή σωματιδίων που έγινε πασίγνωστος με την απόδειξη της ύπαρξης του Σωματιδίου Χιγκς, όταν έπεσαν πάνω σε ολόκληρο το corpus της Δυτικής Κλασικής μουσικής, από τις ψαλμωδίες του 9ου αιώνα μέχρι τον Nico Muhly.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση τα αναρίθμητα έργα που φτιάχνουν αυτό το σώμα ρεπερτορίων υπάρχουν σε ένα συνεχές που εδρεύει πέρα από τα όρια της ανθρώπινης αντίληψης.
«Η κλασική μουσική υπερβαίνει και την ευθύγραμμη ροή του χρόνου προς τα εμπρός και τον Ευκλείδειο χώρο που έχουμε συνηθίσει να αντιλαμβανόμαστε», είπε ο Rolf-Dieter Heuer, ο γενικός διευθυντής του CERN. «Ένα μουσικό έργο αποτελεί μια μυστηριώδη ενότητα που η ουσία της διαφεύγει εντελώς από τις αισθήσεις μας.»
Οι φυσικοί ισχυρίζονται ότι κάθε συναυλία ή ηχογράφηση κλασικής μουσικής αποτελεί ένα είδος ολογράμματος που προβάλλεται μέσα στην καθημερινή μας πραγματικότητα μέσα από το πραγματικό μουσικό έργο, που δονείται αέναα σε ένα αιθέριο μέσον που αιωρείται μέσα μας και γύρω μας κάθε στιγμή.
«Σκεφτείτε την 5η Συμφωνία του Μπετόβεν. Βεβαίως, μπορεί να έχετε δει την παρτιτούρα ή να έχετε ακούσει την μία ή την άλλη ορχήστρα να την παίζουν. Αλλά την έχετε ποτέ συναντήσει στην καθαρή της μορφή;», ρωτάει ο Heuer. «Όταν φεύγετε από ένα μουσείο γνωρίζετε ότι οι πίνακες βρίσκονται ακόμα εκεί. Αλλά που πηγαίνει η Πέμπτη του Μπετόβεν όταν δεν είστε τριγύρω; Τώρα γνωρίζουμε.»
Παρότι οι επιστήμονες έχουν μετρήσει την πυκνότητα και το φορτίο της κλασικής μουσικής και έχουν εντοπίσει τη θέση της στο σύμπαν, ο ρόλος της σε αυτό δεν έχει εξηγηθεί ακόμα. Κάποιοι αστροφυσικοί υποθέτουν ότι ο κλασικός Κανόνας μπορεί να είναι αυτό που αποκαλούμε «σκοτεινή ύλη», που θεωρείται ότι αποτελεί το 95% όλης της ύλης στο σύμπαν. Άλλοι δεν είναι και τόσο σίγουροι.
«Η κλασική μουσική υπάρχει σε μια διάσταση απροσπέλαστη από τα ανθρώπινα όντα, έτσι μπορεί ποτέ να μην την αντιληφθούμε πλήρως», δήλωσε ο θεωρητικός φυσικός Leonard Susskind από το Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ. «Είναι πολύ ενδιαφέρον που η επιστήμη απέδειξε επιτέλους ότι η κλασική μουσική κατοικεί έναν ανεξάρτητο, αυτόνομο χώρο, αποκομμένο από την επίγεια εμπειρία μας», συνέχισε, «αλλά το ερώτημα παραμένει: τι κάνει εξαρχής η κλασική μουσική στο δικό μας σύμπαν;»
πηγή: hitandrun.gr

Η ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ ΚΑΙ Η ΑΚΤΙΝΟΒΟΛΙΑ ΤΗΣ (ΒΙΒΛΙΟ)

$
0
0
Αποτέλεσμα εικόνας για η ιστορία της ΑΡΧΑΊΑς ελληνικής τέχνης

Πρόλογοι στο βιβλίο

Με το προκείμενο εγχειρίδιο, έβδομο στη σειρά «Αρχαιογνωσία και Αρχαιογλωσσία στη Μέση Εκπαίδευση», περατώνεται ένα συλλογικό, επτάτευχο πρόγραμμα (ερευνητικό, συγγραφικό, εκδοτικό), με πειραματικό και πιλοτικό εξαρχής χαρακτήρα, ο οποίος επεξηγείται στο επίμετρο κάθε τόμου. Βασικός στόχος παραμένει η (ουσιαστική, μεθοδολογική και διδακτική) διάκριση αρχαιογνωσίας και αρχαιογλωσσίας. Η άρση δηλαδή μιας παρεξήγησης, που συγχέει επίτηδες τους δύο όρους, υποστηρίζοντας ότι είναι λίγο πολύ συνώνυμοι. Πρόκειται για αυθαίρετο, από επιστημονική και ιστορική άποψη, ισχυρισμό, που παραγνωρίζει την καταστατική διαφορά ανάμεσα στη γνώση και στη γλώσσα, στη γλώσσα και στον λόγο. Δίνοντας μάλιστα μαθησιακό προβάδισμα στην αρχαιογλωσσία, προορισμένη, υποτίθεται, να αναπληρώνει και τα ελλείμματα της νεογλωσσίας.

Η προγραμματική απόρριψη της έμμονης αυτής παρεξήγησης στο συγκεκριμένο πρόγραμμα δεν συνεπάγεται βέβαια υποτίμηση της αρχαίας ελληνικής γλώσσας· αποτελεί όμως φραγμό στην ανιστόρητη υπερτίμησή της τόσο έναντι της νεοελληνικής όσο και κάθε άλλης σύγχρονης γλώσσας. Ζητούμενο στην προκείμενη περίπτωση είναι να οριστούν νηφάλια οι έγκυρες σχέσεις αρχαιογνωσίας και αρχαιογλωσσίας, με την προϋπόθεση ότι η δεύτερη αποτελεί μέρος και μέσο της πρώτης, στην περιοχή ειδικότερα των γραμμάτων, και όχι ηγεμονικό αυτοσκοπό.


Σε αυτή την εδραία βάση στηρίζονται και τα επτά εγχειρίδια του προγράμματος. Το οποίο, γι᾽ αυτόν ακριβώς τον λόγο εγκαινιάστηκε με παραδειγματικό εγχειρίδιο της σειράς την Ιστορία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, συνταγμένη από τον αλησμόνητο Τάσο Χρηστίδη (δημοσιεύτηκε το 2005, λίγους μήνες μετά τον ξαφνικό θάνατό του). Μεσολάβησαν, μέσα στον ίδιο χρόνο, η άρτια Αρχαία ελληνική γραμματολογία του Φάνη Κακριδή, και ο συναρπαστικός τόμος Η Ρώμη και ο κόσμος της του Θεόδωρου Παπαγγελή, ευάγωγη γέφυρα ανάμεσα στον ελληνικό και στον ρωμαϊκό κόσμο της Αρχαιότητας. Την επόμενη χρονιά είδε το φως της δημοσιότητας το τέταρτο εγχειρίδιο, αφιερωμένο στην αρχαία ελληνική φιλοσοφία και στον φιλόσοφο βίο, υπό τον τίτλο Αρχαίοι έλληνες φιλόσοφοι — θεμελιακό έργο των Βασίλη Κάλφα και Γιώργου Ζωγραφίδη, όπου εφαρμόστηκε με επιτυχία η μέθοδος της συγγραφικής διφωνίας. Το διφωνικό παράδειγμα συγγραφής ακολούθησαν: το 2007 οι Δ. Ν. Μαρωνίτης και Λάμπρος Πόλκας με την Αρχαϊκή επική ποίηση (υπότιτλος: από την Ιλιάδα στην Οδύσσεια)· και το 2010 οι Δ. I. Κυρτάτας και Σ. I. Ράγκος με την Ελληνική αρχαιότητα (υπότιτλος: πόλεμος - πολιτική - πολιτισμός), μεταφέροντας καίρια ιστορικά δρώμενα από την αρχαϊκή έως τη ρωμαϊκή εποχή, σε εναλασσόμενο αφηγηματικό λόγο, που διαβάζεται απνευστί.

Έτσι φτάσαμε στο προκείμενο, έβδομο και τελευταίο, εγχειρίδιο της σειράς, που επιγράφεται Η αρχαία ελληνική τέχνη και η ακτινοβολία της, συνεργατικό πόνημα αυτό του ζεύγους Μανόλη και Αλεξάνδρας Γουλάκη-Βουτυρά, στο οποίο προτάσσεται κατατοπιστικός πρόλογος των δύο συγγραφέων. Εδώ προκαταβάλλονται με δίκαιη, πιστεύω, έμφαση δύο δυσεύρετες αρετές του εγχειριδίου, οι οποίες επισκιάζονται ίσως στον σεμνό και συνοπτικό πρόλογο του τόμου.

Η μία αρετή αποτυπώνεται ήδη στη διαίρεση του εγχειριδίου σε δύο σχεδόν ισότιμα μέρη. Το πρώτο, συνταγμένο από τον Μανόλη Βουτυρά, είναι εξ ορισμού αρχαιολογικό και επιγράφεται «Αρχαία ελληνική τέχνη». Εξελισσόμενο σε οκτώ έντιτλα κεφάλαια, καλύπτει με επάρκεια και ενάργεια, όλο το φάσμα της ελληνικής τέχνης, από τους Σκοτεινούς Αιώνες και τη γεωμετρική περίοδο έως την όψιμη ελληνιστική εποχή.

Το δεύτερο μέρος, σπάνιο και απρόβλεπτο σε παρόμοιες περιπτώσεις, οφείλεται στη αρμόδια γνώση και στον επίμονο μόχθο της Αλεξάνδρας Γουλάκη-Βουτυρά. Η οποία ερευνά και συντάσσει συστηματικά σε έξι κεφάλαια τα βασικά εκείνα στοιχεία που μαρτυρούν τη γόνιμη και εξελισσόμενη επίδραση της αρχαίας ελληνικής τέχνης στα νεότερα χρόνια, από την πρώιμη Αναγέννηση έως το τέλος του 20ού αιώνα. Καταλήγοντας στα ίχνη και στα σήματα της αρχαιοελληνικής καλλιτεχνικής παράδοσης, όσα και όπως αναγνωρίζονται σε επώνυμα πρόσωπα και έργα της νεοελληνικής τέχνης.

Η δεύτερη, μεθοδολογική και ιδεολογική, αρετή, αφορά τον αμφίδρομο τύπο, με τον οποίο νοείται και εφαρμόζεται στην προκειμένη περίπτωση η αρχή της ακτινοβολίας και της επίδρασης, στην πορεία και στην εξέλιξη της αρχαίας ελληνικής τέχνης. Επιβεβαιώνοντας την παραγωγική αξία που έχει και στον καλλιτεχνικό τομέα η μέθοδος της αμοιβαιότητας. Που πάει να πει: στη τέχνη όποιος δίνει παίρνει, και όποιος παίρνει δίνει. Έτσι μόνο το ξένο παράδειγμα τρέπεται σε οικείο και το οικείο ξενίζεται, διευρύνοντας συνεχώς τον ορίζοντα της καλλιτεχνικής δημιουργίας, τόσο στη διάσταση του χώρου όσο και στο άνυσμα του χρόνου.

Τούτο σημαίνει ότι η αμφίδρομη ακτινοβολία και επίδραση της αρχαίας ελληνικής τέχνης συστήνουν έναν τύπο πολιτισμού ανοιχτού στον χώρο και στον χρόνο, προάγοντας την αρχή της αμοιβαίας ανταλλαγής και στην ευρύτερη περιοχή της οικονομίας και της πολιτικής, όταν μάλιστα κλονίζεται. Από την άποψη αυτή το έβδομο και τελευταίο εγχειρίδιο της σειράς δεν είναι εκτός τόπου και χρόνου.

Δ. Ν. Μαρωνίτης

Πρόλογος των συγγραφέων

Είναι γενικά αποδεκτό ότι οι αρχαίοι Έλληνες δημιούργησαν με την τέχνη τους αισθητικές αρχές και πρότυπα που κέρδισαν ευρεία αποδοχή και απέκτησαν παγκόσμια ακτινοβολία. Είναι επίσης γεγονός ότι η αρχαία ελληνική τέχνη λειτούργησε διαχρονικά ως πρότυπο και καθορίζει ως σήμερα, άμεσα ή έμμεσα, τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε και αποτιμούμε την καλλιτεχνική δημιουργία. Οφείλουμε όμως να επισημάνουμε ότι, όσο οικεία και αν μας φαίνεται σήμερα η τέχνη αυτή, η κατανόησή της δεν είναι εύκολη, επειδή προϋποθέτει μια συνολική αντίληψη του πολιτισμού που τη δημιούργησε και επίσης τη γνώση της μακρόχρονης ιστορικής του εξέλιξης. Εξίσου χρήσιμη και αναγκαία με τη συστηματική μελέτη της τέχνης των αρχαίων Ελλήνων είναι η διερεύνηση της επίδρασης που άσκησε στους καλλιτέχνες και τους πνευματικούς ανθρώπους της νεότερης Ευρώπης, ιδιαίτερα από την Αναγέννηση και έπειτα, η γνωριμία με τα ίδια τα έργα, που για αιώνες θεωρήθηκαν αξεπέραστα πρότυπα και παραμένουν σταθερές αξίες στον σημερινό, παγκόσμιο πλέον, πολιτισμό, του οποίου η αισθητική είναι ανοιχτή σε πολλές και διαφορετικές τάσεις και επιδράσεις. Ειδικά οι δημιουργίες της λεγόμενης κλασικής περιόδου (από τους Περσικούς Πολέμους ως τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου: 480-323 π.Χ.) θεωρήθηκαν ήδη στην Αρχαιότητα υποδείγματα αισθητικής τελειότητας και έγιναν αντικείμενο θαυμασμού και μίμησης. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι την επίδραση της ελληνικής τέχνης την ανιχνεύουμε όχι μόνο στον άμεσο γεωγραφικό περίγυρο της Ελλάδας και στην περιοχή της Μεσογείου, όπου οι Έλληνες είχαν από νωρίς ιδρύσει αποικίες, αλλά σε έναν ευρύτατο γεωγραφικό χώρο που εκτείνεται από την κεντρική Ασία ως τη βόρεια Ευρώπη και την Αφρική.

Το αυξημένο ενδιαφέρον για την τέχνη της Αρχαιότητας και η έναρξη των πρώτων ανασκαφών στην Ιταλία, στις πόλεις που κατέστρεψε η έκρηξη του Βεζουβίου το 79 μ.Χ., οδήγησαν πριν από δυόμισι περίπου αιώνες στη δημιουργία της αρχαιολογίας ως ξεχωριστού κλάδου της αρχαιογνωστικής έρευνας, με σκοπό τη συστηματική μελέτη της τέχνης της λεγόμενης κλασικής Αρχαιότητας (της εποχής από τις αρχές της 1ης χιλιετίας π.Χ. ως την επικράτηση του χριστιανισμού στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία κατά τον 4ο και τον 5ο αιώνα μ.Χ.). Από το τέλος του 19ου αιώνα, ιδιαίτερα όμως στα πρόσφατα χρόνια, το γνωστικό αντικείμενο της αρχαιολογίας διευρύνθηκε πολύ και περιλαμβάνει πλέον το σύνολο των καταλοίπων όλων των αρχαίων πολιτισμών. Τα μνημεία και τα άλλα υλικά λείψανα του αρχαίου ελληνικού και του ρωμαϊκού πολιτισμού (οι οποίοι από το τέλος της ελληνιστικής εποχής συμπλέκονται σε μιαν αδιάσπαστη ενότητα) αποτελούν το ερευνητικό πεδίο της κλασικής αρχαιολογίας. Η έρευνα της κλασικής αρχαιολογίας δεν περιορίζεται, ωστόσο, στην εξέταση των έργων τέχνης και των άλλων αντικειμένων, αλλά ενσωματώνει και αξιοποιεί σε μεγάλο βαθμό τα πορίσματα της κλασικής φιλολογίας και της αρχαίας ιστορίας.

Μια πολύ ενδιαφέρουσα διαπίστωση που ανέδειξε η αρχαιολογική έρευνα των τελευταίων εκατό περίπου χρόνων μέσα από τις ανασκαφές και τη συστηματική μελέτη των ευρημάτων είναι ότι η ελληνική τέχνη —όπως άλλωστε και η λογοτεχνία και ο πολιτισμός των αρχαίων Ελλήνων γενικότερα— δέχτηκε στις πρώιμες φάσεις της έντονες επιδράσεις από τους πολιτισμούς της Ανατολής, ιδιαίτερα της Συρίας, της Μεσοποταμίας και της Αιγύπτου. Φαίνεται ότι συνέβη μια αληθινή πολιτιστική όσμωση, αποτέλεσμα των στενών εμπορικών σχέσεων που ανέπτυξαν οι Έλληνες με τις παράκτιες περιοχές της ανατολικής Μεσογείου (κυρίως με τη Συρία και τη Φοινίκη) και με την ενδοχώρα τους. Από την άλλη μεριά σημαντική ήταν και η εξάπλωση των Ελλήνων στην Ιταλία και τη δυτική Μεσόγειο, που άρχισε τον 8ο αιώνα π.Χ. και εξελίχθηκε σχεδόν παράλληλα με εκείνη των Φοινίκων στις νότιες ακτές της. Οι ανατολικές επιδράσεις αφομοιώθηκαν γρήγορα και οδήγησαν σε μια εξαιρετική άνθηση των τεχνών στην Ελλάδα, που άρχισε να ακτινοβολεί σε όλο τον περίγυρο της. Έτσι ήδη από τον 6ο αιώνα π.Χ., και ακόμη περισσότερο τον 5ο και τον 4ο αιώνα, βλέπουμε να αναπτύσσεται μια αντίστροφη ροή επίδρασης: η ελληνική τέχνη γίνεται ευρύτερα αποδεκτή και αρχίζει να εξάγεται στην Ανατολή και τη Δύση.

Με την εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου η ελληνική τέχνη κέρδισε ακόμη περισσότερο έδαφος και έφτασε μέσα σε σύντομο χρόνο ως την Ινδία. Σημαντικότερη όμως από αυτή τη γρήγορη εξάπλωση υπήρξε η εδραίωση, στους αιώνες που ακολούθησαν, των αισθητικών προτύπων της ελληνικής τέχνης στον τεράστιο γεωγραφικό χώρο που κάλυπταν τα βασίλεια των διαδόχων του Μεγάλου Αλεξάνδρου, αλλά και πέρα από αυτά. Τα ίδια αυτά πρότυπα επέδρασαν καθοριστικά στην τέχνη της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και καθόρισαν την εξέλιξή της ως το τέλος της Αρχαιότητας. Μπορούμε επομένως να πούμε ότι η αρχαία ελληνική τέχνη απέκτησε από νωρίς οικουμενική διάσταση.

Ακόμη και μετά το τέλος της Αρχαιότητας και την επικράτηση του χριστιανισμού, που εισήγαγε ένα νέο σύστημα αξιών, η ελληνική τέχνη δεν έσβησε, αλλά παρέμεινε, αν και σε μικρότερο βαθμό, πηγή έμπνευσης για τους καλλιτέχνες. Στο ανατολικό τμήμα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (το λεγόμενο Βυζάντιο) τα αισθητικά πρότυπα της αρχαίας τέχνης δεν εγκαταλείφθηκαν ποτέ εντελώς και βλέπουμε μάλιστα να επανεμφανίζονται κατά περιόδους με μεγαλύτερη ή μικρότερη συχνότητα. Στο δυτικό τμήμα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, αντίθετα, η παράδοση της Αρχαιότητας εγκαταλείπεται μετά τις βαρβαρικές επιδρομές του 5ου και του 6ου αιώνα. Το ενδιαφέρον άρχισε να ξυπνά και πάλι τον 9ο αιώνα (την εποχή του Καρλομάγνου), παρέμεινε όμως περιορισμένο. Από την εποχή όμως της Αναγέννησης και έπειτα η τέχνη της ελληνικής Αρχαιότητας —αρχικά μέσα από κλασικιστικές δημιουργίες των ρωμαϊκών χρόνων και αργότερα με τη γνωριμία έργων των παλαιότερων περιόδων— επανήλθε θριαμβευτικά στο προσκήνιο και έγινε πρότυπο και σημείο αναφοράς, αρχικά στην Ιταλία και αργότερα σε ολόκληρη την Ευρώπη, όχι μόνο ως προς την αισθητική, αλλά και ως προς τη θεματολογία. Κορύφωση της συνεχούς επαφής της νεότερης ευρωπαϊκής τέχνης με εκείνη της Αρχαιότητας είναι ο κλασικισμός του τέλους του 18ου και των αρχών του 19ου αιώνα. Στη νεότερη Ελλάδα, που απέκτησε κρατική υπόσταση την εποχή που ο κλασικισμός ήταν η κυρίαρχη τεχνοτροπία στην Ευρώπη, η πρόσληψη της αρχαίας τέχνης, είτε άμεσα είτε διαθλαστικά μέσα από την ευρωπαϊκή τέχνη, συνέβαλε καθοριστικά στη διαμόρφωση μιας νέας πολιτιστικής ταυτότητας.

Στο βιβλίο αυτό προσπαθήσαμε να ξεδιπλώσουμε τα διαδοχικά στάδια της εξαιρετικά ενδιαφέρουσας διαδρομής της αρχαίας ελληνικής τέχνης και της ακτινοβολίας της, η οποία φτάνει ως τις μέρες μας, προβάλλοντας ταυτόχρονα, στο μέτρο του δυνατού, τους στενούς δεσμούς της με την ιστορία και τον πολιτισμό γενικότερα. Για να το επιτύχουμε καλύτερα αυτό θεωρήσαμε σκόπιμο να δώσουμε αρκετά παραθέματα από αρχαίους συγγραφείς σε μετάφραση. Όπου το όνομα του μεταφραστή δεν σημειώνεται η μετάφραση είναι του Μ. Βουτυρά. Γνωρίζουμε ότι η εικόνα που προσφέρουμε στον αναγνώστη είναι συνοπτική και ενδεχομένως ατελής σε ορισμένα σημεία· ελπίζουμε όμως παρά ταύτα ότι η επισκόπηση ενός τόσο γοητευτικού υλικού είναι από μόνη της ικανή να του κεντρίσει το ενδιαφέρον και να του προσφέρει αισθητική ικανοποίηση και αφορμή για σκέψη.

Η σύλληψη και οι κατευθυντήριες γραμμές του βιβλίου καθώς και η προτροπή για τη συγγραφή του προήλθαν από τον Δ. Ν. Μαρωνίτη, που παρακολούθησε με αδιάλειπτο ενδιαφέρον και με συνεχείς παραινέσεις και παρεμβάσεις τα διάφορα στάδια της συγγραφής του· του οφείλουμε περισσότερες ευχαριστίες από όσες μπορούμε να εκφράσουμε στο σύντομο αυτό προλογικό σημείωμα. Σημαντική από πολλές απόψεις ήταν η συνδρομή του Γιώργου Παπαναστασίου, ο οποίος, πέρα από τη βοήθεια που μας παρέσχε σε γλωσσικά και πρακτικά θέματα, είχε την καλοσύνη να διαβάσει ολόκληρο το κείμενο και να κάνει χρήσιμες και ουσιαστικές παρατηρήσεις. Θερμότατες ευχαριστίες οφείλουμε επίσης στη Σοφία Τσολάκη και την Κική Τσαλακανίδου, οι οποίες είχαν την ευθύνη για τη φιλολογική επιμέλεια και τις διορθώσεις, καθώς και στη Σούλα Κοπανά που έκανε τη σελιδοποίηση και την επεξεργασία των εικόνων· η συνεργασία και με τις τρεις ήταν άψογη.

Θερμότατες ευχαριστίες οφείλονται τέλος στην Εκδοτική Αθηνών Α.Ε., και ειδικά στην Πρόεδρο και Διευθύνουσα Σύμβουλο κ. Χ. Χριστοπούλου, η οποία παραχώρησε δωρεάν την άδεια αναδημοσίευσης 127 εικόνων, χωρίς τις οποίες η εικονογράφηση του βιβλίου θα ήταν πολύ φτωχότερη.

Αλεξάνδρα Γουλάκη-Βουτυρά

Μανόλης Βουτυράς

ΟΛΟΚΛΗΡΑ ΤΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ (πατώντας πάνω στους συνδέσμους)


1. Η τέχνη στην Ελλάδα κατά τους «Σκοτεινούς Αιώνες» και τη γεωμετρική περίοδο

2. Η ανατολίζουσα περίοδος και η αρχή της μνημειακής τέχνης στην Ελλάδα

3. Η τέχνη της αρχαϊκής εποχής

4. Η τέχνη της πρώιμης κλασικής εποχής

5. Η τέχνη της ώριμης κλασικής εποχής

6. Η τέχνη της τελευταίας τριακονταετίας του 5ου αιώνα π.Χ.: Ο «πλούσιος ρυθμός»

7. Η τέχνη του 4ου αιώνα π.Χ.: Η όψιμη κλασική περίοδος

8. Η τέχνη της ελληνιστικής εποχής

9. Αναγέννηση και αρχαία ελληνική τέχνη

10. Μανιερισμός και αρχαία τέχνη

11. Μπαρόκ (τέλη 16ου - μέσα 18ου αιώνα) και αρχαία τέχνη

12. Κλασικισμός (18ος-19ος αιώνας)

13. Εικοστός αιώνας: Γλυπτική, ζωγραφική, σύγχρονες τάσεις και αρχαιότητα

14. Αρχαιότητα και νεοελληνική τέχνη

ΠΡΟΚΛΟΣ - Η ΑΝΥΨΩΤΙΚΗ ΤΡΙΑΔΑ ΤΩΝ ΥΠΕΡΚΟΣΜΙΩΝ-ΕΓΚΟΣΜΙΩΝ ΘΕΩΝ ΣΤΟΝ ΑΙΣΘΗΤΟ ΚΟΣΜΟ

$
0
0
Αποτέλεσμα εικόνας για υπεραισθητός κόσμος, εμπεδοτιμος

Την Ανυψωτική τριάδα απαρτίζουν ο Ερμής, η Αφροδίτη και ο Απόλλων, οι οποίοι είναι γνωστοί και ως Αρμόζοντες.

Ο Ερμής είναι χορηγός της φιλοσοφίας, ανυψώνει μέσω αυτής τις ψυχές και με τις δυνάμεις της διαλεκτικής ανεβάζει τις καθολικές και επιμέρους ψυχές στο Αγαθό. Τον χαρακτηρίζει η Συμμετρία.

Η Αφροδίτη είναι αιτία της ερωτικής έμπνευσης και εξοικειώνει με το κάλλος τις ζωές που ανυψώνονται. Την χαρακτηρίζει το Κάλλος.

Ο Απόλλων με την μουσική τελειοποιεί τα πάντα, επιστρέφει τα πάντα κινώντας τα όλα μαζί (Ομοπολών) και ανασύροντας τα με την αρμονία και τον ρυθμό προς την νοερή αλήθεια. Τον χαρακτηρίζει η Αλήθεια.

Ο Πλάτων στον Φίληβο αναφέρεται στις τρεις μονάδες που αποτελούν τα πρόθυρα του Αγαθού και τις ονομάζει Κάλλος (κορινθιακός κίονας) Αλήθεια (ιωνικός κίονας) και Συμμετρία (Δωρικός κίονας).

Η Ορφική αντιστοίχιση, όπως φαίνεται διάγραμμα είναι ο Φάνης (Κάλλος), ο Ηρικεπαίος (Αλήθεια) και ο Μήτις (Συμμετρία), οι οποίοι και βρίσκονται στα πρόθυρα του Αγαθού μιας και ανήκουν στην Νοητή Τάξη.

Αν τώρα θυμηθούμε ότι το ανάλογο του Αγαθού είναι ο νοητός Ηλιος, τότε διαπιστώνουμε ότι οι τρείς Πλανήτες που βρίσκονται στα πρόθυρα του Αγαθού, έχουν ονομασθεί με τα ονόματα των τριών αναγωγών Θεών { Ηλιος ( =Απόλλων ) , Ερμής , Αφροδίτη }, δηλαδή όχι τυχαία.

(βλέπε Πρόκλος - Πλατωνική Θεολογία ΣΤ' 97.8, Φίληβος 64c1-3)

πηγή: empedotimos.blogspot.gr

Η ΗΔΟΝΗ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ

$
0
0
Αποτέλεσμα εικόνας για Η ηδονή κατά τον αριστοτέλη

«Ο Αριστοτέλης θεωρούσε ότι η αξία της ηδονής εξαρτάται από την αξία της ενέργειας που την προκαλεί. Η ηδονή συμπληρώνει με φυσικό τρόπο κάθε ενέργεια. Ο ενάρετος άνθρωπος αισθάνεται ηδονή από την πραγμάτωση του αγαθού και του ωραίου. Οπωσδήποτε η ηδονή δεν είναι αυτοσκοπός. O Αριστοτέλης περιέγραψε (πριν τον Επίκουρο και τους Στωικούς) τις έννοιες της καταστηματικής ηδονής και της απαθείας και ενδεχομένως τους επηρέασε. Επίσης, πρωτοανήγγειλε τον μετέπειτα Συμπεριφορισμό του Παυλόφ.»

  
Η παρούσα εισήγηση εστιάζει κατά βάσιν την προσπάθειά της στα ίδια τα κείμενα του Αριστοτέλους, τα οποία αναφέρονται στην έννοια της ηδονής. Ήτοι, κυρίως στα Ηθικά Νικομάχεια, βιβλία Α, B, Γ, Η, Θ, Ι και Κ, και δευτερευόντως στα Ηθικά Ευδήμεια, βιβλία Α, Β και Θ.

Για τον λόγο αυτόν πρέπει να εκληφθεί ως προκαταρκτική μελέτη της έννοιας της ηδονής κατά τον Αριστοτέλη και κάποιων μη ευρέως γνωστών επιδράσεων επί μεταγενεστέρων διανοητών και όχι ως πλήρης μελέτη.

           Όπως και οι περισσότεροι αρχαίοι Έλληνες, έτσι και ο Αριστοτέλης πίστευε ότι η βασική επιδίωξη του κάθε ανθρώπου είναι η ευδαιμονία. Πρόκειται για το αγαθόν, το οποίο επιδιώκουμε χάριν του ιδίου (1). Όμως, υπήρχε και υπάρχει διαφωνία ως προς το ποίο είναι το περιεχόμενο της ευδαιμονίας.Στα Ηθικά Νικομάχεια (2) αναγνωρίζεται ότι οι πολλοί άνθρωποι θεωρούν την ηδονή ως ευδαιμονία και για τον λόγον αυτόν διάγουν «βίον απολαυστικόν».

         Ακόμα και η συνήθης αντίληψη του όρου ηδονή περιορίζεται στις σωματικές ηδονές, διότι όλοι ασχολούνται με αυτές και τις επιδιώκουν.(3)Αλλά ο Σταγιρίτης, αν και αναγνωρίζει την λαϊκή αντίληψη περί ηδονής, δεν την παραδέχεται. Ορίζει την ευδαιμονία ως ενέργεια της ψυχής «κατ’ αρετήν τελείαν». Ήτοι, ως την ενεργητική ψυχική κατάσταση, η οποία συμφωνεί προς την τέλεια αρετή.(4) Όμως, ποίο είναι το εύρος της εννοίας της ηδονής, την οποία κατά κάποιον τρόπο υποβαθμίζει αξιολογικώς σε σύγκριση προς την έννοια της αρετής; Ο Αριστοτέλης παρατηρεί ότι η ηδονή είναι κοινή στα ζώα(5) και ριζώνει στον άνθρωπο ήδη από την νηπιακή του ηλικία.(6) Eιδικότερα, τις ηδονές, οι οποίες προέρχονται από την αφή και την γεύση, τις θεωρεί σε γενικές γραμμές ζωώδεις και ακόλαστες.(7) Πρωτίστως, θεωρεί την υπερβολή ως προς αυτές τις ηδονές ως εντελώς απαράδεκτη.(8)

Ο φιλόσοφος της καταλλήλου μεσότητος δεν θα ήταν ποτέ δυνατόν να αντιμετωπίσει τα άλογα πάθη, τις επιθυμίες και τον έρωτα με αυστηρή διάθεση. Κατακρίνει μόνο τις υπερβολές τους.(9) Γνωρίζει ότι τα παιδιά και τα θηρία επιδιώκουν τις ηδονές. Όμως, αναγνωρίζει ότι η ηδονή δεν είναι υπέρτατο αγαθό.(10)

Κατά τον Αριστοτέλη το επιθυμητικόν πρέπει να βρίσκεται σε συμφωνία με το άρχον στοιχείο της ψυχής, τον λόγον.(11) Αυτή η άποψη έχει ως συνέπεια την λογικοποίηση των αλόγων πλευρών της ψυχικής διαστάσεως του ανθρώπου.

Ο φιλόσοφος καταδικάζει τα άκρα και παραδέχεται ότι ορισμένες ηδονές είναι αναγκαίες, ενώ άλλες όχι. Όμως, οι υπερβολές και οι ελλείψεις δεν είναι αναγκαίες.(12)

Η ακολασία και η σωφροσύνη, η ακρασία και η εγκράτεια είναι οι ενέργειες ή έξεις του ανθρώπου, οι οποίες αφορούν την αντιμετώπιση και επιδίωξη των σωματικών ηδονών.(13) Στην μέση μεταξύ υπερβολής και ελλείψεως ως προς την αναζήτηση της ηδονής, βρίσκεται η αρετή της σωφροσύνης.(14) Επίσης, η αρετή της εγκρατείας βρίσκεται μεταξύ της υστερήσεως στην χαρά της ηδονής και του αντιθέτου της, οπότε η ιδανική μεσότης έγκειται στην εγκράτεια.(15)

Μεταξύ του εγκρατούς και του σώφρονος υφίσταται διαφορά: Αν και αμφότεροι δεν παραβιάζουν τον ορθό λόγο χάριν των σωματικών ηδονών, εν τούτοις ο εγκρατής διακατέχεται από κακές επιθυμίες, ενώ αυτό δεν συμβαίνει με τον σώφρονα.(16)

Από την άλλη πλευρά, όπως γράφει ο Αριστοτέλης για την σχέση σώφρονος και φρονίμου, «ο σώφρων φεύγει τας ηδονάς. Έτι ο φρόνιμος το άλυπον διώκει, ου το ηδύ». Δηλαδή, ο σώφρων είναι εκείνος, ο οποίος αποφεύγει τις ηδονές, ενώ ο φρόνιμος αποφεύγει την οδύνη χωρίς να επιδιώκει το ευχάριστο.

Οι ηδονές εμφανίζονται ως εμπόδιο στην φρόνηση, την αρετή την οποία τόσο πολύ εκτιμά ο Σταγιρίτης.(17) Ειδικότερα ως εμπόδιο στην φρόνηση τίθενται οι σεξουαλικές ηδονές, διότι κανείς δεν είναι σε θέση να διανοείται, καθόσον τις δοκιμάζει.

Πάντως, οι ηδονές, οι οποίες οδηγούν σε φυσικές συνήθειες, είναι ευχάριστες, διότι το αγαθό είναι εν μέρει συνήθεια και εν μέρει δράση.(18) Αλλά υπάρχουν και ηδονές, οι οποίες δεν προκαλούν λύπη ή επιθυμία, όπως είναι η θεωρητική μελέτη. Αυτές οι ηδονές δεν συνιστούν επιτακτική φυσική ανάγκη.(19)

Ο Αριστοτέλης, ερευνώντας διεξοδικώς την έννοια της ηδονής, απαντά εν μέρει και εκ των προτέρων στην μετέπειτα αυτού διαμορφωθείσα στωική άποψη περί ηδονής και ιδίως προς τον Χριστιανισμό.(20) «Διό προσδείται ο ευδαίμων των εν σώματι αγαθών και των εκτός και της τύχης, όπως μη εμποδίζηται ταύτα. Οι δε τον τροχιζόμενον και τον δυστυχίαις μεγάλαις περιπίπτοντα ευδαίμονα φάσκοντες είναι, εάν η αγαθός, η εκόντες η άκοντες ουδέν λέγοντες». Ήτοι, για να είναι κανείς ευδαίμων, πρέπει να συντρέχουν και εξωτερικοί προς αυτόν παράγοντες. Ο βασανιζόμενος δεν είναι δυνατόν να είναι ευδαίμων, ακόμα και αν είναι ενάρετος. Το αντίθετο θα ήταν πλήρης παραλογισμός για τον Αριστοτέλη.

Όμως, η ηδονή είναι όντως κάποιο αγαθό. Εαν η ηδονή δεν ήταν αγαθό, ο ευδαίμων δεν θα έπρεπε να ζει μιά ευχάριστη ζωή.(21) Η επιδίωξη τής ηδονής είναι καθολικό φαινόμενο και στους ανθρώπους και στα ζώα, άρα η ηδονή είναι κάποιο άριστο αγαθό.(22)

Κατά κάποιαν ανακολουθίαν, ο Αριστοτέλης ισχυρίζεται στο βιβλίο Κ ότι η ηδονή δεν είναι το αγαθόν. Αλλά διάφορες συγκεκριμένες μεμονωμένες ηδονές είναι τω όντι επιθυμητές.(23)

Όμως, δεν επιδιώκουν όλοι οι άνθρωποι την ίδια ηδονή, αν και ό,τι όλοι επιδιώκουν είναι ένα είδος ηδονής. Ίσως μάλιστα να επιδιώκουν όλοι, όχι ό,τι νομίζουν ή ισχυρίζονται ότι επιδιώκουν, αλλά την ίδια ακριβώς ηδονή, καθόσον όλα τα όντα έχουν κάτι το θεϊκό μέσα τους (πάντα γαρ φύσει έχει τι θείον).(24)

            Ο Αριστοτέλης θεωρεί ότι ο Θεός πάντα χαίρει μία και την αυτή ηδονή. Διότι η ηδονή δεν είναι μόνο ενέργεια της κινήσεως, αλλά και της ακινησίας και η ηδονή έγκειται μάλλον στην ακινησία παρά στην κίνηση.25 (Στην «κίνηση» ο Αριστοτέλης συμπεριλαμβάνει και την «μεταβολή«). Κατ’ αυτόν τον τρόπο ο Αριστοτέλης προαναγγέλλει την επικούρειο ηθική φιλοσοφία της καταστηματικής ηδονής, δηλαδή της ηδονής σε ακινησία, χωρίς μεταβολή.

Ο Επίκουρος έδωσε βασική έμφαση σ’αυτήν την άποψη περί ηδονής και την ανήγαγε σε κύριο φιλοσοφικό δόγμα.Και σε επόμενο εδάφιο των Ηθικών Νικομαχείων ο Αριστοτέλης επανέρχεται στο θέμα της κινήσεως ή μη της ηδονής, όπου καταλήγει στο ότι η ηδονή δεν είναι κίνηση.(26)Ο φιλόσοφος παρατηρεί ότι η ηδονή απομακρύνει την οδύνη. Αυτός είναι ο λόγος που οι άνθρωποι εξ αιτίας της ισχυρής ηδονής καθίστανται φαύλοι και ακόλαστοι.(27) Όμως, η ηδονή είναι συνυφασμένη με τον άνθρωπο, γι’ αυτό και η ανατροφή των νέων γίνεται με την χρησιμοποίηση τόσο της ηδονής, όσο και της οδύνης.(28) Επιδιώκουμε τα ευχάριστα και αποφεύγουμε τα δυσάρεστα.(29) Αυτή η παρατήρηση του Αριστοτέλους, η οποία αναφέρεται στην διαχρονική κοινωνική και εκπαιδευτική πραγματικότητα, προαναγγέλλει την γνωστή σε εμάς θεωρία των «εξαρτημένων αντανακλαστικών του Παυλώφ» και τον ψυχολογικό μπηχεϋβιορισμό, ο οποίος αναφέρεται στην εν γένει εκμαθημένη συμπεριφορά ανθρώπων και ζώων.Την καταληκτική του αντίληψη περί του τι είναι ηδονή από περιγραφική άποψη, την παρουσιάζει ο Αριστοτέλης στο βιβλίο Κ λέγοντας:

«Κατά πάσαν γαρ αίσθησιν έστιν ηδονή, ομοίως δε και διάνοιαν και θεωρίαν ηδίστη δ’ η τελειοτάτη, τελειοτάτη δε η του ευ έχοντος προς το σπουδαιότατον των υπ’ αυτήν. Τελοιεί δε την ενέργειαν η ηδονή».(30) Ήτοι, κάθε αίσθηση παρέχει ηδονή, όπως και κάθε θεωρητική αναζήτηση και διανοητική απασχόληση. Η πλέον ευχάριστη ενέργεια είναι η τελειοτάτη, η οποία είναι αυτή η ενέργεια, η οποία προσδιορίζεται από το σπουδαιότερο αντικείμενό της. Η ηδονή αποτελεί την τελείωση, την ολοκλήρωση της ενέργειας. Ποιο είναι όμως το σπουδαιότερο αντικείμενο ενεργειών; Για τον Αριστοτέλη και κάθε άλλον μαθητή του Πλάτωνος δεν θα μπορούσε να είναι τίποτα άλλο από την πνευματική εργασία και δημιουργία!

Ο φιλόσοφος παρατηρεί ότι η ηδονή τελειοποιεί τόσο τις ενέργειες όσο και την ίδια την ζωή, την οποία ποθούν οι άνθρωποι.(31) Χωρίς ενέργεια δεν εμφανίζεται ηδονή. Και με την σειρά της η ηδονή τελειοποιεί κάθε ενέργεια.(32) Η ενέργεια επαυξάνεται, όταν συνοδεύεται από την συγγενή προς αυτήν ηδονή. Όποιος ευχαριστιέται με ό,τι κάνει, το κάνει καλύτερα.(33)

Σε κάθε ενέργεια αντιστοιχεί μία ηδονή. Η ηδονή της ενάρετης πράξεως είναι αξιόλογη, ενώ η ηδονή της κακής πράξεως είναι μοχθηρή. Οι επιθυμίες, οι οποίες κατατείνουν σε καλές πράξεις είναι επαινετές, ενώ αυτές, οι οποίες κατατείνουν σε αισχρές πράξεις, πρέπει να κατακρίνονται.(34)

Χαρακτηρίζουμε φαύλους ως προς τις ηδονές αυτούς που επιδιώκουν τις επαίσχυντες ηδονές. Για τον λόγον αυτόν όλοι συμφωνούν ότι οι αρετές οδηγούν σε απάθεια και ηρεμία μπροστά στις χαρές και τις λύπες, ενώ οι κακίες οδηγούν στα αντίθετα.(35) Κατά μίαν άποψη, λέγει ο Αριστοτέλης, οι αρετές ορίζονται ως «απάθεια«.(36) Την έννοια της απάθειας την παρέλαβαν από τον Αριστοτέλη οι Στωικοί και την επεξέτειναν σε συνδυασμό προς τα διδάγματα των Κυνικών.

Αξιολογώντας τις ηδονές, ο Αριστοτέλης δέχεται ότι οι ηδονές, οι οποίες τελειώνουν και ολοκληρώνουν τις ενέργειες του τέλειου και μακάριου ανθρώπου, δικαιούνται να λέγονται πρέπουσες ηδονές, ενώ όλες οι άλλες ηδονές κατέχουν δευτερεύουσα θέση, όπως και οι αντίστοιχες ενέργειες.(37) Εφόσον είναι δεδομένο ότι τα ζωντανά όντα ενεργούν, η ενέργειά τους ως πραγματικότητα συνεπάγεται την ολοκληρωμένη τελείωση. Η δράση προσδίδει στα όντα τόσο περισσότερη ευχαρίστηση, όσο τελειότερη γίνεται. Κάθε ον προσπαθεί να επιτύχει διαφορετικά πράγματα και σε κάθε πράξη του συνυπάρχει μία αντίστοιχη ευχαρίστηση. Για τον άνθρωπο τίθεται ως σκοπός του η δράση, η οποία εξασφαλίζει την ευδαιμονία του. Αυτή στηρίζεται στις ενάρετες και πνευματικές-διανοητικές ενασχολήσεις.

Ο Αριστοτέλης κρίνει ως άξια εκτιμήσεως και ευχάριστα εκείνα, τα οποία κρίνονται ως τέτοια για τον ενάρετο άνθρωπο. Ιδιαίτερα στην φύση του σπουδαίου ανθρώπου ταιριάζει η αρετή.(38)

Στα Ηθικά Ευδήμεια ο Σταγιρίτης ορίζει την αρετή ως την βέλτιστη διάθεση ή συνήθεια όλων των πραγμάτων, τα οποία χρησιμοποιούνται ή παράγουν έργο.(39) Κάθε ηθική αρετή σχετίζεται και αναφέρεται στις ηδονές και τις λύπες.(40)

Επομένως, αβιάστως και ελευθέρως προκύπτει το συμπέρασμα ότι «ο ευδαίμων βίος κατ’ αρετήν είναι .» (41) Η ηδονή βρίσκεται μέσα στην πράξη. Γι’ αυτό και ο αληθώς ευδαίμων θα ζήσει ευχάριστη ζωή.(42)

Άλλωστε, ο άνθρωπος είναι κατ’ουσίαν νους. Επομένως, ο βίος συμφώνως προς τον νου πρέπει να είναι και ο πλέον ευδαίμων βίος.(43)

Ο φιλόσοφος διαπιστώνει ότι η φιλοσοφία παρέχει αξιοθαύμαστες ηδονές ως προς την αγνότητα και την βεβαιότητα και είναι μεγαλύτερη στους κατόχους της σοφίας παρά στους αναζητούντες.(44) Να μία μεγάλη αλήθεια, την οποία δυστυχώς ελάχιστοι θα μπορούσαν σήμερα να αντιληφθούν.

Η φιλία, η οποία στηρίζεται στην ηδονή είναι η φιλία των νέων, αλλά είναι ευμετάβλητη, διότι καθώς μεγαλώνουν, μεταβάλλονται τα ήθη τους και κατά συνέπειαν η αίσθησή τους περί ηδονής. Όμως, η φιλία, η οποία στηρίζεται στην αρετή είναι η φιλία των καλύτερων ανθρώπων.(45)

Όπως είναι γνωστό, υπάρχουν τρία είδη φιλίας, κατ’ αρετήν, κατά το χρήσιμον και κατά το ηδύ.(46) Το ανώτατο είδος είναι η φιλία επ’ αρετή. Βεβαίως και οι φαύλοι μπορεί να είναι φίλοι από συμφέρον και ηδονή.(47) Όμως, αυτή η φιλία δεν είναι κατ’ αρετήν και γι’αυτόν τον λόγο δεν είναι πραγματική φιλία ούτε πρόκειται να διαρκέσει στον χρόνο.

            Ο Αριστοτέλης αν και αναγνωρίζει τον ρόλο και την σημασία της ηδονής, εν τούτοις την υποτάσσει στον λόγο και την θέτει σε κατώτερο επίπεδο από την αρετή, στον δρόμο του κάθε ανθρώπου προς την ευτυχία.»

  
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1 Ηθικά Νικομάχεια,Α,1097a,34 – 1097b,1-5.Α,1095b,16-17.
Η,1153b,33-35.
Α,1102a,6-7.
Β,1104β,34-35.
6 B,1105a,2.
Γ,1118a,26.
Γ,1118b,1-3.
Η,1148a,27-28.
10 
Η,1152b,19-24.
11 
Γ,1119b,15-16.
12 
Η,1150a,16-18.
13 
Η,1149a,21-22.
14 
Η,1150a,23.
15 
Η,1151b,23-28.
16 
Η,1151b,34-35 & 1152a,1 / 1151b,32-1152a,2.17 Η,1152b,16-17.
18 Η,1152b,33 επ.
19 Η,1152b,35 επ.
20 Η,1153b,17-21.
21 Η,1154a,1-2.
22 Η,1153b, 25-26.
23 Κ,1174a,8-11.
24 Η,1153b,30-32.
25 Η,1154b,26-28.
26 
Κ,1174a,19.
27 
Η,1154a,13-17.
28 
Ι,1172a,20-21.
29 
Ι,1172a,25-26.
30 
Κ,1174b, 20-23.
31 
Κ,1175a,15-17.
32 
Κ,1175a,20-21.
33 
Κ,1175a,29 επ.
34 
Κ,1175b,26-29.35 Ηθικά Ευδήμεια,Β,1222a,1-5.
36 Ηθικ. Νικ., Β,1104b,24.
37 Κ,1176a,26-29.
38 Κ,1176b,24-26.
39 
ΗθικΕυδ.,1219a,1-2.
40 1221b,38-39.
41 
ΗθικΝικ.,K,1177a,1-2.
42 
ΗθικΕυδ.,Θ,1249a, 20 επ.
43 
ΗθικΝικ.,Κ,1178a,5-8.
44 
Κ,1177a,25-27.45 Ηθικ.Ευδ.,Η,1236a,40-41 και 1236b,1-2.
46 Η,1239a,1-2.
47 Η,1236a,13-14.
48 Πρβλ. Η,1239b,14-16.

πηγή: ekivolosblog

ΠΡΟΚΛΟΣ - ΤΑ ΚΥΡΙΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΤΩΝ ΘΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΔΑΙΜΟΝΩΝ ΓΙΑ ΤΑ ΚΑΤΩΤΕΡΑ ΟΝΤΑ (ΕΙΣ ΤΟΝ ΠΛΑΤΩΝΟΣ ΠΡΩΤΟΝ ΑΛΚΙΒΙΑΔΗ)

$
0
0
Αποτέλεσμα εικόνας για πλατωνικοί διάλογοι

Διευκρίνιση

Για όσους αγνοούν βασικά στοιχεία ελληνικής θεολογίας είναι σημαντικό να επισημανθεί ότι στους πλατωνικούς διαλόγους ο Πλάτων εμπλέκει πάντοτε άνδρες και τις συνομιλίες μεταξύ τους και έχει τη δική του φιλοσοφική σημειολογία αυτή η επιλογή. Κατά τα φαινόμενα, το κυριότερο στοιχείο των διαλόγων είναι οι έρωτες μεταξύ ανδρών, κάτι που οι αμύητοιεκλαμβάνουν κατά κυριολεξία (τονφιλοσοφικό μύθο). Επισημαίνουμε λοιπόν τι σημαίνει ο έρωτας μεταξύ ανδρών στους πλατωνικούς διαλόγους. Στην ελληνική θεολογία λοιπόν κάθε ψυχή ασώματη συμβολίζεται με άνδρα, ενώ το σώμα που αποκτά κάθε ψυχή συμβολίζεται με τη γυναίκα. Για αυτό και όταν η άσαρκη ψυχή (άνδρας)εισέρχεται σε σώμα ή φέρει άλογο μέρος (γυναίκα)ξεσπούν τα πάθη και επέρχεται η πτώση της ανθρώπινης ψυχής από τον ουράνιο κόσμο των θεών στον κόσμο της γένεσης. Ας θυμηθούμε τις εθνικές μυθολογίες και τον συμβολισμό της γυναίκας (Πανδώρα, Εύα, κ.λπ). Επομένως, όπου διαβάζουμε στα ελληνικά φιλοσοφικά κείμενα (ιδιαίτερα του Πλάτωνα και των νεοπλατωνικών) για έρωτες μεταξύ ανδρών πρόκειται για την αγαθή, ενάρετη και διαλεκτική σχέση των ανθρώπινων ψυχών (οι οποίες δεν έχουν φύλο) στον ουράνιο κόσμο των θεών και της μακαριότητας.


________________________

Σε κάποιο σημείο του πλατωνικού έργου Αλκιβιάδης (103.a), ο Σωκράτης λέγει προς τον Αλκιβιάδη: «οι άλλοι σε συναναστρέφονται σαν όχλος, ενώ εγώ τόσα χρόνια ούτε καν σε χαιρέτησα – Κα τι ο μν λλοι δι χλου γνοντσοι διαλεγμενοι, γ δ τοσοτων τν οδ προσεπον».

Σύμφωνα με τους πιο πάνω ακριβείς λόγους, λέγει ο Πρόκλος, στο «Εις τον Πλάτωνος πρώτον Αλκιβιάδη, βιβλίο Α’, 53.21 – 59.23», δύο είναι τα κατεξοχήν στοιχεία της πρόνοιας των Θεών και των δαιμόνων για τα κατώτερα όντα, τα εξής: πρώτον, το ότι αυτή διατρέχει τα πάντα, από την επάνω περιοχή μέχρι τα έσχατα, χωρίς να αφήνει τίποτα, ούτε το μικρότερο, αμέτοχο του εαυτού της, και, δεύτερον, το ότι δεν δέχεται μέσα της κανένα από τα πράγματα που διοικεί, δεν πληρούται από τη φύση τους και δεν έρχεται σε ανάμειξη με αυτά. Ούτε δηλ. επειδή διαφυλάσσει και διευθετεί τα πάντα αναμιγνύεται με τα αντικείμενα της πρόνοιας (οι θεοί και οι δαίμονες είναι από τη φύση τους ξένοι προς τα πάθη των επιμέρους ψυχών) ούτε λόγω της χωριστής υπεροχής προς όλα τα δεύτερα αφήνει κάποιο από τα κατώτερα σε αταξία και ακοσμία, αλλά για τούτο τα φέρνει όλα μαζί στην πρέπουσα διάταξη, με την ίδια να είναι ξεχωριστή από τα διατασσόμενα, αγαθοειδή και ταυτόχρονα αγνή, να κοσμεί τα πάντα αλλά να μη σχετίζεται με όσα κοσμεί, να προχωρεί δια μέσου όλων αλλά να μην αναμειγνύεται με τίποτα. 

Με τούτη λοιπόν τη δαιμόνια και θεϊκή πρόνοια ο Πλάτων περιβάλλει εναργώς την αγαθοεργό μέριμνα του Σωκράτη για τα ατελέστερα όντα, κρατώντας την ταυτόχρονα άγρυπνη και σταθερή απέναντι στον ερωμένο, χωρίς να χάνει καμία ευκαιρία για να ασχοληθεί με αυτόν, και ταυτόχρονα άσχετη, άμειχτη, αμόλυντη και άθικτη από ότι τον περιβάλλει. Το ότι λοιπόν αυτός και «πρώτος» τον ερωτεύτηκε και «όταν οι άλλοι τον άφησαν, αυτό συνέχισε», μας παριστά ικανοποιητικά το κηδεμονικό στοιχείο του Σωκράτη και το στοιχείο του με το οποίο διαφυλάσσει τη ζωή του νεανίσκου, ενώ το κατά την παρουσία του και συνθεώρησή του «ούτε καν σε χαιρέτησα» μπορούμε και πρέπει να το εκλάβουμε ως τεκμήριο της ασυσχέτιστης και άμειχτης με το κατώτερο επιμέλειάς του. 

Πρώτη, άλλωστε, σχέση του ανθρώπων με ανθρώπους είναι ο χαιρετισμός. Το ότι λοιπόν δεν συνδέεται με το αντικείμενο της πρόνοιάς του ούτε καν με το τρόπου αυτό, τον δείχνει πλήρως χωριστό και ασυσχέτιστο προς το κατώτερο. Την ίδια λοιπόν στιγμή είναι και δεν είναι με αυτόν, «κα ρ κα σχετς στι» (τον αγαπά και ταυτόχρονα δεν σχετίζεται μαζί του), τον θεάται από παντού και ταυτόχρονα δεν συμπαρατάσσεται πουθενά μαζί του. Αν λοιπόν αυτά έτσι έχουν και προκειμένου για τους θεϊκούς άνδρες, τι πρέπει να πούμε για τους ίδιους τους θεούς η για τους αγαθούς δαίμονες; Ότι, αν και παρόντες στα πάντα είναι ωστόσο χωριστοί από τα πάντα, και ότι, αν και πληρούν τα πάντα με τον εαυτό τους, είναι ωστόσο άμειχτοι από τα πάντα, και ότι, αν και προχωρούν προς κάθε κατεύθυνση, δεν κατατάσσουν ωστόσο πουθενά τη ζωή τους. Και τι θα μπορούσαμε να πούμε για τους θεούς που λέγεται ότι είναι ερωτευμένοι με τους ίδιους τους γόνους τους, σύμφωνα με τις μυθοπλασίες που φέρουν τον Δία ερωτευμένο, φερ’ ειπείν, είτε με την Κόρη είτε ακόμη και με την Αφροδίτη; 

Θα λέγαμε ότι ο έρωτας του είδους αυτού δηλώνει πρόνοια, ότι εξασφαλίζει τη σωτηρία των ερωμένων, ότι τους τελειοποιεί και τους συνέχει. Θα πούμε ότι δηλώνει έλλειψη συσχέτισης και ανάμειξης, ότι είναι αγαθοειδής και άχραντος. Ειδάλλως, από πού έφτασε στις ψυχές των ανθρώπων το ιδιαίτερο τούτο ερωτικό ιδίωμα, αν δεν προϋπάρχει κιόλας στους ίδιους τους θεούς; Οτιδήποτε αγαθό και σωτήριο για τις ψυχές έχει την αιτία του προσδιορισμένη από τους θεούς. Για τούτο, όπως λέγει ο Πλάτων, τα υποδείγματα όλων των αρετών και των σωματικών αγαθών προϋπάρχουν στον νοητικό Κόσμο, επί παραδείγματι: της υγείας, της δύναμης, της δικαιοσύνης, της σωφροσύνης. Πολύ περισσότερο λοιπόν την πρωτουργό αιτία της ερωτικής δύναμης πρέπει να την τοποθετήσουμε στην περιοχή των θεών, καθώς «κατά θεία παροχή παρέχεται  θείᾳ δσει διδομνης» όπως λέει ο Σωκράτης του πλατωνικούς «Φαίδρου, 244.a». Και οι θεοί λοιπόν με θεούς είναι ερωτευμένοι, πλην οι πρεσβύτεροι με τους κατώτερους στη βάση της πρόνοιας (προνοητικώς), και οι υποδεέστεροι με τους υπέρτερους στη βάση της επιστροφής (επιστρεπτικώς).

Αυτές τις ιδέες πρέπει να σχηματίσουμε με την πρώτη ματιά πάνω στις συγκεκριμένες εκφράσεις. Ας προσπαθήσουμε όμως να εννοήσουμε ακόμα περισσότερο το αίτιο σιωπής του Σωκράτη και ας πούμε ότι στους θεούς τα άρρητα προηγούνται των ρητών, τα άφθεγκτα των φθεγκτών, τα σωτήρια των δια του λόγου και της φωνής εκδηλούμενων. Επειδή λοιπόν ο Σωκράτης «αυτν πρς τ θεον τελως φωμοωσεν» (εξομοίωσε), έχει τη σιωπή ως αφετηρία της πρόνοιά για τον ερωμένο του, δεδομένου ότι και στον εκεί Κόσμο το στοιχείο αυτό του άφθεγκτου είναι πρώτο οικείο του έρωτα, όπως είπαμε, που έδωσε υπόσταση στον εαυτό του μέσα στην σιγωμένη (σιωπηρή) βαθμίδα τω θεών. Έτσι, και ο ένθεος εραστής έπρεπε να αποθέσει τη σχετική με τον ερωμένο του φροντίδα πρώτα στη «θεοθρεμένη σιγή  θεοθρμμονι σιγ» και μετά στη δια των λόγων επαφή. Πράγματι, με τον τρόπο αυτό φαίνεται ότι προσομοιάζει με τον θεό του και μαζί στρέφει τον νεανίσκο προς το «τ θαμα τς αυτο σιγς – το ανερμήνευτο της σιγής του»!! Τέτοιος άνθρωπος ήταν ο Σωκράτης!!

Ο «φορτικοί» (πάνδημοι) εραστές, τώρα, τι είδους άνθρωποι είναι; «Σαν όχλος», του λέει, «σε συναναστρέφονταν». Τι είναι λοιπόν ο όχλος; Ότι είναι το πλήθος το ξέρουν όλοι. Αλλά πλήθος απροσδιόριστο, πλήθος συγκεχυμένο, πλήθος ασύντακτο. Δεν είναι κάτι σαν τον χορό ή τον οργανωμένο λαό. Ο λαός πράγματι είναι πλήθος με εσωτερικούς δεσμούς, ενώ ο όχλος είναι πλήθος διασπασμένο, εξ ου και λένε ότι στα πολιτεύματα η οχλοκρατία είναι διαφορετικό πράγμα από τη δημοκρατία. Διότι στην πρώτη επικρατεί η αταξία, η ανομία και η αφροντισιά, ενώ τη δεύτερη την έχουν θεσπίσει οι νόμοι. Είναι λοιπόν προφανές ότι και το «σαν όχλος σε συναναστρέφονταν» είναι ένδειξη της πρόχειρης, ατελούς και συγκεχυμένης ζωής, αυτής που παρασύρει τον ερωμένο προς την υλική, διασκορπισμένη και «πολυμελή» μορφή (είδος) των ποικίλων παθών. Και ο Πλάτων στον «Τίμαιο, 42.c» άλλωστε αποκάλεσε «όχλο» το σύνολο άλογο στοιχείο, βάσει του ότι είναι αόριστο (απροσδιόριστο) κατ’ ουσία, ελλιπές και δίχως τάξη : «τον μεγάλο όχλο πυρός, γης, αέρος και ύδατος που του δόθηκε μετά τη γέννηση του – τν πολν χλον κα στερον προσφντα κ πυρς κα γς κα ἀέρος κα δατος».

Όπως λοιπόν το «οι άλλοι» δήλωνε τη διασπορά τους και τη διασπασμένη ζωή τους, έτσι και το «σαν όχλος συναναστρέφονταν» τον νεαρό δείχνει την απειλή που έρχεται από αυτούς και κατευθύνει προς εκείνον και το ότι προσπαθούσαν να το κατεβάσουν στο μεριστό και υλικό είδος ζωής. Δεν ήταν συνεπώς μόνο η μεταξύ τους σχέση τέτοια, σχέση διαίρεσης και διαφωνίας, αλλά τον νεαρό τον γέμισαν με την κακία τους αυτή κάνοντας ότι το αντίθετο προς τη δύναμη του έρωτα. Ο μεν λοιπόν «απαλλάσσει από το αλλότριο στοιχείο και πληροί με το οικείο», όπως λέγει ο Αγάθων στο «Συμπόσιο, 197.a», εκείνοι όμως ήταν κατά την ουσία τους πλήρεις από το διαιρετικό στοιχείο και την αναρμοστία, λόγω του «άλλοι», και προεξέτειναν προς τον ερωμένο το αλλότριο τούτο στοιχείο που τους χαρακτήριζε. Διότι σε κάθε περίπτωση το ποταπό και απρεπές στοιχείο είναι αλλότριο προς τη φύση και δημιουργεί θλίψη.

Τέτοιος λοιπόν είναι ο από το πλήθος εραστής. Το μεγαλύτερο ωστόσο εγκώμιο για τη φύση του Αλκιβιάδη είναι ότι προσχώρησε στη συναναστροφή των άλλων εραστών μόνο μέχρι του σημείου να συζητήσει μαζί τους, και τόσο μονάχα υποχώρησε απέναντι τους σε σχέση με το θαυμασμό τους προς αυτόν, θεωρώντας ακόμα κι αυτό ενοχλητικό και αηδιαστικό. Και αν ενέδωσε και συνομίλησε με τους φορτικούς (τιποτένιους) εραστές, δεν έφτασε σε επαφές ή σε συμπόσια ή στα άλλα κακά που θα τον οδηγήσουν στην κακοζωία. Εδώ κυρίως δηλώνεται ποια ήταν η διαφορά της φύσης του Αλκιβιάδη από τους άλλους συνομήλικους του. Διότι, όπως ασκούμαστε τόσο απέναντι στην ηδονή όσο και απέναντι στην θλίψη χωρίς να απομακρυνόμαστε από τα πάθη και καταφέρνουμε  να μείνουμε εντελώς άτρωτοι από αυτά, αλλά όντας στο κέντρο τους υπερνικάμε την υπερβολή και την αταξία τους, έτσι και στα ερωτικά η το μεγαλύτερο γυμνάσιο (δοκιμασία) για τα όντα τα προικισμένα προς την σύνολη αρετή είναι η συναναστροφή των φορτικών (πάνδημων) εραστών. Το να φανείς δηλ. υπέρτερος από την ενόχληση που προκαλούν και να νικήσεις την αλογία τους δείχνει φύση ισχυρή που μπορεί να ξεπεράσει την κολακεία και την καθ’ ηδονή ζωή.

Αφού λοιπόν και ο Αλκιβιάδης φάνηκε τέτοιος άνθρωπος, δικαιολογημένα ο Σωκράτης τον θεώρησε άξιο του έρωτά του, καθώς, σε τόσο νεαρή ηλικία, αποτίναξε το παθιασμένο κύμα των εραστών και ένιωσε θαυμασμό για τον έρωτα του Σωκράτη. Με τον τρόπο λοιπόν που ο Αθηναίος ξένος βάζει τους νέους να μεθούν, συλλαμβάνοντας το ως άσκηση της νεολαίας απέναντι στα πάθη, και τους ορίζει κι έναν άρχοντα για να κρίνει τις κινήσεις τους, με τον ίδιο τρόπο ο Σωκράτης ορίζει τον εαυτό του άρχοντα για τον νεανίσκο, κριτή και δικαστή για τη μέθη της ηλικίας του, για τα πάθη και για τους εραστές που ακολουθούν τέτοιο τρόπο ζωής. Επειδή λοιπόν τον είδε να νικάει όλους τους τέτοιας λογής ανθρώπους και «με το φρόνημα του να υπερισχύει» πάνω στην ταπεινή, απατηλή και δόλια ζωή, τον προσκαλεί στην συνουσία του (συναναστροφή του) και δείχνει ποια είναι η αληθινή ερωτική δύναμη, ποιο το όφελος από αυτή, και που κατατείνει η σύμφωνη με την αρετή ενέργεια.

πηγή: platonakademy

ΠΡΩΤΕΑΣ - Η ΑΙΤΙΑ ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ

$
0
0

"..γιατί κλει την αιώνιαν Ουσία, που σε θεούς και σ᾿ ανθρώπους μηνάει σε περίσσιες μορφές απ᾿ τα βάθη του Κόσμου,τη μίαν ιερή, μυστική Ελευθερία!"

Έτσι μας περιγράφει ο Σικελιανός τον Πρωτέα στο ομώνυμο ποίημά του.

Ανάμεσα στα πνεύματα του νερού, ο Πρωτέας είναι μια μορφή με σημασία θεμελιακή όχι μόνο για την λαϊκή πίστη και την μαγεία, αλλά και για τον κοσμογονικό μύθο, που οδηγεί στην γέννηση της επιστημονικής σκέψης...
(link is external)
Τόσο το όνομα του Πρωτέα που σημαίνει τον Πρώτο, δηλαδή τον Πρωτογέννητο, όσο και η παροιμιώδης ικανότητά του να παίρνει ό,ποια μορφή ήθελε, αφήνουν να διαφανεί κάποια πανάρχαια κοσμογονική αντίληψη από μια πρώτη μορφή στην γενετική διαδικασία του κόσμου. Μορφή που γεννά όλες τις άλλες μορφές που συνθέτουν τον κόσμο, δηλαδή μια πρώτη μορφή ύλης, που δικές της μεταμορφώσεις αποτελούν όλες οι άλλες μορφές του κόσμου. Η αυθεντικότητα αυτής της κοσμογονικής αντίληψης γύρω από την μορφή του Πρωτέα στηρίζεται στην πρωιμότατη εμπειρική διαπίστωση της γενετικής δύναμης του νερού. Για αυτό ο μύθος του Πρωτέα έγινε στα προϊστορικά χρόνια έξοχο ερέθισμα για να πλέξουν οι φιλόσοφοι πλήθος αλληγορίες. Αρχικά τον Πρωτέα πρέπει να τον φαντάζονταν ως πρώτο δαίμονα, που δεν όφειλε την γέννησή του και την ύπαρξή του σε άλλα προγενέστερα όντα.

Οι παραδόσεις ότι ο Πρωτεύς ήτανε γιος του Δία ή του Ποσειδώνα, του δευτέρου μάλιστα και υπηρέτης, με την εντολή να βόσκει τις φώκιες του, δεν ανήκουν στον αρχικό μύθο του Πρωτέα, αλλά δηλώνουν κατοπινές προσπάθειες να συνδεθεί ένα πανάρχαιο πνεύμα με τους νεότερους κυρίαρχους θεούς και την επίσημη θρησκεία των Ελλήνων.

Όμως μυθολογικά ποιος είναι ο Πρωτέας; Ας πάμε να ξετυλίξουμε το κουβάρι.


Η αρχή του Πρωτέα χάνεται στα βάθη των αιώνων. Ο Όμηρος τον ονομάζει "άλιον γέροντα"και από αυτόν ο Μενέλαος έμαθε πώς θα επέστρεφε με ασφάλεια στην πατρίδα του και ο Ηρακλής που βρισκόταν ο κήπος των Εσπερίδων. Οι ναυτικοί τον θεωρούσαν προστάτη στα ταξίδια τους όπως άλλωστε και τον Φόρκυ, τον Νηρέα, τον Τρίτωνα τον Γλαύκο τον Ανθηδόνιο. 'Ελεγαν πως ο Πρωτέας ούτε γελούσε ποτέ ούτε έκλαιγε. Όπως μας λέει ο Όμηρος, ήταν υποτακτικός του Ποσειδώνα και γνώριζε όλα τα βάθη της θάλασσας και τα μυστικά τους. "...ο Πρωτέας ο αιγύπτιος, άσφαλτος, αθάνατος, που τους βυθούς κατέχει" (Οδ.384-385)

Επίσης, ήταν προικισμένος με μαντικές ικανότητες και μπορούσε να μεταμορφώνεται σε ό,τι ήθελε, σε ζώο, σε φυτό, σε πουλί, ακόμη και σε φωτιά ή σε νερό.

Σύμφωνα με το μύθο, ο Πρωτέας είχε ανατολίτικη καταγωγή. Άλλοι έλεγαν πως είχε έρθει από τη Φοινίκη μαζί με τον Κάδμο όταν ο Κάδμος αναζητούσε την αδερφή του, την Ευρώπη, που την είχε απαγάγει ο Δίας. Ο Πρωτέας έφτασε τελικά μέχρι την Παλλήνη της Χαλκιδικής. Γνωρίστηκε με το βασιλιά της Σιθωνίας Κλίτο, που τον βοήθησε να ιδρύσει δικό του βασίλειο, διώχνοντας από τη Βισαλτία, μια περιοχή της Θράκης, τους παλιούς άγριους κατοίκους της. Ο Κλίτος του έδωσε επίσης την κόρη του Χρυσονόη για γυναίκα.

Ο Πρωτέας έζησε ειρηνικά στο βασίλειό του, ώσπου ένα τραγικό συμβάν τον τάραξε. Όταν κάποτε ο Ηρακλής πέρασε από εκεί, μονομάχησε με τους δυο γιους του Πρωτέα, τον Πολύγονο (ή Τμώλο) και τον Τηλέγονο, τους οποίους και σκότωσε. Ο Πρωτέας δεν άντεξε και από τη λύπη του έπεσε στη θάλασσα. Οι θεοί τον σπλαχνίστηκαν και τον έκαναν αθάνατο θεό των νερών. 

Ο μύθος όμως συνεχίζει να πλάθει μυθιστορίες με τον Πρωτέα και έτσι σύμφωνα με τον Ηρόδοτο τον συναντάμε να είναι βασιλιάς της Μέμφιδας της Αιγύπτου, με σύζυγο την Ψαμάθη ή Τορώνη και μαζί της να έχει αποκτήσει  τον Πολύγονο, τον Τηλέγονο. Άλλα παιδιά που είχε μαζί της ήταν ο Θεοκλύμενος, η Θειώνη και η Καβειρώ.

Κατοικούσε στο νησί Φάρος, στην Αίγυπτο, και είχε το χάρισμα να προφητεύει, αλλά και τη δυνατότητα να παίρνει οποιαδήποτε μορφή ζώου ή στοιχείου της φύσης για να ξεφεύγει από εκείνους που ήθελαν να τον συμβουλευτούν. Ο Πρωτέας έγινε θαλάσσιος θεός, έπειτα από την λύπηση των θεών που δεν τον άφησανε να πνιγεί απελπισμένος από τον χαμό των παιδιών του. Ο Ποσειδώνας του είχε αναθέσει τη φύλαξη του ποιμνίου των θαλασσινών ζώων και σ` αντάλλαγμα του είχε δώσει το χάρισμα να προφητεύει το μέλλον.


Κατοικούσε σε μία τεράστια σπηλιά στα βάθη της θάλασσας και μόνο κατά τα μεσημέρια έβγαινε στην ακτή, όπου κοιμόταν στους βράχους της παραλίας μαζί με τις φώκιες. Ήταν ευκαιρία για όποιον ήθελε να μάθει το μέλλον του να πιάσει τον Πρωτέα καθώς κοιμόταν και να τον δέσει, γιατί ο ίδιος δεν προφήτευε εύκολα, παρά μόνο όταν δεν μπορούσε να κάνει διαφορετικά. Για το λόγο αυτόν άλλαζε μορφή και άλλοτε γινόταν φωτιά ή νερό και άλλοτε τίγρης, λιοντάρι, δράκοντας. Τελικά, αν νικιόταν, προφήτευε με ακρίβεια το μέλλον. 

Λέγεται ακόμα ότι φιλοξένησε τον Πάρη και την Ελένη στην Αίγυπτο όταν τους έβγαλε στην ακτή η τρικυμία. Αργότερα όμως έδωσε στον Πάρη το φάντασμα της Ελένης και την αληθινή την έστειλε στο Μενέλαο. Ο Ηρόδοτος αναφέρει μια παράδοση που ο ίδιος άκουσε στην Αίγυπτο: ότι ο Πρωτέας δεν ήταν στοιχειό της θάλασσας, αλλά βασιλιάς της Αιγύπτου, την εποχή του Τρωικού πολέμου. Έδρα του ήταν η Μέμφιδα κι έργο του η προστασία των αδικημένων, ενώ δεν είχε μαντικές ικανότητες. Όταν οι άνθρωποί του του έφεραν υπόδικο τον Πάρι, - έπειτα από μια τρικυμία- μαζί με την Ελένη και τους θησαυρούς του Μενέλαου, ο Πρωτέας τον φιλοξένησε· επειδή δεν ήθελε να σκοτώνει τους ξένους που έρχονταν στη χώρα του, τον άφησε στο τέλος να πάει πίσω στην Τροία, κράτησε όμως στην Αίγυπτο την Ελένη και το θησαυρό. Ο Πάρης επέστρεψε στην Τροία χωρίς την Ελένη. Όταν οι Αχαιοί κατέφθασαν εκεί, ζήτησαν να επιστραφεί η γυναίκα του Μενέλαου, ώστε να μη χυθεί αίμα. Οι Τρώες είπαν ότι δεν την έχουν, οι Αχαιοί, με το δίκιο τους, δε τους πίστεψαν κι έτσι άναψε ο πόλεμος που κράτησε δέκα χρόνια.


Μόνο μετά το τέλος του πολέμου και την πτώση της Τροίας οι Έλληνες διαπίστωσαν την απουσία της Ελένης και ο Μενέλαος πήγε στη χώρα του Πρωτέα, για να φέρει πίσω γυναίκα και βιός. Τα κύματα, όπως διηγείται ο Όμηρος στην Οδύσσεια τον έριξαν στο νησί Φάρος.

"Στην Αίγυπτο οι θεοί με κράτησαν, τη γη την πατρική μου
κι ας λαχταρούσα, τι αψεγάδιαστες δεν πρόσφερα θυσίες·
δε θέλαν οι θεοί ό,τι γύρεψαν να το ΄χω αλησμονήσει.
Ένα νησί εκεί πέρα βρίσκεται, Φάρο το λένε, μέσα
στην πολυκυματούσα θάλασσα, στην Αίγυπτο απαντίκρυ"

(Οδ. Ραψ. δ, 351-355)

Εκεί τον βρήκε η Ειδοθέα, η κόρη του Πρωτέα, που τον λυπήθηκε και θέλησε να τον βοηθήσει.
"..η κόρη του θαλασσογέροντα, του αδάμαστου Πρωτέα·
τη λέγαν Ειδοθέα· τον πόνο μου θωρώντας με σπλαχνίστη
κι ήρθε μπροστά μου, όπως παράδερνα χωρίς συντρόφους, μόνος·
εκείνοι τους γιαλούς τριγύριζαν κι αδιάκοπα ψάρευαν
με αγκίστρια γαντζωτά, τι εθέριζε τα σπλάχνα τους η πείνα".

( Οδ.Ραψ. δ,365-36)

Ο πατέρας της είχε μαγικές και μαντικές δυνάμεις. Αν τον ακινητοποιούσαν, θα μπορούσε να τους ενημερώσει για το τι συνέβη στους άλλους αρχηγούς, να τους εξηγήσει τι έπρεπε να κάνουν για να γλιτώσουν και να τους πει, τι τους περιμένει στο μέλλον. Η ίδια τον καθοδήγησε στο τι έπρεπε να κάνει για να μπορέσει να ακινητοποιήσει τον γέροντα, βούτηξε στη θάλασσα κι επέστρεψε φέρνοντας τέσσερα τομάρια φώκιας. 

Ο Μενέλαος διάλεξε τρεις από τους συντρόφους του, φόρεσαν κι αυτός κι εκείνοι τα τομάρια φώκιας και περίμεναν. Όταν μεσημέριασε, από την θάλασσα άρχισαν να βγαίνουν φώκιες και να ξαπλώνουν στην ακτή. Ο Μενέλαος και οι δικοί του ξάπλωσαν ανάμεσά τους. Μετά, ήρθε κι ο γέρο Πρωτέας και ξάπλωσε στον ήλιο. Ο Μενέλαος και οι δικοί του όρμησαν να τον ακινητοποιήσουν. Τον άρπαξαν και τον κρατούσαν σφιχτά αλλά ο Πρωτέας, μεταμορφώθηκε σε λιοντάρι. σε αγριογούρουνο, τίγρη, νερό, δέντρο, χρυσό και ένα σωρό άλλα στοιχεία και ζώα. Ο Μενέλαος πάλεψε με πείσμα μαζί του, αυτός και τρεις ακόμα άνδρες του αψη­φώντας τις μεταμορφώσεις του γέρου της θάλασσας, Απόκαμε και τα παράτησε, ρωτώντας τον Μενέλαο, τι ήθελε να μάθει:

Σαν πια βαρέθηκεν ο γέροντας τις δολερές του τέχνες,
γυρνώντας μίλησε, με ρώτησε κι αυτά τα λόγια μου ΄πε:
"Υγιέ του Ατρέα, ποιος τάχα αθάνατος τα ταίριαξε μαζί σου
και στήνοντας καρτέρι μ΄ έπιασες με το στανιό; τι θέλεις;"
Είπε, κι εγώ γυρνώντας μίλησα κι απηλογιά του δίνω:
"Τι με ρωτάς; το ξέρεις, γέροντα! Τι θες και με πλανεύεις;
Παν μέρες στο νησί που κλείστηκα και πώς θα ξεγλιτώσω
δεν ξέρω· την καρδιά στα στήθη μου να σιγολιώνει νιώθω.
Μα εσύ μολόγα μου, τι οι αθάνατοι θεοί τα ξέρουν όλα,
ποιος αναιώνιος τάχα μ΄ έδεσε και μου ΄κλεισε το δρόμο;
και πώς την ψαροθρόφα θάλασσα περνώντας θα γυρίσω;"

(Οδ. Ραψ. δ, 460-470)
 
Ο Μενέλαος ζήτησε να πληροφορηθεί, τι χρειαζόταν να κάνει για να μπορέσει να γυρίσει στη Σπάρτη. Ο Πρωτέας του είπε πως έπρεπε να βγει στην Αίγυπτο, να ανέβει τον Νείλο και να θυσιάσει εκατό βόδια στους θεούς, οπότε αυτοί θα του έδειχναν τον δρόμο του γυρισμού. 

Ο Μενέλαος δεν άντεξε στον πειρασμό και ρώτησε να μάθει, τι γινόταν με τους άλλους ηγέτες που πολέμησαν στην Τροία. Έτσι, έμαθε ότι τον Αία τον είχαν πνίξει ο Ποσειδώνας και η Αθηνά, όταν υπερηφανεύτηκε ότι γλίτωσε σε πείσμα των θεών. Κι ότι τον αδελφό του, τον Αγαμέμνονα, τον είχε δολοφονήσει ο Αίγισθος. Κι ακόμα, ότι ο Οδυσσέας κρατιόταν από την Καλυψώ και παρά τη θέλησή του σε ένα νησί. Κι όσο για τον ίδιο τον Μενέλαο, ο Πρωτέας του προφήτεψε ότι θα κατέληγε στα Ηλύσια Πεδία καθώς, ως σύζυγος της Ελένης, ήταν γαμπρός του Δία.
  
Ο Ευριπίδης στην τραγωδία του «Ελένη» αναφέρει και αυτός μια παρόμοια εκδοχή του μύθου του Πρωτέα: πως η Ελένη δε βρέθηκε στην Αίγυπτο ούτε επειδή ο Πάρις την έφερε, ούτε επειδή ο Πρωτέας την κράτησε. Αυτό που συνέβη ήταν ότι οι ίδιοι οι θεοί τη μετέφεραν εδώ με τη βοήθεια του Ερμή και την εμπιστεύθηκαν στον Πρωτέα. Ο Πάρης, με ένα τέχνασμα των θεών, δε μετέφερε στην Τροία παρά ένα ομοίωμά της από σύννεφο. Κάποια στιγμή ο Πρωτέας πέθανε και στο θρόνο της Αιγύπτου τον διαδέχτηκε ο γιος του Θεοκλύμενος, που πίεζε όμως επίμονα την Ελένη να γίνει γυναίκα του. Εκείνη, απελπισμένη, κατέφυγε στον τάφο του Πρωτέα και εκεί τη βρήκε ο Μενέλαος, που είχε στο μεταξύ φτάσει καραβοτσακισμένος στην Αίγυπτο. Μετά από λίγο οι δυο σύζυγοι αναγνωρίζουν ο ένας τον άλλο, ο κίνδυνος όμως που διατρέχουν είναι μεγάλος, γιατί ο Θεοκλύμενος δεν ήταν φιλόξενος κι ευσπλαχνικός, όπως ο πατέρας του: συνήθιζε να σκοτώνει όλους τους ξένους. Τότε και εδώ επεμβαίνει η Ειδοθέα, η επινοητική και καλόψυχη κόρη του Πρωτέα, που καταστρώνει σχέδιο διαφυγής για το ζευγάρι.

Υπάρχει και μία ακόμη ιστορία στους μύθους που έχουν υφανθεί για τον Πρωτέα. Αυτή λέει ότι κάποτε έφθασε μέχρι την Θράκη, ερωτεύθηκε την νύμφη Κορώνη και απέκτησε μαζί της δύο γιους. Εκείνοι, όμως, έκαναν κατάχρηση της εξουσίας που είχαν στα χέρια τους και διέπρατταν αδικήματα. Ανάγκαζαν τους ταξιδιώτες να παλεύουν μαζί τους και στο τέλος τους σκότωναν. Ο Πρωτέας αηδιασμένος και νιώθοντας ντροπή για τη συμπεριφορά τους, ζήτησε από τον Ποσειδώνα να τον γυρίσει πίσω στην Αίγυπτο. Ο θεός άκουσε την παράκλησή του και αποφάσισε να τον βοηθήσει, φτιάχνοντάς του ένα δρόμο μέχρι την Αίγυπτο. Ο δρόμος αυτός περνούσε πάνω από τη θάλασσα κι έτσι ο Πρωτέας έφτασε μέχρι εκεί δίχως καν να βραχεί.

Όλα αυτά ανήκουν στον Μύθο. Τι να είναι όμως η μορφή του Πρωτέα στο κοσμικό γίγνεσθαι;
Μας λέγει λοιπόν ο μέγας μεμυημένος Όμηρος για τον Πρωτέα: "Πολίται δεύρο, γέρων τις Άλιος".
Είναι η δωρική διάλεκτος εδώ και τον κάνει Ήλιο. Στην δωρική διάλεκτο του Ομήρου "άλιος"σημαίνει Ήλιος. "Άλιος αθάνατος"-λέει- "Πρωτεύς Αιγύπτιος". Είναι η Ηλιακή θεότης η οποία περιέρχεται το σύμπαν. Άλιος"μας λέει....Άλιος, βέβαιος, αληθινός. Είναι ο αληθινός ήλιος ο οποίος περιβάλλει τον κόσμο και τον ουρανό. Δεν τον περιβάλλει σαν σχήμα μόνο αλλά σαν "η αιτία της ουσίας του κόσμου".

Ο Πρωτεύς ήταν και ποιμήν κατά τα μυστήρια. Πρωτίστως είχε την αρετή να μεταμορφώνεται εις πάντα. Εις  πάντα τα ζώα, τα φυτά τα ορυκτά. Αλλά και ο σοφός Μενέλαος είχε διδαχθεί μαντική και σοφία. Έτσι αφού κράταγε συνεχώς τον Πρωτέα ακόμα και όταν έγινε θηρίο να τον φάει πάλι δεν φοβήθηκε, ακόμα και όταν έγινε χρυσός δεν πήρε τίποτα. "Δεν επήρε γιατί κατόρθωσε και κράτησε το μέτρο της υπάρξεως του ο Μενέλαος εν εαυτώ". Έως ότου στο τέλος ο Πρωτεύς εμφανίστηκε και του εμάντευσε αληθώς. "Αληθώς γιατί στο βάθος ήταν αψευδής μάντης".

Έτσι λοιπόν μέσα στον Πρωτέα βλέπουμε ότι ο ίδιος λόγος εμφαίνεται ποικιλοτρόπως.Έως και τον έσχατο βαθμό δημιουργίας. Και ουρανίως και δαιμονίως,  και πυρίως και αερίως και υδροβίως και χθονίως και γαιωδώς.


Ο Πρωτεύς μας δόθηκε από τα μυστήρια της Φρυγίας και είναι ο Αιπόλος. Οι Φρύγες οι μεμυημένοι, τον αιθέρα τον έλεγαν Αιπόλο. Τι είναι ο Αιπόλος;  Δεν είναι ο βοσκός που βόσκει τις γίδες όπως αποδίδεται η σημασία της λέξης, δηλαδή ο γιδοβοσκός. Αιπόλος είναι «αυτός που στρέφει συνεχώς, που γυρνάει συνεχώς», από την αρχική σημασία του πέλω/ πέλομαι «βρίσκομαι, υπάρχω» και «ασχολούμαι με κάτι υπηρετώ, φροντίζω, ιερουργώ, βουκολώ».

Είναι ο αεί πολλών. Για αυτό μας λέει ο Όμηρος ο μέγας θεολόγος στην Οδύσσεια: "Πολίται δεύρο, γέρων τις Άλιος, γηπετής αθάνατος, Πρωτεύς Αιγύπτιος".

Πολίται είναι ο Αιπόλος των Φρυγών, είναι ο "αεί πολλών", είναι ο "αεί περιτρέχων και περιλαμβάνων τα πάντα". 

Το περιτρέχειν δεν είναι κίνησις, αλλά περίληψις των πάντων και κατοχή των πάντων. Και ο Ήλιος Αιπόλος είναι. Μας λένε οι μύθοι ότι ο Ήλιος είναι Αιπόλος ασχολούμενος με τα ποίμνια. Είχε τα βοσκοτόπια του όπου έβαζε τους ανθρώπους τους ηλιακούς να του βοσκούν τα ποίμνιά του. Αιπόλος είναι λοιπόν ως περιτρέχων, ο Ήλιος. 

Υπάρχουν καθολικοί Αιπόλοι και μερικοί Αιπόλοι ανάλογα τον κόσμο που αιπολούν. Ο Ήλιος είναι καθολικός αιπόλος, ο Πρωτεύς είναι Ηλιακός αιπόλος. Επίσης το πυρ, ο αήρ, το ύδωρ και η γη είναι μερικότεροι αιπόλοι.

Άλλοι βόσκουνε τα ποίμνια, ενώ ο Πρωτεύς βόσκει τα κοπάδια τα ενάλια. Τις φώκιες κτλ. Η δε κόρη του Πρωτέως -κατά άλλους σύζυγος-λεγότανε Ειδοθέα. Είναι εκείνη η αρχή η οποία γνωρίζει, ασχολείται, τα είδη του κόσμου. Είναι εκείνη που συμπράττει μετά του Πρωτέως.

Ο Πρωτεύς είναι μια Ποσειδώνιος θεότης αλλά και Ηλιακή. Για αυτό μας λέει ο Όμηρος, ο Πρωτεύς σαν θεός, δεν αφήνει να τον πιάσει κανείς και συνεχώς μεταμορφώνεται. Μεταμορφώνεται διότι κατά τον Όμηρο είναι μια θεότης ειδοποιός, με κέντρον πάντοτε τον Αιθέρα ο οποίος είναι η πεμπτουσία των τεσσάρων στοιχείων, των τεσσάρων ηλιακών στοιχείων. Ο Πρωτεύς είναι ο Αιθέρας.

Έτσι μας λέει ο Όμηρος: "Γέρων τις πολίται Άλιος", και που πολίται; Στον Φάρο της Αλεξάνδρειας.
Φάρος είναι ο εμφαινόμενος Ήλιος. Έτσι θεωρείται ο Ήλιος ο υλικός που βλέπουμε. Δεν είναι ο νοητός Ήλιος ή ο ψυχικός ή ο νοερός Ήλιος. Φάρος είναι ο ορατός ήλιος που βλέπουμε. Ένας φάρος για τον κόσμο, για την γη.

Ο Πρωτεύς συμβολίζει την πρώτη αρχέγονη μορφή της ύλης, η οποία στην εξέλιξη της, δημιουργεί τις άλλες μορφές που θα αποτελέσουν τον κόσμο. Είναι η αρχική ουσία, που οι διαφορετικές εκδοχές της έφτιαξαν τα μέρη του σύμπαντος, ο «πρώτος» δαίμονας.

Το ορόσημο του κόσμου.

πηγή: mythiki-anazitisi

ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΠΑΠΑΝΟΥΤΣΟΣ - Η ΗΘΙΚΗ ΔΕΙΛΙΑ ΤΟΥ ΜΙΣΑΛΛΟΔΟΞΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΔΟΓΜΑΤΙΚΟΥ

$
0
0


Αυτό ακριβώς είναι το αρνητικό στοιχείο, η επικίνδυνη όψη του φαινομένου. Από τη φύση του ιδεοπλάστης και ιδεολάτρης ο άνθρωπος, γίνεται από πνευματικήν αδράνεια και ηθική δειλία ιδεοληπτικός, αιχμάλωτος των ιδεών, δούλος των διανοητικών προϊόντων του. Τέτοιος είναι ο μισαλλόδοξος και ο δογματικός. Εκείνος, που με πείσμα και ακαμψία κλείνεται μέσα στις ιδέες του αρνούμενος και το παραμικρό άνοιγμα στους τοίχους της φυλακής του. Επειδή δεν θέλει να δει, δεν μπορεί πλέον να δει τίποτα πέρα από τον στενό πνευματικό του ορίζοντα... 

Ας θυμηθούμε την περίφημη πλατωνική αλληγορία: τους δεσμώτες του σπηλαίου. Από τη μακρά εγκάθειρξή τους στη σκοτεινή φυλακή έχασαν όχι μόνο τη δύναμη της όρασης, αλλά και τη θέληση να βγουν στο φως και ν’ αντικρίσουν τα ίδια τα πράγματα. Είναι τόσο καλά βολεμένοι, ήσυχοι και μακάριοι, στον ίσκιο των ειδώλων τους, ώστε εάν κανείς επιχειρήσει να τους τραβήξει έξω, διαμαρτύρονται, εξοργίζονται και είναι ικανοί να διαμελίσουν τον απερίσκεπτο ελευθερωτή τους… 

Τίποτα δεν ενοχλεί τον δογματικό όσο ο έλεγχος, η κριτική των άρθρων της πίστης του. Φοβάται μήπως αναγκαστεί να μετακινηθεί από τις θέσεις του και αμυνόμενος επιτίθεται εναντίον εκείνων που και διακριτικά ακόμη δοκιμάζουν να κλονίσουν την τυφλή βεβαιότητά του. Τους υποπτεύεται, αμφισβητεί τις καλές προθέσεις του, δεν σκέπτεται καν να τους ακούσει. «Υπάρχουν» λέει «αρχές, κανόνες, έννοιες που βρίσκονται πέρα από κάθε αμφιβολία και είναι καθαρή μωρία να κατεβάζει κανείς από τα βάθρα τους αυτές τις σεβάσμιες ιδέες και να τις παραδίδει στον έλεγχο του τυχόντος». – Αν έμενε με την αντίληψη αυτή ο άνθρωπος, δεν θα είχε απομακρυνθεί πολύ από τα άλλα δίποδα ζώα. Ευτυχώς για τον πολιτισμό μας αποφάσισε νωρίς ν’ απαρνηθεί τις πνευματικές ανέσεις του και να ριψοκινδυνέψει στο πέλαγος της ελεγχόμενης γνώσης. 

Η ιστορία της επιστήμης (στα πρώτα αποφασιστικά βήματά της την έλεγαν: φυσιολογία και φιλοσοφία) είναι μια μακρά σειρά από τολμηρές πρωτοβουλίες για την απελευθέρωση του σκεπτόμενου ανθρώπου από την ιδεοληψία και τον δογματισμό, με το επαναστατικό σύνθημα του «λόγον διδόναι». Παρά την ανευλάβεια που κατηγορείται ότι δείχνει απέναντι στον παραδοσιακό κώδικα των «αναμφισβήτητων αληθειών», ο επιστήμονας απαιτεί από κάθε ιδέα, οποιαδήποτε και αν έχει σημαία, να δεχτεί τον έλεγχο και να επιδείξει τους τίτλους της. Την αυστηρότερη διατύπωση σ’ αυτή την απαίτηση την έχουν δώσει οι χρόνοι μας με το στόμα των κορυφαίων μιας φιλοσοφικής σχολής που δεσπόζει στον αγγλοσαξονικό κόσμο: του «λογικού θετικισμού». 

Το τεκμήριο της αλήθειας, λέγουν, είναι η εμπειρική απόδειξη, το διαπιστωμένο γεγονός. Για να διεκδικήσει μια πρόταση το επιστημονικό κύρος (που μόνο αυτό εγγυάται τη βεβαιότητα) πρέπει πρώτα να μπορεί να διαψευστεί και έπειτα να μην έχει διαψευστεί από τα πράγματα – έως τώρα τουλάχιστο, γιατί δεν ξέρει κανείς τι μπορεί να συμβεί στο μέλλον˙ όλοι οι νόμοι της Φυσικής λ.χ. είναι συμπεράσματα διαλογισμών του τύπου που η Λογική τον ονομάζει «ατελή επαγωγή». Ο πρώτος από τους δύο όρους έχει το προβάδισμα: εάν ένα διανοητικό πλάσμα, μια «ιδέα», από τη φύση του περιεχομένου της δεν είναι δυνατόν να διαψευστεί από εμπειρικά γεγονότα, τότε βρίσκεται έξω από το χώρο που προσδιορίζεται από την αντίθεση του «αληθούς» και του «ψευδούς» και επομένως ούτε με το ένα επίθετο μπορεί να χαρακτηριστεί ούτε με το άλλο. Αυτή είναι η περίφημη θεωρία της «διαψευσιμότητας» (Karl Popper) που εκφράζει καθαρότερα από κάθε άλλη το πνεύμα του λογικού θετικισμού. 

Παραδείγματα. Η πρόταση «Ο κόρακας είναι μαύρο πουλί» αληθεύει όχι επειδή όσα κοράκια είδαμε ως τώρα, σε όλα τα γεωγραφικά πλάτη της Γης, ήσαν μαύρα, αλλά γιατί είναι από τις προτάσεις που μπορούν να διαψευστούν από ένα γεγονός εμπειρικά διαπιστωμένο και αυτό το γεγονός (η ύπαρξη ενός κόρακα με άλλο χρώμα εκτός από το μαύρο) δεν έχει ως τώρα παρατηρηθεί. Αντίθετα οι προτάσεις: «Το φυσικό σύμπαν έχει αρχή και τέλος μέσα στο χώρο και το χρόνο», «Ο θάνατος δεν διαλύει την ατομική υπόσταση ενός έμψυχου όντος, αλλά τη μεταφέρει σε άλλο υπαρξιακό επίπεδο», «Κορυφαία αρετή είναι η δικαιοσύνη», επειδή το ίδιο το περιεχόμενο τους δεν υπόκειται στην εμπειρική βάσανο και επομένως δεν είναι δυνατόν να διαψευστούν από τα πράγματα, οσοδήποτε και αν με τα μέσα και τις μεθόδους της παρατήρησης διευρυνθεί ο ορίζων της εμπειρίας μας, δεν μπορούν να διεκδικήσουν τον τίτλο της επιστημονικής αλήθειας. Τούτο δεν σημαίνει ότι στερούνται από κάθε αξία. Αξία υπάρχει σε κάθε πνευματικό προϊόν που γίνεται παραδεκτό από μιαν ανθρώπινη συνείδηση. Αλλά η αξία τους δεν είναι γνωσιολογική˙ είναι μεταφυσική, θρησκευτική, ηθική κτλ. 

Με τη θεωρία αυτή γίνεται φανερό ότι το πρώτο και αποφασιστικό βήμα του κριτικού στοχασμού είναι ο περιορισμός, η χάραξη των ορίων του χώρου της έγκυρης γνώσης. Το δεύτερο ο καθορισμός του κριτηρίου της, η αναγνώριση του μέτρου με το οποίο θα εξακριβώνεται το βάρος, η γνησιότητά της. Έως που το έδαφος είναι στερεό για την πορεία της διανοίας μας, και πως αυτή θα βεβαιώνεται ότι πατάει γερά. Και τις δύο παραδοχές αποδοκιμάζει ανυποχώρητα ο ιδεοληπτικός, ο δογματικός τύπος ανθρώπου. Αυτός έχει τις «ιδέες» του, τις δικές του ιδέες, και είναι τόσο καλά βολεμένος μέσα στο κλουβί τους, που δεν εννοεί με κανένα τρόπο να βγει έξω για νέες περιπέτειες. Φοβάται να δοκιμάσει πάλι τα φτερά του, γιατί υποπτεύεται (ορθά) ότι έχουν αδυνατίσει από την αδράνεια και δεν θα τον βοηθήσουν να πετάξει. Κατά βάθος τρέμει την ελευθερία, σαν το πουλί το γεννημένο στη σκλαβιά που όταν το λευτερώσεις, εκείνο φτεροκοπάει απάνω στα σύρματα της φυλακής του και ψάχνει να βρει καμιά πορτούλα να ξαναμπεί μέσα – στη «σιγουριά». Ή σαν εκείνους τους σκλάβους της μαύρης ηπείρου που όταν ο νόμος τους λευτέρωσε, ικέτευαν τα αφεντικά τους να τους περάσουν πάλι το χαλκά – για «σιγουριά». Θέλει τόλμην η ελευθερία …  

Υπάρχει τρόπος να γλυτώσει κανείς από την ιδεοληψία και τον δογματισμό; Υπάρχει, νομίζω. Είναι εκείνη η … ενοχλητική και επικίνδυνη μύγα, με την οποία παρομοίαζε το διαλεκτικό του δαιμόνιο ο Αρχαίος Σωκράτης. Ένα βαρύ και νωθρό άλογο – έλεγε – για να κουνηθεί, χρειάζεται να το τσιμπήσει αυτή η μύγα. Έτσι και ο ευτυχής στη δουλεία του δογματικός που αρνιέται πεισματικά να μετακινηθεί και κλείνει τ’ αυτιά του στον έλεγχο («ου με πείσης καν με πείσης»), θέλει γερό δάγκωμα από κανένα ακαταμάχητο φιλοσοφικό ζωύφιο, για να αναγκαστεί να κάνει χρήση της μουδιασμένης του διάνοιας. Και να ξαναβρεί την πνευματική ελευθερία. Αλλά δε φτάνει τούτο μόνο. Πρέπει και να μπορεί να σηκώσει την αλήθεια. Το βάρος της δεν είναι για όλους τους ώμους, ενώ το ψεύδος (οι αβασάνιστες, οι αυθαίρετες ιδέες) είναι ελαφρό και πάει σε πολλούς, πάρα πολλούς, όπως το έτοιμο φόρεμα. «Η αξία ενός ανθρώπου» έγραψε ο Nietzsche «μετριέται με το πόση αλήθεια μπορεί να σηκώσει». 

ΤΟ ΠΑΡΟΝ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ Ε. Π. ΠΑΠΑΝΟΥΤΣΟΥ «Η ΚΡΙΣΗ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΜΑΣ», ΕΚΔΟΣΗ ΦΙΛΙΠΠΟΤΗ, ΔΕΚΑΤΗ ΕΒΔΟΜΗ ΕΚΔΟΣΗ 1994

πηγή: enneaetifotos

ΤΟ ΤΡΑΓΙΚΟ - ΗΡΩΙΚΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΣΤΗ ΛΑΚΑΝΙΚΗ ΨΥΧΑΝΑΛΥΣΗ ΚΑΙ ΤΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ

$
0
0


Μια εκδοχή του μετα-καντιανού συμβιβασμού στη φιλοσοφία είναι ότι η κριτική αποδόμηση των ισχυρισμών της δογματικής μεταφυσικής στην Κριτική του καθαρού λόγου έχει ως συνέπεια, οι ερωτήσεις που αφορούν το απόλυτο νόημα και την αξία της ανθρώπινης ζωής να περάσουν από την κατηγορία του θρησκευτικού στην κατηγορία του αισθητικού. Ο Καντ κληροδότησε ένα πρόβλημα στους ιδεαλιστές, τους ρομαντικούς ή ακόμη και στους μαρξιστές, ένα πρόβλημα με το οποίο καταπιάνεται στο Κριτική της κριτικής δύναμης όπου προσπαθεί να γεφυρώσει την Κατανόηση (επιστημολογία) και το Λόγο (ηθική) μέσω μιας κριτικής στην κριτική δύναμη η οποία μεσολαβεί μεταξύ της φύσης και της ελευθερίας. 

Αυτό το πρόβλημα μπορεί να επαναδιατυπωθεί ως εξής: η καντιανή κριτική της μεταφυσικής καταφέρνει να δείξει την α-νοησία των παραδοσιακών ισχυρισμών της δογματικής μεταφυσικής ενώ ταυτόχρονα θεμελιώνει την κανονιστική ηθική αναγκαιότητα της πρωτοκαθεδρίας του πρακτικού λόγου που αφορά την έννοια της ελευθερίας. Ωστόσο αυτό οδηγεί στο εξής ερώτημα: πώς επικυρώνεται η ελευθερία αν η φύση κυβερνιέται από την αιτιότητα και καθορίζεται μηχανιστικά από επιστημονικά θεμελιωμένους φυσικούς νόμους; Πώς η αιτιότητα του φυσικού κόσμου συμφιλιώνεται με αυτό που ο Καντ αποκαλεί αιτιότητα της ελευθερίας; Ο Καντ δεν αφήνει τις ανθρώπινες υπάρξεις σε αυτό που ο Χέγκελ θα ονόμαζε αμφίβια κατάσταση, δηλαδή να υπόκεινται ελεύθερα στον ηθικό νόμο και καθορίζονται από έναν αντικειμενικό κόσμο της φύσης που είναι γυμνός από κάθε αξία; Έτσι το έργο μιας κριτικής της αισθητικής και τελεολογικής κρίσης είναι να γεφυρώσει τον καθαρό και τον πρακτικό λόγο, τη φύση και την ελευθερία, την επιστημολογία και την ηθική, έργο το οποίο ο Καντ άφησε ανολοκλήρωτο. 


Μετακινούμενος από το γαλλικό στο γερμανικό πλαίσιο θα ήθελα να εστιάσω στο πως το τραγικό παράδειγμα βρίσκει συνέχεια στη λακανική ψυχανάλυση, τουλάχιστο στο σεμινάριο VIIΗ ηθική της ψυχανάλυσης (1959-1960). Νομίζω ότι δικαιολογείται το να πούμε ότι για τον Λακάν, η Αντιγόνη αποτελεί την τραγική ηρωίδα της ψυχανάλυσης. Είναι αυτή που δεν εγκαταλείπει την επιθυμία της, αυτή που ακολουθεί το νόμο της επιθυμίας, γεγονός που ο Χέγκελ θα ονόμαζε «νόμο του παραδείσου» και ακολουθεί αυτό το νόμο μέχρι το θάνατό της. Μπορούμε να πούμε ότι ο Λακάν αποτελεί την ψυχαναλυτική προέκταση της γερμανικής φιλοσοφίας του τραγικού και ότι προεκτείνει το τραγικό παράδειγμα- μέσω της επιλογής της Αντιγόνης ως ηρωίδας της ψυχανάλυσης καθώς ενσωματώνει την ηθική προσταγή της ψυχανάλυσης ne pas ceder sur voltre desir. 

     Αν διακρίνω σωστά ότι υπάρχει ένα τραγικό παράδειγμα στη λακανική ψυχανάλυση και θα προσπαθήσω να θεμελιώσω παρακάτω αυτόν τον ισχυρισμό, τότε το κριτικό ερώτημα που ακολουθεί είναι πολύ απλό για εμένα: τι γίνεται με το κωμικό; Δεν υπάρχει ένα οιδιπόδειο σύμπλεγμα στην μετα-καντιανή φιλοσοφία ή τουλάχιστον ένα σοφόκλειο σύμπλεγμα που έχει ως συνέπεια τον υποβιβασμό του κωμικού έναντι του τραγικού και συνεπώς περιθωριοποιεί φαινόμενα όπως τα αστεία, το χιούμορ και το γέλιο; 

     Αλλά ποιο είναι το διακύβευμα σε αυτή την ερώτηση; Το ακόλουθο νομίζω: αν ο μετα-καντιανός συμβιβασμός της φιλοσοφίας έχει ως συνέπεια, οι ερωτήσεις που αφορούν το απόλυτο νόημα και την αξία της ανθρώπινης ζωής περνούν από την κατηγορία του θρησκευτικού στην κατηγορία του αισθητικού- γεγονός που εγκαινιάζει η φιλοσοφία του τραγικού- τότε αυτό που προϋποτίθεται είναι η αναγνώριση της θνητότητας της κάθε ανθρώπινης ύπαρξης. Έτσι το ερώτημα του νοήματος και της αξίας της ανθρώπινης ζωής γίνεται ζήτημα του τι νόημα μπορεί κανείς να εξάγει από το γεγονός της θνητότητας. 

     Η κριτική υπόθεση που θα ήθελα να ερευνήσω είναι ότι το τραγικό παράδειγμα στη μετα-καντιανή φιλοσοφία που περιγράφηκε συνοπτικά παραπάνω, παρέχει έναν τρόπο σκέψης μέσω του ερωτήματος για την θνητότητα, μιας σκέψης η οποία παραμορφώνει την περατότητα, κάνοντας την ανθρώπινη ύπαρξη ηρωική. Αυτός είναι ένας γενικός ισχυρισμός και μπορώ μόνο να ελπίζω ότι θα αρχίσω να τον τεκμηριώνω μέσα από τους περιορισμούς που επιβάλλει αυτό το άρθρο. Περαιτέρω δεν θέλω να επεκτείνω αυτόν τον ισχυρισμό κατά άλλων συγγραφέων: ο Κίρκεγκορ αποτελεί φανερή εξαίρεση για να μην αναφέρω τον περίπλοκο τρόπο με τον οποίο ο Χέλντερλιν αντιμετωπίζει το τραγικό καθώς και την κριτική ή καλύτερα zeitdiagnostisch προσέγγιση του Χέγκελ και της παράδοσης που εμπνέεται από αυτόν, για παράδειγμα τον Ζίμμελ. Η ταπεινή μου φιλοδοξία είναι να αρχίσω να αναπτύσσω αυτή την κριτική υπόθεση χρησιμοποιώντας το σεμινάριο του Λακάν για την ηθική ως παράδειγμα. 

Θα ήθελα να προτείνω δύο παραδείγματα για να προσεγγίσουμε το ζήτημα της θνητότητας: το τραγικό-ηρωικό παράδειγμα και το κωμικό παράδειγμα. Όπως υπαινίχτηκα το τραγικό-ηρωικό παράδειγμα μπορεί να εντοπιστεί πίσω στον Χάιντεγγερ και το Νίτσε και σε στοιχεία του γερμανικού ιδεαλισμού και ρομαντισμού. Επιτρέψτε μου να το διευκρινίσω με χαϊντεγγεριανούς όρους. Σε σχέση με τον Χάιντεγγερ το ερώτημα του τραγικού-ηρωικού παραδείγματος μετατρέπεται στο αν ο θάνατος μπορεί να εκληφθεί ως δυνατότητα της ανθρώπινης ύπαρξης, του Dasein. Στο Είναι και Χρόνος, η δυνατότητα να αντιληφθούμε την ολότητα του Dasein δηλαδή την δυνατότητά του για αυθεντικότητα, στηρίζεται στο να κατανοήσουμε ότι το τέλος του, ταυτίζεται με το θάνατό του. Το Sein-zum-Ende είναι Sein-zum- Tode. Το να μπορώ να κατανοήσω το θάνατό μου σημαίνει ότι το Dasein αντιμετωπίζει το θάνατο ως την πιο προσωπική του δυνατότητα, κάτι που ο Χάιντεγγερ καλεί «δυνατότητα της απόλυτης αδυνατότητας του Dasein». Όταν το Dasein σχετίζει τη δυνατότητα του θανάτου του, με την προσμονή του (das Vorlaufen) τότε είναι ελεύθερο στο βαθμό που απελευθερώνεται από τις ψευδαισθήσεις της πλατωνικής σπηλιάς . Η ελευθερία είναι «Freiheit zum Tode». 

     O Χάιντεγγερ κάνει ξεκάθαρο στην κρίσιμη τελευταία παράγραφο 74 του The BasicConstitution of Historicity «μόνο με το να είναι ελεύθερο από το θάνατο {Freisein fur denTod} φέρνει το Dasein στην απλότητα της μοίρας του {seines Schicksals}. Το Dasein είναι ελεύθερο να εικάσει τη μοίρα του, την ιστορικότητά του και να κατορθώσει την ατομική ένωση της ελευθερίας και της αναγκαιότητας. Αυτή είναι όπως γράφει ο Σέλινγκ η ουσία της τραγωδίας και ο πυρήνας του τραγικού ήρωα όπως ο Οιδίποδας ή ο Ληρ. 

     Το αυθεντικά ιστορικό Dasein μπορεί να επιλέξει τον ήρωα, που σημαίνει είτε να διαλέξει τον εαυτό του ως τραγικό ήρωα, ως ελεύθερη ύπαρξη, είτε να επιλέξει das Man και να υποπέσει στη μη αυθεντικότητα. Η θεματική του τραγικού ήρωα και της αυθεντικότητάς του, είναι ισχυρή στο έργο του Χάιντεγγερ όπως αναφέρθηκε παραπάνω κυρίως στην προμηθεϊκή ερμηνεία της Αντιγόνης, μια ερμηνεία που όπως φαίνεται επηρέασε το Λακάν. Για τον Χάιντεγγερ το δεύτερο στάσιμο της Αντιγόνης προσφέρει όχι μόνο «τον αυθεντικό ελληνικό ορισμό της ανθρώπινης ύπαρξης» αλλά επίσης το βασικό χαρακτηριστικό της ανθρώπινης ουσίας, συγκεκριμένα το ανοίκειο (das Unheimlichste zu sein, ist der Grundzugdes Menschenwesens). Η ελληνική τραγωδία κατανοεί την ανθρώπινη ουσία ως το δεινότατον, ως κάτι που ανήκει στο ανοίκειο. Ο τραγικός ήρωας-και αυτό είναι μια λέξη που βρίσκεται στο επίκεντρο της ανάγνωσης του Λακάν- διακατέχεται από την άτη, τη βίαιη ώση προς την αλήθεια που οδηγεί σε αυτό που ο Χάιντεγγερ ονομάζει ερείπιο, καταστροφή (der Verderb, das Unheil). Η υπέρβαση του τραγικού ήρωα είναι για το Χάιντεγγερ μια αναγκαιότητα ή ανάγκη, εφόσον μόνο με την εναντίωση με την μη αυθεντική πόλη το Dasein μπορεί να γίνει με αυθεντικό τρόπο ιστορικό. Μέσω της καταστροφής του τραγικού ήρωα, η ιστορία δομείται κυριολεκτικά ως επιβεβαίωση ή επαλήθευση του Είναι. 

     Ο Λακάν ορίζει την ηθική ως κρίση μιας πράξης (είναι μια πράξη καλή ή κακή;). Τώρα το αν υπάρχει ηθική της ψυχανάλυσης, τότε αυτή υπάρχει μόνο κατά το ότι παρέχει ένα μέτρο για τις πράξεις μας, ένα μέτρο που μπορεί να κατευθύνει τις πράξεις μας, κάποιο είδος κριτηρίων. Είναι ξεκάθαρο ότι για τον Λακάν αυτό το μέτρο είναι η επιθυμία, η ασυνείδητη σεξουαλική επιθυμία με τη φροϊδική έννοια. Η προσταγή που υπονοείται σε αυτό το ηθικό μέτρο- παρά το ότι απλοποιώ τη λογική του κειμένου του Λακάν σε αυτό το σημείο είναι ne pas ceder sur votre desir. Νομίζω ότι αυτό εξηγεί το αντι-εγελιανό σχόλιο του Λακάν με το οποίο κλείνει το σεμινάριο VII : «οι εν λόγω νόμοι του παραδείσου είναι οι νόμοι της επιθυμίας», συγκεκριμένα οι νόμοι του παραδείσου για την ψυχανάλυση, που προσφέρουν ένα μέτρο για ηθική κρίση είναι οι νόμοι της επιθυμίας. 

Κοιτώντας πίσω στα σεμινάρια, ο Λακάν λέει ότι ζήτησε από τους ακροατές του να συμμετέχουν σε ένα πείραμα σκέψης υιοθετώντας την οπτική γωνία της Τελικής Κρίσης, συγκεκριμένα να αναρωτηθούν «έπραξα σύμφωνα με την επιθυμία μου;». Το ερώτημα της ηθικής τίθεται ως ζήτημα της σχέσης μεταξύ της πράξης και ασυνείδητης επιθυμίας. Αποτελεί ένα ερώτημα το τι μορφή ή μορφές πράξης θα ήταν κατάλληλες για την επιθυμία. Ποιες μορφές πράξης θα ήταν ηθικές; Φυσικά η κυκλική απάντηση σε αυτό το ερώτημα έχει ήδη δοθεί αφού η μοναδική πράξη που είναι ηθική είναι η ακόλουθη: μην πράττεις έτσι ώστε να υποχωρείς από την επιθυμία σου. 

Για να εξηγήσει τη σχέση μεταξύ πράξης και επιθυμίας ο Λακάν κατέφυγε στην τραγωδία, συγκεκριμένα η τραγική πράξη μπορεί να αποτελέσει δείκτη της ηθικής πράξης που συμβαδίζει με την επιθυμία κάποιου. Η ηθική της ψυχανάλυσης συνεπάγεται μια σχέση με την «πραγματικότητα της ανθρώπινης κατάστασης». Αυτό μπορεί να εκφραστεί με αυτό που αποκαλεί «τραγική αίσθηση της ζωής». Η τραγική αίσθηση της ζωής δεν σχετίζεται με τη ρύθμιση αυτού που έχω αποκαλέσει υπηρεσία των αγαθών. Την έννοια της υπηρεσίας των αγαθών ο Λακάν τη χρησιμοποιεί για να περιγράψει την παραδοσιακή ηθική η οποία αναπαρίσταται από το πρόσωπο του Κρέοντα. 


Αυτό είναι ένα πάρα πολύ υπαινικτικό κείμενο που θα άξιζε να σχολιαστεί αλλά επιτρέψτε μου απλά να προσπαθήσω να κάνω κάποια προκαταρτικά σχόλια υπέρ και κατά του κειμένου. Ο Λακάν για να κατανοήσει τη σχέση μεταξύ πράξης και επιθυμίας, κατέφυγε στην τραγωδία. Τώρα ο Λακάν διατυπώνει τον εξαιρετικά χαϊντεγγεριανό ισχυρισμό ότι η σχέση μεταξύ της επιθυμίας και πράξης στην τραγωδία λειτουργεί στην κατεύθυνση του να είναι κανείς νικητής του Είναι-προς –τον-θάνατο, une triophe de j’etre pour-la-mort, που απλά αποτελεί τη γαλλική απόδοση του Sein-zum-Tode. Αυτή η ανάγνωση της τραγωδίας βρίσκει επιβεβαίωση σε προηγούμενες νύξεις στον Οιδίποδα, όπου οι λέξεις μη φύναι ερμηνεύονται με όρους που ανακαλούν τα νιτσεϊκή χρήση της σοφίας του Σειληνού στη Γέννηση της Τραγωδίας- το καλύτερο πράγμα είναι να μην γεννιέσαι και το δεύτερο καλύτερο να πεθαίνεις σύντομα. Έτσι η θέση του Λακάν φαίνεται να είναι ότι η τραγωδία αποτελεί ένα πρότυπο μοντέλο της ηθικής δράσης σε συμφωνία με την επιθυμία, στο βαθμό που η επιθυμία σχετίζεται με το θάνατο. Άρα η κατάλληλη ηθική συμπεριφορά απέναντι στο θάνατο αποτελεί το Είναι-προς-το –θάνατο, να δρούμε με τέτοιο τρόπο έτσι ώστε να μην προδίδουμε την επιθυμία μας. Επομένως ένας τρόπος κατανόησης της ηθικής της ψυχανάλυσης είναι με όρους του Σέλινγκ και Χάιντεγκερ, μεταξύ της ελεύθερης ηθικής πράξης και της θανάσιμης επιθυμίας όπου το υποκείμενο πρέπει να ακολουθήσει το Freiheit-zum-Tode που είναι ο πυρήνας της τραγικής εμπειρίας, για να σκεφτεί κανείς τη θνητότητα. 

     Επίσης αυτή η γραμμή σκέψης συνδέεται με αυτό που λέει ο Λακάν στην αρχή της προτελευταίας séance για την ανημπόρια, όπου η ανημπόρια περιγράφει την θεμελιακή μας σχέση με την περατότητα. Αλλά η ανημπόρια δεν περιγράφεται όπως στον Φρόιντ ως σήμα άγχους. Είναι ενδιαφέρον ότι ο Λακάν λέει ότι μια τέτοια σχέση με τη θνητότητα «δεν είναι τόσο Abwarten αλλά Erwartung» που σημαίνει ότι δεν πρόκειται τόσο για την ανημπόρια του να περιμένεις αλλά το παθητικό άνοιγμα της προσδοκίας ή ανυπομονησίας, κάτι ίσως περισσότερο κοντινό στο χαϊντεγγεριανό Gelassenheit. Άρα η τραγική εμπειρία είναι αυτή της «απόλυτης αποδιοργάνωσης» όπου ο τραγικός ήρωας- ο Ληρ όπως και ο Οιδίποδας βρίσκουν τον εαυτό τους «μόνο και προδομένο» εξοβελισμένοι από την πόλη. Για τον Λακάν μέσω αυτής της τραγικής καταστροφής του ήρωα επιτυγχάνεται η κάθαρση της επιθυμίας. Η τραγική πράξη οδηγεί στην καθαρότητα της επιθυμίας σε σχέση με το αντικείμενό της, δηλαδή το θάνατο. 

     Αντιπαραβάλλοντας τον Φρόιντ με τον Λακάν, παρατηρούμε ότι η σημασία των ευφυολογημάτων, του γέλιου και του κωμικού είναι κεντρικά στη φροϋδική ψυχανάλυση, γεγονός φανερό κυρίως στο Το ευφυολόγημα και η σχέση του με το ασυνείδητο (1905), έργο που επηρέασε τον Λακάν εξαιτίας της εστίασής του στη γλώσσα. Αν υπάρχει ένα σύμπλεγμα της Αντιγόνης στη μετα-καντιανή φιλοσοφία και τη λακανική ψυχανάλυση τότε μπορούμε να ανακαλέσουμε τι γράφει ο Φρόιντ στο Το ευφυολόγημα και η σχέση του με το ασυνείδητο: 

Κάποτε είχε ανέβει η Αντιγόνη στο Βερολίνο, αλλά σύμφωνα με τους κριτικούς η παραγωγή δεν είχε την απαραίτητη αρχαιοπρέπεια. Το βερολινέζικο πνεύμα υιοθέτησε την κριτική με τον εξής τρόπο «Antik? Oh, nee» (Αρχαίο; Α. όχι). {Στα γερμανικά η φράση είναι ηχητικά πολύ κοντά στο Αντιγόνη}. 

     Στους ιατρικούς κύκλους κυκλοφορεί ένα ανάλογο ευφυολόγημα διαίρεσης. «Αν ρωτήσει κανείς κάποιον νεαρό ασθενή αν αυτοϊκανοποιείται, είναι σίγουρο ότι η απάντηση που θα πάρει θα είναι «Ω, όχι ποτέ» (O,na , nie) {Οι τρεις αυτές συλλαβές σχηματίζουν τη γερμανική λέξη onanie που σημαίνει αυνανισμός}. 

(μετάφραση και σχολιασμός του αποσπάσματος από Το ευφυολόγημα και η σχέση του με το ασυνείδητο/το χιούμορ (2009), μτφ. Σιπητάνου,Σαγκριώτης, Πλέθρον, σ. 43)

Ο Φρόιντ μετατρέπει το τραγικό-ηρωικό παράδειγμα σε ένα ευφυολόγημα για τον αυνανισμό. Η σημασία του κωμικού είναι κάτι που ο Φρόιντ αναγνωρίζει στο λαμπρό αλλά σύντομο βιβλίο του, Το Χιούμορ (1927) όπου αναλύει το χιούμορ όχι από την οικονομική οπτική που επικράτησε στο Το Ευφυολόγημα και η σχέση του με το ασυνείδητο αλλά από μια οπτική που κάποιος θα μπορούσε να ονομάσει φαινομενολογία του συναισθήματος. Μέσα σε λίγες σελίδες και με την τηλεγραφική ακρίβεια του μετέπειτα στυλ του, ο Φρόιντ δείχνει πως το χιούμορ παράγεται από το υπερεγώ. Στο χιούμορ, το υπερεγώ παρατηρεί το εγώ από μια «φουσκωμένη θέση» η οποία κάνει το εγώ να φαίνεται μικρό και ασήμαντο. 

     Το χιουμοριστικό παράδειγμα του Φρόιντ στο Χιούμορ είναι αυτό ενός εγκληματία που οδηγείται στην αγχόνη και λέει «Na, die Woche fangt gut an» (Α, η εβδομάδα ξεκίνησε καλά). Με φροϋδικούς όρους το χιούμορ εδώ παράγεται από το υπερεγώ που παρατηρεί το εγώ, το οποίο παράγει μαύρο χιούμορ που δεν είναι καταθλιπτικό αλλά απελευθερωτικό. Η ναρκισσιστική σχίση του εγώ δεν παράγει μόνο μανία και κατάθλιψη αλλά και χιούμορ, μαύρο και σαρδόνιο.

πηγή: kainashmainonta

ΤΟ ΙΕΡΟ ΤΗΣ ΘΕΑΣ ΝΕΜΕΣΗΣ ΣΤΗ ΡΑΜΝΟΥΝΤΑ, 6ος ΑΙΩΝΑΣ Π.Χ, (ΒΙΝΤΕΟ)

$
0
0
Αποτέλεσμα εικόνας για ΡΑΜΝΟΎΝΤΑ , ΙΕΡΟ ΝΕΜΕΣΙΣ

Ραμνός, δηλαδή θάμνος στα αρχαία ελληνικά. Από αυτή τη λέξη πήρε και το όνομα της η περιοχή του Ραμνούντα. Ο Ραμνούς ήταν ο πιο απομακρυσμένος από τους αρχαίους δήμους της Αττικής ο οποίος λόγω της θέσης του προς το Νότιο Ευβοϊκό κόλπο, παρείχε ένα ασφαλές αγκυροβόλιο για τα αρχαία πλοία  κοντά στα  σημερινά χωριά Σέσι και Αγία Μαρίνα.
AdTech Ad

Στην κοιλάδα του Λιμικού στο βορειοανατολικό άκρο της Αττικής δίπλα από τον Ευβοϊκό κόλπο σώζονται τα ερείπια του αρχαίου δήμου του Ραμνούντος που ανήκε στην Αιαντίδα φυλή ενώ αποτελούνταν από πολλούς συνοικισμούς. Στην περιοχή αυτή βρίσκεται το περίφημο ιερό της Νεμέσεως που αποτελεί το σημαντικότερο ιερό της θεότητος της Θείας Δίκης, στον ελλαδικό χώρο.
Ως θεότητα η Νέμεσις απέδιδε στον καθένα την ευτυχία ή δυστυχία που αντιστοιχούσε στην αξία του. Τιμωρούσε τους υπερόπτες και προσπαθούσε να φέρει την ισορροπία ανάμεσα στην τύχη των ανθρώπων.

Σύμφωνα με την αρχαιολόγο Μαρία Οικονομάκου, η θεά μοιάζει πολύ με την Άρτεμη και ίσως να αντιπροσώπευε μια τοπική της μορφή. Για να την κάνει δική του ο Δίας μεταμορφώθηκε σε κύκνο ενώ εκείνη είχε πάρει τη μορφή χήνας. Μετά την ένωση τους η Νέμεσις γέννησε ένα αυγό το οποίο δόθηκε στη Λήδα η οποία εκκολάπτει μέσα από αυτό την Ωραία Ελένη και τους Διόσκουρους. Το ιερό προς τιμή της Νεμέσεως πρέπει να ιδρύθηκε στις αρχές του 6ου αι. π.Χ. Η ακμή του τοποθετείται στον 4ο και 5ο αι. π.Χ.

Η ετυμολογία, η ρίζα του ονόματός της "νέμω", δήλωνε αρχικά τη δίκαιη διανομή, τη μοιρασιά που γίνεται βάσει νόμιμης εξουσίας. Σύμφωνα με τη Θεογονία του Ησιόδου και τον Παυσανία, ήταν η νύχτα, που δίχως σύντροφο αρσενικό γέννησε τη Νέμεση για να κρατά σε ισορροπία τις ανθρώπινες υποθέσεις. Ονομαζόταν Ραμνουσία, λόγω του αγάλματος και του ναού στον Ραμνούντα.
Η Νέμεσις ως θεότητα προσωποποιούσε, μαζί με άλλες - όπως η Θέμιδα και η Ειμαρμένη, την έννοια της δικαιοσύνης και αποκαθιστούσε την τάξη - της φύσης, της ανθρώπινης κοινωνίας, του κόσμου, όταν αυτή διασαλευόταν. Τότε τιμωρούσε την υπεροψία και την αλαζονεία των ανθρώπων (την ύβρη). Εάν κάποιος αδικεί τους άλλους συνεχώς, κάποια στιγμή η ίδια η ζωή του θέτει οδυνηρό φρένο στη στρεβλή πορεία του και τότε μιλάμε για "θεία δίκη".
Η περιοχή του Ραμνούντα κατοικείται συνεχώς από τη νεολιθική περίοδο. Ο Ραμνούς αναφέρεται από τον γεωγράφο Σκύλακα ως σημαντικό οχυρό. Το ιερό του είχε αποκτήσει μεγάλη φήμη. Ο αρχαϊκός ναός της Νεμέσεως καταστράφηκε από τους Πέρσες κατά την εισβολή του 480/479 π.Χ. όπως και τόσα άλλα κτίσματα της Αττικής.
Το άγαλμα της θεάς το είχε σμιλεύσει ο Φειδίας από μάρμαρο της Πάρου, που είχαν φέρει οι Πέρσες στο Μαραθώνα και το προόριζαν για να στήσουν τρόπαιο για τη νίκη που θα πραγματοποιούσαν ενάντια στους Αθηναίους.
Βέβαια οι Πέρσες δεν κατέλαβαν ποτέ την Αθήνα και αυτή η ύβρη τους τιμωρήθηκε. Το ιερό της Νέμεσης του Ραμνούντα είχε υποκινήσει τον αθηναϊκό στρατό να πολεμήσει στον Μαραθώνα. Το δε φρούριο του Ραμνούντα, όπως και αυτό του Σουνίου στη νότια ακτή της Αττικής, πιστεύεται πως κατασκευάστηκε κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου για τον έλεγχο των πλοίων που μετέφεραν σιτηρά προς την Αθήνα.

Η συμμετοχή του δήμου στην αρχαία Βουλή


Ο δήμος, η ύπαρξη του οποίου επιβεβαιώνεται και από διάφορες επιγραφές ως μέλος της Αιαντίδας φυλής όπως αναφέραμε και παραπάνω, συμμετείχε με 8 βουλευτές στην αρχαία Βουλή των 500, κατά την πρώτη περίοδο (508 – 307/306 π.Χ.). Κατά τη δεύτερη περίοδο (307/306 – 224/223 π.Χ.) ο δήμος αντιπροσωπευόταν επίσης με 8 βουλευτές ενώ την τρίτη περίοδο (224/223 – 201/200 π.Χ.) αντιπροσωπευόταν με 13 βουλευτές στη Βουλή των 600. Κατά την τέταρτη (201/200 π.Χ. – 126/127) και την πέμπτη περίοδο (126/127 – 3ος αιώνας) είναι άγνωστος ο αριθμός βουλευτών – αντιπροσώπων του δήμου.
Το 322 π.Χ. ο ναύαρχος του Μακεδονικού στρατού Κλείτος αποβίβασε στρατό στο Ραμνούντα. Από εκεί τον εκδίωξε ο Φωκίων που κατέλαβε το φρούριο. Το 296 π.Χ. το φρούριο το κατέλαβε ο Δημήτριος ο Πολιορκητής. Στους ελληνιστικούς χρόνους αρχίζει η παρακμή. Ο Πλίνιος αναφέρει ότι επισκέφτηκε το Δήμο του Ραμνούντα στα μέσα του 1ου αι. μ.Χ. Για το ναό του Ραμνούντα ενδιαφέρθηκε και ο Ηρώδης ο Αττικός που ίσως χρηματοδότησε την επισκευή του.
Ο τόπος εγκαταλείπεται σταδιακά, αλλά μέχρι τον 4ο αι. μ.Χ. οι ναοί της Νέμεσης εξακολουθούν να διατηρούνται. Στα τέλη του 4ου αι. μ.Χ. τοποθετείται η καταστροφή του αγάλματος της θεάς από τους χριστιανούς.
Η πρώτη διερευνητική ανασκαφή στο Ραμνούντα έγινε από τους Dilettanti το 1813, ενώ το 1880 ανασκαφές πραγματοποίησε ο Δημήτριος Φίλιος. Μεταξύ των ετών 1890-1892 συνέχισε το ανασκαφικό έργο ομάδα αρχαιολόγων με επικεφαλής τον Βαλέριο Στάη, η οποία ανακάλυψε το ιερό της Νέμεσης, το φρούριο και πολλούς ταφικούς περιβόλους.
Το 1958 έγινε σύντομη ανασκαφική έρευνα από τον Ευθύμιο Μαστροκώστα, ενώ από το 1975 ως σήμερα ο αρχαιολογικός χώρος του Ραμνούντα ανασκάπτεται και μελετάται συστηματικά με χρηματοδότηση της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας με επικεφαλής στη διεύθυνση τον αρχαιολόγο και ακαδημαϊκό Βασίλειο Πετράκο.
Σημειώνεται πως κάτω από το ιερό, βρίσκονται οι περίφημες παραλίες που προτιμούν εδώ και χρόνια οι γυμνιστές, μιας και είναι αρκετά απομακρυσμένες από το κέντρο της Αθήνας και συγκεντρώνουν λίγο κόσμο.
πηγή: haanity - news247

Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΚΑΙ Η ΕΤΕΡΟΤΗΤΑ ΣΤΙΣ ΚΟΣΜΟΛΟΓΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΤΩΝ ΠΡΟΣΩΚΡΑΤΙΚΩΝ ΦΙΛΟΣΟΦΩΝ

$
0
0
Αποτέλεσμα εικόνας για προσωκρατικοί φιλόσοφοι

Της Στεργιανής Ζανέκα, Δρ. Φιλολογίας Α.Π.Θ
Στον «Παρμενίδη» του Πλάτωνος, η αρχή της ταυτότητας δηλώνει την τάση της μονάδας να παραμένει ενιαία και άρτια στην ακεραιότητά της, ενώ η αρχή της ετερότητας δηλώνει την τάση της να μερίζεται σε υποδιαιρέσεις[1].  Κατά τον Παρμενίδη, στο Ένα ή στο είναι αρμόζει η αιωνιότητα, το αγέννητο και ανώλεθρο, ιδιαίτερα όμως η τέλεια ενότητα, η αδιαφοροποίητη ταυτότητα με τον εαυτό του, δηλαδή η καθολική ομοιογένεια και η απόλυτη αμεταβλητότητα. Από την άποψη αυτή ο ελεατισμός είναι ακοσμικός[2]: η ποικιλία των πραγμάτων έχει αφανιστεί μέσα στο παν-ένα∙ εκείνο μόνο «είναι», ενώ η ετερότητα των πραγμάτων είναι πλάνη και απάτη της αισθητηριακής αντίληψης. Η πολλαπλότητα των πραγμάτων, που η εμπειρία μας τα παρουσιάζει να συνυπάρχουν και να διαδέχονται το ένα το άλλο, στάθηκε για τους Μιλήσιους φιλοσόφους η αφορμή να αναρωτηθούν ποια ήταν η κοινή σταθερή βάση (το είναι) – που όλα τ’ άλλα είναι δικές της μεταβολές (το γίγνεσθαι).  Οι διάφορες έννοιες του είναι είχαν σε τελική ανάλυση μοναδικό σκοπό να κάνουν κατανοητό το γίγνεσθαι.  Η ανάπτυξη της Προσωκρατικής σκέψης χαρακτηρίζεται από τη διαρκή αναφορά στο γίγνεσθαι και καθορίστηκε από την ανάγκη να νοηθεί το είναι με τρόπο που όχι μόνο συμβιβάζεται το γίγνεσθαι μαζί του αλλά και να εξηγείται με αυτό.
Το πλατωνικό Εν δεν επιδέχεται κανενός κατηγορήματος  λόγω της ολιστικής του κατάστασης να συνέχει τα πάντα εντός του. Στον πλατωνικό «Τίμαιο» τούτος ο κόσμος είναι ένας ζωντανός οργανισμός που έχει μία «Ψυχή». Σύμφωνα λοιπόν με την διήγηση του Τιμαίου[3] ( 34 C5 και εξής), ο Δημιουργός αρχικά αναμειγνύει την Αμέριστη Ουσία και την Μεριστή Ουσία και δημιουργεί την Ενδιάμεση Ουσία. Κατόπιν αναμειγνύει το Αμέριστον Ταυτόν (δηλαδή την Αμέριστη Ταυτότητα) και το Μεριστόν Ταυτόν (δηλαδή την Μεριστή Ταυτότητα) και έτσι δημιουργεί την Ενδιάμεση Ταυτότητα. Τέλος αναμειγνύει το Αμέριστον Θάτερον (δηλαδή Διαφορά) και το Μεριστόν Θάτερον (δηλαδή την Μεριστή Διαφορά) και έτσι δημιουργεί το Ενδιάμεσο Θάτερον. Ύστερα ο Δημιουργός ενώνει τα τρία προηγούμενα ενδιάμεσα προϊόντα σε μίαν οντότητα, που είναι   η Ψυχή του Κόσμου. Ας σημειωθεί ότι οι τρεις έννοιες της πλατωνινής ψυχογονίας: η Ουσία, το Ταυτόν και το Θάτερον, δεν επεξηγούνται σε κανένα σημείο του «Τιμαίου». Η Ψυχή του Κόσμου λοιπόν αποτελείται από τρία Ενδιάμεσα συστατικά. Η Ενδιάμεση Ουσία εξασφαλίζει στην Ψυχή την οντολογική της ιδιαιτερότητα, το γεγονός δηλαδή ότι βρίσκεται ανάμεσα στις αμετάβλητες Ιδέες και στα μεταβαλλόμενα Αισθητά.[4] Ο θεός-δημιουργός του Πλάτωνος δεν ταυτίζεται με το Εν, παραλαμβάνει τα στοιχεία αυτά και επιμελείται της ευταξίας τους ακολουθώντας μία πυθαγόρεια γεωμετρία.  Το γίγνεσθαι, η πορεία των πραγμάτων, έχει αναγκαίως, μίαν αιτία.
Η  μετάβαση από το ένα στα πολλά, από το άπειρο στο πεπερασμένο, από το χρονικό στο άχρονο, από το νοητό στο αισθητό, από το θεϊκό στο ανθρώπινο, από το φυσικό στο ηθικό, από τη σύνθεση στην αποσύνθεση, από την πύκνωση στην αραίωση, και αντίστροφα, διέπεται από την ιδέα της συμμετρίας και αρμονίας ανάμεσα στον κόσμο της ταυτότητας και της ετερότητας, των δύο πρώτων αρχών στην πλατωνική φιλοσοφία που έλκουν την καταγωγή τους από την επιστημονική κληρονομιά και τις κοσμογονίες των Προσωκρατικών. Αυτή η σύζευξη των ουσιών κι ενεργειών κατακλύζει όλο το Προσωκρατικό φιλοσοφικό οικοδόμημα και καταδεικνύει τη μυστική και φανερή αρμονία των όντων, από την υλική μέχρι και την πιο πνευματική της εκδήλωση.  Το Εν και οι Θεοί είναι εκτός γίγνεσθαι σε άλλο πεδίο αμετάβλητο.  Στον Πλατωνισμό το Εν είναι μια κατάσταση πάνω από τις αντίθετες δυνάμεις. Ο Πλάτων ενοποίησε όλα τα προηγούμενα συστήματα σε ένα.
Ας σημειωθεί εδώ ότι η Προσωκρατική φυσική φιλοσοφία συνδέεται με δύο θεμελιώδεις νόμους της σύγχρονης φυσικής, δηλαδή της Ολικότητας (το σύμπαν της σύγχρονης επιστήμης είναι ένα ενιαίο σύστημα το οποίο δεν μερίζεται, ούτε αποτελείται από μέρη)  και του νόμου της δράσης και της αντίδρασης (μέσα σε μια ενιαία και αδιάσπαστη συμπαντική ουσία, κάθε δράση πάνω σε κάποιο συμπαντικό μέρος, δημιουργεί την αυτόματη και ενστικτώδη αντίδραση του συνόλου της Δημιουργίας πάνω σε αυτό).  Επίσης η Προσωκρατική σκέψη συγγενεύει με τις πειραματικές αποδείξεις της σύγχρονης φυσικής που κατατείνουν στα εξής συμπεράσματα: Όσο απομακρυνόμαστε από τον παρατηρητή (Γη) μέχρι τον κοσμολογικό ορίζοντα: 1. Η πυκνότητα της ύλης του χώρου μεγαλώνει (φαινόμενο Ryle). 2. H καμπυλότητα του χώρου μεγαλώνει. 3. Η ταχύτητα διαστολής του χώρου (απομάκρυνσης του υλικού των γαλαξιών) μεγαλώνει (νόμος Hubble). 5. Ισχύει όλο και με μεγαλύτερη ακρίβεια η Γενική Θεωρία της Σχετικότητας.  Η Γενική Θεωρία της Σχετικότητας ισχύει μόνο όταν ο χώρος δεν είναι Ευκλείδειος (γεωμετρία Ricmann και άλλες)[5].
Η οπτική της ιωνικής φιλοσοφίας με αρχή τον Θαλή, τον Αναξίμανδρο και τον Αναξιμένη  αφορά στα στοιχεία που δημιουργήθηκαν ή από το άπειρον, ή από το χάος ή από το ύδωρ ή από τον αέρα νοούμενο ως ψυχή ή από κάποια αιτία ή αρχή ή υπήρχαν ανέκαθεν αδιαχώριστα ως συμπαντική ενέργεια. Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη: «Γιατί μερικοί δέχονται ότι υπάρχει μόνο μία ουσία, που άλλοι υποθέτουν ότι είναι το νερό, άλλοι ο αέρας, άλλοι η φωτιά και άλλοι ότι είναι κάτι λεπτότερο από το νερό και πυκνότερο από τον αέρα∙ αυτή η ουσία λένε ότι περιέχει όλους τους ουρανούς, όντας άπειρη»[6].  Στην προσπάθειά τους οι Μιλήσιοι να εκθέσουν τις διάφορες μετασχηματιστικές φάσεις ή περιόδους γένεσης του κόσμου, ενώ ο Θαλής ίσως θεωρούσε αυτή τη διαδικασία ότι έχει συντελεστεί μια για πάντα, οι μεταγενέστεροι συνέχισαν αργότερα την κοσμογονική εξέλιξη προσθέτοντας το στοιχείο της αναδρομικής μετατροπής των στοιχείων του κόσμου. Επικράτησε δηλαδή η άποψη ότι δεν πρέπει να θεωρείται η ύλη μόνο αιώνια αλλά και αιωνίως ζωντανή αφού αναγκαστικά πρέπει να δεχτούμε μιαν αδιάλειπτη διαδικασία κοσμικής γένεσης και καταστροφής, ένα αμέτρητο πλήθος διαδοχικών κόσμων.
Η κοσμοθεωρία του Θαλή συνοψίζεται σύμφωνα με τον Αριστοτέλη στην πεποίθησή του ότι η γη επιπλέει στο νερό [7] και το νερό είναι η αρχή των πάντων[8].   Ουσιαστικά, οι γνώσεις μας για την κοσμολογία του Θαλή στηρίζονται ολοκληρωτικά σε τρία χωρία του Αριστοτέλη, μαζί με κάποια σκοτεινά εδάφια από το Περί Ψυχής του Αριστοτέλη και τον Διογένη Λαέρτιο. Έτσι η «αρχή» του Θαλή μας παραδίδεται κάπως παραμορφωμένη μέσα από το επιστημονικό μικροσκόπιο της  κοσμοαντίληψης του Αριστοτέλη για ό,τι ταίριαζε με τη δική του ιδέα μιας υλικής «αρχής», όπως ορίζεται από τον ίδιο: το πρωταρχικό συστατικό υλικό των πραγμάτων, που διατηρείται πάντα ως υπόστρωμα και στο οποίο αποσυντίθενται τα πάντα και που εξηγείται απ’ αυτόν στο πρώτο μέρος του χωρίου για τον Θαλή[9].  Σύμφωνα με την υπόθεση του Αριστοτέλη οι λόγοι για τους οποίους ο Θαλής έδινε τόση σημασία στο νερό ως συστατικό στοιχείο των πραγμάτων ήταν κυρίως φυσιολογικοί.  Μπορεί όμως αντίθετα με την μηχανική εκδοχή του Αριστοτέλη, ο Θαλής να διακήρυξε ότι η γη προέρχεται από το νερό (δηλαδή στερεοποιήθηκε κατά κάποιο τρόπο από το νερό), χωρίς να πιστεύει ότι η γη και τα περιεχόμενά της είναι νερό, ότι έχουν κάποια  συνεχή σχέση με αυτό (πέρα από το γεγονός ότι η γη επιπλέει στο νερό), εκτός από τη σχέση που έχει ένας άνθρωπος με τους μακρινούς προγόνους του.[10]
Ο Θαλής πρώτος διατύπωσε ένα αξίωμα κοινό σε όλους τους πρώιμους φυσικούς φιλοσόφους, ότι δηλαδή ο κόσμος είναι κατά κάποιο τρόπο ζωντανός, ότι περνάει από αυθόρμητες αλλαγές και επομένως ότι δεν υπάρχει ανάγκη να δοθεί κάποια ειδική εξήγηση στη φυσική αλλαγή.  Αυτό το αξίωμα εξακολουθεί να ονομάζεται μερικές φορές «υλοζωϊσμός», όρος που αμφισβητείται σήμερα λόγω της εσφαλμένης εντύπωσης που υποβάλλει ότι περιγράφει κάτι ενιαίο, προσδιορίσιμο και συνειδητό.  Κατά τον Διογένη Λαέρτιο Ι, 24: «Ο Αριστοτέλης και ο Ιππίας λένε ότι (ο Θαλής) απέδιδε ψυχή ακόμα και στα άψυχα αντικείμενα, παίρνοντας ως ενδείξεις τη μαγνίτιδα λίθο και το ήλεκτρο».  Κατά τον Αριστοτέλη: «Από όσα λένε φαίνεται ότι και ο Θαλής υπέθεσε ότι η ψυχή είναι κάτι το κινητικό, αν είπε πράγματι ότι η (μαγνήτις) λίθος έχει ψυχή επειδή μπορεί και κινεί το σίδηρο»[11]. Επίσης κατά τον Αριστοτέλη: «Και μερικοί λένε ότι (η ψυχή) είναι ανεμεμειγμένη με το σύμπαν∙ γι’ αυτό ίσως και ο Θαλής πίστευε ότι ο κόσμος είναι γεμάτος θεούς»[12].  Η τελευταία γενίκευση του Αριστοτέλη ίσως είναι βασισμένη στο συμπέρασμα ότι ορισμένα φαινομενικά άψυχα αντικείμενα είναι ζωντανά, έχουν ψυχή, επειδή έχουν μια περιορισμένη δυνατότητα να κινούνται. «…πάντα πλήρη θεών είναι»: η διατύπωση αυτή μπορεί να υπονοεί ότι (αφού και τα φαινομενικά νεκρά πράγματα, όπως η πέτρα, είναι δυνατό να έχουν ένα είδος ψυχής) ο κόσμος στο σύνολό του εκδηλώνει μια δύναμη να αλλάξει και να κινείται, μια δύναμη που εξαιτίας της μονιμότητάς της, της έκτασής της και της πολυτροπίας της, πρέπει να θεωρηθεί θεία∙  απόρροια του γεγονότος ότι στο καθετί φωλιάζει κάποια μορφή αθάνατης ψυχής.[13]  Από τον επιστημονικό διάλογο που αναπτύχθηκε για το θέμα φαίνεται  ίσως είναι πιθανότερο ότι αυτό που εννοούσε ο Θαλής ήταν ότι όλα τα πράγματα στο σύνολό τους (κι όχι καθένα από αυτά ξεχωριστά) είναι διαποτισμένα από κάποια ζωική αρχή, αλλά υπάρχουν πολλά είδη ύλης από τα οποία λείπει αυτή η ζωική αρχή, με την κινητήρια δύναμή της. Η ουσία της αντίληψης του Θαλή ήταν ότι η ψυχή ή η ζωή καλύπτει ένα φάσμα πολύ μεγαλύτερο από όσο φαίνεται.[14]
Σύμφωνα με τον Ευ. Ρούσσο, η θά­λασ­σα είναι κοι­ταγ­μέ­νη από το Θα­λή οπωσδήποτε ως μή­τρα της ζωής και ίσως πιο γε­νι­κά ως πρώτο δο­μή­σι­μο υλικό του κό­σμου, όχι όμως ως λο­γι­κή αρχή, όπως ερμηνεύει η αριστοτελική σχο­λή. Ακόμα θα ήταν πρό­ω­ρο για το Θα­λή να έχει θε­ω­ρί­ες για τη δι­α­δι­κα­σί­α του μετασχηματισμού της ύλης, που οδηγεί στη δο­μή και τη λει­τουρ­γί­α του κό­σμου, και να έχει ασχοληθεί με εξειδικευμένα προ­βλή­μα­τα της φυσικής φι­λο­σο­φί­ας. Εν τέλει, η θάλασσα σχετίζεται με το στοιχείο του ρευστού, δηλαδή του μεταβλητού γίγνεσθαι. Ωστόσο, όσο είναι αλήθεια το ότι ο πρώτος συ­στη­μα­τι­κός νους πά­νω στο πρό­βλη­μα του κό­σμου είναι ο Αναξίμανδρος, άλλο τό­σο είναι αλήθεια και αυτό πού έχει ήδη πα­ρα­τη­ρή­σει ο Popper, ότι δη­λα­δή ὁ Αναξίμανδρος δί­νει απαντήσεις σε προ­βλή­μα­τα, που κα­τά κά­ποι­ον τρό­πο έχουν τεθεί από πριν, δη­λα­δή από το Θαλή.[15]
Γνωρίζουμε πως ο Αναξίμανδρος τοποθετούσε το άπειρον ως αρχήν του παντός: θεωρείται μάλιστα ο πρώτος που έκανε χρήση της λέξης αρχή για το σκοπό αυτό, όπως μας παραδίδεται από τις τρεις εκδοχές της άποψης του Θεόφραστου για τον Αναξίμανδρο: [16]  «Και η μήτρα από την οποία γεννήθηκαν τα πράγματα (το άπειρον) είναι η ίδια με αυτή στην οποία αποσυντίθενται, όπως είναι αναγκαίο να γίνει∙ γιατί τιμωρούνται και επανορθώνουν αμοιβαία για την αδικία, σύμφωνα με την τάξη του χρόνου…»[17].  Σύμφωνα με την ορθολογική και φιλολογικά ορθότερη ερμηνεία, το «Άπειρον» του Αναξίμανδρου  σήμαινε αυτό που δεν έχει όριο από την άποψη του χώρου, αφού δεν έχει βρεθεί καμιά πρώιμη χρήση της λέξης «άπειρος» με έννοια σαφώς μη χωρική[18].  Δεν είναι ξεκάθαρο όμως αν το Άπειρον είναι κάποιας μορφής ύλη, η οποία φυσικά δεν έμοιαζε με καμία μορφή από όσες είναι ήδη γνωστές, ή αντιθέτως μια θεϊκή ουσία που περικλείει την κίνηση, ενυπάρχει παντού λειτουργώντας με βούληση.  Κατά τον Αριστοτέλη το «άπειρον» σημαίνει μια ουσία ατελείωτη και θεία που τα πάντα περιέχει και τα πάντα κυβερνά[19].  Δηλαδή το άχρονο και πανταχού παρόν σύμπαν της σύγχρονης φυσικής. Κάθε σημείο του συμπαντικού χώρου είναι παντού, αντίληψη που καταργεί την τριμερή διάκριση του χρόνου σε παρελθόν, παρόν και μέλλον όπως αποδεικνύεται από τη λειτουργία των σημείων του κώνου φωτός που βρίσκονται συγχρόνως στην επιφάνεια και στο εσωτερικό του κώνου.
Μια πρώτη «φυσική ερμηνεία» του αποσπάσματος αυτού θα ήταν πως οι επιμέρους ουσίες εξήχθησαν, αποχωριζόμενες από την πρωταρχική ύλη, σαν ένα είδος πρωταρχικού χάους, σαν μια ακαθόριστη μάζα ζώσης ύλης, όπου στο μέλλον θα επανέλθουν μετά την αποσύνθεσή τους.  Υφίσταται, λοιπόν, κατά τον Αναξίμανδρο ένας πραγματικός κύκλος των υλικών στοιχείων. Διατύπωσε δηλαδή πρώτος την κοσμολογική θεωρία του χάους και της τάξεως[20].
Μίλησε για μία κοσμική ουσία η οποία αποτελεί το υπόβαθρο του κόσμου[21], ανάλογη της πεμπτουσίας. Ο Θεόφραστος έγραψε για τον Αναξίμανδρο:
«Λαμβάνοντες αυτό σαν δόξα, ότι υπάρχει μια ουσία σαν υπόστρωμα που πυκνώνεται και αποπυκνώνεται, τότε κατά την γνώμη της σχολής του Αναξίμανδρου οι υλικές αρχές είναι άπειρες, αλλά το αίτιον της κινήσεως είναι ένα. Αν το μείγμα των όντων είναι μία ουσία ακαθόριστη ως προς την μορφή της και το μέγεθός της, τότε καταλήγουμε ότι η αρχή των όντων είναι το άπειρον και αρχή της κινήσεως ο νους όπως είπε ο Αναξίμανδρος και ο Αναξαγόρας»[22].  Ο Αναξίμανδρος διατύπωσε ότι η αρχή των όντων είναι το άπειρο και άπειρες οι αρχές των όντων, αλλά η αρχή της κινήσεως είναι ο νους, αφού κατά τα λεγόμενά του «Τα αντίθετα πηγάζουν από το Εν και στο Εν ενυπάρχουν όπως είπαν και οι αρχαιότεροι»[23].  Ο Διογένης ο Λαέρτιος[24] προσδιορίζει το «άπειρον» του Αναξίμανδρου ως εξής: «Αυτός θεωρούσε ως αρχή και στοιχείο των όντων το άπειρον, χωρίς να προσδιορίζει αν αυτό είναι αέρας, νερό ή κάτι άλλο. Και έλεγε ότι τα μέρη μεταβάλλονται, αλλά το όλον παραμένει αμετάβλητο». Το σύμπαν –σύμφωνα με τις απόψεις του Αναξιμάνδρου– ήταν άπειρο σε έκταση και οι Κόσμοι άπειροι σε αριθμό. Από το στοιχείο «άπειρο», με την αέναη κίνηση εκκρίνονταν τα «εναντία» που ενυπάρχουν σ’ αυτό. Δηλαδή ο Αναξίμανδρος πίστευε ότι τα δύο αντίθετα στοιχεία πυρ και ύδωρ δεν μπορούσαν να συνυπάρξουν και βρίσκονταν σε αδιάκοπη σύγκρουση.
Με άλλα λόγια, αυτή η μεταφυσική έννοια του απείρου τον οδήγησε στη διαπίστωση ότι η άπειρη ύλη που κινείται μόνη της δεν είχε βέβαια ως ολότητα καμία συγκεκριμένη ιδιότητα, αλλά περιέκλειε τις ποιοτικές αντιθέσεις, και κατά την εξελικτική της διαδικασία τις ξεχώριζε από πάνω της. Το πρόβλημα αυτό είναι αμφιλεγόμενο και όλες οι υποθέσεις στηρίζονται σε χωρία από τον Αριστοτέλη[25] και τον Συμπλίκιο [26].  Ο Αναξίμανδρος έμεινε έτσι υλοζωϊστής, αφού θεωρούσε ότι  η ύλη κινείται μόνη της με έχοντας την άποψη ότι οι ποιοτικές διαφορές έπρεπε να μετατεθούν μέσα της («ἐνούσας τας ἐναντιότητας»), εφόσον απορρέουν από την ύλη κατά την αυτοδύναμη κίνησή της.  Ενώ, λοιπόν, από τη μια μεριά η αρχική ύλη δεν υφίσταται ποιοτικές μεταβολές, από την άλλη μεριά πίστευε όπως και οι άλλοι Μιλήσιοι ότι με βάση την ένωση των αντιθέσεων του θερμού και του ψυχρού που, κατά την άποψή του είχαν, πρώτα αυτά, ξεχωρίσει από το άπειρο, μπορούσε να δώσει εξήγηση για το νερό βαδίζοντας στα χνάρια της Ωκεανικής γραμμής του Θαλή.[27]
Το άπειρον ισοδυναμεί νοηματικά με το δυνάμει Εν, καθώς κάτω από κάθε εικόνα κάποιου αισθητού όντος που βλέπουμε προκύπτει μια άλλη εικόνα αιτίου και αρχής που αναγωγικά οδηγεί στο Εν δυνάμει, η εικόνα του οποίου σε σχέση με αυτό είναι διαρκώς πεπερασμένη.  Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη: «Ούτε είναι αναγκαίο να είναι ένα αισθητό σώμα πραγματικά άπειρο, για να συνεχίσει αέναα η γένεση∙ και αυτό γιατί η γένεση ενός πράγματος μπορεί να είναι η καταστροφή του άλλου και το σύνολο όλων των πραγμάτων να είναι πεπερασμένο»[28].  Το άπειρο μπορεί να είναι μαθηματικό (1+1+1+1,ν+1 κ.ο.κ.), ποιοτικό (διαίρεση μάζας σε μορφές, η διαίρεση της οποίας δεν σταματά) και  ποσοτικό. Κατ’ αυτό τον τρόπο βλέπουμε ότι το άπειρον του Αναξίμανδρου συνδέεται με το γίγνεσθαι μέσω αρχών. Ίσως μπορούμε να το φανταστούμε σαν μια «Λευκή οπή»[29] της σύγχρονης φυσικής ορολογίας που ξερνάει τον κόσμο σαν μια βροχόπτωση ύλης και ενέργειας και συγχρόνως σαν μια «μαύρη οπή» που τον απορροφά ξανά. Ίσως ακόμη μπορούμε να το συσχετίσουμε με το Υπερσύμπαν του Ινδού φυσικού J. Narlikar[30] που αποτελείται από άπειρα διαστελλόμενα σύμπαντα περιγράφοντας συγχρόνως τη συνολική δημιουργία σαν ένα ρευστό γεμάτο φυσαλίδες, οι οποίες αντιστοιχούν στα επάλληλα και ανεξάρτητα σύμπαντα. Τέλος αναλογίες μπορούμε να ανιχνεύσουμε και με την επικρατούσα σήμερα θεωρία δημιουργίας και εξέλιξης του σύμπαντος που περιγράφεται από τη θεωρία του πληθωρισμού του Α. Καζάνα και Α. Guth[31] σύμφωνα με την οποία πριν από τη γέννηση του σύμπαντος, υπήρχε ένα παράξενο υλικό το «Ψευδοκενό». Μια παράδοξη ιδιότητα του ψευδοκενού είναι ότι ακόμα κι όταν ο χώρος διαστέλλεται, η ενεργειακή του πυκνότητα να παραμένει σταθερή, ενώ μέσα του δημιουργείται αρνητική πίεση (δεν ταυτίζεται με την πίεση της κλασσικής φυσικής).
Επομένως, σημειώνουμε ότι ο Αναξίμανδρος με τη βασική του υπόθεση πως όλα προήλθαν από το «άπειρον» και ότι όλα εκεί θα καταλήξουν, δεχόταν, όπως υποστηρίζουν ο Αέτιος[32] και ο Σιμπλίκιος[33], ότι χιλιάδες Κόσμοι γεννιούνται και καταστρέφονται, όπως και ο δικός μας που κάποτε θα καταστραφεί. Δηλαδή ο Αναξίμανδρος, όπως άλλωστε και ο Δημόκριτος, δεχόταν ότι στο Σύμπαν υπάρχουν άπειρα κοσμικά συστήματα, ή άπειροι κόσμοι. Σύμφωνα με τον Στρ. Θεοδοσίου, ίσως ο Αναξίμανδρος να ξεχώριζε στο κοσμοείδωλό του τις απόψεις Κόσμος και Σύμπαν. Υποστήριζε, αφενός μεν την κεντρική θέση της Γης στον δικό μας Κόσμο, αφετέρου, δε, δεν δεχόταν την όποια κεντρική θέση της Γης σ’ ένα Σύμπαν, όπου υπάρχει άπειρο πλήθος άλλων κόσμων![34]
Συγκεκριμένα, τα τέσσερα στοιχεία της φύσης (το νερό, η γη, ο αέρας και η φωτιά) έχουν διαφορετική μεταξύ τους υφή∙ ο αέρας είναι ψυχρός, η φωτιά θερμή, η γη ξηρή, το νερό υγρό.  Τα τέσσερα στοιχεία της φύσης εξαιτίας της ανομοιογενούς σύστασής τους, βρίσκονται σε διαμάχη μεταξύ τους προσπαθώντας να επικρατήσει το ένα πάνω στο άλλο και να το απορροφήσει. Η ισορροπία μεταξύ τους εξασφαλίζεται με την παρέμβαση μιας φυσικής νομοτέλειας εν είδει δικαιοσύνης που διέπει τη σχέση των αντιμαχόμενων στοιχείων που είναι απαραίτητη για να υπάρξει ο κόσμος. Σύμφωνα με αυτή την πλέον διαδεδομένη και «επιστημονικά ορθή» ερμηνεία του αποσπάσματος (από τους φιλολόγους Kirk – Raven – Schofield), από το άπειρον προέρχονται τα «αντίθετα» (π.χ. ψυχρό – ζεστό, σκληρό-μαλακό). Στα αντίθετα αυτά το ένα από τα δύο υπερέχει του άλλου και έτσι δημιουργεί.  Η υπεροχή αυτή είναι μια μορφή «αδικίας» η οποία επανορθώνεται με την αποκατάσταση της ισότητας έναντι του «αδικούμενου» αντίθετου σε ένα συμμετρικό χρονικό διάστημα που συνέβη η «αδικία» αυτή[35]. Για τον W. Jaeger, ο όρος αλλήλοις υποδεικνύει πως ο Αναξίμανδρος αναφέρεται στο πως αναπτύσσονται τα πράγματα, το καθένα σε βάρος των υπολοίπων κι όχι σε κάποιο είδος αμαρτήματος.  Σύμφωνα με τον Μπ. Ράσελ, ο Αναξίμανδρος εφαρμόζει εδώ την λειτουργία της δικαιοσύνης, της ισομέρειας, της συμμετρίας της αρχαίας ελληνικής κοινωνίας στην διαδικασία επαναφοράς της ισορροπίας μεταξύ των όντων που ανταγωνίζονται αέναα.[36]
Ο Αναξιμένης αποδεχόταν κι αυτός, όπως όλοι οι άλλοι Ίωνες φιλόσοφοι, την βασική μονιστική αρχή της Ιωνικής Σχολής ότι τα πάντα πηγάζουν από μία αρχή και τελικά καταλήγουν σ’ αυτήν. Σύμφωνα με τις απόψεις του μεγάλου Έλληνα φιλοσόφου, αρχή των πάντων ήταν ο αέρας, που κατ’ αυτόν ήταν άπειρος, δηλαδή απροσδιόριστος και αιώνιος. Ο αήρ ήταν η αχανής υλική μάζα στην οποίαν αναγόταν γενετικά καθετί που υπήρχε.  Έλεγε πως και ο αέρας όπως και ο κόσμος είναι έμψυχος και έτσι εξηγούσε την κανονικότητα του κόσμου[37]. Οι φυσικές μεταβολές εξηγούνται ως αποτέλεσμα ιδιοτήτων του αέρα. Ο αέρας είναι η θεμελιώδης ουσία που διαπερνά τα πάντα.  Ο Αναξιμένης υπερβαίνοντας την απλοϊκή και περιγραφική κοσμογονία, φθάνει στη λογική κοσμολογία.  Ο καθαρός λόγος του Αναξιμένη και το ότι εισήγαγε το ποσοτικό κριτήριο για τις ποιοτικές διαφορές τον κάνουν πρόδρομο της «λογικής εξήγησης». Ο Αναξιμένης ήταν ο πρώτος φυσιοδίφης, ο οποίος σε κάθε υλική μεταβολή έβλεπε μία αληθινή αιτία.
 Πολλοί μπορεί να είναι οι λόγοι για τους οποίους ο Αναξιμένης επέλεξε τον αέρα ως αρχή[38], είτε από παρατήρηση των φυσικών φαινομένων, π.χ. της βροχής που έρχεται από τα σύννεφα ή του νερού που φαινομενικά συμπυκνώνεται σε γη, είτε από την καθημερινή εμπειρία, όπως τουλάχιστον δείχνει το παράδειγμα της αναπνοής που χρησιμοποίησε. Ο Αναξιμένης συνέλαβε τη θεωρία του για τον μακρόκοσμο ξεκινώντας από τον μικρόκοσμο. Η μοναδική φράση που σώζεται από το βιβλίο του και ο καθοριστικός παράγοντας της επιλογής του, όμως, φαίνεται στο απόσπασμα που έχει διασωθεί: «Όπως η ψυχή μας, όντας αέρας, μας συγκρατεί, έτσι και πνεύμα και αέρας περιέχουν και συγκρατούν ολόκληρο τον κόσμο»[39].
Σύμφωνα με τον Στρ. Θεοδοσίου, ο αέρας του Αναξιμένη βρισκόταν σε συνεχή κίνηση, όπως ακριβώς το άπειρο του Αναξίμανδρου. Ο αέρας είναι ποσοτικά άπειρος και αυτό τον καθιστά ανεξάντλητη πηγή του γίγνεσθαι, ενώ ταυτόχρονα είναι ύλη, δεν είναι δηλαδή νεκρός, αλλά αντίθετα ζωντανή και αδιαχώριστη ύλη, επομένως δεν χρειάζεται εξωτερική δύναμη για να δράσει και είναι αδιαχώριστη από την κινούσα αιτία της, γεγονός που σημαίνει ότι η ύλη και η δύναμη δεν έχουν ακόμα διαχωριστεί ως αυτοτελείς οντότητες.  Τελικά από αυτή την αέναη κίνηση του αέρα δημιουργήθηκε όλη η ποικιλία φαινομένων και πραγμάτων. Από τον αέρα μέσω της αραίωσης προερχόταν το πυρ, ενώ μέσω της συμπύκνωσης του αέρα δημιουργήθηκαν τα ύδατα και η γη.  Έτσι, όλα τα πράγματα εντάσσονται σε μια ορισμένη βαθμίδα πάνω στην κοσμική κλίμακα θερμοκρασίας, η οποία αντιστοιχεί σε έναν ορισμένο βαθμό πυκνότητας της στοιχειακής ύλης, δηλαδή του αέρα. Η καθημερινή εμπειρία αποδεικνύει, ότι οι διαφορές μεταξύ των στοιχείων μπορούν να εξηγηθούν ποσοτικά μέσω της διαφορετικής πυκνότητας: ο αέρας είναι ψυχρός, όταν βγαίνει πιεσμένος από τα χείλη, αλλά θερμός όταν βγαίνει αραιός από το ανοιχτό στόμα[40].  Κατά τα λεγόμενά του: «Τον τα πάντα περιλαμβάνοντα και συνέχοντα και δι  ἀραιώσεως και πυκνώσεως πάντα τα ορατά και αισθητά παράγοντα»[41]. Γένεσις και φθορά κόσμων διαδέχονται ακατάπαυστα η μία την άλλη. Ο Αναξιμένης πρέσβευε, όπως και ο Αναξίμανδρος, ότι ο Κόσμος μας δεν ήταν ο μοναδικός που υπήρχε. Ταυτόχρονα υποστήριζε ότι η αχανής μάζα του αέρα περιείχε αναρίθμητους Κόσμους που συνεχώς γεννιούνταν και πέθαιναν, επιστρέφοντας στο αρχικό άπειρο αφού προϋπόθεση των μεταβολών του αέρα αποτελεί η συνεχής κινητικότητά του. Η κίνηση είναι η πιστοποίηση της ζωής, το χαρακτηριστικό της πολλαπλής πραγματικότητας. [42]
Μολονότι ο Αναξιμένης, υιοθέτησε το «άπειρον» του Αναξίμανδρου για να προσδιορίσει μ’ αυτό την βασική αρχή του, τον αέρα, εντούτοις δεν ακολούθησε την άποψη του προκατόχου του ως προς τα παράγωγά του πρωταρχικού αυτού υλικού στοιχείου. Αυτό σημαίνει ότι, ενώ στον Αναξίμανδρο έχουμε διαδοχή κόσμων, η φιλοσοφική σκέψη του Αναξιμένη μας οδηγεί στην ταυτόχρονη πολλαπλότητα κόσμων. Σύμφωνα με τον Στρ. Θεοδοσίου, η άποψή του αυτή αντικατοπτρίζει σύγχρονες απόψεις της Αστροφυσικής για άπειρους υπεραισθητούς κόσμους, που συνυπάρχουν με τον δικό μας, αλλά δεν γίνονται αισθητοί από εμάς. Επίσης, στην φιλοσοφία του παραλλήλισε τον Κόσμο και το άτομο, τον αέρα και την ψυχή, πράγμα που φαίνεται στην μόνη φράση που επιζεί από το έργο του: «Οίον η ψυχή, φησίν, η ημετέρα αήρ ούσα συγκρατεί ημάς, και όλον τον κόσμον πνεύμα και αήρ περιέχει»[43]. Αυτή η πρόταση περιέχει το σπέρμα της διδασκαλίας της Φυσικής για τον μακρόκοσμο και τον μικρόκοσμο, η οποία διαμορφώθηκε πολύ  αργότερα.[44] Ο κοσμικός αέρας η «πνευματική» ύλη αποτελεί την ύλη που ταυτίζεται με το «πνεύμα» ή την «ψυχή», την αρχή της ζωής. Ο «αήρ» είναι το μόνο στοιχείο που κατανέμεται κανονικά μέσα στο χώρο και ως τέτοιο είναι το κατάλληλο για να συνέχει, να περιέχει και να συγκρατεί τα πάντα. Και το πιο σπουδαίο είναι πως ο αέρας αποτελεί τη λεπτότερη ύλη που ταυτίζεται με το «πνεύμα» ή την «ψυχή», την αρχή της ζωής. Είναι η ακένωτη πηγή ζωής και ενέργειας για όλα τα πράγματα και αποτελεί υπόστρωμα όλων των μετασχηματισμών που λαμβάνουν χώρα στον κόσμο, μια πολύ κατάλληλη ύλη για να παραστήσει την αέναη δημιουργική ενέργεια του κόσμου. Ο κόσμος φαντάζει ως ένας μεγάλος ζωντανός οργανισμός που αναπνέει αέρα και εμψυχώνεται απ’ αυτόν. Σε αυτόν τον μεγάλο οργανισμό η ανθρώπινη ψυχή δεν είναι παρά μια λεπτή πνοή αέρα που κάνει τον ανθρώπινο οργανισμό να κρατιέται στη ζωή. Το βασικό βήμα όμως προς τον μαθηματικό ορθολογισμό, όπως θα δούμε στη συνέχεια, θα το κάνουν οι Πυθαγόρειοι.
Σύμφωνα με τον Κ. Βαμβακά, για τους πυθαγόρειους το σύμπαν διέπεται από σχέσεις μαθηματικού Λόγου και αριθμών[45]. Κατά την πυθαγόρεια κοσμογονία το σύμπαν δημιουργείται από το Έν∙ και καθώς έλκει και περικλείει το άπειρο, διαστέλλεται, ψύχεται, εισάγοντας συγχρόνως την έννοια του χρόνου και του χώρου-κενού. Είναι εντυπωσιακή η σύμπτωση της εικόνας αυτής με τις σύγχρονες περί δημιουργίας του κόσμου επιστημονικές αντιλήψεις. Η πυθαγόρεια «αντιχθών» η οποία έχει συσχετιστεί ως προς την σύγχρονη αντιύλη είναι ανοικτό πεδίο έρευνας.  Οι γνωστοί πλανήτες ήταν εννέα. Για το πυθαγόρειο φιλοσοφικό σύστημα το «δέκα» είναι ο τέλειος αριθμός. Θα πρέπει, επομένως, να υπάρχει και ένας δέκατος, αθέατος από τη Γη, πλανήτης, η «αντίχθων». Με γνώμονα μια μαθηματική θεωρία, προβλέπουν την ύπαρξη ενός σώματος, της «αντί-χθονος», δηλαδή της «αντι-γης», την οποία δεν μπορούν να εντοπίσουν αν και έχουν ενδείξεις της από εκλείψεις της Σελήνης.  Αυτή ακριβώς η μαθηματική ανακάλυψη θα καταστεί αιώνες αργότερα η «ατραπός» που θα οδηγήσει επιστήμονες όπως ο P.A.M. Dirac ο οποίος το 1928 θα αναπτύξει την πρώτη σχετικιστική μηχανική θεωρία της «αντι-ύλης». Το 1932  θα εντοπισθούν τα «αντι-ηλεκτρόνια» (ποζιτρόνια) στην κοσμική ακτινοβολία, επιβεβαιώνοντας έτσι μια κατ’ αρχήν καθαρά θεωρητική, μαθηματική πρόβλεψη.[46] Η αντιύλη είναι η μορφή της ύλης που αποτελείται από τα αντισωματίδια των σωματιδίων που συγκροτούν τη συνήθη ύλη. Σύμφωνα με μια υπόθεση για την εξήγηση της εξαφάνισης της αντιύλης, η αντιύλη υπάρχει σ’ ένα ξεχωριστό σύμπαν παράλληλο προς το δικό μας. Μια άλλη εξήγηση ίσως είναι ότι υπάρχουν αντικαόνια, αντισωματίδια που μπορούν να μεταμορφωθούν αυθόρμητα στο αντίστοιχο σωματίδιο τους.  Σύμφωνα με μια άλλη θεωρία, η ύλη και η αντιύλη δημιουργήθηκαν ταυτόχρονα τη στιγμή της Μεγάλης Έκρηξης. Αυτή η θεωρία δεν εξαιρεί την πιθανότητα ένα αντίθετο φαινόμενο να έχει συμβεί σε μια άλλη διάσταση, επομένως την πιθανότητα ότι υπάρχει άλλο σύμπαν στο οποίο η αντιύλη είναι αυτή που έχει το μικρό αριθμητικό προβάδισμα. Θα γινόταν τότε λόγος για αντισύμπαν.[47]
Για τους Ελεάτες σε πολύ γενικές γραμμές υπάρχουν τα στοιχεία αλλά μεταξύ τους επιδρούν δύο ορμές ή μία ορμή δύο εκφάνσεων, όπου κυρίως κατά τον Εμπεδοκλή είναι η Φιλότητα που οδηγεί στην συνένωση των τεσσάρων στοιχείων-ριζωμάτων-που είναι αγέννητα και θεμελιώδη – σε Έν ως ενέργεια ενιαία και το Νείκος το οποίο τα διασπά σε μορφές και είδη ενέργειας και το οποίο αποτέλεσε την αρχική ανάγκη διάσπασης των στοιχείων. Τα στοιχεία διασπώνται και συνθέτουν διάφορες μορφές ύλης οι οποίες είναι φθαρτές, ενώ τα ίδια τα στοιχεία παραμένουν πάντα άφθαρτα ως στοιχεία και ως ενέργεια. Η θεωρία περί της ισορροπίας της γης εις το κέντρο του κόσμου, την οποία εξηγεί ο Πλάτων στον «Τίμαιο» δεν διαφέρει πολύ από εκείνη του Εμπεδοκλή. Επίσης τόσο για τον Εμπεδοκλή όσο και για τον Πλάτωνα ο άνθρωπος είναι ο μικρόκοσμος του οποίου η υφή εξαρτάται από την υφή του Όλου. Η περιγραφή της ανθρώπινης φύσης από τον Πλάτωνα μας υπενθυμίζει τις εξηγήσεις του Εμπεδοκλή και των οπαδών του για το ίδιο θέμα.[48]
Η κοσμογονία του Εμπεδοκλή στο Περί Φύσεως περιγράφεται από τον Jean Brun σε τέσσερις φάσεις[49]:  Στην πρώτη φάση, το σύμπαν βρίσκεται σε κατάσταση τελειότητας και τα τέσσερα ριζώματα (δεν ταυτίζονται με τα τέσσερα φυσικά στοιχεία) που αποτελούν τις τέσσερις θεμελιώδεις υποστάσεις του κόσμου, είναι συγκεντρωμένα, σε ίση ποσότητα το καθένα, σχηματίζοντας ένα αδιαχώριστο μείγμα απ’ το οποίο η Φιλότης έχει εκδιώξει το Νεί­κος· τα πάντα είναι αρμονικά συγκεντρωμένα στο εσωτερικό του Σφαίρου.[50]  Σε δεύτερη φάση το Νείκος διεισδύει σιγά σιγά στον Σφαίρο ενώ τα μέλη του τελευταίου αρχίζουν να σειόνται[51]. Από τον διαχωρισμό του μείγματος γεννιούνται ο Ήλιος, οι αστέρες, οι πλανήτες, η Γη και όλα τα όντα του κόσμου. Η Γη καταλαμβάνει το κέντρο του σύμπαντος και γεννά τα ζώντα όντα, που καταλαμβάνουν σιγά σιγά την επιφάνειά της. Εδώ βρίσκεται ο κόσμος μας.  Όταν πια το Νείκος έχει θριαμβεύσει επί της Φιλότητας στην τρίτη φάση, καθένα από τα στοιχεία βρίσκεται συγκεντρωμένο ξέχωρα, καθώς τα όμοια πήγαν να συναντήσουν τα όμοιά τους. Έτσι, λοιπόν, δεν έχουμε πλέον μία αλλά τέσσερις ομόκεντρες σφαίρες: στο κέντρο βρίσκεται αυτή της Γης, στην συνέχεια αυτή του νερού, κατόπιν αυτή του αέρα και τέλος αυτή της φωτιάς. Στην τελευταία φάση η Φιλότης αναλαμβάνει το ρόλο της, αναμειγνύει τις τέσσερις σφαίρες, εκδιώκει το Νείκος στις εσχατιές του κόσμου και επανεγκαθιδρύει το ομοιογενές μείγμα, τον Σφαίρο. Τότε πια ο κύκλος μπορεί να ξαναρχίσει και πάλι από την αρχή. Η ύπαρξη σύνθετων όντων δεν είναι νοητή παρά κατά την δεύτερη και την τέταρτη φάση, εφόσον δεν υφίσταται έδαφος για διαχωρισμό κατά την πρώτη και για ένωση κατά την τρίτη. Τίποτα άρα απ’ όσα εμφανίζονται στον κόσμο δεν είναι αποτέλεσμα κάποιας διατάσσουσας τελικότητας· αντίθετα, είναι απόρροια μιας γιγαντιαίας, αιώνιας και δίχως ανάπαυλα σύγκρουσης.  Αυτήν την πρόταση του Εμπεδοκλή μπορούμε να τη συσχετίσουμε με τη «δίχως όρια πρόταση» των Hartl-Hawking σύμφωνα με την οποία ο χωροχρόνος δεν έχει αρχικό όριο.  Το σύμπαν ούτε καταστρέφεται ούτε δημιουργείται. Απλώς υπάρχει. Το ίδιο διατείνεται και ο Ηράκλειτος.
Ο πόλεμος και η σύγκρουση στοιχείων και δυνάμεων  αποτελεί μια από τις σημαντικότερες θεματικές του κοσμολογικού οράματος του Ηράκλειτου.  Ο Σκοτεινός φιλόσοφος υποστήριξε την ύπαρξη ενός αεί αείζωου αυξομειώμενου Πυρός το οποίο δεν το δημιούργησε κάποιος θεός αλλά υπήρχε, υπάρχει και θα υπάρχει δημιουργώντας διάφορες μορφές ενέργειας και είδη ύλης. Ορίζοντας το αείζωον Πυρ ως Ουσία του Παντός: «Τον Κόσμο αυτόν, που για όλους είναι ίδιος, ούτε Θεός ούτε άνθρωπος τον έφτιαξε, αλλά ήταν πάντοτε, είναι και θα είναι, φωτιά αιώνια που ανάβει με μέτρο και σβήνει με μέτρο»[52]. Θεωρεί τον Κόσμο ως ενιαία ύπαρξη που ούτε γεννήθηκε, ούτε θα πεθάνει ποτέ, αλλά απλώς ζει αιωνίως σε διαρκή ροή κι αδιάκοπη εναλλαγή των μορφών του. Το «πυρ» με τις μεταμορφώσεις του, αυτή η αιώνια εναλλαγή του υλικού που αποτελεί τον κόσμο, δημιουργεί την πολυμορφία του και κινούσα δύναμή του είναι ο πόλεμος. Ίσως μπορούμε να συσχετίσουμε το πυρ του Ηρακλείτου με την ενέργεια από τη θεωρία της σχετικότητας, όπου η ενέργεια και η ύλη είναι ουσιαστικά το ίδιο.  Αυτόν τον κόσμο που δεν τον έφτιαξε κανείς, κανείς επίσης δεν τον κατευθύνει. Είναι αυτοκυβερνώμενος από δυνάμεις που κλείνει μέσα του, για να τον κινούν και να του εξασφαλίζουν αιώνια ζωή.
Οι δυνάμεις αυτές βρίσκονται ασταμάτητα σε εγρήγορση, για να κάνουν αντιθετικά, διπολικά τα στοιχεία του παντός, επίγεια και επουράνια, έμψυχα και άψυχα, σε μια κατάσταση που την ονομάζει «πόλεμο».  Πρόκειται για μια μόνιμη κατάσταση, που επικρατεί στο σύμπαν ολόκληρο για τη λειτουργία «αντι-δράσεων» (όπως ο όρος χρησιμοποιείται από τους χημικούς) στο σύνολο του υπαρκτού κόσμου, με πρωταγωνιστές τις δυνάμεις που ενυπάρχουν στη φύση, που συνθέτουν και διασπούν τα σώματα, που δημιουργούν και διαλύουν καταστάσεις, που κάνουν το καθετί να γίνεται αντικείμενο διαδοχής από κάτι άλλο – την «ενέργεια» της σημερινής Φυσικής – δυνάμεις που θέτουν σε αέναη λειτουργία το περίφημο Ηρακλείτειο «γίγνεσθαι».  Διότι πόλεμος είναι όλες οι διεργασίες μέσα στη Φύση, άψυχων, έμψυχων, ανθρώπινων, όπως λέει στο απ. 80[53]. «ΠΑΝΤΑ ΡΕΙ»: ένα ασύλληπτο γίγνεσθαι που μεγαλοπρεπέστατα χύνεται μέσα στις χοάνες της αιωνιότητας, αρθρώνοντας τον Θείο Λόγο.[54]  Ο Ηράκλειτος είναι ο φιλόσοφος του αιώνιου γίγνεσθαι. Η κίνηση αυτή του γίγνεσθαι εκφράζεται με την συνεχή ροή του ποταμού που ολοένα ανανεώνεται. Η ύπαρξη του Πυρός δημιουργεί μαζί με τον λόγο ένα κόσμο άπειρο, άναρχο, ανώλεθρο, αυτορυθμιζόμενο που μετατρέπεται σε ποικίλες μορφές. Ο κόσμος αυτός είναι η αρμονία των αντιθέσεων.
Το κοσμολογικό όραμα του Ηράκλειτου είναι στη βάση του είναι ένα ποιητικό σύμπαν με θεολογικές αναφορές. Η σύμπασα φύση είναι γι’ αυτόν θρησκεία και μυσταγωγία, οπότε την αφουγκράζεται για να ακούσει το «λόγο» της – να αντιληφθεί την παρουσία και την αληθινή υφή του Ενός, τη θεϊκή έκφραση του Παντός που αντανακλάται στη ρήση των Ελεατών: «Εν το παν»[55].  Σύμφωνα με τον Ν. Δενδρινό, ο Ηρακλείτειος θεός, πρώτ’ απ’ όλα είναι το «Ένα» που ταυτίζεται με την ίδια την υπόσταση του κόσμου: το «πυρ» ως το στοιχειακό του υλικό∙ η «έρις» την οποία αυτό κλείνει μέσα του∙ και ο συνακόλουθος «πόλεμος» που, κατά τον τύπο του παραδοσιακού Δία, είναι πατέρας και βασιλιάς των πάντων[56].  Έρις λοιπόν και πόλεμος, για να έχει το πυρ ζωντάνια, κίνηση, δύναμη να μεταμορφώνεται σε ό,τι βλέπουμε και νιώθουμε στο χώρο μας. Είναι ακόμη η «Δίκη» και το «μέτρο» για το οποίο αυτή επιτηρεί άγρυπνη, ώστε να μη συμβαίνουν παραστρατήματα, και η κίνηση να συνεχίζεται ομαλά και αιώνια. Ως συμπλήρωμα, είναι επίσης ο «λόγος», η φωνή που η φύση με τα φαινόμενά της απευθύνει στις έλλογες υπάρξεις της, για να την ακούσουν και να ρυθμίσουν την πορεία τους ανάλογα. Πρόκειται για την φυσική, λογική και ηθική τάξη του κόσμου.[57]
Η κεντρική ιδέα της φυσικής του είναι αυτή του κύκλου και της αρμονίας των αντιθέτων (παλίντονος, αφανής αρμονία). Καθοδική κίνηση είναι αυτή της φωτιάς (διαμέσου μιας συμπύκνωσης) που τίκτει τη θάλασσα, από την οποία πάλι γεννώνται από τη μια η γη κι από την άλλη οι στρόβιλοι του ανέμου (εις άπειρον έκπτωσις).  Η αντίθετη, ανοδική κίνηση (διαμέσου μιας συμπύκνωσης) επαναφέρει τη γη στο νερό και το νερό στη φωτιά μέσω των ξηρών εκπνοών που τρέφουν τα άστρα και ιδιαίτερα του Ήλιου: γιατί οι εκπνοές αυτές συνιστούν την κατ’ εξοχήν ασώματη αρχή, από την οποία τα πάντα απορρέουν κι η οποία βρίσκεται σε αέναη ροή. Βρίσκουμε λοιπόν και πάλι μέσα σε αυτή τη φυσική εξήγηση των ατμοσφαιρικών φαινομένων όχι μόνο το θέμα της ανακύκλησης και της ενότητας των αντιθέτων, αλλά και αυτό του επιμερισμού του Ενός σε πολλά και της επιστροφής του πολλαπλού στο πρωταρχικό Εν.  Τα πράγματα δεν «είναι» αλλά «γίνονται».  Το «γίγνεσθαι» είναι η νομοτέλεια της φύσης που προκύπτει από την ενότητα των αντιθέσεων στην αέναη κυκλική εναλλαγή της ύλης μέσα στο σύμπαν.  Από την πάλη των στοιχείων γεννιέται η αρμονία. Δίχως την «εναντιοτροπία» αυτή, όπως την λέει, δεν θα υπήρχε ζωή.  Έτσι το σύμπαν είναι κάθε στιγμή μια διχασμένη και συνάμα αποκαθιστάμενη ενότητα (ἓν διαφερόμενον ἑαυτῷ) ένας πόλεμος που βρίσκει τη συμφιλίωσή του, μια στέρηση που βρίσκει την πλήρωσή της.  Με διαρκώς επαναλαμβανόμενο ρυθμό και σε σταθερά χρονικά διαστήματα ο κόσμος γεννιέται από τη φωτιά, και ύστερα φλέγεται πάλι, για να ξαναβγεί από μέσα της σαν φοίνικας. Οι παραστάσεις του Ηράκλειτου για τη φύση – ιδιαίτερα οι αστρονομικές – είναι αδύνατες στις λεπτομέρειές τους. Ο μεταφυσικός στοχασμός έχει γι’ αυτόν μεγαλύτερη σημασία από την έρευνα για ερμηνεία των πραγμάτων. Το ίδιο συναντούμε και στον Παρμενίδη.[58]
Κατά την ακατάπαυστη εναλλαγή όλων των πραγμάτων κανένα επιμέρους πράγμα δεν έχει υπόσταση εκτός από την τάξη, σύμφωνα με την οποία συντελείται η εναλλαγή των αντιθετικών κινήσεων, ο νόμος της αλλαγής. Αν κατά την πάλη των αντιθέσεων φαίνεται πως γεννιέται διαρκώς κάτι νέο, στην πραγματικότητα το νέο αυτό είναι ταυτόχρονα κάτι που ήδη τείνει να χαθεί.  Το γίγνεσθαι του Ηράκλειτου δεν γεννά κανένα είναι – έτσι όπως και από το είναι του Παρμενίδη δεν γεννιέται κανένα γίγνεσθαι. [59]
Αργότερα με τους Ατομικούς και κυρίως τον Δημόκριτο, τον Λεύκιππο και τον Αρχιμήδη έχουμε την αποκλειστική παρατήρηση επί των ατόμων και των φυσικών φαινομένων στο πεδίο του γίγνεσθαι. Ο Δημόκριτος θεωρεί το «Παν» ως άπειρο, αδημιούργητο και αμετάβλητο. Το σύμπαν αποτελείται από το πλήρες (Ον) και το κενό (Μη Ον). Αυτό το κενό είναι η πρωταρχική κατάσταση του Χώρου-Χάους, του μαθηματικού χώρου, που μπορούμε επίσης να την συνδέσουμε με την έννοια του μορφογεννητικού πεδίου της σύγχρονης επιστήμης. Σε μια πρωτοκοσμική κατάσταση πολλά άτομα εκινούντο συνεχώς εντός του κενού, χωρίς η κατάστασή τους να τα επιτρέπει να μπορούν να ενωθούν μεταξύ τους. Πρόκειται για την πρωταρχική κατάσταση της ύλης, όπου τα πάντα υπάρχουν χωρίς να εκδηλώνονται. Κάποια στιγμή δημιουργήθηκε ένας στρόβιλος. Μέσα από την στροβιλώδη κίνησή τους τα άτομα αρχίζουν να αλληλεπιδρούν και να σχηματίζουν τις πρώτες ενώσεις ατόμων. Τα ενωμένα άτομα σχηματίζουν ένα σφαιροειδές περιστρεφόμενο σύστημα. Κατά την περιστροφική αυτή κίνηση τα βαρέα άτομα οδεύουν προς το κέντρο, ενώ τα ελαφρύτερα οδεύουν προς την περιφέρεια. Αποσπώμενα τμήματα του στοβιλιζομένου σφαιροειδούς συστήματος σχηματίζουν τα άστρα.  Σύμφωνα με τον Χ. Σπυρίδη, στα παραπάνω βρίσκουμε συμπτώσεις ή ομοιότητες ή αντιγραφές μεταξύ των θέσεων των ατομικών φιλοσόφων, του Πλάτωνος στην «Γένεση Ψυχής Κόσμου» και της σύγχρονης κοσμολογικής θεωρίας της Μεγάλης Έκρηξης. Η σφαιρική συμπύκνωση θα μπορούσε να θεωρηθεί σαν την ένωση «ταυτόν» + «θάτερον» + «ουσία» από την οποία ο δημιουργός αποκόπτει τμήματα και δημιουργεί τον Κόσμο ή σαν το πρωταρχικό άτομο του big bang που εξερράγη και δημιουργήθηκε το σύμπαν.[60]
Οι Προσωκρατικοί είναι αυτοί που για πρώτη φορά διατύπωσαν μια σειρά αρχών, με την αναγωγή της φαινομενικής πολλαπλότητας και αταξίας του κόσμου σε μια στα­θερή αρχή. Η αποδοχή μιας νομοτελειακής, αποκλειστικά φυσικής αιτιότητας εκπορεύεται από την πεποίθησή τους ότι τα φυσικά φαινόμενα και οι φυσικοί νόμοι υπόκεινται στην κριτι­κή, ορθολογική διερεύνηση του ανθρώπινου νου. Ο άνθρωπος-παρατηρητής, αναπόσπαστο μέρος της φύσης επιχειρεί για πρώτη φορά στην ιστορία του πνεύματος τη μαθηματικοποίηση της φύσης, την αναγωγή της ποιότητας στην ποσότητα, τον αλληλοσυσχετισμό, τη διασύνδεση όλων των όντων και την συνένωση αντίθετων εννοιών. Η Μετατόπιση του κύριου βάρους από την ύλη στις διεργασίες ανέδειξε την εγγενή δυναμική και την αμφίδρομη ισορροπία  της φύσης αλλά και την εξελικτική διαδικασία των φαινομένων της.[61]
* Η παρούσα εισήγηση παρουσιάστηκε στο 3ο Επιστημονικό Συνέδριο φιλοσοφίας με θέμα: «Προσωκρατική φιλοσοφία: Ο Άνθρωπος, η Κοινωνία και ο Κόσμος» (6-7 Απριλίου 2016, Φιλοσοφική Σχολή Πανεπιστημίου Αθηνών, οργάνωση: Διεθνής επιστημονική εταιρεία αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας και Ένωση Ελλήνων Φυσικών).

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1]  Πλάτων, Παρμενίδης, 137c – 166c. Ο διάλογος Παρμενίδης του Πλάτωνος εξετάζει το Εν, την πρώτη αιτία Θεών και ανθρώπων.  Υποθέσεις περί του Ενός: 1η Υπόθεση: το «ει εν εστίν» εξαίρει την έννοια της ενότητας απέναντι στην έννοια του όντος. Παρμένο το Εν ως μονάδα σε απόλυτη σημασία και άσχετα προς τα άλλα. 2η Υπόθεση: «Εν ει εστί»: εξαίρεται περισσότερο η έννοια της ουσίας, της υπάρξεως, και τότε προκύπτουν τα αντίθετα αποτελέσματα από αυτά της πρώτης υποθέσεως. 3η Υπόθεση: Το Εν υπάρχει σχετικά και απόλυτα. Συνδιαλλαγή των αντιφατικών συνεπειών των δύο προηγουμένων υποθέσεων. 4η Υπόθεση: Το Εν παρμένο σχετικά με τα όλα. Τότε προκύπτουν για αυτά οι ακόλουθες συνέπειες σε σχέση με το Εν:
1.Ως μέρη του Ενός είναι μέρη της ιδέας.
2.Είναι ένα όλο τέλειο που έχει μέρη.
3.Και το όλο και τα μέρη μετέχουν στο Εν.
4.Είναι όμοια (ως προς τις εν-περιέχουσες εννάδες) και ανόμοια με τον εαυτό τους (ως διαφορετικά όντα) και θα έχουν τα χαρακτηριστικά της αμοιβαίας ταυτότητας και διαφοράς της κινήσεως και της ηρεμίας και γενικά όλες τις αντίθετες ιδιότητες. (157b – 159b).
5η Υπόθεση:Το Εν παρμένοσε απόλυτη σημασία ως καθαρό Εν άσχετο από τα άλλα. Βλ. για το θέμα: Κεφάλας, Ευ., «Πλατωνικός «Παρμενίδης», ο ακρογωνιαίος λίθος της Ελληνικής Φιλοσοφίας & Θεολογίας και κατ’ επέκταση του Ελληνικού Θρησκεύειν! (μέρος Α)»: https://eleysis69.wordpress.com/%CE%B5%CE%BB%CE%BB%CE%AE%CE%BD%CF%89%CE%BD-%CE%B8%CF%81%CE%B7%CF%83%CE%BA%CE%B5%CE%AF%CE%B1-%CE%BF%CF%81%CF%86%CE%B9%CE%BA%CE%AE-%CE%B8%CE%B5%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1-%CE%AD%CE%BD%CE%B8/%CF%80%CE%BB%CE%B1%CF%84%CF%89%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CF%8C%CF%82-%CF%80%CE%B1%CF%81%CE%BC%CE%B5%CE%BD%CE%AF%CE%B4%CE%B7%CF%82-%CE%BF-%CE%B1%CE%BA%CF%81%CE%BF%CE%B3%CF%89%CE%BD%CE%B9%CE%B1/
[2] Windelband, W. – Heimsoeth, H., Εγχειρίδιο Ιστορίας της Φιλοσοφίας,  μτφρ.  Ν. Μ. Σκουτερόπουλος, Μορφωτικό  Ίδρυμα  Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 19913   (1980), τόμ. 1,  σ. 50.
[3] Πλάτων, Τίμαιος 34a – 37b.
[4]  Πλάτων, Τίμαιος, εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια: Βασίλης Κάλφας, εκδ. Πόλις, Αθήνα 1995. Η ψυχή των ανθρώπων είναι μέρος της «Ψυχής του Κόσμου». Τα σώματα των ανθρώπων, όπου και κατοικεί τούτη η ψυχή, είναι ένα κράμα των τεσσάρων στοιχείων: του νερού, του αέρα, της γης και της φωτιάς.
[5] «Η Γενική Θεωρία της Σχετικότητας του Αϊνστάιν ανατρέπει το νόμο της βαρύτητας του Νεύτωνα»: https://physics4u.wordpress.com/2011/04/18/h-%CE%AF-%CE%AE-%CE%AF-eps/
[6] Αριστοτέλης, Περί ουρανού Γ 5, 303b 10.
[7]  Αριστοτέλης, Μετά τα Φυσικά, Α, 3, 983 b, Αριστοτέλης, Περί Ουρανού, Β, 13, 294 a 28:  «οἱ δ’ ἐφ’ ὕδατος κεῖσθαι. τοῦτον γὰρ ἀρχαιότατον παρειλήφαμεν τὸν λόγον, ὅν φασιν εἰπεῖν Θαλῆν τὸν Μιλήσιον, ὡς διὰ τὸ πλωτὴν εἶναι μένουσαν ὥσπερ ξύλον ἤ τι τοιοῦτον ἕτερον (καὶ γὰρ τούτων ἐπ’ ἀέρος μὲν οὐθὲν πέφυκε μένειν, ἀλλ’ ἐφ’ ὕδατος), ὥσπερ οὐ τὸν αὐτὸν λόγον ὄντα περὶ τῆς γῆς καὶ τοῦ ὕδατος τοῦ ὀχοῦντος τὴν γῆν».
[8] Αριστοτέλης, Μετά τα Φυσικά, Α, 983 b 6 : «τῶν δὴ πρώτων φιλοσοφησάντων οἱ πλεῖστοι τὰς ἐν ὕλης εἴδει μόνας ᾠήθησαν ἀρχὰς εἶναι πάντων: ἐξ οὗ γὰρ ἔστιν ἅπαντα τὰ ὄντα καὶ ἐξ οὗ γίγνεται πρώτου καὶ εἰς ὃ φθείρεται τελευταῖον, τῆς μὲν οὐσίας ὑπομενούσης τοῖς δὲ πάθεσι μεταβαλλούσης, τοῦτο στοιχεῖον καὶ ταύτην ἀρχήν φασιν εἶναι τῶν ὄντων, καὶ διὰ τοῦτο οὔτε γίγνεσθαι οὐθὲν οἴονται οὔτε ἀπόλλυσθαι, ὡς τῆς τοιαύτης φύσεως ἀεὶ σωζομένης…  εὶ γὰρ εἶναί τινα φύσιν ἢ μίαν ἢ πλείους μιᾶς ἐξ ὧν γίγνεται τἆλλα σωζομένης ἐκείνης. τὸ μέντοι πλῆθος καὶ τὸ εἶδος τῆς τοιαύτης ἀρχῆς οὐ τὸ αὐτὸ πάντες λέγουσιν, ἀλλὰ Θαλῆς μὲν ὁ τῆς τοιαύτης ἀρχηγὸς φιλοσοφίας ὕδωρ φησὶν εἶναι (διὸ καὶ τὴν γῆν ἐφ’ ὕδατος ἀπεφήνατο εἶναι), λαβὼν ἴσως τὴν ὑπόληψιν ταύτην ἐκ τοῦ πάντων ὁρᾶν τὴν τροφὴν ὑγρὰν οὖσαν καὶ αὐτὸ τὸ θερμὸν ἐκ τούτου γιγνόμενον καὶ τούτῳ ζῶν (τὸ δ’ ἐξ οὗ γίγνεται, τοῦτ’ ἐστὶν ἀρχὴ πάντων), διά τε δὴ τοῦτο τὴν ὑπόληψιν λαβὼν ταύτην καὶ διὰ τὸ πάντων τὰ σπέρματα τὴν φύσιν ὑγρὰν ἔχειν, τὸ δ’ ὕδωρ ἀρχὴν τῆς φύσεως εἶναι τοῖς ὑγροῖς».
[9] Αριστοτέλης, Μετά τα Φυσικά, Α, 983 b 6.
[10] Kirk, G.S. – Raven, J.E. – Schofield, M., Οι Προσωκρατικοί φιλόσοφοι, μετ. Δημοσθένης Κούρτοβικ, ε΄ ανατύπωση, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 2014, σ. 101-109.
[11] Αριστοτέλης, Περί ψυχής Α 2, 405 a 19.
[12] Αριστοτέλης, Περί ψυχής Α 5, 411 a 7.
[13] Ο ισχυρισμός του Χοιρίλου από την Ιασό (3ος-2ος αι π.Χ.) που αναφέρεται από τον Διογένη Λαέρτιο Ι, 24 (DK 11 a 1) ότι σύμφωνα με τον Θαλή η ψυχή είναι αθάνατη, είναι προφανές ένα αθέμιτο συμπέρασμα που οφείλεται μάλλον σε μια στωική παραποίηση.
[14] Kirk, G.S. – Raven, J.E. – Schofield, M., ό.π, σ. 101-109.
[15] Ρούσσος, Ευ., «Η κοσμολογία της Μιλήτου». Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην περιοδική έκδοση του Κέντρου Φιλοσοφικών Ερευνών «ΔΕΥΚΑΛΙΩΝ» (τεύχος 11). Επίσης στο: http://www.ekivolos.gr/H%20kosmologia%20ths%20Milhtou.htm
[16] DK 12 a 9, DK 12 a 11, DK 12 a 10.
[17]  Simplikios in Phys., p. 24, 13sq.; Theophrastos, Phys. op. fr. 2 Diels (DK 12 A 9, B 1):
«Ἀναξίμανδρος μἐν Πραξιάδου Μιλήσιος Θαλοῦ γενόμενος διάδοχος καὶ μαθητὴς ἀρχήν τε καὶ στοιχεῖον εἴρηκε τῶν ὄντων τὸἄπειρον, πρῶτος τοῦτο τοὔνομα κομίσας τῆς ἀρχῆς. λέγει δ’ αὐτὴν μήτε ὕδωρ μήτε ἄλλο τι τῶν καλουμένων εἶναι στοιχείων, ἀλλ’ ἑτέραν τινὰ φύσιν ἄπειρον,ἐξ ἧς ἅπαντας γίνεσθαι τοὺς οὐρανοὺς καὶ τοὺς ἐν αὐτοῖς κόσμους· ἐξ ὧν δὲ ἡ γένεσίς ἐστι τοῖς οὖσι, καὶ τὴν φθορὰν εἰς ταῦτα γίνεσθαι κατὰ τὸ χρεών· διδόναι γὰρ αὐτὰ δίκην καὶ τίσιν ἀλλήλοις τῆς ἀδικίας κατὰ τὴν τοῦ χρόνου τάξιν, ποιητικωτέροις οὕτως ὀνόμασιν αὐτὰ λέγων. δῆλον δὲ ὅτι τὴν εἰς ἄλληλα μεταβολὴν τῶν τεττάρων στοιχείων οὗτος θεασάμενος οὐκ ἠξίωσεν ἕν τι τούτων ὑποκείμενον ποιῆσαι, ἀλλά τι ἄλλο παρὰ ταῦτα· οὗτος δὲ οὐκ ἀλλοιουμένου τοῦ στοιχείου τὴν γένεσιν ποιεῖ, ἀλλ’ ἀποκρινομένων τῶν ἐναντίων διὰ τῆς αἰδίου κινήσεως».
[18] Kirk G.S. – Raven J.E. – Schofield M., ό.π, σ. 119.
[19] Αριστοτέλης, Φυσ. Γ 4, 203 b 7. Επίσης Hippolytos, Haer. I 6,1 sq. (DK 12 A11, B 2): «Ἀναξίμανδρος Πραξιάδου Μιλήσιος. οὗτος ἀρχὴν ἔφη τῶν ὄντων φύσιν τινὰ τοῦ ἀπείρου, ἐξ ἧς γίνεσθαι τοὺς οὐρανοὺς καὶ τὸν ἐν αὐτοῖς κόσμον. ταύτην δ’ ἀίδιον εἶναι καὶ ἀγήρω, ἣν καὶ πάντας περιέχειν τοὺς κόσμους. λέγει δὲ χρόνον ὡς ὡρισμένης τῆς γενέσεως καὶ τῆς οὐσίας καὶ τῆς φθορᾶς. (2) οὗτος μὲν ἀρχὴν καὶ στοιχεῖον εἴρηκε τῶν ὄντων τὸ ἄπειρον, πρῶτος τοὔνομα καλέσας τῆς ἀρχῆς. πρὸς δὲ τούτωι κίνησιν ἀίδιον εἶναι, ἐν ἧι συμβαίνει γίνεσθαι τοὺς οὐρανούς».
[20] Συμπλίκιος ,Φυσ. 24,13.
[21] Συμπλίκιος ,Φυσ. 154.
[22] Θεόφραστος, Φυσική Ιστορία-δόξαι απ. 4 D479.
[23] Αριστοτέλης, Φυσικά 187Α 20.
[24] Διογένης Λαέρτιος, Φιλ. Βίοι ΙΙ, Ι: «Ούτος έφασκεν αρχήν καί στοιχείον τό άπειρον. Ου διορίζων αέρα ή ύδωρ ή άλλο τι, και τά μέν μέρη μεταβάλλειν, τό δέ παν αμετάβλητον είναι».
[25] Αριστοτέλης, Φυσικά 1, 4, 187a 20.
[26] Σιμπλίκιος, Φυσ. 33r, 154, 14.
[27] Windelband, W. – Heimsoeth, H., ό.π., τόμ. 1, σ. 61.
[28] Αριστοτέλης, Φυσικά Γ8, 208 a 8. Kirk, G.S. – Raven, J.E. – Schofield, ό.π., σ. 123.
[29] «Η γέφυρα Einstein – Rosen»: http://physicsgg.me/2013/06/08/h%CE%B3%CE%AD%CF%86%CF%85%CF%81%CE%B1-einstein-rosen/
[30] Narlikar, J.V., Introduction to Cosmology. Cambridge University Press, 1993.
[31] «Το πληθωριστικό σύμπαν»: http://physicsgg.me/2011/03/29/%CF%84%CE%BF-%CF%80%CE%BB%CE%B7%CE%B8%CF%89%CF%81%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B9%CE%BA%CF%8C-%CF%83%CF%8D%CE%BC%CF%80%CE%B1%CE%BD/
[32] «Αναξίμανδρος δέ Πραξιάδου Μιλήσιος φήσι των όντων αρχήν είναι τό άπειρον· εκ γάρ τούτου πάντα γίγνεσθαι καί εις τούτο πάντα φθείρεσθαι. διό και γεννάσθαι άπειρους κόσμους καί πάλιν φθείρεσθαι εις τό εξ ου γίγνεσθαι» [Αέτ. de plac. I 3, 3 (D.227)].
[33] Ο Σιμπλίκιος [Περί Ουρανού (De Caelo) 615, 15] αναφέρει: «Άπειρον δέ πρώτος υπέθετο, ίνα έχη χρήσθαι πρός τάς γενέσεις αφθόνως ή καί κόσμους δέ απείρους ούτος καί έκαστον των κόσμων εξ απείρου του τοιούτου στοιχείου υπέθετο ως δοκεί». Στον Αναξίμανδρο επίσης αποδίδεται άποψη ότι το άπειρον είναι πηγή πολλών κόσμων (Simplicius, Εις Φυσ., 24, 17).
[34] Θεοδοσίου, Στρ., «To άπειρον του Αναξιμάνδρου στην Κοσμογονία και η  απειρία των κόσμων στην Κοσμολογία», εισήγηση στην εκδήλωση της Ένωσης Ελλήνων Φυσικών με θέμα: «Ανθρωπισμός μέσα από τη φιλοσοφία των Φ.Ε.», Μάρτιος 2007, Αθήνα, σ. 5.
[35] Kirk, G.S. – Raven, J.E. – Schofield, ό.π., σ. 118-126.
[36] Ράσελ, Μπ., Η ιστορία της δυτικής φιλοσοφίας, «Οι Προσωκρατικοί», μτφ. Αι. Χουρμούζιος, τόμος Α΄, εκδόσεις Αρσενίδη, Αθήνα. Βλ. Jean Brun στο Οι Προσωκρατικοί, μτφ. Ανδρέα Τάκη, εκδ. Χατζηνικολή,  Αθήνα 1992, σ. 17-22.
[37] Ψευδο-Πλούταρχος: «Αναξιμένην δε φασι την των όλων αρχήν τον αέρα ειπείν και τούτον είναι τω μεν μεγέθει άπειρον, ταις δε περί αυτόν ποιότησιν ωρισμένον» {[Plut.] Strom. 3 (D 579)}.
[38] Σιμπλίκιος Εις τα Φυσικά 24, 26 [DK 1345].
[39] Αέτ. 1,3,4.
[40] Πλουτ. Περί τοῦ πρώτου ψυχροῦ 7,947 F.
[41] Ψευδο-Πλούταρχος, Στρωματείς, 3 [DK 13A6].
[42] Θεοδοσίου, Στρ. : Η εκθρόνιση της Γης – Η διαπάλη του γεωκεντρικού με το ηλιοκεντρικό σύστημα, εκδόσεις Δίαυλος, Αθήνα 2007. Επίσης βλ. από την ίδια πηγή:  «Αναξιμένης ο Μιλήσιος “Αήρ και πολλαπλοί κόσμοι”» από την ίδια πηγή στο: http://www.ekivolos.gr/Anaximenhs.htm
[43] Αέτ. I 3, 4 (D. 278).
[44] Θεοδοσίου, Στρ. : Η εκθρόνιση της Γης – Η διαπάλη του γεωκεντρικού με το ηλιοκεντρικό σύστημα, ό.π. Επίσης βλ. από την ίδια πηγή: «Αναξιμένης ο Μιλήσιος “Αήρ και πολλαπλοί κόσμοι”» στο: http://www.ekivolos.gr/Anaximenhs.htm
[45] Αριστοτέλης, Μετά τα Φυσικά, 986a2: «Τόν ὅλον οὐρανόν ἁρμονίαν εἶναι καὶ ἀριθμόν».
[46] Βαμβακάς, Κ., Οι θεμελιωτές της Δυτικής Σκέψης – Ένας διαχρονικός παραλληλισμός μεταξύ Προσωκρατικού στοχασμού, Φιλοσοφίας και Φυσι­κής Επιστήμης – Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2001, σ. 178-179.
[47] Αντιύλη: https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%91%CE%BD%CF%84%CE%B9%CF%8D%CE%BB%CE%B7
[48] Πλάτων, «Τίμαιος», εις.-μτφρ.-σχ. Θ. Βαυζιώτης, Χ. Παπαναστασίου, εκδ. Ι. Ζαχαρόπουλος, Αθήνα χ.χ., σ. 15.
[49] Brun, J., Οι Προσωκρατικοί, μτφ. Ανδρέα Τάκη, εκδ. Χατζηνικολή, Αθήνα 1992, σ. 76-77.
[50] DK C27: «Εκεί, ούτε του ήλιου τα γοργά τα μέλη ξεχωρίζουν
     ούτε ο γιαλός ούτε η ορμή της γης η δασωμένη.
           Έτσι ακουμπά μες στον πυκνό της Αρμονίας τον κόρφο
           κυκλόμορφος καμαρωτός στη μοναξιά του ο Σφαίρος».
[51] DK C31.
[52] DK B30: «κόσμον τόνδε, τὸν αὐτὸν ἁπάντων, οὔτε τις θεῶν οὐτε ἀνθρώπων ἐποίησεν, ἀλλ’ ἦν ἀεὶ καὶ ἔστιν καὶ ἔσται πῦρ ἀείζωον, ἁπτόμενον μέτρα καὶ ἀποσβεννύμενον μέτρα».
[53] DK B 80: «εἰδέναι δὲ χρὴ τὸν πόλεμον ἐόντα ξυνόν, καὶ δίκην ἔριν, καὶ γινόμενα πάντα κατ’ ἔριν καὶ χρεών».
[54]DK B 67: «ὁ θεὸς ἡμέρη εὐφρόνη, χειμὼν θέρος, πόλεμος εἰρήνη, κόρος λιμός [τἀναντία ἅπαντα· οὗτος ὁ νοῦς], ἀλλοιοῦται δὲ ὅκωσπερ πῦρ, ὁπόταν συμμιγῇ θυώμασιν, ὀνομάζεται καθ’ ἡδονὴν ἑκάστου».
[55] Πλάτων, Παρμενίδης.
[56] DK B53: «πόλεμος πάντων μὲν πατήρ ἐστι, πάντων δὲ βασιλεύς, καὶ τοὺς μὲν θεοὺς ἔδειξε τοὺς δὲ ἀνθρώπους, τοὺς μὲν δούλους ἐποίησε τοὺς δὲ ἐλευθέρους».
[57] Δενδρινός, Ν., Κήρυγμα για στάση ζωής – Μια εξ υπαρχής προσέγγιση στον ηρακλείτειο στοχασμό, εκδ. Παπαζήση, Αθήνα 1996, σ. 121-160.
[58] Windelband, W. – Heimsoeth, H.,  τόμ. 3,  ό.π., σ. 62-63.
[59] Windelband, W. – Heimsoeth, H.,  τόμ. 3,  ό.π., σ. 63.
[60] Σπυρίδης, Χ., «Το big bang κατά Πλάτωνα (Τίμαιος, 35a1-36b6)»:  http://users.uoa.gr/~hspyridis/bigbang.pdf (σ. 6). Δανέζη, Ε., «Κοσμολογικές απόψεις του Δημοκρίτου και σύγχρονη Φυσική», Πανελλήνιο Αστρονομικό Συνέδριο, Σάμος 1999.
[61] Βαμβακάς, Κ., ό.π., σ. 77-97.
    ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
 Βαμβακάς, Κ., Οι θεμελιωτές της Δυτικής Σκέψης – Ένας διαχρονικός παραλληλισμός μεταξύ Προσωκρατικού στοχασμού, Φιλοσοφίας και Φυσι­κής Επιστήμης – Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2001.
Brun, J., Οι Προσωκρατικοί, μτφ. Ανδρέα Τάκη, εκδ. Χατζηνικολή, Αθήνα 1992.
Δανέζης, Ε., «Κοσμολογικές απόψεις του Δημοκρίτου και σύγχρονη Φυσική», Πανελλήνιο Αστρονομικό Συνέδριο, Σάμος 1999.
Δενδρινός, Ν., Κήρυγμα για στάση ζωής – Μια εξ υπαρχής προσέγγιση στον ηρακλείτειο στοχασμό, εκδ. Παπαζήση, Αθήνα 1996.
Diels – Kranz, W. (εκδ.), Die Fragmente der Vorsokratiker, griech.-dt. (Berlin), τόμος 1 1951, τόμος 2 & 3 1952 (=VS), ελληνικό κείμενο, αγγλική μετάφραση και σχόλια G.S. Kirk – J.E. Raven – M. Schofield, The Presocratic Philosophers. A critical history with a selection of texts στο Εισαγωγή στην Αρχαιογνωσία, Τόμος Α’ – Αρχαία Ελλάδα: Η προσωκρατική φιλοσοφία, Heinz- Günther Nesselrath, Επιμ: Ιακώβ, Ρεγκάκος, εκδ. Παπαδήμα.
Θεοδοσίου, Στρ. : Η εκθρόνιση της Γης – Η διαπάλη του γεωκεντρικού με το ηλιοκεντρικό σύστημα, εκδόσεις Δίαυλος, Αθήνα 2007.
Θεοδοσίου Στρ., «To άπειρον του Αναξιμάνδρου στην Κοσμογονία και η  απειρία των κόσμων στην Κοσμολογία», εισήγηση στην εκδήλωση της Ένωσης Ελλήνων Φυσικών με θέμα: «Ανθρωπισμός μέσα από τη φιλοσοφία των Φ.Ε.», Μάρτιος 2007, Αθήνα.
Kirk, G.S. – Raven, J.E. – Schofield, M., Οι Προσωκρατικοί φιλόσοφοι, μτφ. Δημοσθένης Κούρτοβικ, ε΄ ανατύπωση, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 2014.
Narlikar, J.V., Introduction to Cosmology. Cambridge University Press, 1993.
Ράσελ, Μπ., Η ιστορία της δυτικής φιλοσοφίας, «Οι Προσωκρατικοί», μτφ. Αι. Χουρμούζιος, τόμος Α΄, εκδόσεις Αρσενίδη, Αθήνα.
Ρούσσος, Ευ., «Η κοσμολογία της Μιλήτου». Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην περιοδική έκδοση του Κέντρου Φιλοσοφικών Ερευνών «ΔΕΥΚΑΛΙΩΝ» (τεύχος 11).
Πλάτων, Τίμαιος, εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια: Βασίλης Κάλφας, εκδ. Πόλις, Αθήνα 1995.
Windelband, W. – Heimsoeth, H., Εγχειρίδιο Ιστορίας της Φιλοσοφίας, τόμ. 3,  μτφ.  Ν. Μ. Σκουτερόπουλος, (Μορφωτικό  Ίδρυμα  Εθνικής Τραπέζης),    Αθήνα    -τόμ. 1,  19913   (1980).
ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ
 
Αϊνστάιν: «Η Γενική Θεωρία της Σχετικότητας του Αϊνστάιν ανατρέπει το νόμο της βαρύτητας του Νεύτωνα»: https://physics4u.wordpress.com/2011/04/18/h-%CE%AF-%CE%AE-%CE%AF-eps/ . Einstein – Rosen, «Η γέφυρα Einstein – Rosen»: http://physicsgg.me/2013/06/08/h%CE%B3%CE%AD%CF%86%CF%85%CF%81%CE%B1-einstein-rosen/
Αντιύλη: https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%91%CE%BD%CF%84%CE%B9%CF%8D%CE%BB%CE%B7
Δανέζης, Μ., «Η σύγχρονη κβαντική πραγματικότητα και ο άνθρωπος», ομιλία:
https://www.youtube.com/watch?v=D6NtvYUoPfw
Θεοδοσίου, Στρ., Η εκθρόνιση της Γης – Η διαπάλη του γεωκεντρικού με το ηλιοκεντρικό σύστημα, εκδόσεις Δίαυλος, Αθήνα, 2007, «Αναξιμένης ο Μιλήσιος “Αήρ και πολλαπλοί κόσμοι”» (απόσπασμα):
http://www.ekivolos.gr/Anaximenhs.htm
Θεοδωρακόπουλου, Ι., «Ο Ηράκλειτος και η έννοια του Λόγου»:
http://www.ekivolos.gr/O%20Hrakleitos%20kai%20h%20ennoia%20toy%20Logou.htm
Guth, Α., «Το πληθωριστικό σύμπαν»: http://physicsgg.me/2011/03/29/%CF%84%CE%BF-%CF%80%CE%BB%CE%B7%CE%B8%CF%89%CF%81%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B9%CE%BA%CF%8C-%CF%83%CF%8D%CE%BC%CF%80%CE%B1%CE%BD/
Ι.Β.Δ., «Αναξίμανδρος ο Μιλήσιος και το «Άπειρον»»:
http://www.ekivolos.gr/Anaximandros%20o%20Milhsios%20kai%20to%20apeiron.htm
Internet Encyclopedia of Philosophy:  http://www.iep.utm.edu/
Καραμάτσκος, Δ., «Προσωκρατικοί Φιλόσοφοι – Ίωνες Φυσικοί»: http://karamatskos.blogspot.gr/2012/01/blog-post_3221.html
Κεφάλας, Ευ., «Πλατωνικός «Παρμενίδης», ο ακρογωνιαίος λίθος της Ελληνικής Φιλοσοφίας & Θεολογίας και κατ’ επέκταση του Ελληνικού Θρησκεύειν! (μέρος Α)»: https://eleysis69.wordpress.com/%CE%B5%CE%BB%CE%BB%CE%AE%CE%BD%CF%89%CE%BD-%CE%B8%CF%81%CE%B7%CF%83%CE%BA%CE%B5%CE%AF%CE%B1-%CE%BF%CF%81%CF%86%CE%B9%CE%BA%CE%AE-%CE%B8%CE%B5%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1-%CE%AD%CE%BD%CE%B8/%CF%80%CE%BB%CE%B1%CF%84%CF%89%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CF%8C%CF%82-%CF%80%CE%B1%CF%81%CE%BC%CE%B5%CE%BD%CE%AF%CE%B4%CE%B7%CF%82-%CE%BF-%CE%B1%CE%BA%CF%81%CE%BF%CE%B3%CF%89%CE%BD%CE%B9%CE%B1/
Popper, K., «Πίσω στους Προσωκρατικούς»:
http://www.ekivolos.gr/Pisw%20stous%20prosvkratikous.htm
Ρασσιάς. Β., «Η ελληνική κοσμοθέαση και το  ψευδές δίλημμα “ένας ή πολλοί θεοί”»: 
http://www.rassias.gr/9009.html
Ρούσσος, Ευ., «Η κοσμολογία της Μιλήτου»: http://www.ekivolos.gr/H%20kosmologia%20ths%20Milhtou.htm
Σπυρίδης, Χ., «Το big bang κατά Πλάτωνα (Τίμαιος, 35a1-36b6)»:  http://users.uoa.gr/~hspyridis/bigbang.pdf
Σπύρου, Ν., « Ίωνες φιλόσοφοι και κοσμολογική επιστήμη»:
http://www.e-telescope.gr/science/astronomy/philosophy-and-cosmological-science
πηγή: Εκηβόλος

SCHULLER WOLFGANG - ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΑΔΑΣ (ΒΙΒΛΙΟ)

$
0
0
W. Schuller: «Ιστορία της Αρχαίας Ελλάδας» (PDF)

Ο τόμος του W. Schuller «Ιστορία της Αρχαίας Ελλάδας» παρουσιάζει την αρχαία ελληνική ιστορία από τα κρητομηκυναϊκά χρόνια ως την εποχή του Φιλίππου του Β΄ της Μακεδονίας. Το βιβλίο αυτό, όπως και όλοι οι τόμοι της ίδιας σειράς, εμφανίζει μια ιδιαίτερη δόμηση της ύλης. Σε ένα πρώτο, αφηγηματικό και συνθετικό μέρος καταγράφεται περιεκτικά η εικόνα της περιόδου βάσει των αρχαίων πηγών και των, λίγο πολύ κοινών, συμπερασμάτων της νεότερης ιστορικής έρευνας. Στο δεύτερο μέρος παρέχεται μια εξίσου σημαντική ιστοριογραφική ανάλυση, μια «γενετική εικόνα» θα λέγαμε, ακριβώς αυτών των ερευνών και του αντίστοιχου συνεχιζόμενου επιστημονικού διαλόγου με τις επιμέρους θέσεις και αντιθέσεις του. Τέλος, ένα τρίτο μέρος αποτελεί συστηματικό κατάλογο, κατά αύξοντα αριθμό, της σημαντικότερης διεθνούς βιβλιογραφίας πάνω στα ίδια θέματα: έτσι, οι βιβλιογραφικές παραπομπές στα δυο προηγούμενα μέρη γίνονται απλώς με το όνομα του εκάστοτε συγγραφέα και τον αύξοντα αριθμό της μελέτης.


Τα πλεονεκτήματα και η σύγχρονη σύλληψη αυτής της δομής είναι εμφανή: η προτασσόμενη, παραδοσιακή, ιστορική αφήγηση απαλλάσσεται από το βάρος της ανάλυσης επιμέρους προβλημάτων, που συχνά απασχολούν ακόμη την ιστορική έρευνα, και δίνεται μια εύληπτη εποπτική εικόνα της υπό εξέταση περιόδου. Ακολουθεί μια ξενάγηση στο εργαστήριο του ιστορικού, όπου όλα συζητούνται και τα πνευματικά κατασταλάγματα του προηγούμενου μέρους ανάγονται συστηματικά στις αφετηρίες τους, σταθμίζεται ο βαθμός της βεβαιότητάς τους, ακόμη και υποδηλώνονται σκόπιμες κατευθύνσεις για την περαιτέρω έρευνα. Η συστηματική βιβλιογραφική αναγραφή του τρίτου μέρους, όπως και το ευρετήριο συγγραφέων, ιστορικών προσώπων, τόπων και όρων, διευκολύνουν την πρόσβαση και συντονίζουν τη σχέση των δύο πρώτων μερών. (Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου).

ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΕΔΩ:
SCHULLER - ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

ΒΛΑΣΗΣ ΡΑΣΣΙΑΣ - Η ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ ΣΤΟ ΣΗΜΕΡΑ ΚΑΙ ΤΟ ΑΥΡΙΟ (ΒΙΝΤΕΟ)

$
0
0
Αποτέλεσμα εικόνας για ΒΛΑΣΗΣ ΡΑΣΣΙΑΣ 'Η ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ ΣΤΟ ΣΗΜΕΡΑ ΚΑΙ ΤΟ ΑΥΡΙΟ'

Τι είναι η οργανικότητα στην ελληνική πολιτική αντίληψη; Ποιος είναι ο πολιτικός άνθρωπος; Γιατί ο νεωτερικός ατομικισμός είναι αντίθετος με την ελληνική κοσμοαντίληψη;


Η ΦΥΣΗ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ

$
0
0
Αποτέλεσμα εικόνας για η φύση του ανθρώπου

‘’η γαρ αληθής πατρίς των ψυχών ο νοητός εστί κόσμος’’
  –Ερμείας. Σχόλια στον Πλατωνικό «Φαίδρο»-
Εάν θέλουμε να κατανοήσουμε ποιες ενέργειες και ποιος τρόπος ζωής βρίσκονται σε συμφωνία με την φύση μας, πρέπει πρώτα να εξετάσουμε ακριβώς ποια είναι η φύση μας. Τι είμαστε και τι σημαίνει άνθρωπος.
Για να το καταλάβουμε αυτό πρέπει να συλλογιστούμε τι είναι αυτό που είναι πάντοτε αμετάβλητο σε μας και μας καθιστά ξεχωριστές οντότητες με συγκεκριμένες αναμνήσεις εμπειρίες, ιδέες και σκέψεις. Προφανώς αυτό δεν μπορεί να είναι το διαρκώς μεταβαλλόμενο υλικό μας σώμα, αφού κανένα μέρος του δεν παραμένει ίδιο από την γέννηση ως τον θάνατό μας, παρά όλα τά μέρη του –κάθε κύτταρο- διαρκώς πεθαίνουν και άλλα δημιουργούνται στην θέση τους. Ως εκ τούτου δεν υπάρχει τίποτα υλικό που να παραμένει ίδιο, ώστε να δικαιολογείται το γεγονός ότι μπορούμε να αναγνωρίζουμε ως εαυτό μας το ον πού είμαστε από τα παιδικά μας χρόνια.
Αν όμως ο άνθρωπος δεν μπορεί να ταυτιστεί με το υλικό σώμα του, τότε θα πρέπει να ταυτιστεί με την ψυχή. Άλλωστε και ο Πλωτίνος μας λέει ότι:’’ο άνθρωπος ταυτίζεται με την λογική ψυχή και, όταν συλλογιζόμαστε, είμαστε αληθινά εμείς ,επειδή οί λογισμοί είναι ενέργειες της ψυχής’’.*1
 Τι όμως είναι η ψυχή; Αφού ο λόγος που αποκλείσαμε την ταύτισή μας με το σώμα είναι το γεγονός ότι ως υλικό διαρκώς φθείρεται και μεταβάλλεται κι αφού δεν μπορούμε να αποκλείσουμε και το ενδεχόμενο να είμαστε ψυχή, καθώς τότε δεν θα μας μένει καμία επιλογή, αναγκαστικά καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι η ψυχή πρέπει να είναι αμετάβλητη και άφθαρτη, άρα μη υλική. Σύμφωνα, λοιπόν , με τον Ιάμβλιχο :‘’Η ουσία της ψυχής είναι άυλη καθαυτή, ασώματος, αγέννητη,  ανώλεθρη, έχοντας από τον εαυτό της την ύπαρξη και την ζωή της, εντελώς αυτοκινούμενη και αρχή της Φύσης και όλων των κινήσεων’’*2 .
Είπαμε, ωστόσο, ότι  αυτό πού είμαστε έχει σκέψεις και ιδέες, άρα είναι κάτι που νοεί. Όμως ό,τι νοεί είναι εξ ορισμού νοητικό. Άρα η ψυχή είναι οντότητα νοητική κι εκείνα πού νοεί είναι για αυτήν εξ ορισμού νοητά. Σύμφωνα δε με τον Πρόκλο: ’’η ψυχή είναι μια οντότητα που βρίσκεται στη μέση μεταξύ των αληθινών και των γεννημένων όντων, και αποτελείται από το κράμα των μεσαίων γενών, και έχει διαιρεθεί σε έναν ουσιώδη αριθμό, και συνδέθηκε με όλες τις μεσότητες, και εναρμονίστηκε σύμφωνα με την διατονική αρμονία, και ζει ζωή μία και ταυτόχρονα διπλή΄΄*3. 
Η ουσία της λοιπόν είναι μαθηματική. Όμως, σύμφωνα πάλι με τον Πρόκλο:’’Η μαθηματική ουσία κατ΄ανάγκη δεν ανήκει στα πρώτα ούτε στα τελευταία όντα, τα οποία έχουν υποστεί την έσχατη διαίρεση σε πλήρη αντίθεση με την απλή ουσία, αλλά έχει λάβει την μεσαία θέση ανάμεσα στις αμερείς, απλές, ασύνθετες και αδιαίρετες υποστάσεις και στις διαιρεμένες υποστάσεις που έχουν χαρακτηριστεί από κάθε λογής συνθέσεις και ποικιλόμορφες διαφοροποιήσεις. Γιατί ο αναλλοίωτος, μόνιμος και αδιάψευστος χαρακτήρας των συλλογισμών που την αφορούν δείχνει ότι αυτή υπερβαίνει τα ένυλα είδη’’*4.
Και σύμφωνα με τον Ιάμβλιχο :’’ Ας έχουν ληφθεί, λοιπόν, από εμάς ως δεδομένα τούτα τα αξιώματα για όλα τα μαθηματικά από κοινού:  ότι είναι ασώματα και αυθύπαρκτα, ενδιάμεσα μεταξύ των αμέριστων ουσιών και των περί τα σώματα μεριστών, ότι έχουν λάβει τη βαθμίδα μεταξύ του αδιαίρετου και του διαιρετού, ότι είναι καθαρότερα από τα δεύτερα και πιο ποικιλόμορφα από τα πρώτα, ότι χρησιμοποιούν τη σύνθεση και τη διαίρεση αλλά εξετάζουν με ασώματο και αιώνιο τρόπο αυτό που συντίθεται και διαιρείται, και ότι είναι υποδεέστερα από τα νοητά όντα αλλά ανώτερα από τα όντα που βρίσκονται μέσα στην Φύση, ότι υπερέχουν από τα ορατά αλλά υπολείπονται από τα νοητά σε συμμετρία, κάλλος και ακρίβεια, ότι διαθέτουν παρομοίως μια ενδιάμεση συμμετρία και συμφωνία, ότι έχουν μια δύναμη να προωθούν και να διαβιβάζουν προς τα αμέριστα είδη, επειδή είναι συγγενή με αυτά, ότι απομακρύνουν από τα σώματα όσους αποκτούν εξοικείωση μαζί τους, και ότι οδηγούν προς τα θεία όντα σαν μέσω μιας σκάλας που ανεβάζει ψηλά. Πρέπει, λοιπόν, να παρατηρήσουν ότι στα μαθηματικά κατεβαίνει μια χορηγία της ασώματης ουσίας όχι μόνο από το ένα γένος των όντων αλλά από όλα τα γένη που υπάρχουν στην αληθινή ουσία και στον νου. Γιατί από όλα αυτά κατεβαίνει στις ενδιάμεσες φύσεις των μαθηματικών η μεσολάβησή τους μεταξύ των αιτίων και των αποτελεσμάτων τους, και συνδέει τα όντα που γεννιούνται με τα όντα που υπάρχουν πάντα και προκαλεί τη μεταξύ τους επικοινωνία’’*5.
Από όλα αυτά μπορούμε να συμπεράνουμε ότι ή φύση της ψυχής είναι η νόησή της. Είμαστε πραγματικά ζωντανοί μόνον όταν στρέφουμε τον νου μας προς τα νοητά. Άλλωστε σύμφωνα με τον Πλάτωνα:΄΄ Στον ουρανό συνέβει η πρώτη γέννηση της ψυχής και εκεί βρίσκονται οι ρίζες μας-εκεί η θεική ψυχή προσαρτά και ριζώνει το κεφάλι μας , και από εκεί ορθώνει προς τα κάτω όλο το σώμα΄΄.
Και συνεχίζει:’’ Αν λοιπόν κάποιος έχει αφοσιωθεί στις επιθυμίες και τις έριδες και σπαταλάει εκεί όλη την ορμή του, οι σκέψεις του γίνονται αναγκαστικά θνητές. Θα γινόταν μάλιστα εξ ολοκλήρου και ο ίδιος θνητός, αν ήταν δυνατόν, στην πραγματικότητα ελάχιστα απέχει απ αυτό αφού έχει αναπτύξει μόνο το θνητό μέρος του. Αν όμως έχει αφιερωθεί στην αγάπη της μάθησης και της αληθινής σοφίας και καλλιεργεί αυτήν κυρίως την πλευρά του εαυτού του, για να προσεγγίσει την αλήθεια, είναι υποχρεωμένος να σκέφτεται τα αθάνατα και τα θεία’’*6.
Είναι, λοιπόν, η προσκόλληση στις έριδες και τις παντοειδής επιθυμίες αντίθετη στην ίδια την φύση της ψυχής. Σκορπίζεται ή ψυχή στα πάθη, όταν λησμονεί την φύση της και ταυτίζει τον εαυτό της με τα θνητά μέρη που φέρει όσο βρίσκεται στον κόσμο της γένεσης. Βυθίζεται τότε στις επιθυμίες των αισθήσεων και την συναισθηματική σύγχυση και κατακερματίζεται.
Γράφει, λοιπόν, ο Πορφύριος στην επιστολή του προς την Μαρκέλλα: ‘’εγώ δεν είμαι για σένα ο συγκεκριμένος χειροπιαστός άνθρωπος που τον αντιλαμβάνεσαι με τις αισθήσεις σου, αλλά ο τελείως απομακρυσμένος από το σώμα, ο χωρίς χρώμα και μορφή, αυτός που τα χέρια δεν μπορούν να τον αγγίξουν και μόνο ο νους μπορεί να τον συλλάβει-ή όχι; Και τις αρχές που είναι εγκατεστημένες μέσα μας δεν τις παίρνουμε από τα εξωτερικά πράγματα. Παίρνουμε μόνο τον αρχικό σκοπό, όπως στην χορωδία, που μας κάνει να ανακαλούμε στην μνήμη μας τι εντολές μας έδωσε ο εντολέας μας όταν μας έστελνε στην περιπλάνησή μας. Πέρα απ’ αυτά, κάθε πάθος της ψυχής δεν είναι άραγε απόλυτα εχθρικό προς την σωτηρία της; Και μητέρα όλων των παθών δεν είναι η έλλειψη παιδείας; ΄΄*7. 
Μητέρα όλων των παθών είναι, λοιπόν η άγνοια. Όταν η ψυχή γνωρίσει την φύση της κι αναγνωρίσει το οικείο της, θα μπορέσει να θεραπεύσει τον εαυτό της από τα πάθη και θ αρχίσει να ενεργεί κατά την εαυτής φύση. Όσο περισσότερο στρεφόμαστε προς τα νοητά τόσο περισσότερο επιθυμούμε την επιστροφή στον εαυτό μας, ενώ όσο περισσότερο στρεφόμαστε προς τα πάθη τόσο περισσότερο θρυμματιζόμαστε μέσα σε αυτά και μεριζόμαστε έτσι ακόμα περισσότερο. Για τούτο μας λέει ο Ιεροκλής ότι:’’Καθαρμοί της ψυχής είναι οι μαθηματικές επιστήμες και ανυψωτική λύση η διαλεκτική εποπτεία των όντως όντων’’*8.
_______________________
                                                                                                         
*1-Πλωτίνος ‘’Εννεάδα 1η:Περί του τι το ζώον και τις ο άνθρωπος’’
*2-Στοβαίος’’Ανθολόγιο:από την επιστολή του Ιαμβλίχου στον Μακεδόνιο,για την Ειμαρμένη΄΄.
*3-Πρόκλος’’Εις Τίμαιον Πλάτωνος’’
*4-Πρόκλος ‘’Είς πρώτον Ευκλείδου Στοιχείων΄΄
*5-Ιάμβλιχος’’Περί κοινής Μαθηματικής Ουσίας
*6-Πλάτων’’Τίμαιος
*7-Πορφύριος’’προς Μαρκέλλαν’’
*8-Ιεροκλής ‘’Υπόμνημα στα Χρυσά Έπη των Πυθαγορείων
πηγή: lespensess

ΚΑΘΑΡΜΟΣ ΘΕΑΙΝΩΝ

$
0
0


Την πρώτη μέρα προετοιμασίας για τον γάμο στο σπίτι της νύφης τελούνταν θυσίες εξαγνιστικές και προσφορές στις παρθένες θεές, καθώς και στην Αφροδίτη και την Ήρα. Πρόκειται για θεότητες που οι μύθοι αφενός τις συνδέουν με λουτρό πριν ή μετά από έναν ιερό γάμο, και οι τελετουργίες αφετέρου με τον καθαρμό του αγάλματός τους, ενώ τα ιερά τους αναφέρονται συχνά σε σχέση με πηγές.
Η Αφροδίτη, για παράδειγμα, μετά το πάθημά της να πιαστεί με τον Άρη σε αόρατα δεσμά από τον Ήφαιστο, κατά την Κύπρο πήγε […] Κι οι χάρες σαν την έλουσαν και μυρωδιές ουράνιες / την άλειψαν, που στους θεούς τους αθανάτους πρέπουν / κι ολόμορφα τη στόλισαν, και να τη βλέπης θάμα (Οδ., 377-381). Θυμίζουμε ότι το 340 π.Χ. ο Πραξιτέλης δημιούργησε για το ιερό της Κνίδου το άγαλμα της γυμνής Αφροδίτης που την παρουσίαζε έτοιμη να πλυθεί, ενώ είναι γνωστή και η σχέση της με τη θάλασσα, τόσο αναφορικά με τη γέννησή της όσο και ως προστάτρια των ναυτικών[72]. Επιπλέον, το άγαλμά της οδηγείται με πομπή για καθαρμό στην πρώτη μέρα του Απριλίου στη γιορτή των Βενεραλίων, ενώ στη συνέχεια πλένονται και οι ίδιες οι γυναίκες φορώντας στεφάνι από κλαδιά μυρτιάς -το πιθανότερο είναι ότι οι γυναίκες μιμούνταν το λουτρό της Αφροδίτης για να έχουν τα ερωτικά κέρδη που αυτή είχε.[73]
Η Ήρα, από την άλλη, πριν από την ένωσή της με τον Δία στα βουνά της Ίδης, το σώμα της το χαριτοπλασμένο / με αμβροσίαν όμορφα καθάρισε και αλείφθη / λάδι άφθαρτο γλυκύτατο με μύρα ευωδιασμένο (Ιλ., 170-172). Στο Ηραίον κοντά στις Μυκήνες υπάρχει ρυάκι που λέγεται Ελευθέριον που τα νάματά του χρησιμοποιούν οι ιέρειες για καθαρτικές τελετές και για όσες θυσίες είναι απόρρητες (Παυσανίας 2.17.1).[74] Για την ίδια θεά ο Παυσανίας παραδίδει τα εξής: Η Ναυπλία διαθέτει και λιμάνι καθώς και μια πηγή που λέγεται Κάναθος. Λένε οι Αργείοι πως η Ήρα ύστερα από ένα λουτρό σε αυτήν κάθε χρόνο ξαναγίνεται παρθένος. Αυτό είναι ένα απόρρητο βέβαια που το λένε σε μυστική ιεροτελεστία προς τιμήν της Ήρας (2.38.2-3).[75] Η Σάμος, όπου ήδη κατά το 800 π.Χ. οικοδομήθηκε κοντά στον βωμό ο μεγάλος ναός της Ήρας, ονομαζόταν Παρθενίη και ο ποταμός Ίμβρασος κοντά στο Ιερό Παρθένιος[76], ενώ στην Ερμιόνη ετιμάτο η Ήρα Παρθένος.[77] Στις Πλαταιές, τέλος, τελούνταν κάθε επτά χρόνια τα Μικρά Δαίδαλα για τη συμφιλίωση του Δία και της Ήρας, στη διάρκεια των οποίων το άγαλμα πλενόταν στον Ασωπό. Στη συνέχεια το τοποθετούσαν σε άμαξα μαζί με μια γυναίκα που έπαιζε τον ρόλο της νύφης και με πομπή αυστηρά οργανωμένη κατευθύνονται στον Κιθαιρώνα. (Εικ. 137138)
Στην Ιφιγένεια εν Ταύροις του Ευριπίδη, η Ιφιγένεια μηχανεύεται τέχνασμα για να μπορέσει ο Ορέστης να πάρει το άγαλμα της Άρτεμης από την Ταυρίδα και να το πάει στην Αττική, να γλιτώσει από τη θυσία -οι Σκύθες θυσίαζαν στη θεά κάθε ξένο- και να καταφέρουν όλοι μαζί -Ορέστης, Πυλάδης, Ιφιγένεια- να γυρίσουν στην πατρίδα τους. Θα προφασιστεί στον Θόαντα ότι τα υποψήφια θύματα είναι μολυσμένα και, επειδή άγγιξαν το άγαλμα της θεάς με τα χέρια τους, πρέπει να εξαγνιστούν και να πλυθεί στη θάλασσα και το άγαλμα της θεάς (1033-1040). Η Υψιπύλη θα σώσει τον πατέρα της Θόαντα από τη σφαγή στο νησί της Λήμνου -οι γυναίκες έσφαξαν όλους τους άνδρες- ντύνοντάς τον με τα κοσμήματα του αγάλματος του Διόνυσου και οδηγώντας τον το πρωί στη θάλασσα σαν να ήταν ο θεός, τον οποίο ήθελε να εξαγνίσει από τις σφαγές της νύχτας. Ο Παυσανίας επίσης παραδίδει ένα τελετουργικό που τελείται στη Σικυώνα: νέοι πηγαίνουν στον ποταμό Σύθα και, αφού φέρουν τα αγάλματα της Αρτέμιδος και του Απόλλωνα στο ιερό της Πειθούς που βρίσκεται στην αγορά, τα μεταφέρουν αμέσως στον ναό του Απόλλωνα που επίσης βρίσκεται στην αγορά. Το τελετουργικό αυτό γίνεται σε ανάμνηση των επτά νέων και νεανίδων που έστειλαν οι Σικυώνιοι στον Σύθα ως ικέτες για να πείσουν τους δύο θεούς που είχαν φύγει για την Κρήτη μετά τους καθαρμούς τους για τον φόνο του Πύθωνα να επανέλθουν στην ακρόπολη, γιατί μετά την αναχώρησή τους έπεσε αρρώστια στην περιοχή της Αιγιαλείας (Β, 7, 7-8). Σημειώνουμε ακόμη ότι η θεά έχει τα επίθετα θερμία και θερμαία. Λουτρό ξοάνου της Αρτέμιδος αναφέρεται από την παράδοση ότι τελούνταν στην Άγκυρα: «οὒσης δὲ συνηθείας αὐτοῖς ἐν τῇ πλησίον λίμνῃ κατά ἒτος λούειν τὰ ξόανα [της Αρτέμιδος και της Αθηνάς]».[78] Το ίδιο εικάζεται ότι συνέβαινε στη δεξαμενή της μαρίνας της Σάνης στη Χαλκιδική.[79] Εξάλλου, παραδίδονται νυχτερινές λατρείες της θεάς στην Πάτρα προς τιμήν της Αρτέμιδος Παγκλαρίας, πιθανόν στο Λάφριο της Καλυδώνας, στην Έφεσο, προφανώς οργιαστικού περιεχομένου υπό το φως των λυχναριών και μόνο για γυναίκες, καθώς η θεά λατρευόταν ως προστάτιδα του γυναικείου φύλου, του γάμου, του τοκετού, των νεογέννητων.[80]
Αθήνα και Άργος υποστήριζαν ότι το Παλλάδιο [74]  της Τροίας βρισκόταν στην κατοχή τους. Και στις δύο πόλεις τελούνταν εορτές στις οποίες περιλαμβανόταν και ο καθαρμός του αγάλματος. Στο Άργος το άγαλμα της θεάς Αθηνάς, μαζί με την ασπίδα του Διομήδη, μεταφερόταν από ιερέα σε άμαξα για να το πλύνουν στον ποταμό Ίναχο (Καλλίμαχος, Ύμνος 5), ενώ παρόμοια ετήσια πομπή των εφήβων προς τη θάλασσα, όπου συνόδευαν το Παλλάδιο, και επιστροφή στο Ιερό της γινόταν και στην Αθήνα. Σε μιαν άλλη γιορτή, τα Πλυντήρια που εορτάζονταν αποκλειστικά στην Αθήνα στο τέλος περίπου του μήνα Θαργηλιώνα (συμπίπτει με τα μέσα Ιουνίου), νεαρές κοπέλες και γυναίκες, οι πλυντρίδες ή λουτρίδες, έγδυναν το αρχαίο ξόανο της πολιούχου, το έπλεναν και στη συνέχεια το έντυναν πάλι. Εκείνη η ημέρα θεωρούνταν αποφράς.[81]
Ποιο όμως ήταν το έναυσμα γι'αυτό το τελετουργικό στις δύο πόλεις; Οι πηγές μας προμηθεύουν με τις κατάλληλες πληροφορίες. Ο μύθος λοιπόν λέει ότι στην εκστρατεία των Επτά επί Θήβας η Αθηνά συνόδεψε τον Τυδέα που είχε σταλεί από τον στρατό των Αργείων για να διαπραγματευτεί με τον Ετεοκλή και του έδωσε τις κατάλληλες για την περίσταση συμβουλές. Τον οδήγησε ακόμη στον ναό της στη Θήβα, για να δει την Ισμήνη σε ερωτικές περιπτύξεις με τον Περικλύμενο και να τη σφάξει. Έφερε μάλιστα φάρμακο από τον Όλυμπο για να του υγιάνει τις πληγές από τα τραύματα στη μάχη και να του χαρίσει την αθανασία. Όταν όμως είδε τον ευνοούμενό της να σπάει το κεφάλι του εχθρού του, του Μελάνιππου, και να του ρουφάει το μυαλό, ο αποτροπιασμός της ήταν τόσος που εγκατέλειψε τον Τυδέα στις πληγές του και τον άφησε να πεθάνει αβοήθητος. Τότε ήταν που η θεά κατέβηκε από τη Θήβα στην Αθήνα και εκεί λούστηκε στα νερά του Ιλισού, για να ξανανιώσει καθαρή. Όσο για το γεγονός ότι την ίδια πορεία ακολουθούσε και η ασπίδα του Διομήδη, νομίζουμε ότι αυτό εξηγείται από το γεγονός πως η Αθηνά ό,τι δεν θέλησε να κάνει για τον Τυδέα το έκανε για τον γιο του Διομήδη βοηθώντας τον στον Τρωικό πόλεμο -ως και στο άρμα του ανέβηκε πάνοπλη, ενώ με την όραση που του χάρισε τον έκανε να διακρίνει ως και τους θεούς μέσα στη μάχη.[82]
Πάντως, οι αφηγήσεις αυτές δίνουν μια καλή εξήγηση γιατί το Παλλάδιο τοποθετούνταν σε δικαστήρια που δίκαζαν εγκλήματα όπως η ανθρωποκτονία. Ο ένοχος τιμωρούνταν με εξορία, μπορούσε όμως να ξαναγυρίσει ύστερα από καθαρτήριες τελετές. Εξορία, εξαγνισμός, επιστροφή αποτελούσαν μιαν επανάληψη της πορείας του αγάλματος προς τη θάλασσα όπου καθαριζόταν. Εξάλλου, και το ίδιο το Παλλάδιο στην Τροία, όταν έπεσε στα χέρια των Ελλήνων, χρειάστηκε να το μεταφέρουν στην Ελλάδα ύστερα από υπόδειξη του Κάλχα, να το εξαγνίσουν και να γυρίσουν με καινούριες δυνάμεις σε μια στιγμή που οι Τρώες δεν θα τους περίμεναν πια. Τι όμως προκάλεσε την ανάγκη εξαγνισμού του αγάλματος;
Από τη στιγμή που ο Διομήδης και ο Οδυσσέας σκότωσαν τους φύλακες του ναού της Αθηνάς στην Τροία και άρπαξαν με τα αιματοβαμμένα χέρια τους το άγαλμα μολύνοντάς το, η Αθηνά θύμωσε και έπαψε να προστατεύει τους Αχαιούς. Το ξόανο, μόλις το έφεραν στο αχαϊκό στρατόπεδο, αναπήδησε τρεις φορές, η θεά έσεισε το ακόντιο και την ασπίδα της, έγινε μούσκεμα στον ιδρώτα και έβγαλε φωτιές από τα μάτια του. Οι κακοσημαδιές αυτές προκάλεσαν τον χρησμό του Κάλχα για τον εξαγνισμό του αγάλματος. Τότε ήταν που έφτιαξαν τον Δούρειο Ίππο, αφιέρωμα στην Αθηνά για να μαλακώσει τον θυμό της. Αυτό το άλογο θα έπαιρνε τη θέση του Παλλάδιου μέσα στην πόλη της Τροίας, για να προστατεύει αυτό την πόλη. Η άλωση της Τροίας έμοιαζε πλέον αναπόφευκτη, γιατί, αν οι Τρώες αποφάσιζαν να καταστρέψουν το ξύλινο άλογο, θα επέσειαν τον θυμό της Αθηνάς. Βάζοντάς το μέσα και καταστρέφοντας τα τείχη τους, προκειμένου να χωρέσει το υπερμέγεθες αφιέρωμα. Θα ξαναγυρίσουμε όμως στο θέμα, αφού πρώτα ανιχνεύσουμε τα κοινά σημεία ανάμεσα στις θεές που μοιράζονται κοινά τελετουργικά.
Σύμφωνα με τους μύθους, Αθηνά και Άρτεμη, μαζί με την Κόρη, θεότητες που μοιράζονται την παρθενία, υφαίνουν όλες μαζί τον πέπλο για τον Δία στην περιοχή της Έννας της Σικελίας όπου έγινε η αρπαγή της Κόρης και όπου τα γιούλια και τα άλλα λούλουδα που μοσχοβολούν παραμένουν θαλερά όλον τον χρόνο κατά τρόπο θαυμαστό (Διόδωρος V, 3, 3). Μοιράζονται, επίσης, τη Σικελία, παίρνοντας η καθεμιά ένα κομμάτι που χαρακτηρίζεται από την παρουσία πηγών.
Εκτός όμως από τις θεές που αναφέραμε, στέκεται μια άλλη κατηγορία θεοτήτων της βλάστησης, κατεξοχήν μητέρες, που δέχονται και αυτές καθαρμούς. Η Δήμητρα λούστηκε στα νερά του ποταμού Λάδωνα μετά την ανεπιθύμητη επαφή της με τον Ποσειδώνα και όταν είχε καταπραΰνει την οργή της· γι'αυτό και οι Αρκάδες της προσέδωσαν το προσωνύμιο Λουσία. O Παυσανίας μάλιστα αναφέρει ότι μετά την πόλη Θάλπουσα στην Αρκαδία ο Λάδων κατεβαίνει προς το ιερό της Δήμητρα στο Όγκιο και ότι μέσα στον ναό υπάρχουν δύο αγάλματα της θεάς, της Ερινύας και της Λουσίας με ύψος έξι πόδια (Η, 25, 5-7). Εδώ το λουτρό συνοδεύεται από μιαν αλλαγή, μιαν αναγέννηση που σηματοδοτείται από ένα νέο όνομα. Αυτή είναι η περίπτωση και της Ινούς -θεότητα που εκλαμβάνεται ως θαλασσινή, καταρχάς όμως θεότητα της βλάστησης- η οποία, σε κατάσταση μανίας, έπεσε στη θάλασσα με τον γιο της Μελικέρτη και μετονομάστηκε σε Λευκοθέα. Πιο συγκεκριμένα:
Η Ινώ συνδέεται με τον μύθο του Φρίξου και της Έλλης ως δεύτερη σύζυγος του Αθάμαντα. Είναι υπεύθυνη για τον λιμό στον Ορχομενό και για τον θάνατο του Φρίξου (Απολλ., Α, ΙΧ, 1-2). Σε κατάσταση μανίας ο Αθάμας σκότωσε τον μεγαλύτερο γιο τους Λέανδρο. Η Ινώ δραπέτευσε προς τη θάλασσα με τον μικρότερο, τον Μελικέρτη και η παράδοση λέει ότι έπεσε από έναν από τους βράχους «που υψώνονται στο στενό της οδού [Ισθμός]» που ονομάζεται Μολουρίδα. Τον γιο της τον έβγαλε στη στεριά ένα δελφίνι, οπότε και μετονομάστηκε σε Παλαίμονα (με νόμο του Σίσυφου καθιερώθηκαν τα Ίσθμια προς τιμήν του) κι εκείνη σε Λευκοθέα.
Σύμφωνα με άλλη εκδοχή για την Ινώ, κόρη του Κάδμου και της Αρμονίας, ο Δίας εμπιστεύτηκε τον Διόνυσο στον Ερμή που παρέδωσε το βρέφος στον Αθάμαντα και την Ινώ για να το αναθρέψουν σαν κορίτσι. Η Ήρα θύμωσε και τους πήρε το λογικό. Ο Αθάμας κυνήγησε σαν ελάφι τον Λέαρχο, ενώ η Ινώ έριξε σε πυρωμένο καζάνι τον Μελικέρτη[83]. Ύστερα, κρατώντας το λεβέτι με το νεκρό παιδί έπεσε στον βυθό. Αλλά η χύτρα μπορεί να είναι το εργαλείο μιας τελετής ανάστασης και ανανέωσης, όπως η Μήδεια επανέφερε τη νεότητα στον Αίσονα μέσα σε αυτήν ή όπως ο διαμελισμένος Πέλοπας ξαναζωντάνεψε από την Κλωθώ ή τη Ρέα (Πινδ., Ολ., 1. 37-40). Το ίδιο και η πτώση στη θάλασσα και η αλλαγή του ονόματος αποκαλύπτουν μια γονιμοποιό τελετή, ανανεωτική των δυνάμεων αναπαραγωγής, ή τελετή καθαρμού. Εξάλλου, σε γιορτές προς τιμή της Ινούς το άγαλμά της ρίχνεται στη θάλασσα για να καθαριστεί και αναδύεται ως Λευκοθέα. Θα πρέπει λοιπόν ο μύθος να ήταν η αφηγηματική απόδοση του τελετουργικού της ρίψης του αγάλματος της θεότητας της βλάστησης, προκειμένου να ανανεωθεί από τα πολυκύμαντα νερά και να επιστρέψει με καινούριες δυνάμεις.
Ακόμη και ο μύθος για το πλύσιμο και τον εξαγνισμό της Ρέας στα νερά του ποταμού Λύμαιου μετά τη γέννηση του Δία μπορεί να αναγνωσθεί στο πλαίσιο που υφάνθηκε.
Να προσθέσουμε ένα ακόμη στοιχείο στο θέμα: επιγραφή στην Κω καθόριζε ότι, αν το ιερό μολυνθεί από νεκρό, η ιέρεια έπρεπε να μεταφέρει την κουροτρόφο θεά στη θάλασσα για να την πλύνει εκεί και να αποκατασταθεί η διαφορά θείου και θνητού.
Αντίστοιχη με την καθαρτική και αναγεννητική ρίψη του αγάλματος στο νερό είναι και η «σκηνοθετική» γραμμή στο τελετουργικό της θεραπείας του ασθενούς με την κατάβασή του σε πηγές. Στόχος αυτής της κατάβασης είναι να δοθεί η εντύπωση στον ασθενή ότι κατεβαίνει στα έγκατα της γης για να αντλήσει από εκεί καινούρια ζωτικότητα. Η ανανέωση του ασθενούς είναι σωματική και ψυχική και από αυτή την άποψη η ιατρική των ναών είναι συνολική.[84]
Τι είδους θεότητες είναι αυτές που εμπλέκονται σε γαμήλια λουτρά ή που το άγαλμά τους υφίσταται τελετουργικό καθαρμό με τη μετακίνηση του ακίνητου; Πρόκειται για θεότητες που, ακόμη κι όταν είναι παρθένες, διατηρούν μιαν ιδιότυπη σχέση με τη σεξουαλικότητα. Η Αθηνά ήταν ταυτόχρονα παρθένος και μητέρα από τον Ήφαιστο του πρώτου βασιλιά της Αθήνας, του Εριχθόνιου-Ερεχθέα. Η Άρτεμις, η κατ'εξοχήν παρθένα θεά, συνδέεται με «ένα παράξενα ερωτικό, προκλητικό ιδανικό», γράφει ο Burkert.[85] Η ονομασία νύμφη που της αποδίδεται χαρακτηρίζει θεότητες των πηγών, των ανθέων και των σπηλαίων που είναι αγνές, άθικτες, παρθένες. Νύμφες όμως χαρακτηρίζονται οι νέες γυναίκες στην πρώτη ερωτική σχέση τους, που σαν μελλόνυμφες της προσφέρουν τα κοριτσίστικα ρούχα και τα παιχνίδια τους. Τα κορίτσια στην ενηλικίωσή τους σχημάτιζαν χορευτικές ομάδες σε εορτές κυρίως προς τιμή της Αρτέμιδος, και αυτές οι γιορτές ήταν μια καλή ευκαιρία για τους νεαρούς να κάνουν γνωριμίες με κοπέλες (Πλούτ. Γυν. αρετ. 254a). Αλλά και στις Καρυές της Λακωνίας, τόπος αφιερωμένος στην Αρτέμιδα και τις Νύμφες, υπάρχει άγαλμα της Καρυάτιδος Αρτέμιδος στην ύπαιθρο, όπου κάθε χρόνο οι παρθένες των Λακεδαιμονίων στήνουν πανηγύρι και χορεύουν ένα είδος τοπικού χορού (Παυσ. Γ, 10, 7). Ο «χορός της Αρτέμιδος» γίνεται αφορμή να ενωθεί ο Ερμής με μια χορεύτρια (Ιλ. Π183), οι Διόσκουροι να αρπάξουν τις Λευκιππίδες, ο Θησέας την Ελένη. Οι μύθοι παραδίδουν ενώσεις όχι ακριβώς με την ίδια τη θεά αλλά με κοπέλες από τη συνοδεία της που κάποιες φορές τιμωρούνται από τη θεά για την απώλεια της παρθενιάς τους. Από την άλλη όμως, η Άρτεμη είναι γνωστή από την αγγειογραφία ως πότνια θηρών, κυρίαρχη θεότητα στο σύνολο της φύσης, μια δυνάμει μητέρα θεά.
Η Ήρα πάλι διατηρεί μιαν ιδιότυπη σχέση με τη μητρότητα: αν και σύζυγος του Δία, τα παιδιά που γεννά είναι δευτερεύουσες μορφές, ενώ ο Άρης θεωρείται από τον Δία ἒχθιστος από όλα τα παιδιά του (εξίσου αλλά διαφορετικά ιδιότυπη είναι η μητρότητα της Δήμητρας, συνδεδεμένη με την Κόρη, πριν και μετά την αρπαγή της από τον Πλούτωνα). Από την άλλη, ο Αλκαίος την αποκαλεί πάντων γενέθλα (απ. 129.7), γη δηλαδή που παράγει τα πάντα. Επιπλέον, σύμφωνα με μια παράδοση την Ήρα ανέθρεψαν οι Ώρες και όχι οι κόρες του ποταμού Αστερίωνα, γεγονός που αποδεικνύει τη σχέση της θεάς με τον ετήσιο κύκλο της σοδιάς και τη λατρεία της ως θεάς της γονιμότητας. Γιατί όμως παρθένος η μόνη γυναίκα που κάθεται δίπλα στον Δία ως νόμιμη σύζυγός του; Την απάντηση μπορούμε πάλι να την πάρουμε από τον Όμηρο, ο οποίος αναφέρεται στο σμίξιμο του Δία και της Ήρας πριν από τους γάμους τους, κρυφά από τους γονείς τους (Ξ, 296), οπότε, όταν έγινε επίσημα ο γάμος, η Ήρα έπρεπε να ξαναγίνει παρθένος (σύμφωνα με τον Διόδωρο Σικελιώτη (V, 72) η ερωτική ένωσή τους πριν από τον γάμο τους έγινε στην Κνωσό δίπλα στον Τερενό ποταμό). Πρόκειται λοιπόν για ένα λουτρό ανανεωτικό των δυνάμεων της θεάς, μια τελετή προφανώς αγροτικού χαρακτήρα για τη δύναμη της γης να ανανεώνεται κάθε φορά.
Από την άλλη, η Δήμητρα είναι κατεξοχήν μητέρα, ενώ η Αφροδίτη, πριν πάρει τις συγκεκριμένες ιδιότητες ως κόρη του Δία στο Ολυμπιακό Πάνθεο, ήταν κόρη του Ουρανού, παλαιότερη δηλαδή του Δία. Αλλά και ως κόρη του Δία και της Διώνης λατρευόταν στη Δωδώνη μαζί με τη μητέρα της. Δήμητρα και Κόρη, Αφροδίτη και Διώνη είναι δυάδες θεών, στις οποίες η κόρη είναι η ανανεωμένη μάνα.
Μέσα σε αυτόν τον κύκλο των γυναικείων θεοτήτων που συνδέονται με τελετουργικά λουτρά υπάρχουν και εξαιρέσεις. Η μία περίπτωση αφορά στο άγαλμα του Δία στην Ολυμπία. Ο Παυσανίας παραδίδει ότι στην Ολυμπία οι «Φαιδρυνταί» (έτσι ονομάζονταν οι απόγονοι του Φειδία) πήραν ως προνόμιο από τους Ηλείους να καθαρίζουν το άγαλμα του Δία «από τον ρύπο που επικάθηται», αφού προηγηθεί θυσία στην Εργάνη (Ε, 14, 5) -εργάνη είναι ένα από τα επίθετα της Αθηνάς. Η άλλη περίπτωση αφορά στον ντόπιο θεό των Ηλείων Σωσίπολι, ο οποίος λατρευόταν στο ιερό της Ειλείθυιας στην Ολυμπία, στον λόφο του Κρόνου, στο εσωτερικό του οποίου απαγορευόταν να μπει οποιοσδήποτε εκτός από την ιέρεια της θεάς, που εδώ επονομάζεται Ολυμπία, και αυτή με καλυμμένο το κεφάλι και το πρόσωπο με λευκό πέπλο. Η ιέρεια εκλέγεται κάθε χρόνο για να υπηρετεί τη θεά, ζει στην αγνότητα, φέρνει νερό για το λουτρό του θεού και του παραθέτει πλακούντα ζυμωμένο με μέλι.[86]
Η Πηνελόπη, όταν μιλά για τις κόρες του Πανδάρου, αναφέρει τις τρεις θεές, την Ήρα, την Αφροδίτη, την Άρτεμη, σαν εκείνες που συνέβαλαν στο μεγάλωμα, την ανατροφή, την εξωτερική εμφάνιση, τον γάμο των κοριτσιών. Ο Πλούταρχος, πάλι, σημειώνει ότι οι νεόνυμφοι είχαν ανάγκη τον τέλειο Δία, την τέλεια Ήρα, την Αφροδίτη, την Πειθώ και προπάντων την Άρτεμη, την οποία επικαλούνται οι γυναίκες όταν τις πιάνουν οι ωδίνες του τοκετού και στην διάρκεια του ίδιου του τοκετού.[87]Εξάλλου, κοντά στα νερά του Βαφύρα, ποταμού κοντά στο Δίον, και πάνω σε πανάρχαιες πηγές λατρευόταν η Άρτεμη ως θεά του τοκετού. Στην Ολυμπία λατρευόταν με ιερό στις εκβολές του Αλφειού και με το όνομα Άρτεμη Αλφειωτία. Συχνά λατρευόταν ως Ποταμία, Λιμνάτις ή Λιμναία και Ελεία: «Ιερά Αρτέμιδος πηγαί ναμάτων και κοίλαι νάπαι και ανθηροί λειμώνες» (Μάξιμος Τύριος 38.8). Όσο για τις εκβολές του Αλφειού είναι γεμάτες ιερά Αρτέμιδος, Αφροδίτης και Νυμφών (Στράβων 8.343). Οι θεές γονιμότητας της φύσης δεν είχαν ανάγκη από την ύπαρξη ναού. Η λατρεία γινόταν στην ύπαιθρο, όπου αρκούσε ένα ξόανο ή άγαλμα δίπλα στην πηγή ή στα κλαδιά ενός θάμνου ή δέντρου.
Για μια ακόμη φορά μπαίνει το ερώτημα: γιατί την Άρτεμη;
Η Άρτεμη ήταν υπεύθυνη για τον θάνατο επίγαμων παρθένων, και αυτό προφανώς αντανακλά την υποχρέωση της κοπέλας να απαρνηθεί την παρθενική της ιδιότητα με τον γάμο -στην Άρτεμη αφιέρωναν οι κοπέλες τα παιδικά τους παιχνίδια πριν από τον γάμο-, υποχρέωση που κάποιες φορές έπαιρνε τελετουργική μορφή: η μελλόνυμφη θυσίαζε στην Άρτεμη ένα ζώο που αποτελούσε υποκατάστατό της. Ο θάνατος της μελλόνυμφης, που στην τελετουργία είναι συμβολικός, εκφράζεται στον μύθο ως πραγματικός, εκφράζει δηλαδή με ακραία, βίαιη μορφή την ένταση και τις αντιφάσεις τις οποίες κρατά υπό έλεγχο η τελετουργία[88]. Είναι γεγονός ότι η Άρτεμη «σκοτώνει» γυναίκες κάθε ηλικίας ή γυναίκες εύχονται να τις οδηγήσει στον θάνατο με τις σαϊτιές της (μητέρα της Ανδρομάχης, Ζ 428· μητέρα του Οδυσσέα, λ 172· Πηνελόπη, υ 61-63, 79· Αριάδνη, λ 325· κόρη του Ίσανδρου, Ζ 204-205…).
Ποιο λοιπόν είναι το νόημα αυτών των μύθων και των τελετουργιών; Προτού επιχειρήσουμε να δώσουμε μιαν απάντηση στο ερώτημα, θα προσθέσουμε ένα ακόμη στοιχείο. Υπάρχουν κάποιες θεές που, όταν κάποιοι θνητοί τις βλέπουν να παίρνουν το λουτρό τους, χάνουν τη ζωή τους ή τυφλώνονται.
Ο γιος του Απόλλωνα Ερύμανθος τυφλώθηκε από την Αφροδίτη, γιατί είδε τη θεά γυμνή να λούζεται μετά την ένωσή της με τον Άδωνη. Για να εκδικηθεί τον θάνατο του γιου του, ο Απόλλωνας μεταμορφώθηκε σε αγριογούρουνο και σκότωσε τον Άδωνη με ένα χτύπημα της οπλής του.[89] Την όρασή του έχασε και ο Τειρεσίας, όταν ξάφνιασε την Αθηνά την ώρα που έκαμνε μπάνιο με τη μητέρα του, τη νύμφη Χαρικλώ, στην Ιπποκρήνη του Ελικώνα.[90] Με τη ζωή του πλήρωσε ο Ακταίωνας τη σύμπτωση να βρεθεί σε ρεματιά του Κιθαιρώνα την ώρα που η Άρτεμη λουζόταν γυμνή μαζί με τις συνοδούς της.[91] Οι τρεις θεές, Αφροδίτη, Αθηνά, Άρτεμη,[92] εμπλέκονται, όπως είδαμε, σε υδάτινα τελετουργικά -εξάλλου και η γέννησή τους γίνεται σε υδάτινα περιβάλλοντα. Ποια όμως μπορεί να είναι η σημασία αυτής της τιμωρίας; Ποια σχέση μπορούμε να βρούμε στη στιγμή της τιμωρίας -ένα λουτρό-, με τη στιγμή της γέννησης της Αφροδίτης που πάντα κρύβεται πίσω από ένα ένδυμα που κρατούν Νύμφες. Ή με την Αφροδίτη του Πραξιτέλη που δείχνει τη γυμνή θεά να κρύβει με το χέρι της το αιδοίο, το οποίο όμως κάλλιστα θα μπορούσε να το δει ο πιστός αν τριγυρνούσε το άγαλμα έτσι όπως αυτό ήταν τοποθετημένο σε χώρο κυκλικό; Από την απαγόρευση και την τιμωρία στη θέαση του μυστικού της γέννησης, περνούμε στην ημιαποκάλυψη πριν την τελική απογύμνωση. Το μυστήριο της ζωής ήταν καλά κρυμμένο και δεν μπορούσε να το δει κανείς χωρίς να τιμωρηθεί ή χωρίς προηγουμένως να μυηθεί.
Ο Burkert υποστηρίζει ότι η ερμηνεία ως εξαγνισμού, νυφικού λουτρού, γαμήλιας τελετής δεν είναι διαφωτιστική και υποστηρίζει ότι η κίνηση του ακίνητου, δηλαδή του αγάλματος, γινόταν «σε κατάσταση ανάγκης, μέσω της οποίας εδραιώνεται με μεγαλύτερη ασφάλεια ο θεσμός, η τάξη της κανονικής ζωής, όταν κατόπιν η θεά επιστρέφει εξαγνισμένη στον παλαιό οίκο της»[93]. Θα συμφωνήσουμε με τον μεγάλο θρησκειολόγο, αλλά δεν βρίσκουμε τον λόγο να μην τα συνδέσουμε και με τη γονιμότητα και τη συνέχεια της γενιάς. Tο νερό αποκαλείται θηλύτατον, και από την άλλη δεν μπορεί να μην επισημάνει κανείς την παρουσία του νερού σε διάφορες γνωστές θεϊκές ιερογαμίες και να μην συσχετίσει το λουτρό των μελλονύμφων με τη γονιμότητα. Ο γάμος του πατέρα Ουρανού με τη Μεγάλη Μητέρα Γη έγινε κατά τη διάρκεια καταιγίδας (Αισχ. απ. 44, 1-5) και η ερωτική ένωση του Δία και της Ήρας στην κορυφή της Ίδης μέσα σε ένα χρυσό σύννεφο, από το οποίο έπεφταν στη γη χρυσές σταγόνες (Ιλ., Ξ, 292-351).[94] Από την άλλη στη λήξη της τελετής των Ελευσινίων Μυστηρίων γέμιζαν κρατήρες προφανώς με νερό και τους άδειαζαν τον ένα στην ανατολή, τον άλλον προς τη δύση φωνάζοντας στον ουρανό βρέξε και προς τη γη σύλλαβε. Πρόκειται για τελετουργικό με σαφή γονιμοποιητικό χαρακτήρα, στα πλαίσια μιας γιορτής με κύριες σκηνές τον ιερό γάμο της Δήμητρας με τον Δία[95] αλλά και τις σπονδές στους νεκρούς.
Επίσης, σε τελετουργίες για την επίκληση βροχής φαίνεται ότι παραπέμπει και ο μύθος της αρπαγής της εγγονής του Μίνωα και της Πασιφάης Απημοσύνης από τον Ερμή. Ο θεός ερωτεύτηκε το κορίτσι, αλλά αυτή συνέχεια του ξεγλιστρούσε. Για να την πιάσει, ο θεός έστρωσε φρεσκοδαρμένα τομάρια στον δρόμο απ'όπου θα περνούσε η κοπέλα κουβαλώντας νερό. Η κοπέλα γλίστρησε και ο Ερμής την έπιασε. Αυτός ο μύθος παραπέμπει στον αρχέγονο μύθο του κατακλυσμού, που έχει συνδεθεί με τελετουργίες για τη σπορά και την αρχή του νέου χρόνου, του ετήσιου κύκλου των εργασιών της κοινότητας.[96]
Το ίδιο και ο μύθος για τη γέννηση του Ωρίωνα. Σύμφωνα με αυτόν, ο Υριέας, ιδρυτής της βοιωτικής Υρίας (πάνω από την Αυλίδα), υποδέχεται μια μέρα τους θεούς Δία, Ποσειδώνα, Ερμή, οι οποίοι, για να τον ανταμείψουν για τη φιλοξενία του, του ανακοινώνουν ότι θα πραγματοποιήσουν μια του επιθυμία. Ο Υριέας ζήτησε να γίνει πατέρας και τότε οι τρεις θεοί τον διέταξαν να γδάρει ένα βόδι, στο δέρμα του οποίου ουρούν· στη συνέχεια το θάβουν κάτω από τη γη. Σε εννέα μήνες γεννήθηκε ένα αγόρι που ο Υριέας ονόμασε Ωρίωνα σε ανάμνηση της προέλευσής του.[97]
Θεωρούμε λοιπόν, συμφωνώντας με τη Lilly Kahil, ότι τα τελετουργικά αυτά βασίζονται σε ένα υπόστρωμα δοξασιών πλατιά διαδεδομένων που έχουν αγροτικό χαρακτήρα.[98] Ή, για να το πούμε με τα λόγια του Mircea Eliade:

Το νερό είναι φορέας σπερμάτων. Και η γη μεταφέρει σπέρματα, αλλά στη γη καθετί δίνει γρήγορα καρπό. Οι λανθάνουσες δυνάμεις και τα σπέρματα μένουν μερικές φορές για πολλούς κύκλους μέσα στο νερό πριν κατορθώσουν να εκδηλωθούν […]. Τα νερά βρίσκονται στην αρχή και στο τέλος κάθε κοσμικού γεγονότος […] Κάθε εκδήλωση συντελείται πάνω από τα νερά και επανέρχεται στο αρχέγονο Χάος μέσα από ένα ιστορικό ή κοσμικό κατακλυσμό. Κάθε ζωτική εκδήλωση επιτελείται χάρη στην καρπερότητα της γης· κάθε μορφή γεννιέται από αυτή ζωντανή και σε αυτή επιστρέφει, τη στιγμή που η ζωή που της έχει προσδιοριστεί έχει εξαντληθεί· επιστρέφει για να ξαναγεννηθεί· πριν όμως ξαναγεννηθεί, πρέπει να αναπαυθεί, να εξαγνιστεί, να ανανεωθεί. […] η ζωντανή σαν είδος μορφή δεν εξαφανίζεται ποτέ κατά τη διάρκεια της ανάπαυλας που τα νερά παρέχουν στη γη.[99]

72 Σουέρεφ - Μήττα 2001, σ. 529-545.
73 Οβ., Fastes IV, 136-139· Πλούτ., Νουμ. 19, 2.
74 Ο Ησύχιος παραδίδει ότι κόραι αἱ λουτρά κομίζουσαι τῇ Ἣρᾳ ονομάζονται Ἡρεσίδες.
75 Η πηγή αυτή συμπεριλήφθηκε στη χριστιανική εποχή στον ιερό χώρο του μοναστηριού που είναι αφιερωμένο στη Θεοτόκο, με την ονομασία Ζωοδόχος Πηγή.
76 ΑΜ 55 (1930) 28-32· Reuther 1957, σ. 46.
77 Burkert 1983, σ. 287-288.
78 Μαρτυρολόγιο του Αγίου Θεοδοσίου στο Nilsson 1906, σ. 255-6, σημ. 1.
79 Βοκοτοπούλου (1993).
80 Ό.π., σ. 184.
81 Ξεν. Ελληνικά I, 4, 12.
82 Όμ., Ιλ. Δ 382-400, Ε 1-909, Κ 272-525.
83 Αυτή την εκδοχή του μύθου παρουσιάζει ο Ευριπίδης στη Μήδεια (1279-1289), ενώ είναι γνωστό ότι ο Ευριπίδης έγραψε και την τραγωδία Ινώ.
84 Ginouvès, 1994.
85 Burkert 1993, σ. 320.
86 Παυσ., 6.20.2-6.
87 Πλούτ., Ηθ. 264Β. Είναι μία από τις πιθανές εκδοχές που ο Πλούταρχος αναφέρει, για τον οποίο ανάβουν στους γάμους τους ρωμαϊκούς πέντε λαμπάδες. Πρβ. Λιβάνιος 5, 27-9. Για τον ρόλο των θεών (ιδίως της Αφροδίτης) στον γάμο βλ. Seaford 1987, σ. 116-7, 127· για παραστάσεις γάμων στα αγγεία Sutton 1981, σ. 166-7.
88 Seaford 1987, σ. 106-8· τ.ί., 1988, σ. 124-5.
89 Πτολ., Ηφ. 1.
90 Όμ., Ιλ. Ζ 160, Ο 328. Ης., Θεογ. 6. Καλλίμαχος, Ύμνος V, 57 κ.ε. Απολλόδ. ΙΙΙ, 6.7 και ΙΙ, 39. Οβ., Μεταμορφώσεις 5.256-63. Στράβων 8.6.21, 9.2.25.
91 Παυσ. 9.2..3 (ο Παυσανίας είδε την πηγή της Αρτέμιδος στον αρχαίο δρόμο από τα Μέγαρα στις Πλαταιές μέσω του Κιθαιρώνα)· Οβ., Μετ. ΙΙΙ, 155 κ.ε.· Απολλόδ. 3.4.4. Υγ., Μύθοι 180, 181 και 247· Στησίχορος, Αποσπάσματα 68· Διόδ. Σ., IV, 81, 3.4 και 82.4.
92 Σε αυτές θα πρέπει να προσθέσουμε και τη Δάφνη.
93 Burkert 1993, σ. 289.
94 Πρβ. και την άποψη του Αναξαγόρα ότι ο αέρας περιέχει σπέρματα από όλα τα πράγματα και ότι αυτά τα σπέρματα, πέφτοντας στη γη με τη βροχή, γεννούν τα φυτά (Θεόφρ., Περὶ φυτῶν ἱστορίαι ΙΙΙ, 1, 4).
95 Ο Πλούταρχος παραδίδει ότι, καθώς οι νεόνυμφοι όδευαν προς το νυφικό κρεβάτι, η ιέρεια της Δήμητρας εφάρμοζε τον προγονικό (πάτριον) θεσμό (Ηθ. 138 Β).
96 Με τον ίδιο τρόπο μπορούμε να «διαβάσουμε» τον μύθο σύμφωνα με τον οποίο οι Μούσες, κατά τη διάρκεια της πορείας τους υπό βροχή από τον Ελικώνα στον Παρνασσό, βρήκαν κατάλυμα στο παλάτι του βασιλιά Πυρηνέα στη Δαυλίδα, ο οποίος πρόσφερε φιλοξενία, με απώτερο σκοπό να τις βιάσει (Οβ., Μεταμ. 5.275 κ.ε.)
97 Υγ., Μύθοι 195. Ευστ., Παρεκβολαί εις την Ομήρου Ιλιάδα Α 403.23. Παρθένιος, Ερωτικά Παθήματα 20. Οβ., Ημερολόγιο V 499 και 535. Σχ. του Ομ., Σ 488. Ομ., λ 310.
98 Kahil 1994, σ. 217-223.
99 Eliade 1981, σ. 243.

πηγή: greek-language.gr

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΟΛΟΚΛΗΡΩΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΔΟΓΜΑΤΙΣΜΟΣ

$
0
0

Του Ζήση Μητλιάγκα, φιλόλογου

(Θεώρηση γραμματική και κοινωνικοπολιτική με βοηθούς τους Θουκυδίδη – Ξενοφώντα – Αριστοτέλη – Δημοσθένη)

Στη γραμματική, το Υποκείμενο, σε γενική θεώρηση, είναι το πρόσωπο που ενεργεί, ενώ το Αντικείμενο είναι αυτό στο οποίο μεταβαίνει η ενέργεια του ρήματος και το οποίο αφορά η ενέργεια του Υποκειμένου.
Στην Πολιτική Λειτουργία μιας κοινωνίας, τώρα: Υποκείμενο είναι ο πολίτης που δρα, ο άνθρωπος μιας κοινωνίας, ενώ Αντικείμενο είναι τα προβλήματα της κοινωνίας και η αντιμετώπισή τους, με σκοπό να γίνεται η ζωή των πολιτών όσο το δυνατόν καλύτερη. (Αριστοτέλης: ως βέλτιστος ο βίος των πολιτών…)

Από τη θέση τώρα που έχει στα διάφορα πολιτεύματα το Υποκείμενο, δηλαδή ο ενεργών πολίτης, κρίνεται η μορφή του πολιτεύματος και κατ’ επέκταση η κοινωνική κατάσταση, τα αποτελέσματα στην αντιμετώπιση των προβλημάτων και η μορφή και η ποιότητα της ζωής των πολιτών…
Ας τα πάρουμε τώρα με τη σειρά:
  1. Στη Δημοκρατία και κυρίως στην άμεση της Αρχαίας Ελλάδας, αυτός που ενεργεί, αυτός που είναι ο κύριος και ο υπεύθυνος της δράσης, το υποκείμενο δηλαδή γραμματικά, είναι ο πολίτης, με άλλα λόγια ο Δήμος (δημοκρατία) και ο σκοπός της δράσης είναι η αντιμετώπιση των προβλημάτων και η βελτίωση των συνθηκών ζωής (Αριστοτέλης).
Στην περίπτωση αυτή ο εκάστοτε αρχηγός μιας πολιτικής δραστηριότητας είναι άμεσα εκλεγόμενος από τον κυρίαρχο πολίτη για τον συντονισμό  της δράσης των πολιτών και για την επίτευξη των σκοπών της κοινωνίας.
Όπως αναφέρει ο Δημοσθένης ο άρχων αυτός και λογοδοτεί (λόγου δίδωμι) και υφίσταται τις συνέπειες της δραστηριότητας του (ευθύνας υπέχω…) και είτε τιμάται, είτε κατά κανόνα τιμωρείται.
Για τον Δημοσθένη η πιο μεγάλη τιμή για έναν πολίτη ήταν να τον εκλέξουν πρώτο οι συμπολίτες του, οι οποίοι είναι ίσοι και όμοιοι με αυτόν και ποτέ, στον καιρό της ακμάζουσας δημοκρατίας, δεν έστηναν αγάλματα τιμής για τους ηγέτες όσο σπουδαίοι και αν ήταν.
Έτσι λοιπόν το δημοκρατικό πολίτευμα, όπου κυρίαρχος των αποφάσεων και της δράσης είναι ο κάθε πολίτης (ο δήμος δηλαδή) διαθέτει ένα  πλήθος δυνάμεων πολιτικής δράσης, όσο κανένα άλλο πολίτευμα. Το δημοκρατικό δηλαδή πολίτευμα απελευθερώνει, ενεργοποιεί και αξιοποιεί το ανθρώπινο δυναμικό μιας κοινωνίας και για αυτό η μεγαλύτερη πρόοδος στην ανθρωπότητα παρουσιάστηκε και παρουσιάζεται στις κοινωνίες, όπου λόγω της δημοκρατίας απελευθερώνεται, ενεργοποιείται και αξιοποιείται το ανθρώπινο δυναμικό!
Ο διακεκριμένος πρόεδρος των Η.Π.Α. Μπαράκ Ομπάμα εκφώνησε συμβολικά τον τελευταίο λόγο της θητείας του προς όλη την οικουμένη από την Αθήνα, γενέτειρα και σύμβολο της ακμάζουσας  δημοκρατίας.
Τόνισε με έμφαση ότι η πρόοδος της πατρίδας του και των άλλων δημοκρατικών κοινωνιών οφείλεται στο ότι αυτοί, έχοντας ως οδηγό τη δημοκρατία, απελευθέρωσαν, ενεργοποίησαν και αξιοποίησαν το ανθρώπινο δυναμικό της, όπως, τονίζει ο Ομπάμα, το αναφέρει ο Περικλής στο πιο σπουδαίο κείμενο για την Δημοκρατία, στον Επιτάφιο!!!
Η δική μας πολιτική ηγεσία, τον άκουγε αποχαυνωμένη και χάσκουσα, σαν να επρόκειτο ο επιτάφιος να είναι προϊόν ξένου Πολιτισμού, όντας παγιδευμένη από τον καριερισμό και στους μηχανισμούς εξουσίας είτε κληρονομικού χαρακτήρα είτε ενός ξύλινου δογματισμού εκτός πραγματικότητας και εκτός του ότι σνομπάρει, αγνοεί στην ουσία όσα σπουδαία άφησε στην ανθρωπότητα ο ελληνισμός, τα οποία είναι η πιο εγγυημένη συνταγή προόδου και ευημερίας των ανθρώπων.
Στο δημοκρατικό πολίτευμα, λοιπόν, αυτός που δρα (το υποκείμενο) και έχει τον λόγο και την ευθύνη των επιλογών, είναι ο πολίτης, οι δε νόμοι είναι η συνισταμένη της πολύμορφης βούλησης των πολιτών. Η υπευθυνότητα, τώρα, του πολίτη στη χάραξη των κανόνων δικαίου τον κάνει συνυπεύθυνο για την τήρηση των νόμων, κυρίως από εσωτερικό σεβασμό και προσωπική ευθύνη, οι δε νόμοι, εκτός από την ισονομία και τα συνακόλουθα, κείνται και προς όφελος των αδυνάτων και των αδικουμένων, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Θουκυδίδης στον Επιτάφιο του Περικλή.
 Έτσι Δημοκρατικό Πολίτευμα με δράση και ευθύνη του κάθε πολίτη, απελευθερώνει, όπως είπαμε επανειλημμένα, ενεργοποιεί και αξιοποιεί ένα πλήθος δυνάμεων ανθρώπινων όσο κανένα το πολίτευμα και γι’ αυτό και η μοναδική πρόοδος των δημοκρατικών κοινωνιών.
Στα ολοκληρωτικά πολιτεύματα, βασιλικά, θρησκευτικά, τυραννικά παλιότερα, φασιστικά, δικτατορικά στα νεοτέρα, αυτός που έχει τη δύναμη της δράσης (το υποκείμενο δηλαδή) είναι ο μονάρχης, ο οποίος συχνά ενδύεται και τη θεϊκή ιδιότητα, εκμεταλλευόμενος τη θρησκευτικότητα των πολιτών, για να έχει απόλυτη και ανεμπόδιστη εξουσία· δηλαδή ο λαός είναι το κοπάδι μέσα στην εξουσία (ποίμνιο) ενώ ο ηγέτης είναι ο ποιμένας με απόλυτη εξουσία στην διαχείριση του κοπαδιού.
Ο πολίτης δεν έχει αρμοδιότητα επιλογής, είναι απλώς αντικείμενο, παθητικός δέκτης της βούλησης και των επιλογών του ηγεμόνα και των στηριγμάτων του. Η ανυπολογισία στην προσωπικότητα του πολίτη και την ελευθερία επιλογών έχει σαν αποτέλεσμα τη χρήση βίας και την πλήρη εξαφάνιση της πρωτοβουλίας και της δημιουργικότητας των πολιτών. Συνακόλουθο η στασιμότητα, η παρακμή του, η βαρβαρότητα, μιαν που αδρανοποιείται ο πολίτης και δεν δρουν οι δυνάμεις της κοινωνίας. Για την γενική και ατομική πρόοδο και ευημερία το παν είναι ο δυνάστης και το υποτεταμένο περιβάλλον του.
Στο περίφημο λόγο για την Τυραννία (Τυρρανικός ή Ιέρων) ο Ξενοφώντας βάζει τον ίδιο τον τύραννο, τον Ιέρωνα δηλαδή, να λέει τα παρακάτω:
Ο τύραννος ξέρει ποιοι πολίτες, στην κοινωνία που εξουσιάζει, είναι οι σοφοί, οι δίκαιοι και οι ανδρείοι.
Αυτούς όμως, αντί να τους χρησιμοποιεί, τους φοβάται και τους παραγκωνίζει. Τους σοφούς από την μια, μήπως επινοήσουν κάτι εναντίον του, τους δικαίους τους φοβάται μήπως επιθυμήσει το πλήθος να διοικείται από αυτούς, τους δε ανδρείους μήπως τολμήσουν κάτι εναντίον του χάριν της ελευθερίας. Όταν όμως τους τέτοιους πολίτες τους απομακρύνουν και τους εξουδετερώνουν από φόβο, ποιοι άλλοι απομένουν σε αυτούς για να τους χρησιμοποιούν παρά μόνον οι άδικοι, οι άσοφοι και οι δουλοπρεπείς, διότι ούτε οι ίδιοι επιθυμούν να είναι ελεύθεροι». Όταν όμως παραγκωνίζονται οι σοφοί οι δίκαιοι και οι ανδρείοι ενώ υπηρετούν την εξουσία οι άσοφοι οι άδικοι και οι δουλοπρεπείς, πώς μπορεί να υπάρξει πρόοδος και ευημερία σε μια τέτοια κοινωνία;
Αρχαίο πνεύμα πανανθρώπινο και αιώνιο, γέννημα και δώρο του ελληνικού πνεύματος στην ανθρωπότητα με κύρος αιώνιο.
Αντίθετα εμείς σήμερα με κοινοβουλευτικό δημοκρατικό μανδύα στα εξωτερικά χαρακτηριστικά, στην ουσία έχουμε αδρανοποιημένο ένα πολύ μεγάλο μέρος ανθρώπινου δημιουργικού δυναμικού παγιδευμένοι μέσα σε μηχανισμούς εξουσίας κλειστών ελεγχόμενων συστημάτων είτε κληρονομικού χαρακτήρα και με το χειρότερο από όλα τον καριερισμό μεγάλου μέρους του πολιτικού προσωπικού. Όταν μια τέτοια λειτουργία και χρήση των πολιτικών λειτουργιών και προσώπων παραγκωνίζει το μεγαλύτερο δημιουργικό δυναμικό μιας κοινωνίας πώς μπορεί να υπάρξει χαΐρι και προκοπή σε μια κοινωνία με αυτές τις πολιτικές λειτουργίες;
Μέχρι τώρα λοιπόν κάναμε λόγο:
  1. Για το δημοκρατικό πολίτευμα, που είναι απόρροια της βούλησης των πολιτών μιας κοινωνίας (Δήμος), όπου με καθεστώς ισονομίας, ελευθερίας λόγου και αντιλόγου απελευθερώνονται, ενεργοποιούνται και αξιοποιούνται όλες οι δυνάμεις μιας κοινωνίας. Αποτέλεσμα η μεγάλη πρόοδος σε όλους τους τομείς, παντού και πάντοτε.
  2. Στα ολοκληρωτικά πολιτεύματα, το κύριο όργανο βούλησης και δράσης είναι ο μονάρχης (βασιλιάς, τύραννος, δικτάτωρ κ.α.) και οι δουλικοί υπηρέτες του, ενώ το σύνολο του λαού είναι ποίμνιο, απόλυτα αδρανοποιημένο για αυτό και η μεγάλη οπισθοδρόμηση και βαρβαρότητα.
Στα πολιτεύματα τώρα δογματικού χαρακτήρα εντάσσονται πρώτα  – πρώτα τα καθεστώτα του απόλυτου θεοκρατισμού. Σε αυτά κύριοι είναι οι εκφραστές  του θεϊκού δόγματος και βασικό κίνητρο η επικράτηση των θρησκευτικών δογμάτων πάση θυσία. Στην ουσία ο θρησκευτικός φανατισμός ευνοεί τους διαχειριστές της εξουσίας, οι δε πολίτες γεμάτοι θειασμό (δεισιδαιμονία και θρησκοληψία) υπακούουν και αγωνίζονται να επιβάλουν το δόγμα τους οδηγώντας τις κοινωνίες σε τρομερή βία και εξαφάνιση κάθε ελεύθερης βούλησης και δράσης, στο όνομα των θεϊκών εντολών. Οικτρό παράδειγμα οι μουσουλμάνοι τζιχαντιστές που απειλούν την ισορροπία και ευνομία όλης της ανθρωπότητας, από θρησκευτικό φανατισμό, τον οποίο εμπορεύονται κάποιοι επιτήδειοι…………
Με τη βιομηχανική επανάσταση, σε αντίθεση με τον θρησκευτικό φανατισμό, δογματισμό και ολοκληρωτισμό, κατά τους τελευταίους τρεις αιώνες, κυρίως  19ο και 20ο, εκτός από το κατά παράδοση Δημοκρατικό Πολίτευμα, παρουσιάστηκαν πολιτικές θεωρίες και λειτουργίες με πολύ υψηλά ιδανικά, αξίες, και στόχους για μια καλύτερη δικαιότερη και πανανθρώπινη λειτουργία της κοινωνίας.
Ο παραγόμενος πλούτος, η δικαιότερη κατανομή του, τα δικαιώματα του κύριου μοχλού της παραγωγικής διαδικασίας, δηλαδή του εργαζομένου, και τελικά η διαχείριση και λειτουργία της κοινωνίας με βάση το παραγωγικό και από το παραγωγικό δυναμικό της.
Κοινοκτημοσύνη, αταξική κοινωνία, ίση και δίκαιη κατανομή του παραγόμενου πλούτου και γενικά αναβάθμιση ποιοτική και ποσοτική και βελτίωση όλων των συνθηκών για όλους τους πολίτες.
Κύριοι θεωρητικοί εκφραστές οι Έγγελς, Μάρξ, Λένιν κ.α.
Τα ιδανικά για μια κοινωνία με τέτοιες αξίες θέρμαιναν τις ψυχές εκατομμυρίων ανθρώπων και είτε με επαναστατικά κινήματα (Ρωσία, Κίνα κ.α.) είτε με έξωθεν επιβολή, όπως έγινε μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο στα περισσότερα κράτη της ανατολικής Ευρώπης και Βαλτικής, δημιουργήθηκαν οι λεγόμενες λαϊκές δημοκρατίες που επειδή διέπονταν από τα δόγματα της κομουνιστικής θεωρίας, όσον αφορά την οργάνωση και τις λειτουργίες της κοινωνίας, χαρακτηρίζονται ως πολιτεύματα – προϊόντα ενός ιδεολογικού δόγματος.
Θεωρώ τον εαυτό μου και τις γνώσεις μου λίγες για να αποφανθώ για το στερέωμα, την άνθιση και την παρακμή αυτής της πολιτικής ιδεολογίας και λειτουργίας.
Συντάσσομαι όμως με τις απόψεις κάποιων σοβαρών πολιτικών αναλυτών, ότι η τόσο γρήγορη παρακμή και κατάρρευση αυτών των συστημάτων, μέσα σε 70 χρόνια, και μάλιστα χωρίς να ματώσει, έστω, μια μύτη, σχετίζεται με τη μορφή άσκησης της εξουσίας. Δηλαδή είτε αρχικά από τον φόβο της αντεπανάστασης, είτε από δυσπιστία στις πλατιές λαϊκές μάζες, χάριν των οποίων και στις οποίες στηρίχθηκαν τα επαναστατικά κινήματα, το υποκείμενο δράσης δεν ήταν τα λαϊκά στρώματα αλλά χαρισματικά ισόβιοι ηγέτες (Στάλιν, Τίτο, Μάο κ.α.) και μια φωτισμένη νομενκλατούρα δίπλα τους. Έτσι αδρανοποιήθηκε και αχρηστεύτηκε το μεγαλύτερο μέρος του ανθρώπινου δυναμικού αυτών των κοινωνιών, και προέκυψε, πλην του αρχικού ενθουσιασμού και της ακμής, στασιμότητα, παρακμή, και στο τέλος κατάρρευση χωρίς καμία αντίσταση.
Φαίνεται, λοιπόν, και σε αυτή την περίσταση ότι η απελευθέρωση, ενεργοποίηση και αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού μιας κοινωνίας, βασικός νόμος μιας δημοκρατικής λειτουργίας, είναι η πιο σπουδαία προϋπόθεση για την πρόοδο και την ευημερία των ανθρώπινων κοινωνιών.
Η φράση του Θουκυδίδη “Αρχή πάντων αίτιον” είναι καίρια για την κατανόηση και λειτουργία των πολιτειών. Και όταν ο πολίτης (Δήμος) είναι ο βασικός ρυθμιστής της πολιτικής δράσης και λειτουργίας, τότε μόνο είναι ασφαλής και ανοδική η πορεία των ανθρώπων σε όλους τους τομείς.
πηγή: eranistis.net

ΟΙ ΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΙ ΣΤΗΝ ΑΛΛΗΓΟΡΙΑ ΤΟΥ ΣΠΗΛΑΙΟΥ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΑ

$
0
0
Αποτέλεσμα εικόνας για ΟΙ ΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΙ ΣΤΗΝ ΑΛΛΗΓΟΡΙΑ ΤΟΥ ΣΠΗΛΑΙΟΥ


Οι συμβολισμοί στην αλληγορία του σπηλαίου είναι: 

Σπήλαιο = η αισθητή πραγματικότητα και η κοινωνία στην οποία δεν διοικούν οι πεπαιδευμένοι. 

Οι δεσμώτες = οι απαίδευτοι άνθρωποι, αυτοί δηλαδή που βρίσκονται στα σκοτάδια της αμορφωσιάς, της αμάθειας και της αγνοίας. 

Φωτιά = το φως του ήλιου της κοινωνίας μας. 
Σκιές & αντίλαλοι ήχων = είδωλα των πραγματικών όντων, όχι τα πραγματικά αντικείμενα και οι ήχοι. 

Αλυσίδες = οι αισθήσεις (μέσω των αισθητηρίων οργάνων γίνεται αντιληπτός ο αισθητός κόσμος, ενώ μέσω της νόησης προσεγγίζεται ο κόσμος των ιδεών) 

Φωτεινός χώρος εκτός σπηλιάς = ο κόσμος των ιδεών, ο πραγματικός κόσμος που γίνεται αντιληπτός με την νόηση. 

Οι άνθρωποι που κινούνται εκεί έξω, όσα κουβαλάνε, οι ήχοι που εκπέμπουν = τα αληθινά όντα,  οι ιδέες. 

Το φως του ήλιου = η πραγματική αλήθεια, η ιδέα του αγαθού. 

Η ανηφορική οδός που οδηγεί στην έξοδο = διαδικασία Παιδείας. 

Ο απελευθερωμένος δεσμώτης = φιλόσοφος



πηγή: enneaetifotos
Viewing all 939 articles
Browse latest View live