Quantcast
Channel: Jasa Digital Marketing Agency Alam Sutera Tangerang
Viewing all 939 articles
Browse latest View live

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΣΤΟΝ ΑΝΤΕΣΤΡΑΜΜΕΝΟ ΚΟΣΜΟ

$
0
0


Μιλώντας για πολιτική, με τη γνήσια και σχετικά πεπαλαιωμένη σημασία της λέξης, αυτό που συνήθως εννοούμε είναι εκείνη τη συλλογική δραστηριότητα που έχει ως κατ’ εξοχήν αντικείμενο τη συνολική θέσμιση της κοινωνίας με τρόπο ρητό και διαυγή. Βασική προϋπόθεση είναι η ύπαρξη μιας πολιτικής κοινότητας η οποία, ως τέτοια, οριοθετεί ένα minimum πλαίσιο κοινών δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που δίνουν τη δυνατότητα για ενεργό συμμετοχή στις δημόσιες υποθέσεις ώστε οι ζωντανοί, συγκεκριμένοι και έχοντες ένα πρόσωπο αναγνωρίσιμο από τους άλλους άνθρωποι να συντίθενται μέσα από το, ή/και να αντιτίθενται στο, αφηρημένο, «ιδεατό» και κανονιστικά συγκροτημένο υποκείμενο της κοινότητας. Ακριβώς αυτό το αντικείμενο και αυτές οι προϋποθέσεις είναι που ώθησαν τον Αριστοτέλη να προσδιορίσει την πολιτική ως δραστηριότητα αρχιτεκτονική· εκεί όπου το άτομο, όντας «φύσει» πολιτικό ον κατά τον σταγειρίτη διδάσκαλο, μπορεί και σφυρηλατείται μέσα στον κοινό κόσμο της πράξης και της ομιλίας, λαμβάνει μέρος στην πολιτική λειτουργία της κοινότητάς του η οποία και τον αφορά άμεσα, την τροποποιεί και τη μετασχηματίζει ώστε αυτή να εναρμονίζεται με τους ευρύτερους φαντασιακούς σκοπούς και τις δομίζουσες συντεταγμένες που προσανατολίζουν τις ανθρώπινες σχέσεις.


Φαίνεται να έχουμε γυρίσει σελίδα απ’ αυτήν την κατάσταση. Αυτό που βλέπουμε να συντελείται μπρος στα μάτια μας είναι η παρακμή της πολιτικής βούλησης ακριβώς τη στιγμή που είναι πιο απαραίτητη από ποτέ. Άνθρωποι τόσο της Δεξιάς όσο και της Αριστεράς επιμένουν να μας εξηγούν μέσα από στατιστικά στοιχεία, γκάλοπ, αρθρογραφίες γνώμης και powerpoint παρουσιάσεις στα αμφιθέατρα ότι «δεν υπάρχει εναλλακτική». Η οργάνωση της κοινωνικής ζωής παίρνει διαζύγιο από το πολιτικό βούλεσθαι, η Ιστορία αποσύρεται λαβωμένη, η δημόσια σφαίρα κατεδαφίζεται: όλα είναι πλέον ζήτημα σωστής και «έξυπνης» διαχείρισης της υπάρχουσας κατάστασης σ’ έναν πολιτικό μονόδρομο δίχως σταυροδρόμια και το ενδεχόμενο αλλαγής πορείας. Η έκλειψη του ζήλου για τα κοινά και τη μοίρα της κοινωνίας, η κονιορτοποίηση της πολιτικής στράτευσης, ο ενταφιασμός του επαναστατικού φαντασιακού φαίνεται να κάνουν να αναδυθεί ένα νέο ήθος στη διαπαιδαγώγηση του πολίτη, μια αναιμική, γλυκανάλατη και θεαματική έξις, μια προσομοίωση του πολιτικού πράττειν που εκδιπλώνεται μακριά απ’ την αφοσίωση, την αυταπάρνηση, το σθένος και το θάρρος που απαιτεί το μεγαλείο του δημόσιου χώρου, το ένδοξο τίμημα του να εξυψώσουμε το πολιτειακό αγαθό πάνω απ’ τον εαυτό μας.

Ας ξεχάσουμε την πολιτική δέσμευση όπως την ξέραμε: επίπονη, χρονοβόρα, υπομονετική, απαιτητική, έλλογη, συλλογική, με το ενδεχόμενο να θυσιάσουμε ακόμη και τη ζωή μας να είναι πάντα ανοιχτό. Σήμερα, η ιδιότητα του πολίτη λαμβάνει τα χαρακτηριστικά του hobby, της χαλαρής «ανάπαυλας» απ’ τον ημερήσιο μόχθο. Το δημοκρατικό σφρίγος και η ζωντάνια καταπνίγονται μέσα στους τοίχους της οικιακής άνεσης, η ευκολία που μας παρέχει το πάτημα ενός πλήκτρου, η γοητεία του «select», ανακηρύσσουν τον ακτιβισμό του καναπέ σε νέα δημόσια αρετή: online ψηφοφορίες, δημοσκοπήσεις, διαδικτυακές καμπάνιες, ανταλλαγή εικόνων, κοινοποιήσεις, status με όσα σκεφτόμαστε, ανώνυμοι σχολιασμοί. Ο πολιτισμός της οθόνης υπόσχεται να λύσει όλα τα προβλήματα γρήγορα και αναίμακτα, για εμάς και χωρίς εμάς – η γραφειοκρατία εκσυγχρονίζεται, γίνεται διαδραστική και αναζητά εναγωνίως το feedback των μαζών, η εξουσία από πειθαρχική και προστατική γίνεται «in» και ευκτική, καλαίσθητη, επικοινωνιακή, μοιράζει ευθύνες. Από την αυτοοργάνωση των πολιτών, τις μικρές και αυθόρμητες δημοκρατίες της γειτονιάς, του συνεταιρισμού, των συνδικαλιστικών οργάνων στους εργασιακούς χώρους, των πολιτικών ζυμώσεων σε ενδιάμεσους τόπους κοινωνικοποίησης, των συνελεύσεων στις πλατείες των πόλεων και των συνομοσπονδιών περνάμε στη λογική του διαδικτυακού self-service, στο μάρκετινγκ κατασκευής πολιτικών αναγκών. Στις μέρες μας, χάρη στην τεχνολογική επανάσταση των τηλεπικοινωνιών, μπορούμε να είμαστε πολιτικά ενεργοί απ’ το σπίτι, να συμμετέχουμε εξ αποστάσεως χωρίς να χρειαστεί να διακόψουμε τη ροή της ενημέρωσης, το chat, την εικονική ανθρωποφαγία, τον αυνανισμό, τις «εμπειρίες», την επεξεργασία των φωτογραφιών μας.

Στην online δημοκρατία, η σωτηρία όλου του κόσμου παρουσιάζεται σαν υπόθεση λίγων δευτερολέπτων, μέσα στην απόλυτη ηδονή της ακαριαιότητας, απαιτώντας απλώς μια ελάχιστη οριακή συμμετοχή: παστίλιες για τον πόνο του άλλου, ένα like κατά της οικολογικής καταστροφής, παυσίπονα κατά της ξενοφοβίας, μια εικόνα προφίλ με το σήμα κατά του AIDS, καταπολέμηση της φτώχειας με ένα SMS, έκτακτες εισφορές αλληλεγγύης για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης, ψευτο-υιοθέτηση ενός παιδιού με ειδικές ικανότητες για κατοικίδιο από κάποιον ποδοσφαιρικό αστέρα, Ice Bucket Challenge, βιντεομανία απόκρυφων γνώσεων και μυστικών αληθειών στο YouTube, καμπάνιες πολυεθνικών εταιριών κατά του ρατσισμού, ανακοινώσεις Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων που εκπέμπουν «SOS», hashtags, 300 καθηγητές πανεπιστημίων που συνιστούν το τέλος της λιτότητας, ανώνυμοι hackers που «απειλούν» να φέρουν την ισότητα, διαδικτυακές ψηφοφορίες για κάθε ενοχλητική λεπτομέρεια, ανάδειξη του νικητή της Eurovision με «αμεσοδημοκρατικές» διαδικασίες, εθνικά δημοψηφίσματα που έχουν τελικά το ειδικό βάρος μιας δημοσκόπησης. Εκεί που η πολιτική οκνηρία βασιλεύει, η συμμετοχή σερβίρει μια δημοκρατία μηδέν τοις εκατό. Στο κάτω-κάτω της γραφής, αυτό που μας καλούν να διαπιστώσουμε τα ταλέντα των διαφημιστών είναι πως, εν τη απουσία ενός κοινού κόσμου, εμείς οι ίδιοι είμαστε το «event», το αντικείμενο της πράξης: «ο κόσμος είσαι εσύ». Εξεγερσιακό σύνθημα γραμμένο σε κάποιον ετοιμόρροπο τοίχο των παριζιάνικων μπανλιέ; Μάλλον σκηνοθετημένο σποτ ναρκισσιστικής ευφορίας σε ένα σύμπαν απόλυτης υπεροχής της διαχείρισης των πραγμάτων, της ολοένα και μεγαλύτερης πραγμοποίησης των ανθρώπων, της μεταμόρφωσης των λαών από «πηγή κάθε εξουσίας» σε κοινή γνώμη, του αριθμητικού εξαντικειμενισμού των πληθυσμών.

Η λανθάνουσα εμφάνιση του δημοσίου πράγματος, η εμφάνιση που στρέφεται προς τα μέσα, προς τον ίδιο τον άνθρωπο και όχι προς έναν εμπράγματο κόσμο είναι ίσως το πιο κρίσιμο σημάδι της αισθητής αποπραγματοποίησης αυτού του κοινού κόσμου, με το θεάρεστο έργο της ανοικοδόμησης να γίνεται ζήτημα σχεδιασμού μιας παγκόσμιας υπερκουλτούρας η οποία δεν αναφέρεται στους συμπαγείς πραγματικούς δεσμούς και στην αυθεντικότητα των χειρονομιών, των συλλογικών παραστάσεων, των idola tribus, των ιδιαίτερων τρόπων κοινωνικότητας ανά περιοχή, της κοινής ευπρέπειας και της αστυακής πολιτοφροσύνης που συνέχει τον δημόσιο χώρο αλλά στον πολλαπλασιασμό της ομοιότητας, στη διαμόρφωση ενός γενικού μέσου όρου πέρα από τάξεις, εθνικές ιδιαιτερότητες και τοπικές παραδόσεις. Τούτη η κοσμοπολιτοποίηση, ο πλανητικός μικροαστισμός της κινητικότητας, της μετανάστευσης, του νομαδισμού, της φυγής δεν είναι παρά η πολιτισμική έκφραση της κοινωνικής και πολιτικής πραγματικότητας του «T.I.N.A.». Μόνο μέσα στην πιο χυδαία πολτοποίηση δεν υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις, μόνο στον αέναο εκσυγχρονισμό των κοινωνικών δραστηριοτήτων προς την ομοιομορφία και τον κομφορμισμό επικρατούν οι φωνές των «δομικών προσαρμογών» έναντι του ριζικού μετασχηματισμού, μόνο η εξαφάνιση της δημόσιας σφαίρας θα μπορούσε να επιτρέψει το μονοπώλιο των σημασιών. Μέσα σ’ αυτό το νέο status quo, η εδραίωση της δικτύωσης και του ιντερνετικού «κλικτιβισμού» που τόσο πολύ εκθειάζονται απ’ τους χειραφετημένους θεατές, ακριβώς αυτήν την αποπραγματοποίηση έρχεται να επισφραγίσει: η μεν κοινωνική δικτύωση να λειτουργεί ως περίφραξη του res publica εν μέσω προσέλκυσης και ένταξης των ατόμων σε προπολιτικές ομάδες ομοίων, με τα πάλαι ποτέ γκρουπούσκουλα να εξελίσσονται σε forums και Facebook groups, και ο δε κλικτιβισμός να αποτελεί τη θεαματική αναπαράσταση ενός συνόλου κοινωνικοπολιτικών πρακτικών οι οποίες έχουν λιποτακτήσει απ’ την πραγματική ζωή και έχουν καταντήσει ένα simulacrum στον εικονικό γαλαξία του παγκόσμιου ιστού.

Αν κάτι αξίζει να τονιστεί παρά ταύτα, είναι πως τούτη η συλλογική παραίτηση και ο άνευ διαστάσεων αποπροσανατολισμός των κοινωνιών δεν υπονοούν επ’ ουδενί μια αποπολιτικοποίηση με την αυστηρή έννοια του όρου. Μάλλον το επίδικο είναι η μετάλλαξη των πολιτικών αντιλήψεων: η στιγμιαία πολιτική μας δέσμευση, η ανεύθυνη συμμετοχικότητα σε συλλογικές διαδικασίες, η μεταμοντέρνα ανεκτικότητα στους όρους με τους οποίους παίζεται το πολιτικό παιχνίδι, η πλήρης εξαΰλωση της διακινδύνευσης και της περιπέτειας των επαναστατικών οραμάτων, ο υποβιβασμός της ιδιότητας του πολίτη σε καταναλωτικό «προνόμιο», ο περιορισμός της λαϊκής διαμαρτυρίας στον χρονικό ορίζοντα της ημερήσιας ψυχικής διάθεσης, η εξημέρωση των πολιτικών συγκρούσεων από την ηδονοβλεπτική οπτικοποίηση της δημόσιας αντιπαράθεσης. Αποτέλεσμα, να φουλάρουμε το πολιτικό ρεζερβουάρ, να μπουκώνουμε την πραγματικότητα με εικόνες, πληροφορίες, «επικαιρότητα», ενημέρωση και επικοινωνία ώστε να κερδίσουμε τις εντυπώσεις μέχρι αηδίας, μέχρι να έρθουμε σε έναν μεταβουλιμικό κορεσμό με συνέπεια να θέλουμε πολύ γρήγορα να απαλλαχτούμε απ’ όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις μας ως πολιτικά όντα μέχρι νεωτέρας.

Η ξέφρενη επιτάχυνση των διαδικασιών που συνεπάγονται η ηλεκτρονική διακυβέρνηση και η online δημοκρατία οδηγούν όχι σε μια γνήσια αποπολιτικοποίηση αλλά σε μια μινιατουροποίηση της πολιτικής: ασφαλώς και θέλουμε να συμμετέχουμε στις διαδικασίες αλλά χωρίς να ξεβολευτούμε απ’ τις μικροανέσεις μας και να αφιερώσουμε χρόνο, ασφαλώς και θέλουμε να υπάρχουν εκλογές ασχέτως που είμαστε αρκετά μορφωμένοι ώστε να κατανοήσουμε πως «αν οι εκλογές αλλάζανε τα πράγματα θα ήταν παράνομες», η προοπτική μιας στρατιωτικής δικτατορίας ή της ανόδου του φασισμού μας τρομάζουν αλλά και το γεγονός ότι έχουμε συνταγματικά κατοχυρωμένες ελευθερίες δεν σημαίνει ότι πρέπει να τις «εκμεταλλευόμαστε» και να τις ασκούμε κιόλας ώστε να διεκδικήσουμε τους όρους μιας καλύτερης ζωής, η ατέρμονη κατανάλωση πολιτικών απόψεων λίγο έως καθόλου επηρεάζει τη συνολική μας νοοτροπία και ηθική στάση απέναντι στις καταστάσεις, το κομματικό ολιγοπώλιο και η απαλλοτρίωση της εξουσίας απ’ τους επαγγελματίες πολιτικούς θεωρούνται ακόμη κι επιθυμητά ως φαινόμενα αν είναι σε θέση να εγγυηθούν τη διασκέδαση και τις μικροαπολαύσεις μας. Στον απόηχο της γενικευμένης επιτρεπτικότητας, η προαίρεσις απορρέει από μια υφέρπουσα διανεμητική της ένοχης συνείδησης υφαίνοντας τον παραλογισμό του «όλοι με όλους», ένα μεταμοντέρνο fair play που πατάει πάνω στο σόφισμα «όλα είναι σχετικά» και τη σιωπηρή ομοφωνία ότι τίποτα δεν δύναται να αλλάξει, ότι όλα όσα ήταν να γίνουν έχουν ήδη γίνει και τώρα μονάχα μας απομένει η ρύθμιση του εμπειρικού υλικού πάνω στο πέρασμα της μη-γεγονότητας.

Η εξάτμιση των πολιτικών, κοινωνικών και ιδεολογικών συγκρούσεων κάνουν να αναδυθεί μια ευέλικτη και ελαστική προσήλωση στις δημόσιες υποθέσεις, δίχως κοινωνική αναφορικότητα, λατρευτικές καταβολές σε κάποια παράδοση και αντίκτυπο στους πραγματικούς ανθρώπινους δεσμούς παρά μονάχα στην κωδικοποίηση ενός υποκειμενίστικου «μου αρέσει». Το μόνο που μας απομένει είναι να ανακυκλωνόμαστε από την είδηση της ημέρας. Ο αλτρουισμός, η αυταπάρνηση, το ιδεώδες της λαϊκής αυτεξουσιότητας, το ήθος της ελευθερίας, το να ζεις για τον άλλον προκαλούν αλλεργία· έτσι, κάνει την εμφάνισή της μια κοινωνιομετρική ετεροστρέφεια που μας ωθεί να κοινοποιήσουμε το γεγονός ότι έχουμε ευαισθησίες, ότι έχουμε ακόμη αυτήν την πολύτιμη ικανότητα του «να νιώθουμε». Πρόκειται για την οπισθοχώρηση της στρατευμένης πολιτικής δράσης, εκείνης δηλαδή της δέσμευσης που καθοδηγείται από την ιστορική συνείδηση, με το επαναστατικό πρόταγμα να μην είναι απλώς ασκήσεις επί χάρτου ή υπόθεση διδακτορικών ερευνητών αλλά κυρίως να εγκολπώνεται στη δημιουργία μιας «αντι-κοινωνίας» μέσα στην κοινωνία με άλλες αξίες και αρχές, με αυθεντικές σχέσεις ριζωμένες στον καθημερινό βίο. Εφόσον επιτελείται μια τέτοιου είδους μετάλλαξη, να τη η ιδιάζουσα νεοσυγκινησιακή ιδεολογία που βγαίνει στο προσκήνιο, η εμφάνιση μιας post historicum πολιτικής διαδικασίας που δεν σχετίζεται με τον κόσμο αλλά κυρίως με την τόνωση του «Εγώ», με την επιμέλεια της εαυτότητας και όχι με τον κοινωνικό αυτομετασχηματισμό, με την φροντίδα των ενοχών μας και όχι με το άνοιγμα στην ετερότητα. «Τάξη εναντίον τάξης»; Μάλλον ψυχολογικοποίηση του πολιτικού, μεταμφίεσή του σε ιδιωτική υπόθεση, σάρωση των ταξικών αντιθέσεων από το καταναλωτικό σύστημα σημείων και την ιεραρχική κλίμακα των προσφερόμενων επιλογών, ταύτιση του ιδεολογικού με το επικοινωνιακό, της συλλογικής δράσης με την αγελαία αισθητική της μαζικής κοινωνίας.

Οι συγκεκριμένες κοινωνικές σχέσεις που αδυνατούν να μεταφραστούν σε ποσοτική ισοδυναμία αποδυναμώνονται· το ίδιο συμβαίνει και με το σύνολο των προσωπικών δεσμών και του αρχέγονου πλέγματος αμοιβαιότητας και ανταπόδοσης που συνέχουν τον κοινωνικό ιστό. Υπό αυτές τις συνθήκες, η σύγχρονη τεχνολογία έρχεται προκειμένου να διευθύνει τη συγκρότηση του υποκειμένου. Η ασταμάτητη ανανέωση του εικονικού μας προφίλ δεν είναι παρά η κατ’ εξοχήν έκφραση της διαδικασίας προσωποποίησης που αντικαθιστά την προσωπικότητα, την εμφάνιση προσώπων στη δημόσια σφαίρα, σ’ έναν κοινό για όλους τόπο. Οι επιπτώσεις στην πολιτική είναι ραγδαίες: η προσωποποίηση της δημόσιας διαβούλευσης κάνει τα πάντα πλέον να λέγονται σε «πρώτο πρόσωπο», οι αποστάσεις που απαιτεί η ευγένεια και η ευπρέπεια ώστε να γίνουμε ακουστοί από τους άλλους και οι άλλοι από μας μειώνονται δραματικά, ο καθένας πλέον καλείται να μιλήσει στον εαυτό του και μόνο σ’ αυτόν προκειμένου να ακουστεί απ’ τους άλλους, η «δόξα» στα λόγια των πολιτών μεταφέρεται στον αστερισμό του trash, του κουτσομπολιού, των εξομολογήσεων. Στην εποχή που σηματοδοτείται από τη γενικευμένη λατρεία του εαυτού, εκεί που ο καθένας το μόνο που αναγνωρίζει ως χρέος του είναι η διαχείριση της εικόνας του, εξέχουσα θέση στη δημόσια αντιπαράθεση λαμβάνει το ad hominem, τα «χτυπήματα κάτω απ’ τη μέση», οι αποκαλύψεις όλων των μυστικών, η λογική του «ξεβρακώματος», η κουλτούρα του σοκ. Ως εκ τούτου, η ταξική πάλη και ο επαναπροσδιορισμός των σχέσεων παραγωγής, η πολιτική διαμάχη και οι δυνατότητες αναδιανομής της εξουσίας προς τα κάτω, η επαναστατική αναγέννηση της κοινωνίας σε ψυχικό, ηθικό και πνευματικό επίπεδο δείχνουν να είναι ουτοπικές αιθεροβασίες που αφορούν μονάχα τους «ξενέρωτους». Πλέον, οφείλουμε ν’ αφήσουμε τις περιπέτειες της κοινής πράξης και της συλλογικής διάνοιας έξω απ’ τις ανησυχίες μας· όλα είναι ζήτημα προσώπων, όχι εγγενών συστημικών αντιφάσεων. Το μόνο που έχουμε να κάνουμε είναι να αντικαταστήσουμε τους βρόμικους με τους καθαρούς, τους σάπιους πολιτικούς με ένα φρέσκο προσωπικό, τις ιδεολογικά φορτισμένες αφηγήσεις με την τεχνοκρατική ουδετερότητα, το παλιό με το νέο, να φέρουμε στην εξουσία αυτούς «που γνωρίζουν», αυτούς «που αξίζουν», να προγραμματίσουμε εν τέλει μια καλαισθητική αναβάθμιση στα debates και στα τηλεπαράθυρα αφήνοντας άθικτο όλο το δομικό υπόβαθρο του πολιτικού και οικονομικού συστήματος.

Τα πάντα στον ενικό λοιπόν, μια εθνικών διαστάσεων παρέα σε home cinema έκδοση, μια pop εθνική ενότητα, μια τυραννία της οικειότητας, ένα infotainment που υπόσχεται να μας απαλλάξει απ’ τη σοβαρότητα που απαιτεί η πολιτική αντιπαράθεση, το βασανιστικό ερώτημα «τι είδους ζωή θέλουμε». Όσο πιο πολύ η πολιτική αποστασιοποιείται απ’ την ανθρώπινη υπόσταση, όσο πιο πολύ καθορίζεται από τα αφηρημένα μαθηματικά μοντέλα στον κόσμο του πλασματικού, τόσο πιο πολύ οι «από τα κάτω» πραγματοποιούν απέλπιδες προσπάθειες να της δώσουν μια ανθρώπινη διάσταση, ένα οικείο πρόσωπο, να την σφηνώσουν μέσα σε «ατάκες», αστεϊσμούς, αυτοσαρκασμό: η παρωδία, το «trolling», η παιγνιώδης αντιμετώπιση των πολιτικών καταστάσεων, ο αποκαθαρμένος από τα αντιεξουσιαστικά του χαρακτηριστικά σαρκασμός, η σχετική ιδιωτικοποίηση του γέλιου και η αποϊεροποίηση του χιούμορ συνθέτουν ένα ψυχοκοινωνικό κολαστήριο «φιλικότητας» συνοδευόμενο από τα ψυχρά χαμόγελα που απαιτούν τα φωτογραφικά φλας της πανοπτικής απογύμνωσης από κάθε νόημα. Εφόσον η παρακμή ακμάζει δίχως προηγούμενο, εφόσον η κατάρρευση είναι προ των πυλών, το μόνο που μας απομένει είναι να διασκεδάσουμε μέχρι τελικής πτώσεως, μέχρι η λήθη και ο παλιμπαιδισμός να μας εξαιρέσουν από κάθε ευθύνη και υπόνοια σκέψης. Όλα γίνονται προσωπική ομολογία, ενδομυχίστικη φανέρωση, μεταηθική εκφραστικότητα· η εξουσία μας δίνει τη δυνατότητα να παραγνωριστούμε μεταξύ μας μέσα στην αβάσταχτη ελαφρότητα της επικοινωνίας: «μπορείτε να πείτε ό,τι θέλετε, μπορείτε να πείτε ό,τι να ‘ναι, αλλά, για τ’ όνομα του Θεού, μην τολμήσετε να περάσετε στην πράξη!»

Ο μαξιμαλισμός όσων μπορούν να ειπωθούν πηγαίνει χέρι-χέρι με τον μινιμαλισμό όσων μοιάζουν ότι δεν μπορούν να γίνουν· αυτά τα τελευταία άλλωστε είναι η δουλειά που καλείται να αναλάβει το άκαμπτο και σχεδόν αδιαπέραστο σύμπλεγμα εξουσιαστικών δομών: η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το Eurogroup, τα Υπουργεία Αλληλεγγύης, οι ριζοσπάστες χαρτογιακάδες, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, οι επαγγελματίες επαναστάτες, οι Οίκοι Αξιολόγησης, οι κυβερνήσεις της Αριστεράς, τα λόμπι των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, τα αναγνωρισμένα δίκτυα ακτιβιστών, η Greenpeace, η UNICEF και το Avaaz. Όσο για μας, με μια ετήσια συνδρομή σε κάποιο ίδρυμα, λίγο εθελοντισμό, αρκετά κλικ και την αποπληρωμή των φόρων μας στην ώρα τους, θα μπορούμε να κοιμόμαστε ήσυχοι ως δραστήριοι και ενεργοί πολίτες και, επομένως, να μην απαιτείται να σπαταλούμε τον ελεύθερο χρόνο μας σε σοβαρά πράγματα. Καθώς όμως η σύγκρουση θα γίνεται όλο και πιο πρωτόγονη μέσα στον ολοκληρωτικό εκσυγχρονισμό, η ιστορική εντροπία θα ανασύρει από το χρονοντούλαπο με τον πιο πεισματικό τρόπο τα πλέον πανάρχαια διλήμματα για το μέλλον. Δίπλα στη διερώτηση γύρω απ’ τον ενάρετο βίο, το ζήτημα της ελευθερίας, της πολιτικής οργάνωσης των κοινοτήτων, των τρόπων με τους οποίους η κοινωνία θα κληθεί να συνεργαστεί για τον δαμασμό της οικονομικής αναγκαιότητας και το ξεπέρασμα του εμπορεύματος, ο 21ος αιώνας έρχεται να προσθέσει μια νέα στιβάδα στα ερωτήματα: με τη live δημοκρατία των σφυγμομετρήσεων, της onlineπολιτικοποίησης, των τηλεμαραθώνιων, της ψηφιακής πολιτειότητας, των προγνωστικών, της μοναξιάς, της «κοινής γνώμης» και του επικοινωνιακού φαταλισμού ή με την άμεση δημοκρατία των λαϊκών συνελεύσεων, των καντονιών, των sections, της ομοσπονδιοποίησης και του δευτεροβάθμιου συντονισμού των πόλεων σε Συντακτική Εθνοσυνέλευση, της θέσμισης των προϋποθέσεων ενός σώματος ελευθέρων πολιτών. Σ’ αυτόν τον ανομολόγητο κοινωνικό πόλεμο μεταξύ των νεοπλήβειων και της Ευρωπαϊκής Αυτοκρατορίας, οι συνθήκες μας φέρνουν προ των ευθυνών μας, να στυλώσουμε την μικρής κλίμακας και ανθρώπινων διαστάσεων δημοκρατική οργάνωση προκειμένου να υποδεχτούμε την επαναστατημένη εποχή μετά την Μεγάλη Κατάρρευση.

πηγή: respublica.gr

Ο ΘΕΟΣ ΥΠΝΟΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΘΕΟΛΟΓΙΑ - ΟΡΦΙΚΟΣ ΥΜΝΟΣ ΘΕΟΥ ΥΠΝΟΥ

$
0
0


"λέγουσι γούν καί τών ιατρών οι χαρίεντες ότι δεί σφόδρα προσέχειν τοίς ενυπνίοις"
Αριστοτέλης, Περί της καθ'ύπνον μαντικής, Κεφ. Α
'
"τεχνικώτατος δ΄ εστί κριτής ενυπνίων όστις δύναται τας ομοιότητας θεωρείν"
Αριστοτέλης, Περί της καθ'ύπνον μαντικής, Κεφ. Β'

"Ύπνος άναξ πάντων τε θεών πάντων τ’ ανθρώπων"
Όμηρος, Ιλιάδα, Ξ 224-291

"Και γαρ τ'όναρ εκ Διός εστίν"
Όμηρος, Ιλιάδα, Α 63



Ο θεός Ύπνος σύμφωνα με τους Αρχαίους Έλληνες είναι γιος της Νύχτας και του Ερέβους. Τον φαντάζονταν νέο, ωραίο, με φτερά στους ώμους, να αποκοιμίζει τους κουρασμένους καθώς τους ραντίζει με ένα κλαδί μουσκεμένο από τη δροσιά της λήθης ή καθώς τους ποτίζει από ένα κέρας υπνωτικούς χυμούς ή απλά κουνώντας τα φτερά του.

Η δύναμη του θεού Ύπνου είναι πολύ μεγάλη. Μπορεί να κοιμίσει όλους τους θεούς και όλους τους ανθρώπους. Μάλιστα κοίμισε ακόμα και τον αρχηγό των θεών, τον Δία, παρά τη θέλησή του, ύστερα από πιέσεις της θεάς Ήρας η οποία ήθελε να επηρεάσει την εξέλιξη του Τρωικού Πολέμου. Η Ήρα επισκέπτεται τον Ύπνο στη Λήμνο πού κατοικούσε. Τον προσφωνεί «άνακτα» (άρχοντα, βασιλιά) όλων των θεών και των ανθρώπων, για να τον πείσει, αλλά ο Ύπνος το σκέφτεται να τα βάλει με τον Δία, διότι είχαν προηγούμενα από το παρελθόν. Πείθεται να το κάνει, αφού όμως πρώτα η Ήρα του ορκίστηκε να τον παντρέψει με μία από τις νεότερες Χάριτες, την γλυκιά Πασιθέη, πού τόσο επιθυμούσε. Ο Ύπνος με την Ήρα αναχωρούν μαζί για να βρουν το Δία. Η Ήρα σκορπάει στην καρδιά του Δία «γλυκιά αγάπη και επιθυμία» και ο Ύπνος μεταμορφωμένος σε πουλί, τον αποκοιμίζει.

Να σημειώσουμε ότι η Πασιθέη είναι η θεά της χαλάρωσης και της ξεκούρασης, και έτσι καταλαβαίνουμε γιατί είναι τόσο πολύ επιθυμητή στον θεό Ύπνο !

Στην ελληνική μυθολογία ο Ύπνος ήταν θεός ή δαίμονας, που αποτελούσε την προσωποποίηση του ύπνου. Σύμφωνα με τον Ησίοδο στη Θεογονία ο Ύπνος και ο δίδυμος αδελφός του, ο Θάνατος, ήταν «δεινοί Θεοί» που κατοικούσαν στον Τάρταρο, παιδιά της Νύχτας και του Ερέβους. Ο Ύπνος μυθολογείται ότι είχε είτε χίλιους, είτε τρεις γιους ή αδελφούς (εκτός από τον Θάνατο): τον Μορφέα, τον Φοβήτορα και τον Φάντασο. Κατά τον Όμηρο, που τον αποκαλεί νήδυμο (γλυκύ), τόπος κατοικίας του Ύπνου ήταν η νήσος Λήμνοςενώ από τους μεταγενέστερους συγγραφείς του αποδιδόταν μια δική του φανταστική πατρίδα, η «Νήσος των Ονείρων». Ο Ύπνος λατρευόταν πολύ στην κυρίως Ελλάδα. Σημαντικά κέντρα της λατρείας του Ύπνου ήταν η Επίδαυρος, η Τροιζήνα και η Ολυμπία. Τον θεωρούσαν ήσυχο και πράο θεό ή δαίμονα, που πλανιόταν στη γη και τον απεικόνιζαν πότε ως ωραίο νέο, που έσπερνε στη Γη γλυκά όνειρα ή κοιμόταν σε μια κλίνη, πότε ως δαίμονα με φτερά, που μετέφερε ένα νεκρό με το θάνατο.

Ο Ύπνος με την αγαπημένη του Πασιθέη, έκαναν παιδιά τους Όνειρους, που φυσικά ακολούθησαν την οικογενειακή επιχείρηση! Τα αδέρφια οι Όνειροι είναι: ο Μορφεύς, ο Ίκελος, ο Φοβήτωρ και ο Φάντασος. Όλοι μαζί ονομάζονται "Όνειροι"και είναι οι θεοί των ονείρων. Κατοικούσαν στις ακτές του ωκεανού, στη Δύση, σε ένα σπήλαιο κοντά στα σύνορα του Άδη. Οι όνειροι, έστελναν τα όνειρα στους θνητούς, μέσα από δύο πύλες που βρίσκονταν εκεί. Η μία πύλη ήταν φτιαγμένη από Κέρατο, και με αυτή έστελναν τα αληθινά όνειρα (προμηνύματα), ενώ με τη δεύτερη που ήταν φτιαγμένη από Ελεφαντόδοντο, έστελναν τα ψεύτικα όνειρα.

Η Πηνελόπη λέει χαρακτηριστικά (Ομήρου Οδύσσεια, Τ 559-566):

έχουμε, ώ ξένε, ονείρατα ζαβά, με κούφια λόγια,
κι απ'όσα ονειρευόμαστε, σωστά δε βγαίνουν όλα.
Δυό θύρες τ'αλαφροΐσκιωτα τα όνειρα έχουν πάντα
με κέρατο φτιαστή τη μιά, με φίλντισι την άλλη
όσα όνειρα απ’ το φίλντισι το πριονιστό διαβαίνουν,
χαμένα είναι κι ανώφελα, και τους θνητούς γελάνε.
πάλε όσα απ'τα καλόξεστα τα κέρατα περάσουν,
αληθινά του βγαίνουνε του ανθρώπου που τα βλέπει

Αναλυτικά τα παιδιά του θεού Ύπνου είναι οι εξής:
  • Μορφέας : Το όνομα, βγήκε από τη λέξη "Μορφή"και σχετίζεται με την ικανότητά του να παίρνει οποιαδήποτε ανθρώπινη μορφή και να εμφανίζεται στα όνειρα. Έχει την ιδιότητα να στέλνει εικόνες στα όνειρα ή στα οράματα των ανθρώπων, να τα διαμορφώνει, και να μορφοποιεί τα όντα που κατοικούν σε αυτά. Η δράση του Μορφέα είναι πρωταγωνιστική, αλλά όχι αποκλειστική. Ο Μορφέας είναι ο πιο ισχυρός από τους υπόλοιπους, για αυτό και είναι ο μοναδικός θεός που μπορεί να επέμβει στα όνειρα των βασιλιάδων και των ηρώων, ενώ όπως λένε μετέφερε τα μηνύματα των θεών στους θνητούς, με τη μορφή ονείρων.
  • Φοβήτωρ : Κάνει τα όνειρα τρομακτικά. Είναι η προσωποποίηση του εφιάλτη, και παίρνει μορφή τεράτων ή τρομακτικών ζώων.
  • Φάντασος : Παράγει τα δυσνόητα και πλασματικά όνειρα, ενώ εμφανίζεται χωρίς ζωτική μορφή. Είναι η προσωποποίηση της φαντασίας.
  • Ίκελος : Βοηθάει τις πτυχές των ονείρων που απεικονίζουν τη πραγματικότητα, κάνοντάς τα ρεαλιστικά.

Ο Ύπνος απασχόλησε την τέχνη με πολλές μορφές και συχνά τον απεικονίζουν με φτερά αετού ή πεταλούδας στο μέτωπο ή με ένα κέρας, από το οποίο σκορπίζονται τα όνειρα. Στην αρχαία τέχνη, ο Ύπνος απεικονίζεται ως γυμνός νέος, μερικές φορές με γενειάδα και φτερά στο κεφάλι, ή ως κοιμώμενος άνδρας πάνω σε κρεβάτι από πούπουλα με μαύρες κουρτίνες γύρω, ενώ ο Μορφέας αποτρέπει τυχόν θορύβους που θα μπορούσαν να τον ξυπνήσουν. Αρχικά τα όνειρα εμφανίζονταν ως αδελφοί ή αδελφές του Ύπνου, αλλά αργότερα το όνειρο καθιερώθηκα ως γιος του Ύπνου. Ο Ερμής ήταν κι αυτός θεός του Ύπνου. Στην κιβωτό του Κυψέλου, στην Ολυμπία, τα δύο αδέλφια, δηλαδή ο Ύπνος και ο θάνατος, εικονίζονται σαν αγοράκια που κοιμούνται στην αγκαλιά της μητέρας τους, ο Θάνατος ζωγραφισμένος με μαύρο χιτώνα και ο Ύπνος με άσπρο. Στη Σπάρτη η απεικόνισή του συνοδεύεται πάντα από εκείνη του Θανάτου. Σε μεταγενέστερα χρόνια ο Θάνατος και ο Ύπνος συγχωνεύτηκαν σε μία θεότητα.

ΟΡΦΙΚΟΣ ΥΜΝΟΣ ΘΕΟΥ ΥΠΝΟΥ

Ώ ύπνε, συ ο βασιλεύς όλων των μακαρίων θεών καί των θνητών ανθρώπων καί όλων των ζώων όσα τρέφει η ευρεία γή διότι μόνος σου είσαι κυρίαρχος όλων και προσέρχεσαι εις όλους καί δεσμεύεις τα σώματα με δεσμά, που δεν είναι κατασκευασμένα από χαλκό.

Εσύ μας απαλλάσσεις από τις φροντίδες καί μας παρέχεις γλυκεία ανακούφισι από τους κόπους καί μας παρασκευάζεις για κάθε λύπη μια ιερή παρηγοριά και μας φέρεις επίσης την άσκησιν (την προπαρασκευήν) του θανάτου καί διασώζεις τάς ψυχάς μας διότι εσύ είσαι εκ φύσεως ο γνήσιος αδελφός της Λήθης καί του θανάτου. Αλλα, ώ μακάριε, σε παρακαλώ να έλθης συγκερασμένος με γλυκύτητα καί να σώζης ευνοϊκώς τους μύστας για τα θεϊκά έργα.

Ὕπνε, ἄναξ μακάρων πάντων θνητῶν τ᾽ ἀνθρώπων καὶ πάντων ζώιων, ὁπόσα τρέφει εὐρεῖα χθών· πάντων γὰρ κρατέεις μοῦνος καὶ πᾶσι προσέρχηι σώματα δεσμεύων ἐν ἀχαλκεύτοισι πέδηισι, λυσιμέριμνε, κόπων ἡδεῖαν ἔχων ἀνάπαυσιν καὶ πάσης λύπης ἱερὸν παραμύθιον ἔρδων· καὶ θανάτου μελέτην ἐπάγεις ψυχὰς διασώζων· αὐτοκασίγνητος γὰρ ἔφυς Λήθης Θανάτου τε. ἀλλά, μάκαρ, λίτομαί σε κεκραμένον ἡδὺν ἱκάνειν σώζοντ᾽ εὐμενέως μύστας θείοισιν ἐπ᾽ ἔργοις.

πηγή: psi-gr.tripod - el.wikipedia - eleysis69

Η ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΑΠΟΨΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΝΩΣΗ - ΜΥΘΟΙ ΚΑΙ ΑΛΗΘΕΙΕΣ

$
0
0


Του ψυχίατρου Θοδωρή Δασκαλόπουλου

Προλογικά

Η ύπνωση είναι μια ιδιαίτερη ψυχική κατάσταση, γνωστή από την αρχαιότητα με διάφορα ονόματα. Αλλά για διάφορους λόγους, στην κουλτούρα της ελληνικής κοινωνίας, αλλά και στην ελληνική επιστημονική κοινότητα, η ύπνωση περιβάλλεται με μυστήριο. Η μοναδική "πληροφόρηση"του Έλληνα, είναι οι ταινίες μυστηρίου και οι όποιες περιστασιακές αναφορές από τα τηλε-μέντιουμ στις "πύλες της βλακείας"της οργανωμένης οικονομικής αφαίμαξης των αδαών!

Η φυσική τάση του ανθρώπου, είναι να είναι επιφυλακτικός με το άγνωστο. Έτσι, η έλλειψη έγκυρης πληροφόρησης για την ύπνωση, γεννά τη δυσπιστία και τους μύθους.

Σε αυτήν την ενότητα, θα προσπαθήσουμε να ξεδιαλύνουμε τους μύθους σχετικά με την ύπνωση. Με επίγνωση ότι με τη μελέτη μας για την ύπνωση, θα βουτήξουμε σε "βαθιά νερά", θα προσπαθήσουμε να ξεδιαλύνουμε όσο περισσότερο μπορούμε, ένα από τα πραγματικά και γοητευτικά μυστήρια της σύγχρονης εποχής. Θα καταγράψουμε όσες γνωστές αλήθειες υπάρχουν μέχρι σήμερα για την ύπνωση και θα αποκαθηλώσουμε τους σχετικούς μύθους.

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΥΠΝΩΣΗ

Υπάρχει η ύπνωση; Τι γνωρίζετε για την ύπνωση; Πιστεύετε ότι είναι καλό ή κακό φαινόμενο; Οι πεποιθήσεις σας για την ύπνωση, πώς αποκτήθηκαν; Τι είναι τελικά η ύπνωση;

Κάθε άνθρωπος μεγαλώνει μέσα σε ένα σύστημα απόψεων και πεποιθήσεων. Από τους γονείς μέχρι τους πανεπιστημιακούς δασκάλους, από τους θρησκευτικούς μέχρι τους πολιτικούς ταγούς και από τους τεχνίτες μέχρι τους καλλιτέχνες, η ελευθερία της σκέψης μας συνήθως περιορίζεται, στην απλή επιλογή, ανάμεσα στις πεποιθήσεων των άλλων. Εσείς ποιά άποψη επιλέξατε για την ύπνωση;

Ο ανθρώπινος πολιτισμός έχει γίνει πολύπλοκος τώρα πια. Οι homo universalis εκλείπουν. Δεν προλαβαίνουμε να μάθουμε και να εκφέρουμε προσωπική γνώμη για όλα τα γνωστά θέματα. Έτσι δανειζόμαστε και πιστεύουμε αυτά που κάποιοι άλλοι γύρω μας είπαν. Αυτό δημιουργεί την τάση να αναπτύσσονται «σύγχρονοι μύθοι».

Τέτοιοι συσσωρευμένοι μύθοι, κατακλύζουν το κεφάλαιο της γνώσης για την ύπνωση. Ο πολύς κόσμος, επηρεασμένος από τη λογοτεχνία, τον κινηματογράφο και την μεταφυσική παραπλάνηση, αναπτύσσει μία θολή αναπαράσταση στο νου του, για ένα πανάρχαιο φαινόμενο, που μάλιστα όπως φαίνεται, παραλλαγές του υπάρχουν και πριν από την εμφάνιση του ανθρώπου στη γη. Γνωρίζετε ότι η ύπνωση απαντάται και στo ζωικό βασίλειο;

Σε θέματα όπως η ύπνωση, γίνεται πολλή συζήτηση, αλλά κανείς δεν μπορεί να δει με σιγουριά, τα σύνορα τής αλήθειας, με το μύθο, το θρύλο, την αβεβαιότητα, την παραπληροφόρηση, ή και το εσκεμμένο ψέμα. Με την πρόοδο της επιστήμης και την μεθοδολογία της έρευνας, υπάρχουν ερωτήματα που παίρνουν μία πρώτη απάντηση, πού σπάνια βέβαια είναι οριστική και σίγουρη, αλλά πού συνήθως επιδέχεται στο μέλλον ακριβέστερο προσδιορισμό. Τέτοια θέματα όπως η ύπνωση, βρίσκονται και μέσα στο πεδίο της επιστήμης, αλλά τα συναντάμε συχνότερα, σε μεταιχμιακές ζώνες, όπως στα όρια της επιστήμης με τη θρησκεία, τη μεταφυσική, την πολιτική, και την έννοια της ηθικής. Όπως είναι φυσικό, οι επιστήμονες, όντα προικισμένα κατ'εξοχή με περιέργεια και επιμονή, εισχωρούν όλο και περισσότερο στα γειτονικά εδάφη, δημιουργώντας άλλοτε αναστάτωση και άλλοτε ανακούφιση.

Τα διάφορα επιστημονικά πορίσματα γίνονται αποδεκτά, με άνεση πού ποικίλλει. Όσο πιο ριζοσπαστικά αλλάζουν την άποψή μας για τον κόσμο πού μας περιβάλλει, τόσο πιο δύσκολα γίνονται αποδεκτά, και τόσο περισσότερη επίθεση δέχονται. Διότι υπάρχουν συμφέροντα πού θίγονται από την ανελέητη είσοδο της επιστήμης στους γειτονικούς χώρους της μεταφυσικής. Σαν κλασσικό παράδειγμα ας αναφέρουμε το Γαλιλαίο και τον κατατρεγμό πού υπέστη από το εκκλησιαστικό κατεστημένο της εποχής, λέγοντας ότι η Γη είναι πού γυρίζει γύρω από τον Ήλιο και όχι το αντίθετο, όπως πίστευαν μέχρι τότε. Θα δούμε και παραδείγματα επιστημόνων που διώχθηκαν λόγω της ενασχόλησής τους με την ύπνωση.

Δεν είναι μόνο στην ύπνωση, που παρατηρούνται διαστρεβλώσεις μέχρι και βάρβαρες κακοποιήσεις στα επιστημονικά δεδομένα, με σκοπό την υποστήριξη μεταφυσικών, ηθικών, θρησκευτικών ή πολιτικών πεποιθήσεων. Είναι δυστυχώς πολύ εύκολο για το ανθρώπινο μυαλό, συνειδητά ή ασυνείδητα, να κάνει τέτοιου είδους αστήρικτες προεκτάσεις. Η κατάσταση γίνεται ακόμα πιο δύσκολη, όταν πρόκειται για θέματα όπως η ύπνωση, όπου η επιστήμη δεν μπορεί ακόμα να δώσει μία σαφή κατεύθυνση απάντησης, ή όπου οι ειδικοί δεν φαίνεται προς το παρόν να καταλήγουν όλοι στα ίδια συμπεράσματα.

Γύρω από την ύπνωση, συνωστίζονται απόψεις και δοξασίες, από απλά αστείες μέχρι κατευθυνόμενες στην οικονομική εκμετάλλευση των αφελών. Μάγισσες, χαρτορίχτρες, μέντιουμ, εσωτερικά τάγματα, μυστικές εταιρείες και συναφή κυκλώματα, ανθούν με χαρακτηριστική ευκολία. Μάλιστα περιέργως πως, όσο μεγαλύτερη είναι η μονόπλευρη τεχνολογική ανάπτυξη του πολιτισμού, τόσο πιο άνετα γίνεται η εγκατάσταση αστήρικτων δοξασιών. Ίσως γιατί ο κόσμος αδυνατεί να παρακολουθήσει τις εξελίξεις που καλπάζουν και παραιτείται πνευματικά! Η αναγωγή της απάντησης ενός δύσκολου ερωτήματος σε μεταφυσικές σφαίρες, είναι μία πολύ εύκολη και ξεκούραστη διέξοδος, αλλά δηλώνει ταυτόχρονα την παραίτηση και την αδυναμία μας, να βαδίσουμε πιο πέρα.

Σε μία τέτοια μεταιχμιακή ζώνη βρίσκεται (για τον περισσότερο κόσμο) η ύπνωση, η οποία σαν φυσικό φαινόμενο αντιστέκεται ακόμα στην πλήρη επιστημονική ανάλυση, τόσο για λόγους αντικειμενικούς, όσο και για λόγους υποκειμενικούς όπως θα αναλύσουμε.

Από τα τέλη όμως του 19ου αιώνα, έχει φανεί ότι τα υπνωτιστικά φαινόμενα δεν έχουν ανάγκη για την ερμηνεία τους διάφορους υπερφυσικούς παράγοντες. Στις αρχές δε τού 21ου αιώνα, η ποσότητα των επιστημονικών στοιχείων είναι τέτοια πού να επιτρέπει την εξαγωγή συμπερασμάτων, σχετικά με την ουσία και τη χρήση της ύπνωσης. Οι όποιες αναφορές σε "μεταφυσικά γεγονότα"στην ύπνωση, θα συζητηθούν από τη σκοπιά της εξήγησής τους. Υπάρχουν πάντα πράγματα που μένουν ανεξήγητα (όπως δίδαξε ο Godel). Αλλά είναι πολύ σημαντικό να καταλάβουμε ότι με την ανάλυση και τη μελέτη των φαινομένων στην ύπνωση, μπορούμε να κατανοήσουμε πολλά. Στη συνέχεια θα χρησιμοποιήσουμε με θετικό τρόπο τις αποκτημένες γνώσεις.

Ότι δεν κατανοούμε, έχουμε συνήθως την τάση να το αντιμετωπίζουμε με επιφύλαξη, δυσπιστία, φόβο έως και πλήρη άρνηση (απώθηση). Ιδανικές συνθήκες πού όπως βέβαια αναμένεται, στα χέρια επιδέξιων ατόμων με ύποπτα και πονηρά κίνητρα, μετατρέπονται σε μηχανισμούς εξαπάτησης και υψηλά ποσοστά άκριτης και αισχρά μεσαιωνικής, νυχτερινής τηλεθέασης. Η δε επιτηδευμένη έλλειψη έγκυρης πληροφόρησης, διευκολύνει την ύπαρξη τέτοιων κυκλωμάτων.

Για παράδειγμα, φαίνεται καθαρά πως ο σκοπός των τηλεοπτικών εκπομπών με θέμα την ύπνωση, στοχεύει ακριβώς στο να παραμείνει αθέατος στον κόσμο, ο κόσμος της σκέψης, της έρευνας, της επιστήμηςΟι μάζες χειραγωγούνται καλύτερα όταν φοβούνται και ζουν στο σκοτάδι. Όταν η διαφήμιση που συντηρεί την τηλεόραση, χρησιμοποιεί κρυφές τεχνικές μαζικής ύπνωσης για την ακατάσχετη προτροπή σε κατανάλωση, είναι αναμενόμενο να μην ανεχτεί τηλεοπτικές εκπομπές με θέμα το ξεσκέπασμα των μεθόδων της. Αντίθετα έχει συμφέρον και αυτό πράττει, να στρέψει τον κόσμο σε νοητική δυσπαρεύνια κάνοντάς τον να πιστέψει ότι η ύπνωση αφορά «αναδρομές σε προηγούμενες ζωές». Ο σκοπός είναι να γελοιοποιήσει έντεχνα, έναν επικίνδυνο αντίπαλο: Τη γνώση και τα μυστικά γύρω από την ύπνωση.

Έτσι στην κοινή γνώμη, η ύπνωση παραμένει ένα ακόμα μυστήριο πού σαγηνεύει και φοβίζει ταυτόχρονα. Τυλιγμένη με αυτό το πέπλο γοητείας και μυστηρίου, προκαλεί την ανθρώπινη κατανόηση, και μέσα από τη πάροδο των ετών πιέζει συστηματικά την επιστημονική κοινότητα, για ανάλυση, εξήγηση, και ορθή χρησιμοποίηση. Σε πολλές χώρες της Δυτικής και Ανατολικής Ευρώπης, στην Αμερική και στην πρώην ΕΣΣΔ, κυκλοφορούν, με αυξανόμενο ρυθμό τα τελευταία χρόνια, πολλά έγκυρα συγγράμματα και περιοδικά γύρω από το θέμα, γραμμένα από ειδικούς (συχνά ψυχίατρους ή ψυχολόγους).

Στη χώρα μας δυστυχώς επικρατεί ακόμα άλλο κλίμα. Η τηλεόραση όπως είπαμε, συχνά ξευτελίζει το θέμα. Από τα λιγοστά βιβλία πού υπάρχουν, τα περισσότερα εμπλέκονται στα σαθρά εδάφη της μεταφυσικής και του πνευματισμού, αντανακλώντας βεβαίως τις απόψεις περασμένων εποχών. Στις μεγάλες βιβλιοθήκες δεν έρχονται τα σχετικά περιοδικά. Στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας στη διάρκεια των έξι ετών της Ιατρικής Σχολής, δεν συναντήσαμε παρά δύο μόνο σειρές βιβλίου (σε υποσημείωση και με μικρά γράμματα!), που αναφέρονταν στην ύπνωση. Την ίδια στιγμή, σε πολλά Πανεπιστήμια τού εξωτερικού, η ύπνωση διδάσκεται σαν ξεχωριστό γνωστικό αντικείμενο (π.χ. κλινική ύπνωση).

Εκτός από την κλασσική μορφή πού περιγράφεται συνήθως στις κινηματογραφικές ταινίες, η ύπνωση έχει και μία άλλη αδιόρατη μορφή. Ο ρόλος της ύπνωσης σε δεύτερο, μη άμεσα αντιληπτό επίπεδο, στην ιστορία των λαών, στη θρησκεία, στην τέχνη, στη πολιτική, στη διαφήμιση, στην ιατρική και στον έρωτα, παρέμενε για πολλά χρόνια στην αφάνεια. Τα τελευταία όμως χρόνια, αποτελεί αντικείμενο μεθοδικής μελέτης.

Η φιλοδοξία αυτής της ενότητας, είναι να παρουσιάσει μία όσο το δυνατό πληρέστερη και σφαιρική αναφορά των σύγχρονων επιστημονικών απόψεων, γύρω από την ύπνωση και να επιχειρήσει να δείξει πως υπάρχει θέση για μία γόνιμη χρησιμοποίηση της Ύπνωσης στην Ψυχιατρική αλλά και σε πολλούς άλλους τομείς .

Τι είναι λοιπόν η ύπνωση;

ΟΡΙΣΜΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΝΩΣΗ

Θα προσέξατε ήδη την χρήση του πληθυντικού στον εισαγωγικό τίτλο "Ορισμοί"αυτής της ενότητας του κειμένου. Όταν αρχίζουμε να περιγράφουμε ένα θέμα, συνηθίζεται να γράφουμε «Ορισμός», αντί «Ορισμοί». Γιατί άραγε;

Μήπως θα αναλύσουμε στη συνέχεια πολλά και διαφορετικά φαινόμενα, στον ίδιο ωστόσο άξονα της ανθρώπινης φύσης; Μήπως θα εξετάσουμε ένα μεγάλο θέμα από πολλές οπτικές γωνίες, έτσι ώστε από κάθε μία από αυτές να μοιάζει σαν να πρόκειται για διαφορετικό θέμα; Μήπως θα εξετάσουμε ένα φαινόμενο που από τη φύση του, αφορά μη αυστηρά λογικές και απόλυτα κατανοητές αλήθειες – τουλάχιστον στην παρούσα φάση εξέλιξης των επιστημών; Μήπως οι λέξεις δεν είναι πάντα αρκετά ισχυρές για να μεταδώσουν όλες τις καταστάσεις λειτουργίας και συνείδησης του εγκεφάλου μας; Κατά παράδοξο τρόπο, για την ύπνωση, ισχύουν όλα τα παραπάνω.

Η ποικιλία από τους μέχρι τώρα προτεινόμενους ορισμούς για την Ύπνωση, μας δείχνει τη δυσκολία ανεύρεσης ενός και μοναδικού ορισμού πού να την περιγράφει απόλυτα. Αυτό αντανακλά την πολυπλοκότητα του φαινομένου, αλλά και τις διαφορές απόψεων, ανάλογα με τις εποχές και τους διάφορους συγγραφείς. Θα παραθέσουμε παρακάτω κάποιους ορισμούς, αλλά μην περιμένετε σε αυτή τη φάση να καταλάβετε και πολλά.

Όπως συμβαίνει και με έναν πίνακα ζωγραφικής, όσο πιο κοντά τον βλέπεις, τόσο περισσότερο εμφανίζονται οι κουκίδες της μπογιάς και χάνεται η γενική αίσθηση του έργου. Πρέπει να δούμε γενικά και από απόσταση έναν πίνακα, για να συλλάβουμε το νόημά του. Έτσι και με την ύπνωση. Το να περιορίσουμε σε λίγες λέξεις ένα τόσο μεγάλο θέμα, περιέχει τον κίνδυνο να το περιγράψουμε εσφαλμένα ή ελλιπώς. Αλλά θα αντιληφθούμε καλύτερα μετά από τους ορισμούς, τι προκύπτει σαν γενική εικόνα.

Κατά καιρούς έχει προταθεί ότι:
  • "Ύπνωση είναι η επαγωγή ενός τεχνητού ατελούς ύπνου".
  • "Ύπνωση είναι μια κατάσταση διεγερμένης και αυξημένης εστιακής συγκέντρωσης της προσοχής και εσωτερικής ενημερότητας, με παράλληλα ελαττωμένη ενημερότητα των περιφερικών ερεθισμάτων".
  • "Ύπνωση είναι ένα επίπεδο συνείδησης παραγόμενο τεχνητά, πού μοιάζει με τον ύπνο, αλλά διαφορετικό από άποψη φυσιολογίας, και το οποίο χαρακτηρίζεται από αυξημένη υποβολιμότητα και αλλαγές στην αισθητηριακή αντίληψη, στην εκούσια και ακούσια κινητικότητα και στον έλεγχο της μνήμης".
  • "Ύπνωση είναι μια κατάσταση αυξημένης υποβολιμότητας", κατά τον Bernheim, ο οποίος μάλιστα προς το τέλος της ζωής του έφτασε να λέει ότι «δεν υπάρχει ύπνωση υπάρχει μόνο υποβολή"!
  • "Ύπνωση είναι μια παροδική κατάσταση τροποποιημένης προσοχής, πού μπορεί να προκληθεί από ένα άτομο σε ένα άλλο, στη διάρκεια της οποίας διάφορα φαινόμενα μπορούν να εμφανιστούν, αυτόματα ή σαν απάντηση σε λεκτικά ή άλλα ερεθίσματα. Αυτά τα φαινόμενα περιλαμβάνουν αλλαγές στη συνείδηση και τη μνήμη, αύξηση της υποβολιμότητας , και εμφάνιση ιδεών και αντιδράσεων στο πνεύμα του υπνωτιζόμενου μη οικείων στην καθημερινή του ζωή. Άλλα επίσης φαινόμενα όπως αναισθησία, εικονικές παραλύσεις, μυϊκή ακαμψία, και αγγειοκινητικές διαφοροποιήσεις μπορούν ή να παραχθούν ή να κατασταλούν, κατά τη διάρκεια της ύπνωσης."
  • "Ύπνωση είναι η εστίαση της προσοχής, κατά τη διάρκεια της οποίας οι πνευματικές ικανότητες απορροφούνται τελείως από μία σκέψη ή μία σειρά σκέψεων, έτσι ώστε παροδικά να διακόπτεται η επικοινωνία με το άμεσο εξωτερικό περιβάλλον".
  • "Ύπνωση είναι η κατάσταση παροδικού τεχνητού διαχωρισμού της λειτουργίας των εγκεφαλικών ημισφαιρίων, με αποτέλεσμα την βελτίωση της επικοινωνίας και της έκφρασης του μη-επικρατούντος ημισφαιρίου".
  • "Ύπνωση είναι μια κατάσταση μετακίνησης της σκέψης προς τα έσω, πού διευκολύνει τη δημιουργική φαντασία, τον επαγωγικό τρόπο συλλογισμού (σε σχέση με τον απαγωγικό) , και πού μειώνει την ανάγκη επιβεβαίωσης της πραγματικότητας, διότι θέτει σε ενέργεια ένα πλαίσιο αναφοράς το οποίο βοηθούμενο από τις κατάλληλες υποβολές, επιτρέπει στις ιδέες να γίνουν αισθητές με τέτοια ζωντάνια, έως του σημείου να θεωρηθούν σαν αυθεντικές ψευδαισθήσεις".
  • "Ύπνωση είναι υποστροφή σε ένα τρόπο διανοητικής λειτουργίας, κατά τον οποίο οι ιδέες γίνονται δεκτές χωρίς κριτική, από την πρωτογενή διαδικασία της υποβολής".
  • "Ύπνωση ψυχο-φυσιολογικά, μπορούμε να θεωρήσουμε την υπνωτιστική εμπειρία, σαν μία ελεγχόμενη κατάσταση διάσχισης της συνείδησης".
  • "Ύπνωση είναι μια απάντηση σε ένα ερέθισμα του εξωτερικού περιβάλλοντος ή του εσωτερικού μας κόσμου, η οποία ενεργοποιεί την ενδογενή ικανότητα του υποκειμένου για αλλαγή επιπέδου συνείδησης, και επίταση της προσοχής προς μία δεδομένη εσωτερική κατεύθυνση. Αυτή η αλλαγή είναι ευαίσθητη και εξαρτάται από τις ενδείξεις του υπνωτιστή ή και του ίδιου του υπνωτιζόμενου αν είναι κατάλληλα εκπαιδευμένος".
  • "Ύπνωση είναι μία συναινετική αλληλοσυμπλοκή, της υποβολής, με το παιχνίδι των ρόλων και τη μεταβίβαση (η ψυχαναλυτική έννοια του transfer), ενώ η φύση της ίδιας της ύπνωσης χαρακτηρίζεται από αλλαγές της αντίληψης και της μνήμης, με την αίσθηση της πραγματικότητας να γίνεται τελείως υποκειμενική".
  • "Ύπνωση είναι μία τροποποιημένη κατάσταση συνείδησης των πραγμάτων και των γεγονότων".
Για κάποιο περίεγο λόγο, όλοι οι παραπάνω ορισμοί περιγράφουν αληθινές πλευρές του φαινομένου, αλλά κανένας ολόκληρη την ύπνωση.

Στην βιβλιογραφία συχνά χρησιμοποιείται ο όρος "Υπνωτισμός"αντί για τη λέξη "Ύπνωση". Φαίνεται όμως να χρησιμοποιείται από μερικούς συγγραφείς για να υποδηλώσει, πιο συγκεκριμένα, τις διάφορες μεθόδους επαγωγής της ύπνωσης. Νομίζουμε πως η ασάφεια πού δημιουργείται από την ταυτόχρονη χρήση και των δύο λέξεων είναι σημαντική. Έτσι θα αποφύγουμε τη χρήση της λέξης "Υπνωτισμός", σε μία προσπάθεια αποφυγής λεκτικής σύγχυσης. Θα χρησιμοποιήσουμε μόνο τη λέξη "Ύπνωση".

ΥΠΝΩΣΗ, ΜΥΘΟΙ ΚΑΙ ΑΛΗΘΕΙΕΣ

ΣΥΧΝΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ



Μύθος: Η ύπνωση είναι μια αφύσικη ή μεταφυσική κατάσταση.
ΑλήθειαΗ ύπνωση είναι μια φυσιολογική λειτουργία του ανθρώπινου ψυχισμού. Η δυνατότητα για ύπνωση υπάρχει μέσα σε κάθε άνθρωπο (αλλά και στα περισσότερα ζώα). Η ονειροπόληση, η φαντασία, η έκσταση, η μυσταγωγία, είναι οι απαρχές του γενικού φαινομένου της ύπνωσης.

Μύθος: Η ύπνωση έρχεται από εξωτερικούς παράγοντες.
Αλήθεια : Η ύπνωση είναι μια εσωτερική δυνατότητα, που ενυπάρχει μέσα σε κάθε άνθρωπο. Η ύπνωση δεν επιβάλλεται ούτε με μηχανικές συσκευές, ούτε με χημικές ουσίες, ούτε με υπερφυσικές δυνάμεις του υπνωτιστή ή όποιου άλλου. Η ιδέα του μεσαίωνα ότι στην ύπνωση κάποιος «κάνει κάτι» σε κάποιον άλλον, είναι τελείως λάθος. Ο υπνωτιστής λειτουργεί περίπου όπως αυτός που ρωτάμε να μας δείξει τον δρόμο π.χ. για την Πάτρα. Θα μας εξηγήσει πώς να πάμε, αλλά θα πάμε μόνοι μας, δεν περιμένουμε με μαγικό τρόπο να μας τηλε-μεταφέρει στην Πάτρα, ούτε έχουμε την απαίτηση να έρθει και ο ίδιος! Για το λόγο αυτό, η ύπνωση είναι ουσιαστικά αυτούπνωση, ακόμα και όταν βοηθιέται από ένα κλινικό υπνοθεραπευτή.

Μύθος: Η ύπνωση είναι ότι και ο ύπνος.
ΑλήθειαΗ ύπνωση είναι διαφορετική κατάσταση από τον ύπνο. Βρίσκεται σε μια ενδιάμεση περιοχή ανάμεσα στην εγρήγορση και τον ύπνο. Η ονομασία ύπνωση δόθηκε, μάλλον γιατί είναι συχνότερο να έχει ο υπνωτιζόμενος τα μάτια κλειστά. Μπορεί όμως κάποιος, κάλλιστα να είναι υπνωτισμένος και με τα μάτια ανοιχτά!

Μύθος: Ο υπνωτισμένος μπορεί να μείνει «κολλημένος» στην ύπνωση.
Αλήθεια: Αν δεν μιλήσεις στον υπνωτισμένο, συνήθως σε λίγα λεπτά, θα επιστρέψει στην συνήθη κατάσταση εγρήγορσης. Λιγότερο συχνά, μπορεί να κοιμηθεί για λίγο, αν δεν του μιλήσεις καθόλου! Ποτέ όμως δεν έμεινε κανείς «κολλημένος» στην ύπνωση.

Μύθος: Ο υπνωτισμένος χάνει κάθε επαφή με την πραγματικότητα.
ΑλήθειαΟ υπνωτισμένος κρατάει πάντα ένα επίπεδο επαφής με την πραγματικότητα. Για παράδειγμα ακούει τη φωνή του υπνωτιστή ή όποιου άλλου του μιλάει. Επίσης βλέπει τα εμπόδια στο δωμάτιο και δεν πέφτει επάνω τους, αν τυχόν περπατήσει υπνωτισμένος. Μπορεί να γράψει, να ζωγραφίσει και να μιλήσει, παρόλο που είναι σε ύπνωση!

Μύθος: Ο υπνωτισμένος είναι ουσιαστικά ξύπνιος.
Αλήθεια: Στην ύπνωση η προσοχή του υπνωτισμένου, εστιάζεται βαθιά στην ανάκληση του αναδυόμενου ενδοψυχικού (υποσυνείδητου) υλικού ή στα παράγωγα της προβλητικής του φαντασίας. Έτσι βάζει σε δεύτερο ρόλο την αντικειμενική εξωτερική πραγματικότητα και δεν ασχολείται ιδιαίτερα με αυτήν, εκτός από την επικοινωνία με τον υπνωτιστή. Αυτή η διάσχιση της προσοχής στην εξωτερική και ταυτόχρονα στην εσωτερική πραγματικότητα, είναι που χαρακτηρίζει την ύπνωση, σαν ένα μοναδικό ψυχικό φαινόμενο.

Μύθος: Αυτά που βλέπει κάποιος στην ύπνωση, είναι τα γνωστά κλασσικά όνειρα.
Αλήθεια: Οι εικόνες και το υλικό που παράγεται από την ύπνωση, σχετίζονται άμεσα με τον ονειρικό κόσμο. Προέρχονται από το ίδιο υπόστρωμα. Αλλά στην ύπνωση τα όνειρα μπορεί να είναι λιγότερο ή περισσότερο, κατευθυνόμενα και ελεγχόμενα, είτε από τον ίδιο τον υπνωτιζόμενο, είτε από τον υπνωτιστή. Η στοχευόμενη ανάδυση ονειρικού υλικού, είναι μια από τις χρήσεις της ύπνωσης στην υπνοθεραπεία. Ο υπνωτιστής για παράδειγμα μπορεί να διακόψει την εξέλιξη μιας αφήγησης του υπνωτισμένου, αν αυτό του προκαλεί δυσφορία. Ανάλογα με το θεραπευτικό στόχο, μπορεί όμως και να προτρέψει τον υπνωτισμένο να αναμετρηθεί με τα φοβικά του αντικείμενα.

Μύθος: Το περιεχόμενο της αφήγησης ενός υπνωτισμένου είναι ιστορικά αληθινό.
Αλήθεια: Το αντίθετο ισχύει συχνότερα. Αφού η φαντασία και οι φαντασιώσεις, παίζουν σοβαρό ρόλο στην ύπνωση, δεν αναμένουμε αφηγήσεις ιστορικού τύπου αλλά κυρίως συμβολικού και φαντασιακού, υλικό όμως πολύτιμο για μελέτη. Οι αναμνήσεις μέσα από την ύπνωση, σαν πάγια και σωστή πρακτική, δεν γίνονται αποδεκτές στα δικαστήρια.

Μύθος: Με την ύπνωση μπορεί κάποιος να ξαναζήσει προηγούμενες ζωές.
Αλήθεια: Αυτές οι παιδαριώδεις και ίσως ρομαντικές σκέψεις, ανήκουν στην παιδική ηλικία της ανθρωπότητας. Έχουμε ακούσει μέσα στα χρόνια τις πιο απίθανες ιστορίες μέσα από την ύπνωση, στο κοντινό ή μακρινό παρελθόν, ακόμα και σε άλλους πλανήτες. Καμία δεν μπόρεσε να αντέξει σοβαρή κριτική στην ιστορική αλήθεια. Μια μόνο λέξη χαρακτηρίζει όσους κρώζουν σήμερα, στον 21ο αιώνα, μυθικές ανοησίες για παλινδρομήσεις σε προηγούμενες ζωές, με την ύπνωση:Απατεώνες. Φυλαχτείτε, γιατί υπάρχουν πολλοί!

Μύθος: Η ύπνωση είναι επικίνδυνη στο σώμα.
ΑλήθειαΔεν υπάρχει καμία παρενέργεια στο σώμα, από την ύπνωση. Αν βέβαια είναι άβολη η καρέκλα, το πολύ να «πιαστείτε»!

Μύθος: Μετά την ύπνωση δεν θα θυμάμαι τίποτα.
ΑλήθειαΑντίθετα, μετά την ύπνωση, θα τα θυμάστε όλα. Σε αντίθεση με τις ταινίες του σινεμά, όπου ο δολοφόνος είχε λάβει κρυμμένη εντολή να πυροβολήσει κάποιον! Αυτά συμβαίνουν μόνο στη φαντασία του συγγραφέα της ταινίας. Αν μάλιστα αμφιβάλλετε, ζητήστε να γραφτεί κάθε συνεδρία σε βίντεο και ξαναδείτε τη αργότερα!

Μύθος: Η ύπνωση είναι το ίδιο με τη χαλάρωση.
Αλήθεια: Η ύπνωση δεν έχει άμεση σχέση με τη χαλάρωση. Απλά η χαλάρωση βοηθάει στην επαγωγή της ύπνωσης. Ένας άνθρωπος εκνευρισμένος και ανήσυχος δεν μπορεί εύκολα να υπνωτιστεί. Η χαλάρωση μπορεί να είναι τμήμα της μεθόδου έναρξης της ύπνωσης, αλλά δεν είναι ύπνωση. Επιπλέον στην καθαυτό διάρκεια μιας ύπνωσης, δεν απαιτείται η χαλάρωση.

Μύθος: Μπορεί κάποιος να μας υπνωτίσει, χωρίς τη θέλησή μας.
ΑλήθειαΚανένας δεν μπορεί να υπνωτιστεί χωρίς τη θέλησή του. Αντίθετα μάλιστα, η συναίνεση και η ενεργητική προσπάθεια του υπνωτιζόμενου, είναι αναγκαία προϋπόθεση για την ύπνωση.

Μύθος: Ο υπνωτιστής μπορεί να με βάλει να κάνω κάτι πού δεν θέλω.
ΑλήθειαΟ υπνωτιστής δεν μπορεί να σας αναγκάσει να κάνετε κάτι, που δεν θα το θέλατε και εσείς. Εδώ χρειάζεται να είσαστε ειλικρινής με τον εαυτό σας.

Μύθος: Πολλοί άνθρωποι πιστεύουν ότι δεν μπορούν να υπνωτιστούν. Άλλοι έχουν την πεποίθηση ότι η ύπνωση απαιτεί ο υπνωτιζόμενος να είναι «ψυχικά αδύνατος» χαρακτήρας, άλλοι ότι πρέπει να είναι «ψυχικά δυνατός».
Αλήθεια: Οι έννοιες «δυνατός» και «αδύναμος» στην ψυχική σφαίρα, είναι ούτως ή άλλως, ασαφείς. Δεν υπάρχει καμία τέτοια προϋπόθεση για την ύπνωση. Αυτό που όντως βοηθάει στην ύπνωση, είναι να μπορεί κάποιος να κινητοποιεί τη φαντασία του, αλλά δεν είναι αναγκαστικό προαπαιτούμενο. Απαιτούμενο είναι να αισθάνεται ότι μπορεί να εμπιστευτεί τον υπνωτιστή. Η αναζήτηση ενός ειδικά εκπαιδευμένου υπνοθεραπευτή, βοηθάει στην εγκατάσταση ενός κλίματος εμπιστοσύνης.

Μύθος: Η τέχνη του να υπνωτίζει κάποιος τους άλλους, είναι χάρισμα για λίγους.
Αλήθεια: Η τέχνη του να υπνωτίζει κάποιος τους άλλους, είναι μια δεξιότητα που διδάσκεται. Κάποιοι έχουν μεγαλύτερη έμφυτη ικανότητα, κάποιοι μικρότερη, αλλά δεν είναι «ουράνιο χάρισμα». Και όπως σε όλα τα θέματα, ταλέντο είναι η καλλιέργεια του ταλέντου.

Μύθος: Ο υπνωτιστής μπορεί να με γελοιοποιήσει μπροστά σε άλλους.
Αλήθεια: Αυτό το σπορ, το ασκούν μόνο οι υπνωτιστές της διασκέδασης. Αν απαντήσετε στην πρόσκληση του υπνωτιστή να ανεβείτε στη σκηνή για να υπνωτιστείτε, αυτό σημαίνει ότι τα θέλατε και τα πάθατε! Αυτός είναι ο νόμος της διασκέδασης! Με ένα ψυχίατρο δεν διατρέχετε αυτόν τον κίνδυνο. Καλύπτεστε από την Ιατρική Ηθική και Δεοντολογία.

Μύθος: Τα μυστικά μου θα αποκαλυφθούν. Δεν θέλω ο καθένας να ελέγχει το μυαλό μου!
Αλήθεια: Η ύπνωση δεν είναι o ορός της αλήθειας. Γνωρίζετε τα πάντα για τη διαδικασία και ελέγχετε αυτό που θέλετε να πείτε, αν λέγεται ή δεν λέγεται, οποιαδήποτε στιγμή κατά τη διάρκεια της συνόδου. Αν πάλι πάτε σε έναν Ψυχίατρο και δεν του πείτε τα μυστικά σας, τότε γιατί να πάτε; Σε κάθε περίπτωση, τον έλεγχο του μυαλού σας τον έχετε μόνον εσείς. Υπάρχει πάντα ο προστατευτικός παράγοντας του νου, που εξασφαλίζει ότι τα ήθη, οι αξίες, και οι πεποιθήσεις σας κρατιούνται άθικτες, και επιτρέπει την πρόσβαση μόνο στις θετικές προτάσεις στον υποσυνείδητο.

Μύθος: Η ψυχοθεραπεία με ύπνωση είναι μια ανώδυνη διαδικασία.
Αλήθεια: Η υπνοθεραπεία δεν είναι σαν τον «ανώδυνο τοκετό». Το εκλυόμενο συναίσθημα κινητοποιείται έντονα, ισχυρά και ορμητικά προς κάθε κατεύθυνση. Ο καλά εκπαιδευμένος επαγγελματίας στην κλινική ύπνωση, φροντίζει να διοχετεύει κατάλληλα αυτή την ενέργεια. Ποτέ δεν ανοίγει το κανάλι αν δεν σιγουρευτεί ότι μπορεί να ελέγξει τα νερά!

Μύθος: Η ύπνωση, σαν θεραπεία από έναν ειδικό, κοστίζει πολύ!
Αλήθεια: Η ύπνωση είναι οικονομικότερη από την κλασσική ψυχανάλυση, και πολλά άλλα είδη ψυχοθεραπείας, απλά λόγω της ταχύτερης πρόσβασης στο υποσυνείδητο, όπου μπορείτε να κάνετε τις αλλαγές που θα σας ωφελήσουν. Το αντίτιμο στην ταχύτερη πρόσβαση, είναι κάποιες εντονότερα φορτισμένες συνεδρίες. Το ψυχικό φορτίο που πρέπει να αποδεσμευτεί είναι το ίδιο, είτε αποδεσμεύεται λίγο-λίγο για πολύ χρόνο, είτε περισσότερο αλλά συντομότερα! Είναι θέμα προσωπικής επιλογής.

Μύθος: Το μυαλό μου είναι πάρα πολύ δυνατό για να υπνωτιστεί.
Αλήθεια: Ένα δυνατό μυαλό είναι ένα πλεονέκτημα στην γρήγορη πρόσβαση της ωφέλειας από την ύπνωση. Μπορεί κάλλιστα να υπνωτιστεί.

πηγή: psi-gr.tripod.com

ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΤΟΥ DEZA VU

$
0
0


Εισαγωγή στα αινιγματικά φαινόμενα 
deja vu, deja vecu, deja senti, deja entendu


Η φευγαλέα, παράδοξη, αινιγματική και αόριστη αίσθηση ότι κάποτε στο παρελθόν μας έχουμε,
  1. ξαναδεί την σκηνή που βλέπουμε τώρα (deja vu), ή
  2. ξαναζήσει την στιγμή που ζούμε τώρα (deja vecu) ή
  3. ξανά αισθανθεί αυτό που νοιώθουμε τώρα (deja senti) ή
  4. ξανακούσει αυτό που ακούμε τώρα (deja entendu) ή
  5. ξανά γευτεί, (deja goute) ή
  6. ξανασυναντήσει, (deja rencontre) ή
  7. ξανά ονειρευτεί, (deja reve) ή
  8. ξανασκεφτεί, (deja pense),
αποτελεί κοινή εμπειρία της ζωής των περισσότερων ανθρώπων.

Αρκετές φορές παρατηρούμε και την αντίθετη κατάσταση, του jamais vu (πχ. πρόσωπο-αγνωσία) όπου κάποιος βλέπει κάτι που του είναι οικείο, αλλά δεν μπορεί να το αναγνωρίσει. Ανάλογα παρατηρούμε και ταjamais entendujamais pense κλπ.





deja vu
Η σειρά αυτή των παραμνησιακών φαινομένων, μοιάζει με το συναίσθημα της ερωτικής αγάπης. Όσοι το έχουν νοιώσει, το γνωρίζουν.


Για τους υπόλοιπους αποτελεί ένα μυστήριο! Αντίθετα όμως με τα ερωτικά συναισθήματα, διαρκεί πολύ λίγο και έχει συχνά το χαρακτήρα της αναλαμπής. Περίπου 60 - 76% του πληθυσμού αναφέρει ότι έχει εμπειρία του φαινομένου(Brown 2003), αλλά οι περισσότεροι δεν μπορούν να θυμηθούμε που ή πότε. Σημαντικό είναι επίσης να τονίσουμε, ότι υπάρχουν αρκετές παραλλαγές κάτω από το γενικό τίτλο deja vu και πολλοί οι τρόποι που οι άνθρωποι το βιώνουν.

deja vu
Το συναίσθημα του deja vu μπορεί να γίνει αρκετά περίεργο και αρκετά έντονο ώστε να βιωθεί ως επεισόδιο από τη «Ζώνη του Λυκόφωτος»! 

Άλλοι ίσως αρχίσουν να σκέφτονται την πιθανότητα ύπαρξης προηγούμενης ζωής, άλλοι μια εναλλακτική πραγματικότητα σε κάποιο παράλληλο σύμπαν ή σε ένα σύμπαν αντιύλης ή τύπου «Matrix»! Κάποιοι ίσως απλά σκεφτούν ότι ο εγκέφαλός τους, παίζει μαζί τους.

Oι ποιητές και οι μυθιστοριογράφοι έχουν κατά κόρον εκμεταλλευτεί στα κείμενά τους, αυτό το φαινόμενο, από παλιά. Σε αρκετές ταινίες υπάρχουν επίσης αναφορές στο deja vu.Αν και οπτικές θεωρίες σχετικές με την όραση έχουν προταθεί για να εξηγήσουν το deja vu, η όραση δεν είναι αναγκαία για την εμπειρία του φαινομένου. Ο Chris Moulin στο πανεπιστήμιο του Leeds μελετά το deja vu και μερικοί από τους ανθρώπους που χρησιμοποιεί στις μελέτες του είναι τυφλοί, οι οποίοι το βιώνουν εξίσου ζωντανά με όσους βλέπουν κανονικά.

Αν και το deja vu κυριολεκτικά σημαίνει στα Γαλλικά "το έχω ήδη δει", η όραση δεν είναι η μόνη αίσθηση που μπορεί να αναβιωθεί.

Αυτό το αίσθημα εσφαλμένης οικειότητας, συχνότερα εμφανίζεται σε νεαρές ηλικίες και λιγότερο στις μεσαίες ηλικίες. Η συχνότερη κατάληξη είναι η παραδοχή από αυτόν που το βίωσε, ότι τελικά κάπου έκανε λάθος, αν και μένει πάντα μια μικρή αμφιβολία(O'Connor and Moulin 2010)!

Μια μικρή συχνότητα αυτών των φαινομένων (1-2 φορές το χρόνο), είναι απόλυτη συμβατή με την καλή ψυχική υγεία. Τις περισσότερες όμως φορές το deja vu, το συναντάμε σαν σύμπτωμα άλλων παθήσεων.

Τα οργανικά αίτια των φαινομένων deja vu

Πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι μια υψηλή συχνότητα αυτών των φαινομένων, παραπέμπει στην πιθανότητα ύπαρξης σχιζοφρένειας ή άλλων συγγενών παθήσεων της ευρύτερης οικογένειας των ψυχώσεων.

Στη σχιζοφρένεια 53% των ασθενών αναφέρει συμπτώματα deja vu, τα οποία μάλιστα αυξάνονται με τη θεραπεία και ενώ βελτιώνονται τα άλλα συμπτώματα της νόσου(Adachi, Adachi et al. 2007)!

Η εξήγηση είναι ότι οι σχιζοφρενείς εμφανίζουν μικρότερο ποσοστό φαινομένων deja vu, σε αντίθεση με τους μη σχιζοφρενείς, που μπορεί να φτάνει το 76% όπως αναφέραμε αλλού(Adachi, Adachi et al. 2006).

Σε αυτές τις παθήσεις, το φαινόμενο του deja vu εμφανίζεται συχνότερα μετά από νοητική ή σωματική καταπόνηση, έχει μεγαλύτερη διάρκεια και προκαλεί μεγάλη ψυχική αναστάτωση.

Ιδιαίτερα συχνά είναι τα φαινόμενα deja vu, στην διασχιστική διαταραχή ταυτότητας που παλαιότερα ονομάζονταν ως σύνδρομο πολλαπλών προσωπικοτήτων, ωστόσο έχει αποκλειστεί η πιθανότητα να ευθύνονται για την εμφάνιση της πάθησης. Απλά συνυπάρχουν(Adachi, Akanuma et al. 2008).

Στη μετατραυματική διαταραχή άγχους, η αιφνίδια επιστροφή των αναμνήσεων του ψυχικού τραυματισμού (flashback) λαμβάνει χαρακτηριστικά διάσχισης και συχνά ο ασθενής βιώνει φαινόμενα deja vu.

Μερικοί άνθρωποι με επιληψία αναφέρουν επίσης μια ζωηρή αίσθηση του deja vu, να προηγείται μιας κρίσης.  Ο λόγος βρίσκεται στον εγκέφαλο.

Η γρήγορη πυροδότηση των νευρωνικών κυκλωμάτων στο κροταφικό λοβό, συμπεριλαμβανομένου του ιππόκαμπου, μπορεί να προηγηθεί και της επιληπτικής κρίσης και της αίσθησης του deja vu, ίσως εξηγώντας και τα δύο(O'Connor and Moulin 2008).

Οι ερευνητές έχουν προκαλέσει deja vu με την διέγερση αυτών των περιοχών του εγκεφάλου με ηλεκτρόδια(Kovacs, Auer et al. 2009), αλλά τέτοιες έρευνες μπορεί να μην εξηγούν την μεγάλη ποικιλία του φαινομένου, εν μέρει επειδή το σχετιζόμενο με την επιληψία deja vu , δεν φέρνει την ίδια αίσθηση αποπροσανατολισμού έως και του παραφυσικού, σε σχέση με τους μη επιληπτικούς.


Ακόμα και σε επιληπτικούς ασθενείς χωρίς παθολογικά ευρήματα στην μαγνητική τομογραφία, ένας βαθμός μεταβολικής δυσλειτουργίας του κροταφικού λοβού θεωρείται απαραίτητος για την έκλυση των φαινομένων deja vu (Guedj, Aubert et al. 2010). Εκτός από την επιληψία κροταφικού λοβού, δεν είναι σπάνιες οι περιπτώσεις όπου επιληψίες με επίκεντρο τον ινιακό λοβό, επεκτείνονται στον κροταφικό λοβό με συνέπεια την εμφάνιση των συμπτωμάτων deja vu. Τουλάχιστον δύο διαφορετικές μορφές deja vu εκδηλώνονται στην επιληψία(Adachi, Akanuma et al. 2010).

Μεγάλο ενδιαφέρον συγκεντρώνεται στις έρευνες για το γονίδιο LG11 του ανθρώπινου χρωματοσώματος 10. Το LG11 κληρονομείται με πιθανότητα 50% από όποιον γονιό το έχει στο παιδί του και προκαλεί μια συγκεκριμένη μορφή επιληψίας, που η αύρα της παίρνει συχνά τα χαρακτηριστικά του deja vu, συνοδεύεται από ακουστικές ψευδαισθήσεις και ξεκινάει περίπου στην ηλικία των 20 ετών. Το γονίδιο LG11 έχει αρκετές παραλλαγές και δεν έχουν όλες ως συνοδά συμπτώματα της επιληπτικής κρίσης, το φαινόμενο του deja vu. Προς ώρας δεν γνωρίζουμε με ακρίβεια το ρόλο των 2 πρωτεϊνών στον εγκέφαλο, των οποίων  φαίνεται ότι καθοδηγεί την παραγωγή(Tritschler, Huntzinger et al. 2010).

Το συχνό και μακράς διαρκείας deja vu μπορεί να γίνει μια ψυχοπαθολογική διαταραχή με δικό της όνομα, deja vecu:  μια επίμονη ή χρόνια κατάσταση του deja vu (Thompson, Moulin et al. 2004). Οι αξονικές εγκεφάλου σε τέτοιες περιπτώσεις μερικές φορές αποκαλύπτουν διάχυτες βλάβες στους κροταφικούς λοβούς, αλλά καμία συγκεκριμένη σχέση ή αιτία, δεν είναι προφανής. Συχνά  στους ηλικιωμένους, το σύνδρομο deja vecu  συμβαδίζει με φτωχή μνήμη και την άρνηση ότι το deja vu είναι μια παραίσθηση!

Δεν είναι σπάνιο μετά από τραυματισμούς ή σε περιπτώσεις όγκων του κροταφικού ή του βρεγματικού λοβού του εγκεφάλου, επίσης να παρατηρήσουμε τα φαινόμενα deja vu και jamais vu.

Σε καταστάσεις κοντινές με το θάνατο, κάνει συχνά την εμφάνισή του και το σύμπτωμα της εαυτοσκοπίας (να βλέπει κάποιος ολόκληρο τον εαυτό του από κάποια απόσταση) που έχει δώσει μεγάλη λαβή στην πνευματιστική φιλολογία.

Ειρήσθω εν παρόδω, ότι η υψηλή συχνότητα εμφάνισης εαυτοσκοπίας ακόμα και στα όνειρα, χαρακτηρίζει τις ψυχωσικές διαταραχές.

Ένα ακόμα ασυνήθιστο χαρακτηριστικό είναι η δυνατότητα πρόκλησης φαινομένων deja vu από συγκεκριμένες οσμές ειδικά αν έχουν συνδυαστεί στο παρελθόν μας με ισχυρά συναισθήματα. Είναι γνωστό ότι έχουμε τη δυνατότητα να θυμόμαστε σχεδόν δια βίου διάφορες οσμές, αλλά δεν γνωρίζουμε που ακριβώς αποθηκεύονται οι οσφρητικές μνήμες στον ανθρώπινο εγκέφαλο μια και πολλές περιοχές ενεργοποιούνται ταυτόχρονα από τα οσφρητικά ερεθίσματα. Βλάβες στην αμυγδαλή (εγκεφαλικός πυρήνας) ακόμα και από παράσιτα, μπορεί να προκαλέσουν οσφρητικά deja vu(Lee, Owen et al. 2009).

Τέλος να μην παραλείψουμε να ανφέρουμε ότι υπάρχουν ουσίες ακόμα και φάρμακα που κατά καιρούς ενοχοποιούνται για την εμφάνιση συμπτωμάτων deja vu (Taiminen and Jaaskelainen 2001).

Γενικά, η αιφνίδια εμφάνιση φαινομένων deja vu,  deja vecu, jamais vu, σε κάποιον άνθρωπο ειδικά κάποιας ηλικίας, σημαίνει ότι πρέπει να τον παραπέμψουμε για πλήρη εργαστηριακό έλεγχο του εγκεφάλου με αξονική ή μαγνητική τομογραφία, λόγω αυξημένης πιθανότητας ύπαρξης μικρών εγκεφαλικών επεισοδίων ή όγκων (μεταστατικών συνήθως) ή διάχυτης εγκεφαλικής ατροφίας.


Η ερμηνεία του deja vu σύμφωνα με την Ψυχανάλυση, την Ψυχολογία και η σχέση με την Ύπνωση


Α. Η ερμηνεία του deja vu σύμφωνα με την Ψυχανάλυση

deja vu, ψυχανάλυση
Ο πατέρας της ψυχανάλυσης Sigmund Freud, εξήγησε τα «προφητικά όνειρα» με τον εξής τρόπο:
Μπορεί μία μέρα ανεβαίνοντας βιαστικά μια σκάλα, να παρατηρήσουμε κάποιο επικίνδυνο σημείο για γλίστρημα (κάποια λασκαρισμένη βίδα, ένα χαλαρό χαλί, κάποιο γλιστερό μαρμάρινο ή πέτρινο σκαλοπάτι κλπ.) αλλά επειδή βιαζόμαστε και έχουμε την προσοχή μας στο να τελειώσουμε την εργασία μας, δεν δίνουμε συνειδητή σημασία

Ωστόσο η πληροφορία για τον κίνδυνο έχει καταγραφεί στο υποσυνείδητο του νου μας, εν αγνοία μας. Μπορεί λοιπόν να αναδυθεί αυτός ο κίνδυνος σε κάποιο όνειρο του τύπου πτώσης, ατυχήματος από αυτή τη σκάλα, χωρίς να ξέρουμε γιατί κάναμε τέτοιο όνειρο. Αλλά όταν κάποιος πράγματι τελικά πέσει από αυτή τη σκάλα, μένουμε με το θαυμασμό για τις προφητικές μας ικανότητες! Το ενδιαφέρον βέβαια κατά την ψυχανάλυση στην ψυχοθεραπεία, είναι ποιος πέφτει από τη σκάλα και όχι ο μηχανισμός του deja vu!

Freud ασχολήθηκε σοβαρά με το deja vu. Στο βιβλίο του «Ψυχοπαθολογία της καθημερινής ζωής» γράφει: «Πιστεύω ότι είναι λανθασμένο να θεωρηθεί το συναίσθημα να έχω αισθανθεί κάτι από πριν, ως παραίσθηση.  Αντίθετα, σε τέτοιες στιγμές κάτι αγγίζεται πραγματικά που έχουμε ήδη βιώσει, μόνο δεν μπορούμε συνειδητά να το θυμηθούμε επειδή δεν είναι στο συνειδητό. Εν συντομία, το αίσθημα deja vu αντιστοιχεί στη μνήμη μιας ασυναίσθητης φαντασίας. Υπάρχουν ασυναίσθητες φαντασίες (ή όνειρα ημέρας) ακριβώς όπως υπάρχουν παρόμοιες συνειδητές δημιουργίες, όπως ο καθένας μας ξέρει από την προσωπική του εμπειρία.»

Ο ψυχαναλυτής Ferenczi, μαθητής του Freud, γράφει «Έχω πειστεί, μέσω εμού καθώς επίσης και των άλλων, ότι το ανεξήγητο συναίσθημα της οικειότητας, μπορεί να αποδοθεί στις ασυναίσθητες φαντασίες, των οποίων η ύπαρξη μας γίνεται ασυναίσθητα αντιληπτή με αφορμή μια τυχαία πραγματική κατάσταση. Με έναν από τους ασθενείς μου η διαδικασία ήταν αρκετά διαφορετική αλλά στην πραγματικότητα αρκετά ανάλογη. Αυτό το συναίσθημα επέστρεφε σε αυτόν πολύ συχνά, αλλά προερχόταν από ένα ξεχασμένο (κατασταλμένο) τμήμα ενός ονείρου της προηγούμενης νύχτας. Κατά συνέπεια φαίνεται ότι το dejvu μπορεί να προέλθει όχι μόνο από τα όνειρα της ημέρας αλλά και από τα όνειρα της νύχτας.»

Στην ψυχανάλυση κατά τον Carl Jung, το deja vu ερμηνεύεται ως ένας από τους πιθανούς μηχανισμούς ανάσυρσης ασυνείδητου υλικού στο συνειδητό. Όταν ένα εξωτερικό γεγονός συνδέεται με κάποια ασυνείδητη γνώση μέσα μας, αυτή η γνώση μπορεί να φτάσει στη συνείδηση. Το γεγονός βιώνεται σαν deja vu και θυμόμαστε μια προϋπάρχουσα ανάμνηση σχετικά με αυτό. Σύμφωνα με τον Jung, υπάρχουν μερικές εμπειρίες που δείχνουν τα αποτελέσματα του συλλογικού ασυνείδητου καλύτερα: Η εμπειρία της αγάπης από την πρώτης στιγμή, του deja vu και η άμεση αναγνώριση ορισμένων συμβόλων και οι εννοιών ορισμένων μύθων, θα μπορούσαν όλα να γίνουν κατανοητά ως μια ξαφνική σύγκλιση της εξωτερικής πραγματικότητάς μας και της εσωτερικής πραγματικότητας του συλλογικού ασυνείδητου.  
deja vu, ψυχανάλυση

Μεγαλύτερα παραδείγματα είναι η δημιουργική εμπειρία κοινή στους καλλιτέχνες και τους μουσικούς σε όλο τον κόσμο και σε όλους τους χρόνους, ή η πνευματική εμπειρία των μυστικιστών όλων των θρησκειών, ή των εθνικών παραλληλισμών στα όνειρα, τις φαντασίες, τις μυθολογίες, τις ιστορίες νεράιδων, και τη λογοτεχνία. 


Β. Η ερμηνεία του deja vu σύμφωνα με την Ψυχολογία


Η ψυχολογία μας προσφέρει κάποιες σοβαρές εξηγήσεις για την περίπτωση του «φυσιολογικού» φαινομένου του deja vu.

Η υπόθεση της «απόσπασης της προσοχής» έχει δοκιμαστεί πειραματικά και βρέθηκε αληθινή. Αυτή η θεωρία της «διπλής αντίληψης» λέει ότι: Βλέπουμε ένα πράγμα μία φορά φευγαλέα, αλλά ταυτόχρονα δίνουμε μεγάλη προσοχή σε άλλα πράγματα γύρω μας και έτσι η εικόνα δεν καταχωρείται στη συνειδητή αντίληψή μας. Εν τούτοις, ο εγκέφαλός μας αποθηκεύει την εικόνα, αλλά μακριά από τη άμεση συνείδηση. Αργότερα, όταν τύχει να δούμε το ίδιο πράγμα και του δώσουμε προσοχή, παίρνουμε αυτήν την ιδιόμορφη αίσθηση ότι κάπου το έχουμε δει πριν.

Μια άλλη ψυχολογική εξήγηση του deja vu βασίζεται στην απόσχιση της διαδικασίας ανάκλησης μνημονικού υλικού, από την συνειδητοποίηση της ίδιας της διαδικασίας ανάκλησης μνημονικού υλικού. Προσπαθούμε να θυμηθούμε κάποια ανάμνηση, δεν την βρίσκουμε γιατί δεν υπάρχει, αλλά η συνειδητοποίηση ότι προσπαθούμε να θυμηθούμε κάτι, προκαλεί το deja vu. Μια παραλλαγή αυτής της θεωρίας λέει ότι όταν υπάρχουν κάποιες ελάχιστες κοινές λεπτομέρειες ανάμεσα σε αυτό που βλέπουμε και κάποια ανάμνησή μας, αλλά δεν είναι αρκετές αυτές οι λεπτομέρειες να ανακαλέσουν την αποθηκευμένη ανάμνηση στο συνειδητό, τότε μένουμε μετέωροι σε μια ενδιάμεση φάση παραμνησίας που είναι το deja vu.

Άλλη ψυχολογική εξήγηση του deja vu προτείνει τη θεωρία της ομοιότητας ανάμεσα στο τώρα και σε κάποια παλαιότερη εσωτερική μνήμη μας. Όσα περισσότερα κοινά στοιχεία υπάρχουν, τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες εμφάνισης του deja vu (Cleary, Ryals et al. 2009).

Μια άλλη νευροφυσιολογική θεωρία λέει ότι είναι πιθανό σε ένα τόσο πολύπλοκο όργανο όπως ο εγκέφαλος, ένας νευρώνας να πυροδοτήσει τη ύπαρξη κάποιας ανάμνησης που είναι όμως εσφαλμένη ή τυχαία. Οι υπόλοιποι συνεργαζόμενοι νευρώνες όμως, σωστά δεν επιβεβαιώνουν την  εσφαλμένη ανάμνηση. Η μικροδιαφορά στο χρόνο ανάμεσα στην πυροδότηση και την αναχαίτιση της εσφαλμένης ανάμνησης, μας αφήνει στην παράξενη αίσθηση ότι κάτι θυμόμαστε, αλλά ούτε πού, ούτε πότε συνέβη, γνωρίζουμε.

Γ. Η σχέση του deja vu με την Ύπνωση

deja vu, ΎπνωσηΌπως ήταν αναμενόμενο, η περίεργη σχέση ύπνωσης, μνήμης και μετά-υπνωτικών εντολών αποτέλεσε τη βάση μιας σειράς πειραμάτων με στόχο την επιλεκτική εμφάνιση του φαινομένου deja vu. Ο ερευνητής Akira O’Connor στο Πανεπιστήμιο του Leeds έθεσε σε ύπνωση μια ομάδα εύκολα υπνωτιζόμενων ανθρώπων. 






Σε κατάσταση ύπνωσης οι μισοί έπαιξαν ένα παιχνίδι και μετά τους δόθηκε η μετά-υπνωτική εντολή να ξεχάσουν το παιχνίδι που έπαιξαν, αλλά οι άλλοι μισοί δεν έπαιξαν το παιχνίδι και τους δόθηκε η μετά-υπνωτική εντολή να νοιώθουν οικείοι με το παιχνίδι, σαν να είχαν παίξει.

Μετά την ύπνωση, όλοι έπαιξαν το παιχνίδι. Μόνο η δεύτερη ομάδα παρουσίασε πολύ υψηλά ποσοστά  deja vu με έντονο χαρακτηριστικό τη σύγχυση, σχετικά με το αν πράγματι είχαν παίξει ή όχι το παιχνίδι και πού(O'Connor, Barnier et al. 2008)!

Μιλώντας για την ύπνωση, πρέπει να τονίσουμε ότι οι μελέτες της ευκολίας για να υπνωτιστεί κάποιος (hypnotizability –μετριέται με τυποποιημένες κλίμακες), έχουν δείξει ότι οι ασθενείς με διασχιστική διαταραχή ταυτότητας (πρώην σύνδρομο πολλαπλών προσωπικοτήτων), έχουν τον υψηλότερο δείκτη ευκολίας για να υπνωτιστούν, σε σύγκριση με ασθενείς με άλλες διαγνώσεις όπως οι διαταραχές διάθεσης, η κατάθλιψηη διαταραχή πανικού, οι διαταραχές προσωπικότητας και η σχιζοφρένια καθώς επίσης και από τους μη πάσχοντες ψυχικά ανθρώπους! Όπως αναφέραμε πιο πάνω, η διασχιστική διαταραχή ταυτότητας έχει υψηλά ποσοστά εμφάνισης deja vu. Ακόμα και η κοντινή στην ύπνωσηκατάσταση της υπνοβασίας έχει συνδυαστεί με τα φαινόμενα deja vu (Pressman 2009).

Η διασύνδεση ύπνωσης και deja vu είναι εντυπωσιακή!


Συμπέρασμα για τα φαινόμενα deja vu

Τα φαινόμενα deja vu, άπτονται σε σκληρά προβλήματα της ψυχιατρικής, της ψυχολογίας, των νευροεπιστημών γενικότερα αλλά και της φιλοσοφίας. Ο λόγος είναι ότι από τη μια σχετίζονται με το δύσκολο θέμα της μνήμης αλλά και κυρίως γιατί εδράζονται στο χώρο της αλλαγμένης κατάστασης της συνείδησης. Τι είναι όμως ακριβώς αυτό που αποκαλούμε συνείδηση, παραμένει ακόμα αναπάντητο ερώτημα.

Έτσι, η έννοια της παθολογικής μορφής της συνείδησης είναι σκληρό πρόβλημα μια και η ονομαζόμενη φυσιολογική κατάσταση της συνείδησης δεν είναι ξεκάθαρη υπόθεση! Θέματα όπως η θρησκευτική έκσταση, η ύπνωση, η αποπροσωποποίηση παραμένουν ανοιχτά και δυσπρόσιτα στην ερμηνεία τους.



deja vu
Στην παρούσα ωστόσο φάση γνώσης της ψυχιατρικής, το φαινόμενο του  deja vu δεν αναμένεται ακόμα να εξηγηθεί πλήρως, για τον απλούστατο λόγο ότι είναι συνυφασμένο με το αναπάντητο ακόμα ερώτημα: πως, που και με ποια ακριβώς μορφή αποθηκεύονται οι αναμνήσεις στον εγκέφαλο.

Παρόλο που πολλά έχουν ήδη γίνει γνωστά έως σήμερα, η ίδια η φύση της ενδοεγκεφαλικής και ενδοκυτταρικής αποτύπωσης του παρελθόντος, αλλά και η ουσία της έννοιας της συνείδησης, μας διαφεύγουνΤα φαινόμενα deja vu, θα συνεχίσουν για αρκετό καιρό ακόμη να κατοικούν στη Ζώνη του Λυκόφωτος.

πηγή: psi-gr.tripod.com

ΒΑΘΜΙΔΕΣ ΚΑΙ ΚΟΣΜΟΙ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΘΕΩΝ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΗΝ ΟΡΦΙΚΟΠΥΘΑΓΟΡΕΙΑ - ΠΛΑΤΩΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ

$
0
0
                                    Υπεραισθητός κόσμος


Το Ένα/Αγαθό, ο Νους και η Ψυχή αποτελούν τις τρεις ανώτερες υποστάσεις, ενώ ο υλικός κόσμος αποτελεί την κατώτατη υπόσταση. Η πρόοδος του Ενός/Αγαθού και η δημιουργία των κατώτερων όντων προχωρά σταδιακά, κατά ξεχωριστές βαθμίδες – υποστάσεις. Κάθε βαθμίδα αποτελεί έναν ξεχωριστό διάκοσμο, ήτοι ανώτερους Κόσμους, ή Κόσμο, ενωμένο στην κορυφή του με τον αμέσως προηγούμενο του κόσμο και στο τέλος του με τον αμέσως επόμενο του. Κάθε βαθμίδα, επίσης, αποτελεί εικόνα της αμέσως προηγούμενης της, με μια μεγαλύτερη όμως ποικιλομορφία και πλήθυνση, ως πιο απομακρυσμένη από το Ένα/Αγαθό, ενώ δέχεται από την ανώτερη της την λάμψη και τον φωτισμό και μέσω εκείνης από την ύψιστη αρχή των πάντων, το Ένα, που δίνει παντού το φως της αγαθότητας του. 

Έτσι όλο το Σύμπαν χαρακτηρίζεται από μια αδιάσπαστη ενότητα και συνέχεια, αφού κάθε βαθμίδα εμπεριέχει τις εικόνες – λάμψεις των προηγούμενων βαθμίδων, μετέχει σε αυτές και εμπεριέχεται αιτιωδώς μέσα σε αυτές. Κάθε βαθμίδα, εξάλλου, προσδιορίζεται ως ουσία από την βαθμίδα του εαυτού της, ενώ εμπεριέχει αιτιωδώς τις κατώτερές της. Κάθε ΟΝ δηλαδή ενυπάρχει κατ’ αιτία στις προηγούμενες του βαθμίδες, και κατά μέθεξη στις κατώτερές του βαθμίδες. Η παρουσία κάθε θεϊκής μέσα στις ανώτερες και στις κατώτερες της, με διαφορετική κάθε φορά μορφή, οδηγεί στην στωική έννοια της κοσμικής συμπάθειας (ομοιοπάθειας), με την οποία δηλώνεται ότι κάθε τι που συμβαίνει σε μια βαθμίδα προκαλεί αντίδραση “ανταπόκρισης” και στις άλλες. Οι βαθμίδες – υποστάσεις βρίσκονται σε απολύτως αδιασάλευτη ιεραρχική τάξη. Οι ανώτερες βαθμίδες χαρακτηρίζονται από μεγαλύτερη ενότητα, καθολικότητα και δύναμη σε σχέση με τις χαμηλότερες, ενώ οι χαμηλότερες χαρακτηρίζονται από μεγαλύτερη ποικιλομορφία, επιμερισμό και πλήθυνση, καθώς και ύφεση της δυνάμεως σε σχέση με τις ανώτερες βαθμίδες – υποστάσεις. Κάθε βαθμίδα προοδεύει προς τις κατώτερες υποστάσεις, αλλά ταυτόχρονα επιστρέφει προς την προηγούμενη της μέσα στην οποία εμπεριέχεται και βρίσκεται εδραιωμένη, σταθεροποιημένη και τελειοποιημένη, παίρνοντας από εκείνη την σταθερότητα, την τελειότητα και την ενότητα για να διατηρηθεί. Έτσι ολόκληρο το σύμπαν χαρακτηρίζεται τόσο από την καθοδική όσο και από την ανοδική πρόοδο. Συνολικά κατά τους νεοπλατωνιστές αλλά κυρίως κατά τον Πρόκλο οι βαθμίδες είναι 10, χωρισμένα σε 3 ομάδες. Ο χωρισμός αυτός συμφωνεί απόλυτα και με τον “Παρμενίδη” του Πλάτωνος.

Α. Οι υπερούσιοι Θεοί

1) Το αμέθεκτο & υπερούσιο Αγαθό/Ένα ή ο μυθολογικός Ορφικός Χρόνος: ο πρώτος Θεός.

2) «Οι μεθεκτές & παραπλήσια με το “αυτοέν” και ως προς την δική τους ύπαρξη μόνον, ως προς την οποία και είναι θεοί, υπερούσιες Ενάδες ή Αγαθότητες των Όντων. Εξ ου και καλούνται αυτοτελείς οι μεθεκτοί & υπερούσιοι Θεοί/Ενάδες/Αγαθότητες. Οι μεθεκτές, υπερούσιες & αυτοτελείς Ενάδες-Αγαθότητες-Θεοί είναι τα άνθη των Όντων, οι κορυφές και τα κέντρα γύρω από τα οποία κάθε ΟΝ έχει λάβει υπόσταση.»[1] Άλλωστε «κάθε Θεός μετέχεται των όντων και για αυτό απολείπεται της αμεθέκτου και των πάντων εξηρημένης Ενάδος, ενώ κάθε Θεός προοδεύει με βάση διαφορετική ιδιότητα. Έτσι, άλλοι, προσδιορισμένοι από το ίδιο το άρρητο Αγαθό, περιέχουν τις νοητές αιτίες των πάντων, άλλοι παράγουν τις ζωοποιούς δυνάμεις και συνέχουσι τα πρώτα γένη των Θεών, άλλοι φέρνουν στο φώς όλες τις νοητικές ανελίξεις (=δημιουργίες) και διοικούν τις ενάδες που δημιουργούν τις διαιρεμένες υποστάσεις οι οποίες μετέχουν σε αυτούς.»[2] «Οι μεθεκτές, υπερούσιες & αυτοτελείς Ενάδες/Αγαθότητες/Θεοί συνάπτουν τα Όντα με το όντως αμέθεκτο & όντως υπερούσιο “αυτοέν» ή ”τ’αγαθό”, ενώνουν τα Όντα με το των όλων εξηρημένο, αμέθεκτο & υπερούσιο Ένα/Αγαθό : όπως οι μεθεκτοί νόες συνάπτουν τις ψυχές με τον καθολικό νου και οι μεθεκτές ψυχές συνάπτουν τα σώματα με την καθολική ψυχή.»[3] 

«Καθένα δηλαδή από τα κατώτερα ενώνεται με τα προηγούμενά του μέσα από τα όμοια με εκείνο το προηγούμενο, τα σώματα μέσω των επιμέρους ψυχών με την καθολική ψυχή, οι ψυχές μέσω των νοητικών μονάδων με τον καθολικό Νου, και τα πρώτα όντα δια των ενιαίων υπάρξεων ενώνονται με το αμέθεκτο, υπερούσιο Ένα/Αγαθό»[4], μιας και «υπερέχοντας ενιαίως  από κάθε κίνηση και διαίρεση το αίτιο των πάντων, το Ένα ή Αγαθό, εδραίωσε γύρω του το θείο πλήθος – τις θείες μεθεκτές, υπερούσιες & αυτοτελείς Ενάδες/Αγαθότητες/Θεούς των Όντων – και το συνένωσε με την δική του απλότητα. Δηλ. καθώς οι θείες Ενάδες/Αγαθότητες/Θεοί έλαβαν υπόσταση από την αμέθεκτη και εξηρημένη από όλα Ενάδα/Αγαθότητα/Θεό, μπορούν και να συνδέουν τα Όντα με το Ένα/Αγαθό και να τα επιστρέψουν προς τον εαυτό τους.» [5] Δηλ. «μια και συνεχής είναι η πρόοδος των Θεών, άνωθεν από των νοητών και κρυφίων Ενάδων-Αγαθοτήτων-Θεών και καταλήγει στην έσχατη (=τελευταία) διαίρεση της θείας αιτίας. Γιατί όπως και στα αισθητά δεν είναι προσκολλημένα αμέσως μετά τον αιθέρα τα παχιά και στερεά σώματα, αλλά τα απλά και τα αϋλότερα από τα υπόλοιπα είναι στρωμένα αμέσως κάτω από τις ουράνιες περιόδους, και όπως ακριβώς μεγαλύτερη επικοινωνία με τα σώματα που περιέχουν κάτι, έχουν τα σώματα που περιέχονται από αυτά και όχι τα σώματα που βρίσκονται μακριά και συνδέονται με εκείνα μέσω άλλων, έτσι λοιπόν και στις προ του Κόσμου θείες ουσίες, οι τάξεις είναι συνεχείς μετά τις προηγούμενές τους, ενώ οι πρόοδοι των όντων συμπληρώνονται μέσω της ομοιότητας, και τα τέλη των ανώτερων τάξεων είναι ενωμένα με τις αρχές των κατώτερων. Και μια σειρά και αδιάσπαστη τάξη κατεβαίνει από ψηλά λόγω ανυπέρβλητης αγαθότητας της πρώτιστης αιτίας και του ενιαίου κράτους αυτής. Επειδή, λοιπόν, αυτή η πρωταρχική αιτία είναι το Ένα, είναι χορηγός της ένωσης, και, επειδή είναι τα Αγαθό, δίνει υπόσταση στα όμοια της πριν από τα ανόμοιά της[6]. Και έτσι όλα παρουσιάζουν μια μεταξύ τους συνέχεια. Γιατί αν διακόπτονταν η συνέχεια, δεν θα υπήρχε ούτε η ένωση, και, αν τα μεταξύ τους ανόμοια είχαν τοποθετηθεί στην σειρά το ένα μετά το άλλο, τότε αυτό που είναι όμοιο με την αρχή, δεν θα είχε προγενέστερη την στο είναι πάροδο.»[7]

Β.  Περιοχή του Νου

3) Οι νοητοί θεοί. Περιοχή του «Ενός Όντος» και της Αληθινής Ουσίας. Αυτοί με την σειρά τους διακρίνονται τριαδικά ως εξής:
  • Έν-ΟΝ = κατά Πλάτωνα Πέρας – Άπειρο – Νοητό ΟΝ, ή κατά Ορφέα Αιθέρας – Χάος – Ωό : σε αυτή την τριάδα αντιστοιχεί η Αγαθότητα. Το Εν-ΟΝ είναι η Εναδα/Θεός καθέτως.
  • Αιώνας (Όλον/Ολότητα) = κατά Πλάτωνα Πέρας – άπειρο – Νοητή ζωή: σε αυτή την τριάδα αντιστοιχεί η Σοφία. Ο Αιών είναι η δύναμη/’απειρο καθέτως.
  • Νους (παντελές πλήθος ή Πολλά ή πάν) = κατά Πλάτωνα Πέρας – άπειρο – Νοητός Νους ή Ορφικός Φάνης – Ηρικεπαίος – Μήτις  : σε αυτή την τριάδα αντιστοιχεί το Κάλος. ο Φάνης είναι ο νους καθέτως.
Η πρώτη τριάδα χαρακτηρίζει ολόκληρη την περιοχή. Στην πρώτη, δεύτερη και τρίτη τριάδα αντιστοιχεί το Ένα-ΌΝ, το όλον και το παν ή παντελές πλήθος των υποθέσεων του Παρμενίδη.

Στην δεύτερη βαθμίδα των νοητών θεών τοποθετείται ο Αιών(ας), που είναι η νοητή ζωή. Στην τρίτη βαθμίδα των νοητών θεών τοποθετείται το “αὐτοζῷον”, ήτοι το καθ’ αυτό ζωντανό όν ή παντελές ζώο ήτοι τέλειο ζωντανό ΟΝ, το οποίο αποτελεί το νοητό παράδειγμα που είχε ο δημιουργός όπως μας λέγει ο Πλάτων εις τον Τίμαιο όταν δημιούργησε το ορατό σύμπαν. Το “αὐτοζῷον” περιλαμβάνει τα 4 νοητά είδη των εγκόσμιων ζωντανών όντων. Τα 4 αυτά είδη αποτελούν τα νοητά είδη των 4ων στοιχείων ήτοι πυρ, αήρ, ύδωρ και γη. Επίσης στις 3 βαθμίδες των νοητών αντιστοιχεί η αγαθότητα, η σοφία και το κάλλος του Πλατωνικού “Φίληβου”.

4) Οι νοητοί – νοητικοί Θεοί. Περιοχή της ζωής. Αυτά διακρίνονται τριαδικά ως εξής:

  • Ον/ουσία – ζωή – νους, με την ουσία να χαρακτηρίζει ολόκληρη την τριάδα. Πρόκειται ουσιαστικά για τους συναγωγούς θεούς, τον νοητό υπερουράνιο τόπο του Πλατωνικού “Φαίδρου”. Εδώ αντιστοιχεί η Πίστη
  • Ον/ουσία – ζωή – νους, με την ζωή να χαρακτηρίζει ολόκληρη την τριάδα. Πρόκειται ουσιαστικά για τους συνεκτικούς θεούς, την νοητή ουράνια περιφορά του πλατωνικού “Φαίδρου”.Εδώ αντιστοιχεί η Αλήθεια,
  • Ον/ουσία – ζωή – νους, με τον νου να χαρακτηρίζει ολόκληρη την τριάδα. Πρόκειται για τους τελεσιουργούς θεούς και την “ὑπουράνιον ἁψῖδα” του Πλατωνικού “Φαίδρου”. Εδώ αντιστοιχεί ο Έρως.
Η δεύτερη τριάδα και ζωή χαρακτηρίζει ολόκληρη την περιοχή. Στις τρεις αυτές τριάδες αντιστοιχούνε ο τέλειος αριθμός το όλον και τα μόρια και το σχήμα κατά τον Παρμενίδη. Στην περιοχή των νοητών & ταυτόχρονα νοητικών θεών τοποθετείται και η Αδράστεια. Επίσης, στις τρεις βαθμίδες των θεών αυτών κάνουν την πρωταρχική εμφάνισή τους η επιστήμη – αλήθεια, η σωφροσύνη και η δικαιοσύνη.

5) Οι νοητικοί ή νοεροί θεοί.  Και αυτοί χωρίζονται τριαδικά ως εξής:
  • Πατρική τριάδα : καθαρούς νους (=Κρόνος) – νοητική ζωή (=Ρέα, πηγή της ζωής και κρατήρας των ψυχών) – δημιουργός νους /καθολικός δημιουργός (=Δίας – Ζήνας).
  • Άχραντη τριάδα, ή αλλιώς οι Κουρήτες.
  • Η διακριτική έβδομη θεότητα, ή αλλιώς η Αθηνά.

                                        Αισθητός κόσμος


Γ. Οι Θεοί του Κόσμου

6) Οι υπερκόσμιοι θεοί (ηγετικοί ή αρχικοί – αρχηγικοί ή εξομοιωτικοί ή, με τους αρχαίους όρους, αρχικοί ή ηγεμονικοί ή αφομοιωτικοί) που χωρίζονται σε 4 τριάδες ως εξής :
  • Δημιουργική τριάδα (Δίας – Ποσειδώνας – Πλούτωνας), ήτοι δημιουργός νους, καθολική ψυχή και καθολική Φύση.
  • Ζωογόνος τριάδα ή Κόρη, ήτοι Άρτεμις Κορική (Εκάτη) –  Περσεφόνη –  Αθηνά Κορική.
  • Επιστρεπτική τριάδα, ή αλλιώς Απόλλων (3ος Ήλιος = Υπερούσιο  – νοερό – αισθητό φώς).
  • Άχραντη τριάδα, ή αλλιώς Κορύβαντες.
7) Οι 12 υπερκόσμιοι – εγκόσμιοι Θεοί (ανεξάρτητοι ή απόλυτοι). Χαρίζονται και αυτοί σε 4 τριάδες ως εξής:
  • Δημιουργική τριάδα, ήτοι Δίας – Ποσειδώνας – Ήφαιστος.
  • Φρουρητική τριάδα, ήτοι Εστία – Αθηνά – Άρης
  • Ζωογονική τριάδα, ήτοι Δήμητρα – Ήρα – Άρτεμις.
  • Αναγωγός τριάδα, ήτοι Ερμής – Αφροδίτη – Απόλλωνας.
8) Οι Εγκόσμιοι Θεοί (ουράνιοι και υποσελήνιοι): μονάδα τους είναι ο μεθεκτός Νους ή μυθολογικά αναφερόμενος Διόνυσος

Εδώ εντοπίζονται το “ίσον” και το “άνισον” του Παρμενίδη.

9) Οι θεϊκές ή καθολικές ψυχές οι οποίες αντιστοιχούν στο σύνολο του χρόνου των υποθέσεων του Παρμενίδη.

10) Τα ανώτερα από εμάς ή “κρείτονα” γένη. Όπως μπορούμε να συμπεράνουμε από τα χωρία της Πλατωνικής Θεολογίας (βλ. βιβλίο Γ΄, κεφ. 28) αλλά και άλλων έργων του Πρόκλου (βλ. Υπόμνημα εις τον Πλάτωνος Παρμενίδην 6, 1055, 5 -9) αυτά είναι οι Άγγελοι, οι Δαίμονες και οι Ήρωες. Η βαθμίδα τους ταυτίζεται με τον συλλογισμό για τα μέρη του χρόνου στον Παρμενίδη.

Βεβαίως δεν θα πρέπει να παραλείψουμε να αναφέρουμε ότι  μια σημαντικότατη βαθμίδα  είναι η περιοχή της ψυχής η οποία είναι τριμερής – επταμερής, ήτοι έχει μια διαίρεση σε υπερβατική – θεϊκή ψυχή, σε ψυχή του κόσμου ή καθολική ψυχή και σε επιμέρους ψυχές, οι οποίες είναι συνδεδεμένες με τα αισθητά σώματα. Ακόμη η ψυχή είναι η αιτία της κατά τόπο κίνησις των σωμάτων και υπάρχει σε κάθε τι που κινείται τοπικά, ακόμη και στα ουράνια σώματα, ή μεταβάλλεται. Αυτή βεβαίως είναι το κατώτατο μέρος, η φυτική δηλαδή ψυχή και όχι η λογική ψυχή. Ενώ ο Νους ατενίζει τον κόσμο με μία άχρονη ενατένιση, η ψυχή ατενίζει τον κόσμο κινούμενη μέσα εις τον χρόνο. Στην βαθμίδα της, άλλωστε, πρωτοεμφανίζεται και ο χρόνος, ήτοι η εικόνα της αιωνιότητας. Ως ψυχή βεβαίως του Κόσμου νοείται η ψυχή εκείνη η οποία θέτει σε κίνηση ολόκληρο τον Σύμπαντα Κόσμο. Ακόμη εις την τάξη της ψυχής ανήκει και μία κατώτερη ή δεύτερη ψυχή, όπως την ονομάζουν, το επονομαζόμενο “όχημα” της ψυχής, μία ενδιάμεση, θα λέγαμε, ψυχή ανάμεσα στην ασώματη και άϋλη ψυχή και στο υλικό σώμα. Το αυτό όχημα είναι ένα αιθερικό φωτεινό περίβλημα. Το ονομαζόμενο και αυγοειδές.

θα αναφέρουμε βέβαια ότι:

To  Πλατωνικό Αγαθό ή Ένα ή Ορφικός Χρόνος είναι ο “παρὰ τοῖς ἀρχαίοις Ἔλλησιν“ πρώτος Θεός, ο οποίος είναι εξηρημένος πάντων (υπεβατικός), ανυπόθετος, αμμέθεκτος, άρρητος, αναίτιος, υπερούσιος, άγνωστος, άληπτος & ανύπαρκτος!!!

Όντα
  • το «Ένα-ΟΝ», το οποίο προέρχεται από το ΕΝΑ ήΑΓΑΘΟ.
  • Η Ζωή, η οποία προέρχεται από το Ένα ή Αγαθό και το  «Ένα-ΟΝ».
  • Ο Νους, ο οποίος προέρχεται από το Ένα ή Αγαθό, το «Ένα-ΟΝ» και τη Ζωή.
  • Η Ψυχή, η οποία προέρχεται από το Ένα ή Αγαθό, το «Ένα-ΟΝ», τη Ζωή και τον Νου.
Γεννητά
  • Τα ζώα, που προέρχονται από το Ένα ή Αγαθό, το «Ένα-ΟΝ», τη Ζωή και τον Νου.
  • Τα φυτά, που προέρχονται από το Ένα ή Αγαθό, το «Ένα-ΟΝ» και τη Ζωή.
  • Τα άψυχα σώματα, που προέρχονται από το Ένα ή Αγαθό, το «Ένα-ΟΝ».
  • Η Ύλη, που προέρχεται από το Ένα ή Αγαθό.
Προς περισότερη ανάλυση θα πούμε πως:

Έχουμε λοιπόν : Πλατωνικό Αγαθό ή Ένα (ενάδα των ενάδων/πρώτος Θεός) ή Ορφικός Χρόνος => Ορφικός Αιθέρας ή Πλατωνικό αυτοπέρας + Ορφικό Χάος ή Πλατωνικό αυτοάπειρο => Ορφικό Ωο (ορφικός πρώτος νοητός νους) ή Πλατωνικό πρώτο ΟΝ : αυτή η τριάδα, η 1η νοητή τριάδα των  νοητών θεών, Πέρας – Άπειρο – Νοητό ΟΝ, αντιστοιχεί στο «ΕΝΑ-ΟΝ» των υποθέσεων του Πλατωνικού «Παρμενίδη.

Δηλ. το Ορφικό Ωό είναι γέννημα του ορφικού Αιθέρα και του ορφικού Χάους, εκ των οποίων ο ένας είναι εδραιωμένος στο πέρα των νοητών και το άλλο στο άπειροΓιατί ο ένας είναι ρίζωμα των πάντων, ενώ στο άλλο «δεν υπάρχει κανένα πέρας». Αυτό αυτό που προέρχεται πρώτο από το πέρας και το άπειρο είναι το πρώτο ΟΝ [τ πρώτως στν ν], δηλ. είναι ίδιο το ΟΝ του Πλάτωνα και το ορφικό ωό!

Όπως δε μας αναφέρει ο Δαμάσκιος, στο «Περί Αρχών, 124», «ο Ησίοδος ιστορώντας ότι πρώτο γεννήθηκε το  Χάος, έχει ονομάσει Χάος την ακατάληπτη και εντελώς ενιαία φύση του νοητού και από εκεί παράγει τη Γαία σαν κάποια αρχή της όλης γενιάς των θεών. Και αν δεν αναφέρει το Χάος ως τη δεύτερη από τις αρχές, αναφέρει τη Γαία και τον Τάρταρο και τον Έρωτα ως τα τρία νοητά, με τον Έρωτα ως τρίτο, σαν να έχουμε αντίστροφή της πορείας[2] (αυτό ονομάζει έτσι και ο Ορφέας στις ραψωδίες του),…..στις θεωρούμενες ορφικές ραψωδίες, η θεολογική άποψη για το νοητό είναι παρόμοια με αυτή που εξηγούν οι φιλόσοφοι βάζοντας στη θέση της μιας αρχής των όλων τον “Χρόνο”, στη θέση των δύο τον “Αιθέρα” και το “Χάος” και θεωρώντας ότι στη θέση του Όντος είναι γενικά το ”Ωό”, κάνοντας αυτή πρώτη τριάδαΣτη δεύτερη ότι φέρνει το ”Ωό”, που κυοφορεί και κυοφορείται τον θεό ή τον “λαμπρό χιτώνα” ή την “Νεφέλη”, γιατί από αυτά ξεπηδά ο Φάνης – διότι θεωρούν ως μεσαίο πότε το ένα και πότε το άλλο…… στην τρίτη ανήκει ο “Μήτις” ως Νους, ο “Ηρικεπαίος” ως δύναμη και ο ίδιος ο Φάνης ως πατέρας…… Κάπως έτσι είναι η γνωστή Ορφική θεολογία. Την δε τάξη, που έχουμε δώσει στο σφαίρομα, είναι, όπως λένε οι Ορφικοί, παραπλήσια με εκείνη του Ωού. Όποια σχέση έχει το κέλυφος με το Ωό την ίδια έχει ο ουρανός με το σύμπαν, και όπως εξηρτάται κυκλοτερώς του ουρανού ο αιθέρας, έτσι  η μεμβράνη από το κέλυφος. – Ἡσίοδος δέ μοι δοκεῖ πρῶτον γενέσθαι τὸ Χάος ἱστορῶν τὴν ἀκατάληπτον τοῦ νοητοῦ καὶἡνωμένην παντελῶς φύσιν κεκληκέναι Χάος, τὴν δὲ Γῆν [πρώτην] ἐκεῖθεν παράγειν ὥς τινα ἀρχὴν τῆς ὅλης γενεᾶς τῶν θεῶν. εἰ μὴἄρα Χάος μὲν τὴν δευτέραν τῶν δυεῖν ἀρχῶν, Γῆν δὲ καὶ Τάρταρον καὶἜρωτα τὸ τριπλοῦν νοητόν, τὸν μὲν Ἔρωτα ἀντὶ τοῦ τρίτου, ὡς κατὰἐπιστροφὴν θεωρούμενον (τοῦτο γὰρ οὕτως ὀνομάζει καὶὈρφεὺς ἐν ταῖς Ῥα ψωιδίαις) … [Πρβλ. 123 † 60 κ. (316, 18 ρ)]  ν μν τοίνυν τας φερομέναις ταύταις αψωιδίαις ρφικας  θεολογία δε τίς στιν  περ τ νοητόν, ν κα οφιλόσοφοι διερμηνεύουσιν, ντ μν τς μις τν λων ρχς τν <Χρόνον> τιθέντες, ντ δ τον δυεν <Αθέρα> κα<Χάος>, ντ δ τοῦὄντος πλς τὸὠιν πολογιζόμενοι, κα τριάδα ταύτην πρώτην ποιοντες· ες δ τν δευτέραν τελεν τοι τ κυούμενον κα τ κύον <ιν> τν θεν  τν <ργτα χιτνα>  τν <νεφέλην,> τι κ τούτωνκθρώσκει  Φάνης· λλοτε γρ λλα περ το μέσου φιλοσοφοσιν … τν δ τρίτην τν <Μτιν> ς νον, τν <ρικεπαον> ς δύναμιν, τν <Φάνητα> ατν ς πατέρα … τοιαύτη μν  συνήθης ρφικ θεολογία. (ΑΧΙΛΛ. Είσ. εις Αρ. 4) τν δ τάξιν, ν δεδώκαμεν τι σφαιρώματι, οἱ Ὀρφικο λέγουσι παραπλησίαν εναι τι ν τος ιος· ν γρ χει λόγον τ λέπυρονν τι ιι, τοτον ν τι παντὶὁ ορανός, καὶ ὡς ξήρτηται το ορανο κυκλοτερς  αθήρ, οτως το λεπύρου ὁὑμήν

Με άλλα λόγια οι Ορφικοί ονόμαζαν την άρρητο Αρχή και Χρόνο, τις δύο επόμενες Αρχές Αιθέρα και Χάος, ενώ για το ΌΝ έδωσαν το όνομα Ωό.  Στην 2η θέση έβαζαν το κυοφορούμενο και κύον Ωό  τον θεό ή τον λαμπρό χιτώνα ή την νεφέλη, εκ τούτων ξεπηδά ο Φάνης.

Βέβαια η τριαδική δομή πέρας/ύπαρξη – άπειρο/δύναμη – μικτό/νους υπάρχει τόσο οριζόντια όσο και κάθετα. Τουτέστιν οριζόντια έχουμε τριαδικά τα εξής:
  • Πέρας – άπειρο – Νοητό Ον
  • Πέρας – άπειρο – Νοητή ζωή
  • Πέρας – άπειρο – Νοητός Νους
Οριζόντια την κάθε τριάδα την χαρακτηρίζει το τρίτο μέλος, έτσι την 1η τριάδα, οριζόντια, την  χαρακτηρίζει το ΟΝ, την 2η νοητή ζωή και την 3η ο νους. Η πρώτη, οριζόντια, καλείτε ΕΝ ΟΝ, η δεύτερη Όλον και η 3η Παν ή παντελές πλήθος- εξ ου και ο Φάνης (Βλ. υποθέσεις του Παρμενίδη). Στην πρώτη βαθμίδα τοποθετείται το ΟΝ, στην δεύτερη βαθμίδα των νοητών θεών τοποθετείται ο Αιών(ας), που είναι η νοητή ζωή. Στην τρίτη βαθμίδα των νοητών θεών τοποθετείται το “αὐτοζῷον”, ήτοι το καθ’ αυτό ζωντανό όν ή παντελές ζώο ήτοι τέλειο ζωντανό ΟΝ, που οι ορφικοί ονόμαζαν Φάνη και ο οποίος εμπεριέχει τα 4 νοητά είδη των 4ων στοιχείων ήτοι πυρ, αήρ, ύδωρ και γη.

Επίσης τριαδικά και κάθετα έχουμε τα εξής:
  1. Πέρας (=1η τριάδα, ήτοι ορφικώς Αιθήρ (πέρας/ ύπαρξη) – Χάος (άπειρο/ δύναμη) – Ωό (μικτό/νους) με το τελευταίο να είναι το ΟΝ του Πλάτωνα ή ο πρώτος νοητός νους).
  2. Άπειρο ( = η  2η τριάδα ή ο Πλατωνικός Αιώνας, ήτοι «τὸ κυούμενον καὶ τὸ κύον <ὠιὸν> τὸν θεὸν ἢ τὸν <ἀργῆτα χιτῶνα> ἢ τὴν <νεφέλην>».
  3. Νους (=3η ορφική τριάδα, Φάνης (πέρας/ Είναι) – Ηρικεπαίος (άπειρο/ δύναμη) – Μήτις (νους/ μικτό))
Κάθετα την κάθε τριάδα την χαρακτηρίζει το πρώτο μέλος, έτσι την 1η τριάδα, κάθετα, την  χαρακτηρίζει ο Αιθέρας (Πατέρας ή Πέρας/ Είναι), την 2η «τὸ κυούμενον καὶ τὸ κύον <ὠιὸν> τὸν θεὸν ἢ τὸν <ἀργῆτα χιτῶνα> ἢ τὴν <νεφέλην>» (Άπειρο/δύναμη) και την 3η ο Φάνης (Νους/ Μικτό).




[1] Βλ. Πρόκλος «Περί της κατά Πλάτωνα Θεολογίας, Βιβλίο Γ, 3.17.6 – 3.17.9» :
      Theol Plat 3.17.6 ` to     Theol Plat 3.17.9 Καὶ τὸ μὲν ὡς ὄντως ὑπερούσιον ἕν, ἕκαστος δὲ τῶν ἄλλων θεῶν κατὰ μὲν τὴν οἰκείαν ὕπαρξιν, ᾗ καὶ ἔστι θεός, ὑπερού σιος τῷ πρώτῳ παραπλησίως, μετέχονται δὲ ὑπὸ οὐσίας καὶ τοῦ ὄντος.
[2] Βλ. Πρόκλος «Περί της κατά Πλάτωνα Θεολογίας, βιβλίο ς’, 9.29 – 9.36».
[3] Βλ. Πρόκλος «Περί της κατά Πλάτωνα Θεολογίας, Βιβλίο Γ, 3.15.20 – 3.15.24» :
Theol Plat 3.15.20 ` to     Theol Plat 3.15.24 Αἱ γὰρ μετεχόμεναι μονάδες πρὸς τὸ τῶν ὅλων ἐξῃρημένον ἓν τὰ ὄντα συνάπτουσιν, ὥσπερ δὴ καὶ τὰς ψυχὰς οἱ μετεχόμενοι νόες πρὸς τὸν ὅλον νοῦν καὶ αἱ μετεχόμεναι ψυχαὶ τὰ σώματα πρὸς τὴν ὅλην ψυχήν.
[4] Πρόκλος, «Περί της κατά Πλάτωνα θεολογίας, βιβλίο Γ’, 3.12.21 – 3.13.5» :
Theol Plat 3.12.21 ` to     Theol Plat 3.13.5  Ὁ δὲ πρώτιστος ἀριθμὸς καὶ τῷἑνὶ συμφυόμενος ἑνοειδὴς καὶἄρρητος καὶὑπερούσιος καὶ πάντῃ τῷ αἰτίῳ προσόμοιος. Οὔτε γὰρ ἑτερότης ἐν τοῖς πρωτίστοις αἰτίοις παρεμπίπτουσα διΐστησιν ἀπὸ τοῦ γεννῶντος τὰ γεννώμενα καὶ εἰς ἑτέραν μεθίστησι τάξιν οὔτε κίνησις τῆς αἰτίας ὕφεσιν ἀπεργαζομένη τῆς δυνάμεως εἰς ἀνομοιότητα καὶ ἀοριστίαν προάγει τὴν τῶν ὅλων ἀπογέννησιν, ἀλλ᾽ περχον νιαως π πσης κινσεως κα διαιρσεως τ τν πντων ατιον περ αυτ τν θεον ριθμν δρσατο κα τ αυτο συννωσεν πλτητι. Πρ τν ντων ρα τς νδας τν ντων φστησι τ ν.
[5] Πρόκλος «Περί της κατά Πλάτωνα θεολογίας, βιβλίο Γ’, 3.6.24 –3.14.9» :
Theol Plat 3.13.8 ` to     Theol Plat 3.13.18 Εκαστα γρ τν δευτρων δι τν μοων συνπτεται τος πρ ατν, τ μν σματα δι τν καθ καστα ψυχν τ λ, ψυχα δ δι τν νοερν μονδων τ παντ ν, τ δ ντα δπου πρτα δι τν νιαων πρξεων τ ν. Τ μν γρ ν κατ τν ατο φσιν νμοιν στι πρς τ ν· ἡ γὰρ οὐσία πρὸς τὸ ὑπερούσιον καὶ τὸ δεόμενον ἑνότητος ἀλλαχόθεν πρὸς τὴν πρωτίστην ἕνωσιν ἀσύναπτόν ἐστι καὶ πόρρω διέστηκεν ἀπ᾽ αὐτῆς· α δνδες τν ντων π τς μεθκτου κα τν λων ξρημνης νδος ποστσαι τ τε ντα συνπτειν τ ν κα πρςαυτς πιστρφειν δνανται.
[6] Πρβλ. Πρόκλος «Θεολογική Στοιχείωση, θεωρ. 28» : «Πᾶν τὸ παράγον τὰ ὅμοια πρὸς ἑαυτὸ πρὸ τῶν ἀνομοίων ὑφίστησιν.» «Κάθε παραγωγικό αίτιο δίνει υπόσταση στα όμοιά του πριν τα ανόμοιά του
Εξήγηση από τον Πρόκλο : «ἐπεὶ γὰρ κρεῖττον ἐξ ἀνάγκης ἐστὶ τοῦ παραγομένου τὸ παράγον, τὰ αὐτὰ μὲν ἁπλῶς καὶ ἴσα κατὰ δύναμιν οὐκ ἄν ποτε εἴη ἀλλήλοις. εἰ δὲ μὴ ἔστι ταὐτὰ καὶ ἴσα, ἀλλ᾽ ἕτερά τε καὶ ἄνισα, ἢ πάντῃ διακέκριται ἀλλήλων ἢ καὶ ἥνωται καὶ διακέκριται. ἀλλ᾽ εἰ μὲν πάντῃ διακέκριται, ἀσύμβατα ἔσται, καὶ οὐδαμῇ τῷ αἰτίῳ τὸ ἀπ᾽ αὐτοῦ συμπαθές. οὐδὲ μεθέξει τοίνυν θατέρου θάτερον, πάντῃ ἕτερα ὄντα· τὸ γὰρ μετεχόμενον κοινωνίαν δίδωσι τῷ μετασχόντι πρὸς τὸ οὗ μετέσχεν. ἀλλὰ μὴν ἀνάγκη τὸ αἰτιατὸν τοῦ αἰτίου μετέχειν, ὡς ἐκεῖθεν ἔχον τὴν οὐσίαν.  εἰ δὲ πῇ μὲν διακέκριται, πῇ δὲ ἥνωται τῷ παράγοντι τὸ παραγόμενον, εἰ μὲν ἐπίσης ἑκάτερον πέπονθεν, ἐπίσης ἂν αὐτοῦ μετέχοι τε καὶ οὐ μετέχοι· ὥστε καὶ ἔχοι ἂν τὴν οὐσίαν παρ᾽ αὐτοῦ καὶ οὐκ ἔχοι τὸν αὐτὸν τρόπον. εἰ δὲ μᾶλλον εἴη διακεκριμένον, ἀλλότριον ἂν εἴη τοῦ γεννήσαντος μᾶλλον ἢ οἰκεῖον τὸ γεννηθέν, καὶ ἀνάρμοστον πρὸς αὐτὸ μᾶλλον ἤπερ ἡρμοσμένον, καὶ ἀσυμπαθὲς μᾶλλον ἢ συμπαθές. εἰ οὖν καὶ συγγενῆ τοῖς αἰτίοις κατ᾽ αὐτὸ τὸ εἶναι καὶ συμπαθῆ τὰ ἀπ᾽ αὐτῶν, καὶ ἐξήρτηται αὐτῶν κατὰ φύσιν, καὶ ὀρέγεται τῆς πρὸς αὐτὰ συναφῆς, ὀρεγόμενα τοῦ ἀγαθοῦ καὶ τυγχάνοντα διὰ τῆς αἰτίας τοῦ ὀρεκτοῦ, δῆλον δὴ ὅτι μᾶλλον ἥνωται τοῖς παράγουσι τὰ παραγόμενα ἢ διακέκριται ἀπ᾽ αὐτῶν. τὰ δὲ μᾶλλον ἡνωμένα ὅμοιά ἐστι μᾶλλον ἢ ἀνόμοια τούτοις οἷς μάλιστα ἥνωται. τὰ   ὅμοια ἄρα πρὸ τῶν ἀνομοίων ὑφίστησι πᾶν τὸ παρακτικὸν αἴτιον
«Γιατί επειδή το παραγωγικό αίτιο είναι αναγκαστικά ανώτερο από το παράγωγο (θεώρημα Νο.7), δεν μπορούν ποτέ να είναι απολύτως ίδια και ίσα μεταξύ τους ως προς την δύναμη. Αν, όμως, δεν είναι ίδια και ίσα, αλλά διαφορετικά και άνισα, τότε είναι εντελώς διαχωρισμένα μεταξύ τους είτε είναι ενωμένα και διαχωρισμένα. Αλλά, αν είναι εντελώς διαχωρισμένα, θα είναι ασύμβατα και με κανένα τρόπο το παράγωγο του αιτίου δεν θα είναι ομοιοπαθές με το αίτιο. Δεν θα μετέχει, λοιπόν, το ένα στο άλλο, αν είναι εντελώς διαφορετικά. Γιατί αυτό που επιδέχεται συμμετοχή παρέχει σε αυτό που πραγματοποίησε τη συμμετοχή κάποια επικοινωνία με αυτό στο οποίο μετέσχε. Αλλά είναι όμως ανάγκη το αιτιατό να μετέχει στο αίτιο, επειδή έχει την ουσία και την ύπαρξη του από εκεί. Αν το παράγωγο είναι από μία άποψη διαχωρισμένο και από μια άποψη ενωμένο με το παραγωγικό αίτιο, τότε, αν έχει πάθει καθένα από τα δύο εξίσου, εξίσου θα μετέχει και δεν θα μετέχει στο αίτιο. Επομένως με τον ίδιο τρόπο θα έχει και δεν θα έχει την ουσία και την ύπαρξη του από εκείνο. Αν είναι περισσότερο διαχωρισμένο, τότε το γέννημα θα είναι περισσότερο ξένο παρά οικείο προς αυτό που το γέννησε, περισσότερο δυσαρμονικό προς αυτό παρά αρμονικό, περισσότερο ανομοιοπαθές παρά ομοιοπαθές. Αν, λοιπόν, τα παράγωγα των αιτίων είναι στην ίδια την ουσία τους συγγενικά και ομοιοπαθή με τα αίτιά τους, και αν είναι εξαρτημένα εκ φύσεως από αυτά, και αν επιθυμούν την επαφή με αυτά, καθώς επιθυμούν το Αγαθό και πετυχαίνουν το αντικείμενο της επιθυμίας τους μέσω της αιτίας τους, τότε είναι φανερό ότι τα παράγωγα και τα παραγωγικά αίτια είναι περισσότερο ενωμένα παρά διαχωρισμένα. Και αυτά που είναι περισσότερο ενωμένα, είναι και περισσότερο όμοια παρά ανόμοια. Άρα κάθε παραγωγικό αίτιο δίνει υπόσταση στα όμοια πριν από τα ανόμοια.»
[7] Βλ. Πρόκλος «Περί της κατά Πλάτωνα Θεολογίας, βιβλίο ς’, 12.11 – 13.15».

πηγή: eleysis69

ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΗ - ΜΙΑ ΣΥΜΒΟΛΗ ΣΤΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΩΝ ΙΔΕΩΝ

$
0
0
Ο Ορφικός Ύμνος της Μνημοσύνης

Λέμε καμιά φορά στην καθημερινή μας ζωή τη φράση «ο Χ έχει έντονες μεταφυσικές ανησυχίες» και εννοούμε, βεβαίως, ότι ο Χ προβληματίζεται έντονα πάνω σε πράγματα που ξεπερνούν τα όρια της πραγματικότητας. Ποια είναι, όμως, η πραγματικότητα για την οποία ενδεχομένως μπορούμε να μιλήσουμε; Πώς αναφερόμαστε σ’ αυτήν; Τι υπάρχει πέρα από την πραγματικότητα; Μπορούμε να μιλήσουμε γι’ αυτήν; Και, αν ναι, τότε πώς; Αυτά είναι κάποια καίρια ερωτήματα που θα μας απασχολήσουν εδώ.

Εμπειρικά θα μπορούσε να πει κανείς ότι πραγματικότητα είναι το σύνολο όλων των πραγμάτων. Αν δεχθούμε αυτόν τον ορισμό, θα πρέπει να ορίσουμε πρώτα τα ίδια τα πράγματα: υπάρχουν δηλαδή τα πράγματα ή είναι μόνο μια ψευδαίσθηση; Αν υπάρχουν, τότε πώς αποκαλύπτονται σε μας; Το τραπέζι λ.χ. που βλέπω μπροστά μου είναι αυτό το τραπέζι που βλέπω χρησιμοποιώντας την αίσθηση της όρασης ή είναι μια εικόνα που τη γεννάει ο νους μου δια των πεπερασμένων αισθήσεων μου και δεν υπάρχει στην πραγματικότητα ως τέτοιο; Αυτό το πρόβλημα υπάρχει εξ αρχής σε περιπτώσεις πραγμάτων που δεν μπορώ να γνωρίζω την ύπαρξή τους, ακόμα κι αν οι αισθήσεις μου μου παρέχουν γι’ αυτά τις καλύτερες δυνατές προσλαμβάνουσες. 

Επομένως, θα πρέπει να ορίσουμε κάπως αλλιώς την πραγματικότητα. Ένας άλλος εμπειρικός ορισμός θα μπορούσε να λέγει ότι πραγματικότητα είναι όσα συμβαίνουν: συμβαίνει λ.χ. να ξημερώνει, συμβαίνει να πηγαίνω το πρωί στη δουλειά μου, συμβαίνει να είμαι ερωτευμένος με μια ωραία γυναίκα, συμβαίνει να υποστηρίζω τον Παναθηναϊκό κοκ. Όλα αυτά είναι κάποια μεμονωμένα συμβάντα που υπάρχουν στη ζωή μας και μας είναι γνωστά. Επομένως, εδώ έχουμε να κάνουμε με την πραγματικότητα εννοουμένη ως σύνολο συμβάντων και όχι πραγμάτων. Ένα συμβάν μπορεί να πει κανείς με βάση τα παραπάνω είναι ένα σύνθετο σύνολο από πράγματα, καταστάσεις, συναισθήματα κοκ. 

Ο L.Wittgenstein, ο γερμανός φιλόσοφος του 20ου αι., θα πει ότι «o κόσμος είναι όλα όσα συμβαίνουν. Ο κόσμος είναι το σύνολο των γεγονότων, όχι των πραγμάτων» (Tractatus logico-philosophicus, 1, 1.1). Θα επιλέξω να χρησιμοποιώ τη λέξη συμβάν από τη λέξη γεγονός, γιατί η ίδια η ετυμολογία της λέξης δείχνει ότι κάτι έχει συμ-βεί, όταν συν-τρέξουν εκείνες οι συν-θήκες που θα συγ-κροτήσουν μια σειρά από ανεξάρτητα και άσχετα μεταξύ τους σημεία σε μια ολοκληρωμένη ενότητα, σε τέλεια συμβάντα: συμβαίνει λ.χ. να πηγαίνω το πρωί στη δουλειά μου, γιατί, αν δεν πάω ή πάω οποιαδήποτε άλλη ώρα εκτός από το πρωί, κινδυνεύω να χάσω τη δουλειά μου. Συμβαίνει να υποστηρίζω τον Παναθηναϊκό, γιατί οι άλλες ομάδες δεν μου αρέσουν ή γιατί θέλω να διαφοροποιηθώ από την οικογένεια μου που είναι όλοι Ολυμπιακοί. Συμβαίνει να είμαι ερωτευμένος με μια ωραία γυναίκα, γιατί μου αρέσει να ερωτεύομαι ωραίες γυναίκες ή γιατί η συγκεκριμένη γυναίκα, αν και όχι τόσο ωραία, τη βλέπω ως ωραία, και άρα είμαι ερωτευμένος. Συμβαίνει να ξημερώνει, γιατί ο Ήλιος βγαίνει από την Ανατολή ή έρχεται μια καινούργια μέρα. Όλες αυτές οι συν-δέσεις που κάνω στο μυαλό μου – και προφανώς γίνονται σε απειροελάχιστο χρόνο – είναι τόσο αυτονόητες σε μας που περνάνε ανυποψίαστα. Το ερώτημα εδώ που τίθεται είναι: έχουμε μάθει να συν-δέουμε το πρωί με τη δουλειά, έχουμε μάθει να υποστηρίζουμε μια ομάδα, έχουμε μάθει να ερωτευόμαστε ωραίες γυναίκες, έχουμε μάθει να συν-δέουμε το ξημέρωμα με την ανατολή του ΄Ηλιου; Υπεισέρχεται, δηλαδή, κάποιος ψυχολογικός παράγοντας (η μάθηση) στην συγ-κρότηση των συμβάντων ή είναι έτσι κατασκευασμένη η ανθρώπινη νόηση, ώστε να συν-δέει πράγματα που ενδεχομένως ήταν α-σύν-δετα πριν μεταξύ τους; Όπως και να έχει, είναι ένα καίριο φιλοσοφικό ερώτημα που έχει διχάσει ανά τους αιώνες τους στοχαστές. 

Ας πάρουμε μια περίπτωση συμβάντος ως μη εκ του προφανούς: μια μπάλα λ.χ., ένας θόρυβος, ένα σπασμένο τζάμι και ο ήχος από παιδιά που τρέχουν. Σαν μεμονωμένα σημεία είναι προφανώς άσχετα μεταξύ τους, αλλά αν τα συν-ενώσουμε και τα συ-σχετίσουμε θα δούμε ότι μπροστά μας έχουμε ένα πολύ συν-ηθισμένο συμβάν, κατά το οποίο ένα παιδί σε αγώνα ποδοσφαίρου έσπασε με την μπάλα κάποιο τζάμι και μετά μαζί με τα άλλα τα παιδιά έτρεξαν να φύγουν. Παρατηρούμε ότι ο συ-σχετισμός και ο συλ-λογισμός που κάνουμε είναι αμεσότατος και εναργέστατος. Κάθε τι, λοιπόν, στοιχείο αυτού του κόσμου δεν εμφανίζεται μεμονωμένο αλλά εμφανίζεται ενοποιημένο στο πνεύμα μας, επειδή ακριβώς λειτουργούμε με νόμους. Έτσι, όταν λέμε "νομίζουμε", στην ουσία "φτιάχνουμε"έναν νόμο, με τον οποίο επεμβαίνουμε στον κόσμο. Η έννοια, όμως, του νόμου δεν είναι χωρίς προβλήματα: είναι οι νόμοι αυτοί που έχουμε οι ίδιοι ή διαφέρουν από εποχή σε εποχή ή είναι άλλοι από αυτούς που ισχύουν στον αντικειμενικό κόσμο; Νόμοι υπάρχουν στην Φυσική, για να σταθμίσουν κάποιο πειραματικά παρατηρούμενο φαινόμενο. Η Φυσική δεν προβαίνει σε εφεύρεση νέων νόμων, αλλά σε ανακάλυψη ήδη υπαρχόντων στη Φύση νόμων. Είναι όμως πραγματικοί νόμοι, νόμοι αιώνιοι και αναλλοίωτοι, ή είναι συμ-βατικοί, επειδή τα στοιχεία που προσκόμισε η Επιστήμη συν-έτρεξαν στο να συμ-περάνουν οι επιστήμονες την σταθερή συμ-περιφορά ενός φαινομένου. Η εξέλιξη της επιστήμης και η διαρκής ανατροπή των δεδομένων μάλλον αποδεικνύει ότι τα επιστημονικά συμ-περάσματα είναι προσωρινά, όχι όμως αναληθή και, άρα, αμελητέα. Αυτό που ισχύει σε κάθε επιστήμη είναι όχι να εξηγεί τα δεδομένα της πραγματικότητας, αλλά να τα ερμηνεύει. Η ερμηνεία ενέχει μέσα της την ανατροπή και την δυνατότητα νέας ερμηνείας. Ζούμε σε έναν κόσμο που χρήζει ερμηνείας και το κάθε τι που υπάρχει σ’ αυτόν. Η σχέση του ανθρώπου με τα πράγματα είναι σχέση πρωτίστως ερμηνεύοντος και ερμηνευομένου. Τα ονόματα που δίνουμε στα πράγματα αντικατοπτρίζει, θα λέγαμε, την ερμηνευτική μας πρόθεση και διάθεση απέναντι στα πράγματα.

Ανάμεσα σε μας και στα πράγματα μεσολαβεί η σκέψη. Πάντα όταν σκεφτόμαστε, σκεφτόμαστε κάτι. Ο φιλόσοφος Παρμενίδηςέλεγε: «εκείνο που σκεφτόμαστε και εκείνο που υπάρχει είναι ένα και το αυτό». Άρα, δεν μπορούμε να σκεφτούμε κάτι που δεν υπάρχει (το κενό π.χ.), σύμφωνα με την άποψη αυτή, και αντιστρόφως, κάτι που δεν υπάρχει (το κενό π.χ.) δεν μπορούμε να το σκεφτούμε. Όταν υπάρχει, λοιπόν, ένα πράγμα, δύναται να το πραγματευτώ (ανάλογη (παρ-)ετυμολογική σχέση συμβαίνει και στα λατινικά με το reor (=σκέφτομαι) και το res (=πράγμα) και στα αγγλικά και γερμανικά με το think – thing και denken – ding.

Τι γίνεται, όμως, πέρα από την πραγματικότητα, την οποία προσπαθήσαμε να την ορίσουμε και να την περιγράψουμε; Υπάρχει αυτή; Και αν ναι, πώς μπορούμε να αναφερθούμε σ’ αυτήν; Μπορούμε, τέλος, με τη γλώσσα να ορίσουμε κάτι που είναι πέραν του πραγματικού; Συμβατικά μπορούμε να κάνουμε τη διάκριση σε πραγματικό κόσμο και σε α-πραγματικό κόσμο. Έτσι θα καταφέρναμε να οριοθετήσουμε κάποια πράγματα, όπως αφ’ ενός εκείνα που μπορούμε να σκεφτούμε και υπάρχουν, αφ’ ετέρου εκείνα που δεν μπορούμε να σκεφτούμε και, άρα, δε υπάρχουν. Με τη διάκριση αυτή εξορ(κ)ίζουμε τα προβλήματα της πραγματικότητας σε άλλη μακριά από μας διάσταση. Όσο σαφές συμβαίνει να είναι το πραγματικό, άλλο τόσο ασαφές συμβαίνει να είναι το απραγματικό. Το απραγματικό θα μπορούσε να υπάρξει, αλλά επειδή δε μπορούμε να το σκεφτούμε καταχωρείται ως πραγματικό, πράγμα που, τελικώς, εξισώνεται με το ανύπαρκτο και το κενό.

Στη ζωή μας, όμως, συμβαίνει να υπάρχουν πράγματα υπαρκτά μεν ακατανόητα δε ή τουλάχιστον μη συνηθισμένα. Ούτε πραγματικά μπορούν να θεωρηθούν ούτε απραγματικά μπορούν να θεωρηθούν. Κάτι ενδιάμεσο μένει μόνο να πούμε. Ήδη από την προϊστορία και τη μυθολογία έχουμε σημεία και πρόσωπα που, αν μη τι άλλο, έχουν κάποιο μεταφυσικό χαρακτήρα, καθώς αναφέρονται σε δυνάμεις υπερφυσικές ή σε καταστάσεις μαγικού χαρακτήρα: η Σφίγγα λ.χ. στην αρχαία μυθολογία συμβαίνει να έχουμε μάθει ότι ήταν πλάσμα της φαντασίας των τότε ανθρώπων. Αφού ήταν πλάσμα της φαντασίας γιατί η εμφάνισή της είναι συχνότατη είτε σε ναούς είτε σε αγγεία είτε οπουδήποτε αλλού; Προφανώς ο συμβολισμός της Σφιγγός ήταν τόσο σημαντικός (λειτουργούσε ως αποτροπαϊκό σύμβολο πιθανόν) που, αν και ανύπαρκτη, ήταν ωσεί υπαρκτή. Σημειωτέον ότι η Σφιγξ συνίστατο από υπαρκτά, πραγματικά μέρη (φτερά, σώμα λέοντος κοκ.). Κάτι εντελώς απραγματικό δεν υπάρχει με την έννοια της μορφής παρά μόνον με την έννοια της αναπαράστασης κάποιου πράγματος που βρίσκεται πέρα από την πραγματικότητα. Εδώ πάντα υπάρχει το οντολογικό ζήτημα ότι πως είναι δυνατόν κάτι που δεν υπάρχει να έχει λεξική υπόσταση.

Και σε επίπεδο γλωσσικού μηνύματος μπορούμε να συναντήσουμε λέξεις ή φράσεις που δεν έχουν καμία λογική βάση παρά μόνον αν ληφθούν ως ΄΄ομοιωματικές΄΄ φράσεις, όπως στα αρχαία η φράση «μά τον Κυνα», η οποία έχει περισσότερο συμβολικό-μαγικό χαρακτήρα παρά αναφορικό. Αυτό που εμείς σήμερα δεν καταλαβαίνουμε για εκείνους ήταν τρόπος επικοινωνίας. Επίσης, εδώ μπορούμε να πούμε πως οι διάφοροι μαγικοί – ιεροί αριθμοί (3, 9, 12…) εντάσσονται στην ίδια μεταφυσική σκέψη που διαμορφώθηκε μέσα από τα πανάρχαια χρόνια.

Αυτό μας δείχνει ότι αφενός η μεταφυσική είναι μέρος μιας (υπερ)πραγματικότητας, αφ’ έτερου είναι τόσο παλαιότερη της Επιστήμης, ώστε να μην μπορεί η τελευταία να την προσδιορίσει. Η Μεταφυσική, κοντολογίς, δεν είναι απλώς η αθέατη πλευρά της πραγματικότητας, αλλά είναι, θα λέγαμε, η προϊστορία και η μυθολογία της. Εξάλλου και το εγκεφαλικό δυναμικό ούτως ή άλλως είναι τόσο περιορισμένο και ανεξερεύνητο που και η ίδια η υπόσταση της επιστήμης τίθεται ενίοτε εν αμφιβόλωι. Και στα διάφορα Μυστήρια της αρχαιότητας οι μυημένοι δεν μάθαιναν, αλλά απλά ήσαν παρόντες ψυχηι τε και σώματι, «ου μαθειν τι, αλλά παθειν και διατεθήναι», αλλά κυρίως σώπαιναν, επειδή, όπως λέει ο L. Wittgenstein, «για όσα δεν μπορεί κανείς να μιλάει, γι’ αυτά πρέπει να σωπαίνει»
πηγή: istorias-alitheia

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΤΕΛΕΤΟΥΡΓΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΘΡΗΣΚΕΙΑ

$
0
0

Οι σπουδαιότερες αξίες των  Ελλήνων είναι οι θρησκευτικές. Η αρχαία ελληνική θρησκεία είναι πολυθεϊστική και ως αντικείμενο της λατρείας της, είναι οι Ολύμπιοι Θεοί (ουράνιοι), οι χθόνιες θεότητες αλλά και οι ήρωες (ημίθεοι).

Ένα από τα κυριότερα χαρακτηριστικά της αρχαίας ελληνικής θρησκείας είναι ότι εχει έντονο τελετουργικό – δρωμενικό χαρακτήρα και περιλαμβάνει ποικίλες πράξεις λατρείας . Στην εργασία αυτή θα διασαφηνίσουμε αρχικά τον όρο τελετουργία, όπως αυτός παρουσιάζεται μέσα από τα θρησκευτικά δρώμενα της ελληνικής θρησκείας. Έπειτα θα αναφερθούμε συνοπτικά στις βασικές ιερές πράξεις της θρησκείας αυτής. Κατόπιν θα περιγράψουμε τον ιδιαίτερο ρόλο των θρησκευτικών λειτουργών κυρίως στα πλαίσια της ελληνικής κλασσικής πόλης. Στον επίλογο θα παραθέσουμε επιγραμματικά τα συμπεράσματα από το ανάπτυγμα της όλης εργασίας μας.


Εκκινώντας την διερεύνηση του θέματος θα αναφερθούμε συνοπτικά στο πως εννοείται ο όρος τελετουργία στην ελληνική θρησκευτική παράδοση διασαφηνίζοντας τον όρο αυτό. Η σύγχρονη μελέτη του αρχαίου κόσμου έχει στραφεί εντατικά στην επιστήμη της θρησκειολογίας για την πληρέστερη κατανόηση του κόσμου αυτού, ενασχολούμενη κυρίως με τις ιεροτελεστίες και τα τελετουργικά δρώμενα.

Έτσι ώστε η αρχαιότητα, να μην αντιμετωπίζεται αποκομμένη και απομονωμένη από την θρησκευτικότητα του αρχαίου ανθρώπου, η οποία ουσιαστικά όχι μόνο περιλαμβάνει και πλαισιώνει την ύπαρξή του, αλλά τολμούμε να ισχυριστούμε ότι η ίδια η οντογονική του ταυτότητα περιλαμβάνεται μέσα στην ίδια την θρησκευτικότητά του αδιαχώριστα.

Με τον όρο τελετουργία εννοούμε το σύνολο των ενεργειών – δρωμενικών πράξεων με σαφή επικοινωνιακό χαρακτήρα που συνδέει τους μετέχοντες τελεστές με τις ανώτερες πνευματικές υπάρξεις. Οι τελετουργικές αυτές πράξεις δρουν αποτελεσματικά επειδή οι θρησκευτές που μετέχουν σε αυτές, είτε πρόκειται για μια οικογένεια είτε για μια κοινότητα ή ακόμη και για μια πόλη, αποκομίζουν μέσα από αυτήν την τελετουργική διαδικασία, ενισχυμένη την έννοια της ταυτότητας τους, της συγκροτήσεως τους και εν τέλει της αλληλεγγύης τους.

Η τελετουργική δηλαδή διαδικασία στοχεύει στην οργάνωση του χώρου και του χρόνου που καθορίζει τις σχέσεις όχι μόνο μεταξύ ανθρώπων και θεών, αλλά προσδιορίζει και δομεί τις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων. Η ελληνική θρησκεία χαρακτηρίζεται ως τελετουργική και με μια άλλη διάσταση, με την έννοια δηλαδή ότι ως θρησκεία δεν έχει αναπτυχθεί γύρω από ένα θέσφατο δογματικό περιεχόμενο αφού δεν της είναι διόλου απαραίτητο για την λειτουργία της. Και μόνο η πιστή τήρηση των τελετουργιών, διασφαλίζει την διατήρηση και την συνοχή της θρησκευτικής της παράδοσης. Αυτή η στερεότυπα πολλές φορές επαναλαμβανόμενη τελεσματική πρακτική της, αποκλείει την ύπαρξη μιας δογματικής θρησκευτικής σκέψης, αλλά αντιθέτως μέσα από το δρωμενικό τέλεσμα προβάλλεται ένα ολόκληρο οργανωμένο θρησκευτικό σύστημα, πλήρως ενταγμένο στην ιδιοσυγκρασία και την ψυχοσύνθεση του έλληνα θρησκευτή. Ως γενικό συμπέρασμα για την αξία του τελέσματος είναι ότι το τελετουργικό αυτό θρησκευτικό βίωμα στον Έλληνα άνθρωπο συνέχει και εδραιώνει την κοινωνία του, διακανονίζοντας εν τέλει τις σχέσεις της κοινωνίας αυτής, με το σύμπαν που την περιβάλλει.

- Τρία είναι τα κύρια γνωρίσματα της ελληνικής θρησκείας. Πρώτον η θρησκεία αυτή είναι αμιγώς τελετουργική, αφού το τέλεσμα υποστηλώνει και εδραιώνει όλο το θρησκευτικό της οικοδόμημα. Δεύτερον η τελετουργία της είναι θυσιαστική αφού δίχως θυσιαστική ανταποδοτική πράξη δεν νοείται ελληνική θρησκεία. Τρίτον η θρησκεία αυτή είναι κοινωνική αφού όλη η λειτουργία, η δομή της και η αξία της εκδηλώνεται μονάχα όταν επιτελείται εν μέσω ενός κοινωνικού ομίλου, μικρότερου η ευρύτερου.

πηγή: ekivolos.g

ΧΟΛΜΠΑΧ - ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΑΠΑΤΕΩΝΩΝ

$
0
0



«Ο Θεός δεν είναι ούτε οργή ούτε φθόνος· η δικαιοσύνη και η ευσπλαχνία που του αποδίδουν είναι ψευδείς ιδιότητες κι όσα έχουν πει γι’ αυτόν οι Προφήτες και οι Απόστολοι δεν μας αποκαλύπτουν ούτε τη φύση ούτε την ουσία του.

Υπάρχει κάποια ένδειξη ότι οι Προφήτες και οι Απόστολοι ήταν φτιαγμένοι διαφορετικά από τους άλλους ανθρώπους;


Το μεγαλύτερο μέρος όσων έχουν πει είναι τόσο σκοτεινό που δεν καταλαβαίνουμε τίποτα και τόσο ασυνάρτητο που εύκολα αντιλαμβανόμαστε ότι και οι ίδιοι δεν ήσαν παρά αδαείς απατεώνες.

Υπερηφανεύονταν ότι όλα όσα ανακοίνωναν στο λαό προέρχονταν απευθείας από τον Θεό· αξίωση παράλογη και γελοία, αφού οι ίδιοι ομολογούν ότι ο Θεός δεν τους μιλούσε παρά μόνο στο όνειρο.

Δεν υπάρχει τίποτε πιο φυσικό στον άνθρωπο από τα όνειρα, κατά συνέπεια θα πρέπει να είναι κανείς πολύ αναιδής, πολύ ματαιόδοξος και παράλογος για να ισχυρίζεται ότι ο Θεός του μιλά μέσω αυτής της οδού, κι όποιος το πιστεύει θα πρέπει να είναι πολύ εύπιστος και πολύ μουρλός για να εκλαμβάνει τα όνειρα ως θεία θέσφατα.

Ας εξετάσουμε λίγο την ιδέα που είχαν οι προφήτες για τον Θεό. Αν πρέπει να τους πιστέψουμε, ο Θεός είναι ένα ον καθαρά σωματικό: ο Μιχαϊας τον βλέπει καθιστό· ο Δανιήλ ντυμένο στα άσπρα και με μορφή γέροντα· ο Ιεζεκιήλ τον βλέπει σαν μια φωτιά – αυτά ως προς την Παλαιά Διαθήκη. Στην Καινή, οι μαθητές του Ιησού Χριστού φαντάζονται ότι τον βλέπουν με τη μορφή ενός περιστεριού, οι Απόστολοι σαν πύρινες γλώσσες και τέλος ο Παύλος σαν ένα φως που τον θαμπώνει. Όσο για τις αντιφάσεις των απόψεων τους, ο Σαμουήλ πίστευε ότι ο Θεός δεν μετανιώνει ποτέ για ό,τι έχει κρίνει· αντίθετα, ο Ιερεμίας μας λέει ότι ο Θεός μετανιώνει για αποφάσεις που έλαβε. Ο Ιωήλ μας πληροφορεί ότι δεν μετανιώνει παρά μόνο για τα κακά που έχει κάνει στους ανθρώπους· ο Ιερεμίας ισχυρίζεται ότι καθόλου δεν μετανιώνει για κάτι τέτοιο. Η Γένεσις μας διδάσκει ότι ο άνθρωπος είναι κύριος της αμαρτίας και μόνον από τον ίδιο εξαρτάται αν θα πράξει το καλό, ενώ ο Απόστολος Παύλος διαβεβαιώνει ότι οι άνθρωποι δεν έχουν κανέναν έλεγχο πάνω στην ιδιαίτερη φιληδονία δίχως την εντελώς ιδιαίτερη χάρη του Θεού κλπ. κλπ.

Τέτοιες είναι οι εσφαλμένες και αντιφατικές απόψεις που μας δίνουν αυτοί οι υποτιθέμενοι θεόπνευστοι, χωρίς να λαμβάνουν υπόψη ότι αυτές οι ιδέες μας αναπαριστούν τη Θεότητα σαν ένα ον αισθητό, υλικό και υποκείμενο σε όλα τα ανθρώπινα πάθη.

Κι όμως έρχονται στη συνέχεια να μας πουν ότι ο Θεός δεν έχει τίποτα το κοινό με την ύλη και ότι είναι ένα ον ακατανόητο για μας».


πηγή: «Περί των τριών απατεώνων – Μωϋσής, Χριστός, Μωάμεθ» (πραγματεία αποδιδόμενη στον Βαρώνο του Χόλμπαχ. 

ΤΟ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑ ΚΑΙ Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΚΡΙΤΙΚΗΣ ΣΚΕΨΗΣ

$
0
0

Tης Ελένης Γ. Λεοντσίνη, Διδάκτωρ Φιλοσοφίας στο παν/μιο της Γλασκώβης

Η φιλοσοφία δεν είναι κάτι αφηρημένο, προσδοκά να μας μάθει να σκεφτόμαστε, σε μία εποχή που επιδιώκει ακριβώς το αντίθετο [Πλωτίνος].

Στόχος της ανακοίνωσης αυτής είναι να καταδείξει τη σημασία του φιλοσοφικού στοχασμού, και του φιλοσοφικού επιχειρήματος ειδικότερα, για την καλλιέργεια και την ανάπτυξη της κριτικής σκέψης σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης αλλά και στον καθημερινό βίο γενικότερα. Η συμβολή του φιλοσοφικού λόγου στην ανάπτυξη της κριτικής σκέψης υπήρξε περισσότερο από καθοριστική, αφού η φιλοσοφία, λόγω της ιδιαιτερότητας του γνωστικού αντικειμένου της και μέσω φιλοσοφικών πεδίων, όπως η λογική και η μεθοδολογία, αλλά και μέσω των ποικίλων φιλοσοφικών μεθόδων (σωκρατική απορία, σκεπτική αμφιβολία, ανάλυση-σύνθεση, διαλεκτική, ερμηνευτική, φαινομενολογική αναγωγή, γλωσσανάλυση) όχι απλώς αναπτύσσει την κριτική σκέψη, αλλά ήταν και εξακολουθεί να είναι η πηγή της προέλευσής της. Η φιλοσοφία αποτελεί το φυσικό χώρο ανάπτυξης της κριτικής σκέψης και μας εφοδιάζει με τα απαραίτητα λογικά και μεθοδολογικά εργαλεία ώστε να καταστούμε ικανοί να την καλλιεργήσουμε και να την υιοθετήσουμε ως τρόπο ζωής σε όλους τους τομείς του ανθρώπινου βίου και ιδιαίτερα στον ευαίσθητο χώρο της εκπαιδευτικής διαδικασίας.


Τι ακριβώς όμως είναι η φιλοσοφία; Πώς θα μπορούσαμε να ορίσουμε το γνωστικό αντικείμενο της φιλοσοφίας; Ετυμολογικά, ένας μη επαρκής ορισμός είναι ότι η φιλοσοφία είναι η αγάπη για τη σοφία. Όμως, ο ορισμός αυτός είναι πολύ γενικός για να σημαίνει κάτι, αφού αγάπη για τη σοφία έχει κάθε επιστήμονας και όχι μόνο ο φιλόσοφος. Μια από τις μεγαλύτερες δυσκολίες —και αμηχανίες— που αντιμετωπίζει ο φιλόσοφος είναι ότι δε δύναται επαρκώς να ορίσει το επάγγελμά του. Η ερώτηση «τι είναι φιλοσοφία» αποτελεί από μόνη της φιλοσοφικό πρόβλημα.

Φιλοσοφία είναι η μελέτη των γενικών και αφηρημένων χαρακτηριστικών του κόσμου και των κατηγοριών με τις οποίες σκεφτόμαστε: νους, ύλη, λόγος, απόδειξη, αλήθεια κτλ. Στη φιλοσοφία, οι έννοιες με τις οποίες προσεγγίζουμε τον κόσμο γίνονται οι ίδιες το αντικείμενο της έρευνας. Η φιλοσοφία μιας επιστήμης ή ενός τομέα του επιστητού, όπως η ιστορία, η μαθηματική, η φυσική, η νομική, προσπαθεί όχι τόσο να επιλύσει ιστορικά, φυσικά ή νομικά θέματα αλλά να μελετήσει τις έννοιες που δομούν τον συγκεκριμένο τρόπο σκέψης και να θέσει τα θεμέλια και τις προϋποθέσεις τους. Με την έννοια αυτή, φιλοσοφία είναι αυτό που συμβαίνει όταν μία πρακτική αυτοσυνειδητοποιείται. Τα όρια ανάμεσα σε ένα τέτοιου είδους «δευτέρας τάξεως» στοχασμό και σε τρόπους εξάσκησης της πρωτογενούς φιλοσοφίας δεν είναι πάντοτε ξεκάθαρα: τα φιλοσοφικά προβλήματα μπορεί να επιλυθούν από την πρόοδο μιας επιστήμης αλλά και ο ίδιος ο τρόπος διεξαγωγής μιας επιστήμης μπορεί να διαταραχθεί από το φιλοσοφικό στοχασμό.

Σε παλαιότερες εποχές υπήρξε μεγάλη αισιοδοξία για την πιθανότητα δημιουργίας μίας καθαρής ή «πρωτογενούς» φιλοσοφίας, υιοθετώντας μία a priori θέση από την οποία άλλες διανοητικές πρακτικές θα μπορούσαν αμερόληπτα να εξεταστούν και υποβληθούν σε λογική αξιολόγηση και διόρθωση. Όμως, κατά το τέλος του 20ου αιώνα μια τέτοια πιθανότητα έχει ως επί το πλείστον εγκαταλειφθεί και ο φιλοσοφικός στοχασμός συμβαδίζει με την ανάπτυξη των άλλων επιστημονικών δραστηριοτήτων. Όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει ο σύγχρονος αμερικανός φιλόσοφος Thomas Nagel, «Το κύριο μέλημα της φιλοσοφίας είναι να ελέγξει και να κατανοήσει πολύ κοινές έννοιες που όλοι μας τις χρησιμοποιούμε καθημερινά χωρίς να τις σκεφτόμαστε. Ένας ιστορικός μπορεί να ζητήσει να μάθει τι συνέβη κάποτε στο παρελθόν, αλλά ένας φιλόσοφος θα ζητήσει να μάθει «τι είναι χρόνος;». Ένας μαθηματικός μπορεί να διερευνήσει τις σχέσεις μεταξύ των αριθμών, αλλά ένας φιλόσοφος θα αναρωτηθεί «τι είναι αριθμός;». Ένας φυσικός θα ζητήσει να μάθει από τι συνίστανται τα άτομα ή πως εξηγείται η βαρύτητα, αλλά ένας φιλόσοφος θα αναρωτηθεί πως μπορούμε να γνωρίζουμε αν υπάρχει κάτι έξω από τη νόησή μας. Ένας ψυχολόγος μπορεί να ερευνήσει πως μαθαίνουν τα παιδιά μια γλώσσα, αλλά ένας φιλόσοφος θα ρωτήσει «τι είναι αυτό που κάνει μια λέξη να έχει κάποιο νόημα;». Ο καθένας μας αναρωτιέται ίσως αν είναι σφάλμα να τρυπώσουμε κρυφά σ'έναν κινηματογράφο χωρίς να πληρώσουμε εισιτήριο, αλλά ένας φιλόσοφος θα αναρωτηθεί «τι είναι αυτό που κάνει μια πράξη σωστή ή εσφαλμένη;».

Σε γενικές γραμμές, ως κριτική σκέψη ορίζουμε την ικανότητα που έχει κάποιος ώστε να αξιολογεί πληροφορίες και απόψεις κατά τρόπο συστηματικό, σκόπιμο και αποτελεσματικό. Στην καθημερινή ζωή διαρκώς ερχόμαστε αντιμέτωποι με τις προσπάθειες των άλλων προσώπων που ως στόχο τους έχουν να μας πείσουν για τις απόψεις τους ή να μας παροτρύνουν να πράξουμε με κάποιο συγκεκριμένο τρόπο. <Στόχος της «κριτικής σκέψης» ή «της άτυπης λογικής», όπως αυτή ονομάζεται στη φιλοσοφία, είναι να παρουσιάσει τεχνικές ανάλυσης των επιχειρημάτων και τρόπους αξιολόγησης, ώστε να είναι κανείς σε θέση να αξιολογήσει τη δύναμη οποιουδήποτε επιχειρήματος που ενδέχεται να συναντήσει και, επομένως, να είναι σε θέση να αποφασίσει για το κατά πόσον οφείλει να πεισθεί από αυτό και να πράξει αναλόγως.

Δύο κλάδοι της φιλοσοφίας έχουν ως αντικείμενό τους τον παραπάνω στόχο, η λογικήκαι η μεθοδολογίαΟ φιλοσοφικός κλάδος της λογικής επεξεργάζεται μεθόδους κατάλληλες, ώστε να μπορέσουμε να διακρίνουμε το σωστό από το λάθος και προσδιορίζει τους νόμους, τις αρχές και τους κανόνες που οφείλει να ακολουθεί όποιος αναζητεί την αλήθεια. Η λογική είναι η γενική επιστήμη της εξαγωγής συμπερασμάτων. Η λογική, δηλαδή, προσπαθεί να απαντήσει σε ερωτήματα, όπως «Πόσο καλά υποστηρίζουν τις απόψεις τα προβαλλόμενα επιχειρήματα;», «Υποστηρίζουν επαρκώς οι συλλογισμοί μας τα συμπεράσματα;», «Τι πρέπει να δεχτούμε και τι να απορρίψουμε από μια σειρά προτάσεων;», «Πως μπορούμε να προβάλλουμε τις απόψεις μας με τους λιγότερο δυνατούς ισχυρισμούς;». Η μεθοδολογία αποτελεί τομέα της λογικής, στο πλαίσιο του οποίου εξετάζονται οι μέθοδοι που χρησιμοποιούνται στη φιλοσοφία και τις επιστήμες. Η μέθοδος ορίζεται κατά τον Αριστοτέλη ως «οδός επί τι» και ως «τρόπος ζητήσεως». Η μέθοδος είναι, δηλαδή, «ο τρόπος σύμφωνα με τον οποίο πρέπει να εξετάζει κανείς τα πράγματα, η πορεία που οφείλει να ακολουθεί κάποιος, για να αποκτήσει την αλήθεια, η συστηματική, βάσει ορισμένων κανόνων, μορφή προσέγγισης του εκάστοτε υπό εξέταση ζητήματος, ο επιστημονικός τρόπος έρευνας».

Η λογική επιστήμηδιαιρείται σε δύο κλάδους, την τυπικήκαι την μη-τυπική ή άτυπηλογική (formal and informal logic). Η τυπική λογική, κάνοντας χρήση μιας τεχνητής, συμβολικής και αφηρημένης γλώσσας, εξετάζει τους κανόνες και τις διαδικασίες του ορθώς διανοείσθαι. Αντιθέτως, η άτυπη λογική είναι η πρακτική λογική ή συλλογιστική (practical reasoning), η οποία συνίσταται στη μελέτη, την ανάλυση και την αξιολόγηση της εγκυρότητας (validity) των επιχειρημάτων κάνοντας χρήση της φυσικής γλώσσας, της γλώσσας δηλαδή που μεταχειριζόμαστε στην καθημερινή επικοινωνία μας, χωρίς να γίνεται χρήση αφηρημένων συμβόλων και γενικών τύπων. Χρειάζεται βέβαια να επισημανθεί ότι η χρήση της φυσικής γλώσσας από την άτυπη λογική είναι σε κάποιο βαθμό προβληματική, αφού «η καθημερινή γλώσσα είναι συνυφασμένη με τις εκάστοτε προκαταλήψεις και συναισθηματικές φορτίσεις των χειριστών της καθώς και γενικότερα με αμφισημίες και ασάφειες των χρησιμοποιούμενων λέξεων. Η άτυπη λογική, επομένως, στερείται της αυστηρότητας και της ακρίβειας της τυπικής λογικής που μόνο η χρήση μιας τεχνητής, αφηρημένης και συμβολικής γλώσσας, όπως αυτή της τυπικής λογικής, είναι δυνατόν να εξασφαλίσει.

Παρόλα αυτά η άτυπη λογική είναι αυτή, τελικώς, που κατεξοχήν μας χρησιμεύει στον καθημερινό βίο για να μπορούμε να σκεφτόμαστε κριτικά, κάνοντας χρήση του φιλοσοφικού επιχειρήματος. Όπως επισημαίνουν η Tracy Bowell και ο Gary Kemp στο πρόσφατο διδακτικό εγχειρίδιό τους για την φιλοσοφική κριτική σκέψη, «καθημερινά βομβαρδιζόμαστε με μηνύματα που, απ'ότι φαίνεται, προσπαθούν να μας πουν τι να κάνουμε ή τι να μην κάνουμε, τι να πιστέψουμε και τι να μην πιστέψουμε, όπως για παράδειγμα να αγοράσουμε κάποιο αναψυκτικό, να φάμε κάποιο συγκεκριμένο δημητριακό για πρωινό, να ψηφίσουμε τον κύριο Τάδε, να κάνουμε ασφαλές σεξ, να μην οδηγούμε μεθυσμένοι, να μην παίρνουμε ναρκωτικά, να μποϋκοτάρουμε τα προϊόντα από μια συγκεκριμένη χώρα, ότι η άμβλωση είναι φόνος, ότι το να τρως ζώα είναι φόνος, ότι εξωγήινοι έχουν επισκεφτεί τον πλανήτη μας, ότι η οικονομία πάει καλά, ότι ο καπιταλισμός είναι ένα δίκαιο σύστημα, ότι τα μεταλλαγμένα προϊόντα είναι ασφαλή, κτλ. Ορισμένα από τα μηνύματα αυτά απλώς τα αγνοούμε, μερικά τα υπακούμε χωρίς καν να τα σκεφτούμε, και άλλα τα απορρίπτουμε χωρίς δεύτερη σκέψη. Μερικά από αυτά όμως τα σκεφτόμαστε και τα αμφισβητούμε, ρωτώντας «γιατί θα έπρεπε να το πράξω αυτό ή να μην το πράξω;» ή «γιατί θα έπρεπε να το πιστέψω αυτό ή να μην το πιστέψω;». Όταν ερωτούμε «γιατί;», επιζητούμε να βρούμε ένα λόγο (reason) για να κάνουμε αυτό που μας έχει ζητηθεί να κάνουμε ή για να πιστέψουμε αυτό που μας ζητείται να πιστέψουμε. Όταν επιζητούμε να βρούμε ένα λόγο κατά αυτόν τον τρόπον, ζητούμε μια δικαιολόγηση (justification) ώστε να πράξουμε ή να πιστέψουμε, όχι απλώς ένα λόγο, αλλά ένα «καλό» λόγο που θα μας παρωθήσει να πράξουμε ή να πιστέψουμε κάτι. Το να προσπαθήσουμε να πείσουμε παρουσιάζοντας καλούς και ικανοποιητικούς λόγους, δεν είναι τίποτε λιγότερο ή περισσότερο από το να παρουσιάσουμε ένα επιχείρημα (argument).


Στη λογική ως επιχείρημα ορίζεται ο απλός συλλογισμός στον οποίο η μία από τις προκείμενες προτάσεις ή και οι δύο προκείμενες προτάσεις δικαιολογούνται δια της προσθήκης μιας ή περισσοτέρων προτάσεων. Τα επιχειρήματα διακρίνονται σε απλά, διπλά και περίπλοκα. Αν δικαιολογείται η μία από τις προκείμενες προτάσεις του συλλογισμού, το επιχείρημα θεωρείται απλό, όπως στην περίπτωση, π.χ. του συλλογισμού:

Τα έντομα είναι έμψυχα, επειδή είναι ζώα. Τα μυρμήγκια είναι έντομα Άρα τα μυρμήγκια είναι έμψυχα.

Αν δικαιολογούνται και οι δύο προκείμενες προτάσεις, το επιχείρημα είναι διπλό, όπως στην περίπτωση, π.χ. του συλλογισμού

Οι οργανισμοί είναι φθαρτοί, διότι είναι σύνθετοι Τα δένδρα είναι οργανισμοί, επειδή είναι φυτά Άρα τα δένδρα είναι φθαρτά.

Αν σε έναν απλό συλλογισμό, πέρα από τις αιτιολογίες των προκειμένων προτάσεων, υπάρχουν και άλλες αιτιολογίες, τα επιχειρήματα θεωρούνται πολύπλοκα, όπως στην περίπτωση, π.χ. του συλλογισμού 

Τα φυτά είναι φθαρτά, γιατί είναι οργανισμοί, Και οι οργανισμοί είναι σύνθετοι Η ελιά είναι φυτό, γιατί είναι δένδρο Άρα, η ελιά είναι φθαρτή.

Πέρα από τη σημασία του επιχειρήματος στον τομέα της λογικής ως απλού συλλογισμού του οποίου οι προκείμενες προτάσεις δικαιολογούνται με πρόσθετες προτάσεις, το επιχείρημα νοείται, επίσης, ως μία σειρά προτάσεων, έτσι ώστε ορισμένες από αυτές, δηλαδή, οι προκείμενες, να είναι ικανές να δικαιολογήσουν την υιοθέτηση μιας από τις προτάσεις αυτές, δηλαδή, το συμπέρασμα. Υπό την έννοια αυτή, επιχειρήματα είναι οι αποδεικτικοί λόγοι ή οι αρχές απόδειξης. Ένα επιχείρημα θεωρείται αδύνατο ή επιλήψιμο, εφόσον δεν τηρούνται οι κανόνες απόδειξης. Αντίθετα, αν κατά τη συναγωγή του συμπεράσματος τηρούνται οι κανόνες απόδειξης, το επιχείρημα θεωρείται έγκυρο. Ένα έγκυρο επιχείρημα μπορεί να θεμελιωθεί είτε βάσει της παραγωγής είτε βάσει της επαγωγής. Σε ένα παραγωγικά έγκυρο επιχείρημα είναι λογικά υποχρεωμένος κανείς, έχοντας δεχθεί ως ακριβείς τις προκείμενες προτάσεις, να υιοθετήσει το συμπέρασμα, και αντίστροφα, έχοντας απορρίψει το συμπέρασμα, είναι λογικά υποχρεωμένος να αμφισβητήσει τις προκείμενες προτάσεις. Σε ένα επαγωγικά έγκυρο επιχείρημα είναι λογικά υποχρεωμένος κανείς, έχοντας υιοθετήσει τις προκείμενες προτάσεις, να θεωρήσει το συμπέρασμα ως πιθανό. Μεταξύ των δύο τύπων επιχειρημάτων, των παραγωγικών και των επαγωγικών, από ορισμένους φιλοσόφους, ως έγκυρα μπορούν να χαρακτηριστούν μόνο τα παραγωγικά.

Η κριτική σκέψη επιτρέπει σε εμάς να είμαστε βέβαιοι ότι έχουμε ικανούς λόγους να πιστεύουμε ή να πράττουμε αυτά που οι άνθρωποι προσπαθούν να μας πείσουν να πράξουμε ή να πιστεύουμε. Οι απόπειρες της πειθούς ενδέχεται να στηρίζονται σε λογικά επιχειρήματα ή όχι. Όταν δεν στηρίζονται σε λογικά επιχειρήματα, εμπίπτουν, ως επί το πλείστον, στον τομέα της ρητορικής τέχνης, η οποία είναι δυνατόν να οριστεί ως οποιαδήποτε προσπάθεια να πείσει χωρίς να επιχειρεί να δώσει επαρκείς λόγους για την εν λόγω άποψη, επιθυμία ή πράξη, αλλά αντιθέτως επιχειρεί να παρακινήσει την εν λόγω άποψη, επιθυμία ή πράξη αποκλειστικά μέσω της δύναμης των λόγων που χρησιμοποιεί. Ο λόγος του επιχειρήματος όμως μας πείθει, παρέχοντας σε εμάς λόγους για να δεχθούμε έναν ισχυρισμό ή για να πράξουμε αυτό που μας προτείνεται. Δεν είναι όμως όλα τα επιχειρήματα επιτυχημένα επιχειρήματα. Επιτυχημένα επιχειρήματα είναι αυτά που μας παρουσιάζουν ικανούς λόγους για να πράξουμε ή να αποδεχθούμε τη θέση που υποστηρίζουν. Υπάρχουν ποικίλα γλωσσικά φαινόμενα που είναι δυνατόν να δυσκολέψουν την αναγνώριση και την ερμηνεία των επιχειρημάτων. Περιπτώσεις, όπως αυτές της αμφισημίας, της ασάφειας, της μεταφοράς, των ρητορικών ερωτήσεων, και της ειρωνείας, των ρητορικών σχημάτων, των σοφισμάτων και των λογικών πλανών (πλάνη των πολλαπλών ερωτήσεων, πλάνη του εφήμερου, ψευδώνυμος συλλογισμός κ. ά) ενδέχεται να είναι προβληματικές, γιατί καλύπτουν τα προθετικά νοήματα του συγγραφέα ή του ομιλούντος ή αξιολογούντος προσώπου. Στην περίπτωση των έμμεσων σχετικών προτάσεων και των προτάσεων που χρησιμοποιούν ποσοδείκτες (quantifiers) εσφαλμένα, το νόημα του συγγραφέα δεν δύναται να γίνει αντιληπτό.

Ενδεικτικά αναφέρω εδώ ένα επιχείρημα που συχνά χρησιμοποιείται στην ηθική και πολιτική φιλοσοφία το ονομαζόμενο επιχείρημα της ολισθηρής πλαγιάς (slippery slope argument). Όπως αναφέρει ο Θ. Πελεγρίνης, «το επιχείρημα αυτό αναφέρεται στην περίπτωση κάποιου που, όντας στην κορυφή μιας ολισθηρής πλαγιάς, αν κάνει ένα βήμα μπροστά, την άλλη στιγμή θα βρεθεί στη βάση της πλαγιάς». Ειδικότερα, σύμφωνα με το επιχείρημα αυτό, μία πράξη —αυτή καθεαυτήν θεμιτή ενδεχομένως— μπορεί να προκαλέσει μια σειρά γεγονότων με τελική κατάληξη ένα ανεπιθύμητο αποτέλεσμα. Έτσι βάσει του επιχειρήματος της ολισθηρής πλαγιάς, υποστηρίζεται, π.χ. ότι η εκούσια ευθανασία δεν θα πρέπει να θεσμοθετηθεί, γιατί ενδέχεται στις εκούσιες ευθανασίες που θα ακολουθήσουν να υπάρξουν και περιπτώσεις όπου πρόσωπα —όπως διανοητικά ανάπηροι ή ηλικιωμένοι άνθρωποι— μπορούν να οδηγηθούν στο θάνατο παρά τη θέλησή τους. Το επιχείρημα ενίοτε χρησιμοποιείται, προκειμένου να δικαιολογηθεί η παρέμβαση κάποιου, έτσι ώστε να ανακοπεί μια σειρά γεγονότων, τα οποία οδηγούν σε ένα ανεπιθύμητο αποτέλεσμα, όπως στην περίπτωση, π.χ., όπου η κυβέρνηση μιας χώρας, όταν ξεσπάσει εξέγερση εργατών σε μία ορισμένη περιοχή της επικράτειάς της, θεωρεί επιβεβλημένο να παρέμβει, για να καταστείλει την εξέγερση εκεί και να μην επεκταθεί αυτή σε όλη τη χώρα μέσω της αποκαλούμενης διαδικασίας του ντόμινο. Όμως το επιχείρημα αυτό είναι παραπλανητικό, αφού δεν έπεται λογικώς ότι, επειδή γίνεται ένα πράγμα, θα πρέπει να ακολουθήσουν και τα υπόλοιπα: επειδή άρχισα το κάπνισμα, δεν έπεται ότι θα αρχίσω να καπνίζω και μαριχουάνα.

Η σπουδή της φιλοσοφίας αναπτύσσει, επομένως, τις ικανότητές μας να λύνουμε προβλήματα που αφορούν τις πιο γενικές και έσχατες πλευρές των πραγμάτων, μας καθιστά ικανούς να αναλύουμε έννοιες, ορισμούς, επιχειρήματα και προβλήματα. Επιπλέον, η μελέτη της φιλοσοφίας, όταν γίνεται ακολουθώντας αναλυτική και διαλεκτική μέθοδο —δηλαδή με την τέχνη της συζήτησης, του φιλοσοφικού επιχειρήματος και της διαμάχης, βασικό χαρακτηριστικό της τελευταίας είναι η αντιπαράθεση και η διατύπωση ενός ισχυρισμού ενάντια σε κάποιον άλλο— μας επιτρέπει να οργανώνουμε λογικά τις προτάσεις μας, τις ιδέες και τις εμπειρίες μας ώστε να οδηγούμαστε σε συμπεράσματα λογικώς έγκυρα, μας βοηθάει να διατυπώνουμε προτάσεις με νόημα στηριγμένες στη λογική και την επιχειρηματολογία. Αναπτύσσει επίσης τις συνθετικές ικανότητές μας, μας βοηθάει δηλαδή στη σύνθεση ποικίλων απόψεων και προοπτικών μέσα σ'ένα σύνολο, έτσι που να παρουσιάζεται η ενότητα της ανθρώπινης εμπειρίας.

Σε σχέση με την ανάπτυξη της κριτικής σκέψης, όπως έχει ήδη επισημανθεί, η φιλοσοφία μάς μαθαίνει πώς να χρησιμοποιούμε προτάσεις απλές, σαφείς και έγκυρες, να κατασκευάζουμε επιχειρήματα ισχυρά, ή ακόμη και ακαταμάχητα, και να προβάλλουμε τις απόψεις μας με εμπειρίες και παραδείγματα κατάλληλα για την προώθηση των σκοπών μας. 

Όπως επισήμανε ο Θεόφιλος Βέϊκος,«η πιο σημαντική ίσως προσφορά της φιλοσοφικής παιδείας είναι η καλλιέργεια λογικά συγκροτημένου λόγου σε πλαίσια διαλόγου όπου περνά πιο πολύ το ισχυρό επιχείρημα. Με τέτοια παιδεία δεν αναπτύσσονται μόνο ικανότητες που χρειάζεται ο μελλοντικός φιλόσοφος παρά ικανότητες χρήσιμες σ'όλες τις επιστήμες και τις πρακτικές δραστηριότητες. Μαθαίνει κανείς να διατυπώνει και να υπερασπίζει τις απόψεις του· να διακρίνει λεπτές διαφορές ανάμεσα σε όμοιες απόψεις και να ανακαλύπτει κοινές προϋποθέσεις που υπόκεινται σε διαφορετικές ή αντίθετες απόψεις· να αξιολογεί και να συγκρίνει αντίμαχες θέσεις και να εξηγεί την πραγματική τους διαφορά· να αποδείχνει πειστικά τη λογική τους βαρύτητα και να δικαιολογεί γιατί προτιμά αυτή τη θέση από την άλλη». 

Εν κατακλείδι, χρειάζεται να παρατηρήσουμε ότι η φιλοσοφία, παρόλο που διαρκώς αναζητεί την αλήθεια, όπως αυτή έχει αναπτυχθεί ιστορικά, δεν προσφέρει τελικώς την αλήθεια ή έστω επιμέρους αλήθειες. Παρόλα αυτά όμως, είναι δυνατόν να μας παρέχει τη δυνατότητα, αν πραγματικά την θεραπεύσουμε, να επιλύσουμε πολλαπλά προβλήματα (γενικά, αναλυτικά, λογικής οργάνωσης, λογικής σύνθεσης, επικοινωνίας, πειθούς). Όπως, άλλωστε, διαπιστώνει ο Thomas Nagel, «ο καλύτερος τρόπος να μάθουμε κάτι για τη φιλοσοφία είναι να στοχαστούμε οι ίδιοι πάνω σε ορισμένα προβλήματα».

Στο ερώτημα «τι είναι η φιλοσοφία και τι μπορεί να μας προσφέρει:» μια σύντομη απάντηση θα ήταν αυτή που θα έλεγε πως η φιλοσοφία είναι μια συλλογή προβλημάτων και προσπαθειών να τα επιλύσουμε. Προβλήματα που αφορούν την αντίληψη, την αξιολόγηση, την ανθρώπινη ύπαρξη, τον ηθικό και πολιτικό βίο, το Θεό και τον κόσμο, προβλήματα που συνδέονται με δέσμη ερωτημάτων και συνεπάγονται την ανάλυση ή ανάπτυξη εννοιών, όπως λόγος, ευδαιμονία, ευτυχία, αρετή, δικαιοσύνη, ελευθερία, ύπαρξη, γνώση ή αιτιότητα, καθώς και προβλήματα που συνδέονται μεταξύ τους και απαιτούν τη σωστή χρήση της γλώσσας και της κριτικής δύναμης του νου με την οποία διασαφηνίζονται, μέσω των διαφόρων φιλοσοφικών μεθόδων, τα προβλήματα και οι έννοιες που απασχολούν τους φιλοσόφους και ενθαρρύνεται, τελικά, η κριτική και ανεξάρτητη σκέψη.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Βέικος, Θ., Εισαγωγή στις φιλοσοφικές σπουδές, εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα 1988.
Blackburn, S., The Oxford Dictionary of Philosophy, Oxford University Press, Oxford 1994.
Bowell, T. & Kemp, G., Critical Thinking, Routledge, London, 2002.
Clark, M., Paradoxes from A to Z, Routledge, London 2002.
Δελλής, Ι.Γ., Εισαγωγή στη φιλοσοφία, εκδ. Τυπωθήτω-Γιώργος Δάρδανος, Αθήνα 2002.
Flew, A., A Dictionary of Philosophy, Pan Books, London 1979.
Graying, A.C., Philosophy: A Guide through the Subject, Oxford University Press, Oxford 1995.
Hollis, M., Invitation to Philosophy, Blackwell, Oxford 1985.
Hospers, J., An Introduction to Philosophical Analysis, 2η έκδ., Routledge & Kegan Paul, London 1967.
Lacey, A.R., Modern Philosophy, Routledge & Kegan Paul, London 1982 — , A Dictionary of Philosophy, 2η έκδ., Routledge, London 1986.
McGinn, C., Problems in Philosophy. The Limits of Inquiry, Blackwell, Oxford 1993.
Magee, B., The Story of Philosophy, Dorling Kindersley, London 1998.
Nagel, T., Θεμελιώδη φιλοσοφικά προβλήματα, μτφρ. Χρ. Μιχαλοπούλου-Βέικου, εκδ. Σμίλη, Αθήνα 1989.
Πελεγρίνης, Θ.Ν., Οι πέντε εποχές της φιλοσοφίας, εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1998. — , Λεξικό της φιλοσοφίας, εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2004.
Quine, W.V.O., From a Logical Point of View, 2η έκδ. Harper & Row Publs., New York 1953.
Read, S., Thinking about Logic, Oxford University Press, Oxford 1995.
Ρουσόπουλος, Γ., «Ανάγνωση, ανασυγκρότηση και ερμηνεία: η κατανόηση του φιλοσοφικού κειμένου», Ελληνική Φιλοσοφική Επιθεώρηση, 22 (2005), σ. 243-259.
Shaw, P., Logic and Its Limits, 2η έκδ. Oxford University Press, Oxford 1997.
Strawson, P.F. (εκδ.), Philosophical Logic, Oxford University Press, Oxford 1967.
Wolfram, S., Philosophical Logic. An Introduction, Routledge, London 1989.

πηγή: gerasimos-politis.

ΑΛΤΑΝΗ - ΦΡΟΝΗΣΗ, Η ΠΡΩΤΗ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗΣ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗΣ

$
0
0

"Σύντροφος ηρωικός της Ψυχής, η Φ ρ ό ν η σ ι ς, ακολουθεί τα ίχνη καθώς αυτή προηγείται κατά τας ενδόν περιπλάνησις, είτε η Ψυχή κετευθύνεται στα Τάρταρα, είτε στον Όλυμπο.

Φ ρ ό ν η σ ι ς καλείται η φορά, η σύμφωνος με την Ροήν και είναι όνησις/ωφέλεια της Ν ο ή σ ε ω ς, λέγει περιληπτικώς ο Σωκράτης...

Φ ρ ό ν η σ ι ς είναι η Ροή την οποία οικειοθελώς και ενσυνειδήτως, ακολουθεί ο θνητός εις στον βίον του, έχων εντρυφήσει από τα Αρχαία Κείμενα και γνωρίσει ποιές είναι οι προϋποθέσεις οι οποίες του εξασφαλίζουν την Φ ο ρ ά προς την Ν ό η σ ι ν η οποία θα του είναι ωφέλιμος.

Φ ρ ό ν η σ ι ς είναι το διαβατήριο προς τα κάτω χθόνια και υποχθόνια βασίλεια.

Άνευ αυτής δεν είναι εφικτή η κάθοδος της Ψυχής εις τον Άδην. Αφού γίνει αποδεκτή και περάσει από το Τρυφώνιον Άντρον, αργότερον ίσως ανέλθει εις το αμέσως ανώτερον ηρωικόν στάδιον των Άθλων.

Η απευθείας άνοδος εις το απόλυτον του Θείου είναι Ο υ τ ο π ία = ο ου -τόπος, για τον φαντασιόπληκτον θνητόν.

Εν τούτοις άνευ ορισμού και γνώσεως είναι αδύνατον ο Έλλην να πραγματοποιήση έστω και ένα βήμα προς την ψυχικήν του ανέλιξην.

Η ουσία της φ ρ ο ν ή σ ε ως είναι το "πρώτον κυνούν"το βυθίζον εις την Διάνοιαν εις τα Βασιλεία του Άδου δια την αναγνώριση των ατελών και των ελλατωμάτων τους.

Η πρώτη αρχή /ιδιότης επί της οποίας θα στηριχθή η εσωτερικής αναζήτησις, είναι η 
Φ Ρ Ο Ν Η Σ Ι Σ.

Μητήρ της Αθηνάς (Σοφίας) είναι η Μήτις (Φρόνησις) και Πατήρ ο Ζεύς (Νους)

Φ ρ ό ν η σ ι ς / Ν ό η σ ι ς / Σ ο φ ί α είναι η κλιμακωτή άνοδος των αξιών ,οι οποίες καθοδηγούν τον Έλληνα εις την Πορείαν του βίου.

Η Αθηνά κυοφορείται εντός της κοιλίας της μητρός της, την οποίαν κατέπιεν ο Ζεύς, προκειμένου ο Νους του Διός να αφομιώσει την σημασίαν της Φ ρ ο ν ή σ ε ω ς/Μήτιδος ,ιδιότητα την οποίαν κατέχει η πρώτη του σύζυγος.

Η Φ ρ ό ν η σ ι ς θα διαμορφώσει την Ν ό η σ ι ν δηλαδή τον Ορθόν λογισμόν του Νού, τον οποίον διαθέτει ο Ζεύς εντός της κεφαλής του.

Διπλή κύησις απαιτείται δια να γεννηθή η Αθηνά (Σοφία)

Η μεν πρώτη πραγματοποιείται εντός της φ ρ ο ν ή σ ε ω ς / κοιλίας της Μήτιδος, μητρός της, η δε δευτέρα εντός της Νοήσεως/κεφαλής του Διός/Νου, πατρός της.

Συνεπώς η πρώτη φροντίς του Νου είναι η φ ρ ό ν η σ ι ς, τουτεστιν η πρακτική, καθημερινή, συνετή ενασχόλησις περι των αμέσων αναγκών του βίου, τας οποίας πρέπει να επιληφθή ο νους του κάθε θνητού ,δια να πραγματοποιήση τον σκοπόν της ενσαρκώσεως του.
Δια τον λόγον αυτόν η Μήτις είναι η πρώτη σύζυγος του Διός.

Φ ρό ν η σ ι ς / Μήτις, είναι η προ πάσης ενεργείας επίγνωσις της αισθητής πραγματικότητος.

Είναι η πρώτη κυοφορία των σκέψεων εις την κοιλίαν του όντος δια την επιβίωσην του.

Νόησις/Ζεύς, είναι η επεξεργασία των σκέψεων, οι οποίες προέκυψαν εκ της εμπειρίας του καθημερινού βίου.

Σοφία / Αθηνά, είναι η πάνοπλος γέννησις της Ν ο ή σ ε ω ς του ή θ ο υ ς, δια την επίτευξην της ευδαιμονίας κατά τον Πλάτων."

πηγή:  altani.gr

ΡΑΣΣΙΑΣ - ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΠΑΤΡΩΩΝ ΘΕΩΝ (ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ)

$
0
0


Οι Έλληνες αποτέλεσαν έναν από τους  ελάχιστους λαούς της ανθρώπινης Ιστορίας που δεν κουβαλούσε μέσα του ντροπή ή συντριβή για την Ανθρώπινη Φύση, που λάτρευε τη Ζωή, που δεν έβλεπε τον Θάνατο ως.. λύτρωση από τα.. «χυδαία»  γήινα πράγματα, που θεωρούσε παντελώς αδιανόητη την όποια αυτοταπείνωση, και που ήταν, τέλος, με την αυθεντική σημασία της λέξης και κατά κυριολεξία, «πολιτικός». Η συγκεκριμένη λέξη διακήρυσσε το στενό δεσμό του Έλληνα με τα διαδραματιζόμενα μέσα στον ψυχογεωγραφικό «χώρο και χρόνο» που μέσα του γεννιόταν και ζούσε ως φυσικό και αναπόσπαστο τμήμα του. 


Οι ίδιοι οι Έλληνες του έδωσαν και όνομα («πόλις»), το οποίο πολύ σύντομα ήλθε ν’αποτελέσει την ειδοποιό διαφορά ανάμεσα σε αυτούς και τους «βαρβάρους», καθώς και την ετυμολογική ρίζα εκείνου που αργότερα απεκλήθη «πολιτισμός». Ως φυσική συνέπεια όλων αυτών, οι Έλληνες έμαθαν ν'αποδέχονται μόνο εκείνα που έρχονταν να τους αποκαλυφθούν νοητικά δίχως να τους ζητήσουν προηγουμένως να συρθούν καταγής, ή να περιφρονήσουν εκείνο που -καλώς ή κακώς- αυτοί τύχαινε εκ φύσεως να είναι. Καμία λοιπόν από τις πάμπολλες «εθνικές» τους Θεότητες, ή, για να το πούμε διαφορετικά, εκδηλώσεις της συμπαντικής Θεϊκής Ουσίας στον οικείο τους ψυχογεωγραφικό τόπο, δεν υπήρξε για τους Έλληνες άναρχη και απόλυτη, αφού η έννοια της όποιας απολυτότητος ήταν πέρα για πέρα βαρβαρική και κανείς «υπάρχων» δε δικαιούνταν συνεπώς να έχει «προϋπάρξει των πάντων». 

Αντίθετα από τον άγριο Θεό της Βίβλου που τάχα δημιούργησε.. «εκ του μηδενός» (!!) τον Κόσμο, όλοι οι Έλληνες Θεοί, έχουν γεννηθεί και όλων τους οι γεννήσεις είχαν σκοπό ρητά καθορισμένο. Δεν υπάρχει ούτε ένας Έλληνας Θεός που να έχει γεννηθεί «έτσι για πλάκα», αναίτια, μόνο και μόνο για να εξουσιάζει τον κόσμο των θνητών, ή για ν'απολαμβάνει έστω μέσα σε μία διαρκή αταραξία κι αιωνιότητα το προνόμιο του ν'ανήκει στην Τάξη των Θεών. «Οι Θεοί δεν έφτιαξαν τον κόσμο. Τον κατέκτησαν» (G. Murray: «Four Stages Of Greek Religion», Νέα Υόρκη, Columbia, University Press, 1912). Πραγματικά: οι «Ολύμπιοι» κατέλαβαν με έφοδο τον Όλυμπο. Ο Ζεύς κτυπάει τον Κρόνο -δηλαδή, σύμφωνα με μία ετυμολόγηση του ονόματός του, τον Χρόνο «που τρώει τα παιδιά του», που καταπίνει κάθε τι που γεννιέται μέσα του, κάθε τι καταδικασμένο από τη φθαρτότητα- για να μπορέσει η ολύμπια θεϊκή γενιά ν'απελευθερωθεί από τον φαύλο κύκλο της Γέννησης και του Θανάτου. Ίσως λοιπόν ο Jacob Burckhardt έχει απόλυτο δίκιο όταν βρέθηκε ν'αποκαλεί κάπου την Πάτρια Ελληνική Θρησκεία «μία πτυχή της ιδιοσυγκρασίας του ελληνικού λαού». 

Ο Έλληνας ζητάει από τους Θεούς του απλώς και μόνο ευμένεια και υποστήριξη, όχι ηθική καθοδήγηση η θεαματική θαυματοποιία. Τους θέλει απλώς να εξακολουθούν να είναι, ως εγγύηση της τελειότητας του υπάρχοντος Κόσμου, δεν τους θέλει να επεμβαίνουν «θαυματουργά» και να μετατρέπουν, όπως ο Θεός των Ισραηλιτών, αυτή την ίδια την Ιστορία σε μία γραμμική αποτρόπαια Θεοφάνεια. Οι Έλληνες Θεοί δεν κρύβονται πίσω από μία πυκνή ομίχλη ψευτο-ηθικότητας ή πίσω από μία λάμψη εντυπωσιακής θαυματοποιίας. Είναι εκδηλώσεις, εκφράσεις, αρχές, εικόνες, του Ενιαίου συμπαντικού Θείου που εγκατοικεί το Σύμπαν και το διαποτίζει μέχρι την έσχατη γωνία του. Δεν είναι ανεξέλεγκτα από τον Φυσικό Νόμο εξωκοσμικά όντα, ταυτοχρόνως τάχα απόλυτα και «πανάγαθα» στη νιοστή. Το Σύμπαν εμπεριέχει σε αιώνια και απόλυτη ισορροπία τόσο τη Σύνθεση, όσο και την Αποσύνθεση, τόσο εκείνο που χονδροειδώς αποκαλούμε «Καλό», όσο και εκείνο που, επίσης χονδροειδώς, αποκαλούμε «Κακό». Όσο εμπεριέχει την Πραότητα, άλλο τόσο εμπεριέχει και τη Βιαιότητα, όσο την «Φιλότητα» άλλο τόσο και το «Νείκος» («Η αρμονία εκ νείκους και φιλίας γίνεται» λέει πολύ σωστά ο Εμπεδοκλής). 

Ο Ηράκλειτος, περιγράφει πολύ εύστοχα και, κυρίως, ελληνικά τον Θεό, όταν λέει: «Ο Θεός είναι ημέρα και νύκτα, θέρος και χειμώνας, πόλεμος και ειρήνη, χορτασμός και πείνα». Τα πάντα βρίσκονται αδιάκοπα σε μία διαρκή εναλλαγή καταστάσεων με το αντίθετό τους (η Θεά Αφροδίτη λατρεύεται ως Θεά της Αγνότητας και του Γάμου, αλλά και ως Θεά του άκρατου Ερωτισμού, και επιπλέον στη Σπάρτη την βρίσκουμε να απεικονίζεται πότε.. πάνοπλη ως «Αφροδίτη Ενόπλιος» και πότε.. αλυσοδεμένη ως «Αφροδίτη Μορφώ», ο  Θεός Διόνυσος χωράει με τις επικλήσεις του Ζαγρεύς και Ίακχος μέσα στο αυστηρό κλίμα του Ορφισμού και των Ελευσινίων Μυστηρίων αντιστοίχως, αλλά επίσης και μέσα στον εκστατικό και ωμοφαγικό μαιναδισμό, είναι Θεός της Αιώνιας Ζωής αλλά και αναμφισβήτητος Θεός του Θανάτου, ο Απόλλων φέρνει την αρμονία, τη συγχώρεση, τον καθαρμό και την ίαση, αλλά και εκπροσωπεί ταυτοχρόνως ένα σκληρό πνεύμα Ελελέως και σκληρού τιμωρού, κ.ο.κ.), και αυτό εξασφαλίζει την συμπαντική ισορροπία: «Πατήρ Πάντων Πόλεμος». Για αυτό και η επικράτηση των Ελλήνων Θεών του Δωδεκαθέου και η επιβολή της Ολύμπιας Τάξης με τη διάταξη του ατάκτου Απείρου σε Κόσμο, γίνεται συμβολικά εξ εφόδου, με κατάκτηση μετά από ανελέητο αγώνα (G. Murray : «The Four Stages of Greek Religion», Νέα Υόρκη, «Columbia University Press», 1912, και M.I.Finley : «The World Of Odysseus», Λονδίνο, «Chatto & Windus», 1956).

Ο Έλληνας δεν εθελοτυφλεί, δεν αυταπατάται μπροστά από υποτιθέμενες αιώνιες μάχες ανάμεσα στο «απόλυτο Καλό» και στο «απόλυτο Κακό» που τελικά θα καταλήξουν τάχα σε.. οριστική νίκη του πρώτου (ζωροαστρικός δυϊσμός), ούτε μπροστά σε προ-αιώνια τάχα μοιράσματα του κόσμου ανάμεσα σε Μονοκράτορα «Καλό» Θεό και σε Έβλις Σεϊτάν, ή Σατανά (μωαμεθανικός και ιουδαιοχριστιανικός δυϊσμός) με ταυτόχρονες ενέσεις οπτιμισμού για να μην χάνεται το ενδιαφέρον των προσκυνητών (υπόσχεση οριστικού ξεκαθαρίσματος λογαριασμών, σε κάποιο μακρινό «Πλήρωμα του Χρόνου»). Ο Ελληνικός Πολυθεϊσμός δεν ξεχωρίζει από τις πιο πάνω  «εξ αποκαλύψεως» (δηλαδή ιστορικά ιδρυθείσες) Θρησκείες, γιά το λόγο και μόνο πως δεν αναγνωρίζει την ύπαρξη ενός υποτιθέμενου «απόλυτου κακού» (όπως λ.χ. ο Διάβολος των Ιουδαιοχριστιανών), άλλωστε οι περισσότερες θρησκείες των «εθνικών» το ίδιο κάνουν ασχέτως αν για τους Έλληνες επιπροσθέτως η όποια απολυτότητα υπήρξε και παντελώς απαράδεκτη ως ιδέα (Το «καλό» και το «κακό» άλλωστε, είναι αυστηρά ανθρώπινοι όροι, που δεν έχουν την παραμικρή εφαρμογή ή ισχύ μέσα στη συμπαντική Αρένα. Ο σωστότερος δυνατός τρόπος προσέγγισης των συμπαντικών λειτουργιών από το ανθρώπινο μυαλό, είναι με τη μορφή ισχυρών αλληλοεπιδράσεων συνθετικών και αποσυνθετικών δυνάμεων). Ο Ελληνικός Πολυθεϊσμός, ξεχωρίζει επιπλέον για τον λόγο πως μπόρεσε εκτός από όλα αυτά να συλλάβει για πρώτη φορά στην πανανθρώπινη Ιστορία, από όσο τουλάχιστον εμείς γνωρίζουμε, την βαθύτατη έννοια της Ανάγκης, την ύπαρξη της αδυσώπητης θεότητας Αδράστειας και του Νόμου της Ειμαρμένης.

Πρόκειται για τον παντοδύναμο Συμπαντικό Νόμο της Ανάγκης, που, για τους Έλληνες, υπάρχει από τότε που υπάρχει και ο δίχως αρχή και τέλος Αιώνιος Κόσμος, δηλαδή ανέκαθεν, και τον κυβερνάει με τη δική της αλύγιστη λογική, πάνω από τη δύναμη και αυτών των ίδιων των Θεών, τους οποίους άλλωστε εξουσιάζει. Ακόμη και αυτός ο ίδιος ο παντοδύναμος Κρονίδης Θεός Ζεύς μέλλει να ανατραπεί, μόλις από το σπέρμα του γεννηθεί από γυναίκα θνητή (Σεμέλη) ο κυβερνήτης των εγκοσμίων Διόνυσος (Διο-Νούς). Από εκεί και πέρα θα είναι αυτός ο Διο-Νούς που θα κυβερνάει τα εγκόσμια στη θέση του γνωστού επαναστάτη κατά του Χρόνου-Κρόνου Διός, που ως «Ολύμπιος» (ολολαμπής) μεταμορφώνεται πλέον σε Ύψιστη Ηθική Αρχή του Σύμπαντος. Οφείλουμε να σχολιάσουμε εδώ ότι η ύπαρξη της Ανάγκης δεν είναι ασυμβίβαστη προς την έννοια της Ελευθερίας. Αντιθέτως, την εμπεριέχει σαν ένα επίτευγμα αρμονικότητας, αρετής, και δικαιοσύνης. «Παντού, στον άπειρο αιθέρα και στο άπλετο φως βασιλεύει ο Παγκόσμιος Νόμος, η κυρίαρχη Δίκη» μας λέει ο Εμπεδοκλής).

Αβυσσος διαφοράς από τις θεοκρατικές θρησκείες της αρχαιότητας αλλά και του σήμερα. Μη έχοντας φτιάξει τον Κόσμο, οι «Ολύμπιοι» Θεοί, γνωρίζουν άλλωστε πως δεν έχουν δικαίωμα να του αλλοιώσουν τη σύνθεση, είτε προς το (ούτως, ή άλλως κατ'ανθρώπους) «καλύτερο», είτε προς το (επίσης ούτως ή άλλως κατ'ανθρώπους) «χειρότερο» (M.I. Finley: «The World Of Odysseys», Λονδίνο, Chatto & Windus, 1956). Τιμώντας αυτό που σε τελική ανάλυση ήταν η ουσία από την οποία και αυτοί οι ίδιοι προέρχονταν («ΕΝ ΑΝΔΡΩΝ, ΕΝ ΘΕΩΝ ΓΕΝΟΣ. ΕΚ ΜΙΑΣ ΔΕ ΠΝΕΟΜΕΝ ΜΑΤΡΟΣ ΑΜΦΟΤΕΡΟΙ. ΔΙΕΙΡΓΕΙ ΔΕ ΠΑΣΑ ΚΕΚΡΙΜΕΝΑ ΔΥΝΑΜΙΣ» διακηρύσσει   ο   Πίνδαρος), αλλά τιμών-τας επίσης και το ιδεώδες της Αξιοπρέπειας, οι Ελληνες ήρθαν να ορίσουν ως «ευσέβεια», απλώς τον σεβασμό και την τιμή «προς Θεούς και Τεθνεώτας». Και αναμφισβήτητα αναδείχθηκαν σύντομα σ'έναν από τους πιο ευσεβείς λαούς που γνώρισε η ανθρώπινη Ιστορία. 

Κάθε πολιτιστική, κοινωνική και πολιτική δραστηριότητα των Ελλήνων έχει άμεση σχέση με τους Έλληνες Θεούς: Η λογοτεχνία, αποφεύγοντας ωστόσο με μαεστρία την παγίδα να γεννήσει «Ιερές Γραφές», είναι πολύ συχνά θρησκευτική. Το ίδιο και το Δράμα, που ξεκίνησε σαν καθαρά θρησκευτικό και παρέμεινε τέτοιο, παρά τις όποιες μεταμορφώσεις του μέσα από τους αιώνες. Η Φιλοσοφία, είτε η προσωκρατική «περί Φύσεως», είτε η μετέπειτα «περί Ανθρώπου», ήταν κατά κανόνα θρησκευτική, το ίδιο και η Νομοθεσία, το ίδιο και οι αθλητικοί Αγώνες. Ο Walter W.Hyde μας πληροφορεί σχετικά, πως κάθε Ελληνική πόλη διέθετε πολύ περισσότερα Ιερά, από όσες εκκλησίες διαθέτει μία οποιαδήποτε  σύγχρονη χριστιανική πόλη. Στην πόλη των Αθηνών μόνο, βρίσκονταν πάνω από διακόσια Ιερά !! («Greek Religion And Its Survivals», Ν.Υόρκη, «Cooper Square Publishers Inc, 1963). 

πηγή: rassias.gr

ΛΙΑΝΤΙΝΗΣ - ΤΟ ΤΡΑΓΙΚΟ

$
0
0

Το τραγικό είναι ένα προϊόν του στοχασμού και της τέχνης των αρχαίων Ελλήνων. Είναι μία κατάκτηση πολιτισμού, που σημαδεύει πνευματικά την υψηλότερη στιγμή της παγκόσμιας  ιστορίας.
Ποτέ ο άνθρωπος δεν έφτασε ψηλότερα. Με την έννοια του τραγικού οι Έλληνες έδωσαν στις εποχές και τους λαούς την ύπατη διδαχή και την ύπατη οδηγία βίου, που είναι σύμμετρη προς τη φύση του ανθρώπου.

Η κατανόηση του τραγικού βιώματος έσπρωξε την πράξη μας ως τα όριά της αναφορικά με όλους τους θεμελιώδεις χαρακτήρες της επιστήμης ,της ηθικής και της τέχνης. Αναφορικά με την αλήθεια, δηλαδή με τη βούλησή μας, με το ρεαλισμό, με τη δοκιμασία και τον πόνο, με τον αγώνα, με τη δικαιοσύνη, με την ευγένεια, με την ομορφιά. Εδώ συνοργανίζονται και συλλειτουργούν όλες οι συντεταγμένες του κατορθωμένου ανθρώπου, έτσι όπως τον ορίζει η φυσική του κατασκευή και η φυσική του καθίδρυση.
Το έκκεντρο σημείο του τραγικού βιώματος είναι η κατανόηση ότι η φύση και οι νόμοι της έχουν προορίσει να ταξιδεύσει τη ζωή του ο άνθρωπος στα στενά των Συμπληγάδων. Οι δύο αντικριστοί βράχοι, που μέσα στην απειλούμενη σύμπληξή τους οργανώνεται ο ρυθμός, η εγρήγορση και η αγωνία της ζωής μας, είναι οι δύο ισοσθενείς και αντίρροπες κατηγορίες του θετικού και του αρνητικού.
Είναι η φθορά και η αύξηση, η λύπη και η χαρά, το σκοτάδι και το φως, το άδικο και η αρετή, το μοιρολόι και το τραγούδι  μας, ο έρωτας και ο θάνατος, η Ύβρις και η Δίκη, για να το ειπώ φιλοσοφικά, το Μηδέν και το Είναι, τα δύο αναγκαία ημίση, που μας δίνουν το όλο, τόσο μέσα στη φύση όσο και μέσα στη ζωή μας.
Η ζωή μας, όπως μας δόθηκε από τη φύση, και όπως την τροποποιεί αέναα με κριτήριο την προσαρμογή στο περιβάλλον το ευγενικό εργαλείο του νου μας, είναι να ζούμε ταυτόχρονα την πάλη ανάμεσα στην Κόλαση και στον Παράδεισο, ανάμεσα στην απελπισία και στην ευφροσύνη. Να ζούμε στην καθημερινή μας πράξη την παλίντροπον αρμονία της φύσης που είπε ο Ηράκλειτος. Ο φυσικός χώρος διαμονής μας είναι το καθαρτήριο του Δάντη.
Η σύγχρονη επιστήμη με τη γλώσσα της κβαντομηχανικής, το τραχύ και το χαλεπό αυτής της οργάνωσης το ονόμασε «δαιμονική ή σχιζοφρενική» κατάσταση του ανθρώπου που αναδύεται μέσα στην αρχή της απροσδιοριστίας. Ο Ορέστης του Αισχύλου είναι το αρχέτυπο αυτής της φυσικής σχιζοφρένειας. Γι’ αυτό είναι ανάμεσα στα τραγικά και το πιο τραγικό πρόσωπο της αττικής τραγωδίας.
Ωστόσο, ενώ είμαστε ταγμένοι από τη φύση να ζούμε αυτή την αντινομία ανάμεσα στην ηδονή και την αλγηδόνα, να ζούμε το «δακρυόεν γελάν» όπως το λέει ο Όμηρος, από την άλλη πλευρά η φυσική μας ορμή μας φέρνει να αναζητούμε μονόπλευρα τη χαρά και ν’ αποφεύγουμε σταθερά τη λύπη. Ακούστε σε πόσο παιδαγωγική γλώσσα, αλλά και μαθηματική ταυτόχρονα, το λέει αυτό ο Δημόκριτος: «Ο άνθρωπος φυσικώς και αδιδάκτως φεύγει μεν την αλγηδόνα, διώκει δε την ηδονήν». Από τη φύση μας ζητάμε το ευχάριστο και αποστρέφουμε το πρόσωπο στη λύπη.
Η τάση αυτή, η οντολογικά λανθασμένη και αντιφατική, περισσότερο παρά ποτέ, στην εποχή μας ονομάζεται ευδαιμονισμός. Και δυστυχώς συνιστά το ιδεώδες τόσο της ζωής, όσο και της παιδείας. Εδώ εντοπίζω την αιτία της παρακμής του σύγχρονου πολιτισμού. Ο άνθρωπος έγινε σήμερα μισός και μισερός. Έγινε μονοσήμαντος, ανισοσκελής, ανισόρροπος. Έχασε την ισορροπία.
Και όλα αυτά επειδή έδιωξε από τη ζωή του την τραγική αίσθηση. Το να λέει δηλαδή ναι ακόμη και στην καταστροφή. Εσκότωσε το Διόνυσο και το μεγάλο Πάνα. εσκότωσε το θεό, καθώς είπε αλληγορικά ο Νίτσε.
πηγή: liantinis.gr

ΓΙΩΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ - ΑΜΕΣΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΚΑΙ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΥΤΙΚΑ ΠΟΛΙΤΕΥΜΑΤΑ

$
0
0


Aπό το φθινόπωρο του 2008, η ανθρωπότητα ζει μία από τις μεγαλύτερες κρίσεις στην ιστορία της: την κρίση του διεθνούς χρηματοπιστωτικού-οικονομικού συστήματος μετά από την πανθομολογούμενη αποτυχία της παγκοσμιοποίησης και του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού.


Όμως η κρίση αυτή είναι βαθύτερη, είναι κρίση του φιλελεύθερου καπιταλισμού και της ιδεολογίας του, αφού όπως αποδείχθηκε ο νεοφιλελευθερισμός είναι η αναγκαστική επέκταση ή το ανώτατο στάδιο του φιλελευθερισμού. Είναι κυρίως κρίση κοινωνική, κρίση δομών, αξιών και σημασιών. αφορά και το λεγόμενο αντιπροσωπευτικό πολίτευμα, όπως έχει αποκρυσταλλωθεί στη Δύση εδώ και δύο αιώνες. Αυτό διαπιστώνεται εδώ και μερικά χρόνια από πολλές πλευρές. οι διαγνώσεις και οι αιτιολογίες όμως ποικίλλουν αναλόγως της οπτικής του εκάστοτε ερευνητή.


Από την άλλη παντού, στον ημερήσιο και περιοδικό τύπο, σε βιβλία και στην τηλεόραση το πολίτευμα αυτό αποκαλείται δημοκρατία, ενίοτε συνοδευόμενη από ένα επίθετο αναλόγως της αρεσκείας εκάστου (αντιπροσωπευτική, έμμεση, αστική, κοινοβουλευτική, σύγχρονη κ.λπ). Μάλιστα ο πολύς Φ. Φουκουγιάμα το 1989, μετά την κατάρρευση των κομμουνιστικών καθεστώτων, δήλωνε σε άπταιστο προφητικό στυλ το «τέλος της ιστορίας», γράφοντας χαρακτηριστικά τα εξής: «παρατηρούμε το τελικό σημείο της ιδεολογικής εξέλιξης της ανθρωπότητας και την καθολικοποίηση της δυτικής φιλελεύθερης δημοκρατίας ως τελικής μορφής της ανθρώπινης διακυβερνήσεως». 


Eίναι όμως έτσι; Είναι τα σημερινά πολιτεύματα δημοκρατίες; Φιλελεύθερες, αντιπροσωπευτικές, κοινοβουλευτικές ή έμμεσες; Για να απαντηθεί αυτό το ερώτημα θα πρέπει να εξετασθεί πρώτα τι είναι δημοκρατία. Για να διασαφηνισθεί αυτό θα πρέπει να δούμε συνοπτικώς τι ήταν η δημοκρατία όταν επινοήθηκε και δημιουργήθηκε για πρώτη φορά στις αρχαιοελληνικές πόλεις, κυρίως στην Αθήνα, και όταν επίσης για πρώτη φορά οι άνθρωποι στοχάστηκαν γύρω από τη δημοκρατία. 


 Η άμεση δημοκρατία


Αυτό που πρέπει πρωτίστως να τονισθεί είναι ότι η δημοκρατία δεν δημιουργήθηκε ξαφνικά άπαξ δια παντός, αλλά βαθμιαία και σταδιακά από τους αγώνες του δήμου, των κατωτέρων στρωμάτων, είναι το αποτέλεσμα της ρητής συλλογικής αυτοθέσμισης της κοινωνίας.   Δημοκρατία  σημαίνει κράτος του δήμου, κυριαρχία του δήμου, την πραγματική κυριαρχία των πολιτών και όχι των κομμάτων. Τα χαρακτηριστικά του δημοκρατικού πολιτεύματος, όπως διαμορφώθηκαν στην αρχαία ελληνική δημοκρατία αποκλείουν την μεταβίβαση εξουσιών σε αντιπροσώπους, αφού ο δήμος είναι η κύρια πηγή όλων των εξουσιών και δεν αναγνωρίζει άλλη πηγή και αιτία της θέσμισης και του νόμου παρά μόνο τον εαυτό του (ἔδοξεν τῆ βουλῆ καὶ τῷ δήμῳ). Αυτό σημαίνει πραγματική συμμετοχή σε όλες τις μορφές της εξουσίας, κυβερνητική, δικαστική, νομοθετική, εκτελεστική. άμεση συμμετοχή όλων στη συζήτηση και τη διαμόρφωση των νόμων, στη λήψη των αποφάσεων. 


Η συμμετοχή αυτή επιτυγχάνεται με δύο θεσμούς: πρώτον, την εκκλησία του δήμου που επιτρέπει την άμεση παρουσία όλων των πολιτών  στη νομοθετική και κυβερνητική εξουσία. δεύτερον, την κλήρωση, η οποία επιτρέπει τη συμμετοχή στην εκτελεστική και τη δικαστική εξουσία. Η συντριπτική πλειονότητα των αξιωματούχων (99,9%) ορίζεται με κλήρωση. Πράγματι, οι 6000 δικαστές της Ηλιαίας, οι 500 βουλευτές της Βουλής των Πεντακοσίων, οι εννέα άρχοντες και οι υπόλοιποι αξιωματούχοι κληρώνονται. Οι άρχοντες για τους οποίους απαιτούνται ειδικές γνώσεις, πείρα και ικανότητες (στρατηγοί, ταμίαι κ.λπ) εκλέγονται δια χειροτονίας στην εκκλησία του δήμου. Όπως είναι εμφανές η κλήρωση είναι η ειδοποιός διαφορά της δημοκρατίας ενώ οι εκλογές η ειδοποιός διαφορά της ολιγαρχίας, όπως αναγνωρίζει και ο Αριστοτέλης. 


Με τον τρόπο αυτό εξασφαλίζεται η ουσιαστική ανεξαρτησία των τεσσάρων εξουσιών (κυβερνητικής, εκτελεστικής, δικαστικής, νομοθετικής) από τη στιγμή που ασκούνται από όλους τους πολίτες. Όπως επισημαίνει ο Κ. Καστοριάδης, στη δημοκρατία υπάρχει μια θεωρία, όχι του διαχωρισμού, αλλά της διασύνδεσης των εξουσιών, και σε μια μορφή που αποφεύγει τη σύγχρονη πολιτική φενάκη που γνωρίζουμε από τον 18ο αιώνα, με τον Λοκ και τον Μοντεσκιέ. Το σημαντικό και νευραλγικό όργανο της (άμεσης) δημοκρατίας είναι η απόδοση της δικαιοσύνης από όλους τους πολίτες και προς όλους τους πολίτες. Ουδείς εξαιρείται ούτε είναι υπεράνω υποψίας, υπεράνω του νόμου. 


Απαραίτητο προς τούτο στοιχείο είναι η ανεξαρτησία και η πραγματική αμεροληψία της δικαστικής εξουσίας, ο αποκλεισμός της δυνατότητας διαφθοράς ή εξαγοράς των δικαστών. Για να εξασφαλισθεί αυτή η απαίτηση δεν υπάρχει άλλος τρόπος από τη συλλογική συμμετοχή όλων των πολιτών στη δικαστική εξουσία, είτε μέσω της εκκλησίας του δήμου και της κληρωτής βουλής των Πεντακοσίων είτε μέσω κληρώσεως στα πολυμελή τμήματα της Ηλιαίας. Αυτή η αρχή εισάγεται για πρώτη φορά από τον Σόλωνα και παρέμεινε έκτοτε η σίγουρη και αδιαφιλονίκητη βάση της δημοκρατίας. Ακόμη και ο Αριστοτέλης, που επικρίνει τη δημοκρατία σε άλλα ζητήματα, αναγνωρίζει ότι η άσκηση της δικαστικής εξουσίας είναι απαραίτητο στοιχείο του πολίτη: «O πολίτης δεν ορίζεται με καλύτερο τρόπο παρά με τη συμμετοχή του στη δικαστική εξουσία και στις αρχές». 

   

Η συμμετοχή των πολιτών στη δικαστική εξουσία έχει ως αποτέλεσμα ότι όλες οι πράξεις της διοικήσεως και όλοι ανεξαιρέτως οι άρχοντες, αιρετοί και κληρωτοί, υφίστανται διαρκή έλεγχο (δοκιμασία, εύθυνα), δίνουν λόγο και λογαριασμό για τις πράξεις τους (λόγον διδόναι) και είναι ανά πάσα στιγμή ανακλητοί, η δε θητεία τους είναι ετήσια. Δηλαδή ο έλεγχος των αρχών είναι διαρκής και ουσιαστικός, πολιτικός και ποινικός. Οι αρχαίοι ήξεραν πολύ καλά αυτό που διατύπωσε τον 19ο αιώνα ο λόρδος Άκτον: «Η εξουσία διαφθείρει, η απόλυτη εξουσία διαφθείρει απόλυτα». 


Βασική αρχή της δημοκρατίας είναι η ελευθερία, που σημαίνει την άμεση εναλλαγή στην εξουσία όλων των πολιτών, και όχι των κομμάτων: «χαρακτηριστικό της ελευθερίας είναι το να άρχουν όλοι δι’ εναλλαγής». Η ούτως εννοημένη και πραγματοποιημένη ελευθερία συνιστά και εξασφαλίζει την ισότητα των πολιτών. Η πολιτική ισότητα είναι απόλυτη για όλους τους πολίτες και δεν έρχεται σε αντίφαση με την ελευθερία, όπως υποστηρίζει η ιδεολογία του φιλελευθερισμού. 


Η κοινωνική ζωή στη δημοκρατία ρυθμίζεται από κανόνες γενικής ισχύος, οι οποίοι συζητούνται και νομοθετούνται άμεσα από την κοινότητα, υφίσταται δηλαδή η κυριαρχία του γραπτού νόμου και όχι των ατόμων. Δεν υπάρχουν ιεραρχίες ούτε κράτος με την σημερινή έννοια, δηλαδή ένας  μηχανισμός εξουσίας χωριστός από το σώμα της κοινωνίας και εφαρμοζόμενος επί της κοινωνίας. Δεν υπάρχουν οι «ειδικοί» της πολιτικής, οι επιστήμονες του Πλάτωνα, δεν υπάρχει επιστήμη της πολιτικής αλλά διαμάχη των δοξών. Όλες οι γνώμες μετρούν εξ ίσου και η πολιτική είναι υπόθεση όλων. 


Υπάρχει ένας ανοικτός δημόσιος χώρος που είναι πραγματικός δημόσιος, δεν είναι δηλαδή ιδιοκτησία κανενός, εντός του κυκλοφορούν και συζητούνται όλες οι σημαντικές πληροφορίες και λαμβάνονται άμεσα όλες οι κύριες αποφάσεις από τον δήμο. Η παρρησία και η ισηγορία επιτρέπει και επιβάλλει την ουσιαστική πολιτική διαμάχη – και όχι την διαστρεβλωμένη υπό τύπον θεάματος κομματική αντιδικία. Το μεγάλο πολιτικό μάθημα που μας προσφέρει η άμεση δημοκρατία είναι ότι η εξουσία δεν είναι ιδιοκτησία ουδενός προσώπου και κόμματος, δεν ανήκει σε κανέναν, αλλά ασκείται και πρέπει να ασκείται από όλους τους πολίτες.


Η δημοκρατία δεν είναι μόνο ένα πολίτευμα, θεσμοί και διακυβέρνηση, αλλά και τρόπος του βίου, προϋποθέτει και συνεπάγεται μια ελεύθερη  αντίληψη για τον πολίτη και τις σχέσεις του, για την κοινωνία γενικότερα. Δημιουργεί άλλες καινούργιες αξίες, σημασίες που για πρώτη φορά στην ιστορία αναφέρονται στη συνεργασία, στην αλληλεγγύη, στη φιλία με την ουσιαστική έννοια της λέξεως (έρως), και τη δημιουργία σε όλους τους τομείς, που έχουν ως αποτέλεσμα την ανάδυση ενός εκπληκτικού πολιτισμού που είναι διαρκής παρακαταθήκη για την ανθρωπότητα (γλυπτική, αρχιτεκτονική, αγγειογραφία, ιστοριογραφία, ρητορική, τραγωδία, κωμωδία, φιλοσοφία, λόγος, δίκαιο, επιστήμη, ιατρική). 


Ο πολιτισμός αυτός είναι πολιτικός πολιτισμός, είναι δημιουργία της πόλεως και της δημοκρατίας. Για πρώτη φορά εμφανίζεται στην ανθρώπινη ιστορία ο ανθρωπολογικός τύπος του πολιτικού ανθρώπου, του ανθρώπου που ασχολείται αυτοπροσώπως με πάθος  με τα κοινά, την πολιτική και την εξουσία, που αναδεικνύει το ζήτημα της πολιτικής ελευθερίας ως το σημαντικότερο της ανθρωπίνης υπάρξεως. Τη μέριμνα αυτή για το δημόσιο και κοινό συμφέρον - κοινοφιλής διάνοια με τους όρους του Αισχύλου - τονίζουν και εξυμνούν ο Σόλων, ο Περικλής, ο Πρωταγόρας, ο Δημόκριτος, ο Σοφοκλής, ο Ευριπίδης, ο Δημοσθένης.  


Tα κοινοβουλευτικά πολιτεύματα


Είναι εμφανές ότι κανένα από αυτά τα χαρακτηριστικά δεν συναντάται στα σημερινά πολιτεύματα, πράγμα που σημαίνει ότι η (άμεση) δημοκρατία δεν έχει σχέση με τα κοινοβουλευτικά πολιτεύματα.    Αρκεί μόνο να τονισθεί ότι τα αντιπροσωπευτικά πολιτεύματα έχουν υποκαταστήσει την πολιτική έννοια της ελευθερίας – που, όπως είδαμε, στην (άμεση) δημοκρατία σημαίνει ισότιμη πραγματική συμμετοχή όλων των πολιτών στην εξουσία - με τις ατομικές ελευθερίες των δικαιωμάτων: ελευθερία της έκφρασης, ελευθερία του λόγου, του συνέρχεσθαι, του συνεταιρίζεσθαι, της πρόσβασης σε βασικά κοινωνικά αγαθά όπως η πληροφόρηση και η εκπαίδευση. Όμως και αυτά είναι δικαιώματα ευκαιριών και όχι αποτελεσμάτων, δηλαδή είναι θεωρητικές διακηρύξεις, μερικές και αμυντικές, οι οποίες σήμερα φαλκιδεύονται συνεχώς. 


Στα σημερινά κοινοβουλευτικά πολιτεύματα η ουσιαστική εξουσία σε όλες τις μορφές της - εκτελεστική, νομοθετική, δικαστική, κυβερνητική - ασκείται από τους ολίγους των κομμάτων εξουσίας και τους βουλευτές του κοινοβουλίου. Ὀλες οι σημαντικές αποφάσεις λαμβάνονται και οι νόμοι θεσπίζονται από τους ολίγους, οι οποίοι αντιπροσωπεύουν τα δικά τους συμφέροντα, των κομμάτων τους και των ισχυρών ανωτέρων κοινωνικο-οικονομικών στρωμάτων. Συνεπώς τα αντιπροσωπευτικά πολιτεύματα είναι καθαρές ολιγαρχίες - φιλελεύθερες ολιγαρχίες τα αποκάλεσε ο Κ. Καστοριάδης. 


Έτσι οι όροι αντιπροσωπευτική, έμμεση, κοινοβουλευτική δημοκρατία κ.λπ με τους οποίους ονομάζεται η σημερινή ολιγαρχία είναι όλοι ψευδείς και απατηλοί. Ο «γεωμετρικός τόπος» όλων αυτών των «δημοκρατιών» δεν είναι τίποτε άλλο παρά η ανυπαρξία και η συγκάλυψη της αληθούς δημοκρατίας. Με τον τρόπο αυτό προσπαθούν oι πολιτικοί και οι θεωρητικοί να αποκρύψουν τον ολιγαρχικό χαρακτήρα των σημερινών κοινοβουλευτικών πολιτευμάτων και το γεγονός ότι η δημοκρατία δεν υπάρχει πουθενά στον σημερινό κόσμο. Έτσι συγκροτούν τον ισχυρό πυρήνα της κυρίαρχης ιδεολογίας – η ιδεολογία εννοείται εδώ όχι ως ένα απλό σύνολο ιδεών, αλλά με την έννοια της ψευδούς συνείδησης που ανέλυσε ο Μαρξ: ως ένα σύστημα ιδεών που προσφέρεται όχι για την κατανόηση αλλά για τη συγκάλυψη της πραγματικότητας. δηλαδή ένα σύστημα εννοιών με ακατοίκητες λέξεις, λέξεις χωρίς αντίκρυσμα, χωρίς γείωση στην πραγματικότητα. Η ιδεολογία χαρακτηρίζεται από διχασμό ανάμεσα σε θεωρία και πράξη, από ασυμφωνία ανάμεσα στο λέγειν και το πράττειν. 


Επομένως, η χρήση του όρου δημοκρατία, έστω και με την προσθήκη διαφόρων επιθέτων για τον προσδιορισμό των σημερινών κοινοβουλευτικών συστημάτων, από πολιτικούς, κόμματα και δημοσιογράφους αλλά και από πολιτειολόγους και θεωρητικούς, είναι εσφαλμένη και παραπλανητική. Όποιος συνεπώς θεωρεί και αποκαλεί τα σημερινά πολιτεύματα δημοκρατίες, συνοδευόμενες έστω με ένα επίθετο της αρεσκείας του, απατά ή απατάται, άλλη εκδοχή δεν υπάρχει. 


Τελευταίως παράγεται ένας ακόμη πληθωρισμός του όρου δημοκρατία - με την προσθήκη επιθέτων όπως «συμμετοχική»,  «ισχυρή», «διαβουλευτική», «ηλεκτρονική» κ.ά. Όλα αυτά τα επίθετα προσφέρονται από τους εισηγητές τους για να δηλώσουν «πολιτεύματα» που αποτελούν βελτίωση ή υπέρβαση του υπάρχοντος κοινοβουλευτισμού. Στην καλύτερη περίπτωση στα «πολιτεύματα» αυτά oι εισηγητές τους ενσωματώνουν στοιχεία από την (άμεση) δημοκρατία, οπότε είναι εμφανές ότι τα καινοφανή επίθετα είναι περιττά και επιζήμια, διότι δημιουργούν συγχύσεις. Εξυπηρετούν μόνο την προσωπική ματαιοδοξία των εισηγητών τους. Δεν χρειάζονται καινούρια επίθετα για τη δημοκρατία. Το μόνο επίθετο που μπορεί να γίνει αποδεκτό είναι «άμεση», αν και αυτό είναι πλεονασμός - η δημοκρατία δεν μπορεί παρά να είναι άμεση. 


πηγή: οikonomouyorgos.blogspot.com

ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΟΥ ΘΕΙΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΡΟΗΓΕΙΤΑΙ Η ΚΑΘΑΡΣΗ ΑΠΟ ΤΑ ΠΑΘΗ

$
0
0

Ο Ιεροκλής, στην αρχή του προοιμίου τού Υπομνήματός του στα Πυθαγορικά Χρυσά Έπη, γράφει:

«Η φιλοσοφία είναι κάθαρση & τελειότητα της ανθρώπινης ζωής: κάθαρση από την υλική αλογία και του θνητειδούς σώματος, τελειότητα ως ανάκτηση της οικείας μας ευζωίας (ευδαιμονίας), η οποία οδηγεί στην ομοίωση με το θείοΑυτά εκ φύσεως τα πραγματοποιούν κυρίως η αρετή και η αλήθεια, η πρώτη αποβάλλοντας την αμετρία των παθών, η δεύτερη κατακτώντας το θείο είδος(μορφή) για όσους είναι εκ φύσεως ικανοί να την αποκτήσουν.»[1]

Εξ ου και ο Ιάμβλιχος λέγει αφενός ό,τι:

«Αρετή της ψυχής θα μπορούσε να είναι η τελειότητα και η αρμονία της ζωής, η κορυφαία και καθαρότατη ενέργεια του Λόγου, του Νοός και της ΔιάνοιαςΤα έργα της αρετής ας θεωρούνται κυρίως αγαθοειδή, κάλλιστα, νοητικά, σπουδαία, πλήρη μέτρου, ευκαιρίας, πρωτεύοντα, τέλους άριστου στοχαζόμενα[2], τέλος δε χαριτωμένα».[3]


Αφετέρου ό,τι:

«η αλήθεια, όπως και το όνομά της δείχνει, δημιουργεί την επιστροφή μας στους Θεούς και στην ακήρατον ενέργειά τουςΑντιθέτως η δοξομημητική ειδωλοποιία, όπως λέει ο Πλάτων, πλανιέται περί το άθεο & σκοτεινόΗ αλήθεια τελειοποιείται εκ των νοητικών και θείων Ειδών και με τα όντως υπαρκτά που μένουν αιώνια ίδια, ενώ η άλλη προς το ανείδεον και μη-ον που κάθε φορά γίνεται κάτι άλλο αποβλέπει και γύρω από αυτό αμβλύνεται η όρασή τηςΗ αλήθεια θεωρεί αυτό που υπάρχει, ενώ η άλλη παίρνει τέτοια μορφή, όποια φαίνεται στους πολλούςΓι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο η αλήθεια με τον νου ομιλεί και το εν ημίν νοερό αυξάνειη δε άλλη με την δύνη των υποθέσεων-εικασιών θηρεύει την άνοια και εξαπατά.»[4]

Όμως, όπως λέγει ο Ιεροκλής, η κάθαρση επιτυγχάνεται με την πρακτική φιλοσοφία, ενώ η ενατένιση του θείου με την θεωρητική και αναγκαστικά πρέπει να προηγείται η πρώτη της δεύτερης γιατί είναι απαραίτητο αυτό που επιθυμεί να προσεγγίσει το θείο, πρωτίστως να καθαρθεί από όσα τον τραβάνε προς τα πάθη της γένεσης.

Σύμφωνα με τον Πορφύριο:

«στον βαθμό που επιθυμεί κανείς το σώμα και τα συνυφασμένα με αυτό πράγματα στον ίδιο βαθμό αγνοεί τον θεό και αδυνατεί μες στην τυφλότητά του να δει – έστω κι αν όλοι οι άνθρωποι τον θεωρούν θεό. Τον σοφό άνθρωπο όμως, ακόμα κι αν τον ξέρουν πολύ λίγοι η, αν θέλεις, ακόμα αν δεν τον ξέρει κανείς, τον γνωρίζει ο θεόςΑς ακολουθεί, λοιπόν, ο νους τον θεό κι ας τον απεικονίζει, μέσω της ομοίωσής του προς αυτόν. Και τον νου ας τον ακολουθεί η ψυχή, κι αυτήν – όσο τούτο μπορεί να γίνει- ας την υπηρετεί το σώμα, την καθαρή ψυχή, το καθαρό σώμα».

Δεν είναι, λοιπόν, θείος άνθρωπος εκείνος για τον οποίο οι άνθρωποι νομίζουν ότι είναι τέτοιος και αυτός επιδιώκει να το νομίζουν, αλλά εκείνος ο οποίος επιθυμεί όσο γίνεται να ομοιάσει στο θείο και για τούτο διαχωρίζει τον εαυτό του από το σώμα, τις σωματικές επιθυμίες και τα πάθη του σώματος.

Άλλωστε ο μεν Πορφύριος λέγε αφενός ότι:

«Τι μάθαμε λοιπόν από εκείνους που έχουν πολύ καλή γνώση, όσο αυτό είναι δυνατόν για τους ανθρώπους; Μάθαμε ότι εγώ δεν είμαι για σένα ο συγκεκριμένος χειροπιαστός άνθρωπος που τον αντιλαμβάνεσαι με τις αισθήσεις σου, αλλά ο τελείως απομακρυσμένος από το σώμα, ο αχρώματος και ασχημάτιστος, αυτός που τα χέρια δεν μπορούν να τον αγγίξουν και μόνο η διάνοια τον αγγίζει και μπορεί να τον συλλάβει;»[5]

Αφετέρου ό,τι:

«Δεν είναι λοιπόν παράδοξο εσύ η πεπεισμένη ότι μέσα σου έχεις αυτό που σώζει και αυτό που σώζεται, αυτό που καταστρέφει και αυτό που καταστρέφεται, τον πλούτο και τη φτώχεια, τον πατέρα και τον άνδρα, τον καθηγεμόνα των όντως αγαθών, δεν είναι παράλογο, λέω, να στέκεσαι σαστισμένη μπροστά στην σκιά του υφηγητού, σαν να μην έχεις μέσα όλα τα πλούτη; Αυτά αναπόφευκτα θα τα καταστρέψεις και θα τα χάσεις, αν κατέβεις προς την σάρκα αντί να στραφείς προς αυτό που σώζει και αυτό που σώζεται. Όσο για την σκιά μου και το φαινόμενο είδωλο μου, ούτε η παρουσία τους θα σε ωφελήσει, ούτε η απουσία τους θα σε κάνει να πονέσεις, εσένα που ασκείσαι στην φυγή από το σώμαΘα μπορούσες, μάλιστα, να με συναντήσεις με τρόπο καθαρό, σε μια απόλυτα αληθινή παρουσία μου και συμβίωση μαζί σου, νύχτα και μέρα, μέσα στον πιο καθαρό και ωραίο τρόπο συνεύρεσης, αν ασκηθείς στην άνοδο προς τον εαυτό σου, συγκεντρώνοντας όλες τις δυνάμεις που το σώμα έχει διασκορπίσει και κατακερματίσει σε ένα πλήθος μέλη, από την άλλοτε μεγάλη και ισχυρή μέσα στην ενότητα δύναμη[6]

Ενώ ο δε  Πλωτίνος λέγει αφενός ό,τι:

«Ο άνθρωπος και ιδιαίτερα ο σοφός δεν είναι σύνθεση ψυχής και σώματος και απόδειξη για αυτό αποτελεί ο αποχωρισμός από το σώμα και η περιφρόνηση των σωματικών αγαθών[7]

Αφετέρου ό,τι:

«Αν κάποιος δεν θέτει τον σοφό εκεί, στο νοητό, αλλά τον κατεβάζει, υποτάσσοντάς τον στην τύχη και στον φόβο των κινδύνων που μπορεί να του τύχουν, τότε δεν σκέφτεται τον σοφό, όπως τον αξιολογούμε εμείς, αλλά τον κοινό άνθρωπο, μείγμα αγαθού και κακού, στον οποίο αποδίδει μια ζωή μεικτή από αγαθό και κακό, κάτι που δίνεται εύκολο. Ακόμη και αν υπήρχε τέτοιος άνθρωπος, δεν θα άξιζε να ονομαστεί ευδαίμων, αφού δεν έχει ούτε το μεγαλείο ούτε την αξία της σοφίας ούτε την καθαρότητα του αγαθού. Δεν ανήκει λοιπόν στην κοινή ζωή η ζωή μετά ευδαιμονίας[8]

Εξηγεί δε ο θείος Ιάμβλιχος λέγοντας αφενός ό,τι:

«Ευδαίμων άνθρωπος είναι ο κατά το δυνατόν όμοιος με το θεό, ο τέλειος, απλός, καθαρός, εξηρημένος από της ανθρώπινης ζωής.»[9]

Αφετέρου ό,τι:

«Επειδή ο άνθρωπος συνίσταται από την ψυχή και η ψυχή είναι νοητική και αθάνατος, άρα και το αγαθό της και ο σκοπός της υπάρχει στη θεία ζωή, ενώ από τα θνητά τίποτε δεν έχει την  δύναμη ή να δώσει κάποια συμβολή στην τέλεια ζωή ή να αφαιρέσει από αυτήν την ευδαιμονία. Διότι γενικά η μακαριότητά μας βρίσκεται στην νοητική ζωή.»[10]

Εξ ου και ο όλως φυσικώς ο Ιάβχλιχος λέγει ό,τι ο θείος Πυθαγόρας:

«Αποδοκίμαζε τα αλλότρια προς τους θεούς, επειδή μας οδηγούν μακριά από την θεία εξοικείωσηΠαράγγελνε να απέχουμε και από κάθε τι το σφόδρα ιερό, διότι αυτά είναι άξια θείων τιμών και όχι κοινής και ανθρώπινης χρήσεως και προέτρεπε να φυλάγουμε τα σχετικά με την καθαρότητα της ψυχής και όσα συμβάλλουν στην αγνεία και προς σωφροσύνη και έξιν αρετής.»[11]

Ενώ ο Ιάμβλιχος προτρέπει ο,τι:

«Πρέπει να επιδιώξουμε να ζήσουμε τον κατά νου βίο που είναι εξαρτημένος από τους θεούς. Διότι μόνο αυτός μας δίνει την αδέσμευτη εξουσία της ψυχής, μας απαλλάσσει από τα δεσμά της ανάγκης και μας κάνει να ζούμε όχι κάποιον ανθρώπινο βίο, αλλά τον θείο & πληρούμενο με τα παραγόμενα και προερχόμενα εκ της βουλήσεως των θεών αγαθά.»[12]

Βέβαια η μόνη οδός αναγωγής μας προς τους θεούς και τα νοητά είναι η θεουργία, η του θειότατου Πλάτωνος φιλοσοφία και η γνώση της ουσίας μας, άλλωστε όχι μόνον ο Ολυμπιόδωρος λέγει πως:

«Της μεν φιλοσοφίας έργο είναι να μας μετατρέψει σε νου, της δε θεουργίας να μας ενώσει με τα νοητά ενεργώντας υποδειγματικώς.»[13]

Και ο Ιεροκλής λέγει ότι:

«Ο Πλάτων λέγει πως φιλοσοφεί αδόλως αυτός που αγάπησε την θεωρία των νοητών χωρίς την πολιτική δραστηριότητα και δεν δίνει σημασία σε όλα τα άλλα, αλλά μέσω των “καθαρτήριων αρετών” αφιέρωσε τον εαυτό του μόνο στην αναγωγή προς την “ιερή τελείωση”[14], όπως εξηγεί στον “Θεαίτητο, 173.c – 176.c.5».[15]

Αλλά και ο Ιάμβλιχος λέγει αφενός ό,τι:

«σκοπός πάσης μαντικής προγνώσεως & παντός θεουργικού έργου η προς το νοητό πυρ άνοδος».[16]

Δηλαδή οι τρεις σκοποί – με αναβαθμούς – της φιλοσοφίας και της Θεουργίας είναι:
  1. ψυχῆς κάθαρσιν
  2. ψυχῆς ἀπόλυσιν
  3. ψυχῆς σωτηρίαν[17]
Αφετέρου ό,τι:

«Οι θεουργοί δεν ενοχλούν το θείο νου  – τον Κρόνο – για μικρά πράγματααλλά για την κάθαρση της ψυχής, το λύσιμο και την σωτηρία της[18]

Ενώ ο Πλωτίνος λέγει ό,τι:

«αν κανείς πρόκειται να ομολογήσει ότι γνωρίζει τον Θεό, θα αναγκαστεί επίσης να παραδεχτεί ότι γνωρίζει τον εαυτό τουΔιότι θα γνωρίσει όσα έχει από εκείνον και τι δίνει και ποια πράγματα μπορεί. Αφού μάθει και γνωρίσει αυτά θα γνωρίσει επίσης και τον εαυτό του. Διότι μια από τις παροχές εκείνου είναι και ο ίδιος, ή μάλλον είναι όλες οι παροχές του. Αν, λοιπόν, γνωρίσει κι εκείνο μαθαίνοντάς το με τις δυνάμεις του, θα γνωρίσει και τον εαυτό του, αφού έχει έρθει από εκεί & έχει φέρει μαζί του ό,τι μπορεί[19]

Μάλιστα ο Ιεροκλής εξηγεί ότι:

«είναι αδύνατον να κατακτήσει κανείς αδιατάρακτα την αλήθεια, αν οι άλογες δυνάμεις δεν έχουν τακτοποιηθεί από εμάς σύμφωνα με τον νου μέσω των ηθικών αρετώνΓιατί η λογική & αΐδια ψυχή, που ως προς την ουσία της βρίσκεται ανάμεσα στον νου και στο άλογο στοιχείο, μπορεί να συνευρεθεί απερίσπαστα με τον ανώτερό της νου μόνο τότε, όταν καθαρθεί από την περιπαθή προσκόλληση στα κατώτερά της και όταν έρχεται σε επαφή μαζί τους καθαρήΚαι θα είναι καθαρή, αν δεν παρασύρεται καθόλου από το άλογο στοιχείο και από το θνητό σώμα, αλλά τα φροντίζει σαν κάτι άλλο από αυτή, απονέμοντας τους τόση φροντίδα, όση προτάσει ο θείος νόμος,».[20]

Και ο Πορφύριος ότι:

«Δεν υπάρχει στ’ αλήθεια, πράγμα τόσο αντίθετο από κάποιο άλλο, όσο αντίθετη είναι η ράθυμη ζωή των ηδονών από την ανάβαση στους θεούς. Στις κορυφές των βουνών δεν μπορεί να αναρριχηθεί κανείς δίχως κινδύνους και δίχως κόπους και, παρόμοια, δεν μπορεί ν’ ανέβει κανείς από τα μύχια βάθη του σώματος, μέσω αυτών ακριβώς των στοιχείων που τον τραβάνε προς τα κάτω, δηλαδή μέσω της ηδονής και της ραθυμίας».[21]

Άλλωστε κατά πως λέγει ο Πρόκλος:

«Ρίζα της κακίας είναι το σώμα, όπως ακριβώς της αρετής είναι ο νους. Γιατί η μεν δεύτερη  άνωθεν φυτρώνει στις ψυχές, η δε πρώτη εισβάλλει από τα χειρότερα και από κάτω.».[22]

Μάλιστα ο Ιάμβλιχος λέγει αφενός ό,τι:

«Πάσα αρετή περιφρονεί το σωματοειδές & ασπάζεται το αθάνατοΠολύ ξεχωριστά η σωφροσύνη έχει αυτή την σπουδή, επειδή περιφρονεί τις καθηλούσες την ψυχή στο σώμα ηδονές, και πατά πάνω σε αγνό αγνά βάθρα, όπως λέει ο Πλάτων».[23]

Αφετέρου ό,τι:

«η σωφροσύνη μας ποιεί τέλειους εξορίζοντας όλο το ατελές & εμπαθές αφ’ ημών. Θα το καταλάβουμε δε αν σκεφτούμε τον Βελλεροφόντη, ο οποίος συναγωνιστή του την κοσμιότητα την Χίμαιρα και πάν το θηριώδες & άγριο & ανήμερο φύλο αναίρεσε. Διότι γενικά η των παθών άμετρος επικράτηση δεν επιτρέπει στους ανθρώπους να είναι ούτε άνθρωποιαλλά έλκει αυτούς προς την αλόγιστη, θηριώδη & άτακτον φύση».[24]

Συμπληρώνει δε ο Ιάμβλιχος λέγοντας αφενός ό,τι:

«η ευταξία που συγκρατεί τις ηδονές με ορισμένα μέτρα, σώζει τους οίκους και τις πόλεις κατά την του Κράτητος γνώμη. Και επίσης με κάποιο τρόπο πλησιάζει τους ανθρώπους προς το των θεών είδος».[25]

Αφετέρου ό,τι:

«κρηπίς της αρετής, όπως λέγει ο Σωκράτης, είναι η εγκράτεια της γλυκυθυμίας – της τάσης για απολαύσειςΚόσμημα δε όλων των αγαθών θεωρείται η σωφροσύνη, όπως αποφάνθηκε ο Πλάτων στους “Νόμους, 635.c”. Και ασφάλεια των καλλίστων έξεων η αυτή αρετή, όπως εγώ λέγω».[26]

Αφού, λοιπόν, όπως προείπαμε, η κάθαρση επιτυγχάνεται με την πρακτική φιλοσοφία, η οποία είναι ικανή να εξασφαλίσει την αρετή, εκείνος που επιδιώκει την ανάβαση προς τους θεούς, οφείλει πρωτίστως να προετοιμάσει τον εαυτό του, κατακτώντας, δια μέσου αυτής της φιλοσοφίας την πρακτική αρετή και εφαρμόζοντάς την σε όλες τις εκφάνσεις του καθημερινού βίου του.

Αφού πρέπει –  κατά πως λέγει ο Ιεροκλής:

«πρώτα να τακτοποιήσουμε τον παραλογισμό και την ραθυμία που έχουμε μέσα μας και έπειτα έτσι να επιδιώξουμε την γνώση των θειότερων πραγμάτων«.[27]



[1]  Βλ. Ιεροκλής «Υπόμνημα στα Πυθαγορικά έπη, αποκαλούμενα χρυσά, 1.1 – 2.1»:
       In aureum carmen p.1.1 ` to     In aureum carmen p.2.1 Η φιλοσοφία ἐστὶ ζωῆς ἀνθρωπίνης κάθαρσις καὶ τελειότης, κάθαρσις μὲν ἀπὸ τῆς ὑλικῆς ἀλογίας καὶ τοῦ θνητοειδοῦς σώματος, τελειότης δέ, τῆς οἰκείας εὐζωΐας ἀνάληψις, πρὸς τὴν θείαν ὁμοίωσιν ἐπανάγουσα. ταῦτα δὲ πέφυκεν ἀρετὴ καὶ ἀλήθεια μάλιστα ἀπεργάζεσθαι, ἡ μὲν τὴν ἀμετρίαν τῶν παθῶν ἐξορίζουσα, ἡ δὲ τὸ θεῖον εἶδος τοῖς εὐφυῶς ἔχουσι προσκτωμένη.
[2]  Ποιο κάτω θα δούμε ποιο είναι το τέλος που στοχάζεται η αρετή για την λογική & αΐδια ψυχή.
[3]  Βλ. Στοβαίος «Ανθολόγιο : από την επιστολή του Ιάμβλιχου στον Σώπατρο για την αρετή, 3.1.17.3 – 3.1.17.8» :
       Anthologium 3.1.17.3 ` to     Anthologium 3.1.17.8   Ψυχῆς μὲν οὖν ἂν εἴη ἀρετὴ τελεότης καὶ εὐμετρία τῆς ζωῆς, λόγου τε καὶ νοῦ καὶ διανοήσεως ἡ ἀκροτάτη καὶ καθαρωτάτη ἐνέργεια. τὰ δ᾽ ἔργα τῆς ἀρετῆς ἀγαθοειδῆ, κάλλιστα, νοερά, σπουδαῖα, πλήρη μεσότητος, εὐκαιρίας μετέχοντα, προηγούμενα, τέλους ἀρίστου στοχαζόμενα, χαρίεντα ὅτι μάλιστα θεωρείσθω.
[4]  Βλ. Στοβαίος «Ανθολόγιο : από την επιστολή του Ιάμβλιχου στον Σώπατρο για την αρετή, 3.11.35.2 – 3.11.35.13» :
       Anthologium 3.11.35.2 ` to     Anthologium 3.11.35.13   Ἀλήθεια μέν, ὥσπερ καὶ τοὔνομα δηλοῖ, περὶ θεοὺς ποιεῖ τὴν ἐπιστροφὴν καὶ τῶν θεῶν τὴν ἀκήρατον ἐνέργειαν· ἡ δὲ δοξομιμητικὴ αὕτη εἰδωλοποιία, ὥς φησι Πλάτων, περὶ τὸ ἄθεον καὶ σκοτεινὸν πλανᾶται. καὶ ἣ μὲν τοῖς νοητικοῖς εἴδεσι καὶ θείοις καὶ τοῖς ὄντως οὖσι καὶ κατὰ τὰ αὐτὰ ἀεὶ ἔχουσι τελεοῦται, ἣ δὲ τὸ ἀνείδεον καὶ μὴ ὂν καὶ ἄλλοτε ἄλλως ἔχον ἀποβλέπει καὶ περὶ αὐτοῦ ἀμβλυώττει. καὶ ἣ μὲν αὐτὸ ὃ ἐστὶ θεωρεῖ, ἣ δ᾽ οἷον φαίνεται τοῖς πολλοῖς τοιοῦτον ὑποδύεται πρόσχημα. διόπερ δὴ ἣ μὲν πρὸς νοῦν ὁμιλεῖ καὶ τὸ ἐν ἡμῖν νοερὸν αὔξει, ἣ δὲ τῷ ἀεὶ δοκοῦντι θηρεύεται τὴν ἄνοιαν καὶ ἐξαπατᾷ.
[5]  Βλ. Πορφύριος «Προς Μαρκέλλαν, 8.11 – 8.14» :
       Ad Marcellam 8.11 ` to     Ad Marcellam 8.14 ἆρ᾽ οὐχ, ὅτι μὲν σοὶ ἐγὼ οὐχ ὁ ἁπτὸς οὗτος καὶ τῇ αἰσθήσει ὑποπτωτός, ὁ δὲ ἐπὶ πλεῖστον ἀφεστηκὼς τοῦ σώματος, ὁ ἀχρώματος καὶ ἀσχημάτιστος, καὶ χερσὶ μὲν οὐδαμῶς ἐπαφητός, διανοίᾳ δὲ μόνῃ κρατητός;
[6]  Βλ. Πορφύριος «Προς Μαρκέλλαν, 9.11 – 10.8» :
       Ad Marcellam 9.11 ` to     Ad Marcellam 10.8 πῶς οὖν οὐκ ἄτοπον τὴν πεπεισμένην ἐν σοὶ εἶναι καὶ τὸ σῷζον καὶ τὸ σῳζόμενον καὶ τό γε ἀπολλύον καὶ τὸ ἀπολλύμενον τόν τε πλοῦτον καὶ τὴν πενίαν τόν τε πατέρα καὶ τὸν ἄνδρα καὶ τὸν τῶν ὄντως ἀγαθῶν καθηγεμόνα, κεχηνέναι πρὸς τὴν τοῦ ὑφηγητοῦ σκιάν, ὡς δὴ τὸν ὄντως ὑφηγητὴν μὴ ἐντὸς ἔχουσαν μηδὲ παρὰ σαυτῇ πάντα τὸν πλοῦτον; ὃν ἀνάγκη ἀπολλύναι καὶ διαφεύγειν πρὸς τὴν σάρκα καταβαίνουσαν ἀντὶ τοῦ σῴζοντος καὶ σῳζομένου.      Τῆς μὲν οὖν ἐμῆς σκιᾶς καὶ τοῦ φαινομένου εἰδώλου οὔτε παρόντων ὠνήσω τι οὔτ᾽ ἀπόντων ἐπώδυνος ἡ ἀπουσία τῇ μελετώσῃ φεύγειν ἀπὸ τοῦ σώματος. ἐμοῦ δὲ καθαρῶς τύχοις ἂν μάλιστα καὶ παρόντος καὶ συνόντος νύκτωρ καὶ μεθ᾽ ἡμέραν σὺν καθαρῷ τε καὶ τῷ καλλίστῳ τῆς συνουσίας καὶ μηδὲ χωρισθῆναι οἵου τε ὄντος, εἰ μελετῴης εἰς σεαυτὴν ἀναβαίνειν συλλέγουσα ἀπὸ τοῦ σώματος πάντα τὰ διασκεδασθέντα σου μέλη καὶ εἰς πλῆθος κατακερματισθέντα ἀπὸ τῆς τέως ἐν μεγέθει δυνάμεως ἰσχυούσης ἑνώσεως.
[7]  Βλ Πλωτίνος  «Εννεάδες, 1.4.14.1 – 1.4.14.11, 1η εννεάδα, κεφάλαιο 4ον, “Περί Ευδαιμονίας”»:
      Enneades 1.4.14.1 ` to     Enneades 1.4.14.11 Τὸ δὲ μὴ συναμφότερον εἶναι τὸν ἄνθρωπον καὶ μάλιστα τὸν σπουδαῖον μαρτυρεῖ καὶ ὁ χωρισμὸς ὁ ἀπὸ τοῦ σώματος καὶ ἡ τῶν λεγομένων ἀγαθῶν τοῦ σώματος καταφρόνησις. Τὸ δὲ καθόσον ἀξιοῦν τὸ ζῷον τὴν εὐδαιμονίαν εἶναι γελοῖον εὐζωίας τῆς εὐδαιμονίας οὔσης, ἣ περὶ ψυχὴν συνίσταται, ἐνεργείας ταύτης οὔσης καὶ ψυχῆς οὐ πάσης—οὐ γὰρ δὴ τῆς φυτικῆς, ἵν᾽ ἂν καὶ ἐφήψατο σώματος· οὐ γὰρ δὴ τὸ εὐδαιμονεῖν τοῦτο ἦν σώματος μέγεθος καὶ εὐεξία—οὐδ᾽ αὖ ἐν τῷ αἰσθάνεσθαι εὖ, ἐπεὶ καὶ κινδυνεύσουσιν αἱ τούτων πλεονεξίαι βαρύνασαι πρὸς αὑτὰς φέρειν τὸν ἄνθρωπον.
[8]  Βλ. Πλωτίνος «Εννεάδες, 1.4.16.1 – 1.4.16.24,  1η εννεάδα, κεφάλαιο 4ον, “Περί Ευδαιμονίας”»:
       Enneades 1.4.16.1 ` to     Enneades 1.4.16.24  Εἰ δέ τις μὴ ἐνταῦθα ἐν τῷ νῷ τούτῳ ἄρας θήσει τὸν σπουδαῖον, κατάγοι δὲ πρὸς τύχας καὶ ταύτας φοβήσεται περὶ αὐτὸν γενέσθαι, οὔτε σπουδαῖον τηρήσει, οἷον ἀξιοῦμεν εἶναι, ἀλλ᾽ ἐπιεικῆ ἄνθρωπον, καὶ μικτὸν ἐξ ἀγαθοῦ καὶ κακοῦ διδοὺς μικτὸν βίον ἔκ τινος ἀγαθοῦ καὶ κακοῦ ἀποδώσει τῷ τοιούτῳ, καὶ οὐ ῥᾴδιον γενέσθαι. Ὃς εἰ καὶ γένοιτο, οὐκ ἂν ὀνομάζεσθαι εὐδαίμων εἴη ἄξιος οὐκ ἔχων τὸ μέγα οὔτε ἐν ἀξίᾳ σοφίας οὔτε ἐν καθαρότητι ἀγαθοῦ. Οὐκ ἔστιν οὖν ἐν τῷ κοινῷ εὐδαιμόνως ζῆν. Ὀρθῶς γὰρ καὶ Πλάτων ἐκεῖθεν ἄνωθεν τὸ ἀγαθὸν ἀξιοῖ λαμβάνειν καὶ πρὸς ἐκεῖνο βλέπειν τὸν μέλλοντα σοφὸν καὶ εὐδαίμονα ἔσεσθαι καὶ ἐκείνῳ ὁμοιοῦσθαι καὶ κατ᾽ ἐκεῖνο ζῆν. Τοῦτο οὖν δεῖ ἔχειν μόνον πρὸς τὸ τέλος, τὰ δ᾽ ἄλλα ὡς ἂν καὶ τόπους μεταβάλλοι οὐκ ἐκ τῶν τόπων προσθή κην πρὸς τὸ εὐδαιμονεῖν ἔχων, ἀλλ᾽ ὡς στοχαζόμενος καὶ τῶν ἄλλων περικεχυμένων αὐτόν, οἷον εἰ ὡδὶ κατακείσεται   ἢ ὡδί, διδοὺς μὲν τούτῳ ὅσα πρὸς τὴν χρείαν καὶ δύναται, αὐτὸς δὲ ὢν ἄλλος οὐ κωλυόμενος καὶ τοῦτον ἀφεῖναι, καὶ ἀφήσων δὲ ἐν καιρῷ φύσεως, κύριος δὲ καὶ αὐτὸς ὢν τοῦ βουλεύσασθαι περὶ τούτου. Ὥστε αὐτῷ τὰ ἔργα τὰ μὲν πρὸς εὐδαιμονίαν συντείνοντα ἔσται, τὰ δ᾽ οὐ τοῦ τέλους χάριν καὶ ὅλως οὐκ αὐτοῦ ἀλλὰ τοῦ προσεζευγμένου, οὗ φροντιεῖ καὶ ἀνέξεται, ἕως δυνατόν, οἱονεὶ μουσικὸς λύρας, ἕως οἷόν τε χρῆσθαι·
[9]  Βλ. Στοβαίος «Ανθολόγιο : από την επιστολή του Ιάμβλιχου στον Σώπατρο για την αρετή, 4.39.23.2 – 4.39.23.4» :
       Anthologium 4.39.23.2 ` to     Anthologium 4.39.23.4   Εὐδαίμων ἐστὶν ὁ θεῷ κατὰ τὸ δυνατὸν ὅμοιος, τέλεος, ἁπλοῦς, καθαρός, ἐξῃρημένος ἀπὸ τῆς ἀνθρωπίνης ζωῆς.
[10]  Βλ. Στοβαίος «Ανθολόγιο : από την επιστολή του Ιάμβλιχου στον Μακεδόνιο για την ειμαρμένη, 2.8.43.1 – 2.8.48.10» :
       Anthologium 2.8.48.2 ` to     Anthologium 2.8.48.10   Ἐπεὶ τοίνυν ἐν ψυχῇ μέν ἐστιν ὁ ἄνθρωπος, ἡ δὲ ψυχὴ νοερά τε ἐστὶ καὶ ἀθάνατος, καὶ τὸ καλὸν ἄρα αὐτῆς καὶ τὸ ἀγαθὸν καὶ τὸ τέλος ἐνυπάρχει τῇ θείᾳ ζωῇ, τῶν δὲ θνητοειδῶν οὐδὲν κύριον ἢ συμβάλλεσθαί τι πρὸς τὴν τελείαν ζωήν ἐστιν, ἢ παραιρεῖν αὐτῆς τὴν εὐδαιμονίαν. Ὅλως γὰρ ἐν νοερᾷ μὲν ζωῇ τὸ μακάριον ἡμῖν ὑπάρχει·
[11]  Βλ. Ιάμβλιχος, «Περί Πυθαγορικού βίου, 24.106.8 – 24.107.1» :
     Vit Pyth 24.106.8 ` to     Vit Pyth 24.107.1 καθόλου δὲ ἀπεδοκίμαζε καὶ τὰ τοῖς θεοῖς ἀλλότρια ὡς ἀπάγοντα ἡμᾶς τῆς πρὸς τοὺς θεοὺς οἰκειώσεως. κατ᾽ ἄλλον δὲ αὖ τρόπον καὶ τῶν νομιζομένων εἶναι ἱερῶν σφόδρα ἀπέχεσθαι παρήγγελλεν ὡς τιμῆς ἀξίων ὄντων, ἀλλ᾽ οὐχὶ τῆς κοινῆς καὶ ἀνθρωπίνης χρήσεως, καὶ ὅσα δὲ εἰς μαντικὴν ἐνεπόδιζεν ἢ πρὸς καθαρότητα τῆς ψυχῆς καὶ ἁγνείαν ἢ πρὸς σωφροσύνης καὶ ἀρετῆς ἕξιν, παρῄνει φυλάττεσθαι.
[12]  Βλ. Στοβαίος «Ανθολόγιο : από την επιστολή του Ιάμβλιχου στον Μακεδόνιο για την ειμαρμένη, 2.8.44.2 – 2.8.44.7» :
       Anthologium 2.8.44.2 ` to     Anthologium 2.8.44.7 Τὸν κατὰ νοῦν ἄρα βίον καὶ τὸν ἐχόμενον τῶν θεῶν διαζῆν μελετητέον· οὗτος γὰρ ἡμῖν μόνος ἀποδίδωσι τὴν ἀδέσποτον τῆς ψυχῆς ἐξουσίαν, ἀπολύει τε ἡμᾶς τῶν ἀναγκαίων δεσμῶν καὶ ποιεῖ ζῆν οὐκ ἀνθρώπινόν τινα βίον, ἀλλὰ τὸν θεῖον καὶ τῇ βουλήσει τῶν θεῶν ἀγαθῶν ἀποπληρούμενον.
[13]  Βλ. Ολυμπιόδωρος στο «Υπόμνημα στον Πλατωνικό Φαίδωνα, 8.2.14 – 20» :
      In Platonis Phaedonem commentaria 8.2.19 ` to     In Platonis Phaedonem commentaria 8.2.20  καὶ φιλοσοφίας μὲν ἔργον νοῦν ἡμᾶς ποιῆσαι, θεουργίας δὲ ἑνῶσαι ἡμᾶς τοῖς νοητοῖς, ὡς ἐνεργεῖν παραδειγματικῶς.
[14]  Ιερή τελείωση είναι η εξομοίωση με τον θεό.
[15]          Bibl 251.464b.1 ` to     Bibl 251.464b.7 Οτι ἀποδιδούς, φησίν, ὁ Πλάτων φιλοσόφου καὶ ἐρωτικοῦ διαφοράν, καὶ πῶς ἰσοτίμως ἀνάγεσθαι λέγονταιφιλοσοφῆσαι μὲν ἀδόλως λέγει τὸν θεωρίαν ἄνευ πράξεως πολιτικῆς ἀγαπήσαντα, καὶ πάντα τὰ ἄλλα παρ᾽ οὐδὲν θέμενον, καὶ ταῖς καθαρτικαῖς ἀρεταῖς ἑαυτὸν παραδόντα τῇ πρὸς μόνην τὴν ἱερὰν τελείωσιν ἀναγωγῇ, ὡς ἐν Θεαιτήτῳ διέξεισιν.
[16]  Βλ. Ιάμβλιχος στο «Περί Μυστηρίων, 3.31.68 – 3.31.70» :
       Myst 3.31.68 ` to     Myst 3.31.70  ἡ πρὸς τὸ νοητὸν πῦρ ἄνοδος, ὃ δὴ καὶ τέλος δεῖ πάσης μὲν προγνώσεως πάσης δὲ θεουργικῆς πραγματείας
[17]  Βλ. Ιάμβλιχος στο «Περί Μυστηρίων, 5.6.1 – 5.6.7» :
          Myst 5.6.1 ` to     Myst 5.6.7  Τὸ δὲ μέγιστον τὸ δραστήριον τῶν θυσιῶν, καὶ διὰ τί μάλιστα τοσαῦτα ἐπιτελεῖ, ὡς μήτε λοιμῶν παῦλαν μήτε λιμῶν ἢ ἀφορίας χωρὶς αὐτῶν γίγνεσθαι, μήτε ὄμβρων αἰτήσεις, μήτε τὰ τιμιώτερα τούτων, ὅσα εἰς ψυχῆς κάθαρσιν ἢ τελείωσιν ἢ τὴν ἀπὸ τῆς γενέσεως ἀπαλλαγὴν συμβάλλεται, ταῦτα δὴ οὖν οὐδ᾽ ὅλως ἐνδείκνυνται οἱ τοιοῦτοι τρόποι τῶν θυσιῶν.
[18]  Βλ. Ιάμβλιχος «Περί Μυστηρίων, 10.7.5 – 10.7.8»:
       Myst 10.7.5 ` to     Myst 10.7.8 οὐδὲ περὶ σμικρῶν οἱ θεουργοὶ τὸν θεῖον νοῦν ἐνοχλοῦσιν, ἀλλὰ περὶ τῶν εἰς ψυχῆς κάθαρσιν καὶ ἀπόλυσιν καὶ σωτηρίαν ἀνηκόντων·
[19]  Βλ. Πλτωίνος «Εννέαδες, 5η, “Περί των γνωριστικών υποστάσεων και του επέκεινα”, 5.3.7.1 – 5.3.7.9» :
       Enneades 5.3.7.1 ` to     Enneades 5.3.7.9 Αλλ᾽ εἰ τὸν θεὸν γινώσκειν αὐτόν τις ὁμολογήσει, καὶ ταύτῃ συγχωρεῖν ἀναγκασθήσεται καὶ ἑαυτὸν γινώσκειν. Καὶ γὰρ ὅσα ἔχει παρ᾽ ἐκείνου γνώσεται, καὶ ἃ ἔδωκε, καὶ ἃ δύναται ἐκεῖνος. Ταῦτα δὲ μαθὼν καὶ γνοὺς καὶ ταύτῃ ἑαυτὸν γνώσεται· καὶ γὰρ ἕν τι τῶν δοθέντων αὐτός, μᾶλλον δὲ πάντα τὰ δοθέντα αὐτός. Εἰ μὲν οὖν κἀκεῖνο γνώσεται κατὰ τὰς δυνάμεις αὐτοῦ μαθών, καὶ ἑαυτὸν γνώσεται ἐκεῖθεν γενό μενος καὶ ἃ δύναται κομισάμενος·
[20]  Βλ. Ιεροκλής στο «Υπόμνημα εις τα Πυθαγορικά χρυσά έπη, 20.1.8 – 20.2.8» :
       In aureum carmen 20.1.8 ` to     In aureum carmen 20.2.8 καὶ ἄλλως δὲ ἀδύνατον ἀθορύβως κτήσασθαι τὴν ἀλήθειαν, μὴ τῶν ἀλόγων δυνάμεων ἡμῖν ταῖς ἠθικαῖς ἀρεταῖς κατὰ νοῦν τεταγμένων. μέση γὰρ οὖσα ἡ λογικὴ ψυχὴ νοῦ καὶ ἀλογίας τότε μόνον ἀπερισπάστως δύναται συνεῖναι τῷ πρὸ αὐτῆς νῷ, ὅταν καθαρὰ γενομένη τῆς τῶν μετ᾽ αὐτὴν προσπαθείας καθαρῶς ἐφάπτηται ἐκείνων. ἔσται δὲ καθαρά, εἰ μηδὲν τῇ ἀλογίᾳ μηδὲ τῷ θνητῷ σώματι συνεκφέροιτο, ὡς ἄλλη δὲ ἄλλων ἐπιμελοῖτο τοσοῦτον αὐτοῖς ἀπονέμουσα φροντίδος, ὅσον ὁ θεῖος κελεύει νόμος,
[21]  Βλ. Πορφύριος «Προς Μαρκέλλαν, 6.9– 6.13» :
       Ad Marcellam 6.9 ` to     Ad Marcellam 6.13  αὐτὸ γὰρ τὸ πρᾶγμα ὡς οὐδὲν ἄλλο ἄλλῳ ἀντίκειται πράγματι, ἡδονή τε καὶ ῥᾳθυμία τῇ πρὸς θεοὺς ἀνόδῳ. ἐπεὶ οὐδὲ τὰ ὑψηλότερα τῶν ὀρῶν ἀκινδύνως καὶ πόνων ἄνευ ἦν ἀναβαίνειν, οὐδ᾽ ἀπὸ τῶν μυχῶν τοῦ σώματος διὰ τῶν εἰς τὸ σῶμα καταγωγῶν, ἡδονῆς τε καὶ ῥᾳθυμίας, ἀνακύπτειν.
[22]  Βλ. Πρόκλος «Εκ της Χαλδαϊκης Φιλοσοφίας, 3.1 – 4.17» :
          Eclogae de philosophia Chaldaica 3.1 ` to     Eclogae de philosophia Chaldaica 4.17   Ῥίζα τῆς κακίας τὸ σῶμα, ὥσπερ τῆς ἀρετῆς ὁ νοῦς. Ἡ μὲν γὰρ ἄνωθεν ἐκβλυστάνει ταῖς ψυχαῖς, ἡ δὲ ἀπὸ τῶν χειρόνων ἐπεισκωμάζει καὶ κάτωθεν·
[23] Βλ. Στοβαίος «Ανθολόγιο : από την επιστολή του Ιάμβλιχου για την σωφροσύνη, 3.5.45.3 – 3.5.45.7» :
       Anthologium 3.5.45.3 ` to     Anthologium 3.5.45.7  Πᾶσα μὲν γὰρ ἀρετὴ τὸ θνητοειδὲς μὲν ἀτιμάζει, τὸ δὲ ἀθάνατον ἀσπάζεται· πολὺ δὲ διαφερόντως ἡ σωφροσύνη ταύτην ἔχει τὴν σπουδήν, ἅτε δὴ τὰς προσηλούσας τῷ σώματι τὴν ψυχὴν ἡδονὰς ἀτιμάζουσα, καὶ ἐν ἁγνοῖς βάθροις βεβῶσα, ὡς φησὶ Πλάτων.
[24]   Βλ. Στοβαίος «Ανθολόγιο : από την επιστολή του Ιάμβλιχου για την σωφροσύνη, 3.5.46.2 – 3.5.46.10» :
       Anthologium 3.5.46.2 ` to     Anthologium 3.5.46.10   Πῶς γὰρ ἡ σωφροσύνη τελέους ἡμᾶς οὐ ποιεῖ, τὸ ἀτελὲς καὶ ἐμπαθὲς ὅλον ἀφ᾽ ἡμῶν ἐξορίζουσα; γνοίης δ᾽ ἂν ὡς τοῦτο οὕτως ἔχει, τὸν Βελλεροφόντην ἐννοήσας, ὃς μετὰ τῆς κοσμιότητος συναγωνιζομένης τὴν Χίμαιραν καὶ τὸ θηριῶδες καὶ ἄγριον καὶ ἀνήμερον φῦλον πᾶν ἀνεῖλεν. ὅλως γὰρ ἡ τῶν παθῶν ἄμετρος ἐπικράτεια οὐδὲ ἀνθρώπους ἐφίησιν εἶναι τοὺς ἀνθρώπους, πρὸς δὲ τὴν ἀλόγιστον αὐτοὺς ἕλκει φύσιν καὶ θηριώδη καὶ ἄτακτον.
[25]  Βλ. Στοβαίος «Ανθολόγιο : από την επιστολή του Ιάμβλιχου για την σωφροσύνη, 3.5.47.2 – 3.5.47.5» :
       Anthologium 3.5.47.2 ` to     Anthologium 3.5.47.5   Ἡ δὲ μέτροις ὡρισμένοις κατέχουσα τὰς ἡδονὰς εὐταξία σῴζει μὲν οἴκους σῴζει δὲ πόλεις κατὰ τὴν Κράτητος γνώμην· ἔτι δὲ πλησιάζει πως ἤδη πρὸς τὸ τῶν θεῶν εἶδος.
[26]  Βλ. Στοβαίος «Ανθολόγιο : από την επιστολή του Ιάμβλιχου για την σωφροσύνη, 3.5.48.2 – 3.5.48.6» :
       Anthologium 3.5.48.2 ` to     Anthologium 3.5.48.6   Ὅτι τοίνυν κρηπὶς τῆς ἀρετῆς, ὡς ἔλεγε Σωκράτης, ἡ ἐγκράτειά ἐστι τῆς γλυκυθυμίας· κόσμος δὲ τῶν ἀγαθῶν πάντων ἡ σωφροσύνη θεωρεῖται, ὥσπερ δὴ ἀπεφήνατο Πλάτων. ἀσφάλεια δὲ τῶν καλλίστων ἕξεων ἡ αὐτή ἐστιν ἀρετή, ὥσπερ ἐγὼ λέγω.
[27]  Βλ. Ιεροκλής στο «Υπόμνημα στα Πυθαγορικά χρυσά έπη, 3.1 – 3.4» :
       In aureum carmen p.3.1 ` to     In aureum carmen p.3.4 καὶ πρῶτά γε τὰ τῆς πρακτικῆς ἀρετῆς παρατίθεται παραγγέλματα. πρῶτον γὰρ δεῖ τάξαι τὴν ἐν ἡμῖν ἀλογίαν τε καὶ ῥᾳθυμίαν, ἔπειτα οὕτως ἐπιβαλεῖν τῇ τῶν θειοτέρων γνώσει.

πηγή: eleysis69

Ο ΕΓΚΕΦΑΛΟΣ ΜΑΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΕΙ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ – ΨΕΥΔΑΙΣΘΗΣΕΙΣ

$
0
0
1reh6b


Δεν αντιλαμβανόμαστε το περιβάλλον με τα μάτια αλλά με το μυαλό. Πώς όμως ο νους μας «διαβάζει» την πραγματικότητα μέσα από εικόνες; Είναι σαν να λύνουμε ένα δύσκολο πρόβλημα. Τα λάθη είναι οι ψευδαισθήσεις.
Όλοι λίγο-πολύ έχουμε μπερδευτεί με κάποια εικόνα που δίνει την ψευδαίσθηση της κίνησης, με έναν χώρο έξυπνα διαμορφωμένο που δείχνει μεγαλύτερος απ’ ό,τι είναι ή έχουμε θαυμάσει τα έργα με την ιδιόμορφη συμμετρία του Μ.C. Escher.
Escher
Πώς ο εγκέφαλος «διαβάζει» την πραγματικότητα μέσα από εικόνες;
Οι εικόνες αντιπροσωπεύουν άμεσα αλλά λίγα και βιολογικά ασήμαντα χαρακτηριστικά του αντικειμένου. Σημαντικό από βιολογική άποψη είναι αν το αντικείμενο είναι δηλητηριώδες, σκληρό, βαρύ, φιλικό, εχθρικό, που δεν είναι χαρακτηριστικά των εικόνων.
H ζωή του κατόχου του ματιού εξαρτάται από το πώς θα ερμηνεύσει αυτές τις εικόνες. Αρα τα μάτια έχουν μικρή βιολογική σημασία αν δεν υπάρχει εγκέφαλος για να ερμηνεύσει τις εικόνες που προσλαμβάνουν. Το να αντιληφθούμε την πραγματικότητα μέσα από τις εικόνες είναι σαν να λύνουμε ένα δύσκολο πρόβλημα. Τα λάθη είναι ψευδαισθήσεις που μπορεί να συμβούν σε οποιαδήποτε αίσθηση.
Δύο μεγάλες αντιληπτικές θεωρίες προσπαθούν να εξηγήσουν γιατί υπάρχουν αυτές οι ψευδαισθήσεις.
H λεγόμενη «cue theory» διατείνεται ότι οι ψευδαισθήσεις είναι το προϊόν εισερχομένων αισθητηριακών πληροφοριών και της από-πάνω-προς-τα-κάτω εγκεφαλικής επεξεργασίας (Allard, 2001).
Επιστήμονες όπως ο Gibson παρατήρησαν ότι η «cue theory» δεν περιγράφει το πώς οι άνθρωποι αντιδρούν σε πραγματικές καταστάσεις. Σύμφωνα με την άμεση αντίληψη, όλες οι πληροφορίες έρχονται από τις αισθήσεις μας και δεν χρειάζονται περαιτέρω επεξεργασία από ανώτερα εγκεφαλικά κέντρα.
Αυτή η αντίθεση μεταξύ των δύο θεωριών ώθησε τους επιστήμονες να ψάξουν για απαντήσεις στη νευροανατομία: βρέθηκε ότι υπάρχουν δύο συστήματα επεξεργασίας οπτικών πληροφοριών: το ραχιαίο και το κοιλιακό. Το ραχιαίο φαίνεται ότι ευθύνεται για τον ασυνείδητο έλεγχο της κίνησης – και σχετίζεται με την αντιληπτική θεωρία – ενώ το κοιλιακό είναι υπεύθυνο για τη συνειδητή επεξεργασία της αναγνώρισης αντικειμένων (Allard, 2001). Το κοιλιακό φαίνεται να αντιστοιχεί στην «cue theory» και να εξαπατάται ευκολότερα από οπτικές ψευδαισθήσεις. Εξακολουθεί να υπάρχει διχογνωμία σχετικά με το αν το ραχιαίο σύστημα μπορεί επίσης να εξαπατηθεί από οπτικές ψευδαισθήσεις.
Ο Richard Gregory στο βιβλίο «Eye and Brain» (1997) περιγράφει τη σύνθετη εργασία της αναδόμησης του οπτικού κόσμου από την εικόνα που δέχεται ο αμφιβληστροειδής:
«Είμαστε τόσο εξοικειωμένοι να βλέπουμε που χρειάζεται ένα άλμα της φαντασίας για να συνειδητοποιήσουμε ότι υπάρχουν προβλήματα προς επίλυση. Σκεφθείτε το: παίρνουμε μικρούτσικες, ανάποδες εικόνες στα μάτια μας και βλέπουμε ξεχωριστά στερεά αντικείμενα στον γύρω χώρο. Από τα μοτίβα της διέγερσης του αμφιβληστροειδούς αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο των αντικειμένων και αυτό δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα θαύμα».
H αντίληψη είναι μια δυναμική διεργασία που αποτελεί την αναζήτηση του εγκεφάλου για την καλύτερη ερμηνεία των πληροφοριών που δέχεται. Μερικές φορές όμως ο εγκέφαλος κάνει λάθος σε αυτό που υποθέτει ότι ισχύει και τότε προκύπτουν οι οπτικές ψευδαισθήσεις (Gregory, 1997). 


«Διάσημες» ψευδαισθήσεις
Σχήμα 1: Σπιράλ
enhanced-buzz
Είναι μια σειρά από ομόκεντρους κύκλους, γνωστό ως ψευδαίσθηση Spiral Fraser,  γνωστή από το 1908.

Βλέποντας αυτό το σχήμα αντίθετα από τη φορά του ρολογιού το βλέπουμε σαν να συστέλλεται. Αν σταματήσουμε έπειτα από 10-20 δευτερόλεπτα που το κοιτάζουμε θα μας φανεί ότι γίνεται μια έντονη και προφανής διαστολή. Ωστόσο δεν υπάρχει καμία φανερή αλλαγή στο μέγεθος. Ενεργοποιείται ένα συγκεκριμένο εγκεφαλικό σύστημα ελέγχου της ταχύτητας. Είναι γνωστό ότι εμφανίζονται μετα-εικόνες έπειτα από έντονο ή παρατεταμένο ερεθισμό του αμφιβληστροειδούς από φως: πρώτα βλέπουμε τη «θετική» εικόνα και μετά την «αρνητική» εικόνα, που μπορεί να επιμείνει για αρκετά λεπτά. Αυτό συμβαίνει λόγω της τοπικής προσαρμογής του αμφιβληστροειδούς – ο εγκέφαλος προσλαμβάνει σήματα που είναι ίδια με αυτά της φυσιολογικής εικόνας ενός αντικειμένου αλλά επιμένουν πέρα από τον φυσικό ερεθισμό του αμφιβληστροειδούς. Αλλά και αν πιέσουμε το μάτι μας, αυτό θα στείλει σήματα στον εγκέφαλο ο οποίος θα τα ερμηνεύσει ως φως.
Σχήμα 2: Κύβος Necker
Οπτική Απάτη
Οπτική απάτη. Κύβος του Necker (Louis Albert Necker, 1832) Το σχέδιο του κύβου δεν αρκεί για να προσδιορίσουμε τον προσανατολισμό του.
Necker3Necker2
Το αποτέλεσμα είναι κοιτάζοντας το σχέδιο να φαίνεται μια με τον ένα και μια με τον άλλο προσανατολισμό

Ισως η διασημότερη φιγούρα σχετικά με το διφορούμενο του βάθους: (α) όταν παρουσιάζεται χωρίς background αλλάζει στο σχήμα με κάθε αντιστροφή, με το φαινομενικά πίσω μέρος να δείχνει μεγαλύτερο από το μπροστά· (β) αυτή είναι η αρχική φιγούρα του ρομβοειδούς του Necker (1832).
Αλλά και οι επαναλαμβανόμενες λέξεις παράγουν αντίστοιχες ακουστικές αντιστροφές (Warren and Gregory) που συχνά αποτελούν πηγή διασκέδασης: δοκιμάστε να επαναλάβετε γρήγορα και πολλές φορές «Τόσκα το μελόδραμα» (και πιθανότατα θα θυμηθείτε τα γέλια των παιδικών σας χρόνων!).
Οι αντιληπτικές ψευδαισθήσεις σαν και αυτές προέρχονται από εσφαλμένες ερμηνείες αισθητηριακών πληροφοριών που λαμβάνει ο εγκέφαλος.
Σχήμα 3: Το βέλος Moller-Lyer (1889)
Τα δύο ευθύγραμμα τμήματα από τα βέλη δείχνουν να διαφέρουν σε μήκος. 
muller-lyer-001

Ποια από τις δύο παραπάνω γραμμές είναι πιο μακριά; Οι περισσότεροι απαντούν «η δεξιά» ενώ οι γραμμές έχουν το ίδιο μήκος. Αυτή η διάσημη ψευδαίσθηση οφείλεται στο ότι τα βέλη που δείχνουν προς τα έξω (αριστερή πλευρά) δημιουργούν την ψευδαίσθηση του στενέματος ενώ τα βέλη που έχουν άνοιγμα προς τα έξω δημιουργούν την αίσθηση «ανοίγματος».


Σχήμα 4: H ψευδαίσθηση του Ponzo
(α) H επάνω από τις δύο παράλληλες γραμμές φαίνεται μεγαλύτερη από την κάτω. (β) Στη φωτογραφία των σιδηροδρομικών γραμμών, παράδειγμα της καθημερινής ζωής, η ψευδαίσθηση είναι φανερή
moon3
Γιατί οι εικόνες αποτελούν πρόβλημα για τον αντιλαμβανόμενο εγκέφαλο; Οι εικόνες αποτελούν το υλικό της αντιληπτικής έρευνας, όπως όμως σημειώνει ο Gregory (1990) είναι τεχνητές και α-πίθανες διότι παρουσιάζουν μια διπλή πραγματικότητα: από τη μία τις βλέπει κανείς σαν ένα μοτίβο γραμμών σε ένα επίπεδο background ενώ από την άλλη ως αντικείμενα στον τρισδιάστατο χώρο. Κανένα αντικείμενο δεν μπορεί να είναι ταυτόχρονα δισδιάστατο και τρισδιάστατο, μόνο οι εικόνες φτάνουν κοντά σε κάτι τέτοιο! Αν τις δούμε σαν σχέδια, τις αντιλαμβανόμαστε δισδιάστατα, ενώ αν τις δούμε σαν να αντιπροσωπεύουν αντικείμενα, τις αντιλαμβανόμαστε σε ημι-τρισδιάστατο χώρο. Οι εικόνες είναι αμφίβολες γιατί η τρίτη διάσταση δεν είναι ξεκάθαρη.
Σχήμα 5: Το αδύνατο τρίγωνο (L. S. Penrose and R. Penrose, 1958)
penrose-trigono
To τρίγωνο Penrose είναι ένα τρίγωνο που έχει τρεις ορθές γωνίες!!! Σχεδιάστηκε απο τον Σουηδό καλλιτέχνη Oscar Reutersvärd το 1934 . Ο μαθηματικός Roger Penrose το ανακάλυψε το 1950 σαν "αδυνατότητα στην πιο καθαρή μορφή".
Όπως όλοι γνωρίζουμε δεν υπάρχει τρίγωνο με τρεις ορθές γωνίες. Το τρίγωνο Penrose είναι ουσιαστικά μία οφθαλμαπάτη.
PenTri_Wire_ani041
  • Η οφθαλμαπάτη αποκαλύπτεται. To τρίγωνο Penrose στις τρεις διαστάσεις από τρεις διαφορετικές οπτικές γωνίες.
Αυτό συμβαίνει όταν ολοφάνερα ασύμβατες πληροφορίες σχετικά με την απόσταση παρουσιάζονται στο μάτι.
Σχήμα 6 Ποιό σχήμα έχει μεγαλύτερο μέγεθος;
enhanced-buzz-2
Μπορείτε να ευχαριστήσετε τον Αμερικανό ψυχολόγο Joseph Jastrow για την εφεύρεση αυτή το 1889. Έχουν το ίδιο μήκος

Σχήμα 7 Οι παρακάτω πορτοκαλί κύκλοι έχουν ακριβώς το ίδιο μέγεθος…
enhanced-buzz-1
πηγή: physics4u

ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΗΣ ΑΜΕΣΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ / ΚΟΙΝΟΤΙΣΜΟΥ ΠΟΥ ΣΥΝΑΔΟΥΝ ΜΕ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΝΤΙΛΗΨΗ ΖΩΗΣ

$
0
0


Α.Ισηγορία (Δυνατότητα ίσου χρόνου λόγου σε όλους τους πολίτες).
Β. Ισονομία (Ισότητα των πολιτών απέναντι στους νόμους).
Γ.Ισοπολιτείασο βάρος των πολιτών στις αποφάσεις της πολιτείας, δηλαδή ίσα πολιτικά δικαιώματα).
Δ.Διαφάνειατων δημόσιων δεδομένων.
Ε. Δημοσιότηταόλων των δημόσιων λειτουργιών.
ΣΤ.Διαβούλευσηπριν από τη λήψη αποφάσεων.
Ζ.Ανθρωπισμός (όλα τα έθνη, οι φυλές και οι άνθρωποι ανεξαρτήτως των πολιτικών και θρησκευτικών ή όποιων άλλων πεποιθήσεών τους είναι ισότιμα/οι/ες, ίσης αξίας και σεβαστά/οι/ές στον ίδιο βαθμό από τους πολίτες). Τέτοιου είδους ζητήματα ανθρωπισμού δεν είναι δυνατόν στον ανθρωποκεντρικό αμεσοδημοκρατικό κοινοτισμό να τίθενται σε δημοψηφίσματα. Δηλαδή, για παράδειγμα, ζητήματα νομιμοποίησης ή όχι κάποιας θρησκείας ή διαφυλετικά που αφορούν ταυτότητες κοινοτήτων ή ανθρώπωνδεν είναι δυνατόν να κρίνονται σε δημοψηφίσματα, αλλά εννοείται ο σεβασμός τους από την Πολιτεία α πριόρι. Κάθε μορφή πολιτισμικών κοινοτήτωνστον αμεσοδημοκρατικό κοινοτισμό είναι σεβαστή και προστατεύεται από την Πολιτεία.
Η.Για όλα τα ζητήματα αποφασίζουν οι πολίτες μέσα από δημοψηφίσματα και συνελεύσεις και οι πολιτικοί μόνο εφαρμόζουν τις αποφάσεις των πολιτών. (Το υφιστάμενο Ελληνικό Σύνταγμα απαγορεύει στους πολίτες τόσο εισήγηση όσο και ακύρωση νόμων της Βουλής μέσω δημοψηφισμάτων. (Βλέπε άρθρα 73, πργ 1 , 44, πργ 2 εδώ και εδώ αντίστοιχα!!).
Θ.Ανεξιθρησκία και ελευθερία λατρείας.Απόλυτος χωρισμός κράτους και θρησκειών. Το κράτος δεν κλείνει το μάτι σε κανένα θρήσκευμα και αναγνωρίζει εξίσου όλα τα θρησκεύματα που επιλέγουν επιμέρους οι πολίτες. Η λεγόμενη "επικρατούσα"θρησκεία είναι βυζαντινό αντιδημοκρατικό αυταρχικό μεσαιωνικό κατάλοιπο και απαράδεκτο για μια κοινωνία του 21ου αιώνα. Οι ιερείς δεν είναι κρατικοί ή δημόσιοι υπάλληλοι και σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης είναι μάθημα επιλογής η θρησκειολογία (όχι τα θρησκευτικά).
Ι.Από την Γ΄ δημοτικού και σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης θα ήταν δυνατόν να διδάσκεται το μάθημα τηςΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ. Στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση επιπλέον καλό θα ήταν να διδάσκονται τα μαθήματα της ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ, της ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΚΑΙ ΘΕΩΡΙΑΣκαι της ΣΧΟΛΗΣ ΓΟΝΕΩΝ. Τα τρία τελευταία μαθήματα συνιστούν τα τρία βασικάμαθήματα του πολίτηκαι θα ήταν καλό να απονέμεται στο τέλος της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης το ΔΙΠΛΩΜΑ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ.
Κ.ΠΟΛΙΤΕΣ ΜΕ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΨΗΦΟΥστην άμεση δημοκρατία θα μπορούσαν να θεωρούνται όσοι έχουν αποκτήσει το ΔΙΠΛΩΜΑ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ. Πολίτες με δικαίωμα ψήφου, δηλαδή, θα μπορούσαν να είναι μόνο αυτοί που γνωρίζουν βασικά στοιχεία πολιτειολογίας και αγωγής του παιδιού. Με την ισχύ ενός τέτοιου όρου όλοι οι πολίτες που επιθυμούν να ψηφίζουν, θα έχουν μια τυπική και σφαιρική τουλάχιστον γνώση για το τι είναι πολιτική και δημοκρατία. Τι σημαίνει δηλαδή το να συμμετέχει κανείς στα κοινά αποφασίζοντας για την τύχη της πόλης, της χώρας και της ζωής του.

ΠΡΟΚΛΟΣ - ΗΦΑΙΣΤΟΣ, Ο ΚΑΘΟΛΙΚΟΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΣ ΟΛΗΣ ΤΗΣ ΣΩΜΑΤΟΕΙΔΟΥΣ ΣΥΣΤΑΣΗΣ

$
0
0
Η Γη ξεπροβάλλει από κάποιο χάσμα για να παραδώσει
το νεογέννητο Εριχθόνιο στην Αθηνά.
Αριστερά καμαρώνει ο Ήφαιστος.



«Την δική σας χίλια χρόνια πριν την δική μας, παίρνοντας το σπέρμα σας από την γη και τον Ήφαιστο, –Προτέραν μν τν παρ μν τεσι χιλίοις κ γς τε κα φαίστου τ σπέρμα παραλαβοσαν μν,» – λέγει ο αιγύπτιος Ιερέας στον Σόλωνα, αναφερόμενος στην πόλη των Αθηνών. 
(Τίμαιος, 23.d-e).

Τι θα υποστήριζε κανείς για την δημιουργία του Ηφαίστου;


Όπως μας λέγει ο Πρόκλος, στο «Εις τον Τίμαιο Πλάτωνος, βιβλίο Α’, 142.22 – 144.19»,  ότι ανήκει (ο Ήφαιστος) στην δημιουργική σειρά και όχι στην ζωογονική ή στην συνοχική (συνεκτκή) ή σε κάποια άλλη σειρά, το δηλώνουν οι θεολόγοι των Ελλήνων παρουσιάζοντάς τον να δουλεύει τον χαλκό και να κουνάει τα φυσερά και γενικά σαν «εργοτεχνίτη». Ότι είναι δημιουργός των αισθητών και όχι των ψυχικών ή των νοητικών έργων, και αυτό το δηλώνουν οι ίδιοι. Γιατί η κατασκευή του εσόπτρου και « χαλκεία κα  χωλεία κα πάντα τ τοιατα σύμβολα τς περ τ ασθητν ατο ποιήσεώςστι». Αλλά και ότι είναι δημιουργός, είναι φανερό από τους ίδιους, οι οποίοι λένε ότι αυτός έπεσε από ψηλά, από τον Όλυμπο, μέχρι γης και υμνούν όλες τις υποδοχές των εγκόσμιων θεών σαν «φαιστοτεύκτους». Αν, λοιπόν, υποστηρίζουμε ότι τα πράγματα έχουν έτσι, τούτος ο θεός θα είναι ο καθολικός δημιουργός «τς σωματοειδος πάσης συστάσεως», και τας «μφανες δρας προευτρεπίζων» [προετοιμάζει] των θεών, συμπληρώνοντας τα πάντα για την μία/ενιαία αρμονία του Κόσμου, γεμίζοντας όλα τα δημιουργήματα με σωματική ζωή, και διακοσμώντας και συγκρατώντας με τα Είδη τη σκληρότητα και την πυκνότητα της ύλης. Για αυτό, λοιπόν, λέγεται κι από τους θεολόγους των Ελλήνων ότι χαλκεύει (δουλεύει τον χαλκό), «ς στερεν κα ντιτύπωνργάτης», αλλά και επειδή «χάλκεος  ορανς ς μίμημα ν το νοητο», και ο του ουρανού ποιητής (δημιουργός) χαλκουργός.

«Χωλεύειν δ μφοτέροις τος ποσίν» (είναι χωλός/κουτσός και τα δύο του πόδια), επειδή είναι δημιουργός των εσχάτων/τελευταίων όντων και τις προόδους του όντως Όντος – γιατί τέτοια είναι τα σώματα – και επειδή δεν μπορεί πλέον να προχωρήσει σε άλλη τάξη και επειδή είναι δημιουργός του σύμπαντος που δεν έχει σκέλη (πόδια), όπως θα πει ο Πλάτων στον «Τίμαιο, 34.a».

Λέγεται ότι πέφτει από ψηλά στη γη, επειδή απλώνει τη δημιουργία  σε ολόκληρη την αισθητή ουσία. Είτε, λοιπόν, κάποιοι υποστηρίζουν ότι υπάρχουν φυσικοί Λόγοι (φυσικές λογικές αρχές) μέσα στο σύμπαν είτε σπερματικές αρχές, πρέπει να αναγάγουμε την αιτία όλων αυτών σε τούτον τον θεό. Γιατί αυτό το οποίο δημιουργεί η Φύση βυθιζόμενη μέσα στα σώματα, αυτό διαπλάθει και τούτος ο θεός με τρόπο θεϊκό, κινώντας τη Φύση και χρησιμοποιώντας τη σαν όργανο για την δική του δημιουργία. Γιατί και η έμφυτη θερμότητα προέρχεται από τον Ήφαιστο και παράγεται από αυτόν για την σωματική δημιουργία.

Την καθολική αιτία, λοιπόν, των γιγνομένων (γεννημένων) όντων ο Πλάτων, στον «Τίμαιο, 23d-e», την ανήγαγε σε αυτόν τον θεό. Επειδή, όμως, χρειάζονται και ύλη τα γιγνόμενα (γεννημένα) όντα – γιατί και οι ουράνιοι θεοί δανείζονται «μέρη από το σύμπαν, τα οποία θα επιστραφούν και πάλι πίσω – μόρια κ το παντς ς αθις ποδοθησόμενα», «Τίμαιο, 42e» – ,με τρόπο πολύ θαυμαστό την έχει υποδείξει και αυτήν με τη γη. Γιατί και στο ίδιο το σπέρμα υπάρχουν λόγοι (λογικές αρχές) και υπόστρωμα στο οποίο αυτές οι αρχές εφαρμόζονται, και οι πρώτες προέρχονται από την τέχνη του Ηφαίστου, ενώ το δεύτερο από τη γη, γιατί στο συγκεκριμένο πλατωνικό χωρίο ως γη πρέπει να εννοήσουμε κάθε υλικό αίτιο, όχι επειδή οι Αθηναίοι ήταν αυτόχθονες, αλλά επειδή και ολόκληρο την γένεσιν συνηθίζουν να την αποκαλούν γη και καθετί υλικό να το αποκαλούν γήινο, αναγκαστικά, λοιπόν, τα σπέρματα προέρχονται από τη γη. 

Όργανο, λοιπόν, του Ηφαίστου είναι το πυρ και ύλη η γη, η δια του πυρός κινούμενη και ζωογονούσα, ενώ η ίδια είναι «πεψυγμένη» (παγωμένη). Για αυτό και στο συγκεκριμένο χωρίο έχει χρησιμοποιηθεί σαν να παίζει τον ρόλο της ύλης για τον Ήφαιστο, και για αυτό έχει ειπωθεί ότι το σπέρμα του Ηφαίστου μαζί με τη γη πραγματοποίησε τη γέννηση των Αθηναίων. Γιατί «κα κατ τν μθον  Ηφαιστος ρν τςθηνς φκε τ σπέρμα ες γν» και από εκεί βλάστησε το των Αθηναίων γένος. Πάντα, λοιπόν, και γενικά ο Ήφαιστος είναι ερωτευμένος με την Αθηνά, επειδή μιμείται με τα αισθητά έργα τη νοητική της ιδιότητα. Και αι «Αθηναϊκα ψυχα μάλιστα κατ ταύτην το φαίστου τν νέργειαν δέχονται τ χήματα παρ ατο» και «εσοικίζονται» [εγκαθίστανται] στα σώματα που λαμβάνουν υπόσταση από τους Λόγους του Ηφαίστου, οι οποίοι έχουν λάβει τα συνθήματα (σύμβολα) της Αθηνάς, και από την γη. Γιατί αυτός είναι πριν από την Φύση ο τελεστής (τελειοποιητής) των σωμάτων, βάζοντας σε καθένα τους διαφορετικό σύμβολο των θεών.

πηγή: platonakademy

ΠΡΟΚΛΟΣ - ΤΟ ΚΑΚΟ ΩΣ ΑΓΝΟΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ

$
0
0


«Μετά από αυτά πρέπει να πούμε πόσα και ποια είναι τα διάφορα είδη του κακού

Έχει ειπωθεί, λοιπόν, και προηγουμένως ότι άλλο είναι το κακό που υπάρχει στις ψυχές και άλλο είναι το κακό που υπάρχει στα σώματα. Και αυτό που υπάρχει στις ψυχές είναι επίσης δύο ειδών, καθώς άλλο είναι αυτό που επηρεάζει το άλογο είδος ζωής και άλλο αυτό που επηρεάζει το λογικό είδος ζωής. 

Ας επαναλάβουμε, όμως, και τώρα ότι τα τρία πράγματα μέσα στα οποία υπάρχει το κακό είναι τα εξής: η ψυχή, το είδωλο της ψυχής και το επιμέρους σώμα. Αν, λοιπόν, για την ανώτερη ψυχή το αγαθό συνίσταται στην συμφωνία με τον νου (γιατί πάνω από αυτήν υπάρχει ο νους), κι αν για την αλογία το αγαθό συνίσταται στην συμφωνία της με την λογική (γιατί το αγαθό κάθε πράγματος προέρχεται από το αμέσως ανώτερό του), κι αν για το σώμα το αγαθό συνίσταται στην συμφωνία του με την Φύση (γιατί αυτή είναι για το σώμα η αρχή της κίνησης και της ηρεμίας), τότε είναι αναγκη το κακό για την πρώτη να είναι αντίθεση προς τον νου, καθώς είναι σντίθετο της συμφωνίας με τον νου, για τη δεύτερη η αντίθεση προς την λογική, εφόσον το αγαθό της δεύτερης είναι η συμφωνία με την λογική, και για το τρίτο τα παρά φύσιν, εφόσον το αγαθό του τρίτου είναι η συμφωνία με τη Φύση. Και αυτά τα τρία είδη των κακών γεννιούνται μέσα στις τρείς φύσεις που υπόκεινται σε εξασθένιση λόγω της υποβάθμισης της ουσίας τους μέχρι τα επιμέρους. Γιατί τα καθολικά, όπως έχει ειπωθεί πολλές φορές, έχουν πάντα το αγαθό τους, ενώ το κακό βίσκεται εδώ κάτω, εννοώ μέσα στα επιμέρους και μέσα στα άτομα, μέσα στα οποία υπάρχει έλλειψη της δύναμης λόγω της υποβάθμισης της ουσίας και αύξηση της διαίρεσης λόγω εξασθένησης της ένωσης.

Και γενικά, άλλο είναι το κακό που εμφανίζεται μέσα στις ψυχές και άλλο το κακό που εμφανίζεται μέσα στα σώματα. Και από αυτά το κακό μέσα στις ψυχές είναι δυο ειδών, “το ένα νόσος και το άλλο αίσχος”, όπως λέει κάπου ο Ελεάτης ξένος. Αίσχος, μάλιστα είναι η άγνοια και η στέρηση του νου, ενώ νόσος είναι η “στάση” (διχόνοια) μέσα στην ψυχή και έλλειψη της κατά λόγο ζωής

Από αυτήν την άποψη, λοιπόν, το κακό θα έχει τρία είδη, και καθένα από αυτά τα τρία θα χωρίζεται και πάλι σε δύο είδη. Γιατί αλλιώς υπάρχει το αίσχος στην διάνοια και αλλιώς στην δόξα (γνώμη) (αφού σε καθένα από αυτά τα δύο είναι διαφορετική), και στη μια περίπτωση θα αποτελεί έλλειψη της επιστήμης και στην άλλη τέχνης (δεξιοτεχνίας). Επιπλέον, και η νόσος υπάρχει αλλιώς μέσα στις γνώσεις και αλλιώς μέσα στις έξεις. Γιατί και οι έξεις δεν είναι σύμφωνες με την λογική, όπως και πολλές αισθήσεις και απερίσκεπτες φαντασίες. Και εκείνοι που ζούνε μια πρακτική ζωή, εμποδίζονται από τις έξεις που είναι αντίθετες με το αγαθό. Εκείνοι, όμως, που ζούνε μια στοχαστική ζωή, εμποδίζονται από τη φαντασία η οποία παρεισφρέει  και αναιρεί την αγνότητα των άυλων στοχασμών τους. Και το αφύσικο επίσης είναι δύο ειδών. Γιατί και το αίσχος του σώματος είναι αφύσικο (γιατί αποτελεί αδυναμία και έλλειψη του είδους) και η νόσος του σώματος είναι αφύσικη, καθώς αποτελεί διάλυση της τάξης και της συμμετρίας που υπάρχει μέσα στο σώμα.

Με τόσους τρόπου, λοιπόν, πρέπει να διαιρεθεί το κακό, επειδή και τα μέτρα των όντων υπάρχουν μέσα σε αυτές τις τρείς αρχές, την Φύση, την Ψυχή και τον Νου (νοητό). Και η αμετρία αποτελεί στέρηση είτε των Λόγων (λογικών αρχών) που υπάρχουν μέσα στην ψυχή είτε των Λόγων που υπάρχουν μέσα στον νου και γεννήθηκαν από τον Νου (νοητό). Γιατί εκείνο που θέτει σε τάξη κάθε πράγμα είναι ανώτερο από αυτά που τακτοποιούνται άμεσα – και εννοώ εκείνο που άμεσα θέτει σε τάξη καθένα από αυτά. Τέτοια είναι για τα σώματα η Φύση, τα τα άλογα είδη ζώής η λογική, και για τα λογικά είδη ζωής το αγαθό που βρίσκεται πάνω από αυτά. Για τα είδωλα των ψυχών, εξάλλου, η τάξη προέρχεται είτε από την ανώτερη ψυχή, στον βαθμό που όλα αυτά τα είδωλα είναι εξαρτημένα από την μια ψυχή, είτε από μια εξωτερική αρχή, από την οποία προέρχεται το αγαθό για τα όντα που αποτελούν αντικείμενο πρόνοιας. Τέλος. Για κάποια σώματα το αγαθό προέρχεται από μια επιμέρους Φύση και για άλλα από μία καθολική Φύση».

Βλ. Πρόκλος «Περί της των κακών υποστάσεως, 55.1 – 57.4»

____________________________________

       De malorum subsistentia 55.1 ` to     De malorum subsistentia 57.4     Πσαι δ ατο διαφορακα τνες, <μετ τατα> λεκτον. ερηται μν ον κα πρτερον τι κακν λλο μν στιν ν ψυχας. <λλο δ ν σμασι>———. λεγσθω δ κα νν τι τρα τατα στν ν ος τ κακν, ψυχ <μερικκα ψυχς εδωλον> κα σμα …. επερ ον τ μν νω ψυχ τ γαθν κατ νον …, τ δ <λγ> κατ λγον …, τ δ α σματι κατ φσιν—ατη γρ ατ ρχ κινσεως κα ρεμας—. νγκη δπου τ κακν τ μν παρ νον εναι ς τ κατ νον πεναντον, τ δ παρ λγον,  τ ε κατλγον, τ δ παρ φσιν <…>· κα τρα τατα τν κακν εδη τρισν γγινμενα φσεσιν σθενεν δυναμναις δι τν ες τ μερικν τς οσας φεσιν. τ μν γρ λα, καθπερ ερηται πολλκις, τατν γαθν χει ε· τ δ κακν νταθα, λγω δ ν τος καθκαστα κα τος τμοις, ν ος δκα  τς δυνμεως λλειψις δι τν το εναι φεσιν κα  τς διαιρ σεως πδοσις, μυδρουμνης τς νσεως.
λως δ τ κακν λλο μν τ ν ψυχας, λλο δ τ ν σμασι, κα τοτων <τ ν ψυχασ> διττν, τ μν <νσος>, τ δ <ασχος>, <ς πο φησιν  λετης ξνοσ> [Plsoph. 228]. στι δ ασχος μν <γνοια> κα το νο στρησις, νσος δ ν ψυχ <στσις> κα λλειψις τς κατ λγον ζως. ———,
λλ κα τοτων καστον αθις διττν· κα γρ τ ασχος λλως μν στι περ δινοιαν, λλως δπερ τν δξαν, πε κα  γνσις τρα, κα που μν πιστμης, πο δ τχνης νδεια. πρς δ κανσος λλως μν <ν τας γνσεσιν, λλως δν τας ρμας———  

Τοσαυταχς ον τ κακν διαιρετον, πε κα τ μτρα τν ντων ν τρισ ταταις στν ρχας, φσει κα ψυχ κα ν· κα τ μετρον  τν ν φσει λγων στ στρησις  τν ν ψυχ  τν ν ν…. κα γρ τ κοσμον καστα κρεττον στ τν κοσμουμνων

πηγή: eleysis69

ΑΛΤΑΝΗ ~ ΑΓΧΟΣ- ΣΤΡΕΣ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑ - ΕΙΜΑΡΜΕΝΗ (ΒΙΝΤΕΟ)

$
0
0


Βάση της ομιλίας της Αλτάνης είναι η αρχαία ελληνική τραγωδία ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ του ΣΟΦΟΚΛΗ. Κατά την απομυθοποίηση της τραγωδίας το σπήλαιο του Φιλοκτήτη είναι το πρώτο σπήλαιο που αφορά το άγχος-στρες (πρόνοια-ειμαρμένη), το δεύτερο είναι το σπήλαιο του Πλάτωνα που αφορά την αποχαύνωση της εποχής μας και κάθε εποχής στην οποία κυριαρχούν οι θαυματοποιοί-εξουσιαστές, ενώ το τρίτο σπήλαιο είναι ο ΕΓΚΕΦΑΛΟΣ ΜΑΣ ΣΤΟ ΚΡΑΝΙΟ (ΣΠΗΛΑΙΟ) ΜΑΣ!!!! Μια καταπληκτική ανάλυση με βάση τα αρχαία ελληνικά φιλοσοφικά κείμενά μας.






ΠΕΡΙ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ

$
0
0

Στον βαθμό που ζούμε θεία-νοητικά, δηλαδή κατά φύσιν, και αφού η φύση μας έχει καθοριστεί εκ του θείου νόμου του Πηγαίου & νοητικού Πατέρα Διός, και αφού αφενός:

«Νόμος είναι ο δημιουργικός νους και η θεία βούληση η αΐδίως τα πάντα παράγουσα και εις αεί διασώζουσα«[1],

και αφετέρου:

«ο νόμος είναι η αμετάτρεπτη και δημιουργική ενέργεια του θεού, η γεννώσα τα θεία γένη και τακτοποιούσα αΐδίως και αμεταβλήτως»[2],


τότε κατανοούμε πως το ανθρώπινο ον – ως σύνθετο, ήτοι ως «κράμα» αποτελούμενο από τον καθαυτό & όντως άνθρωπο, δηλαδή την λογική & αΐδια ψυχή μετά συμφυούς αθανάτου-αυγοειδούς (αιθερικού) σώματος, και από την θνητή-άλογη ψυχή συν τις 2 ζωές που αναλογούν σε κάθε μέρος – είναι ελεύθερο όταν ταυτίζει την βούλησή του με τον νόμο του Διός – ήτοι με την δημιουργική βούληση του δημιουργού & πατέρα Ζήναενώ ως καθαυτό άνθρωπος, ήτοι ως λογική & αΐδια ψυχή μετά συμφυούς αθανάτου-αυγοειδούς(αιθερικού-φωτεινού) σώματος αλλά δίχως θνητό/οστράκινο σώμα, είναι ελεύθερος όταν εξομοιώνεται με τους Θεούς.

Ως εκ τούτου κατανοούμε πως υπάρχουν 2 μορφές ελευθερίας για τον άνθρωπο, η 2η είναι η ανώτερη & υφίσταται  ως προς την καθαυτό & όντως υπόστασή μας – δηλαδή ως έλλογη & αΐδια ψυχή μετά συμφυούς αθάνατου/αυγοειδούς σώματος, ενώ η 1η υφίσταται ως σύνθετο ον – δηλαδή ως λογική & αΐδια ψυχή μετά και θνητού-οστράκινου σώματος. Η 2η είναι άμεσα εξαρτώμενη από την 1η και παράγωγό της. Όποιος κατέχει την 2η έχει και την 1η. Όποιος έχει την 1η δεν κατέχει απαραίτητα και την 2η.

Όταν ο άνθρωπος κατέχει την 2η μορφή ελευθερίας, παρότι ζει εν τη γενέσει, τότε και μόνον τότε, τηρεί τον σύμφυτο στην ουσία του όρκο προς τους Θεούς, δηλαδή μένει προσκολλημένος παρά τον Πατέρα και Δημιουργό Ζευ και δεν παραβαίνει του νόμους αυτού.

Άλλωστε ο Ιεροκλής λέγει αφενός ό,τι:

«όρκος είναι η αιτία που διατηρεί τα πάντα στην κατάσταση και τα εξασφαλίζει έτσι σαν να κρατιούνται από την πίστη του όρκου και διασώζουν την τάξη του νόμου, ώστε αποτέλεσμα του δημιουργικού νόμου να είναι το απαραβίαστο της τάξης των δημιουργημάτων. Γιατί το να διαμένουν τα πάντα όπως έχουν οριστεί από τον νόμου είναι το κύριο έργο του θείου όρκου, ο οποίος τηρείται προπάντων και πάντα μέσα σε όσους νουν πάντα τον θεό. Μέσα σε όσους όμως άλλοτε νοούν και άλλοτε απομακρύνονται της θείας γνώσεως, παρομοίως παραβιάζεται όταν απομακρύνονται, και τηρείται όταν ανυψώνονται στην επιστροφή προς το θείο. Γιατί η τήρηση των θείων νόμων λέγεται όρκος, μέσω του οποίου έχουν δεθεί και εξαρτηθεί από τον δημιουργό θεό όσα έχουν την φύση να τον γνωρίζουν. Από αυτά, όσα μένουν πάντοτε προσκολλημένα σε αυτόν, σέβονται πάντα τον όρκο, ενώ, όσα μερικές φορές απομακρύνονται, τότε ασεβούν και στον όρκο, παραβαίνοντας όχι μόνον την τάξη του θείου νόμου αλλά και την πίστη του θείου όρκου. Ο όρκος, λοιπόν, που έχει λάβει υπόσταση εντός της ουσίας τους στα λογικά γένη είναι ο εξής: να μένουν προσκολλημένα στον πατέρα και δημιουργό τους και με κανέναν τρόπο να μην παραβαίνουν τους νόμους που ορίστηκαν από εκείνον».[3]

Αφετέρου ό,τι:

«κορυφαία αρετή είναι το να εμμένουμε εντός ορίων που μας τέθηκαν εκ της δημιουργίαςμε βάση τα οποία όλα έχουν διακριθεί ως προς το είδοςκαι να ακολουθούμε τους νόμους της πρόνοιαςλόγω των οποίων τα πάντα εξοικειώνονται ανάλογα την οικεία τους δύναμης προς το σύμμετρο αγαθό».[4]

Στην 1η περίπτωση, της 1ης ελευθερίας, αναφερόμαστε στην ταύτιση της ζωής του ανθρώπινου πλάσματος με την Φύση του Κόσμου, ήτοι με την του Κόσμου Ειμαρμένη ή αλλιώς με τους εκ του Διός εγγεγραμμένους στην ουσία μας “ειμάρμενους νόμους”.

Μάλιστα κατά πως λέγει ο Πρόκλος:

«ο Πλάτων συμπεριέλαβε όλους τους Ειμάρμενους νόμους σε μια δεκάδα, επειδή η δεκάδα είναι συγγενής με την δημιουργική αιτία. Πράγματι και όσα αγαθά έχει δώσει ο δημιουργός σε ολόκληρο τον Κόσμο, ανέρχονται σε αυτόν τον αριθμό, καθώς όλα κι όλα είναι δέκα. Γιατί η δεκάδα έχει κοσμική ιδιότητα, όπως ακριβώς λέει και ο ύμνος του Πυθαγόρα, ο οποίος αποκαλεί “πανδέκτρεια, πρεσβύτατη, που θέτει όριο στα πάντα, ακλόνητη, ακούραστη δεκάδα την αποκαλούν αγνή”. Όλοι, λοιπόν, οι ειμάρμενοι νόμοι που έχουν ειπωθεί για τις ψυχές είναι δέκα:
  1. Πρέπει να σπαρθούν οι ψυχές.
  2. Πρέπει να υπάρχει για όλες μια κοινή κάθοδος σε κάθε περίοδο.
  3. Πρέπει η ψυχή που κατεβαίνει κατά την πρώτη γένεση, να κατέβει στο θεοσέβαστο ζωντανό ον.
  4. Πρέπει η ψυχή που κατεβαίνει στην ανθρώπινη φύση (ζωή) να εισέλθει πρώτα σε γονή ανδρός.
  5. Πρέπει η ψυχή που κατεβαίνει εν σώματι να γεννήσει επιμέρους φύσεις και ένυλους ζωές.
  6. Πρέπει η ψυχή που κυριαρχεί της ενύλου ζωής να είναι δίκαιη, ενώ αυτή που κυριαρχείται από την ένυλη ζωή να είναι άδικη.
  7. Πρέπει ο δίκαιος να επιστρέφει στο σύννομο άστρο.
  8. Πρέπει όποιος σφάλει κατά την δεύτερη γέννηση κατερχόμενος να ενδυθεί τη (ζωή) γυναικός.
  9. Πρέπει όποιος σφάλει κατά τη δεύτερη γέννηση να μεταβληθεί κατά την τρίτη απομάκρυνση σε φύση (ζωή) θηρίου. (Δεν εννοείται ζώο αλλά βίος που ομοιάζει με ζωή ζώου-ενστικτώδης βίος)
  10. Και μετά από όλους αυτούς ο δέκατος δημιουργικός νόμος: μοναδική σωτηρία της ψυχής, σωτηρία η οποία σταματά τον κύκλο της εν τη γενέσει περιπλάνησης, είναι η ζωή η οποία ανυψώνει προς την περιφορά της ταυτότητας και της ομοιότητας.
Όλοι, λοιπόν, οι νόμοι που έχουν ειπωθεί και που περιλήφθηκαν μέσα στην δεκάδα επειδή οι Πυθαγόρειοι συνδέουν τη δεκάδα με τον δημιουργό και με την Ειμαρμένη, ενεσπάρησαν στις ψυχές, προκειμένου οι ψυχές να οδηγούν τον εαυτό τους (γιατί και οι Θεοί θέλουν να εξουσιάζουν τα αυτοκινούμενα σαν να είναι αυτοκινούμενα) και προκειμένου οι ίδιες να είναι υπεύθυνες για τα μετέπειτα κακά που θα συμβούν και να μην είναι υπεύθυνος ο δημιουργός[5]

Στην 2η περίπτωση, της 2ης ελευθερίας, αναφερόμαστε στην ταύτιση της ανθρώπινης βούλησης με την δημιουργική πρόνοια του δημιουργού & πατέρα για τον Κόσμο, και αυτή είναι η απόλυτη ελευθερία – διότι για τον λόγο ότι οι Θεοί είναι Ενάδες/Αγαθότητες, & επειδή μοναδική τους ενέργεια είναι η πρόνοια, στον βαθμό που γινόμαστε «Εν», προνοούμε για τον Κόσμο.

Άλλωστε κατά πως λέγει ο Πρόκλος:

«Από τα όντα άλλα έχουν  την υπόστασή τους μέσα στην αιωνιότητα, άλλα μέσα στον χρόνο (και λέω ότι έχουν υπόσταση μέσα στην αιωνιότητα αυτά των οποίων η ενέργεια μαζί με την ύπαρξη είναι αιώνια, και μέσα στον χρόνο αυτά των οποίων η ύπαρξη δεν υπάρχει αλλά πάντα γεννιέται, ακόμα κι αν αυτό γίνεται για άπειρο χρόνο) και άλλα βρίσκονται κατά κάποιο τρόπο στη μέση μεταξύ αυτών των δύο, καθώς έχουν υπόσταση σταθερή και ανώτερη από τη γέννηση, και ενέργεια που γίνεται πάντα. Και η υπόστασή τους καθορίζεται από την αιωνιότητα, ενώ η ενέργειά τους καθορίζεται από τον χρόνοΠρέπει, λοιπόν, κάθε πρόοδος να ξεκινά από τα πρώτα και να φτάνει μέχρι τα τελευταία περνώντας από τα μεσαία. Καθώς, λοιπόν, υπάρχουν όντα που είναι αιώνια προς την υπόσταση και αιώνια ως προς την ενέργεια και όντα που υπάγονται στον χρόνο ως προς και τα δύο, είναι ανάγκη να υπάρχει και η περιοχή των μεσαίων όντων και αυτή η περιοχή να έχει είτε αιώνια υπόσταση ύπαρξη και χρονική ύπαρξη, είτε το αντίστροφοΤο δεύτερο όμως είναι αδύνατον, γιατί, αν το αποδεχτούμε, χωρίς να καταλάβουμε θα έχουμε κάνει ανώτερες τις ενέργειες από τις ουσίεςΑπομένει, λοιπόν, να αποδώσουμε στα μεσαία όντα αιώνια ουσία και χρονική ενέργειαΑποκαλούμε, λοιπόν, αυτές τις τρείς τάξεις των όντων που σου αποδείχτηκαν νοητική, ψυχική και σωματική. Και λέμε νοητική την τάξη που ολόκληρη βρίσκεται και νοεί μέσα στην αιωνιότητα. Σωματική αυτή που πάντα γεννιέται είτε μέσα στον άπειρο χρόνο είτε μέσα σε ένα μέρος του χρόνου. Και ψυχική αυτή που έχει αιώνια ουσία και χρονική ενέργεια[6]

Δηλαδή έχουμε 3εις τάξεις όντων:

  1. Νοητική: η τάξη που ολόκληρη βρίσκεται και νοεί μέσα στην αιωνιότητα.
  2. Ψυχική: η τάξη που έχει αιώνια ουσία και χρονική ενέργεια.
  3. Σωματική: η τάξη που πάντα γεννιέται είτε μέσα στον άπειρο χρόνο είτε μέσα σε ένα μέρος του χρόνου.
Εν ολίγοις οι ανθρώπινη αυτεξουσιότητα υπάρχει και περιορίζεται στην δυνατότητα που έχουμε ως όντα να επιλέξουμε ανάμεσα σε δυο δρόμους:
  1. Στην συμπαράταξη μας με την θεία &νοητική ζωή, κάτι που μας καθιστά ως όντα αληθώς & όντως ελεύθερους και μας τοποθετεί παρά των θεών, υπεράνω της ειμαρμένης.
  2. Στην συμπαράταξη μας με την αίσθηση και το ψεύδος της, κάτι που μας υποδουλώνει στην ειμαρμένη και στα εξωτερικά εγκόσμια, αισθητά και σωματικά.
Και αυτό κατά την έννοια ότι μέσα στο σύμπαν υπάρχουν 3 ειδών όντα: τα ανώτερα, τα οποία είναι ανεξάρτητα από το σώμα και υπάγονται μόνο στον νόμο της πρόνοιας, τα κατώτερα τα οποία έχουν μόνο σώμα και υπάγονται στον νόμο της Ειμαρμένης, και τα ενδιάμεσα/μεσαία, τα οποία έχουν και σώμα και ψυχή και υπάγονται και στην πρόνοια και στην Ειμαρμένη. Δηλαδή όσα έχουν ένα είδος αυτοκινούμενης ζωής και ψυχής είναι τα ίδια υπεύθυνα για την αξία τους μέσα στο σύμπαν, ενώ όσα δεν έχουν κανένα είδος αυτοκινούμενης ζωής δεν είναι υπεύθυνα για τη δική τους αξία και σειρά μέσα στο σύμπαν.

Εξ ου και συμφώνως με τον Ιάμβλιχος:

«ο άνθρωπος που νοείται ως θεοποιημένος, αυτός που από πριν ήταν ενωμένος με τη θέα των Θεών, μπήκε σε μια άλλη ψυχή, στην περί το ανθρώπινης μορφής είδος προσαρμοσμένη ψυχή, και εγένετο μέσα στα δεσμά της ανάγκης και της ειμαρμένης.»[7]

Επί της ουσίας και συμφώνως με τον Πρόκλο:

«υπάρχει μια ψυχή που είναι ξεχωριστή από το σώμα και από κάπου αλλού, από ψηλά από τους θεούς, κατεβαίνει σε τούτον τον θνητό τόπο, και άλλη ψυχή που λαμβάνει υπόσταση μέσα στο σώμα και είναι αχώριστη από τα αντικείμενα στα οποία κατοικεί. Η δεύτερη εξαρτάται από την Ειμαρμένη, ενώ η πρώτη εξαρτάται από την πρόνοια των Θεών ως προς την ουσία της.»[8]

Δηλαδή όπως λέγει και ο Ιάμβλιχος:

«Ο άνθρωπος έχει δυο ψυχές. Η μία προέρχεται από το πρώτο νοητό και μετέχει στη δύναμη του δημιουργού, ενώ η άλλη παραδίδεται εκ της των ουρανίων περιφοράς και σε αυτήν επισέρπει (διεισδύει) η θεοπτική ψυχή. Καθώς, λοιπόν, αυτά έχουν έτσι, η ψυχή που από των κόσμων κατεβαίνει σε εμάς, παρακολουθεί τις περιόδους του Κόσμου, ενώ η από του νοητού νοητά είναι παρούσα. Και υπερέχει από της γενεσιουργού ανακυκλώσεως, και με αυτήν λαμβάνει χώρα η λύσις της ειμαρμένη και η προς τους νοητούς θεούς άνοδος της αΐδιας και λογικής ψυχής, και η θεουργία που ανεβαίνει προς το αγέννητο επιτελείται με βάση αυτή τη ζωή.»[9]

Μάλιστα κατά πως λέγει ο Ιάμβλιχος:

«Η ουσία της ψυχής είναι άυλη καθαυτή, ασώματος, αγέννητη εντελώς και ανώλεθρη, έχοντας από τον εαυτό της την ύπαρξη και την ζωή της, εντελώς αυτοκινούμενη και αρχή της φύσης και όλων των κινήσεων. Αυτή λοιπόν, στον βαθμό που είναι τέτοια, έχει περιλάβει μέσα της την αυτεξούσια και την ανεξάρτητη ζωή. Και όσο δίνει τον εαυτό της σε όσα γεννιούνται και υποτάσσει τον εαυτό της στην κίνηση του σύμπαντος, τόσο άγεται από την ειμαρμένη και υποτάσσεται στις φυσικές ανάγκεςΚαι όσο πάλι αναπτύσσει τη νοητική και πραγματικά ανεξάρτητη από όλα και αυτόβουλη ενέργεια της, τόσο πράττει εκούσια τα δικά της και με αλήθεια αγγίζει το θείο, το αγαθό και το νοητό».[10]

Εξ ου και λέγει – ο Ιάμβλιχος – πως:

«Πρέπει άρα να επιδιώξουμε να ζήσουμε τον κατά νου βίο και είναι εξαρτημένος από τους θεούςΔιότι μόνο αυτός μας δίνει την αδέσμευτη εξουσία της ψυχής, μας απαλλάσσει από τα δεσμά της ανάγκης και μας κάνει να ζούμε όχι κάποιον ανθρώπινο βίο, αλλά τον θείο και αυτόν που συμπληρώνεται αγαθών εκ της βούλησης των Θεών.»[11]

Μάλιστα κατά πως λέγει ο Ιεροκλής:

«Θα μπορούσαμε να ανακαλύψουμε την πραγματική αξία του Θεού που είναι αριστοτέχνης δημιουργός του Κόσμου, μόνο αν τον θεωρήσουμε δημιουργό των Θεών και των αμετάβλητων λογικών όντωνΤο κείμενο των χρυσών επώναυτούς αποκάλεσε αθάνατους θεούς, εκείνους που νοούν τον δημιουργό Θεό πάντα και με τον ίδιο τρόπο, και που πάντα έχουν συνταχθεί με τον αγαθό εκείνου, και που λαμβάνουν από εκείνον αδιαίρετα και αμετάβλητα την ύπαρξή και την ευδαιμονία, ώστε να αποτελούν οι ίδιοι εικόνες της δημιουργικής αιτίας, καθώς είναι απαθείς και αδιάφθοροι. Γιατί ταιριάζει στον θεό να δώσει υπόσταση σε τέτοιες εικόνες του εαυτού του και όχι μόνον σε όλες όσες είναι μεταβλητές και υπόκεινται στην πτώση προς την κακία, όπως είναι οι ανθρώπινες ψυχές, οι οποίεςαποτελούν το έσχατο γένος των λογικών φύσεων, όπως ακριβώς το κορυφαίο γένος είναι το γένος των αθανάτων ΘεώνΑυτοί ονομάστηκαν αθάνατοι Θεοί σε αντιδιαστολή προς τις ανθρώπινες ψυχές, επειδή αυτοί δεν πεθαίνουν χάνοντας την θεία ευζωία ούτε ποτέ περιέρχονται σε λήθη της δικής τους ουσίας και της αγαθότητας του πατέραΗ ανθρώπινη ψυχή, όμως, υπόκειται σε αυτά τα παθήματα, καθώς άλλοτε νοεί τον θεό και ανακτά την αξία της, άλλοτε όμως εκπίπτει από αυτά. Για αυτό και δικαιολογημένα οι ανθρώπινες ψυχές χαρακτηρίζονται θνητοί θεοί, καθώς κάποιες φορές πεθαίνουν χάνοντας της θεία ευζωία με την φυγή από τον θεό και πάλι την ξαναζούνε με την επιστροφή στον θεό, και με τον ένα τρόπο ζουν την θεία ευζωία ενώ με τον άλλο τρόπο πεθαίνουν, επειδή είναι αδύνατον μια αθάνατη ουσία να συμμετέχει στην μοίρα του θανάτου, όχι με την έξοδό της στην ανυπαρξία αλλά με την έκπτωση της από την ευδαιμονία. Γιατί θάνατος της λογικής ουσίας είναι η αθεΐα και η άνοια, που τις ακολουθεί η άμετρη επανάσταση των παθών. Γιατί λόγω της άγνοιας των κρειττόνων πραγμάτων εξ ανάγκη γίνεται δούλος των χειρότερων, από τα οποία δεν είναι δυνατόν να απελευθερωθεί αλλιώς παρά μόνον με  την δια της αναμνήσεως επιστροφή στον νου και στον θεό.»[12]



[1]  Βλ., Ιεροκλής «Υπόμνημα εις τα Πυθαγορικά χρυσά έπη, 1.10.3 – 1.10.5» :
          In aureum carmen 1.10.3 ` to     In aureum carmen 1.10.5  νόμος μὲν ὁ δημιουργικὸς νοῦς καὶ ἡ θεία βούλησις ἡ ἀϊδίως παράγουσα τὰ πάντα καὶ εἰς ἀεὶ διασῴζουσα,
[2]  Βλ., Ιεροκλής «Υπόμνημα εις τα Πυθαγορικά χρυσά έπη, 1.16.2 – 1.16.5» :
          In aureum carmen 1.16.2 ` to     In aureum carmen 1.16.5 νόμος μὲν ἡ ἄτρεπτος τοῦ θεοῦ καὶ δημιουργικὴ ἐνέργεια ἡ γεννῶσα τὰ θεῖα γένη καὶ τάττουσα ἀϊδίως τε καὶ ἀμεταβλήτως,
[3]  Βλ., Ιεροκλής «Υπόμνημα εις τα Πυθαγορικά χρυσά έπη, 2.1.3 – 2.3.9» :
       In aureum carmen 2.1.3 ` to     In aureum carmen 2.3.9  ὅρκον δὲ νῦν ἑπομένως ἂν τῷ νόμῳ λέγοιμεν τὴν ἐν ταὐτότητι τὰ πάντα διατηροῦσαν αἰτίαν καὶ οὕτως αὐτὰ βεβαιουμένην ὡς ἐν ὅρκου πίστει κρατούμενα καὶ διασῴζοντα τοῦ νόμου τὴν τάξιν, ὥστε ἀποτέλεσμα τοῦ δημιουργικοῦ νόμου εἶναι τὸ ἀπαράβατον τῆς ἐν τοῖς δημιουργηθεῖσιν εὐταξίας. τὸ γὰρ διαμένειν τὰ πάντα, νόμῳ ὡς διάκειται, προηγούμενον ἔργον ἂν εἴη τοῦ θείου ὅρκου, ὃς ἐν μὲν τοῖς ἀεὶ νοοῦσι τὸν θεὸν μάλιστά τε καὶ ἀεὶ διασῴζεται. ἐν δὲ τοῖς ποτὲ μὲν νοοῦσι, ποτὲ δὲ ἀφισταμένοις τῆς θείας γνώσεως καὶ ὁ ὅρκος ὁμοίως παραβαίνεται μὲν ὑπὸ τῶν ἀφισταμένων, αὖθις δὲ τηρεῖται ὑπὸ τῶν πρὸς τὴν θείαν στροφὴν ἀναγομένων. ἡ γὰρ τήρησις τῶν θείων νόμων ὅρκος νῦν λέγεται, ᾧ δέδεται καὶ ἀνήρτηται πάντα πρὸς τὸν δημιουργὸν θεὸν τὰ γινώσκειν αὐτὸν πεφυκότα, ὧν τὰ μὲν ἀεὶ ἐχόμενα αὐτοῦ ἀεὶ σέβει τὸν ὅρκον, τὰ δὲ ἀφιστάμενά ποτε τότε καὶ περὶ τὸν ὅρκον ἀσεβεῖ, οὐ μόνον τοῦ θείου νόμου τὴν τάξιν ἀλλὰ καὶ τοῦ θείου ὅρκου τὴν πίστιν παραβαίνοντα. τοιοῦτος μὲν οὖν ὁ τοῖς λογικοῖς γένεσιν ἐνουσιωμένος ὅρκος· ἔχεσθαι τοῦ πατρὸς αὐτῶν καὶ ποιητοῦ καὶ μὴ παραβαίνειν μηδαμῆ τοὺς ὑπ᾽ ἐκείνου διορισθέντας νόμους.
[4]  Βλ. Ιεροκλής «Υπόμνημα εις τα Πυθαγορικά χρυσά έπη, 27.9.4 – 27.9.8» :
          In aureum carmen 27.9.4 ` to     In aureum carmen 27.9.8 ἀκροτάτη δὲ ἀρετὴ τοῖς τε τῆς δημιουργίας ὅροις ἐμμένειν, οἷς πάντα κατ᾽ εἶδος διακέκριται, καὶ τοῖς τῆς προνοίας ἕπεσθαι νόμοις, δι᾽ οὓς τὰ πάντα κατὰ τὴν οἰκείαν δύναμιν πρὸς τὸ σύμμετρον ἀγαθὸν οἰκειοῦται.
[5]  Βλ., Πρόκλος «Εις Τίμαιον Πλάτωνος, βιβλίο Ε’, 3.301.24 – 3.303.32» :
       in Ti 3.301.24 ` to     in Ti 3.302.25 Επὶ δὲ τὴν λέξιν χωρήσαντες ἐκεῖνο πρῶτον πιέσωμεν, ὅτι πάντας τοὺς εἱμαρμένους νόμους διὰ τῆς δεκάδος περιέλαβε, διότι καὶ συμφυής ἐστιν ἡ δεκὰς πρὸς τὴν δημιουργικὴν αἰτίαν· †ἤγουν καὶ ὅσα ἀγαθὰ τῷ παντὶ κόσμῳ δέδωκεν ὁ δημιουρ γός, εἰς τοῦτον τελοῦντα τὸν ἀριθμόν, ὄντα τὰ πάντα δέκα· καὶ γάρ ἐστιν ἡ δεκὰς κοσμική, καθάπερ ὁ <ὕμνος ὁ Πυθαγόρειοσ> λέγει,     <πανδεχέα, πρέσβειραν> αὐτὴν καλῶν, <ὅρον περὶ                               πᾶσι τιθεῖσαν,   ἄτροπον, ἀκαμάτην· δεκάδα κλείουσί μιν ἁγνήν>. εἰσὶν οὖν καὶ οἱ νόμοι οἱ περὶ τῶν ψυχῶν οἱ εἱμαρμένοι πάντες οἱ εἰρημένοι δέκα· δεῖ σπαρῆναι τὰς ψυχάς. δεῖ μίαν εἶναι πάσαις κάθοδον κοινὴν ἐν ἑκάστῃ περιόδῳ. δεῖ κατιοῦσαν ἐν τῇ πρώτῃ γενέσει τὴν ψυχὴν εἰς τὸ θεοσεβὲς κατιέναι ζῷον. δεῖ τὴν κατιοῦσαν εἰς ἀνθρωπίνην φύσιν εἰς ἀνδρὸς ἰέναι πρῶτον γονήν. δεῖ τὴν ἐν σώματι ψυχὴν μεριστὰς φῦσαι καὶ ἐνύλους ζωάς. δεῖ τὴν μὲν κρατοῦσαν τῆς ἐνύλου ζωῆς δικαίαν εἶναι, τὴν δὲ κρατουμένην ὑπ᾽ αὐτῆς ἄδικον. δεῖ τὸν δίκαιον εἰς τὸ σύννομον ἄστρον ἀνατρέχειν. δεῖ τὸν ἁμαρτόντα κατιέναι πάλιν εἰς γυναικὸς φύσιν ἐν δευτέρᾳ γενέσει. δεῖ τὸν ἐν τῇ δευτέρᾳ γενέσει σφαλέντα κατὰ τὴν τρίτην ἀπόστασιν εἰς θήρειον μεταβάλλειν φύσιν. καὶ ἐπὶ πᾶσι νόμος δημιουργικὸς δέκατος· μία σωτηρία τῆς ψυχῆς, παύουσα τὸν κύκλον τῆς ἐν τῇ γενέσει τῆς πλάνης, ἡ πρὸς τὴν ταὐτοῦ καὶ ὁμοίου περίοδον ἀνάγουσα ζωή. πάντες δὴ οὖν οἱ εἰρημένοι νόμοι, διὰ τῆς δεκάδος περιληφθέντες, διότι τὴν δεκάδα καὶ τῷ δημιουργῷ προσοικειοῦσι καὶ τῇ εἱμαρμένῃ <Πυθαγορείων παῖδεσ>, ἐνεσπάρησαν ταῖς ψυχαῖς, ἵνα δὴ καὶ ἑαυτὰς ἄγωσι (καὶ γὰρ οἱ θεοὶ βούλονται τῶν αὐτοκινήτων ἄρχειν ὡς αὐτοκινήτων ὄντων), καὶ ἵνα τῶν ἔπειτα κακῶν αὐταὶ ἑαυταῖς ὦσιν αἴτιαι καὶ ὁ δημιουργὸς ἀναίτιος·
[6]  Βλ., Πρόκλος «Περί πρόνοιας και ειμαρμένης και του εφ ημί, 9».
[7]  Βλ., Ιάμβλιχος «Περί Μυστηρίων, 10.5.7 – 10.5.11» :
      Myst 10.5.7 ` to     Myst 10.5.11 ὁ θεωτὸς νοούμενος ἄνθρωπος, ἡνωμένος τὸ πρόσθεν τῇ θέᾳ τῶν θεῶν, ἐπεισῆλθεν ἑτέρᾳ ψυχῇ τῇ περὶ τὸ ἀνθρώπινον μορφῆς εἶδος συνηρμοσμένῃ, καὶ διὰ τοῦτο ἐν τῷ τῆς ἀνάγκης καὶ εἱμαρμένης ἐγένετο δεσμῷ.
[8]  Βλ., Πρόκλος «Περί πρόνοιας και ειμαρμένης και του εφ ημί, 3».
[9]  Βλ., Ιάμβλιχος «Περί Μυστηρίων, 8.6.4 – 8.6.15» :
       Myst 8.6.4 ` to     Myst 8.6.15 Δύο γὰρ ἔχει ψυχάς, ὡς ταῦτά φησι τὰ γράμματα, ὁ ἄνθρωπος· καὶ ἡ μέν ἐστιν ἀπὸ τοῦ πρώτου νοητοῦ, μετέχουσα καὶ τῆς τοῦ δημιουργοῦ δυνάμεως, ἡ δὲ ἐνδιδομένη ἐκ τῆς τῶν οὐρανίων περιφορᾶς, εἰς ἣν ἐπεισέρπει ἡ θεοπτικὴ ψυχή· τούτων δὴ οὕτως ἐχόντων ἡ μὲν ἀπὸ τῶν κόσμων εἰς ἡμᾶς καθήκουσα ψυχὴ ταῖς περιόδοις συνακολουθεῖ τῶν κόσμων, ἡ δὲ   ἀπὸ τοῦ νοητοῦ νοητῶς παροῦσα τῆς γενεσιουργοῦ κυκλήσεως ὑπερέχει, καὶ κατ᾽ αὐτὴν ἥ τε λύσις γίγνεται τῆς εἱμαρμένης καὶ ἡ πρὸς τοὺς νοητοὺς θεοὺς ἄνοδος, θεουργία τε ὅση πρὸς τὸ ἀγέννητον ἀνάγεται κατὰ τὴν τοιαύτην ζωὴν ἀποτελεῖται.
[10]  Βλ., Στοβαίος «Ανθολόγιο : από την επιστολή του Ιάμβλιχου στον Μακεδόνιο για την ειμαρμένη, 2.8.43.1 – 2.8.48.12» :
       Anthologium 2.8.43.1 ` to     Anthologium 2.8.45.12 Οὐσία ἐστὶν ἄϋλος ἡ τῆς ψυχῆς καθ᾽ ἑαυτήν, ἀσώματος, ἀγέννητος πάντῃ καὶ ἀνώλεθρος, παρ᾽ ἑαυτῆς ἔχουσα τὸ εἶναι καὶ τὸ ζῆν, αὐτοκίνητος παντελῶς καὶ ἀρχὴ τῆς φύσεως καὶ τῶν ὅλων κινήσεων. Αὕτη δὴ οὖν καθ᾽ ὅσον ἐστὶ τοιαύτη, καὶ τὴν αὐτεξούσιον καὶ τὴν ἀπόλυτον περιείληφεν ἐν ἑαυτῇ ζωήν. <Καὶ> καθ᾽ ὅσον μὲν δίδωσιν ἑαυτὴν εἰς τὰ γιγνόμενα καὶ ὑπὸ τὴν τοῦ παντὸς φορὰν ἑαυτὴν ὑποτάττει, κατὰ τοσοῦτον καὶ ὑπὸ τὴν εἱμαρμένην ἄγεται καὶ δουλεύει ταῖς τῆς φύσεως ἀνάγκαις· καθ᾽ ὅσον δὲ αὖ τὴν νοερὰν ἑαυτῆς καὶ τῷ ὄντι ἄφετον ἀπὸ πάντων καὶ αὐθαίρετον ἐνέργειαν ἐνεργεῖ, κατὰ τοσοῦτον τὰ ἑαυτῆς ἑκουσίως πράττει καὶ τοῦ θείου καὶ ἀγαθοῦ καὶ νοητοῦ μετ᾽ ἀληθείας ἐφάπτεται.
[11]  Βλ., Στοβαίος «Ανθολόγιο : από την επιστολή του Ιάμβλιχου στον Μακεδόνιο για την ειμαρμένη, 2.8.44.2 – 2.8.44.7» :
       Anthologium 2.8.44.2 ` to     Anthologium 2.8.44.7 Τὸν κατὰ νοῦν ἄρα βίον καὶ τὸν ἐχόμενον τῶν θεῶν διαζῆν μελετητέον· οὗτος γὰρ ἡμῖν μόνος ἀποδίδωσι τὴν ἀδέσποτον τῆς ψυχῆς ἐξουσίαν, ἀπολύει τε ἡμᾶς τῶν ἀναγκαίων δεσμῶν καὶ ποιεῖ ζῆν οὐκ ἀνθρώπινόν τινα βίον, ἀλλὰ τὸν θεῖον καὶ τῇ βουλήσει τῶν θεῶν ἀγαθῶν ἀποπληρούμενον.

[12]  Βλ. Ιεροκλής «Υπόμνημα εις τα Πυθαγορικά χρυσά έπη, 1.3.1 – 1.6.5»

πηγή: eleysis69
Viewing all 939 articles
Browse latest View live